Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ μᾶς θυμίζει ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπάει τόσο πολὺ τὸ πλάσμα του, ποὺ θυσιάζεται χωρὶς κανένα δισταγμὸ γι’ αὐτό. Κατεβαίνει στὸν κόσμο, γίνεται ἄνθρωπος, θυσιάζεται διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ παραδίδεται στὸν θάνατο, «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως).
Δὲν πῆγε δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεό, ἀλλὰ ἦρθε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος δὲν γνώριζε, ἢ δὲν μποροῦσε νὰ φτάσει τὸν Θεό. Κανένας δὲν μποροῦσε νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό. «Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανόν». Ἦταν ἔξω ἀπὸ τὶς δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου αὐτό. Ἕνας μόνο τὸ μποροῦσε αὐτό, «ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς». Αὐτὸς ποὺ ἔγινε Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἦταν Υἱὸς Θεοῦ καὶ βρισκόταν καὶ βρίσκεται ὡς πανταχοῦ παρὼν πάντοτε καὶ «ἐν τῷ οὐρανῷ».
Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν ἦρθε γιὰ νὰ στήσει θρόνο βασιλικὸ ἐπὶ τῆς γῆς, νὰ ἐξουσιάσει δυναστικὰ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ζητάει νὰ τὸν προσκυνήσουν, ὅπως κάνουν οἱ ἐπίγειοι βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνες. Ἦρθε νὰ διακονήσει, νὰ ὑπηρετήσει τοὺς πάντες, νὰ εἶναι ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων.
Προσκύνηση ζήτησε ὁ Ναβουχοδονόσορ, ὅταν ἔφτιαξε μιὰ τεράστια χρυσὴ εἰκόνα του, ἑξήντα πήχεις ψηλὴ καὶ ἕξι πήχεις πλατιά, «καὶ ἔστησεν αὐτὴν ἐν πεδίῳ Δεειρᾷ, ἐν χώρᾳ Βαβυλῶνος». Κάλεσε τότε τοὺς ἄρχοντες ἀπὸ ὅλες τὶς χῶρες ποὺ διοικοῦσε, στρατηγούς, ὑπάτους, τοπάρχες, ἡγεμόνες, διοικητές. Καὶ κατόπιν τῆς βασιλικῆς του ἐντολῆς, ὅταν ἄρχισαν νὰ ἠχοῦν οἱ σάλπιγγες καὶ ὅλα τὰ μουσικὰ ὄργανα, «πίπτοντες πάντες οἱ λαοί, φυλαί, γλῶσσαι, προσεκύνουν τῇ εἰκόνι τῇ χρυσῇ». Ἂν ἀπειθοῦσε κανείς, θὰ ριχνόταν στὴν κάμινο τοῦ πυρός. Καί, ὡς γνωστόν, οἱ τρεῖς παῖδες, Ἀνανίας, Ἀζαρίας, Μισαὴλ (Σεδράχ, Μισάχ, Ἀβδεναγώ), ἀρνήθηκαν νὰ προσκυνήσουν καὶ ρίχτηκαν στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς «τὴν καιομένην ἑπταπλασίως», ἀλλὰ διαφυλάχτηκαν ἀλώβητοι (Δαν. κεφ. 3).
Προσκύνηση δὲν ζητάει ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὁ διάβολος. Ὁ τρίτος πειρασμός του πρὸς τὸν Χριστὸ στὴν ἔρημο ἦταν αὐτός. Ἐγὼ εἶμαι ὁ κυρίαρχος τοῦ κόσμου, τοῦ εἶπε. Σὲ μένα ἀνήκουν ὅλα τὰ βασίλεια τῆς γῆς. Ἀλλὰ θὰ σοῦ τὰ δώσω ὅλα, ἂν πέσεις καὶ μὲ προσκυνήσεις. Ἂν μὲ ἀναγνωρίσεις κύριό σου. Φυσικὰ ὁ Χριστὸς ἀπάντησε δεόντως στὴν ἄμετρη ἀναίδεια τοῦ διαβόλου (Ματθ. 4, 8-9).
Προσκύνηση δὲν ζητάει ὁ Χριστός, ἀλλὰ θὰ ζητήσει ὁ υἱὸς τοῦ διαβόλου, ὁ Ἀντίχριστος, ὅταν φανερωθεῖ στὸν κόσμο. Ὁ σκοπός του θὰ εἶναι νὰ τὸν προσκυνήσουν καὶ νὰ τὸν λατρέψουν ὅλοι ὡς θεό. Ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἐνῶ θὰ εἶναι τὸ «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως», θὰ στήσει τὸν θρόνο του «ἐν τόπῳ ἁγίῳ». Στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καὶ τώρα, ποὺ «ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασι» στὸν κόσμο κι ἐμεῖς τοὺς τιμᾶμε καὶ τοὺς ἀνεβάζουμε ἀκόμα καὶ στὸν θρόνο τοῦ Χριστοῦ. «Ὁ νοῶν νοείτω». Μήπως ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ θὰ κάνουμε τὸ ἴδιο καὶ ὅταν ἔλθει ὁ τελευταῖος Ἀντίχριστος; (Δαν. 9, 27. Ματθ. 24, 15. Β΄ Θεσ. 2, 3-4. Α΄ Ἰω. 2, 18. Ἀποκ. 13, 14-15).
Ὁ θρόνος πάνω στὸν ὁποῖο ἐπαναπαύεται ὁ Χριστός, εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός. Πάνω σ’ αὐτὸν «τετέλεσται» τὸ φοβερὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ὁ Χριστός, μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀνόητη κοσμικὴ ἔπαρση, ἀπὸ τὴν κούφια ματαιότητα τῆς ἀνθρώπινης δόξας, ταπεινός, ἀτιμωμένος, ἀδικημένος, περίγελως τοῦ κόσμου, ἔφερε εἰς πέρας τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἀξίζει νὰ τὸν προσκυνοῦμε αἰώνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου