Ποιοί είναι oi «άνθρωποι άπό τη Λαοδίκεια;». Είναι
οί χλιαροί Χριστιανοί, πού μοιάζουν μέ τόν επίσκοπο τής Λαοδίκειας, γιά τόν
όποιο γίνεται λόγος στό ιερό βιβλίο τής Άποκαλύψεως (βλ. Άποκ. γ' 14-22).
'Η
Λαοδίκεια ήταν πλούσια ελληνική πόλη πού ιδρύθηκε τόν 3ο π.Χ. αιώνα στή Μικρά Άσία
άπό τόν Άντίοχο τόν Β' καί έξελίχθηκε σέ σπουδαίο έμπορικό, έπιστημονικό καί
ιατρικό κέντρο. Οί κάτοικοί της ήταν εύκατάστατοι καί προόδευαν στις τέχνες καί
στά γράμματα.
Στή
Λαοδίκεια ιδρύθηκε άποστολική’Εκκλησία άπό τόν άπόστολο Παύλο μέσω τού
συνεργάτη του Έπαφρά. Άλλά, λόγω τής ύλικής εύμάρειας καί της ήθικής
χαλαρότητος τής πόλεως στούςχρόνους πού γράφτηκε ή Αποκάλυψη τού άγίου Ίωάννου,
ή πνευματικότητα τόσο τού έπισκόπου της όσο και τών Χριστιανών της ήταν
ύποτονική και ύποβαθμισμένη.
Στό
δεύτερο καί τρίτο κεφάλαιο της Άποκαλύψεως ό εύαγγελιστής Ιωάννης καταγράφει
έπτά έπιστολές τού Κυρίου μας Ίησοϋ Χριστού πού άπευθύνονται στις έπτά
’Εκκλησίες τής Μικράς Άσίας.
Στήν
έβδομη καί τελευταία έπιστολή άπευθύνεται στόν έπίσκοπο τής Λαο- δίκειας καί
τόν έπιτιμά γιά τή χλιαρότητά του: ≪Οΐδά
σου τά έργα, ότι ούτε ψυχρός εΐ ούτε ζεστός- όφελον ψυχρός ής ή ζεστός, ούτως,
ότι χλιαρός εΐ, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε έμέσαι έκ τού στόματός
μου≫ (Άποκ. γ’ 15-16).
Γνωρίζω, τού λέει, καλά τά έργα σου, ότι δηλαδή δέν είσαι ούτε ψυχρός στήν
πίστη καί τόν ζήλο ούτε ζεστός και θερμός. Καλύτερα νά ήσουν ή ψυχρός ή θερμός.
Διότι άν ήσουν ψυχρός, θα ύπήρχε μεγαλύτερη έλπίδα νά μετανοήσεις κάποτε καί νά
γίνεις ζηλωτής. ’Έτσι όμως, έπειδή δέν είσαι ούτε θερμός ούτε ψυχρός, άλλά χλιαρός,
θά σέ ξεράσω άπό τό στόμα μου.
Γιατί
ό Κύριος άποστρέφεται τή χλιαρότητα καί προειδοποιεί τούς χλιαρούς Χριστιανούς
νά άναθερμάνουν τόν ζήλο τους καί νά μετανοήσουν; Διότι οί χλιαροί προσπαθούν
νά συμβιβάσουν τά άσυμβίβαστα, τήν άλήθεια μέ τό ψέμα, τόν Θεό μέ τόν κόσμο, τον
Χριστό μέ τόν διάβολο. ≪Χωλαίνουσιν έπ’ άμφοτέραις ταΐς ίγνύαις≫ (Γ’ Βασ. ιη’
[18] 21). Κουτσαίνουν καί άπό τά δύο πόδια. Δέν παρουσιάζονται ώς άπιστοι, άλλά
δέχονται π.χ. ότι καί όλες οί θρησκείες στόν ’ίδιο Θεό πιστεύουν. Δέν δητής
Κυριακής, άλλά πηγαίνουν λίγο πριν άπό τό ≪Δι΄ ευχών≫ στήν έκκλησία. Δέν
άρνοΰνται ότι είναι Χριστιανοί, άλλά συμμετέχουν μέ εύχαρίστηση και σ’ όλες τις
κοσμικές έκδηλώσεις. Κάνουν λίγη προσευχή, λίγη νηστεία, μερικές έλεημοσύνες,
άλλά καί τό συμφέρον, συμφέρον, καί ή μόδα, μόδα, και ή διασκέδαση, διασκέδαση
καί ό πλουτισμός μέ άθέμιτους τρόπους έπιτρεπόμενος.
Στούς
πρωτοχριστιανικούς χρόνους χλιαρούς Χριστιανούς συναντούσε κανείς πολλούς στή
Λαοδίκεια. Σήμερα ≪άνθρωποι άπό τή Λαοδίκεια≫ ύπάρχουν σέ όλο τόν κόσμο.
Σύμφωνα με μία έρμηνεία, ≪άνθρωποι άπό τή Λαοδίκεια≫ θά εΐναι οί άνθρωποι τών
έσχάτων χρόνων. Θά εΐναι άδιάφοροι, χαλαροί, ράθυμοι, ναρκωμένοι άπό τό άφιόνι
τής άμαρτίας. Θά εΐναι οί Χριστιανοί τών έκπτώσεων, συμβιβασμένοι σέ μια άνεκτική
κοινωνία, στήν όποία όλα θα έπιτρέπονται. Θά τούς άρέσουν τά ήμίμετρα, ή άνετη
χριστιανική ζωή, πού δέν έχει αύταπάρνηση, σταυρό καί θυσία.
Κι
ένώ είναι άξιοι καταδίκης, θά πιστεύουν άκράδαντα ότι εΐναι οί καλύτεροι, όπως
ό έπίσκοπος τής Εκκλησίας τής Λαοδίκειας πού έλεγε: ≪Πλούσιός είμι καί
πεπλούτηκα καί ούδενός χρείαν έχω≫ (Άποκ. γ' 17).
Μιλούμε
γι’ αύτούς σάν νά είναι άπόμακροι άπό μάς, σάν νά κατοικούν σε άλλον πλανήτη.
Άλλά οί ≪άνθρωποι άπό τή Λαοδίκεια≫ δέν είναι ούτε ειδωλολάτρες ούτε
στρατευμένοι άθεοι, πού πολεμούν ήθελημένα τόν Χριστό και τήν ’Εκκλησία.
Είμαστε οί Χριστιανοί τής έποχής, πού καθημερινά διολισθαίνουμε, άλλά ό
ύπερτροφικός έγωισμός πού μάς κυρίευσε, δέν μάς άφήνει να δούμε τήν ψυχική
άθλιότητά μας. ’Εάν κάποιες προφητικές φωνές μάς λένε να άλλάξουμε τρόπο ζωής
καί νά μετανοήσουμε, τούς άπαντοϋμε ότι είμαστε πλούσιοι σέ άρετές καί δέν μάς
λείπει τίποτε.
Όμως
ό καρδιογνώστης Κύριος, πού γνωρίζει πόσο πολύ κινδυνεύουμε, μας φανερώνει μέ
άγάπη καί στοργή ποια είναι ή πραγματική πνευματική μας κατάσταση.
Είμαστε,
μάς λέει, έλεεινοί, φτωχοί, τυφλοί καί γυμνοί άπό άρετές καί άγιότητα.
Τί
χρειάζεται λοιπόν νά κάνουμε; Μας συμβουλεύει νά άποκτήσουμε άληθινό πλούτο,
τόν πλούτο τής ψυχής, δηλαδή τις άρετές- νά ένδυθοϋμε μέ λευκά ίμάτια, δηλαδή
μέ τήν άγιότητα καί τήν καθαρότητα- καί νά βάλουμε πνευματικό κολλύριο στά
μάτια μας, γιά νά βλέπουμε τήν ψυχική άθλιότητά μας καί νά μην αύταπατόμαστε.
Κι
άκόμη μάς συμβουλεύει νά άναθερμάνουμε τόν ζήλο μας καί νά μετανοήσουμε, διότι
έτσι όπως είμαστε, ούτε ζεστοί ούτε κρύοι, δέν μάς άντέχει άλλο.
’Άν
δέν ύπάρχει έλπίδα διορθώσεως, θά μάς πει: ≪Έως πότε θά σάς άνέχομαι;≫ (Μάρκ.
θ’ 19). Άλλ έπειδή ό Λυτρωτής καί Σωτήρας μας ≪πάντας άνθρώπους θέλει σωθήναι
καί εις έπίγνωσιν άληθείας έλθείν≫ (Ά Τιμ. β' 4), μάς καλεΐ νά συνέλθουμε καί
νά ορθοποδήσουμε. Να φύγουμε άπό τήν έπικίνδυνη μέση κατάσταση τής χλιαρότητας
καί νά είμαστε ≪τω πνεύματι ζέοντες, τώ Κυρίω δουλεύοντες≫ (Ρωμ. ιβ' 11). Νά
άφήσουμε τις άγάπες τού κόσμου καί νά άγαπήσουμε τόν Κύριο ≪έξ όλης τής
καρδίας≫ μας. Νά ζούμε όπως ’Εκείνος θέλει, για νά εύαρεστήσουμε ένώπιον τοϋ
Θεού καί νά βρούμε έλεος κατά τήν ημέρα της Κρίσεως.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
1 σχόλιο:
Πολλά Μπράβο στο περιοδικό "Ο Σωτήρ" για το άρθρο. Εκπληκτικό και επίκαιρο για τους σημερινούς ανθρώπους της Εκκλησίας.
Καλλίστρατος
Δημοσίευση σχολίου