ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
«Ἐν χρόνῳ ἀπεκύησας, τόν χρόνων ἐπέκεινα, λύοντα τά χρόνια δεσμά… Ἀδάμ τοῦ πρωτοπλάστου καί συνδεσμοῦντα αὐτόν…τῆς γλυκείας αὐτοῦ ἀγαπήσεως».[1]
Νεκρός ὁ Ἀδάμ, γυμνός ἀπό τά δῶρα τῆς ἀρχεγόνου δικαιοσύνης μέ ἀμαυρωμένο τό κατ’ εἰκόνα, ἀνεζώωτε καί Παραδείσου τήν τρυφήν πάλιν ἀπέλαβε. Τήν ἄχραντον εἰκόνα Σου προσκυνοῦμεν Ἀγαθέ καί σήμερα καί πάντοτε· σέ εὐλογοῦμεν, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν.
Διδάσκοντας ἔτσι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, σεβαστή γερόντισσα, φανερά πρῶτα πρῶτα ἀποκαλύπτει διά τοῦ Ἁγίου καί προσκυνητοῦ Πνεύματος, τήν θεολογία περί τοῦ Θεανδρικοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Αὐτοαλήθεια.
«Νέον ἐπί γῆς, ἐγέννησας Παιδίον, τόν ἐκ τοῦ Πατρός πρό πάντων τῶν αἰώνων γεγεννημένον ἀρρεύστως, Μήτερ ἁγία, χριστιανῶν ἡ ἐπανόρθωσις».[2]
Αὐτοῦ, πού ἐνῶ εἶναι προαιώνιος Θεός ἔγινε γιά μᾶς θεολόγος, ὁ ὁποῖος ἐνῶ εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἀλήθεια, ἔγινε γιά χάρη μας, κήρυκας τῆς ἀληθείας, τοῦ ὁποίου τήν ἀληθινή φωνή, ἀντιλαμβάνεται ὅποιος εἶναι μέ τήν μερίδα τῆς ἀληθείας καί τήν ζητεῖ πραγματικά προσκυνῶντας τήν ἄχραντον εἰκόνα Του, αἰτούμενος συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν.
Συνεπῶς ἀδελφοί μου, λιτανεύουμε σήμερα τήν ἄχραντον εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τόν Τίμιον Σταυρόν, τήν γλυκείαν μορφή τῆς Παναγίας Μητέρας καί τῶν Ἁγίων καί φίλων τοῦ Ἰησοῦ, σύμφωνα πρός τά Εὐαγγελικά δόγματα καί διδάγματα. Ἀκοῦμε τόν Μ. Βασίλειο πού μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ τιμή καί ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων εἰκόνων διαβαίνει πρός τό εἰκονιζόμενο πρόσωπο(πρωτότυπο). Γιά νά ἀποκρούσουμε ὅμως ἀπό παντοῦ τίς ἐπιθέσεις κατά τῆς ἀληθείας, ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γεννᾶται μέ φυσικό τόν τρόπο, ἀλλά δέν γίνεται κατά χάριν ἀπό τόν Θεό. Ἄρα ὁ ἐκ φύσεως Υἱός, ὑπάρχει μόνον ἀπό τόν Πατέρα, ἐπειδή μόνον ὁ Πατήρ εἶναι πηγή θεότητος καί πηγαῖα θεότητα, ὅπως διακηρύσσουν οἱ Ἅγιοι: Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος.
Πιστεύουμε ἔτσι σ΄ἕνα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, δηλαδή σ’ ἕνα Υἱό τοῦ Θεοῦ πού ἐνηνθρώπησε. «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»[3]. Τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Διπλούς τήν φύσιν, ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν. Δύο φύσεις, δύο θελήσεις, δύο ἐνέργειες.
Ἐμεῖς, ἁγία γερόντισσα, ἀγαποῦμε καί προσκυνοῦμε καί λιτανεύουμε τήν ἄχραντον εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ εἶπε πρῶτα ἐκεῖνο τό λεχθέν, ἀπό Αὐτόν πρός τούς Ἰουδαίους. «Ἄν ἦταν Πατέρας σας ὁ Θεός θά μέ ἀγαπούσατε· διότι ἐγώ ἀπό τόν Θεό ἐξῆλθα καί ἔρχομαι»[4].
Ἑπομένως εἶναι ἀνάγκη νά ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Υἱός ἐφάνηκε Θεός ἀπό τόν Θεό καί τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου, Ὁμοούσιος κατά τήν ἀνθρωπίνην φύσιν μέ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους κατά πάντα, παρ’ ἐκτός ἁμαρτίας. «Μοῦ δόθηκε κάθε ἐξουσία στόν οὐρανό καί στή γῆ». Εἶναι δυνατόν νά ἐννοήσωμε αὐτό καί κατά τό ἀνθρώπινο· ὅποια δηλαδή ἐξουσία εἶχε ἀϊδίως ὡς Θεός στήν δύναμη καί τήν δόξα, τό ὑπερουράνιο ὕψος καί τό ἀξίωμα, τό παίρνει τώρα ὡς ἄνθρωπος. Μοῦ δόθηκε λοιπόν, καθώς ἀναστήθηκα ἀπό τούς νεκρούς, λέγει, κάθε ἐξουσία στόν οὐρανό καί στή γῆ· διότι ἐγώ θά ἐνθρονίσω τό ἐπίγειο σῶμα μου στά οὐράνια καί βασιλεύοντας μαζί μέ αὐτό στούς οὐρανούς, θά ἔλθω πάλι γιά νά κρίνω ὅλη τή γῆ ὡς βασιλεύς τοῦ παντός.
Μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ, στόν γήϊνο κόσμο μας καί διά τῆς θεανθρωπίνης οἰκονομίας Του γιά τήν σωτηρία, κάθε τί τό θεῖο, ἔγινε ἀνθρώπινο, γήινο, δικό μας· ἔγινε σῶμά μας και ἡ ἀμεσότερη πραγματικότητά μας. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ εὐεργέτης μας, χαρίζοντας σέ ἐμᾶς, μέ τήν θεία Ἐνανθρώπηση, τό μεγαλύτερο καί πολυτιμότερο δῶρο πού μόνον ὁ Θεός τῆς ἀγάπης μπορεῖ νά προσφέρει. Φρονοῦμε ἀδελφοί, ὅτι καί γι’ αὐτόν τόν λόγον ἡ σημερινή ἑορτή φανερώνει στούς πιστούς, τόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Κατά τήν ἀπροσμέτρητη φιλανθρωπία Του, ὁ Κύριος κληροδότησε σ’ ὅλους καί στόν καθένα ξεχωριστά ὅλον τόν ἑαυτό Του, ὅλες τίς δωρεές Του, ὅλη τήν ἁγιότητά Του, ὅλη τήν Ἐκκλησία Του. Ὅμως ἀπό ἐμᾶς ἐξαρτᾶται, ἀπό τήν πίστη μας, τήν ἀγάπη, τήν πραότητα, τήν ὁμολογία καί τίς ὑπόλοιπες Εὐαγγελικές ἀρετές, τό κατά πόσο θά ἐπωφεληθοῦμε αὐτό τό δῶρο, κατά πόσο θά τό ἀφομοιώσουμε καί κατά πόσο θά ζήσουμε μέ αὐτό.
Ἡ κεφαλαιώδης δωρεά πού Αὐτός προσφέρει εἶναι ἡ αἰώνια ζωή. Εὐαγγελίζεται ὁ Ἀπόστολος: « Τό δέ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, ζωή αἰώνια ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, τῷ Κυρίῳ ἡμῶν».[5] Ἑπομένως ἐκεῖνος πού θέλει νά ἔχει τό κατ’ εἰκόνα σῶο καί τήν ἀληθογνωσία, μετέχει καρδιακά στήν λιτάνευση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ὥστε νά ἀποκτήσει ἔμπρακτα κάθε ἀρετή καί νά βρίσκεται ἑνωμένος μέ τόν Θεό, σέ προσευχή καί ἀληθινή θεωρία. Αὐτή εἶναι ἡ φύσις τῆς εἰκόνος, νά εἶναι μίμησις τοῦ πρωτοτύπου καί αὐτοῦ τοῦ ὁποίου λέγεται εἰκόνα.
Ἐμπρός λοιπόν ἀδελφοί, μέ πίστη ἄς χτυπήσουν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες· ἀναστάσιμα· ἀνά χεῖρας μέ ἀναμμένες τίς λαμπάδες καί καθαρᾷ τῇ καρδίᾳ, ἄς λάβουμε τήν ἄχραντον εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ, τῆς Παναγίας Μητέρας, τῶν Ἁγίων, τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ναί, μ΄ αὐτόν τόν τρόπο, ὁ πιστός ὀρθόδοξος χριστιανός, ἐν τῷ Θεανθρώπῳ, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ Του, ἀναπτύσεται σέ χαρισματικό θεάνθρωπο,(σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις).
Ἀντίθετα, φρονοῦμε ὅτι ἡ ἀλήθεια εἶναι ξεκάθαρη: μακριά ἀπό τόν Θεάνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος ἀπανθρωπίζεται οἰκτρά, καταλήγοντας σέ ὑπάνθρωπο.
Μέ τήν ἐμπιστοσύνη λοιπόν, στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τήν λιτάνευση τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἀπαλάττεται ἡ ψυχή ἀπό τά πονηρά ἤθη καί ψεύτικα δόγματα· ἀποκτᾶται ἔτσι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ καί ἡ πίστις στόν Ἰησοῦ, ἡ ὁποία νικᾶ τόν κόσμο· καί ζεῖ ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός γεμάτος χαρά καί ἀγαλλίαση.
Στόν Ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν τοῦ Θεοῦ, ἡ Βασιλεία καί ἡ Δόξα καί ἡ τιμή, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
[1](Παρακλητική, Τετάρτη πρωΐ,ἦχος γ΄ Θεοτοκίον, ὠδή η’)
[2]( Μηναῖον, Θεοτοκίον, κα’ Φεβρουαρίου, ὠδή δ’)
[3](Ἰωάν.1, 14)
[4](Ἰωάν. 8, 42)
[5](Ρωμαίους 6, 25)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου