Τὸ ἄσπρο μαῦρο (Γ΄)
Ἐπιδερμικὴ «θεολογία», κατάλληλη γιὰ νεοποχήτικα ἐμβόλια πλάνης
Γεώργιος
Κ. Τζανάκης. Ἂκρωτήρι Χανίων.
«Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπὸ ὅλα,
γιατὶ αὐτὴ ἡ ἑνότητα στηρίζει τὴν ἀληθινή πίστι». Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος.
Καλὸ ἀκούγεται.
Ἑνότητα, Ἐκκλησία, Πίστις. Λέξεις μὲ βάρος. Ὅταν
λέγονται ἀπὸ κληρικοὺς ἀποκτοῦν, γιὰ τοὺς περισσοτέρους, μεγαλύτερο βάρος λόγῳ
τοῦ σχήματός τους, τὸ ὁποῖο ἀκόμα ὁ λαός μας σέβεται.
Ἀκόμα μεγαλύτερο βάρος ἀποκτοῦν ὅταν λέγονται ἀπὸ
ἀνθρώπους μὲ πράξι, μὲ ἔργο. Ἐργασία, στὸν ἑαυτό τους πρώτα καὶ κατόπιν στὸν
λαό τοῦ Θεοῦ. Μᾶλλον, ὅταν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἐργασία περιττεύουν τὰ λόγια. Καὶ
μόνον ἡ παρουσία τοῦ ἐργάτη τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμη καὶ ἄνευ λόγων,
φτάνει γιὰ νὰ νοιώσῃ κανεὶς τὴν πίστι, νὰ ἀντιληφθῇ τὴν ἑνότητα, νὰ αἰσθανθῇ τὴν
ζεστασιά τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν χρειάζονται εἰσηγήσεις, ἐξηγήσεις, ἀναλύσεις, παραπομπές. Γνωρίζεις μὲ ὅλο τὸ εἶναι σου ὅ,τι
ἐδὼ ὑπάρχει ἡ μία, ἡ μόνη, ἡ ἀληθινή πίστις. Γνωρίζεις ὅ,τι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι
κομμάτι τῆς ἀληθινῆς, τῆς μίας, τῆς μόνης Ἐκκλησίας καὶ ἐπειδὴ αὐτὸ τὸ ἐλάχιστο
κομμάτι εἶναι μπροστά σου, εἶναι ἐνώπιόν
σου ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησία. Γιατὶ αὐτὸς εἶναι ἑνωμένος μὲ ὅσους πέρασαν καὶ ὅσους
θἄρθουν. Μὲ ὅσους εἶναι στὸν οὐρανὸ καὶ ὅσους βρίσκονται στὴ γῆ. Νοιώθεις τὴν τῶν
πάντων ἑνότητα. Ξέρεις ὅτι ὅλοι οἱ πρὶν , οἱ νῦν καὶ οἱ μελλούμενοι εἶναι ἕνα.
Τὸ νοιώθεις, τὸ ζεῖς, τὸ χαίρεσαι. Φτάνει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ἕνας ἀληθινὸς
φίλος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν παρουσία του καὶ μόνο νὰ διώξῃ κάθε φόβο, κάθε ἀμφιβολία,
νὰ λύσῃ κάθε ἀπορία, νὰ διώξῃ κάθε σύννεφο, νὰ σὲ ἀλαφρώσῃ ἀπὸ κάθε βάρος νὰ σὲ
κάνῃ νὰ νοιώσῃς τὸ ἄγνωστο γιὰ σένα καὶ κρυφὸ νόημα τῆς ζωῆς. Ἔχεις συναντήσει ἕναν
ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ἕναν χριστιανὸ, ἕναν ἅγιο, ποὺ μπορεῖ νὰ μὴν μιλάῃ, νὰ μὴν
κηρύττῃ, νὰ μὴν λέει λόγο μεγάλο ἤ μικρὸ, ἀλλὰ ἀνακεφαλαιώνει ὅ,τι ἔχει λεχθῇ, ἐνσαρκώνει
ὅ,τι ἅγιο ἔχει νοηθῇ, κάνει προσιτὰ τὰ ἀπρόσιτα καὶ ὁρατά τὰ ἀόρατα. Μπροστὰ στὸν
ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ γνωρίζεις μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξί σου, τὴν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας
Του, τοῦ Σώματός Του. Ἕνα γαλήνιο ἀεράκι φουσκώνει τὰ πανιὰ τῆς ψυχῆς σου καὶ εὐγνωμονεῖς
τὸν Θεὸ ποὺ σὲ ἀξίωσε, ἔστω καὶ γιὰ λίγες στιγμές, νὰ γνωρίσῃς τὴν παρουσία
Του. Μακάριος, ὅσο ἀνάξιος καὶ ἄν εἶναι,
ὅποιος ἀξιώθηκε αὐτῆς τῆς δωρεᾶς.