ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Πράξ. στ´ 1 - 7
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μάρκ. ιε΄ 43 - ιστ΄8
Ἦχος.– Ἑωθινόν: Α´
Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων σήμερα, καὶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα
μᾶς μεταφέρει νοερὰ στὰ Ἱεροσόλυμα, τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνόσια καταδίκη καὶ τὰ φρικτὰ Πάθη ποὺ ὑπέφερε, βρίσκεται ἤδη νεκρὸς πάνω στὸ Σταυρό. Οἱ Μαθητές Του ἔχουν διασκορπιστεῖ. Ἄραγε θὰ βρεθεῖ κάποιος νὰ φροντίσει νὰ ἐνταφιάσει τὸ ἄχραντο Σῶμα Του;... Εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνει κάτι ἀμέσως, διότι σὲ λίγες ὧρες ἀρχίζει ἡ μέρα τοῦ Σαββάτου, αὐστηρὴ ἀργία γιὰ τοὺς Ἑβραίους.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνόσια καταδίκη καὶ τὰ φρικτὰ Πάθη ποὺ ὑπέφερε, βρίσκεται ἤδη νεκρὸς πάνω στὸ Σταυρό. Οἱ Μαθητές Του ἔχουν διασκορπιστεῖ. Ἄραγε θὰ βρεθεῖ κάποιος νὰ φροντίσει νὰ ἐνταφιάσει τὸ ἄχραντο Σῶμα Του;... Εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνει κάτι ἀμέσως, διότι σὲ λίγες ὧρες ἀρχίζει ἡ μέρα τοῦ Σαββάτου, αὐστηρὴ ἀργία γιὰ τοὺς Ἑβραίους.
Στὴν κρίσιμη αὐτὴ στιγμὴ ἐμφανίζεται ὁ Ἰωσήφ, ποὺ
καταγόταν ἀπ’ τὴν πόλη Ἀριμαθαία, ἄνδρας σεμνὸς καὶ σοβαρὸς καὶ ἐπίσημο
μέλος τοῦ ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, ὁ ὁποῖος προσδοκοῦσε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὅπως
δίδασκε ὁ Χριστός. Αὐτὸς λοιπόν, «τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ
σῶμα τοῦ Ἰησοῦ»· τόλμησε καὶ παρουσιάστηκε στὸν Πιλάτο καὶ ζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
Ἔμεινε ἔκπληκτος ὁ Πιλάτος, ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ Ἰησοῦς
εἶχε ἤδη πεθάνει. Θέλησε, λοιπόν, πρῶτα νὰ ἐξακριβώσει τὴν πληροφορία ἀπὸ τὸν ἑκατόνταρχο,
κι ἀφοῦ ἔγινε αὐτό, χάρισε τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ στὸν Ἰωσὴφ ποὺ τὸ ζήτησε.
Ἔτσι ὁ Ἰωσὴφ ἀνέλαβε τὸ ἱερὸ ἔργο τῆς ταφῆς τοῦ
Κυρίου. Μὲ συνοχὴ ψυχῆς καὶ εὐλάβεια πολλή, κατέβασε τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὸν Σταυρό,
τύλιξε τὸ σῶμα Του σὲ καθαρὸ σεντόνι ποὺ εἶχε ἀγοράσει καὶ Τὸν τοποθέτησε στὸ
δικό του καινούργιο μνημεῖο, τὸ ὁποῖο ἦταν λαξευμένο σὲ βράχο· ἔπειτα κύλισε ἕνα
μεγάλο λίθο κι ἔκλεισε τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου.
Ἦταν ἰδιαίτερη τιμὴ γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωσὴφ «τὸν ἀπὸ Ἀριμαθαίας»
τὸ γεγονὸς ὅτι ἀξιώθηκε νὰ κρατήσει στὰ χέρια του τὸ πανακήρατο Σῶμα τοῦ
Κυρίου. Τιμὴ ποὺ ἄξιζε σ’ αὐτὸν ὁ ὁποῖος τόλμησε νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Πιλάτο τὸ σῶμα
τοῦ Κυρίου καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσει χωρὶς νὰ ὑπολογίζει τὶς ἀντιδράσεις τῶν Ἰουδαίων
ἢ ὅποιους ἄλλους κινδύνους.
Ὁ ἅγιος Ἰωσὴφ «ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας» προβάλλει ὡς αἰώνιο
παράδειγμα τόλμης καὶ ἀνδρείας, καὶ μᾶς καλεῖ νὰ ἀναλογιστοῦμε: Ἄραγε ἐμεῖς εἴμαστε
ἕτοιμοι νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας, ἀκόμα κι ἂν διακινδυνεύει ἡ θέση μας, τὸ
ἀξίωμά μας, ἡ περιουσία μας; Ἔχουμε τὴν τόλμη νὰ ὑπερασπιστοῦμε τὴν ἀλήθεια, ὅταν
βλέπουμε ὅτι ἀδικεῖται ὁ συνάνθρωπός μας; Εἴμαστε πρόθυμοι νὰ ἐγκαταλείψουμε τὴν
ἄνεσή μας γιὰ νὰ συμπαρασταθοῦμε στὸν πονεμένο ἀδελφό μας; Χρειάζεται τόλμη γιὰ
νὰ εἶναι κανεὶς γνήσιος μαθητὴς τοῦ Κυρίου. Καὶ τέτοια τόλμη εἶχε «ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ»,
ὁ ὁποῖος ἀποδείχθηκε ἄξιος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καὶ οἱ Μυροφόρες γυναῖκες
ποὺ ἐμφανίζονται στὴ συνέχεια.
Αὐτὲς οἱ ἀφοσιωμένες μαθήτριες τοῦ Κυρίου
παρακολουθοῦσαν ἀπὸ κάποια ἀπόσταση, ἀλλὰ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ προσοχή, ποῦ
τοποθετήθηκε τὸ σῶμα τοῦ λατρευτοῦ τους Διδασκάλου.
Ὅταν λοιπὸν πέρασε τὸ Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ
καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ ἡ Σαλώμη, ἀγόρασαν ἀρώματα γιὰ νὰ ἔλθουν τὸ
πρωὶ στὸν τάφο καὶ νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
«Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων», πολὺ πρωὶ τῆς
πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, πήγαιναν πρὸς τὸ μνημεῖο, καθὼς ὁ ἥλιος ἄρχιζε
ν’ ἀνατέλλει. Ἀλλὰ εἶχαν καὶ κάποια ἀγωνία: «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν
λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου;»· ποιὸς θὰ μᾶς ἀποσύρει τὴ μεγάλη πέτρα ἀπὸ
τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου;...
Καθὼς πλησίασαν ὅμως, εἶδαν μὲ ἔκπληξη ὅτι ἡ
πέτρα, ἡ ὁποία μάλιστα ἦταν πολὺ μεγάλη, εἶχε μετατοπισθεῖ μακριά!
Ἔτσι προχώρησαν καὶ μπῆκαν στὸ μνημεῖο, ὅπου τοὺς
περίμενε ἄλλη ἔκπληξη: στὰ δεξιὰ τοῦ τάφου καθόταν ἕνας νέος ντυμένος μὲ ὁλόλευκη
στολή. Ἦταν ἄγγελος. Τὸν εἶδαν καὶ τρόμαξαν!
Ἐκεῖνος ὅμως τὶς καθησύχασε:
–Μὴ φοβάστε! Ξέρω ποιὸν ζητᾶτε. Ζητᾶτε τὸν Ἰησοῦ τὸν
Ναζαρηνὸ τὸν Ἐσταυρωμένο. Ἀναστήθηκε! Δὲν εἶναι ἐδῶ! Νά, εἶναι ἀδειανὸ τὸ μέρος
ὅπου τὸν ἔβαλαν. Ἀλλὰ πηγαίνετε καὶ πεῖτε στοὺς μαθητές Του, καὶ ἰδιαιτέρως
στὸν Πέτρο, ὅτι πηγαίνει πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴ Γαλιλαία καὶ σᾶς περιμένει ἐκεῖ. Ἐκεῖ
θὰ Τὸν δεῖτε, ὅπως σᾶς τὸ εἶπε πρὶν σταυρωθεῖ.
Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ, οἱ Μυροφόρες ἔφυγαν ἀπὸ τὸ μνημεῖο
γεμάτες τρόμο καὶ ἔκπληξη, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶπαν τίποτε σὲ κανένα.
Κάνει ἐντύπωση ἡ τόλμη καὶ ἡ σταθερότητα τῶν
Μυροφόρων γυναικῶν. Ὁ βράχος ἦταν ἕνα σοβαρὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ
σχεδίου τους. «Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον;», ἔλεγαν, καθὼς προχωροῦσαν πρὸς
τὸ μνημεῖο. Παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν γύρισαν πίσω. Τίποτε δὲν ὑπελόγιζαν: οὔτε τὸ
σκοτάδι τῆς νύκτας, οὔτε τὸν φόβο τῶν Ἰουδαίων. Καὶ γιὰ τὴ σταθερότητά τους ἀξιώθηκαν
πρῶτες αὐτὲς νὰ δεχθοῦν τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Δυσκολίες καὶ ἐμπόδια συναντοῦμε κι ἐμεῖς συχνὰ στὴ
ζωή μας. Κάποτε τὰ προβλήματα φαίνεται ὅτι ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδο. Ἂς μὴν ἀπογοητευόμαστε
ὅμως. Ἂς προχωροῦμε πάντοτε μὲ πίστη κι ἐλπίδα στὸν Ἀναστάντα Κύριο, ὁ Ὁποῖος δὲν
θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει καὶ δὲν θὰ μᾶς διαψεύσει ποτέ.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου