Τό Χριστιανικόν Πρότυπον
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Οἱ ἄνθρωποι ἀλληλοεπηρεάζονται. Ἄλλοτε συνειδητὰ καὶ ἄλλοτε ἀσυνείδητα. Ἐπηρεάζονται ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἡλικία τους. Οἱ νέοι ὅμως περισσότερο, γιατί εἶναι ἀνώριμοι, δὲν ἔχουν ἐμπειρίες καὶ οἱ γνώσεις τους εἶναι περιορισμένες. Τὸ φαινόμενο εἶναι ἀνησυχητικό, γιατί ὑπάρχει σύγχυση στὰ πρότυπα. Ποιοὺς πρέπει νὰ μιμοῦνται;
Εἶναι εὔκολο νὰ διακρίνει κανεὶς τὸ ἀληθινὸ πρότυπο, ὅταν στὴν κοινωνία προβάλλονται ὡς πρότυπα ἄνθρωποι μὲ ἄθλια ζωή, πού εἶναι παραδείγματα πρὸς ἀποφυγήν; Προφανῶς εἶναι δύσκολο, ὄχι ὅμως ἀδύνατο. Ὑπάρχουν πρότυπα γιὰ ὅλες τὶς κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ ἄνθρωποι μὲ ξεχωριστὴ προσωπικότητα, μὲ πολλὰ χαρίσματα, μὲ ἦθος, μὲ μεγάλη ἐμπειρία στὸν ἐπαγγελματικὸ χῶρο, ποὺ μποροῦν νὰ βοηθήσουν καὶ νὰ ἐμπνεύσουν. Ὅμως ἐδῶ μιλᾶμε γιὰ τὸ πρότυπο ποὺ ὅταν τὸ μιμηθεῖ κανείς, διαμορφώνει χριστιανικὸ ἦθος, ξεκαθαρίζει τὶς ἰδέες του, βάζει στόχους στὴ ζωή του, προοδεύει καὶ γίνεται ἕνας καλὸς ἄνθρωπος, παρόλο ποὺ, εἶναι μέλος μίας ὑποβαθμισμένης πνευματικὰ κοινωνίας καὶ προσπαθεῖ νὰ βοηθήσει καί, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώκει, γίνεται καὶ αὐτὸς πρότυπο στοὺς συνανθρώπους του.
Εἶναι κοινὴ διαπίστωση ὅτι στὴν ἐποχή μας τὰ πρότυπα σχεδὸν ἔχουν ἐξαφανιστεῖ. Πολλαπλασιάστηκαν, δυστυχῶς, οἱ ἐγκληματικὲς συμπεριφορὲς καὶ ἡ κοινωνία εἶναι σὲ χαμηλὸ ἐπίπεδο. Δὲν ὑπάρχει φόβος, λείπουν οἱ ὁδοδεῖκτες καὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι βυθισμένοι στὴ δυστυχία καὶ ἂς ἰσχυρίζονται ὅτι «ζοῦν καλά». Προφανῶς «ζοῦν καλά», γιατί δὲν ἔχουν γευθεῖ τὸ καλύτερο. Βρίσκονται σὲ νάρκη, ὅπου τὰ ἐνδιαφέροντά τους γιὰ κάτι διαφορετικὸ καὶ ἀνώτερο εἶναι τόσο μειωμένα, ποὺ σχεδὸν δὲν ὑπάρχει καμία ἐλπίδα ὅτι κάποτε αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι θὰ ἀνανήψουν καὶ θὰ ἐπιλέξουν γιὰ τὴ ζωὴ τους ἠθικὲς ἀξίες.
Τὸ ἐνάρετο παράδειγμα ἑνὸς ἀνθρώπου, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἰδιότητα ποὺ φέρει, εἶναι πειστικὸ καὶ χαρακτηρίζεται ὡς ζωντανὸς λόγος. Οἱ διδασκαλίες, οἱ προτροπὲς καὶ οἱ συμβουλὲς δὲν ἀποφέρουν καρπούς, ὅταν δὲν συνοδεύονται ἀπὸ τὴ συνέπεια καὶ τὴν πράξη. Ἐπιπλέον δημιουργοῦν καὶ τὴν ἐσφαλμένη ἐντύπωση ὅτι ἀφοῦ οἱ διδάσκοντες δὲν ἐφαρμόζουν τὰ ὅσα λένε, ἄρα εἶναι ἀνεφάρμοστα!
Στὴν Ἐκκλησία, οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ ἀξιομίμητα πρότυπα, γιατί ἡ διδασκαλία τους εἶναι ἔκφραση τῶν πνευματικῶν τους ἐμπειριῶν. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος εἶχε ὡς πρότυπό του τὸν ἀπόστολο Παῦλο, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλοῦσε μὲ ἰδιαίτερο θαυμασμό: «Φλέγομαι ἀπὸ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ ἀγάπη πρὸς αὐτὸν τὸν ἄνδρα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν παύω νὰ τὸν ἀναφέρω συνεχῶς καὶ προσβλέποντας στὴν ψυχή του σὰν σὲ κάποια πρότυπη εἰκόνα, ἐκπλήττομαι ἀπὸ τὴν περιφρόνηση τῶν παθημάτων, ἀπὸ τὴν ὑπερβολική του ἀνδρεία, ἀπὸ τὴ θερμή του ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ σκέπτομαι ὅτι ὁλόκληρο τὸ σύνολο τῶν ἀρετῶν τὸ κατόρθωσε ἕνας ἂν θρωπος, ἐπειδὴ τὸ θέλησε. Ἐνῶ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς δὲν θέλει οὔτε τὴν πιὸ μικρὴ ἀρετή νὰ κατορθώσει καὶ ἀποκτήσει»[1].
Οἱ κληρικοὶ πρέπει νὰ εἶναι πρότυπα τῶν πιστῶν, οἱ δάσκαλοι πρότυπα τῶν μαθητῶν, οἱ γονεῖς πρότυπα τῶν παιδιῶν τους. Αὐτὸ πετυχαίνεται ὑπὸ τὴν προϋπόθεση ὅτι τὰ πρότυπα ἔχουν προσωπικὸ ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Χρειάζεται ἡ λεγόμενη αὐτοαγωγή. Μόνο τότε θὰ ἔχουν πολλοὺς θαυμαστὲς ποὺ θὰ τοὺς μιμηθοῦν. Ὁ ἅγιός μας παρομοιὰζει τὸ ἄξιο πρότυπο μὲ ἀναμμένο λυχνάρι: Ὅπως τὸ λυχνάρι, ὅταν εἶναι ἀναμμένο καὶ φωτεινό, μπορεῖ νὰ ἀνάψει ἄπειρα λυχνάρια, ἐνῶ ὅταν εἶναι σβησμένο δὲν μπορεῖ νὰ δώσει φῶς οὔτε στὸ δικό του σκεῦος, οὔτε φυσικὰ σὲ ἄλλα λυχνάρια, ἔτσι ἀκριβῶς κι ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ καθαρὸ βίο. Ἂν τὸ φῶς τῆς ἀρετῆς μας λάμπει, θὰ δημιουργήσουμε ἄπειρους καὶ μαθητὲς καὶ δασκάλους, γιατί θὰ εἴμαστε σὰν πρότυπα. Γιατί δὲν θὰ μπορέσουν νὰ ὠφελήσουν τοὺς ἀκροατὲς μας τόσο πολὺ τὰ λόγιά μας, ὅσο ἡ προσωπικὴ ζωὴ μας»[2]
Ὁ ἀνυποψίαστος καὶ ἀπληροφόρητος λαὸς συχνὰ θεωρεῖ τοὺς ἄρχοντες ὡς πρότυπα, ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὴν ὑποκριτική τους συμπεριφορὰ καὶ τὴ λάμψη τῶν ἀξιωμάτων ποὺ φέρουν. Ἂν ὅμως καταστρέψουμε τὸ ἔνδυμα τῆς ὑποκρισίας τους, διαπιστώνουμε ὅτι ἔχουν ἁμαρτωλὲς ἐπιλογὲς καὶ πράξεις στὴν προσωπικῆς τους ζωή. Συνήθως εἶναι κακοὶ οἰκογενειάρχες, ἔχουν ἐλεύθερες συμβιώσεις, περιφρονοῦν τὸ θρησκευτικὸ γάμο ὡς ξεπερασμένο καὶ μὴ προοδευτικὸ θεσμό, μερικοὶ δηλώνουν ὅτι εἶναι ἄθεοι, ἄλλοι χωρὶς ντροπὴ μᾶς δείχνουν τοὺς συντρόφους τους, εἶναι δηλαδὴ ὁμοφυλόφιλοι καὶ πολλὰ ἄλλα «χαρίσματα», τὰ ὁποῖα δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχουν στοὺς ἄρχοντες, γιατί ὁ λαὸς τοὺς βλέπει ὡς πρότυπο ποὺ ρυθμίζει καὶ τὴ δική του συμπεριφορά.
Σημείωσεις:
1. Χρυσοστόμου, Α΄́, σελ. 670.
2. Ὅπ. παρ., σελ. 671-672.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου