ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ
Ὁ βασιλεὺς Σολομὼν ἐσώθη;
«καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς
γενεὰς γενεῶν τοῖς φοβουµένοις αὐτόν» (Λουκ. α΄, 50). (: Καὶ τὸ ἔλεός του δὲν
ἐδείχθη µόνον εἰς ἐµέ, ἀλλ’ εἶναι παντοτινὸν καὶ µεταβιβάζεται ἀπὸ γενεὰν εἰς
γενεὰν εἰς ὅλους ἐκείνους, ποὺ φοβοῦνται αὐτόν).
Βλέπουμε ἀπὸ τὴν ὠδὴ τῆς
Θεοτόκου ὅτι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι παντοτινό, αἰώνιο καὶ πλούσιο στὰ πλάσματά
Του.
Πολλοὶ ἀναρωτιοῦνται, ἄν ὁ βασιλιὰς Σολομὼν τελικὰ σώθηκε. Ὁ Σολομὼν ἦταν γιὸς τοῦ προφήτου Δαυΐδ καὶ τῆς Βηθσαβεέ (972 π.Χ.). Ὅταν ἔγινε βασιλιάς, ἦταν μόλις 12 ἐτῶν. Στὴν ἀρχή τῆς βασιλείας του μιά νύκτα τοῦ ἐμφανίσθηκε σὲ ὄνειρο ὁ Θεός. Ζήτησέ μου ὅ,τι θέλεις, τοῦ εἶπε. Ἡ ἀπάντηση τοῦ νεαροῦ βασιλιᾶ ἦταν ἀπρόσμενη: «Ἐγώ εἴμι παιδάριον μικρὸν καὶ οὐκ οἶδα τὴν ἔξοδόν μου καὶ τὴν εἴσοδόν μου». Ἐγὼ εἶμαι ἕνα μικρὸ καὶ ἄμαθο παιδί. Πῶς θὰ κατορθώσω νὰ κυβερνήσω αὐτόν τὸν λαό; Σοῦ ζητῶ λοιπόν νά μοῦ δώσης σοφία· «σοφίαν καὶ σύνεσιν δός μοι» (Β΄ Παραλ. α΄ 10).
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Σολομώντα
εὐχαρίστησε τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοῦ εἶπε: Ἐπειδὴ δὲν ζήτησες νὰ ζήσεις πολλὰ
χρόνια, οὔτε πλοῦτο οὔτε τὸν θάνατο τῶν ἐχθρῶν σου, ἀλλὰ ζήτησες σύνεση, γιὰ
νὰ διακρίνης τὸ σωστό, γι’ αὐτό θὰ σοῦ δώσω σοφία τέτοια, ποὺ δὲν εἶχε ποτὲ
κανεὶς πρὶν ἀπὸ σένα, οὔτε θὰ ἔχη στὸ μέλλον. Θὰ σοῦ δώσω ὅμως κι αὐτά, ποὺ δὲν
ζήτησες: πλοῦτο καὶ δόξα, ὅσα κανεὶς ἄλλος δὲν ἔχει ἀποκτήσει.
Ἔτσι ὁ Σολομών πλούτισε ἀπό
ὅλα· σοφία καὶ δόξα μοναδική· πλοῦτο ἀμέτρητο.
Στο τέταρτο ἔτος τῆς
βασιλείας του ὁ Σολομών ἄρχισε τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ καὶ τὸν ὁλοκλήρωσε
ἔπειτα ἀπὸ ἕνδεκα χρόνια. Ὁ Ναός κτίσθηκε σὲ ἀτμόσφαιρα ἡσυχίας καὶ σιωπῆς. Οἱ
λίθοι εἶχαν κοπῆ καὶ λαξευθῆ μακριά. Ἦχος σφυριοῦ ἢ τσεκουριοῦ δὲν ἀκουγόταν
κατὰ τὴν ἀνοικοδόμηση (Γ΄ Βασ. ς΄ 7). Πάνω ἀπὸ ἑκατὸν ὀγδόντα χιλιάδες ἄνθρωποι
ἐργάσθηκαν αὐτά τά χρόνια γιὰ τὴν ὁλοκλήρωσή του.
Κατὰ τὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ ὁ
Σολομών ἑτοιμάσθηκε νὰ ἀπευθύνει προσευχὴ πρὸς τὸν Θεό. Ἡ ὥρα μοναδική!
Ἕνα ἔργο μεγαλειῶδες εἶχε περατωθῆ! Ὁ πρῶτος Ναός τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, πού θά
ἀποτελέση πρότυπο καί γιά τούς Χριστιανικούς ναούς. Τὰ Ἅγια θά ἀντικατασταθοῦν
ἀπό τόν κυρίως ναό, ἐνῶ τά Ἅγια τῶν Ἁγίων θα γίνουν τό ἱερό Βῆμα τοῦ
Χριστιανικοῦ ναοῦ. Ἀνέβηκε στὸ βάθρο, στράφηκε πρὸς τὸν λαὸ «καὶ εὐλόγησε τὴν
πᾶσαν ἐκκλησίαν Ἰσραήλ», εὐλόγησε τὴν ἱερή σύναξη τοῦ λαοῦ καὶ μὲ λίγα λόγια
τοὺς ὑπενθύμισε τὶς μεγάλες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴν
Αἴγυπτο μέχρι τὴν ὥρα ἐκείνη (Β΄ Παραλ. στ΄ 1-13).
Στὴν πορεία τῆς ζωῆς του
παρασύρθηκε ἀπὸ τὴν δόξα καὶ τὸν πλοῦτο· ξέχασε ὅτι ὅλα ἦταν δῶρα τοῦ Θεοῦ,
ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ σχηματίση χαρέμι μὲ
πολλὲς γυναῖκες ξένες καὶ ἀλλόθρησκες, γιὰ χάρη τῶν ὁποίων ἔκτισε στὰ
Ἱεροσόλυμα καὶ στὰ περίχωρα, ἱερὰ γιὰ ψεύτικες θεότητες. Ἐκεῖ οἱ γυναῖκες
«ἐθυμίων καὶ ἔθυον τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν» (Γ΄ Βασ. 11, 7).Ὅμως στοὺς στίχους 3
καὶ 10 λέγει «οὐκ ἦν ἡ καρδία αὐτοῦ τελεία μετὰ τοῦ Κυρίου…».
Μάλιστα πρὸς τὸ τέλος τῆς
ζωῆς του μετανόησε, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος στοὺς στίχους 24, 32, «ὕστερον ἐγὼ
μετενόησα, ἐπέβλεψα τοῦ ἐκλέξασθαι παιδείαν».
- Στὸν βίο τοῦ Ἁγ. Νήφωνος
ἀναφέρεται γιὰ τὸν Σολομώντα: «Ὁμολογῶ ὅτι κι ἐγώ ἤμουνα πολύ λυπημένος
γιά τόν Σολομώντα καί ἀποροῦσα πάντα πῶς μπορεῖ νά χάθηκε ἕνας τέτοιος
δίκαιος. Ὁ καλός Θεός ὅμως, γιά νά μ’ ἀπαλλάξη ἀπό τή θλίψη αὐτή, μοῦ
μίλησε μέ τό ἴδιο του τὸ στόμα καὶ μοῦ φανέρωσε τήν πραγματικότητα: “Δὲν
χάθηκε ἡ ψυχή τοῦ βασιλιᾶ, ὅπως οἱ περισσότεροι νομίζετε. Γιατί δέν μέ
ἀρνήθηκε τελείως. Παρασύρθηκε, βέβαια, ἀπό τίς ἀσεβεῖς ἐκεῖνες γυναῖκες
καί ἔκτισε ναούς στὰ εἴδωλα καὶ πρόσφερε θυμίαμα σ’ αὐτά, σύμφωνα μέ τό
θέλημά τους. Ποτὲ ὅμως δέν μέ ἀρνήθηκε ρητά. Μάλιστα, μετά τό θάνατό του
καὶ μέχρι τὴ σταύρωσή μου, καθόταν τόσα χρόνια «ἐν σκότει καὶ σκιᾷ
θανάτου», ὑποφέροντας φοβερά. Ὅταν ἐγώ λοιπόν κατέβηκα στὸν ἅδη καί
ἀνέστησα τούς νεκρούς ἀπό τά καταχθόνια, λύτρωσα καί τή δική του ψυχή καί
τήν ἀξίωσα ν’ ἀπολαύση τή μακαριότητα. Ἀποφάσισα δηλαδή νά τόν ἐλεήσω, μέ
τήν ἄπειρη φιλανθρωπία μου, ἐπειδή, παραβάλλοντας τὶς πολλές του ἀρετές,
τὴν μετάνοιά του καί τά μακροχρόνια βάσανά του μέσα στὸ σκοτάδι γιά τό
ἁμάρτημά του, ἔκρινα ὅτι αὐτό ξεπλύθηκε. Ἔτσι τόν ἐλευθέρωσα ἀπὸ τὰ ζοφερά
δεσμά τοῦ ἅδη. Αὐτὰ μοῦ φανέρωσε ὁ Κύριος καὶ χάθηκε στοὺς οὐρανούς. Καὶ
ἀπὸ τότε εἶμαι γεμᾶτος χαρά γιά τή σωτηρία τοῦ σοφοῦ βασιλιᾶ καί γιά τήν
εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ».
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του τὴν
Κυριακὴ τῶν Προπατόρων.
Στὸ Συναξάρι διαβάζουμε:
Μνήμη ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ βασιλέως υἱοῦ
Δαβίδ.
Σοφός Σολομών πρῶτος ἐν σοφοῖς
βίου,
Ἔχων τὸ πρῶτον τῶν καλῶν τῶν τοῦ
βίου.
- Μὲ τὴ φράση Βίβλος
γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ… ἀρχίζει τὴν ἐξιστόρηση τῆς ἐπίγειας παρουσίας τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ τέσσερα εὐαγγέλια, τὸ Κατὰ Ματθαῖον
Εὐαγγέλιον.
Ἡ Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἕνα γενεαλογικὸ κατάλογο προγόνων ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ,
φθάνει στὸν βασιλιὰ Δαβὶδ ἀπ’ ὅπου καὶ καταλήγει στὸν μνήστορα Ἰωσήφ.
Στὴ γενεαλογία ἀναφέρεται ὅτι: ἀπὸ
Ἀβραὰμ μέχρι βασιλέως Δαβὶδ ἦταν 14 γενεές, ἀπὸ Σολομῶντος ἕως Ἰωακεὶμ πάλι 14
γενεὲς καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας τῆς Βαβυλῶνος ἐπὶ Ἰεχονία ἕως Ἰησοῦ Χριστοῦ
ἀκόμη 14 γενεὲς (…γενεαὶ δεκατέσσαρες., Ματθ. 1:17).
Ὅλα τὰ πρόσωπα, ποὺ ἀναφέρονται στὴ
Βίβλο γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ (καὶ ὁ Σολομὼν) ἔχουν ἀνακηρυχθῆ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία ἅγιοι, ἡ μνήμη τῶν ὁποίων ἑορτάζεται συλλογικὰ τὴν Κυριακὴ τῶν
Προπατόρων, πρὶν ἀπὸ τα Χριστούγεννα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου