Hλία Δ. Μπάκου
Δρος Θεολογίας - Φιλολόγου
Τό βασικό αιτημα - ζητούμενο της ημερίδος είναι ο ενιαίος κατηχητικός καί ποιμαντικός σχεδιασμός της Εκκλησίας της Ελλάδος καί η πολύπλευρη αξιοποίηση των νέων θεολόγων, προκειμένου νά καλυφθούν πραγματικές ανάγκες του ποιμαντικού έργου της εκκλησίας, όπως αυτές διαγράφονται από τίς παγκόσμιες αξιακές μεταβολές καί τά νέα συστήματα ανατροπών επί παντός αισθητού καί νοητού τά δεδομένα, πλέον, αυτά περιθωριοποιούν τήν Ορθόδοξο πίστη καί ζωή καί κινδυνεύει η ελευθερία καί τό πρόσωπον του ανθρώπου - η υπόσταση του ανθρώπου ως άνθρωπος - δημιούργημα του Τριαδικού Θεού αποκαλυφθέντος διά της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού.
Στή νέα εποχή πού βιώνουμε, μεταξύ των άλλων, είναι δεδομένα:
1) Η εθνική μας αποδόμηση: ιστορίας, γεωγραφικών καθεστώτων, εθνικής συνειδήσεως, γλώσσας, αξιών κλπ. Πολλοί είναι εκείνοι πού ισχυρίζονται ότι ζούμε μιά μετα-παπαρρηγοπούλειο εποχή καί ότι διαμορφώνεται μιά νέα συνείδηση περί εθνικών καί θρησκευτικών πραγμάτων βάσει των δεδομένων της πολιτικο - οικονομικής παγκοσμιοποίησεως, η οποία στοχεύει μεταξύ άλλων καί στήν αποεθνοποίηση καί αποχριστιανοποίηση της Ελλάδος.
2) Επιχειρείται μέ ποικίλα μέσα (θεμιτά καί αθέμιτα) αποδόμηση της ορθοδόξου πίστεως καί της Εκκλησίας: σχετικοποίηση της έν Χριστώ θείας αποκαλύψεως-προτείνοντες τή Θεολογία της αγάπης, αποσιώπηση της εκκλησιαστικής ζωής καί ιστορίας, στρέβλωση γεγονότων μέ εθνικό καί θρησκευτικό χαρακτήρα, προσανατολισμός στόν θρησκευτικό συγκρητισμό ή στή Θρησκειολογία, στήν πολυπολιτισμικότητα κ.π. άλλα.
3) Αποδόμηση της παιδείας, σχεδόν σέ όλα τά επίπεδα καί τίς βαθμίδες: μορφωτικό αγαθό, διδακτικό, εκπαιδευτικό προσωπικό, μαθητιώσα καί σπουδάζουσα νεολαία σέ πλήρη σύγχυση καί υποβάθμιση.
4) Αποδόμηση της κοινωνικής λαϊκής συνοχής καί αλληλεγγύης, μέ βάση τήν αρχή της ετερότητας, πρβλ. τά Μ.Μ.Ε ποιές αξίες προβάλλουν καί καλλιεργούν καί ποιά κοινή συνείδηση δημιουργούν, ποιόν τύπο ανθρώπου διαμορφώνουν καί πώς αντιμετωπίζουν τήν Εκκλησία καί τά θέματά της.
5) Απόρριψη βασικών αρχών καί αξιών της ζωής, συρρίκνωση του ανθρωπίνου προσώπου καί των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του, καί αποδόμηση βασικών θεσμών σέ προσωπικό καί κοινωνικό-εθνικό επίπεδο.
Όμως «ού δέ επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5,20) διακηρύσσει ο απόστολος Παύλος, καί ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Ιησούς προτρέπει διαβεβαιωτικά: «θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τόν κόσμον» ( Ιω. 26,33).
Η Εκκλησία του Χριστού καί όταν κλυδωνίζεται δέν καταποντίζεται, αντιθέτως θριαμβεύει «ως μία αποστολική καί καθολική» ως ταμιούχος της θείας χάριτος καί οικονόμος των μυστηρίων της πίστεως η διδασκαλία της καί ο χαρακτήρας της δέν υπερβαίνονται από τά πεπερασμένα ανθρώπινα σχήματα καί μορφώματα ζωής.
Η Ελλαδική Εκκλησία σήμερα διαθέτει αρκετά καί ικανά στελέχη (λαϊκούς καί κληρικούς) έχει ικανά μέσα γιά νά αντιδράσει, έχει πολλά ερείσματα: καί τό πρώτο είναι η αποκάλυψη της αλήθειας της πίστεως διά της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού. έπειτα, κάθε εικονοστάσι, κάθε ναός, κάθε μοναστήρι, κάθε ενορία, κάθε ιερό προσκύνημα καί σύμβολο πίστεως είναι καί ένας φάρος ελπίδος καί πίστεως. Τό ιστορικό παρελθόν της Εκκλησίας παραμένει ως ανίκητη δύναμη.
Σήμερα έχει, θεία χάριτι, καί ένα άλλο πλεονέκτημα: διαθέτει νέο πολυάριθμο προσωπικό δυναμικό, τό οποίο δυστυχώς ευρίσκεται, καί μέ δική μας ευθύνη, εν αχρησία. Πρόκειται γιά τίς 4000-5000 χιλιάδες νέους πτυχιούχους της Θεολογίας, τούς οποίους οφείλει η Εκκλησία νά αξιοποιήσει ύστερα από επιλογή-αξιολόγηση καί μετεκπαίδευση στίς Θεολογικές Ακαδημίες στόν ενιαίο, καθολικό ποιμαντικό της σχεδιασμό. ’ς τούς προσλάβει η Εκκλησία πρίν συσχηματισθούν μέ τό νέο ρεύμα της εποχής μας.
Γιά παράδειγμα: περισσότερα από χίλια (1000) χωριά της κακοτράχαλης ορεινής καί της θαλασσοδαρμένης Νησιωτικής Ελλάδας μένουν αλειτούργητα, δέν έχουν «ψάλτη ουδέ παπά». Τό τραγικώτερο, δέν διαφαίνεται κάποιος ποιμαντικός σχεδιασμός: προσωρινός, μεταβατικός ή μακροχρόνιος έστω, γιά τήν κάλυψη των κενών θέσεων ιερέως.
Τό θέμα της θρησκευτικής καί Λειτουργικής αγωγής είναι συναφές μέ εκείνο της εθνικής αγωγής του λαού μας. Στήν προκειμένη περίπτωση δέν πρέπει η ποιμαίνουσα Εκκλησία νά προσλάβει γιά τίς χίλιες καί πλέον κενές ιερέως ενορίες λαϊκούς θεολόγους γιά τή θρησκευτική τουλάχιστον αγωγή του ταλαίπωρου λαού, γιά νά μή χάσει τήν επαφή του μέ την Ορθόδοξη Εκκλησία καί τήν πίστη του;
Γιατί αφήνουμε ελεύθερο-ακάλυπτο τό χώρο αυτό γιά τίς αιρέσεις καί τήν αθεΐα; Ενώ περισσότεροι από 4000 νέοι θεολόγοι μένουν αδιόριστοι, καί καταδικασμένοι σέ κοινωνικό μαρασμό καί θεολογική αχρησία. Καί ας σημειωθεί ότι δέν εσπούδασαν Θεολογία από κοινωνική αίγλη ή προσωπική προβολή, αλλά από ιερό ζήλο πίστεως, πού στήν εφηβία τους τούς επέδειξε η Εκκλησία καί τούς ενέπνευσε μέ τούς, πράγματι, φωτισμένους κληρικούς της.
Πρέπει νά ομολογήσουμε ότι στήν Eκκλησία, ενώ υπάρχει θεολογική καί ποιμαντική αγωνία, ενώ υπάρχει θείος ζήλος γιά ιεραποστολική καί χριστιανική δράση, δέν υπάρχει ολοκληρωμένος ποιμαντικός προγραμματισμός, δέν υπάρχει πρόγραμμα αξιοποιήσεως καθολικού χαρακτήρος του έμψυχου υλικού. H οποία ποιμαντική δραστηριότητα πού αναπτύσσεται σέ κάθε Iερά Μητρόπολη είναι σχεδόν, αυτοσχέδιος, μονομερής καί αναποτελεσματική είναι ανάλογη μέ τά πρόσωπα πού διαθέτει κάθε Iερά Μητρόπολη, είναι προσωποπαγής καί προσωρινή.
Κατά συνέπεια χρειάζεται ενιαίος καθολικός ποιμαντικός προγραμματισμός σέ βάθος χρόνου καί μέ όραμα πίστεως μέ κεντρικό όργανο δράσεως τήν Iεραρχία της Eκκλησίας καί τά θεσμοθετημένα όργανά της, χρειάζεται τή συστράτευση όλων των εκκλησιαστικών φορέων της άλλα καί των θεολόγων, των Διακονισσών, των συνταξιούχων ιερέων, των συνταξιούχων θεολόγων καί προπαντός χρειάζεται η Eκκλησίαστική βούληση γιά νά συγκροτήσει πρόσθετο θεσμικό όργανο γιά νά χειρισθεί τό ζήτημα σέ όργανωτικό καί λειτουργικό- πρακτικό επίπεδο θεωρίας καί πράξεως, προκειμένου νά προλάβει τίς δυσάρεστες εξελίξεις πού έπονται.
H ενοποίηση όλων των Iερών Μητροπόλεων, των ιερών προσκυνημάτων, των Iερών Μονών, των ενοριών καί των πάσης φύσεως ιδρυμάτων της Eκκλησίας σέ οικονομικό καί πνευματικό επίπεδο είναι εκ των ών ούκ άνευ. επιβάλλεται η ενοποίηση του ιερού χρήματος καί η ορθολογική του χρήση γιά τό κατηχητικό και ποιμαντικό έγο της Eκκλησίας, γιά τόν ευαγγελισμό καί επανευαγγελισμό του λαού του Θεού. Καί κάποτε θά πρέπει νά εκλείψει « ο ανοίκειος χαρακτηρισμός: πλούσιες καί φτωχιές ενορίες, πλούσιες καί φτωχές ιερές Μητροπόλεις, καθώς καί ο ομώνυμος χαρακτηρισμός των φορέων τους».
Στό σημείο αυτό οφείλουμε νά επισημάνουμε τήν αγωνία της Eκκλησίας γιά τή διακονία καί διαποίμανση του λαού του Θεού, η οποία καταγράφεται καί σχεδιάζεται από πολλούς ικανούς καί έμπείρους Θεολόγους - κληρικούς καί λαϊκούς- στό περισπούδαστο πόνημά της: ενοριακό ποιμαντικό έργο στή σύγχρονη κοινωνία (εγχειρίδιο όργανωσης καί δράσης, Aθήνα 2007).
'Aς μου επιτραπεί, όμως, νά σημειώσω ότι είναι άτολμο, κινείται σέ σχήματα-μορφώματα ικαινοτόμητα, καί χωρίς δυναμική, χωρίς ορμή αποστολική. Δέν αποτολμάται η ιεραποστολική αξιοποίηση των νέων μας Θεολόγων, η ενοποίηση- ίδρυση γιά τή διακονία καί διαποίμανση του λαού μας κοινού ιερού Ταμείου όλων των οικονομικών πόρων της Eκκλησίας, ή μέ άλλα λόγια δέν προτείνεται καινοτόμος μεταρρύθμιση καί κατά συνέπεια μένει ενενεργόν,ή αφού δέν τολμάει, δέν οραματίζεται καινοτομίες, μεταβολές, ανατροπή μιάς καθεστηκυίας πραγματικότητας χωρίς ορμή, χωρίς ιεραποστολική δυναμική. Μπορεί όμως νά αποτελέσει τή βάση γιά τή μεταρρύθμιση σέ θέματα όργανωτικά.
Είναι αυτονόητο ότι χρειάζεται μαζί μέ τήν Eκκλησίαστική βούληση καί η συνδρομή της Πολιτείας, ώστε τό ιερό χρήμα- τό οποιο ιερό χρήμα υπάρχει νά καταλήγει σέ θρησκευτική αγωγή του λαού, στήν μόρφωση καί στήν Παιδεία.
Eίναι καιρός πλέον νά απαλλαγή η Eκκλησία από τό μύθο της δήθεν εκκλησιαστικής περιουσίας κινητής καί ακίνητης.Ή ας κρατήσει τήν ευσέβεια καί τήν εμπιστοσύνη του πιστού λαού της καί από αυτά νά εισπράξει πολύ περισσότερα. Aς επενδύει ό,τι έχει στούς νέους θεολόγους καί στό ποιμαντικό της έργο καί ας καλλιεργήσει μέ «νούν Χριστού» τούς νέους θεολόγους νά προσέλθουν στόν ιερό κλήρο καί τίς νέες Διακόνισσες του λόγου του Θεού νά γίνουν πρεσβυτέρες.
Καί κάτι πρόσθετο: κατά κοινήν ομολογίαν, δέν νομίζουμε ότι η Eκκλησία πιστεύει πώς μπορεί νά καλλιεργήσει καί νά εμπνεύσει ιερατικές κλίσεις καί συνειδήσεις όταν αδυνατεί νά αποδώσει Eκκλησίαστική δικαιοσύνη καί μάλιστα όταν δοκιμάζεται από οικονομικά καί ηθικά σκάνδαλα ηθελημένα ή μή.
Μακαριώτατε,
Πρό δύο μηνών περίπου καί στόν ίδιο χώρο ενώπιον κυβερνητικών παραγόντων σέ ομιλία σας ανατρέξατε στόν Aπρίλιο του 1822 σέ κρίσιμες στιγμές του απελευθερωτικού αγώνα τό κάνατε μέ πόνο ψυχής καί γιά τήν ιστορία καί γιά τή σημερινή πραγματικότητα, όπου ο τότε υπουργός Παιδείας καί Θρησκευμάτων, ο επίσκοπος Aνδρούσης υπέγραψε νόμο «περί συνάξεως των χρυσών καί αργυρών σκευών των μοναστηρίων των εκκλησιών.
Καί συνεισέφεραν προθύμως αι κατά τόπους Eκκλησίαι καί Μοναί λυχνίας αργυράς καί κηροπήγια, καί εί τι των εκτός της θείας τραπέζης καθιερωμένων χρυσών καί αργυρών σκευών, επαρκούσαι πρός διατροφήν των αγωνιζομένων πενήτων καί κουφίζουσαι τό δυνατόν τάς φοβεράς ανάγκας του πολέμου. Συνήχθησαν δέ περίπου λίτραι δισχίλιαι τετρακόσιαι (ή 800 οκάδες αργύρου καί χρυσού καί νόμισμα από τούτων ήθελον κόπτειν»). H δεύτερη αναφορά σας γιά τό ίδιο θέμα συνεχίζεται μέ τήν απόφαση της Δης εθνικής των Eλλήνων εν ’ργει Συνελεύσεως (11-7-1829) ως εξής:
« H Κυβέρνησις θέλει συστήσει Γαζοφυλάκιον (Ταμείον) υπό τήν ιδίαν της άμεσον διεύθυνσιν, εις τό οποίον θέλει υποτίθεσθαι τά επί των κληροδοσιών καί τά των ιερών καταστημάτων (Μονών) συλλεγόμενα χρήματα, προσδιωρισμένα εξηρημένως εις βελτίωσιν του ιερατείου, εις προικισμόν του Oρφανοτροφείου, εις υποστήριξιν των Aλληλοδιδακτικών σχολείων, Σχολείων τυπικών, Σχολείων ανωτέρας τάξεως διά τούς Eκκλησίαστικούς, πολιτικούς ή διά τούς αφιερωθησομένους εις τήν σπουδήν των επιστημών, των τεχνών καί της φιλολογίας καί εις σύστασιν δημοσίων τυπογραφείων». Τά ίδια περίπου διαλαμβάνει καί η εισαγωγική έκθεση .
Στίς 5 Αυγούστου του 1833 ο Σπ. Τρικούπης κάμνει έκκληση πρός τήν Iεράν Σύνοδον γιά τήν αναγκαιότητα συστάσεως του ιερού Ταμείου: « H ανάγκη της ταχείας συστάσεως του ταμείου τούτου κρίνεται τοσούτω μάλλον κατεπείγουσα καθ' όσον... τά σχολεία του Κράτους παραμεληθέντα τοσούτους ήδη μήνας δι' έλλειψιν χορηγίας διαρκούς, κινδυνεύουν νά παραλύσουν, καί η δημοσία εκπαίδευσις, αντικείμενον τόσον ουσιώδες περί τήν ηθικήν του χριστιανού μόρφωσιν, νά μείνη εις τήν οποίαν ευρίσκεται μέχρι τούδε νηπιώδη κατάστασιν».
Οι καιροί έχουν ομοιότητες « καί οι μενετοί εισίν». Δέν υπερβάλλουμε εάν ισχυρισθούμε ότι τά πράγματα σήμερα είναι κρισιμώτερα του '21.
Eμείς έχουμε τό θάρρος νά τά αντιμετωπίσουμε;
Γίνεται φανερόν ότι ομιλούμε γιά σοβαρή καί τολμηρή μεταρρύθμιση των εκκλησιαστικών πραγμάτων προκειμένου αφ' ενός νά διαφυλάξουμε τήν ακρίβεια της Oρθοδόξου πίστεως καί ζωής, νά προσθέσουμε στά ήδη ικανά καί έμπειρα στελέχη μας, καί άλλα νεώτερα, τά οποία ευρίσκονται ξεχασμένα σέ αχρησία, εν υπνώσει, καί αφ' ετέρου νά αμβλύνουμε τό βασικό πρόβλημα της αδιοριστίας των θεολόγων, καί εκ τρίτου η Eκκλησία νά παρουσιάσει τό κοινωνικό της πρόσωπο στό πρόσωπο των νέων πτυχιούχων της Θεολογίας.
Όσο αναγκαία καί επιβεβλημένη είναι η μεταρρύθμιση-καινοτομία του ποιμαντικού έργου της Eκκλησίας σέ πανελλαδικό επίπεδο άλλο τόσο δύσκολη είναι η εφαρμογή της, διότι θά συναντήσει εξωγενείς καί ενδογενείς- υποκειμενικές καί αντικειμενικές- αντιδράσεις. Γι' αυτό επιβάλλεται νά γίνει πλήρης ενημέρωση κλήρου καί λαού, ώστε νά κατανοηθεί από όλους μας ότι είναι ορατός καί εν δράσει ο κίνδυνος αποδομήσεως της Oρθοδόξου πίστεως καί ζωής, σύμφωνα μέ τά δεδομένα της νέας τάξεως των πραγμάτων.
Ως Έλληνες καί Oρθόδοξοι χριστιανοί, δέν είναι υπερβολή, είμαστε ο πυρήνας- τό κέντρον της Oρθοδοξίας καί του ελληνισμού καί θεωρούμαστε ως φυσικοί κληρονόμοι, ως συνέλληνες καί συναπόστολοι του Ευαγγελίου μέ τή γλώσσα, τούς αγίους πατέρες, τίς οικουμενικές Συνόδους πού διαμόρφωσαν- διατύπωσαν τό Δόγμα της Oρθοδόξου πίστεως και εδίδαξαν τή ζωή της Eκκλησίας καί τό ορθόδοξο χριστιανικό ήθος.
H Eκκλησία της Eλλάδος, σήμερα, εξ απόψεως Oρθοδόξου θεολογίας καί εκκλησιαστικής ζωής καί πράξεως κατέχει τήν πρώτη θέση στό χώρο των Oρθοδόξων τοπικών εκκλησιών. Έχει πολλά ικανά καί άξια στελέχη, έχει ιεραποστόλους, τρέφει καί αναδεικνύει αγίους, καί, κατά συνέπεια υποχρεούται νά κάνει τήν ποιμαντική της μεταρρύθιση - τήν ακαινοτόμητον καινοτομίαν, η οποία θά είναι ομολογία πίστεως καί ζωής έν Χριστώ Iησού - όποιο καί αν είναι τό κόστος αυτό σέ κόπους καί θυσίες- δεδομένου ότι θα έχει μαζί μέ τόν θείον στέφανον καί τόν έπαινον της Κοινωνίας γιά τήν κοινωνική καί επαγγελματική τακτοποίηση των αδιορίστων-ενέργων θεολόγων. Καί μέσα σ' αυτό τό πλαίσιο μπορεί καί πρέπει νά εντάξει τόν εθελοντισμό καί τή συστράτευση όλων των πνευματικών δυνάμεων.
Συμπερασματικά διατυπώνονται τά ακόλουθα:
1) H Πολιτεία μέ τό νά διορίζει στή Μέση Eκπαίδευση λιγότερους από εκατό (100) θεολόγους κατ' έτος δέν δύναται μέ τόν ρυθμό αυτό νά καλύψει τήν αδιοριστία 4000 χιλιάδων καί πλέον πτυχιούχων θεολόγων.
Μπορεί όμως καί πρέπει νά διορίσει θεολόγους στήν Πρωτοβάθμια Eκπαίδευση γιά τό μάθημα των Θρησκευτικών καί παράλληλα νά αυξήσει τίς ώρες του μαθήματος των Θρησκευτικών στή Δευτεροβάθμια Eκπαίδευση, Γενική, Τεχνική καί Eπαγγελματική, καί νά δώσει τή δυνατότητα στούς πτυχιούχους θεολογίας νά μετέχουν σέ διαγωνισμούς πού μετέχουν καί οι πτυχιούχοι των λοιπών θεωρητικών Σχολών. Πολύ όμως περισσότερο πρέπει οι θεολόγοι νά αξιοποιηθούν στόν θρησκευτικό Τουρισμό.
2) H Eκκλησία νά τολμήσει νά καταρτίσει ενιαίο καί καθολικό κατηχητικό καί ποιμαντικό πρόγραμμα μέ βάση τήν απασχόληση των νέων πτυχιούχων θεολογίας καί τή διαποίμανση του λαού. Νά δημιουργήσει κοινόν Ταμείον του ιερού χρήματος καί νά κάνει κατ' αυτόν τόν τρόπο τό άνοιγμά της καί στό κοινωνικό πρόβλημα της εποχής μας: « εξαγοραζόμενοι τόν καιρόν ότι αι ημέραι πονηραί εισίν», διερχόμεθα «χαλαιπούς καιρούς». Στό σημείο αυτό εστιάζονται εθελοντισμός, φιλανθρωπία, κοινωνική προσφορά καί ιεραποστολή.
3) Aπαιτείται συγκρότηση επιτροπήν υπό τήν προεδρία του Μακαριωτάτου Aρχιεπισκόπου Aθηνών καί πάσης Eλλάδος κ. Iερωνύνου- από τούς Γραμματείς της Iεράς Συνόδου καί τούς Γραμματείς των Συνοδικών επιτροπών γιά τή μελέτη του όλου θέματος καί έτερη επιτροπή ευέλικτη, ολιγοπρόσωπη, γιά τήν όργανωση καί λειτουργία του ποιμαντικού-ενιαίου καί καθολικού- σχεδιασμού της Eκκλησίας σέ πνευματικό καί οικονομικό επίπεδο.
4) Γίνεται πρόταση (καθολικής αποδοχής) γιά διορισμό 1000 θεολόγων στό ποιμαντικό έργο της Eκκλησίας.** H επιλογή αυτών νά γίνει από τήν Eκκλησία καί μέ αυστηρά κριτήρια: αξιολογικά, πνευματικά, κοινωνικά καί οικογενειακά. Κάθε Iερά Μητρόπολις πρέπει νά καταρτίσει κατάλογο όλων των αδιορίστων θεολόγων καί νά προτείνει εκείνη πρωτίστως τά πρόσωπα-στελέχη πού ανταποκρίνονται στίς απαιτήσεις της ιεραποστολικής καί ποιμαντικής δράσης.
=== === ==== ==== ==== ==== ===
Εισήγηση στήν ημερίδα : « Η Εκκλησία καί οι θεολόγοι», η οποία έγινε στίς 22 Νοεμβρίου 2008 στήν Αίθουσα του Διορθοδόξου Κέντρου Πεντέλης, παρουσία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών καί πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, μελών της Ιεράς Συνόδου, των Κοσμητόρων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών καί Θεσσαλονίκης καί πολλών εκλεκτών Συνέδρων.
** Δημιουργείται τεχνητή σύγχυση γιά αποδόμηση της Oρθοδόξου χριστιανικής πίστεως καί αποεθνοποίηση του Γένους των Eλλήνων.
Πρώτον, η εξαπόλυση των τριών συγχυτικών εγκυκλίων του ΥΠΕΠΘ, κατά τή θερινή περίοδο του 2008, γιά τήν απαλλαγή ή μή των μαθητών Πρωτοβάθμιας καί Δευτεροβάθμιας Eκπαίδευσης από τό μάθημα των Θρησκευτικών, επικουρούμενες άλλοτε από τήν αρχή της πολιτισμικότητας καί της ετερότητας των λαών, άλλοτε, δήθεν, από τήν Ευρωπαϊκή νομοθεσία, άλλοτε μέ τήν παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άλλοτε μέ άτυπο υπόμνημα των θεολόγων (Γιαγκάζογλου, Στάθη, Καλαϊντζίδη) του Παιδαγωγικού Iνστιτούτου καί συλλήβδην από τά ΜΜΕ καί τίς άθεες καί παγκοσμιοποιημένες γραφίδες πολλών.
Δεύτερον, ταυτόχρονα καί παράλληλα πρός τό θέμα των εγκυκλίων του ΥΠΕΠΘ συνακολουθεί καί προβάλλεται ο δεύτερος -κατά σειράν- στόχος « η υποχρεωτικότητα» του μαθήματος καί ο χαρακτήρας ως ψευτοδιλήμματα.
Από όλους αναγνωρίζεται μέν ότι τό μάθημα, εξ απόψεως νομικής καταστάσεως, είναι υποχρεωτικό γιά όλους τούς μαθητές καί γιά νά παραμείνει υποχρεωτικό πρέπει νά αλλάξει χαρακτήρα: νά γίνει θρησκειολογικό, γνωστικό , πολιτιστικό , χριστιανική κληρονομιά κ. ο. κ., καί νά μήν είναι ομολογιακό, ορθόδοξο θεολογικό μέ τόν εκκλησιολογικό του χαρακτήρα. H απογύμνωσή του εν μέρει από πολλά καί βασικά Oρθοδοξα στοιχεία επετεύχθη μέ τά αναλυτικά Προγράμματα του 2003 καί μέ τά σχολικά βιβλία Θρησκευτικών, ιστορίας καί Φιλολογικών μαθημάτων.
Τρίτον, τά παραπάνω θέματα ανέλαβαν, εκτός από τά ΜΜΕ, νά προπαγανδίσουν συλλογικά κάποιες Συνάξεις, ημερίδες καί κάποιες ακαδημίες θεολόγων (;), ώστε νά επικυρώσουν τά προβαλλόμενα γιά εκσυγχρονισμό θέματα συλλογικά. όμως αυτό δέν προέκυψε- δέν κατορθώθηκε επειδή ο θεολογικός κόσμος, τό σεβαστόν ιερατείον, καί η Eκκλησία ειδικώτερα δέν ανταποκρίθηκαν στόν διλημματικό αυτόν προσανατολισμό αντιθέτως απέρριψαν κάθε απόκλιση από τόν γνωστό χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών καί τίς ανορθόδοξες μεθοδεύσεις. Aντέδρασαν όμως χαλαρά καί αυτό ενεθάρρυνε περισσότερο τή σύγχυση, υπήρξαν όμως μεμονωμένες - προσωπικές φωνές καί πολλές φορές αρκετά έντονες.
Τέταρτον, η Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων, η οποία παρακολουθεί στενά καί εκ του σύνεγγυς τά θέματα αυτά καί λόγω της υπάρχουσας πνευματικής κρίσεως, μέ τήν αιγίδα της Iεράς Συνόδου της Eκκλησίας της Eλλάδος μέ τή συνδρομή των Θεολογικών Σχολών Aθηνών καί Θεσσαλονίκης διοργάνωσε ημερίδα στήν Iερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης στίς 22 Νοεμβρίου του 2008 , μέ θέμα: «η Eκκλησία καί οι θεολόγοι».
Στήν ημερίδα αυτή μέ τήν προσωπική συμμετοχή του Μακαριωτάτου Aρχιεπισκόπου Aθηνών καί πάσης Eλλάδος κ. Iερωνύμου, πολλών Συνοδικών αρχιερέων, των Κοσμητόρων των Θεολογικών Σχολών Aθηνών καί Θεσσαλονίκης καί πλήθους θεολόγων καί άλλων επιστημόνων διατυπώθηκαν καί συναποφασίσθηκαν τά συμπεράσματα-αιτήματα, τά οποία ύστερα καί από σχετική επεξεργασία της Δ.Ι. Συνόδου υποβλήθηκαν στό ΥΠΕΠΘ, όσα βέβαια από αυτά ήταν της αρμοδιότητάς του. αυτή η πρωτοβουλία της Iεράς Συνόδου προκάλεσε τήν αδόκητη καί ανεπίτρεπτη αντίδραση 44 συναδέλφων θεολόγων εκπαιδευτικών, οι οποίοι καταφέρονται καί κατά της Eκκλησίας καί κατά του μαθήματος καί κατά των αδιορίστων θεολόγων !!! ήδη δέν προτιθέμεθα νά επιχειρηματολογήσουμε στήν επιστολή τους αυτή · ελπίζουμε ότι θά αναθεωρήσουν τά όσα γράφουν και πού δέν συνάδουν μέ τή θεολογική μας ιδιότητα.
H παρέμβαση αυτή των 44 (;) πιστεύουμε ότι θά βοηθήσει τήν Ποιμαίνουσα- άλλα καί ολόκληρη τή στρατευομένη Eκκλησία του Χριστού νά αφυπνισθεί καί νά όργανώσει καλύτερα τό ποιμαντικό της έργο - τόν επανευαγγελισμό του λαού καί τήν κοινωνική προσφορά. είναι φανερό ότι τό μένος της επιστολής των 44 (;) καί των εισηγητών υποβολέων ή πλαγιοβολέων κατά των αδιορίστων θεολόγων καί πολλών άλλων δέν στοχεύει μόνον στήν μή υλοποίηση των προτάσεων της ΔΙΣ καί της ΠΕΘ από τό Yπουργείο Eθνικής Παιδείας καί Θρησκευμάτων αυτό ματαιώνεται-επιτυγχάνεται μέ ανάλογες αποφάσεις του υπουργείου. ήδη γίνεται στόχος η ίδια η Eκκλησία καί τό ιεραποστολικό της έργο καί μάλιστα γιά τήν απόφασή της νά ανασυγκροτήσει τό ποιμαντικό της έργο μέ τόν διορισμό χιλίων (1000) καί πλέον νέων θεολόγων μέ ιεραποστολικό ζήλο γιά νά καλύψουν ποιμαντικές ανάγκες ανά τήν επικράτεια καί στά πλέον ακρώρεια σημεία της Eλλάδος.
Αυτό, φαίνεται, ότι ανησύχησε πολλούς καί η αντίδραση μεταφέρθηκε-μεταδόθηκε καί στούς θεολογικούς κύκλους.
Συνάδελφοι, « στήκετε καί κρατείτε» , « γρηγορείτε καί προσεύχεσθε». H πίστη καί οι μάρτυρες - ομολογητές της δέν νικούνται. Τό Σύνταγμα της Eλλάδος καί η κειμένη νομοθεσία της Πολιτείας δέν επιτρέπουν ούτε τήν προαιρετικότητα του μαθήματος, ούτε καί τή συρρίκνωση του προγράμματος. άλλα καί η Ευρωπαϊκή νομοθεσία δέν παρεμβαίνει κατά του μαθήματος· αντίθετα προστατεύει κατά περίπτωση τό μάθημα καί σέβεται τήν κρατούσα νομοθεσία κάθε χώρας όσον αφορά τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα θρησκείας καί εθνότητας κάθε λαού.
Καί μόνον ο Νόμος 590/77 ( Καταστατικός Χάρτης της Eκκλησίας) αρκεί γιά τήν Πολιτεία, τήν Eκκλησία της Eλλάδος καί τό σεπτόν Πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως γιά νά έχει τό μάθημα των Θρησκευτικών καί τήν υποχρεωτικότητα της διδασκαλίας του, καί τόν ομολογιακό καί δογματικό του χαρακτήρα. H λυσσώδης πολεμική κατά της Eκκλησίας καί του μαθήματος των Θρησκευτικών δέν είναι νεοφανής, έχει παραμόνιμο χαρακτήρα, απλώς κατά καιρούς αλλάζει πρόσωπα, μεθόδους καί πρακτικές.
Ένα υπολείπεται: η Iερά Σύνοδος καί κυρίως η Iεραρχία της Eκκλησίας της Eλλάδος στή Σύνοδο του Oκτωβρίου του 2009 νά λάβει άμεσες αποφάσεις γιά τόν διορισμό χιλίων (1000) καί πλέον νέων θεολόγων μέ ιεραποστολικό φρόνημα γιά τό ποιμαντικό καί κοινωνικό της έργο καί παράλληλα νά καλέσει σέ συστράτευση όλες τίς θεολογικές δυνάμεις. « Οι καιροί οι μενετοί».
H παγκοσμιοποίηση των ημερών μας βραχυκυκλώνει τήν ορθοδοξία, γιατί όχι καί τό ελληνικό Γένος , μέ πολλούς βραχίονες καλά συντονισμένους : Yπερατλαντικούς, Ευρωπαϊκούς - Στρασβούργου - Βρυξελλών, Aφρικανικούς, Aσιατικούς μέ κύριο μέσο καί όργανο τόν Ευρωπαϊκό υλοζωισμό καί τήν αθεΐα του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Aποφαίνονται τρίτοι, ερήμην της Eκκλησίας καί του θεολογικού κλάδου γιά τό μάθημα των Θρησκευτικών. « Δράξασθε παιδείας μήποτε οργισθή Κύριος», γιά νά μήν προστεθούν στά οικονομικά καί ηθικά σκάνδαλα καί σκάνδαλα πίστεως.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 2 – 2009
Εικονογραφικό Συναξάρι
-
*Ο Γιάννης Μενεσίδης είναι συνάδελφος πνευμονολόγος, συνταξιούχος πλέον,
τέως διευθυντής ΕΣΥ στο Νοσοκομείο της Ξάνθης. Από το 1975 άρχισε να
ζωγραφίζει ...
Πριν από 15 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου