Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΕ Ή ΑΠΟΚΡΥΦΘΗΚΕ; ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ
ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Βασίλειος Γ. Βοξάκης ,Θεολόγος
καθηγητής
3ο μέρος
α) Το Β΄ Μακκαβαίων 2,4-8.
Η μόνη μαρτυρία
της Παλαιάς Διαθήκης, που αναφέρεται στο τι απέγινε η Κιβωτός της Διαθήκης,
βρίσκεται στο Β΄ Μακκαβαίων 2,4-8. Παραθέτουμε τη σχετική περικοπή:
«ἦν δὲ ἐν τῇ γραφῇ ὡς τὴν
σκηνὴν καὶ τὴν κιβωτὸν ἐκέλευσεν ὁ προφήτης χρηματισμοῦ γενηθέντος αὐτῷ
συνακολουθεῖν· ὡς δὲ ἐξῆλθεν εἰς τὸ ὄρος, οὗ ὁ Μωυσῆς ἀναβὰς ἐθεάσατο τὴν τοῦ Θεοῦ
κληρονομίαν. καὶ ἐλθὼν ὁ Ἱερεμίας εὗρεν οἶκον ἀντρώδη καὶ τὴν
σκηνὴν καὶ τὴν κιβωτὸν καὶ τὸ θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος εἰσήνεγκεν ἐκεῖ καὶ τὴν
θύραν ἐνέφραξε. καὶ προσελθόντες τινὲς τῶν συνακολουθούντων ὥστε ἐπισημήνασθαι
τὴν ὁδὸν καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν εὑρεῖν. ὡς δὲ ὁ Ἱερεμίας ἔγνω, μεμψάμενος αὐτοῖς εἶπεν ὅτι
καὶ ἄγνωστος ὁ τόπος ἔσται, ἕως ἂν συναγάγῃ ὁ Θεὸς ἐπισυναγωγὴν τοῦ λαοῦ καὶ ἵλεως
γένηται· καὶ τότε ὁ Κύριος ἀναδείξει ταῦτα, καὶ ὀφθήσεται ἡ δόξα τοῦ
Κυρίου καὶ ἡ νεφέλη, ὡς καὶ ἐπὶ Μωυσῇ ἐδηλοῦτο, ὡς καὶ ὁ Σαλωμὼν ἠξίωσεν ἵνα ὁ
τόπος καθαγιασθῇ μεγάλως».
Σύμφωνα λοιπόν με
το παραπάνω κείμενο ο Προφήτης Ιερεμίας, μετά από αποκάλυψη που του έγινε ότι
είναι θέλημα Κυρίου να αναλάβει τη διάσωση των ιεροτέρων αντικειμένων που
υπήρχαν στο Ιερό της Ιερουσαλήμ, ανέλαβε αυτή την επιχείρηση. Διέταξε κάποιους,
προφανώς από τους ευσεβέστερους των Ισραηλιτών, να πάρουν την Κιβωτό, τη Σκηνή
του Μαρτυρίου και το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος και να τον ακολουθήσουν.
Έφθασαν λοιπόν μέχρι το βουνό από το οποίο ο Μωυσής είχε αντικρίσει λίγο πριν
τον θάνατό του να απλώνεται μπροστά του η γη της Επαγγελίας, στην οποία θα
εισέρχονταν σύντομα οι Ισραηλίτες. Αν και το όρος δεν κατονομάζεται στο
κείμενο, ήταν γνωστό σε όλους ότι επρόκειτο για το Νεβώ. Εκεί ο Ιερεμίας, προφανώς
με θείο φωτισμό, βρήκε «οἶκον ἀντρώδη»,
δηλαδή κάποια κατοικία, η οποία είχε μορφή σπηλαίου. Ίσως εννοεί κάποιο φυσικό
ή τεχνητό σπήλαιο, που κάποτε χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία, και ως σπήλαιο
φυσικά δεν διέθετε παράθυρα, ούτε μπορούσε να γίνει εύκολα ορατό ούτε και να
καταστραφεί από τις καιρικές συνθήκες και τον χρόνο. Αφού απέθεσε εκεί τα ιερά
αυτά αντικείμενα «τὴν θύραν ἐνέφραξε».
Προφανώς δεν έκτισε τις πέτρες σαν σε κανονικό τοίχο, αλλά τις συσσώρευσε
μπροστά της, προκειμένου να μην διακρίνεται η είσοδος, αλλά να φαίνεται ως ένας
σωρός από λίθους. Κάποιοι από αυτούς που βοήθησαν στη μεταφορά ξαναγύρισαν στο
σημείο αυτό. Δεν προσδιορίζεται πόσο χρόνο μετά, πάντως αφού είχε τελειώσει η
αποστολή της αποκρύψεως και είχε αποχωρήσει ο Ιερεμίας. Ο λόγος της επιστροφής
τους ήταν να τοποθετήσουν σημάδια, προκειμένου να είναι εύκολο να ξαναβρούν την
κρύπτη της Κιβωτού και να μην λησμονηθεί με τον χρόνο το σημείο. Αλλά, αν και
είχαν συνοδεύσει μέχρι εκεί τον Ιερεμία, «οὐκ ἠδυνήθησαν εὑρεῖν» την οδό, όχι φυσικά γιατί μπερδεύτηκαν,
ούτε γιατί μεσολάβησαν ριζικές αλλαγές στο τοπίο. Όταν ο Προφήτης Ιερεμίας
πληροφορήθηκε, ίσως και από τους ίδιους, τι προσπάθησαν να κάνουν χωρίς να του
το έχουν αποκαλύψει νωρίτερα και να έχουν λάβει την ευλογία του, όχι μόνο δεν
τους επαίνεσε, αλλά «μεμψάμενος αὐτοῖς»,
δηλαδή τους επέπληξε για το λάθος τους. Επίσης τους αποκάλυψε ότι αιτία της
αποτυχίας τους ήταν η θεία βούληση «ἄγνωστος
ὁ τόπος ἔσται, ἕως ἂν συναγάγῃ ὁ Θεὸς ἐπισυναγωγὴν τοῦ λαοῦ καὶ ἵλεως
γένηται· καὶ τότε ὁ Κύριος ἀναδείξει ταῦτα, καὶ ὀφθήσεται ἡ δόξα τοῦ
Κυρίου καὶ ἡ νεφέλη, ὡς καὶ ἐπὶ Μωυσῇ ἐδηλοῦτο, ὡς καὶ ὁ Σαλωμὼν ἠξίωσεν ἵνα ὁ
τόπος καθαγιασθῇ μεγάλως». Όσα αναφέρει ο προφήτης Ιερεμίας στον
προαναφερθέντα στίχο 8 πρέπει να ερμηνευθούν ως Μεσσιανική προφητεία για τη
σωτηρία, την οποία έφερε ο Χριστός στον κόσμο.
Όπως προαναφέραμε
η μαρτυρία αυτή προέρχεται από το Β΄ Μακκαβαίων. «Το βιβλίον τούτο είναι
θρησκευτικότερον του πρώτου (των Μακκαβαίων) και φέρει εποικοδομητικόν
χαρακτήρα»213. Ο άγνωστος συγγραφέας του βιβλίου αυτού
χρησιμοποιεί ως βασικό υλικό για τη σύνταξή του το πεντάτομο ιστορικό έργο του
Ιάσωνος του Κυρηναίου214, ο οποίος έζησε περίπου τον 1ο π.Χ.
αιώνα. Ο Ιάσων, ένας ελληνιστής Ιουδαίος από την Κυρήνη, ταξίδεψε στην
Παλαιστίνη «δια να σχηματίσει προσωπικήν γνώμην περί των γεγονότων και
γνωρίση εκ του πλησίον τους προς ταύτα συνδεδεμένους τόπους»215. Συνεπώς η χρήση ως
πηγής του έργου ενός ευσυνείδητου ιστορικού προσμετρείται στα θετικά στοιχεία. Όπως είχε παρατηρήσει ο παλαιός καθηγητής του
Α.Π.Θ. Δαμιανός Δόικος : «Το Β΄
Μακκαβαίων περιέχει αξιόπιστο ιστορικό υλικό. Όμως ο συγγραφέας αν και
εργάζεται με ιστορικό υλικό και θέματα … προσφέρει την ιστορική αλήθεια ντυμένη
με ένδυμα ευσέβειας και … δίνει τη θεολογική ερμηνεία των γεγονότων»216.
Στα δύο πρώτα κεφάλαια του Β΄
Μακκαβαίων υπάρχουν τα κείμενα από δυο εόρτιες επιστολές. Η περικοπή Β΄ Μακκαβαίων 2,4-8, αποτελεί τμήμα της
δεύτερης εόρτιας επιστολής. Αυτή την απέστειλαν οι Ιουδαίοι της Ιερουσαλήμ και
η γερουσία προς τον Αριστόβουλο και τους Ιουδαίους της Αιγύπτου. Όσον αφορά το
επεισόδιο με τον Ιερεμία, που μας ενδιαφέρει, το κείμενο αναφέρει «ἦν δὲ ἐν τῇ γραφῇ»217. Δεν διευκρινίζεται όμως ποιο ήταν αυτό το κείμενο
και πού το είδαν φυλαγμένο οι συντάκτες της επιστολής. Περιττό να πούμε ότι θα
αύξανε το κύρος της αναφοράς, αν προσδιοριζόταν η πηγή και ήταν και αξιόπιστη.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι παρατηρούμε ομοιότητα μεταξύ του Β΄ Μακκαβαίων 2,4-8 και ενός απόκρυφου
κειμένου του "Παραλειπόμενα Ιερεμίου''. Αυτό συντάχθηκε από ανώνυμο
Εβραίο, πιθανόν κατά τα μέσα του 2ου μ. Χ. αιώνα. Σύμφωνα με αυτό, πλησιάζοντας
η ώρα της καταστροφής των Ιεροσολύμων, ο Ιερεμίας έλαβε εντολή από τον Θεό να
αποκρύψει τα ιερά σκεύη του Ναού και μετά να ακολουθήσει τους Ιουδαίους
αιχμαλώτους στη Βαβυλώνα218
«καὶ εἶπεν αὐτῷ (δηλ. στον Ιερεμία) ὁ κύριος· Ἆρον αὐτά, καὶ παράδος αὐτὰ τῇ γῇ· Ἄκουε, γῆ, τῆς φωνῆς τοῦ κτίσαντός σε, ὁ πλάσας σε ἐν τῇ περιουσίᾳ
τῶν ὑδάτων, ὁ σφραγίσας σε ἐν ἑπτὰ σφραγῖσιν ἐν ἑπτὰ καιροῖς, καὶ μετὰ ταῦτα
λήψῃ τὴν ὡραιότητά σου· φύλαξον τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας ἕως τῆς συνελεύσεως τοῦ
ἡγαπημένου… Ἰερεμίας δὲ καὶ Βαροὺχ εἰσῆλθον εἰς τὸ ἀγιαστήριον, καὶ ἐπάραντες
τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας παρέδωκαν αὐτὰ τῇ γῇ, καθὼς ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ κύριος.
καὶ εὐθέως κατέπιεν αὐτὰ ἡ γῆ. ἐκάθισαν δὲ οἱ δύο, καὶ ἔκλαυσαν»219. Δηλαδή κατά το βιβλίο
αυτό της αποκαλυπτικής γραμματείας, ο Ιερεμίας έλαβε εντολή από τον Θεό να
αποκρύψει τα ιερά σκεύη του Ναού, τα οποία θα διαφύλασσε η γη. Ο Ιερεμίας
και ο μαθητής του ο Βαρούχ εισήλθαν στο
Ναό και αφού τα παρέλαβαν τα έκρυψαν στη γη, η οποία τα "κατάπιε'', και
μετά και οι δυο κάθισαν και θρήνησαν για την επερχόμενη καταστροφή. Είναι λοιπόν
τα "Παραλειπόμενα Ιερεμίου'' η «γραφῇ»
όπου είδαν τη διήγηση περί Ιερεμία οι συντάκτες της δευτέρας επιστολής του
βιβλίου Β΄ Μακκαβαίων ; Ή μήπως και τα δύο αντλούν από κάποια κοινή πηγή
άγνωστη σε εμάς ;
Λίγους στίχους παρακάτω ο συγγραφέας του Β΄ Μακκαβαίων αναφέρει ότι όσα θα
ακολουθήσουν στο βιβλίο του είναι επιτομή του έργου του Ιάσωνα : «τὰ ὑπὸ Ἰάσωνος τοῦ Κυρηναίου δεδηλωμένα δὲ
πέντε βιβλίων πειρασόμεθα δι᾿ ἑνὸς συντάγματος ἐπιτεμεῖν»220 και «ἐντεῦθεν οὖν ἀρξώμεθα
τῆς διηγήσεως, τοῖς προειρημένοις τοσοῦτον ἐπιζεύξαντες· εὔηθες γὰρ τὸ μὲν πρὸ
τῆς ἱστορίας πλεονάζειν, τὴν δὲ ἱστορίαν ἐπιτεμεῖν»221. Ο Δ.
Δόικος πιστεύει ότι και το κείμενο των δυο επιστολών έχει αντληθεί από το
ιστορικό έργο του Ιάσωνος222.
Επειδή όμως δεν γνωρίζουμε τι
προσωπικές προσθαφαιρέσεις έκανε ο συγγραφέας του Β΄ Μακκαβαίων στο υλικό του Ιάσωνος, αλλά ούτε και
αντιπαραβολή με αυτό μπορεί να γίνει, αφού έχει χαθεί, δεν μπορούμε να έχουμε
περισσότερες πληροφορίες. Κάποιοι, απορρίπτουν
ασυζητητί τη μαρτυρία αυτή, διότι το Β΄ Μακκαβαίων ανήκει στα Δευτεροκανονικά
βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία τα βιβλία αυτά
διακρίνονται από τα Πρωτοκανονικά, αλλά δεν είναι λιγότερο σεβαστά απ' αυτά.
Όπως παρατηρεί ο ομότιμος καθηγητής Ερμηνείας της Παλαιάς Διαθήκης Σταύρος
Καλαντζάκης: «η θέση των
αποστόλων απέναντι στον κανόνα των Ο΄, ενισχύεται και από την αντίστοιχη θέση
των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, οι οποίοι χρησιμοποιούν χωρίς
διάκριση τόσο τα πρωτοκανονικά όσο και τα δευτεροκανονικά βιβλία, εκλαμβάνοντάς
τα ως άγια και θεόπνευστα»223.
Τα αναφερόμενα ως αποκρυφθέντα από
τον προφήτη Ιερεμία, δηλαδή η Κιβωτός, η Σκηνή του Μαρτυρίου224
και το θυσιαστήριο του θυμιάματος δεν καταγράφονται στους δύο καταλόγους με τα
λεηλατηθέντα από τον Ναό. Συνεπώς εδώ το Β΄ Μακκαβαίων δεν αντιφάσκει με τα
άλλα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Βεβαίως δεν μπορεί να αποκλείσει κάποιος να
είχαν αρπαχθεί η Σκηνή και το θυσιαστήριο κατά την πρώτη λεηλασία του Ναού από
τους Βαβυλώνιους το 597 π.Χ. . Αν και αυτό φαίνεται απίθανο, διότι η Σκηνή δεν
είχε κάποια ιδιαίτερη υλική αξία, ενώ το θυσιαστήριο, αν και είχε, αφού ήταν
χρυσό, όμως ήταν από τα απολύτως απαραίτητα για τη συνέχιση της επιτελέσεως της
λατρείας στο Ναό. Το όρος Νεβώ, που φέρεται ως χώρος της αποκρύψεως,
βρίσκεται σε απόσταση 47 χιλιομέτρων ανατολικά της Ιερουσαλήμ, πλησίον της
ανατολικής όχθης του Ιορδάνου ποταμού. Μια απόσταση που είναι εφικτό να
διανυθεί σε 1,5 - 2 ημέρες από ένα οδοιπόρο.
Πιθανόν θα
μπορούσε να προβάλει κάποιος την ένσταση ότι ο Ιερεμίας δεν διέθετε πρόσβαση
στο Ναό ως ανεπιθύμητο πρόσωπο, αλλά ούτε και την εξουσία να αφαιρέσει τα
ιερότερα των αντικειμένων του, προκειμένου να τα αποκρύψει. Ως γνωστόν ο
Ιερεμίας, εξαιτίας του προφητικού του λόγου, ήταν σχεδόν διαρκώς υπό διωγμό από
τους ισχυρούς. Αλλά συνάμα και το μεγαλύτερο μέρος του λαού, που είχε περιπέσει
σε συγκρητισμό, τον ειρωνευόταν και τον περιφρονούσε. Το 605 π.Χ. του είχε απαγορευθεί η είσοδος στους χώρους του Ναού και του
Ιερού. Όμως στην πρώτη πολιορκία της Ιερουσαλήμ το 597 π.Χ. από τα βαβυλωνιακά
στρατεύματα, επειδή αποκαλύφθηκε πόσο δίκιο είχαν οι θεόπνευστοι
προειδοποιητικοί λόγοι του, η απαγόρευση αυτή είχε αρθεί. Αυτό αποδεικνύεται
από το περιστατικό κατά το οποίο ο Ιερεμίας, κατόπιν εντολής του Θεού, κάλεσε
μια ομάδα Ρεχαβιτών225 σ΄ένα από τα παστοφόρια του Ναού226.
Παστοφόρια υπήρχαν πολλά στα βοηθητικά κτίσματα γύρω από το Ναό και χρησίμευαν
ως χώρος αποθηκεύσεως ιερών σκευών, αμφίων και θησαυρών. Συνεπώς είχε πρόσβαση
σε τέτοιους σημαντικούς χώρους. Ο ίδιος ήταν γόνος ιερατικής οικογένειας,
ιδιότητα που βοηθούσε στην είσοδό του στους ιερούς αυτούς χώρους. Αλλά και
μεταξύ των ιερέων και θυρωρών του Ναού θα υπήρχαν και μερικοί που θα ανήκαν στο
πιστό "λείμμα" που θα τον σεβόταν και θα ήταν πρόθυμοι να τον
βοηθήσουν.
Αυτό
που δεν διευκρινίζεται είναι ο χρόνος που συνέβησαν όλα αυτά. Το βέβαιο είναι
ότι έγιναν πριν από την πυρπόληση του Ναού, αλλά πότε; Πριν από την πρώτη
πολιορκία και κατάληψη των Ιεροσολύμων το 597 π.Χ. από τους Βαβυλώνιους ή μετά;
Πριν από τη δεύτερη πολιορκία και κατάληψη των Ιερουσολύμων το 586 π.Χ. από
τους Βαβυλώνιους ή το μήνα που μεσολάβησε από την κατάληψη έως την πυρπόληση
του Ναού και της πόλεως; Αποκλείεται το χρονικό διάστημα της διάρκειας
της δεύτερης πολιορκίας, γιατί ο Ιερεμίας βρισκόταν φυλακισμένος και
απελευθερώθηκε από τους Βαβυλώνιους μετά από την κατάληψη της πόλεως. Σύντομα
όμως οι ίδιοι τον αλυσόδεσαν και τον οδήγησαν στη Ribla στον ποταμό Ορόντη στον
Ναβουχοδονόσορα. Τελικώς κατά την επιθυμία του, του επιτράπηκε να επιστρέψει
στην Ιουδαία και εκεί εγκαταστάθηκε στη Μασσηφά, για να βοηθήσει πνευματικά
τους εναπομείναντες στην Ιουδαία227. Σύμφωνα με το
προαναφερθέν απόκρυφο "Παραλειπόμενα Ιερεμίου'', η αναληφθείσα από τον
Ιερεμία απόκρυψη συνέβη όταν πλησίαζε η ώρα της καταστροφής των Ιεροσολύμων. Όπως αναφέρει
αυτό, ο Θεός είπε στον Ιερεμία : «ἔξελθε
ἐκ τῆς πόλεως ταύτης, σὺ καὶ Βαρούχ· ἐπειδὴ ἀπολῶ αὐτὴν διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν
τῶν κατοικούντων ἐν αὐτῇ… νῦν οὖν ἀναστάντες ἐξέλθατε πρὸ τοῦ ἡ δύναμις τῶν
Χαλδαίων κυκλώσει αὐτή»228.
Στα
αρνητικά, όσον αφορά την αξιοπιστία του κειμένου, πρέπει να προσμετρηθεί ότι η καταγραφή του εν
λόγω περιστατικού δεν έγινε από τον ίδιο τον προφήτη ή τουλάχιστον από κάποιον
μαθητή του. Ο Ιερεμίας, ο οποίος έζησε
όλα τα σχετικά γεγονότα από την πολιορκία έως την άλωση και την πυρπόληση των
Ιεροσολύμων, θα περιμέναμε να είχε αφήσει κάποια σχετική γραπτή μαρτυρία περί
της τύχης της Κιβωτού. Παραδόξως όμως κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Επίσης δεύτερο
μειονέκτημά του, αποτελεί η συγγραφή του Β΄ Μακκαβαίων μέσα στον 1ο π.Χ. αιώνα,
κατά την πιθανότερη εκδοχή, δηλαδή σχεδόν πέντε αιώνες μετά την καταστροφή των
Ιεροσολύμων, το 586 π.Χ. 229.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Βασίλειο Βέλλα,
που, όπως ήδη έχουμε σημειώσει, θεωρεί βεβαία την καταστροφή της Κιβωτού
από τους Βαβυλώνιους, η περί τον
Ιερεμία προαναφερθείσα διήγηση χαρακτηρίζεται ως «βραδυτέρα τις Ιουδαϊκή παράδοσις»230. Με αυτό τον
χαρακτηρισμό συμφωνούσε κι ο καθηγητής Παναγιώτης Μπρατσιώτης231. Ο δε Ι. Κολιτσάρας την
ονομάζει: «παράδοξος επιστολή»232.
β)
Η σχετική αναφορά του Αγίου Επιφανίου Κύπρου, στο έργο του " Περί
των Προφητών, πώς εκοιμήθησαν και πού κείνται"
Υπάρχει ένα έργο
με επιγραφή "Περί των Προφητών, πώς εκοιμήθησαν και πού κείνται",
το οποίο αποδίδεται στον Άγιο Επιφάνιο, επίσκοπο Κωνσταντίας της
Κύπρου κατά τον 4ο αιώνα. Όμως από
αρκετούς θεωρείται ψευδεπίγραφο, δηλαδή ότι αποτελεί πόνημα αγνώστου χριστιανού
συγγραφέα, που είτε εσκεμμένα χρησιμοποίησε το όνομα του Αγίου Επιφανίου, για να
προσδώσει κύρος στα γραφόμενά του, είτε από σύγχυση στη χειρόγραφη παράδοση
αποδόθηκε σ΄ αυτόν από τρίτους. Παρακάμπτοντας το θέμα της γνησιότητας, ας
δούμε τι γράφει το κείμενο αυτό επί του θέματός μας: «Οὗτος ὁ προφήτης πρὸ τῆς ἁλώσεως
τοῦ ναοῦ ἥρπασεν τὴν κιβωτὸν τοῦ νόμου καὶ τὰ ἐν αὐτῇ πάντα καὶ ἐποίησεν αὐτὰ
καταποθῆναι ἐν πέτρᾳ καὶ εἶπε τοῖς ἱερεῦσι τοῦ λαοῦ καὶ τοῖς πρεσβυτέροις
παρεστῶσιν· "ἀπεδήμησε κύριος ἐκ Σινᾶ εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ πάλιν ἐλεύσεται
ἐν δυνάμει ἁγίᾳ. Καὶ τοῦτο σημεῖον ἔσται
τῆς αὐτοῦ παρουσίας, ὅτε ξύλον πάντα τὰ ἔθνη προσκυνήσουσιν". Εἶπε δὲ αὐτοῖς,
ὅτι τὴν κιβωτὸν ταύτην οὐδεὶς ἀναπτύξει ἔτι ἱερέων ἢ προφητῶν, εἰ μὴ Μωϋσὴς ὁ ἐκλεκτὸς
τοῦ θεοῦ, καὶ τὰς ἐν αὐτῇ πλάκας οὐδεὶς ἀναπλώσει εἰ μὴ Ἀαρών. Καὶ ἐν τῇ ἀναστάσει
πρῶτον ἡ κιβωτὸς ἀναστήσεται, καὶ ἐξελεύσεται ἐκ τῆς πέτρας, καὶ τεθήσεται ἐν τῷ
ὄρει Σινᾶ, καὶ πάντες οἱ ἅγιοι πρὸς αὐτὴν συναχθήσονται, ἐκεῖ ἐκδεχόμενοι τὸν κύριον,
καὶ τὸν ἐχθρὸν φεύγοντες ἀνελεῖν αὐτὸν θέλοντα. Καὶ ἐσφράγισε τὴν πέτραν ἐν τῷ
δακτύλῳ τὸ ὄνομα κυρίου· καὶ γέγονεν ὁ τύπος ὡς γλυφὴ σιδήρου. Καὶ νεφέλη ἐσκέπασε
τὴν πέτραν καὶ οὐδεὶς νοεῖ τὸν τόπον ἐκεῖνον, ἀλλ' οὔτε ἀναγνῶναι (δύναται) τὸ ὄνομα ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης καὶ ἕως
τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου. Καὶ ἔστιν ἡ πέτρα ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὅπου ἡ κιβωτὸς
πρῶτον γέγονε, μεταξὺ τῶν ὄρεων, ἐν οἷς κεῖνται Μωϋσὴς καὶ Ἀαρών· ἐν δὲ ταῖς
νυξὶ νεφέλη ὡς πῦρ γίνεται ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ κατὰ τὸν τύπον τὸν ἀρχαῖον, ὅτι οὐ
μὴ παύσεται ἡ δόξα τοῦ θεοῦ ἐκ τοῦ νόμου αὐτοῦ»233.
Είναι προφανές
ότι στο παραπάνω κείμενο ο Άγιος Επιφάνιος υιοθετεί την αναφορά του Β΄ Μακ.
2,4-8 περί αποκρύψεως της Κιβωτού από τον Προφήτη Ιερεμία στο όρος Νεβώ, το
οποίο όμως και εδώ δεν αναφέρεται ονομαστικά, αλλά και δεν το υπαινίσσεται,
όπως συμβαίνει στο Β΄ Μακκαβαίων. Συγκεκριμένα γράφει ο επίσκοπος Κωνσταντίας: «Καὶ
ἔστιν ἡ πέτρα ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὅπου ἡ κιβωτὸς πρῶτον γέγονε, μεταξὺ τῶν ὄρεων, ἐν οἷς
κεῖνται Μωϋσὴς καὶ Ἀαρών»234.
Ο προσδιορισμός αυτός είναι εξαιρετικά γενικόλογος και αρκετά ασαφής, αφού ως
γνωστόν ο Μωυσής τάφηκε σε μια κοιλάδα στη χώρα της Μωάβ κοντά στο Φωγόρ, χωρίς
να είναι γνωστή η ακριβής τοποθεσία του τάφου του και ο Ααρών στο όρος Ώρ και
συγκεκριμένα στο δυτικό σημείο του, το Μοσερά. Ο Άγιος Επιφάνιος ορίζει ως
χρόνο επανεμφανίσεως της Κιβωτού αυτόν «τῆς
συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου», δηλαδή τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, η
οποία θα συμβεί «ὅτε ξύλον πάντα τὰ ἔθνη προσκυνήσουσιν»235. Δηλαδή όταν όλος ο κόσμος θα προσκυνήσει τον Τίμιο
Σταυρό. Αυτό ενθυμίζει τους λόγους του Κυρίου στο κατά Ματθαίον, ότι σημείο που
θα αποκαλύπτει ότι η Δευτέρα Παρουσία εγγίζει, θα είναι η κήρυξη του Ευαγγελίου
σε όλη την οικουμένη236. Κατά
την κοινή Ανάσταση όλων των κεκοιμημένων που θα ακολουθήσει «πρῶτον ἡ κιβωτὸς ἀναστήσεται»237. Με την παντοδυναμία του
Θεού θα "αναστηθεί" από την κρύπτη της σαν από τάφο και θα
τοποθετηθεί στην κορυφή του Σινά, στον ιερό εκείνο χώρο όπου παρεδόθησαν υπό
του Κυρίου στον Μωυσή οι περιεχόμενες σε αυτήν δύο πλάκες των Δέκα Εντολών. «Καὶ
ἐν τῇ ἀναστάσει πρῶτον ἡ κιβωτὸς ἀναστήσεται, καὶ ἐξελεύσεται ἐκ τῆς πέτρας, καὶ τεθήσεται ἐν τῷ ὄρει Σινᾶ, καὶ
πάντες οἱ ἅγιοι πρὸς αὐτὴν συναχθήσονται,
ἐκεῖ ἐκδεχόμενοι τὸν κύριον, καὶ τὸν ἐχθρὸν φεύγοντες ἀνελεῖν αὐτὸν θέλοντα». Αυτή
την πρόταση ο μοναχός Λεόντιος Διονυσιάτης σχολιάζοντάς την ερμηνευτικά γράφει
: «Κατά την Ανάσταση του Κυρίου, συνέβη το άχραντο σώμα Του πρώτο να αναστηθεί,
από το πέτρινο μνημείο, εισάγοντάς μας στην νέα άφθαρτη και αθάνατη κτίση, ώστε
να είναι ο Κύριος «πρωτότοκος των νεκρών», (Αποκ. Α-5). Και το Σινά αντιστοιχεί
στην τωρινή Ιερουσαλήμ (Γαλ. ∆-25), δηλ. στην πρόσκαιρη ζωή, στην οποία οι
άγιοι συνάγονται γύρω από την κιβωτό, δηλ. μέσα στην Εκκλησία, στο μέσο της
οποίας σωματικά παρίσταται πλέον ο Κύριος μετά την Ανάστασή Του διά των
Μυστηρίων»238. Νεφέλη,
σταθερό σύμβολο της θείας παρουσίας στην Παλαιά Διαθήκη, καλύπτει την ημέρα το
σημείο που είναι κρυμμένη η Κιβωτός. Ενώ τη νύκτα εμφανίζεται νεφέλη πυρός «κατὰ
τὸν τύπον τὸν ἀρχαῖον»239
εννοώντας τη νεφέλη και τη στήλη πυρός που συνόδευε τους Ισραηλίτες μετά την
Έξοδο από την Αίγυπτο και κατά την πορεία τους στην έρημο.
Όπως γίνεται
φανερό το κείμενο αυτό έχει αρκετές ομοιότητες με το Παλαιοδιαθηκικό κείμενο,
αφού από αυτό αντλεί το βασικό του περιεχόμενο. Ταυτόχρονα έχει και αυτό
αποκαλυπτικό χαρακτήρα και προφητικό περιεχόμενο. Ενώ όμως το Β΄ Μακκαβαίων αναφέρει
ως τόπο αποκρύψεως της Κιβωτού «οίκον αντρώδη», ο Άγιος Επιφάνιος λέει ότι αυτή
κρύφθηκε θαυματουργικά, αφού "κατεπόθη" σε πέτρα. Εδώ παρατηρούμε ότι
υπάρχει μια κάποια ομοιότητα με το προαναφερθέν απόκρυφο κείμενο
"Παραλειπόμενα Ιερεμίου'', όπου αναφέρεται ότι τα ιερά σκεύη ο Ιερεμίας
και ο Βαρούχ «παρέδωκαν αὐτὰ τῇ γῇ, καθὼς ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ κύριος. καὶ εὐθέως
κατέπιεν αὐτὰ ἡ γῆ…»240. Το
φερόμενο επ΄ ονόματι του Αγίου Επιφανίου κείμενο προσθέτει, σε σύγκριση με το Β΄
Μακκαβαίων, ότι ο Ιερεμίας με το δάκτυλό του εσφράγισε την πέτρα αυτή γράφοντας
σ' αυτήν το όνομα του Θεού και αυτό έγινε μόνιμο πάνω στην επιφάνειά της σαν να
σκαλίσθηκε με σιδερένιο εργαλείο. Και κανένας δεν θα μπορέσει ούτε να
αναγνωρίσει τον τόπο, αλλά και ούτε να διαβάσει το όνομα του Θεού, που έγραψε
πάνω στον λίθο ο Ιερεμίας μέχρι την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας: «καὶ οὐδεὶς
νοεῖ τὸν τόπον ἐκεῖνον, ἀλλ' οὔτε ἀναγνῶναι
(δύναται) τὸ ὄνομα ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης καὶ ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου»241.
γ)
Σχετικό ή άσχετο με το θέμα της Κιβωτού το χωρίο Ιερ. 52,26 -27 ;
Ο Ναβουχοδονόσωρ
διέταξε τη σύλληψη του πρώτου ιερέα του Ναού, Σαραία, και του δεύτερου ιερέα,
του Σοφονία, και των τριών φυλάκων της εισόδου του Ναού, καθώς και άλλων σημαντικών
στην κρατική ιεραρχία, αλλά και 60 ανθρώπων χωρίς κάποιο αξίωμα ή διακεκριμένη
κοινωνική θέση. Όπως μας πληροφορεί ο προφήτης Ιερεμίας : «καὶ ἔλαβεν αὐτοὺς Ναβουζαρδὰν ὁ ἀρχιμάγειρος
τοῦ βασιλέως καὶ ἤγαγεν αὐτοὺς πρὸς βασιλέα Βαβυλῶνος εἰς Δεβλαθά,καὶ ἐπάταξεν
αὐτοὺς βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐν Δεβλαθά, ἐν γῇ Αἰμάθ»242. Το κείμενο
της Παλαιάς Διαθήκης απλά παραθέτει το γεγονός αμέσως μετά τον κατάλογο των
αρπαχθέντων ως λάφυρα από το Ναό, χωρίς καμία δικαιολόγηση. Η πιθανότερη
ερμηνεία που θα μπορούσε να δοθεί είναι ότι και αυτή η πράξη, όπως και η
λαφυραγώγηση, εντασσόταν στα πλαίσια της εκδικήσεως του Βαβυλωνίου μονάρχη για
την Ιουδαϊκή αποστασία. Σύμφωνα με κάποιους ερμηνευτές ο λόγος της εκτελέσεως
αυτών των προσώπων ήταν οι ταραχές επί Γοδολία και η φυγή μέρους των
εναπομεινάντων Ιουδαίων στην Αίγυπτο, για να αποφύγουν την τιμωρία.
Μήπως όμως θα μπορούσαμε να συνδυάσουμε αυτό
το περιστατικό αφ' ενός με την προηγηθείσα αυτού αναφορά της απαριθμήσεως των
λαφύρων και αφ' ετέρου με τη διήγηση του Β΄ Μακκαβαίων για φυγάδευση της Κιβωτού από τον Προφήτη Ιερεμία ; Ίσως ο Ναβουχοδονόσωρ θεώρησε αυτά τα πρόσωπα ως συνεργούς στην
απόκρυψη της Κιβωτού. Τον πρώτο και τον δεύτερο ιερέα ως επιβλέποντες
του Ναού και τους θυρωρούς ως υπευθύνους για την πύλη του Ιερού, άνευ της
συνεργασίας των οποίων δεν θα μπορούσε να γίνει η απομάκρυνση της Κιβωτού.
Φυσικά αυτός ο συλλογισμός μας κινείται στα πλαίσια μιας απλής εικασίας, και εκ
τούτου είναι χωρίς αποδεικτική ισχύ.
Όμως πρέπει να
ληφθούν σοβαρά υπόψιν, ως καίριο επιχείρημα εναντίον της παραπάνω εικασίας, τα
ακόλουθα βιογραφικά στοιχεία. Ο εκτελεσθείς «πρώτος ιερεύς», Σαραίας, είχε γιούς τον ιερέα Ιωσεδέκ και τον
ιερέα και γραμματέα Έσδρα, οι οποίοι οδηγήθηκαν εξόριστοι στη Βαβυλώνα243. Συνεπώς ο Έσδρας θα
γνώριζε αν η εκτέλεση του πατέρα του συνδεόταν ή όχι με την απόκρυψη της
Κιβωτού. Αν όντως έτσι συνέβαινε, θα αδιαφορούσε ο Έσδρας για την ανεύρεσή της
μετά την επάνοδό του από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία; Θα περιοριζόταν οι
αναζητήσεις του μόνο στην ανεύρεση χειρογράφων που περιείχαν βιβλία της Παλαιάς
Διαθήκης; Επίσης είναι λογικά αναμενόμενο ότι θα άφηνε κάποια σχετική με την
Κιβωτό μαρτυρία στο βιβλίο του, το Β΄ Έσδρας. Όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Σε
όλα αυτά πρέπει να προστεθεί ότι μετά
την επιστροφή από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία, αρχιερεύς ήταν ο Ιησούς του
Ιωσεδέκ, εγγονός του Σαραία και ανεψιός του Έσδρα. Άρα έχουμε και δεύτερο και
ακόμα πιο υψηλά ιστάμενο πρόσωπο στα περί θρησκείας του αρχαίου Ισραήλ, που
λόγω συγγένειας, αν υπήρχε κάποια μυστική είδηση περί της Κιβωτού, θα τη γνώριζε
και θα είχε κάθε λόγο να μεριμνήσει για την ανεύρεσή της.
Τυχοδιωκτικές αναζητήσεις της Κιβωτού
στο όρος Νεβώ
Κατά τη δεκαετία
του 1920 ο Αμερικανός ερευνητής Antonia Frederick Futterer244 , στηριζόμενος
στη διήγηση του Β΄ Μακκαβαίων για απόκρυψη της Κιβωτού στο όρος Νεβώ, άρχισε να
την αναζητεί εκεί. Ο ίδιος υποστήριξε ότι ανακάλυψε κατά τη διάρκεια των
ερευνών του μέσα στις βραχώδεις πλευρές του όρους, ένα κρυφό πέρασμα, το οποίο
ήταν κλεισμένο με λίθινο τοίχο. Εκεί υπήρχε μία επιγραφή, η οποία σύμφωνα με
τον Futterer έγραφε:
«εδώ κείται η χρυσή Κιβωτός της Διαθήκης». Τη μετάφραση της επιγραφής την έκανε
ένας Εβραίος ειδικός, του οποίου ο Futterer δεν αποκάλυψε το όνομα, αλλά και
πεισματικά αρνήθηκε να δώσει στη δημοσιότητα τη φωτογραφία της επιγραφής, την
οποία ισχυριζόταν ότι κατείχε. Όλες αυτές οι υπεκφυγές, συν του ότι ο ίδιος
ποτέ δεν επέστρεψε στο όρος Νεβώ, προκειμένου να ολοκληρώσει την αποκάλυψή του,
μας πείθουν ότι οι ισχυρισμοί του Futterer μακράν απέχουν της αληθείας.
Παρόλα αυτά στη
δεκαετία του 1980 ένας επίσης Αμερικανός ερευνητής, ο Tom Crotser245,θεώρησε
αξιόπιστη τη θεωρία του προαναφερθέντος συμπατριώτη του. Έχοντας στην κατοχή
του ένα σχετικό σκαρίφημα του Futterer ξεκίνησε
τον Οκτώβριο του 1981 νέα εξερευνητική προσπάθεια στο Νεβώ, όπου δεν βρήκε
τίποτα σχετικό. Συνέχισε όμως τις προσπάθειές του στο γειτονικό όρος Φασγά, το
οποίο είχε ερευνήσει και ο Futterer. Ο Crotser υποστήριξε ότι στο ναό ενός
Ρωμαιοκαθολικού μοναστηριού του Τάγματος των Φραγκισκανών, που βρίσκεται στην
κορυφή, ανακάλυψε επιγραφή που ανέφερε ότι στην περιοχή αυτή είναι θαμμένη η
Κιβωτός. Σύντομα ο Crotser
ανακάλυψε το κλεισμένο με πέτρες άνοιγμα ενός σπηλαιώδους χώρου, το οποίο
βρισκόταν κρυμμένο σε μια δεντροφυτευμένη περιοχή σε κοντινή απόσταση από το
μοναστήρι. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του από εκεί εισέδυσε σε μια υπόγεια κρύπτη
και, αφού διέσχισε ένα μακρύ και στενό διάδρομο, βρέθηκε σ' έναν σπηλαιώδη
θάλαμο. Εκεί υποστηρίζει ότι μέσα στο μισοσκόταδο αντίκρισε ένα αντικείμενο
σκεπασμένο με κάποιο κάλυμμα. Το υλικό του καλύμματος ήταν αδύνατο να
αναγνωρισθεί από την πολλή σκόνη τόσων αιώνων. Με βάση πάντα τη δική του
μαρτυρία, αφού το ξεσκέπασε με προσοχή, διαπίστωσε ότι επρόκειτο για ένα χρυσό
κουτί σε σχήμα παραλληλογράμμου με διακοσμητικά σκαλίσματα, που ταίριαζε με τη
σχετική περιγραφή της Παλαιάς Διαθήκης για την Κιβωτό της Διαθήκης. Ο ίδιος σε
συνέντευξή του είπε για εκείνη τη στιγμή: «Μου κόπηκε η ανάσα. Εδώ ήταν. Για πρώτη
φορά από τότε που ο Ιερεμίας την τοποθέτησε σε αυτή τη σπηλιά, ένα ανθρώπινο
μάτι ατένιζε την ιερή Κιβωτό». Ο Crotser και
οι τρεις συνεργάτες του μέτρησαν τις διαστάσεις του κιβωτίου εξωτερικά, χωρίς
όμως να το ανοίξουν. Σε μια άλλη άκρη του σπηλαιώδους αυτού χώρου υπήρχαν και
άλλα αντικείμενα τυλιγμένα με γάζες, τα οποία θεώρησε ότι πρέπει να ταυτιστούν
με τα αγάλματα των Χερουβείμ που ήταν πάνω στην Κιβωτό. Κοντά στην υποτιθέμενη
Κιβωτό υπήρχαν ραβδόσχημα ξύλα για τη μεταφορά της. Αφού απλώς φωτογράφησε τα
"ευρήματα", τα εγκατέλειψε όπως τα βρήκε. Αρχικώς ο Αμερικανός
ερευνητής φαινόταν απρόθυμος να παραδώσει σε ειδικούς αρχαιολόγους τις έγχρωμες
φωτογραφίες του και να αποφανθούν για την εγκυρότητα της ανακαλύψεώς του.
Τελικώς πείσθηκε από τον αρχαιολόγο Siegfried H. Horn. Τότε έγινε γνωστό ότι
μόνο δύο φωτογραφίες από το φιλμ που χρησιμοποιήθηκε στην υπόγεια κρύπτη είχαν
ουσιαστικά περιεχόμενο και έδειχναν κάτι. Το συμπέρασμα του Horn μετά την
εξέταση των δύο αυτών φωτογραφιών ήταν: «Δεν γνωρίζω τι είναι αυτό το
αντικείμενο, όμως οι φωτογραφίες με έπεισαν ότι δεν είναι αρχαίο κειμήλιο, αλλά
ένα σύγχρονο κατασκεύασμα, με διακοσμητικά στοιχεία κατασκευασμένα από μηχανή
και μεταλλική επένδυση»246.
Προσωπικά θα θέλαμε να σημειώσουμε τις εξής παρατηρήσεις: α) Το κιβώτιο στις
έγχρωμες φωτογραφίες του Crotser δεν
φαίνεται να έχει στα πλάγιά του τις υποδοχές - χρυσούς κρίκους, στους οποίους
εισέρχονταν οι οριζόντιοι δοκοί για τη μεταφορά της αυθεντικής Κιβωτού. β) Ως
γνωστόν η Καπορέθ, αποτελούνταν από μία χρυσή πλάκα πάνω στην οποία ήταν
τοποθετημένα τα δύο Χερουβείμ. Πώς όλα αυτά βρέθηκαν συσκευασμένα σε ξεχωριστά
δέματα; Προφανώς ο Crotser
υποστηρίζει ότι η Καπορέθ αποσυναρμολογήθηκε σε ξεχωριστά κομμάτια κατά τη
μεταφορά. Δεν θα ήταν όμως αυτό ασέβεια; Γιατί όμως, όταν έφθασαν στην κρύπτη,
δεν ξανατοποθέτησαν την Καπορέθ επάνω στην Κιβωτό, δηλαδή στην κεκανονισμένη
της θέση, αλλά την παράτησαν διαλυμένη και μάλιστα κάτω στο έδαφος; Παράδοξο
αποτελεί και το γεγονός ότι αυτά τα τυλιγμένα κομμάτια δεν τα πλησίασαν από
κοντά ο Crotser και
οι συνεργάτες του και δεν τα μέτρησαν όπως την Κιβωτό. Ούτε καν αφαίρεσαν έστω
και ένα μικρό τμήμα από τις γάζες που τα κάλυπταν, για να δουν αν το
περιεχόμενό τους ήταν αυτό που υποπτεύονταν. γ) Επίσης ουσιαστικά αναπάντητο
παραμένει το ερώτημα γιατί δεν μπήκαν στον πειρασμό να ανοίξουν το κιβώτιο και
να δουν αν περιείχε τα γνωστά σε όλους μας ιερά αντικείμενα. Σύμφωνα με τις
δηλώσεις του Crotser: «Δεν
άγγιξα την Κιβωτό από ευλάβεια και σεβασμό στον Θεό. Γνώριζα ότι ο Οζά είχε
κεραυνοβοληθεί όταν απλά την άγγιξε με το χέρι του…. Δεν ήμουν εκεί για να την
ανοίξω. Στάλθηκα (από τον Θεό) στο Φασγά, μόνο για να τη βρω. Τώρα αν ο Θεός
την επόμενη χρονιά με αποστείλει να την ανοίξω, θα την ανοίξω». Όλα αυτά δεν
μας φαίνονται αρκετά πειστικά, διότι ο ίδιος τόλμησε και να την αποκαλύψει από
το κάλυμμά της και να τη μετρήσει και να τη φωτογραφήσει. δ) Όσον αφορά αυτές
τις φωτογραφίες, ο ίδιος ισχυρίσθηκε ότι οι περισσότερες αποτυπώθηκαν εντελώς
σκοτεινές, γιατί δεν λειτουργούσε το φλας. Φυσικά αναπάντητο παραμένει το
ερώτημα, όσο ακόμα ήταν στο χώρο της Μέσης Ανατολής, αφού ήδη είχε αντιλήφθη
ότι το φλας της φωτογραφικής μηχανής του δεν λειτούργησε, γιατί δεν φρόντισε να
επιστρέψει μια των επομένων ημερών και να ξαναβγάλει ευκρινείς φωτογραφίες αυτή
τη φορά ; Δεν είχε χρήματα για μια φωτογραφική μηχανή ή δεν μπορούσε να
δανεισθεί μία αξιόπιστη; Επίσης γιατί δεν
εκτύπωσε το φιλμ αμέσως στην Ιορδανία ή στο Ισραήλ ; Δεν είχε αγωνία να δει τι
αποτυπώθηκε σ΄ αυτό; Λογικά διαπιστώνοντας το πρόβλημα που είχε στο φλας της
φωτογραφικής του, δεν θα έπρεπε να θεωρούσε πολύ πιθανό ότι αυτές, όταν θα
εκτυπώνονταν θα ήταν σκοτεινές ; Αλλά και μετά την εκτύπωσή τους, αφού τις είδε,
γιατί δεν έκανε και νέο ταξίδι για να βγάλει άλλες με καλύτερη φωτογραφική
μηχανή; Ή μήπως δεν το έκρινε αρκετά σημαντικό και αρκέστηκε σε δύο μόνο
φωτογραφίες;
Στις εύλογες
απορίες του καθενός γιατί δεν φρόντισε για τη φύλαξη του χώρου ή γιατί δεν
μετέφερε τα ευρήματα σε ασφαλή χώρο, απάντησε : «Κάποιος με ρώτησε εάν φοβάμαι
μήπως κάποιος άλλος έλθει και πάρει την Κιβωτό. Αυτό δεν με απασχολεί. Ο Θεός
μπορεί να υπερασπισθεί τον εαυτό Του». Φυσικά και ο Θεός μπορεί να υπερασπισθεί
τον εαυτό Του, αλλά προφανώς αυτό δεν μπορούσε να κάνει ο Crotser για τα λεγόμενά του. Γι' αυτό και το
πλέον κραυγαλέο αντεπιχείρημα στην αυθεντικότητα της "ανακαλύψεως"
αυτής είναι ότι ποτέ δεν επέστρεψε ξανά στη θρυλούμενη κρύπτη, για να
ολοκληρώσει και να αποδείξει την εύρεση της Κιβωτού.
Κατά την άποψή μας δυο εκδοχές μπορούμε να
υποθέσουμε ότι ισχύουν για τις υποτιθέμενες ανακαλύψεις του Crotser. Η πρώτη εκδοχή, η οποία φαίνεται και
η πιθανότερη, είναι η διήγηση του Crotser να είναι εξολοκλήρου πλαστή και να
κατασκευάσθηκε με βάση το Β΄ Μακκαβαίων 2, 4-8. Συνεπώς ούτε σπήλαιο υπήρξε
ποτέ, στο αναφερόμενο σημείο, ούτε ανακαλύψεις μέσα σ΄ αυτό. Οι δε φωτογραφίες
δύναται να έχουν ληφθεί σε ένα οποιαδήποτε βραχώδη και σπηλαιώδη χώρο, σε μια
άσχετη τοποθεσία, οπουδήποτε. Η δεύτερη εκδοχή είναι αυτό που αποκάλυψε ο Crotser να ήταν μια νεκρική κρύπτη. Αυτό
προκύπτει από την ίδια την αναφορά του - φυσικά αν έχει κάποιο ίχνος αληθείας
και αυτή - σε ύπαρξη τάφων στα τοιχώματα του υπόγειου διαδρόμου, που οδηγούσε
στον σπηλαιώδη θάλαμο. Συνεπώς ο υπόγειος αυτός φυσικός χώρος είχε διαμορφωθεί
κατάλληλα, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την ταφή των μοναχών του
γειτονικού μοναστηριού, που λειτουργούσε μέχρι τον 16ο αιώνα και, άγνωστο πότε,
σφραγίσθηκε η είσοδός του, για να αποτρέψει τη βεβήλωση των τάφων. Όμως το πώς
βρέθηκε εκεί μέσα το φωτογραφηθέν σύγχρονο αυτό μεταλλικό κιβώτιο, ο καθένας
μπορεί να το υποψιασθεί. Αλλά ακόμη και αν παραβλέψουμε το έτος κατασκευής του
μεταλλικού κιβωτίου, η δεύτερη εκδοχή καθίσταται απίθανη, καθώς το 1933
πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή ανασκαφές από τον Jerome Mihaic, κατά τις οποίες αποκαλύφθηκαν τα ερείπια
Βυζαντινής Μονής του 4ου αιώνα. Οι
ανασκαφές και η αποκατάσταση των ευρημάτων συνεχίσθηκαν και τα κατοπινά
χρόνια (1935, 1963, 2007 - 2016). Είναι δύσκολο λοιπόν να διέλαθε της προσοχής
των αρχαιολόγων η ύπαρξη αυτής της υπόγειας κρύπτης.
Για το πώς
αντιμετωπίζει η παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα τα λεγόμενα του Crotser θα αναφέρουμε ενδεικτικά δυο
πληροφορίες. Η Ιορδανική Αρχαιολογική Υπηρεσία, στην οποία υπάγεται ο χώρος των
ερευνών, αγνόησε παντελώς τις ανακοινώσεις του. Ο Jeremiah Unterman, βοηθός
καθηγητής στο Wichita State Univercity, δήλωσε ότι «οι ισχυρισμοί του Crotser είναι παντελώς ανοησίες. Δεν γνωρίζω
κανέναν Βιβλικό μελετητή ή αρχαιολόγο που να παίρνει στα σοβαρά τους
ισχυρισμούς του»247.
Η εκδοχή της αποκρύψεως της Κιβωτού
στην αυλή του Ναού ή και κάτω από αυτόν
και οι έρευνες σ΄ αυτή την τοποθεσία κατά
τον 19ο και 20ο αιώνα
Ας δούμε και πάλι
τι αναφέρουν κείμενα εκτός της Παλαιάς Διαθήκης, προερχόμενα από τη ραββινική
γραμματεία. Μία εκ διαμέτρου διαφορετική εκδοχή με την προαναφερθείσα περί
μεταφοράς της Κιβωτού στη Βαβυλώνα, παρουσιάζει και πάλι η Μισνά248, μία εβραϊκή συλλογή
ραββινικών διδασκαλιών και προφορικών παραδόσεων. Σύμφωνα με αυτήν ιερείς και
λευίτες έθαψαν την Κιβωτό «κάτω από το λίθινο δάπεδο του χώρου αποθηκεύσεως των
ξύλων - που χρησιμοποιούνταν στο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων - προκειμένου να
μην πέσει στα χέρια των εχθρών (δηλαδή των Βαβυλωνίων)»249. Το ίδιο υποστηρίζει και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, το
οποίο αναφέρει ότι ο Ραββίνος Judah ben Il’ai είπε : «Η Κιβωτός κρύφθηκε στο οικείο
μέρος της»250. Ολοφάνερα
όλες αυτές οι ''μαρτυρίες'' αποτελούν και αυτές μυθοπλασίες της ραββινικής
γραμματείας. Αν υπήρχε μία τέτοια γνήσια παράδοση μεταξύ των Εβραίων που ζούσαν
στη Βαβυλώνα ως αιχμάλωτοι, μόλις αυτοί επέστρεψαν και άρχισαν την ανοικοδόμηση
του νέου Ναού το 536 - 516π.Χ., δεν θα ήταν ένα από τα πρώτα μελήματά τους να
ανασκάψουν τον σχετικό χώρο και να επανακτήσουν το ιερό αυτό αντικείμενο; Ο
χώρος του Ναού βρισκόταν στην κυριότητά τους μέχρι την καταστροφή του Ναού του
Ηρώδη από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. Γιατί επί τόσους αιώνες δεν αναζήτησαν την
Κιβωτό; Προφανώς γιατί η σχετική παράδοση, που αναφέρει η Μισνά, είναι σύγχρονη
με την περιέχουσα αυτήν συλλογή, δηλαδή διαμορφώθηκε μεταξύ του 1ου - 3ου αιώνα
μ.Χ.. Δηλαδή, όταν η περιοχή, όπου κάποτε ήταν κτισμένος ο τρίτος Ναός, δεν
ήταν πλέον υπό τον έλεγχό τους, άρα εκ του ασφαλούς μπορούσαν να υποστηρίζουν
τα παραπάνω, αφού δεν υπήρχε δυνατότητα ελέγχου της ορθότητάς τους.
Το 1865 στη
Βρετανία ιδρύθηκε από τη βασίλισσα Βικτωρία το Ταμείο Εξερευνήσεως Παλαιστίνης.
Αυτό ανέθεσε στον Βρετανό Λοχαγό και αρχαιολόγο Charles Warren251 ανασκαφική
δραστηριότητα στα Ιεροσόλυμα. Τον Φεβρουάριο του 1867 αφίχθηκε στην πόλη και
αμέσως άρχισε να ανασκάπτει στον αραβικό τομέα της πόλεως των Ιεροσολύμων.
Επέλεξε να ξεκινήσει τις έρευνές του κυριολεκτικά στη σκιά του τείχους του
Χαράμ αλ Σαρίφ (=Ιερού περιβόλου), δηλαδή των τειχών που προστατεύουν τα πολύ
σπουδαία για τους Μουσουλμάνους τζαμιά του Θόλου του Λίθου ή του Βράχου και του
Αλ Ακσά. Δηλαδή πολύ κοντά στο σημείο που κάποτε ήταν κτισμένος ο Ναός του
Σολομώντος, και συγκεκριμένα στη νότια πλευρά του, διότι αναζητούσε τα κτιριακά
του κατάλοιπα. Η μέθοδός του, η οποία σήμερα δεν είναι αποδεκτή από τους
αρχαιολόγους, ήταν να ανοίγει βαθιά φρέατα μέχρι το σημείο που επιθυμούσε και
από εκεί να διανοίγει οριζόντιες στοές. Κάποιοι όμως μυθομανείς υπέθεσαν ότι οι
στοές που διάνοιγε είχαν ως απώτερο στόχο την ανακάλυψη της κρυμμένης Κιβωτού.
Ενώ άλλες φήμες τον κατηγορούσαν ότι θα συγκεντρώσει πυρίτιδα στις στοές του,
προκειμένου να ανατινάξει τα τείχη που περιέκλειαν τα ιερά Μουσουλμανικά
προσκυνήματα. Μία ημέρα οι προσευχόμενοι στο Τζαμί Αλ Ακσά, που βρισκόταν από
πάνω, λιθοβόλησαν τους ανασκαφείς διακόπτοντας το έργο τους. Παράλληλα ασκήθηκαν
φορτικές πιέσεις από τη Μουσουλμανική κοινότητα προς την Οθωμανική διοίκηση και
επέτυχαν να απαγορευθεί στον ''τυφλοπόντικα", όπως τον αποκαλούσαν, να
συνεχίσει εργασίες κοντά στα τείχη. Εκείνος πεισμωμένος , τυπικά συμμορφώθηκε, αλλά
συνέχισε από άλλο σημείο να διανοίγει και πάλι νέες μεγαλύτερες στοές, που
έφθαναν και πάλι στο απαγορευμένο σημείο. Ακόμη και σήμερα οι γνώσεις μας γύρω
από το όρος του Ναού βασίζονται σε όσα τότε κατέγραψε ο Warren.
Για σαράντα
περίπου έτη κανείς δεν θέλησε ή δεν τόλμησε να ασχοληθεί με τις στοές κάτω από
το σημείο που κάποτε ήταν ανεγερμένος ο Ναός των Ιεροσολύμων και με την
πιθανότητα υπάρξεως σ΄ αυτές της Κιβωτού. Άλλα το 1909 θα αναμιχθούν στο θέμα
αυτό, δυο Ευρωπαίοι ο Juvelius και
ο Parker. Ο Valter Henrik Juvelius (1865 - 1922) υπήρξε ένας Σουηδός, ή κατά
άλλες πηγές Φιλανδός, με σπουδές στη φιλοσοφία, ποιητής, βιβλιοθηκάριος και
μελετητής της Ιουδαϊκής ιστορίας. Σύμφωνα με τον Neil Asher Silberman ο V. H. Juvelius το
1906 παρουσίασε στο ακροατήριο ενός Σουηδικού Πανεπιστημίου τις θεωρίες του για
την καταστροφή του Ναού του Σολομώντα το 586 π. Χ. από τον Ναβουχοδονόσορα. Οι
θεωρίες αυτές δεν έτυχαν αποδοχής από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Διαφωνώντας με
τα παραπάνω ο David Landau υποστηρίζει ότι η παρουσίαση αφορούσε όχι
απλά ένα κείμενο διαλέξεως του Juvelius,
αλλά τη διδακτορική διατριβή του, η οποία έγινε στο Ελσίνκι στο Φινλανδικό
Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο ''Αλέξανδρος''. Θέμα της ήταν το Ιουδαϊκό χρονολόγιο
και ήταν άσχετη με το Ναό και την Κιβωτό. Ανεξαρτήτως των προαναφερθεισών
διαφωνιών των ερευνητών, που ασχολήθηκαν με το θέμα, το βέβαιο είναι ότι ο Juvelius από τότε ασχολούνταν με τη Βιβλική
έρευνα. Έτσι το 1908 ταξίδεψε γι' αυτό το σκοπό στην Κωνσταντινούπολη.
Μελετώντας στη βιβλιοθήκη του σουλτανικού ανακτόρου Τοπ Καπί, σ' ένα παλαιό
χειρόγραφο κώδικα του βιβλίου του Ιεζεκιήλ, υποστήριξε ότι τυχαία εντόπισε ένα
κωδικοποιημένο εδάφιο, το οποίο αναφερόταν στους κρυμμένους θησαυρούς του Ναού.
Σύμφωνα λοιπόν με τους ισχυρισμούς του, ο άγνωστος που κατέγραψε αυτή την
πληροφορία, περιέγραφε την ύπαρξη ενός συστήματος από υπόγειους μυστικούς
διαδρόμους κάτω από το όρος, εκεί όπου κάποτε ήταν ο Ναός του Σολομώντα. Σ'
αυτές τις στοές κρυβόταν ένας βιβλικός θησαυρός. Επισήμως ο Juvelius ποτέ δεν έγινε πιο σαφής για το
ακριβές περιεχόμενο αυτού του θησαυρού. Γι' αυτό και οι εφημερίδες της εποχής,
στηριζόμενες σε διαδόσεις, άλλες αναφέρονταν γενικά σε θησαυρούς του Δαβίδ και
του Σολομώντα και άλλες στην Κιβωτό της Διαθήκης.
Ο Juvelius, επειδή ο ίδιος δεν είχε τα αναγκαία
χρηματικά ποσά για την έρευνα, έκανε πολλές, αλλά άκαρπες προσπάθειες να βρει
χρηματοδότες. Τελικά αποφάσισε να συνεργασθεί με τον Βρετανό λοχαγό Montugue
Brownslow Parker252, ο
οποίος κατόρθωσε με τις γνωριμίες που διέθετε, ως γιος Δούκα, να συγκεντρώσει
από εύπορους Άγγλους και Αμερικανούς επενδυτές 125.000 δολάρια για τις
απαιτούμενες ανασκαφές. Ο Parker ταξίδεψε το 1908 στην Κωνσταντινούπολη, όπου
κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την κάλυψη δύο υψηλών αξιωματούχων της
Τουρκικής κυβερνήσεως. Η συνεργασία αυτή δεν ήταν ανιδιοτελής, αλλά βασίστηκε
πάνω στην υπόσχεση της χορηγήσεως σ' αυτούς του 50% της αξίας του θησαυρού που
θα έβρισκαν. Σύμφωνα με τον Juvelius
αυτός θα απέφερε από την πώλησή του τουλάχιστον 200 εκατομμύρια δολάρια. Αυτή η
δωροδοκία (μπαξίσι) ήταν απαραίτητη,
προκειμένου να μην κατασχεθούν από την Οθωμανική αυτοκρατορία τα ευρήματα,
καθώς η Παλαιστίνη ήταν ακόμα υπό την κατοχή της. Οι φήμες μιλούσαν ακόμη και
για κρυφή έγκριση και από τον ίδιο τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β΄, μετά από
μεσολάβηση των δύο κυβερνητικών. Επισήμως το Νοέμβριο του 1908 ο λοχαγός Parker
και ο βαθύπλουτος Αμερικανός Wilson «έτυχον Κυβερνητικής αδείας, δι’ ής
επετρέπετο αυτοίς, ίνα προβώσιν εις ανασκαφάς επί του όρους Οπέλ», όπως ανέφερε
το 1911 η ''Νέα Σιών'', το θεολογικό περιοδικό του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων253.
Ο Parker
επέστρεψε στην Αγγλία, για να συγκεντρώσει τα απαραίτητα για τις έρευνες υλικά
και να συγκροτήσει μια ομάδα συνεργατών που θα τον συνόδευαν. Τον Αύγουστο του
1909 ο Parker και η ομάδα του επιβαίνοντας στο γιοτ του αγκυροβόλησε στην
Γιάφα. Ο Οθωμανός διοικητής στα Ιεροσόλυμα, Πασάς Azmey Bey, τους καλοδέχθηκε και τους φιλοξένησε. Ο
λόγος της θερμής αυτής υποδοχής σύντομα αποκαλύφθηκε, όταν έφθασαν από την
Κωνσταντινούπολη οι δυο Οθωμανοί αξιωματούχοι, προκειμένου να επιβλέψουν εκ του
σύνεγγυς τις έρευνες, αλλά και το προσδοκώμενο μερίδιό τους.
Με βάση τις
οδηγίες του Juvelius
ανοίχθηκε ξανά μία στοά, που είχε διανοίξει το 1867 ο προαναφερθείς Βρετανός
αρχαιολόγος Charles Warren, στην παλιά πόλη των Ιεροσολύμων, σε θέση γειτονεύουσα
προς τον βορρά με το όρος του Ναού, στη
νότια πλευρά του όρους των Ελαιών. Ο Juvelius πίστευε ότι η έξοδος των υπόγειων διαδρόμων
που αναζητούσε βρισκόταν κάπου εκεί κοντά. Άρχισαν τις ανασκαφές με προσωπικό
από ντόπιους Άραβες. Κανείς όμως από την ομάδα του Parker δεν διέθετε ούτε τις
βασικές γνώσεις αρχαιολογίας, που ήταν απαραίτητες για ένα τέτοιο εγχείρημα.
Αυτό, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε τις αντιδράσεις των πραγματικών αρχαιολόγων,
των Ευρωπαϊκών και Αμερικανικών σχολών, που έδρευαν και ανέσκαπταν στην
Ιερουσαλήμ και την υπόλοιπη Παλαιστίνη. Και δεν είχαν καθόλου άδικο, αφού η
επιπολαιότητα και ο ερασιτεχνισμός με τον οποίο εργάζονταν αποκάλυπτε ότι τα
κίνητρα της αποστολής Parker δεν ήταν ούτε κατ΄ ελάχιστον ιστορικά, αλλά καθαρά
κερδοσκοπικά. Ο ίδιος ο Parker, ως τυχοδιώκτης που ήταν, δεν ενδιαφερόταν
ουδόλως γι' αυτές τις επικρίσεις. Προκειμένου όμως να κατασιγάσει την
κατακραυγή και να αποφύγει οποιοδήποτε εμπόδιο στην αναζήτηση του θησαυρού,
αναγκάσθηκε να συμβιβασθεί. Ανέθεσε σε ένα Γάλλο Ρωμαιοκαθολικό μοναχό του
Τάγματος των Δομινικανών, που ήταν και Βιβλικός αρχαιολόγος, τον Louis Hugues Vincent254, να
αναλάβει την επιστημονική επίβλεψη των ανασκαφών. Ενδιαφέρον είναι να
παραθέσουμε εδώ την περιγραφή των εντυπώσεων που προκαλούσαν οι συγκεκριμένες
ανασκαφές στην κοινωνία των Ιεροσολύμων, όπως τις κατέγραψε το 1911 στη ''Νέα Σιών'' ο τότε καθηγητής της Θεολογικής
Σχολής του Τιμίου Σταυρού Ιωάννης Φωκυλίδης: «αι εργασίαι περιεκαλύπτοντο υπό
μυστηριώδους πέπλου καί εις ουδένα εκ του δημοσίου επετρέπετο η επίσκεψις
αυτών, η γόνιμος των κατοίκων φαντασία εφαντάσθη ότι, κατά πάσαν πιθανότητα,
προύκειτο περί αμυθήτου θησαυρού, ιδία δε περί του θησαυρού του Ιερού, όν οι
Ιουδαίοι υπό γης έκρυψαν κατά την πολιορκίαν του Τίτου της Ιερουσαλήμ. Έτεροι
δε εφαντάσθησαν και απεφάνθησαν ως από τρίποδος ότι αι ανασκαφαί εγένοντο προς
άνευρεσιν της Σκηνής του Μαρτυρίου»255.
Όμως οι προσδοκίες του Βρετανού Λοχαγού για
ταχεία ανεύρεση του υπόγειου διαδρόμου, που θα τους οδηγούσε στον αμύθητο
θησαυρό, ημέρα με την ημέρα διαψεύδονταν. Στο καθημερινά αυξανόμενο άγχος, που
προκαλούσε η πιθανή αποτυχία, ήλθαν να προστεθούν και οι διαμαρτυρίες των
Εβραίων για βεβήλωση ιερού χώρου, καθώς και οι βροχές που κατέκλυζαν με νερά
τις στοές. Ευρισκόμενοι σε αδιέξοδο, ο Parker και οι συνεργάτες του πίεσαν τον Juvelius να συναντηθεί με τον Ραββίνο Jonathan
ben Jochai και να προσπαθήσει να του εκμαιεύσει σχετικές πληροφορίες. Εκείνος
τελικά δέχτηκε αλλά η ''κατασκοπευτική" αποστολή απέτυχε, είτε γιατί ο ραββίνος
δεν γνώριζε τίποτε, είτε γιατί, κατά τον Juvelius, υποψιάσθηκε και αργότερα βεβαιώθηκε
για τη σχέση του με τον Parker. Τον Νοέμβριο του 1909 οι εργασίες προσωρινά
διακόπηκαν και όλη η ομάδα των Βρετανών επέστρεψε στην πατρίδα τους. Παράλληλα
αποχώρησαν και οι δύο Οθωμανοί συνεργάτες τους φανερά εξοργισμένοι για την
αποτυχία και το χάσιμο του χρόνου τους. Ο μόνος που παρέμεινε ήταν ο Juvelius.
Τον Αύγουστο του
1910 ο Parker επέστρεψε και οι έρευνες συνεχίσθηκαν. Όμως το φθινόπωρο του 1910
ο Juvelius αρρώστησε από
ελονοσία και αναγκάσθηκε να επιστρέψει στη Φινλανδία. Οι Τούρκοι τώρα πίεζαν
την αποστολή Parker να ολοκληρώσει όσο το δυνατόν συντομότερα τις έρευνες, ενώ
παράλληλα οι βροχές συνέχιζαν να τους εμποδίζουν και να τους καθυστερούν. Μόνο
ο Δομινικανός μοναχός και Βιβλικός αρχαιολόγος Louis Hugues Vincent ήταν ευχαριστημένος από τα ευρήματα
και τα ιστορικά συμπεράσματα που προέκυπταν από τις ανασκαφές. Κατέγραψε το
υπόγειο δίκτυο του υδραγωγείου του βασιλέως Εζεκία (716 - 687 π. Χ.), ταφικούς
σπηλαιώδεις θαλάμους και τα απομεινάρια των αρχαίων τειχών κ.λ.π. Με το υλικό αυτό άρχισε τότε τη συγγραφή ενός
βιβλίου για την υπόγεια Ιερουσαλήμ και τις ανακαλύψεις που έγιναν στο λόφο Οφέλ:
"Underground Jerusalem: Discoveries on the hill of Ophel"256,
το οποίο εξέδωσε στο Λονδίνο το 1911. Συνοπτικά όμως ας δούμε πως κατέγραφε το
επόμενο έτος τα ανακαλυφθέντα το Ορθόδοξο Ιεροσολυμιτικό περιοδικό Νέα Σιών : «Ο
υδραγωγός, ο άγων τα ύδατα της πηγής Σιλωάμ εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ
εκαθαρίσθη η τέλεον και εξητάσθη. Ο υδραγωγός ούτος, καλούμενος του Εζεκίου, ως
δήθεν παρ’ αυτού κατασκευασθείς, προϋπήρχε του βασιλέως τούτου, η δ’ εν αυτώ το
1881 ανακαλυφθείσα εβραϊκή επιγραφή, διαλαμβάνουσα τα κατά την διάτρησιν αυτού,
γενομένην σύναμα εκ των δύο μερών, δείκνυσι, κατά Sayce, Conder και άλλους ότι ούτος ανακτέος μέχρι της
εποχής του Σολομώντος· η δε πηγή του Σιλωάμ δεν είνε η πηγή Γηών, αλλ’ η πηγή
Ρωγήλ της Γραφής. Ανεκαλύφθησαν δε και τάφοι σύγχρονοι της ε' η στ' αιγυπτιακής
δυναστείας, 3000 περίπου ετών προ του Ιησού Χριστού, επ’ ίσης δε κέραμοι λίαν
αξιοσημείωτοι υπό έποψιν τεχνικήν»257.
Αντιθέτως ο Λοχαγός Parker ήταν ολοένα και πιο ανήσυχος και κατηφής, αφού ο
δικός του θησαυρός ήταν άφαντος. Τα συνεργεία των εργατών δούλευαν όλη την ημέρα,
αλλά ακόμη και τη νύκτα με το φως δαυλών, καθαρίζοντας το τούνελ του
υδραγωγείου του βασιλιά Εζεκία.
Είχε ήδη έλθει ο
Απρίλιος του 1911 και η άδεια τους έληγε τον Αύγουστο και ακόμα δεν είχε βρεθεί
ούτε η αρχή του μυστικού διαδρόμου. Ο Parker σε μια κίνηση απελπισίας αποφάσισε
να δωροδοκήσει τον Τούρκο Πασά Azmey Bey. Ο διοικητής των Ιεροσολύμων δέχθηκε και
έλαβε 25.000 δολάρια και έτσι επέτρεψε στους Άγγλους να σκάψουν κρυφά κάτω από
το Τέμενος του Ομάρ, εκεί που ήταν παλιά ο Ναός του Σολομώντα. Ο Parker και
λίγοι άνδρες του, μεταμφιεσμένοι σε Άραβες, κάθε βράδυ γλιστρούσαν μέσα στο
σκοτάδι. Προορισμός τους ήταν η Νότια γωνία του όρους του Ναού, στην περιοχή
που είναι γνωστή ως οι "Στάβλοι του Σολομώντα". Εκεί άρχισαν να
σκάβουν, αλλά εξαιτίας των υπαρχόντων στερνών δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν. Στις
17 Απριλίου μετακινήθηκαν λίγο πιο μέσα και άνοιξαν μία λίθινη σήραγγα, που
οδηγεί από βορρά κάτω από τον ιερό βράχο, που όμως είχε ήδη ανασκάψει
παλαιότερα ο Warren. Εκεί
άρχισαν να ερευνούν μέσα σ' ένα σπήλαιο, το γνωστό και ως Φρέαρ των πνευμάτων.
Στις 18 Απριλίου, αφού μετακίνησαν μια πλάκα που έφραζε το άνοιγμα, βρέθηκαν
μπροστά σε ένα μικρό κοίλωμα βάθους 25 εκατοστών. Τότε προσπάθησαν να σπάσουν
τους βράχους, που - κατά την άποψή τους - έφραζαν το άνοιγμα ενός διαδρόμου.
Μέσα όμως στην ησυχία της νύχτας άρχισε να ακούγεται ολοένα και πιο καθαρά ο
ήχος από τις σκαπάνες τους. Ένας φύλακας του Τεμένους που ξαγρυπνούσε,
αντιλήφθηκε από πού ερχόταν οι ήχοι και σύντομα εντόπισε και τους ίδιους τους
λαθρανασκαφείς. Ο Άραβας, ένας Αλγερινός, που οι φήμες είπαν ότι είχε ήδη δωροδοκηθεί,
αλλά όχι ως φαίνεται επαρκώς, έτρεξε προς την πόλη κραυγάζοντας ότι Άγγλοι
σκάβουν κάτω από το Τζαμί της Χρυσής Θόλου (Θόλος του Βράχου ή Τέμενος του
Ομάρ). Σύντομα πλήθη Μουσουλμάνων πλημμύρισαν τους δρόμους τρέχοντας προς τα
εκεί που γινόταν η υποτιθέμενη ιεροσυλία. Όμως ο Parker και οι δικοί του είχαν
προλάβει να εξαφανισθούν. Οι διαδόσεις στα Ιεροσόλυμα έλεγαν ότι οι φύλακες του
Τεμένους είχαν δωροδοκηθεί και ότι οι Άγγλοι είχαν εντοπίσει και ήδη κλέψει την
Κιβωτό της Διαθήκης, το στέμμα και το δακτυλίδι του Σολομώντα, καθώς και το
ξίφος του Μωάμεθ! Ο Parker και οι συνεργάτες του δεν έμειναν ούτε ώρα στα
Ιεροσόλυμα, αλλά πανικόβλητοι κατευθύνθηκαν στη Γιάφα, όπου κατέφυγαν στο εκεί
ελλιμενισμένο γιότ τους. Το Οθωμανικό Λιμεναρχείο ερεύνησε το αγγλικό σκάφος,
αλλά φυσικά δεν βρήκε θησαυρούς. Ο Parker, παρά την απαγόρευση απόπλου,
αντιλήφθηκε ότι η μόνη οδός σωτηρίας ήταν η φυγή. Σήκωσαν άγκυρα και στα κρυφά
απέπλευσαν.
Ο σάλος υπήρξε
τέτοιος, που η συνήθως οκνηρή Οθωμανική κυβέρνηση έσπευσε να συστήσει επιτροπή
διερευνήσεως του θέματος, αναθέτοντας την προεδρία της στον Βαλή της Τριπόλεως
της Λιβύης. Και, αφού δεν μπορούσαν να συλληφθούν ο Βρετανός λοχαγός και οι
συνεργάτες του, καθώς πρόλαβαν και δραπέτευσαν, φυλακίσθηκαν στη Βυρηττό ως
συνεργοί τους ο Αρμένιος μεταφραστής Μακαζδάρ και ο πρώτος Σεΐχης του Χαράμ
Σαρίφ, γνωστού και ως Τέμενος του Ομάρ. Κατηγορήθηκε και ο διοικητής της
Ιερουσαλήμ για την εύνοια και την προστασία που τους παρείχε, αλλά οι ευθύνες
του δεν αποδείχθηκαν, όπως υποστήριξαν οι δημόσιες αρχές258.
Από το Λονδίνο, όπου
είχε καταφύγει, ο Parker δήλωσε «ότι αρχή της επιχειρήσεως αυτού εχρησίμευσε
γραφή συμβολική, ήτις απεκάλυπτε το μέρος, όπου ην ο ναός και ο θησαυρός αυτού»259και διαβεβαίωσε ότι θα
επιστρέψει σύντομα στα Ιεροσόλυμα για νέες έρευνες. Και πράγματι προσπάθησε να
το κάνει τον Οκτώβριο του 1911. Όμως έφθασε μέχρι την Αίγυπτο, όπου αντιλήφθηκε
ότι οι συνθήκες είχαν αλλάξει και δεν ήταν συνετό γι΄ αυτόν να πλεύσει προς την
Παλαιστίνη. Έτσι επέστρεψε στην πατρίδα του εγκαταλείποντας για πάντα το όνειρο
ανευρέσεως της Κιβωτού και άλλων Βιβλικών θησαυρών. Η αποστολή Parker, όπως ονομάστηκε, «ξεκίνησε με
ανοησία, αλλά ήταν σχεδιασμένη με πανουργία» κατά τον Neil Asher Silberman. Ο Juvelius τον Απρίλιο του 1911 ήταν έτοιμος να
ταξιδέψει από τη Φινλανδία προς την Παλαιστίνη, αλλά δεν ξεκίνησε, διότι με
τηλεγράφημα ενημερώθηκε για τα διατρέξαντα. Όπως προκύπτει από τα χειρόγραφά
του μέχρι και τον θάνατό του το1922, ονειρευόταν τη διοργάνωση νέας αποστολής
στα Ιεροσόλυμα260.
Είναι
αξιοσημείωτο ότι η μυστικότητα των ανασκαφών ήταν τέτοια, που, όταν τον
Αύγουστο του 1911 ο Ιωάννης Φωκυλίδης έγραφε για τα διατρέξαντα, σε σχετικό
άρθρο του, που δημοσιεύθηκε στη ''Νέα
Σιών'', διατελούσε κάτω από την εντύπωση ότι η αποστολή Parker επρόκειτο για
μια καθαρά αρχαιολογική έρευνα χωρίς ίχνος τυχοδιωκτισμού. Τον σάλο που
δημιουργήθηκε τον απέδιδε στην
καλπάζουσα φαντασία των κατοίκων, έχοντας εν μέρει δίκιο ως προς αυτό, αλλά
φυσικά αγνοούσε όσα συνέβησαν στο παρασκήνιο. «Αι κρύφα και κεκλεισμένων των
θυρών γενόμεναι τελευταίαι ανασκαφαί αύται κατετάραξαν τας συνειδήσεις του
Μωαμεθανικού της Ιερουσαλήμ πληθυσμού και κατέλιπον το στάδιον ελεύθερον προς
σχηματισμόν διαφόρων εικασιών και υποθέσεων. Oι μεν έλεγον ότι ανεκαλύφθη το
δόρυ του Δαβίδ, το στέμμα και το σκήπτρον του Σολομώντος, οι δε ότι η ράβδος
του Μωϋσέως, η Κιβωτός της Διαθήκης, η σφραγίς του Αλή και άλλα πολύτιμα
κειμήλια και ότι θαλαμηγός διαρκώς υπό ατμόν διατελούσα εν Ιόππη παραλαβούσα τα
ανεκτίμητα κειμήλια ταύτα απήγαγεν εις Αγγλίαν. Υπήρξαν δε τινες, οίτινες μετά
ύφους μυστηριώδους διισχυρίζοντο ότι ανεκαλύφθη και πολυτελέστατος γαμήλιος
πέπλος της θυγατρός του Φαραώ, ήν ενυμφεύθη ο Σολομών, όστις ην εντός θήκης
χρυσής!»261
Όμως όταν
ξέσπασαν οι ταραχές στα Ιεροσόλυμα και διέρρευσαν οι σχετικές πληροφορίες, ήταν
τέτοιος ο παγκόσμιος αντίκτυπος των συμβάντων, που απασχόλησε επί καιρό
εφημερίδες και περιοδικά σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική. Ακόμα και στην Ελλάδα
έφθασε ο απόηχος των γεγονότων, έστω και με καθυστέρηση μηνών, αφού σχετικά άρθρα
συμπεριλήφθηκαν σε έντυπα της εποχής, όπως στο περιοδικό ''Πινακοθήκη". Σ'
αυτό μάλιστα περιεχόταν ως βεβαία είδηση, βασισμένη σε δημοσιεύματα
αμερικανικών εφημερίδων ότι : «το ιερώτερον τέμενος του Ισλάμ εσυλήθη υπό
Άγγλων και Αμερικανών εξερευνητών, οίτινες έκλεψαν εξ αυτού την Κιβωτόν της
Διαθήκης περιέχουσαν τας Πλάκας των Εντολών. … Οι κλέπται των εν τοις υπογείοις
του τεμένους θησαυρών, ο Πάρκερ και Άγγλος μηχανικός Ουΐλσων, απεκόμισαν δέκα
μεγάλα κιβώτια»262.
Όπως πολύ ορθώς
είχε παρατηρήσει τότε ο Γερμανός Λουθηρανός θεολόγος Gustaf
Hermann Dalman (1855
-1941) γράφοντας στο περιοδικό Palestine Exploration Fund : «ο λαός της
Παλαιστίνης εβεβαιώθη πλέον εν τη γνώμη του ότι αι αρχαιολογικαί έρευναι αποβλέπουσιν
εις αναζήτησιν θησαυρού. τούτου
δ’ ένεκα διεσαλεύθη η εμπιστοσύνη εις αρχαιολογικάς ανασκαφάς»263. Αυτή πρέπει να θεωρηθεί
και η σημαντικότερη βλάβη που προκλήθηκε από την αποστολή Πάρκερ.
Τους υπόγειους
διαδρόμους, που είχε ανακαλύψει ο Warren και χρησιμοποίησε και ο Parker,
ξαναέφερε και πάλι στην επικαιρότητα ένα τυχαίο γεγονός. Τον Ιούλιο του
1981 ο ραββίνος Meir Yehuda Getz θέλησε να κατασκευάσει μία νέα συναγωγή πίσω
από το Δυτικό τείχος της Ιερουσαλήμ. Τότε εντελώς συμπτωματικά, κατά τις
διενεργούμενες εκσκαφές, αποκαλύφθηκε μία οπή που οδηγούσε σ' ένα μεγάλο θολωτό
δωμάτιο, το οποίο θεωρήθηκε ότι ανάγεται στην εποχή του Ναού του Σολομώντα. Ο ραββίνος
Getz το ταύτισε με τον χώρο όπου φύλαγαν
τα αναγκαία ξύλα για τις θυσίες στο βωμό των ολοκαυτωμάτων. Υποστήριξε ότι η
ανακαλυφθείσα αυτή δίοδος, η οποία είχε κατεύθυνση από τα δυτικά προς τα
ανατολικά, μπορούσε να οδηγήσει υπόγεια στον χώρο όπου κάποτε ήταν κτισμένα τα
Άγια των Αγίων. Με ένα ολιγομελές συνεργείο συνέχισε επί ενάμιση χρόνο να
διανοίγει από τα χώματα αυτό το πέρασμα με προσοχή και μυστικότητα, για να μη
γίνει αντιληπτός από τους Μουσουλμάνους. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Getz απείχαν γύρω στα 40 πόδια για να φθάσουν στο
επιδιωκόμενο σημείο, όταν η είδηση διέρρευσε και δημοσιοποιήθηκε από τα τοπικά
Μ.Μ.Ε. Μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσουν ταραχές από τους Παλαιστίνιους, που το
θεώρησαν ως προσπάθεια καταπατήσεως από τους Εβραίους του ιερού και γι' αυτούς
χώρου, οι εργασίες σταμάτησαν και η είσοδος στη δίοδο σφραγίσθηκε264.
Προφανώς
ο ραββίνος Getz
οδηγήθηκε σ' αυτά τα συμπεράσματα με βάση ραββινικά κείμενα, όπως το Ταλμούδ,
τα οποία, όπως προαναφέραμε, δεν είναι αξιόπιστα, αλλά προβάλουν τους ευσεβείς
πόθους του Ιουδαϊσμού . Επιπρόσθετα μία ερασιτεχνική εκσκαφή από μη ειδικούς,
σαν αυτή που επιχείρησε ο ραββίνος, βεβαιότατα δεν αποτελεί αρχαιολογική έρευνα
και είναι πολύ πιθανό, παρά τις καλές προθέσεις του, να προκάλεσε ανεπανόρθωτες
φθορές. Ταυτόχρονα οι υπόγειοι αυτοί χώροι, που ανακάλυψε πρώτος ο Warren τον 19ο αιώνα, δεν έχουν ακόμα μελετηθεί επιστημονικά
λόγω του Ισλαμικού φανατισμού. Συνεπώς ούτε έχουν χρονολογηθεί, ούτε η άμεση
σχέση τους με τον Ναό του Σολομώντα έχει αποδειχθεί. Παράλληλα δεν βρέθηκε σ'
αυτούς καμία ένδειξη υπάρξεως κάποιου αξιόλογου ευρήματος, πολύ δε περισσότερο
ενδείξεως ότι εκεί κρυβόταν η Κιβωτός. Εδώ οφείλουμε να προσθέσουμε ότι στον
τρίτο Ναό, αυτόν που οικοδόμησε ο Ηρώδης, η αποθήκευση των ξύλων που
απαιτούνταν για τις θυσίες γινόταν στη βορειοανατολική γωνία της αυλής των
γυναικών. Το σημείο αυτό ονομαζόταν και αυλή των ξύλων265. Πιθανότατα το ίδιο θα συνέβαινε και στον Ναό του
Σολομώντα, καθώς φαίνεται παράδοξο και πρακτικά δύσκολο να αποθήκευαν τα ξύλα
σε υπόγειο χώρο και μάλιστα σε τέτοιο βάθος.
Η εκδοχή της αποκρύψεως της Κιβωτού σε
σπηλιές στο Όρος των Ελαιών
Μία νεώτερη
θεωρία, όχι και τόσο γνωστή, τοποθετεί την Κιβωτό να είναι κρυμμένη σε κάποια
από τις σπηλιές στο Όρος των Ελαιών και κοντά στον χείμαρρο των Κέδρων266. Η τοποθεσία αυτή βρίσκεται έναντι του μέρους όπου κάποτε υψωνόταν ο Ναός
και απέχει μόλις μισό μίλι από τα τείχη της Ιερουσαλήμ. Προφανώς η κοντινή
απόσταση και η ύπαρξη πολλών σπηλαίων έκανε μερικούς να θεωρήσουν ότι ήταν ένας
πρόσφορος χώρος, για να έχει κρυφθεί κάπου εκεί η Κιβωτός. Ο συλλογισμός όμως
αυτός είναι ανιστόρητος και εύκολα καταπίπτει. Ο χώρος αυτός της δυτικής
πλευράς του Όρους των Ελαιών και πριν τον 6ο αιώνα π.Χ. , αλλά και για πολλούς
αιώνες μετά, χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο267. Τα υπάρχοντα
εκεί σπηλαιώδη ανοίγματα - είτε αυτά
είναι φυσικά είτε τεχνητά - χρησιμοποιήθηκαν κατά τις ταφικές συνήθειες των
Ισραηλιτών ως ατομικοί ή συνηθέστερα ως οικογενειακοί τάφοι. Οι Εβραίοι
τιμούσαν τους τάφους ιδιαιτέρως, αλλά σύμφωνα με τις διατάξεις της Παλαιάς
Διαθήκης περί καθαρού και ακαθάρτου και μόνο το άγγιγμα τάφου μίαινε και
απαιτούνταν τελετουργικός καθαρισμός268 με ύδωρ καθαρό ή με το «ύδωρ
αγνισμού». Όπως χαρακτηριστικά
παρατηρεί ο καθηγητής Ιωάννης Κολιτσάρας «Οι Εβραίοι έζων συνεχώς με τον φόβον της μολύνσεως και με το αίσθημα της
ανάγκης προς κάθαρσιν και εξαγνισμόν. Μόλυνσις δια αυτούς ήτο… η επαφή με
μολυσμένα αντικείμενα, όπως το νεκρόν ανθρώπινον σώμα, τα οστά αποθανόντος, οι
τάφοι..»269. Φαίνεται λοιπόν εντελώς απίθανο να θέλησαν οι Ιουδαίοι να κρύψουν το
ιερότερο και αγιότερο αντικείμενό τους, την Κιβωτό, σ' ένα μέρος που θα
μιαινόταν. Επιπρόσθετο στοιχείο κατά της θεωρίας αυτής είναι και το γεγονός ότι
ο εν λόγω χώρος, ήδη από τον 19ο αιώνα και έως τις ημέρες μας έχει ανασκαφεί
και ελεγχθεί συστηματικά από τους αρχαιολόγους, χωρίς να ανευρεθεί κάτι σχετικό
με την Κιβωτό.
Εδώ να προσθέσουμε ότι ο χείμαρρος
των Κέδρων ονομάζεται και κοιλάδα Ιωσαφάτ και αναφέρεται σχετικά μ΄ αυτήν από
τον προφήτη Ιωήλ: «καὶ συνάξω πάντα τὰ ἔθνη
καὶ κατάξω αὐτὰ εἰς τὴν κοιλάδα Ἰωσαφὰτ καὶ διακριθήσομαι πρὸς αὐτοὺς ἐκεῖ ὑπὲρ
τοῦ λαοῦ μου»270 . Θεωρήθηκε
από κάποιους, που παρέβλεψαν τη συμβολική σημασία των στίχων αυτών και εξέλαβαν
τους παραπάνω λόγους κυριολεκτικά, ως ο συγκεκριμένος τόπος όπου θα διεξαχθεί η
Εσχάτη Κρίση υπό του Κυρίου. Άρα, γιατί να μην έχουμε και την παρουσία της
Κιβωτού εκεί σκέφθηκαν.
Η εκδοχή της αποκρύψεως της Κιβωτού
στον Γολγοθά
Ένας άλλος
αυτοαποκαλούμενος αρχαιολόγος, ο Ron Wyatt, υποστήριξε ότι η Κιβωτός πρέπει να
θάφθηκε κάτω από τον βραχώδη λοφίσκο του Γολγοθά. Ο συλλογισμός του βασιζόταν
στο ότι, όπως ο Ιουδαίος Αρχιερεύς την Ημέρα του Εξιλασμού ράντιζε την Κιβωτό με
αίμα, έτσι και όταν ο Χριστός σταυρώθηκε στον Γολγοθά το αίμα Του έτρεξε δια
μίας ρωγμής στον υπόγειο χώρο όπου ήταν θαμμένη η Κιβωτός271. Ο Wyatt
εντελώς αόριστα μιλούσε για έναν μυστικό θάλαμο σ' ένα σπήλαιο στο βράχο του
Γολγοθά, όπου κατάφερε να διεισδύσει το 1989. Κατά την άποψή του ο Γολγοθάς δεν
βρίσκεται εκεί που όλοι γνωρίζουμε. Κατά τους ισχυρισμούς του το σπήλαιο μέσα
στο οποίο βρισκόταν η Κιβωτός συνδεόταν με σειρά από στοές με τον χώρο όπου
ήταν κάποτε ο Ναός του Σολομώντα. Εκεί μέσα δεν υπήρχε μόνο η Κιβωτός, αλλά και
διάφορα άλλα ιερά αντικείμενα του Ναού, αφήνοντας όμως αδιευκρίνιστο ποια ήταν
αυτά. Δυστυχώς όμως η φωτογραφική του μηχανή δεν κατάφερε να αποτυπώσει τίποτε!
Έτσι επέστρεψε κάποια άλλη ημέρα με ένα κολονοσκόπιο, το οποίο πέρασε μέσα από
μία σχισμή της λίθινης πλάκας που κάλυπτε την Κιβωτό κι έτσι επιβεβαίωσε την
ύπαρξή της! Πέραν όμως του λόγου του καμία απόδειξη δεν προσκόμισε. Ακόμα κι ο
συνοδός του σ' αυτή την επιχείρηση δεν μπόρεσε να δει αυτό που είδε ο Wyatt. Εκ
των υστέρων δικαιολογήθηκε ότι δεν ανέσυρε την Κιβωτό, γιατί του το απαγόρευσαν
οι Ισραηλινές αρχές, φοβούμενες συμπλοκές Εβραίων ζηλωτών και Μουσουλμάνων.
Διαψεύδοντας τον ίδιο του τον εαυτό άλλη φορά δήλωσε ότι αυτό του το απαγόρευσε
ένας άγγελος. Η "ανακάλυψη" Ronald Eldon Wyatt (1933-1999) είναι ολοφάνερο ότι δεν
έχει ίχνος αξιοπιστίας, όμως την αναφέρουμε, όπως και άλλες παρόμοιες, για
λόγους απλής καταγραφής και αναίρεσής τους.
Η εκδοχή της αποκρύψεως της Κιβωτού
στα σπήλαια του Εγγαδδί (Ein Gedi), στη δυτική όχθη της Νεκράς θάλασσας το 587
π.Χ.
Ο Lawrence W. Blaser, ένας αμερικανός Αντβεντιστής και ερασιτέχνης αρχαιολόγος,
απορρίπτει εντελώς την αναφορά της Παλαιάς Διαθήκης για απόκρυψη της Κιβωτού
από τον Προφήτη Ιερεμία στο όρος Νεβώ. Το βασικό του επιχείρημα ήταν ότι αυτό βρίσκεται
πολλά χιλιόμετρα μακριά από την Ιερουσαλήμ, άρα θεωρούσε αδύνατη την εκεί
μεταφορά της Κιβωτού, λόγω των δυσκολιών της αποστάσεως και του χρόνου για να
διανυθεί αυτή. Όμως στην πραγματικότητα η απόσταση είναι λίγες ημέρες ταξίδι
πεζοπορίας. Από την κορυφή του Νεβώ, τις ημέρες που η ατμόσφαιρα είναι καθαρή,
η Ιερουσαλήμ είναι ορατή. Συνεπώς δεν πρόκειται για μια υπερβολικά μακρινή
απόσταση, ιδίως αν λάβουμε υπόψη ότι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής ήταν
συνηθισμένοι στο να διανύουν με τα πόδια σχεδόν καθημερινά, μικρές ή μεγάλες
διαδρομές. Παράλληλα πρέπει να μην λησμονούμε ότι η Ιερουσαλήμ και ο Ναός
καταστράφηκαν ένα μήνα μετά την κατάληψή τους από τους Βαβυλωνίους, συνεπώς θεωρητικά
υπήρχε και ο χρόνος και η δυνατότητα να φυγαδευθεί η Κιβωτός, αν αυτό δεν είχε
γίνει πριν την έναρξη της πολιορκίας.
Ο L. Blaser το 1958 διάβασε σε ένα βιβλίο της Αντβεντίστριας και
αυτοαποκαλούμενης προφήτιδος, Ellen G. White, ότι η Κιβωτός λίγο πριν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους
Βαβυλωνίους κρύφθηκε σε ένα σπήλαιο. Αυτό έξαψε τη φαντασία του και τον έκανε
ν' αρχίσει να ερευνά αυτή την πιθανότητα. Θεώρησε λοιπόν ως πιθανότερο σημείο
για την απόκρυψη της Κιβωτού μια τοποθεσία κοντά στη δυτική όχθη της Νεκράς
θάλασσας, το Ein Gedi, το αναφερόμενο στην Παλαιά Διαθήκη ως Εγγαδδί272. Τα επιχειρήματά του
ήταν ότι : α) η τοποθεσία αυτή είναι πολύ εγγύτερα στην Ιερουσαλήμ, μόλις 40
μίλια. Συνεπώς θα ήταν ευκολότερα προσβάσιμη στις δύσκολες ώρες που προηγήθηκαν
ή ακολούθησαν της εισβολής των Βαβυλωνιακών στρατευμάτων. β) Εκεί βρισκόταν το
σπήλαιο, στο οποίο κρύφθηκε ο Δαβίδ την εποχή που τον κατεδίωκε ο βασιλεύς
Σαούλ. Μετά την προδοσία των κατοίκων της περιοχής Ζιφ αναγκάσθηκε, να
αναζητήσει νέο κρησφύγετο. «Καὶ ἀνέστη
Δαυὶδ ἐκεῖθεν καὶ ἐκάθισεν ἐν τοῖς στενοῖς Ἐγγαδδί. καὶ ἐγενήθη ὡς ἐνέστρεψε
Σαοὺλ ἀπὸ ὄπισθεν τῶν ἀλλοφύλων, καὶ ἀπηγγέλη αὐτῷ λεγόντων, ὅτι Δαυὶδ ἐν τῇ ἐρήμῳ
Ἐγγαδδί….καὶ ἦλθεν εἰς τὰς ἀγέλας τῶν ποιμνίων τὰς ἐπὶ τῆς ὁδοῦ,
καὶ ἦν ἐκεῖ σπήλαιον, καὶ Σαοὺλ εἰσῆλθε παρασκευάσασθαι· καὶ Δαυὶδ καὶ οἱ ἄνδρες
αὐτοῦ ἐσώτερον τοῦ σπηλαίου ἐκάθηντο»273.
Στο σπήλαιο αυτό ο Δαβίδ είχε την ευκαιρία να σκοτώσει τον κοιμώμενο διώκτη
του, αλλά με μεγαλοψυχία του χάρισε τη ζωή. Υπέθεσε λοιπόν ότι αυτός ο
σεβάσμιος χώρος, ο οποίος έγινε καταφύγιο του Βιβλικού βασιλιά, ο οποίος
συνδέεται με τη μεταφορά της Κιβωτού στην Αγία πόλη, θα ήταν το ιδανικό μέρος
για να φυλαχθεί, μεταφερόμενη αυτή τη φορά από τα Ιεροσόλυμα. Ο L. Blaser απέρριψε το υποδεικνυόμενο από την παράδοση ως σπήλαιο του Δαβίδ,
γιατί το θεωρούσε πολύ μικρό. Αλλά και προφανώς γιατί δεν βρήκε εκεί κάτι που
να επιβεβαιώνει τη θεωρία του. Το 1977 εντόπισε εκεί κοντά ένα άλλο σπήλαιο και
υποστήριξε ότι αυτό ήταν το αυθεντικό. Αυτό όμως, αν και είχε δύο εισόδους,
ήταν και οι δυο κλεισμένες με τεράστιους βράχους. Το 1979 ξαναγύρισε στην
περιοχή με ομάδα συνεργατών, όμως δεν κατόρθωσαν να ανοίξουν το σπήλαιο με τα
εργαλεία που διέθεταν. Οι προσπάθειές του τερματίσθηκαν εκεί, διότι, όπως ο
ίδιος υποστήριξε, δεν μπορούσε να συνεχίσει για οικονομικούς λόγους274
Οι «ορειχάλκινοι κύλινδροι» του
σπηλαίου 3Q του
Κουμράν και η Κιβωτός της Διαθήκης
Άραγε υπάρχει
κάποια σύνδεση της τύχης της Κιβωτού με τα ευρήματα στο Κουμράν, αναρωτιούνται
κάποιοι; Στις 14 Μαρτίου του 1952 οι
αρχαιολόγοι που ανέσκαπταν το σπήλαιο 3Q στην περιοχή του Κουμράν275, στα βορειοδυτικά παράλια της Νεκράς θαλάσσης,
ανακάλυψαν στο βάθος του ένα σπάνιο εύρημα276. Τρεις κυλίνδρους, αλλά όχι από περγαμηνή,
όπως οι άλλοι 14 που είχαν ήδη ανακαλύψει εκεί, αλλά από μέταλλο277. Εξαιτίας του υλικού
τους έλαβαν και την ονομασία οι
«ορειχάλκινοι κύλινδροι ». Λόγω της επί αιώνες παραμονής τους στο
σπήλαιο είχαν διαβρωθεί και ήταν αδύνατο να ξετυλιχθούν με το χέρι, χωρίς να
προκληθούν στην επιφάνειά τους ανεπανόρθωτες φθορές. Έτσι το 1955 - 56
απεστάλησαν στη Βρετανία στο Κολλέγιο Τεχνολογίας του Μάντσεστερ, όπου έγινε
εφικτό το άνοιγμά τους. Όπως διαπιστώθηκε τότε οι τρείς κύλινδροι αποτελούσαν
με συρραφή τους, τα τμήματα ενός ενιαίου κυλίνδρου με συνολικό μήκος 2,40 μ. και
πλάτος 0,30 μ. Μετά το άνοιγμά τους κατορθώθηκε η ανάγνωση του κειμένου, το
οποίο ήταν χαραγμένο στην εσωτερική επιφάνειά τους. Αυτό ήταν γραμμένο σε
δώδεκα παράλληλες στήλες και η γλώσσα του ήταν η Εβραϊκή. Μεγάλη όμως κατάπληξη
προκάλεσε το περιεχόμενό του, το οποίο σε αντίθεση με όλων των υπολοίπων
χειρογράφων του Κουμράν που ήταν θρησκευτικό - είτε αυτά ήταν Βιβλικά είτε
εξωβιβλικά κείμενα - αυτό αποτελούσε ένα κατάλογο κρυμμένων θησαυρών.
Σ' αυτόν γίνεται
αναφορά σε 63 διαφορετικές τοποθεσίες, όπου έχουν τοποθετηθεί μεγάλες ποσότητες
χρυσού και αργύρου. Η αναφορά όμως των τοποθεσιών γίνεται με τρόπο συνθηματικό
και ασαφή, προφανώς για να μην γίνεται αντιληπτό άμεσα από τον τυχαίο αναγνώστη
το μέρος το οποίο υποδεικνύουν. Σύμφωνα με τον παλαιό καθηγητή της Θεολογικής
Σχολής Αθηνών, Γεώργιο Γρατσέα, ισχύουν οι ακόλουθες πιθανότητες για τα
αναφερόμενα στους «ορειχάλκινους κυλίνδρους» : «Πρόκειται περί φανταστικών
ποσών, περί συμβολικών αριθμών, περί παραπλανητικώς σημειουμένων περιοχών, περί
θησαυρών του ναού αποκρυβέντων μετά την καταστροφήν της Ιερουσαλήμ υπό των
δυνάμεων του Τίτου ; Πρόκειται περί των θησαυρών της εν Κουμράν κοινότητος ;
Ουδέν μετά βεβαιότητος δύναται να λεχθή»278.
Ο Richard Freund, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Hartford, είπε χαρακτηριστικά για τον κύλινδρο
από ορείχαλκο ότι είναι : «ίσως ο πλέον μοναδικός, ο πλέον σημαντικός και
συνάμα ο λιγότερο κατανοητός». Κάποιοι από τους αρχαιολόγους και τους Βιβλικούς
μελετητές πιστεύουν ότι οι θησαυροί που αναφέρονται στους «ορειχάλκινους
κυλίνδρους» ανήκαν στον πρώτο Ναό, αυτόν του Σολομώντα και αποκρύφθηκαν σε
διάφορες κρύπτες προτού αυτός καταστραφεί από τους Βαβυλωνίους. Ένας από τους
ειδικούς αυτούς είναι και ο Ορέν Γκούτφελντ, Ισραηλινός αρχαιολόγος στο Εβραϊκό
Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Προκειμένου να αποδείξει αυτή τη θεωρία, μέχρι και
το 2006 ανέσκαπτε δύο σήραγγες σε τοποθεσία κοντά στου Κουμράν. Κατά την άποψή
του εκεί πρέπει να βρισκόταν η Κοιλάδα των Σκιών, που αναφέρουν οι
«ορειχάλκινοι κύλινδροι» ως έναν από τους τόπους όπου έχουν φυλαχθεί οι
θησαυροί του Ναού. Οι έρευνές του όμως απέβησαν άκαρπες. Παρ΄ όλα αυτά εκείνος
δεν απογοητεύθηκε και συνεχίζει να ανασκάπτει σπήλαια στην περιοχή του Κουμράν,
όπως το 52Β, έχοντας εντοπίσει άλλα ευρήματα, όπως πήλινα αγγεία, τίποτε όμως
σχετικό με τους θησαυρούς279.
Άλλη ομάδα
επιστημόνων απορρίπτει την εκδοχή να ανήκε ο εν λόγω θησαυρός στον πρώτο Ναό.
Το βασικό επιχείρημά τους είναι ότι οι «ορειχάλκινοι κύλινδροι» έχουν
χρονολογηθεί και η κατασκευή τους έχει τοποθετηθεί ανάμεσα στο 25μ. Χ. και το
100 μ. Χ. Σύμφωνα μ' αυτή τη δεύτερη ομάδα, πιθανότερη αποτελεί η εκδοχή, οι
θησαυροί να ανήκαν στον τρίτο Ναό, αυτόν του Ηρώδου, τον οποίον κατέστρεψαν οι
Ρωμαίοι το 70 μ. Χ.. Όμως η μαρτυρία του Ιώσηπου είναι σαφής: «ἔκαιον (οι
Ρωμαίοι στρατιώτες) δὲ καὶ τὰ
γαζοφυλάκια, ἐν οἷς ἄπειρον μὲν χρημάτων πλῆθος ἄπειροι δ᾽ ἐσθῆτες καὶ ἄλλα
κειμήλια, συνελόντι δ᾽ εἰπεῖν, πᾶς ὁ Ἰουδαίων σεσώρευτο πλοῦτος, ἀνεσκευασμένων
ἐκεῖ τοὺς οἴκους τῶν εὐπόρων»280.
Αφού οι Ρωμαίοι λεηλάτησαν τόσο μεγάλες ποσότητες θησαυρών από το Ναό του
Ηρώδη, πόσο πιθανόν είναι να υπήρχε και μια εξίσου τεράστια ποσότητα που να
κρύφθηκε πρωτύτερα ;
Το φλέγον όμως
ερώτημα είναι: βρίσκεται μεταξύ αυτών των θησαυρών και η Κιβωτός της Διαθήκης ;
Κανείς από τους παραπάνω επιστήμονες δεν την αναφέρει ονομαστικά. Προφανώς
γιατί αυτό θα ήταν ιδιαίτερα παρακινδυνευμένο, καθώς τίποτε από τα αναγραφόμενα
στους «ορειχάλκινους κυλίνδρους» ακόμη δεν έχει αποδειχθεί ως αληθινό, αλλά και
πουθενά δεν αναφέρεται ρητά η Κιβωτός μέσα στο κείμενό τους. Κάποιοι όμως υποστηρίζουν με πάθος, χωρίς
όμως να επικαλούνται κάποιο βάσιμο στοιχείο, ότι ένα από τα χρυσά αντικείμενα
αυτού του θησαυρού είναι και η Κιβωτός. Ένας
από αυτούς είναι και ο Vendyl Miller Jones, ένας Αμερικανός ερευνητής που είχε ασχοληθεί
ιδιαίτερα με την εκδοχή αυτή, πραγματοποιώντας οκτώ ανασκαφικές έρευνες στην
ευρύτερη περιοχή του Κουμράν. Σε μια ανασκαφή του στα σπήλαια του Wadi Jafet Zaben, μια τοποθεσία βόρεια του Κουμράν, το 1992 βρήκε
μέσα σε ένα σπήλαιο ένα κοκκινωπό υλικό, σε κατάσταση σκόνης, το οποίο θεώρησε
ότι ήταν αρχαίο θυμίαμα απ' αυτό που χρησιμοποιούνταν στο Ναό. Κατ΄ αυτόν το
εύρημά του αποδείκνυε ότι κάποτε στο σπήλαιο αυτό είχαν τοποθετηθεί αντικείμενα
που χρησιμοποιούνταν στη λατρεία του Ναού, εξ ου και τα κατάλοιπα θυμιάματος281. Οι αρχαιολόγοι, όπως o Ισραηλινός Αν. καθηγητής Zohar Amar του Πανεπιστημίου Bar - Ilan, αιτιολογημένα
διαφώνησαν μαζί του, αφού αυτό που βρήκε δεν ήταν καν θυμίαμα282. Παρ' όλα αυτά εκείνος
συνέχισε να διατείνεται ότι ανακάλυψε το «σπήλαιο των σκιών» που αναφέρεται από
τους «ορειχάλκινους κυλίνδρους » ως μία από τις τοποθεσίες όπου έχουν φυλαχθεί
θησαυροί του Ναού. Παράλληλα, όπως προαναφέραμε, ήταν πεπεισμένος ότι οι
«ορειχάλκινοι κύλινδροι» μεταξύ των 63 τοποθεσιών που αναγράφουν για τους
κρυμμένους θησαυρούς του Ναού του Σολομώντα συμπεριλαμβάνεται και η κρύπτη που
είναι φυλαγμένη η Κιβωτός. Ο V. Jones υποστήριζε ότι οι Ιουδαίοι είχαν προλάβει να μεταφέρουν και να
κρύψουν τους θησαυρούς και καθετί ιερό που είχε ο Ναός, όπως την Κιβωτό και τη
Σκηνή του Μαρτυρίου, λίγο πριν φθάσει το Βαβυλωνιακό στράτευμα. Όπως γίνεται
αντιληπτό, όλα τα παραπάνω αποτελούσαν απλές υποθέσεις. Ποτέ δεν παρέθεσε μια
πειστική επιχειρηματολογία, ούτε τεκμηρίωσε τα λεγόμενά του, επικαλούμενος
αντικειμενικά στοιχεία. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε ότι οι μέθοδοι που
χρησιμοποιούσε ο Jones,
αλλά και οι επιστημονικές "περγαμηνές" του, συχνά είχαν αμφισβητηθεί
από μέλη ακαδημαϊκών κοινοτήτων. Και όχι αδικαιολόγητα. Χαρακτηριστικά θα
αναφέρουμε ότι τον Μάιο του 2005 είχε ανακοινώσει ότι σύντομα θα ανακαλύψει την
Κιβωτό, πριν από την επέτειο της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, δηλαδή στις 14
Αυγούστου. Αυτό, όπως ο ίδιος δήλωσε, του το είχαν αποκαλύψει οι Καββαλιστές,
δηλαδή οι μυστικιστές του Ιουδαϊσμού που ασχολούνται με τη μαγεία, τη μαντεία
κ.λπ. Τελικώς τίποτε δεν ανακάλυψε, γιατί, όπως ο ίδιος ισχυρίσθηκε, δεν είχε
χρηματοδότες για να συνεχίσει την ανασκαφή του σε ένα σπήλαιο που πίστευε ότι
είναι το «σπήλαιο της στήλης» που επίσης αναφέρεται στους «ορειχάλκινους
κυλίνδρους ».
Σύμφωνα με ένα έργο
της ραββινικής γραμματείας, το Massekhet kelim - το οποίο σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει :
κείμενο εκθέσεως περί των σκευών (του Ναού) - κάποιοι από τους Λευίτες και τους
Προφήτες ανέλαβαν να διασώσουν κρύβοντάς τα, την Κιβωτό της Διαθήκης και τα
άλλα ιερά σκεύη του Ναού των Ιεροσολύμων. Η απόκρυψή τους έγινε σε διάφορα
σημεία στο Ισραήλ και στον τόπο εξορίας τους στη Βαβυλώνα. Κάποια από αυτά,
χωρίς να προσδιορίζεται ποια ακριβώς ήταν, παραλείφθηκαν από αγγέλους. Στο
κείμενο του Massekhet kelim δεν αναφέρεται που συγκεκριμένα έχουν
κρυφθεί, αλλά παραπέμπει στην καταγραφή τους που έγινε σε μια μπρούτζινη
πινακίδα. Παράλληλα όμως επισημαίνει ότι «όλα αυτά δεν πρόκειται να
αποκαλυφθούν παρά μόνο όταν έλθει ο Μεσσίας ο υιός του Δαβίδ». Κάποιοι μελετητές
έχουν εκφράσει την άποψη ότι η αναφερόμενη στο κείμενο μπρούτζινη πλάκα είναι
το ίδιο αντικείμενο με τους «ορειχάλκινους κυλίνδρους» του σπηλαίου 3Q του Κουμράν. Άλλοι όμως απορρίπτουν
αυτή την ταύτιση, διότι υποστηρίζουν ότι το Κουμρανικό εύρημα αναφέρεται σε
άσχετους με το Ναό θησαυρούς.
Ο James Davila,
Αμερικανός καθηγητής στο κολέγιο St Mary's του Πανεπιστημίου του St Andrews, ο οποίος έκανε τη μετάφραση του Massekhet kelim από τα εβραϊκά στα αγγλικά283, πιστεύει ότι αυτό δεν
αποτελεί έγκυρη ιστορική πηγή, αλλά είναι δημιούργημα ενός ανώνυμου και
ευφάνταστου αρχαίου συγγραφέα. Γι αυτό και το κατατάσσει μεταξύ των
ψευδεπιγράφων που δημιουργήθηκαν πριν από τον 7ο αιώνα μ. Χ. Παρ' όλα αυτά,
όπως επισημαίνει ο ίδιος, είναι αξιοσημείωτο ότι υπάρχουν κάποιες ομοιότητες
μεταξύ του κειμένου του Massekhet kelim και των «ορειχάλκινων κυλίνδρων»284. Συμπληρωματικά εμείς θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι
ως έμπνευση για τη σύνθεση του κειμένου πρέπει να χρησιμοποιήθηκε η
προαναφερθείσα διήγηση του Β΄ Μακ. 2,4-8 περί αποκρύψεως της Κιβωτού από τον
Προφήτη Ιερεμία. Όσο για τις ομοιότητες μεταξύ του Massekhet kelim και του κειμένου του Κουμρανικού ευρήματος,
αν δεν είναι κοινοί τόποι της ραββινικής γραμματείας, ίσως τότε πρέπει να υποθέσουμε ότι υπήρχε κάποια
άγνωστη κοινή πηγή απ' την οποία να άντλησαν και τα δύο. Όμως η ιστορική τους
αξιοπιστία προφανώς είναι μηδαμινή. Απλώς και τα δύο εκφράζουν ευσεβείς πόθους
του ραββινικού Ιουδαϊσμού.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
213. Οικονόμου Ηλίας,
Μακκαβαίοι, άρθρο στη Θ.Η.Ε., Αθήναι 1966, τ.8, στ.510.
214. Ο Ιάσων ο Κυρηναίος
έγραψε σε πέντε βιβλία την ιστορία της εποχής των Μακκαβαίων μέχρι και την ήττα
του Νικάνωρος (175-161 π.Χ.).
215. Οικονόμου Ηλίας,
Μακκαβαίοι, άρθρο στη Θ.Η.Ε., Αθήναι 1966, τ.8, στ.510.
216. Δόικου Δαμιανού,
Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1985, σελ.157.
217. Β΄ Μακ. 2,4.
218. Penna A., Τα Παραλειπόμενα Ιερεμίου, στην Θ.Η.Ε., Αθήναι 1965, τ. 6, στ.
779.
219. Παραλειπόμενα
Ιερεμίου 3,10 -11. 18 - 20
220. Β΄ Μακ. 2,23
221. Β΄ Μακ. 2,32
222. Δόικου Δαμιανού,
Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1985, σελ.158.
223. Καλαντζάκη Σταύρου, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη,
Θεσσαλονίκη 1985, σελ.90.
224. Η Σκηνή του Μαρτυρίου είχε μεταφερθεί στο Ναό την εποχή του
Σολομώντα (Β΄ Παρ. 1,3.13) και φυλάχθηκε
σε κάποιο από τα βοηθητικά κτίρια που βρίσκονταν στο Ιερό. Κατόπιν δεν
αναφέρεται κάτι σχετικό με αυτήν στην Παλαιά Διαθήκη, πλην της αναφοράς αυτής
του Β΄ Μακκαβαίων.
225. Οι Ρεχαβίτες ήταν
ιδιαίτερη θρησκευτική ομάδα του αρχαίου Ισραήλ. Ζούσαν νομαδικό βίο στην έρημο
σε σκηνές και αρνούνταν να κατοικήσουν σε οικισμούς και να καλλιεργήσουν τη γη.
Περισσότερα βλέπε γι' αυτούς Βέλλα Βασιλείου, Εβραϊκή αρχαιολογία, Αθήναι
1980, σελ.226-227.
226. Ιερ. 42,1-19.
227. Ιερ. 47 και
άρθρο Ιερεμίας, στην Θ.Η.Ε., Αθήναι 1965, τ. 6, στ.779.
228. Παραλειπόμενα Ιερεμίου 1,2.4
229. Ο Δ. Δόικος
υποστηρίζει ως χρόνο συγγραφής του Β΄ Μακκαβαίων το χρονικό διάστημα μέσα στον 1ο π.Χ. αιώνα (Εισαγωγή στην Παλαιά
Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 158), ο Ι. Κολιτσάρας το 125-124 π.Χ.
(Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής, Αθήναι 1998, 2η έκδ., σελ. 216) και ο Η. Οικονόμου το 161 π.Χ.
(Μακκαβαίοι, άρθρο στη Θ.Η.Ε., Αθήναι 1966, τ.8, στ.510) .
230. Βέλλα Βασιλείου,
Εβραϊκή αρχαιολογία, Αθήναι 1980, σελ.134.
231. Μπρατσιώτου
Παναγιώτου, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Αθήναι 1950, σελ.190.
232. Κολιτσάρα Ιωάννου,
Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής, Αθήναι 1998, 2η έκδ., σελ.188.
233. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
234. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
235. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
236. Μτθ. 24,14.
237. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
238. Λεοντίου Μοναχού ∆ιονυσιάτου, Σύντομος σχολιασμός στην Αποκάλυψη του Αγίου Ευαγγελιστού Ιωάννου
του Θεολόγου, Ζ. Η έβδομη σάλπιγγα, και σημείο στον ουρανό: η
«γυναίκα» και ο «δράκος», Μάρτιος 2014, σελ. 13.
239. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
240.
Παραλειπόμενα Ιερεμίου 3,18 - 19
241. Αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας Κύπρου,
Περί των Προφητών, πως εκοιμήθησαν και που κείνται, PG 43,400.
242. Ιερ.
52,26 -27
243. Σάκκου Στέργιου,
Ερμηνεία στους Προφήτες Αγγαίο, Ιωνά και Σοφονία, Θεσσαλονίκη 1991 - 92, σελ.
20
244. Σχετικά με τις έρευνες του Antonia Frederick Futterer και του Tom Crotser βλέπε το άρθρο: Tom Crotser has found the Ark of the Covenant - or has he? ,
Biblical Archaology Review, May - June 1983, p.58 - 61 and 66 - 69.
245. Ο Tom Crotser έχει ιδρύσει και ηγείται του Ινστιτούτου για την Αποκατάσταση της
Αρχαίας Ιστορίας στο Winfield του
Κάνσας στις ΗΠΑ. Υποστηρίζει ότι έχει ανακαλύψει την Κιβωτό του Νώε και τον
Πύργο της Βαβέλ.
246. Καραγιάννη
Χρήστου, Η εξαφάνιση της Κιβωτού της Διαθήκης, Περιοδικό Εφημέριος, Αθήνα
Οκτώβριος - Νοέμβριος 2001 και Tom Crotser has found the Ark of the Covenant - or has he? , Biblical Archaology Review, May - June
1983, p. 69.
247.
November 20,
1981. UPI Archives.
248. Η
Μισνά, που σημαίνει διδαχή, αποτελεί μια συλλογή από σχόλια και πραγματείες της
ραββινικής προφορικής παραδόσεως. Είναι συνταγμένη μεταξύ του 1ου και του 3ου
αιώνα μ.Χ. και αφορά τα κείμενα της Πεντατεύχου. Τον 4ο - 5ο μ.Χ. αιώνα έχουμε
τη συγγραφή του Παλαιστινιακού και Βαβυλωνιακού Ταλμούδ, που αποτελεί ένα
εκτεταμένο υπόμνημα της Μισνά, που χρησιμοποιεί όμως και την Τοσεφτά. Όλες
αυτές οι ραββινικές παραδόσεις και διδασκαλίες της Τοσεφτά, της Μισνά και του
Ταλμούδ αποτελούν κατά κανόνα νόθευση της Παλαιάς Διαθήκης και έχουν συχνά
αντιχριστιανικό περιεχόμενο. Για τη Μισνά βλέπε περισσότερα στο άρθρο του Zolli E. , Μισνά, Θ.Η.Ε., Αθήναι 1966, τ. 8,
στ.1171.
249. The Mishnah,
Translation by Danby Herbert, Oxford 1989, p. 158.
250. Βαβυλωνιακό
Ταλμούδ, Yoma 53b.
251. Charles Warren (1840 - 1927), Βρετανός αξιωματικός του Βασιλικού Μηχανικού.
Υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους που ασχολήθηκαν με τη Βιβλική αρχαιολογία. Το
1867 του ανατέθηκε από το Βρετανικό Ταμείο
Εξερευνήσεως Παλαιστίνης να
αναλάβει ανασκαφική δραστηριότητα στην περιοχή και ιδίως στα Ιεροσόλυμα. Από το
1867 - 70 ανέσκαψε κινούμενος κυρίως υπογείως και ανακάλυψε αρκετά απομεινάρια
της αρχαίας Ιερουσαλήμ. Μεταξύ των αποκαλυφθέντων ήταν ένα σύστημα από στοές
και δεξαμενές κάτω από το όρος του Ναού, καθώς και το υδραγωγείο του βασιλιά
Εζεκία (716 - 687 π. Χ.). Το οποίο ταύτισε με τον αγωγό ύδατος από τον οποίο
εισήλθε μυστικά στην πόλη ο Δαβίδ για να την καταλάβει. Δεν απέφυγε όμως και τα
σφάλματα, όπως το ότι, όταν ανακάλυψε τα απομεινάρια του τείχους του Ηρώδη, το
απέδωσε στον βασιλιά Σολομώντα. Δημιούργησε τον πρώτο τοπογραφικό χάρτη της
αρχαίας Ιερουσαλήμ. Πολλά από τα πορίσματα των ερευνών του συμπεριέλαβε στο
βιβλίο του Undergrount Jerusalem, London 1876. Το 1870 σταμάτησε τις ανασκαφές και επέστρεψε στην Αγγλία
λόγω ασθενείας.
252. Montugue
Brownslow Parker (1878 - 1962), γιος του κόμη του Morley και αξιωματικός του
Βρετανικού στρατού. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Eton. Πολέμησε στον Πόλεμο
των Μπόερς στη Νότια Αφρική και στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγινε γνωστός από την
προσπάθειά του να ανακαλύψει τους θησαυρούς του Ναού στην Ιερουσαλήμ το 1909 -
1911.
253. Φωκυλίδου Ιωάννου, Αι επ' εσχάτων επί του
όρους Οπέλ γενόμεναι ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΑ΄, Ιούλιος -
Αύγουστος 1911,σελ. 614.
254. Louis Hugues Vincent (1872 - 1960), Γάλλος Ρωμαιοκαθολικός
μοναχός του Τάγματος των Δομινικανών. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του
στην Ιερουσαλήμ. Υπήρξε ένας από τους γνωστότερους Βιβλικούς αρχαιολόγους με
μεγάλη εμπειρία στην Παλαιστινή αρχαιολογία. Δίδαξε στη Γαλλική Βιβλική και
Αρχαιολογική Σχολή της Ιερουσαλήμ. Έκανε πολλές ανασκαφές στον χώρο της
Παλαιστίνης και γνώριζε πολύ καλά όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της.
Συνέγραψε άρθρα και βιβλία με θέματα από τη Βιβλική αρχαιολογία. Εξέδιδε και
αρθρογραφούσε στο περιοδικό Revue Biblique (Βιβλική Επιθεώρηση) από το 1931 - 38.
255. Φωκυλίδου Ιωάννου, Αι επ' εσχάτων επί του
όρους Οπέλ γενόμεναι ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΑ΄, Ιούλιος -
Αύγουστος 1911,σελ. 614.
256. Louis Hugues Vincent,
Underground Jerusalem: Discoveries on the hill of Ophel, London 1911. Ο
λόφος Οφέλ ή Οπέλ ή Οφήλ ή κατά τους Εβδομήκοντα Οφάλ αποτελεί τμήμα των
Ιεροσολύμων, ανατολικά του όρους Σιών και γειτονεύει με την περιοχή όπου κάποτε
ήταν οικοδομημένος ο Ναός. Ο Δομινικανός μοναχός Louis Hugues Vincent, εκτός από το προαναφερθέν βιβλίο,
συνέγραψε και άλλη σχετική με τις ανασκαφές αυτές μελέτη που δημοσίευσε στο
περιοδικό «Revue Biblique».
257. Φωκυλίδου Ιωάννου, Αι επ' εσχάτων επί του
όρους Οπέλ γενόμεναι ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΑ΄, Ιούλιος -
Αύγουστος 1911,σελ. 615 - 616.
258. Φωκυλίδου Ιωάννου, Αι επ' εσχάτων επί του
όρους Οπέλ γενόμεναι ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΑ΄, Ιούλιος -
Αύγουστος 1911, σελ. 615, καθώς και Ανωνύμου, Aι επί του λόφου Οφέλ ανασκαφαί,
άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΒ΄, Μάρτιος - Απρίλιος 1912,σελ. 304.
259. Ανωνύμου, Aι επί του λόφου Οφέλ ανασκαφαί,
άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΒ΄, Μάρτιος - Απρίλιος 1912,σελ. 305.
260. Για την αποστολή Parker και τον Valter Henrik Juvelius βλέπε: Silberman Neil Asher, In search of Solomon's lost treasures, Biblical
Archaeology Review, July - August 1980, tome 6, No 4, p. 30 - 41 και Landau
David, Information on Valter Henrik Juvelius in Finnish sources, Tampere 1996.
261. Φωκυλίδου Ιωάννου, Αι επ' εσχάτων επί του
όρους Οπέλ γενόμεναι ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΑ΄, Ιούλιος -
Αύγουστος 1911,σελ. 615 .
262. Ανωνύμου,
Η Κιβωτός της Διαθήκης, άρθρο στο περιοδικό Πινακοθήκη, τεύχος Ιουνίου -
Ιουλίου, Αθήναι 1911.
263. Ανωνύμου, Aι επί
του λόφου Οφέλ ανασκαφαί, άρθρο στη Νέα Σιών, τόμος ΙΒ΄, Μάρτιος - Απρίλιος
1912,σελ. 305.
264. Price Rantall, In search of Temple
treasures: The lost Ark and the Last Days, Eugene Oregon 1994, p. 171.
265. Βέλλα Βασιλείου,
Εβραϊκή αρχαιολογία, Αθήναι 1980, σελ.146.
266. Price Rantall, In search of Temple
treasures: The lost Ark and the Last Days, Eugene Oregon 1994, p. 151.
267. Κωνσταντίνου Γεωργίου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Αθήναι 1888
επαν.1973, σελ. 640.
268. Λευιτ. 11 -
15 και Αρ. 19
269. Κολιτσάρα Ιωάννου,
Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής, Αθήναι 1998, 2η έκδ., σελ.327.
270. Ιωήλ 4,2
271. Price Rantall, In search of Temple
treasures: The lost Ark and the Last Days, Eugene Oregon 1994, p. 152-156.
272. Α΄ Βασ.
24,1-2.Το Εγγαδδί (Ein Gedi), δηλαδή η πηγή του παιδιού, αποτελεί μία όαση
με τρεχούμενα νερά που βρίσκεται στη δυτική όχθη της Νεκράς θάλασσας πλησίον
στη Μασσάδα και 50 μίλια από τα σπήλαια του Κουμράν.
273. Α΄ Βασ.
24,1-2.4
274. Σχετικά με τη θεωρία του L. Blaser βλπ. Noorbergen Rene, Treasures of the lost races, New York
1982, p. 46 - 51και Childress Hatcher David, Lost cities and ancient mysteries of Africa
and Arabia, Illinois 2002 p. 67 - 68.
275. Κάθε σπήλαιο που
ανακαλύφθηκε στο Κουμράν χαρακτηριζόταν με έναν αριθμό και το γράμμα Q = Qumran. Συνεπώς το σπήλαιο 3Q ήταν το τρίτο που κατά σειράν εντοπίστηκε
στην περιοχή του Κουμράν. Όλα τα
χειρόγραφα λάμβαναν έναν αριθμό με βάση τη σειρά που τα ανακάλυπταν, έτσι οι
τρεις «ορειχάλκινοι κύλινδροι» ονομάστηκαν 3Q15.
276. Το 1979 ανακαλύφθηκαν από τον Ισραηλινό
καθηγητή αρχαιολογίας, Gabriel Barkay, σε έναν τάφο σε αρχαίο νεκροταφείο στο Ketef Hinnom λίγο έξω από την Ιερουσαλήμ, δύο ευρήματα
αυτού του τύπου. Πάνω σε δυο μικρές ασημένιες επιφάνειες, που χρησίμευαν ως
φυλαχτό - κόσμημα για το λαιμό, ήταν χαραγμένα με μικροσκοπικά εβραϊκά γράμματα
το χωρίο: «εὐλογήσαι σε Κύριος
καὶ φυλάξαι σε· ἐπιφάναι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ ἐλεήσαι σε· ἐπάραι
Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ δώῃ σοι εἰρήνην» (Αρ. 6, 24 - 25) στο πρώτο, και στο
δεύτερο το χωρίο Δευτ. 7,9.
Παλαιογραφικά χρονολογούνται στο διάστημα από τα μέσα του 7ου αιώνα
π.Χ. έως τις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., σίγουρα προ της καταστροφής των
Ιεροσολύμων. Βλέπε :Wilson Ian,The Bible is history, London 1999 , p.173 and Smoak Jerem, Words unseen: The power of hidden writing,
Biblical Archaeology Review, January - February 2018.
277. Συγκεκριμένα το
μέταλλό τους ήταν ένα κράμα, δηλαδή χαλκός στον οποίο είχαν προστεθεί οξείδια
ψευδαργύρου σε αναλογία 1%. Οι αρχαίοι πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν κάποιες φορές
ως γραφική ύλη τα μέταλλα, όπως τον χαλκό, τον χρυσό, τον άργυρο, τον μόλυβδο
και τον κασσίτερο. Ο χαλκός έχει το μειονέκτημα να οξειδώνεται, αλλά όχι σε
τέτοιο βαθμό που να εξαφανίζεται το χαραγμένο κείμενο που έχει στην επιφάνειά
του.
278. Γρατσέα Γεωργίου, Νεκράς θαλάσσης χειρόγραφα,
Θ.Η.Ε. τ.9 , στ.345, Αθήναι 1966 .
279. Πρακτορείο Reuters, άρθρο "Οι αρχαιολόγοι στρέφουν ξανά το βλέμμα στο
Κουμράν", 23 Ιανουαρίου 2019.
280. Φλαβίου Ιώσηπου, Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου,
Βιβλίο 6ο, 282
281. Η Παλαιά Διαθήκη
(Εξ. 30, 34 -38) όριζε ότι το θυμίαμα έπρεπε να κατασκευάζεται από τέσσερα
υλικά: στακτή, όνυχα, χαλβάνη και λίβανο. Αυτό αποτελούσε το ιερό θυμίαμα και
απαγορευόταν για κάθε άλλη χρήση (Εξ. 30, 34 - 38). Την εποχή του Ιώσηπου (1ος
μ. Χ. αιώνας) τα υλικά είχαν αυξηθεί σε δεκατρία. Περισσότερα για τη χρήση και
τους συμβολισμούς του θυμιάματος στο Ναό των Ιεροσολύμων βλέπε : Καλλινίκου
Κωνσταντίνου πρωτ. , Ο Χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, Αθήναι 1969
(εκδ. 5η), σελ. 146 -147.
282. Amar Zohar,
The ash and the red material from Qumran, Dead Sea Discoveries 5,1998, αναρτημένο στο JSTOR 4193076. Κατόπιν χημικής αναλύσεως, η κοκκινωπή σκόνη
αποδείχθηκε ότι δεν ήταν θυμίαμα, αλλά ένα είδος καθαριστικού υλικού που
παρήγαγε η κοινότητα του Κουμράν, γνωστό στους Εβραίους ως «μπόριτ », κάτι σαν
την αλισίβα.
283. Το αρχικό
κείμενο του Massekhet kelim είχε εκδοθεί ως τμήμα ενός εβραϊκού βιβλίου
που τυπώθηκε στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας το 1648.
284. Bauckham Richard, Davila R. James, Panayotov Alexander,
Old Testament Pseudepigrapha, More non canonical scriptures, Volume 1, p. 393 -
409.
Δείτε και
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου