ΧΡΙΣΤΟΣ, ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ, 666 ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΣ
ΕΙΣ τὸ περιοδικὸν «Ὁ Ζωοποιὸς Σταυρὸς» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου Κύπρου, ἡ ὁποία εἶναι ἀντιοικουμενιστικὴ – ἀντιπαπικὴ καὶ Μοναχοί της ἐπρωτοστάτησαν εἰς τὰς ἐκδηλώσεις ἐναντίον τοῦ θεολογικοῦ Διαλόγου, διὰ τὸ «πρωτεῖον τοῦ Πάπα», ὁ ὁποῖος διεξήχθη εἰς τὴν Κύπρον, ἐδημοσιεύθη ἕν ἐνδιαφέρον θέμα, τὸ ὁποῖον διαπραγματεύεται τὸν Χριστόν, τὸν Ἀντίχριστον, τὸν 666 καὶ τὰς ἑρμηνείας του ὡς καὶ τὸν Παπισμόν. Τὸ δημοσίευμα ἔγινε ἐνῶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Κύπρου ἡτοιμάζετο νὰ ὑποδεχθῆ τὸν Πάπαν εἰς τὴν νῆσον τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Μαρτύρων καὶ ἐξέδιδεν ἐγκύκλιον ἀπαιτοῦσα νὰ διαβασθῆ εἰς τοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς καὶ εἰς τὰς Ἱερὰς Μονάς. Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Σταυροβουνίου ἐζήτει νὰ μὴ ἀναγνωσθῆ ἡ ἐγκύκλιος. Εἰς τὸ δημοσίευμα, τὸ ὁποῖον ἔγινε τὸν Δεκεμβρίου τοῦ 2010 (τὸ Περιοδικὸν ἐκδίδεται περιοδικῶς) ἐσημειώνοντο τὰ ἀκόλουθα διὰ τὰ προαναφερόμενα θέματα, τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ ἐπίκαιρα καὶ ἀπασχολοῦν ἐντόνως τὸν πιστὸν λαόν:
«Ἡ κακοδοξία τοῦ παπισμοῦ περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγ. Πνεύματος
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῶν Α´καὶ Β´ Οἰκουμενικῶν Συνόδων (Νικαίας καὶ Κωνσταντινουπόλεως) διετύπωσαν θεοπνεύστως τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως καὶ καθώρισαν ὅπως οὐδεμία ἀπολύτως παρέκκλισι ἢ προσθαφαίρεσι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνη ποτέ, στὴν καθορισθεῖσαν ὑπ᾽ αὐτῶν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διατύπωσι.
Ἔτσι: Ὁ ζ´ Κανόνας τῆς Τρίτης ἐν Ἐφέσῳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὁρίζει ὅτι: “Οὐδεὶς δύναται νὰ προσθέτη ἢ νὰ ἀφαιρῆ ὁ,τιδήποτε ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ ὅποιος τολμήσει νὰ πράξη κάτι τέτοιο, ἂν μὲν εἶναι κληρικὸς νὰ ἀφορίζεται, ἂν δὲ εἶναι λαϊκὸς νὰ ἀναθεματίζεται”.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος, ὁ ἁγιότατος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ Πρόεδρος τῆς ἐν λόγῳ Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἑρμηνεύοντας τὸ συγκεκριμένο Κανόνα γράφει τὰ ἑξῆς:“Οὔτε στοὺς ἑαυτούς μας, οὔτε σὲ ἄλλους ἐπιτρέπεται νὰ ἀλλάξουν ἔστω καὶ μίαν λέξι ἀπὸ τὶς λέξεις ἐκεῖνες, ποὺ ὑπάρχουν καὶ συγκροτοῦν τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας· καὶ ἀκόμα δὲν ἐπιτρέπεται νὰ γίνη παράβασι ἔστω καὶ μίας συλλαβῆς» (Ἰω. Καρμίρη, “Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας”, τ. 1, σελ. 147).
Τὰ ἴδια ἀκριβῶς ἀποφαίνονται καὶ οἱ Πατέρες τῆς ἀναγνωρισμένης ὑπὸ τῆς συνειδήσεως τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν ὡς Η´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Κωνσταντινούπολις, 879–880 μ.Χ., ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου), οἱ ὁποῖοι κατεδίκασαν ὅσους πρόσθεσαν ἢ ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἐννοώντας πασιφανῶς τὴ φραγκοτινικὴ αἵρεσι τοῦ Filioque.
Ὁ ἁγιότατος φωστὴρ τῆς Ἐκκλησίας μας, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, γράφει περὶ τοῦ Filioque καὶ τῶν συνεπειῶν του: “Τοιαῦτα τὰ “βαθέα τοῦ Σατανᾶ” (Ἀποκ. β´, 24), τὰ τοῦ πονηροῦ μυστήρια”· καὶ εὐθὺς ἀμέσως συμπεραίνει, ὡς θεοφώτιστος ποιμὴν τῆς Ἐκκλησίας: «Ἀλλ᾽ ἡμεῖς διδαχθέντες, ὑπὸ τῆς θεοσοφίας τῶν Πατέρων, αὐτοῦ τὰ νοήματα μὴ ἀγνοεῖν, ἀφανῆ τὴν ἀρχὴν ὡς ἐπίπαν τοῖς πολλοῖς τυγχάνοντα, οὐδέποτ᾽ ἂν ὑμᾶς (τοὺς Φραγκολατίνους) κοινωνοὺς δεξαίμεθα μέχρις ἂν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα λέγητε» (περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Λόγος Ἀποδεικτικὸς Α´, ἐν: Γρηγορίου Παλαμᾶ, Συγγράμματα, ἔκδ. Παν. Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1962, σ. 26).
Χριστὸς καὶ Ἀντίχριστος
(Ὁ Ἀντίχριστος αὐτοπροβαλλόμενο ὡς τάχα “ἀντικαταστάτης” τοῦ Χριστοῦ)
Ὁ ὅρος “ἀντίχριστος” ἐπιδέχεται, ὡς γνωστόν, δύο ἐναλλακτικὲς ἑρμηνεῖες, ἐξ ἴσου σωστές: Κατὰ τὴν πρώτη ἔννοια σημαίνεται ὁ ἐμφανῶς πολεμῶν τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, καὶ φανερὰ ἀντιτιθέμενος στὸ ἔργο Του. Κατὰ τὴ δεύτερη ἔννοια σημαίνεται ὁ ὑποκρινόμενος, κακέκτυπος βεβαίως, τὸν Χριστό, ἕνας ἀποτυχημένος μιμητισμὸς (“πιθηκισμὸς”) τοῦ Ἀληθινοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχει σκοπὸ νὰ ξεγελάση καὶ νὰ παρασύρη τοὺς ἀνθρώπους στὴν πλάνη καὶ τὴν καταστροφή.
Μὲ τὰ βλάσφημα δόγματα “πρωτείου” καὶ “ἀλαθήτου”, ὁ φραγκολατινισμὸς οὐσιαστικά, προσπάθησε νὰ ἐξοβελίση τὸν Θεάνθρωπο καὶ Παμβασιλέα Χριστὸ ἀπὸ τὸ Θρὸνο Του καὶ στὴ θέσι του νὰ τοποθετήση τὴν καρικατούρα τοῦ ἑκάστοτε Πάπα! Ἀφοῦ, λοιπόν, διὰ τῶν αἱρετικῶν παπικῶν δογμάτων “πρωτείου” καὶ “ἀλαθήτου”, “ἐξεθρονίσθη” ὁ Χριστός, “ὑποκατεστάθη ἀπὸ τὸν προκαθήμενο τῆς ἐκπεσούσας Ρώμης (πρβλ. Ἀποκ. ιδ´, 8. ιη´, 2, ὅπου ὑπὸ τὸν ὅρο Βαβυλὼν νοεῖται σαφῶς ἡ [ἑκάστοτε] “Ρώμη”), ὅστις αὐτοπροσδιορίσθηκε ὡς “Vicarius Fili Dei”, δηλαδή: ὁ ἐπὶ τῆς γῆς “τοποτηρητὴς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ” (Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἄς παραθέσουμε παρενθετικῶς καὶ τὴν παρατήρησι ὅτι, ἂν προσθέσουμε ὅσα γράμματα τοῦ τίτλου Vicarius Fili Dei παριστάνουν ἀριθμούς, τότε ἔχομεν τὸν ἀριθμὸν 666 (βλ. Σεργίου Ν. Σάκκου, ὁμοτίμου καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης “Ἡ Ἔρευνα τῆς Γραφῆς”, Θεσ/νίκη 1967, σελ. 154–156). Οἱ ἑρμηνεῖες βεβαίως τοῦ ἀριθμοῦ “χξστ” τοῦ βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως (Ἀποκ. ιγ´, 18) δὲν ἐπιδέχονται, “ἄχρι καιροῦ”, μονοσήμαντες ἑρμηνεῖες, ἀλλὰ πολλαπλὲς καὶ πιθανῶς συχνὰ συνεπαληθευόμενες, ὑπερτιθέμενες καὶ ἐπικαλυπτόμενες, οἱ ὁποῖοι βεβαίως δὲν ἐξαντλοῦν τὸ ζητούμενο (τὸ ὁποῖον μόνον ἐν Ἐσχάτοις Καιροῖς θὰ ἀποκαλυφθῆ πληρέστατα καὶ ἐμφανέστατα). Ὅμως, χωρὶς νὰ ἀλληλοαποκλείονται ἢ νὰ ἀλληλοαναιροῦνται, ἐν τούτοις δύνανται πλειστάκις νὰ λειτουργοῦν συμπληρωματικῶς μέν, ἀλλ᾽ ὄχι (κατ᾽ἀνάγκην καὶ) ἐξαντλητικῶς.
“χξστ” (666): Χριστιανισμὸς Ξένος Σταυροῦ
Τὸ κατρακύλισμα στὴν ἐκκοσμίκευσι
Μία π.χ. ἀξιολογότατη ἑρμηνεία, ποὺ δὲν “κλειδώνει” μὲν ἀσφαλῶς τὸ θέμα, λειτουργεῖ ὅμως συμπληρωματικῶς καὶ διαφωτιστικῶς, ἑρμηνεύει τὰ γράμματα τοῦ πολυσυζητουμένου ἀριθμοῦ “χξστ” ὡς δυνάμενα νὰ σημαίνουν ΚΑΙ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ “πνεῦμα” τοῦ Ἀντιχρίστου διακηρύσσει καὶ καθυποβάλλει στὸν κόσμο ἕναν νόθο χριστιανισμό, ἐμποτισμένον ἀπὸ τὸ “πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως”, τραγικὴ καρικατούρα τῆς αὐθεντικῆς Πίστεως στὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ! Διακηρύττει ἕναν “Χριστιανισμὸ Ξένον Σταυροῦ”. Δηλαδὴ ἕναν πλαδαρό, ἄνευρο, χλιαρό, ἀνέραστο, γλυκανάλατο, νόθο καὶ ἀλλοτριωμένο “χριστιανισμό”, ξένον πρὸς τὸ πνεῦμα τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς θυσίας, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ὑπομονῆς στὶς θλίψεις, τῆς ἀρνήσεως τῶν δηλητηρίων τῆς ἀλαζονίας, φιλοδοξίας, φιληδονίας καὶ φιλαργυρίας. Κηρύττει γενικῶς τὸ ἀντίχριστο “πνεῦμα”, ποὺ εἶναι ἡ ἄρνησι τοῦ Σταυρικοῦ νοήματος τῆς Πίστεως!
Μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ ἀντίχριστο πνεῦμα κινούμενος δυστυχῶς καὶ ὁ παπισμός, κηρύττει ἕναν νόθο “Χριστιανισμὸν Ξένον Σταυροῦ”: Σμίκρυνε π.χ. τὶς περιόδους τῶν νηστειῶν, περίτμησε δραματικὰ τοὺς χρόνους τῶν Ἀκολουθιῶν, περιθωριοποίησε μεγαλομάρτυρες τοῦ ἁγιολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι ἴσως τοῦ φάνηκαν πολὺ “ἀκραῖοι” στὰ μαρτύριά τους, ἀποδέχεται πᾶσαν πλάνη καὶ σατανιστικὴ θρησκεία (βουδδιστές, Σίντους, Χίντους, Ζοροάστρες, Ζαϊνιστὲς κ.λπ. κ.λπ. [πρβλ. διαδοχικὲς “διαθρησκειακὲς συναντήσεις”, ποὺ διοργανώνει ὁ παπισμός]), ἀσχέτως ἐὰν αὐτές, πλάνες καὶ θρησκεῖες, καταφάσκουν τὸν Σατανᾶ καὶ ἀρνοῦνται τὸν Χριστό· ἀρκεῖ μόνο ποὺ “ἀναγνωρίζουν” τὸν Πάπα! Διότι γιὰ τὸ καθεστὼς τοῦ παπισμοῦ, ὅλα αὐτὰ εἶναι συγχωρητέα, ἀρκούσης μίας καὶ μόνης ἀπαρεγκλίτου καὶ ἀδιαπραγματεύτου προϋποθέσεως: Νὰ γίνεται ἀποδεκτὸς ὁ Πάπας, ὡς ἡ κεφαλὴ μιᾶς ἀπεργαζομένης καὶ ἐπερχομένης παγκοσμίου θρησκείας καὶ αὐτοκρατορίας!
Ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Νικαίας, κατεδίκασε πρώτιστα τὴν ἀντίχριστη αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Μήπως ὅμως εἶναι ἄστοχος καὶ γι᾽ αὐτὸ τὸ λόγο ἡ ἐπιλογὴ τῆς σημαντικῆς αὐτῆς ἡμέρας, πρὸς ἀνάγνωσι τῆς Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου γιὰ τὴν ἐπίσκεψι τοῦ Πάπα στὴν Κύπρο; Διότι, ἀκριβῶς, ὁ Ἀρειανισμὸς καὶ ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι καθόλου ἄσχετοι μεταξύ τους! Ἂς ἀκούσουμε τί λέει ἐπ᾽ αὐτοῦ ὁ Ἅγιος Πατὴρ ἡμῶν Ἰουστῖνος (Πόποβιτς): “Ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς (παπισμὸς) ἔχει χάσει τὴν καθολικότητά του καὶ τοιουτοτρόπως ἔχει αὐτομολήσει εἰς τὴν ἀρειανικὴν μεθοδολογίαν”. (“Ἄνθρωπος καὶ θεάνθρωπος”, ἔκδοσι “Ἀστέρος” Ἀλ. καὶ Ε. Παπαδημητρίου, Ζ´ ἔκδοσι, σ. 143). Καὶ ἀκόμη· “Ὁ παπισμὸς μὲ τὴν ἠθικὴν του εἶναι κατὰ μεγάλο βαθμὸ ἀρειανός. Αἰσθάνεται ἆραγε (ὁ παπισμὸς) ποία μεταφυσικὴ ἵσταται ὄπισθεν αὐτῆς τῆς φοβερᾶς ἠθικῆς του;” (ἔνθ. ἀνω)
«Ορθόδοξος Τύπος» 27/05/2011