Η ιστορία της Κορυτσάς…
➤ Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Θ.
ΥΦΑΝΤΗΣ, ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ,07
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016
Η
Κορυτσά, από τις ωραιότερες βορειοηπειρωτικές πόλεις, συνδέεται ψυχικά με τον
ελληνικό λαό από εθνικές αναμνήσεις που είναι βαθιά ριζωμένες στις ψυχές των
Ελλήνων. Οι θυσίες που έλαβαν χώρα για την πόλη της Κορυτσάς και για την
περιοχή της δεν μπορεί να λησμονηθούν. Η πόλη απελευθερώθηκε για πρώτη φορά από
τον ελληνικό στρατό, μετά από αιματηρές μάχες στις 7 Δεκεμβρίου 1912. Ο
ελληνικός στρατός μπήκε νικητής σ’ αυτήν και έγινε δεκτός με πρωτοφανείς
εκδηλώσεις χαράς από τους κατοίκους. Δυστυχώς, για πολύ μικρό διάστημα διήρκεσε
η ελευθερία των Κοορυτσαίων, γιατί η πόλη και η περιοχή της, καθώς και όλη η
Βόρειος Ήπειρος με την επέμβαση της Ιταλίας και Αυστρίας, επιδικάστηκε στο
νεοσύστατο αλβανικό κράτος. Η Κορυτσά από αιώνες ανήκει στην Ήπειρο. Αξιόλογοι
γεωγράφοι, Έλληνες και ξένοι, την κατατάσσουν στον ηπειρωτικό χώρο.
Η
πόλη βρίσκεται στην ΝΑ άκρη ομώνυμου λεκανοπεδίου που έχει μήκος 50 χλμ. και
πλάτος 20 χλμ., σε μια τοποθεσία γεμάτη από καρποφόρα δέντρα και αμπελώνες.
Περιβάλλεται από πανύψηλα βουνά και αρδεύεται από πηγές και ποτάμια. Η περιοχή
είναι γεμάτη από ερείπια ιστορικών ελληνικών πόλεων. Αναφέρεται στην ιστορία
κατά τους τελευταίους βυζαντινούς χρόνους και κυρίως από τον 15ο αιώνα.
Ιδιαίτερη αξία αρχίζει να αποκτά η πόλη από το 1487, από την εγκατάσταση δηλ.
εκεί του Έλληνα εξωμότη Ηλία (άγνωστο το επώνυμό του), καταγόμενος από το χωριό
Παναρίτη Πρεμετής.
Όταν
ο Μωάμεθ ο Πορθητής επέστρεφε από μια εκστρατεία στην Αλβανία εναντίον του
Γεωργίου Καστριώτη – Σκεντέρμπεη, έφτασε στο χωριό Παναρίτη. Στο χωριό θαύμασε
το παράστημα κάποιου Ηλία και τον προσέλαβε στην υπηρεσία του και, μάλιστα, τον
προήγαγε σε «Μιραχώρ Έβελ», δηλ. «Πρώτο Σταυλάρχη» με το όνομα «Ηλία Λιπέη». Ο
εξωμότης αυτός τα τελευταία χρόνια της ζωής του θέλησε να επιστρέψει και να
παραμείνει στην πατρίδα του.
Ο
διάδοχος του Πορθητή Βαγιαζίτ Β’ του επέτρεψε να επιστρέψει και να εγκατασταθεί
στην Παναρίτη. Επειδή, όμως, οι συγχωριανοί του τον περιφρονούσαν για τις
υπηρεσίες του στο Σουλτάνο, έφυγε από το χωριό του και εγκαταστάθηκε στην
Κορυτσά, όπου ο Σουλτάνος του έδωσε ως δώρο την επικαρπία της Περιφέρειας.Στην
Κορυτσά ο Ηλία – Μπέης έχτισε τέμενος και από τότε αρχίζουν και συγκεντρώνονται
πολλές οικογένειες από τις γύρω περιοχές και αναπτύσσεται σε σημαντική πόλη.
Η Κορυτσά αρχίζει να ακμάζει και να γίνεται σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης, δηλαδή μετά το 1769. Κατά τους αιώνες της Τουρκοκρατίας το σκότος της αμάθειας είχε ξαπλωθεί σε ολόκληρο το υπόδουλο γένος. Στην Κορυτσά το 1724 ιδρύεται σχολείο, για την ανέγερση του οποίου προσέφεραν τον οβολό τους όλοι οι κάτοικοι της Περιφέρειας. Κατά την επανάσταση του 1821 οι Τουρκαλβανοί εξαγριώθηκαν για τη συμμετοχή των Κορυτσαίων στον Αγώνα υπέρ της ανεξαρτησίας και έκαψαν το σχολείο αυτό, το οποίο και πάλι ανήγειραν οι Κορυτσαίοι.
Η Κορυτσά αρχίζει να ακμάζει και να γίνεται σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης, δηλαδή μετά το 1769. Κατά τους αιώνες της Τουρκοκρατίας το σκότος της αμάθειας είχε ξαπλωθεί σε ολόκληρο το υπόδουλο γένος. Στην Κορυτσά το 1724 ιδρύεται σχολείο, για την ανέγερση του οποίου προσέφεραν τον οβολό τους όλοι οι κάτοικοι της Περιφέρειας. Κατά την επανάσταση του 1821 οι Τουρκαλβανοί εξαγριώθηκαν για τη συμμετοχή των Κορυτσαίων στον Αγώνα υπέρ της ανεξαρτησίας και έκαψαν το σχολείο αυτό, το οποίο και πάλι ανήγειραν οι Κορυτσαίοι.
Μετά
το 1830 οι Κορυτσαίοι άρχισαν να ταξιδεύουν, κυρίως στην Αίγυπτο και στη
Ρουμανία, και πολλοί πλούτισαν. Τον πλούτο αυτό, ακολουθώντας την ηπειρωτική
παράδοση, τον διέθεσαν σε έργα ευποιΐας. Πολλοί αναδείχτηκαν μεγάλοι εθνικοί
ευεργέτες. Με δαπάνη του Μεγάλου Ευεργέτη Ιωάννη Μπάγκα ιδρύθηκε το 1856
ελληνικό γυμνάσιο, το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1914 και προσέφερε μεγάλες
υπηρεσίες στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στην Αλβανία.
Από
το 1850 και μετά οι Κορυτσαίοι φιλοτιμούνταν να αφήσουν μικρό ή μεγάλο
κληροδότημα στην πόλη και οι πιο φτωχοί πρόσφεραν τον οβολό τους στα εθνικά
κληροδοτήματα της πόλης. Κατά το 1850 ιδρύθηκε κοινοτικό ταμείο ονομαζόμενο
«Λάσο», το οποίο δεχόταν τις διάφορες δωρεές, τα κληροδοτήματα και τα έσοδα από
τις εκκλησίες, τα οποία προορίζονταν για την εκπαίδευση και τη φιλανθρωπία. Η
αγάπη των Κορυτσαίων για την συνεισφορά στο Λάσο ήταν τόσο μεγάλη, ώστε το 1913
η κοινοτική περιουσία υπέρ των καθιδρυμάτων είχε ανέλθει σε πέντε εκατομμύρια
φράγκα. Εκτός από τον Ιωάννη Μπάγκα και άλλοι Κορυτσαίοι κατέθεσαν μεγάλα ποσά
για τα ιδρύματα της πόλης. Εκτός των άλλων αναφέρονται οι: Δημήτριος Τσιόσκας,
που κατέθεσε 88.000 λίρες χρυσές Αγγλίας, ο Ευάγγελος Χρήστου, ο Κωνσταντίνος Φιλίππου
και πολλοί άλλοι.
Οι
Κορυτσαίοι, εκτός από την αγάπη τους για την παιδεία διακρίνονταν και για την
φιλοπατρία τους. Πλούσιοι Κορυτσαίοι το 1880 παρασύρθηκαν από την ρομαντική
ιδέα της ελληνοαλβανικής συνεργασίας, σκέφτηκαν να κληροδοτήσουν στην πατρίδα
σημαντικά ποσά υπό τον όρο να διδάσκεται στα σχολεία της πόλης δύο φορές την
εβδομάδα η αλβανική γλώσσα, χωρίς να υπολογίσουν την αντίδραση των συμπατριωτών
τους. Οι Κορυτσαίοι αρνήθηκαν τέτοιες δωρεές. Έφτασαν στο σημείο να μην
δέχονταν δωρεές εάν οι δωρητές ονόμαζαν την κοινότητα της Κορυτσάς ελληνική και
όχι χριστιανική.
Την
ελληνικότητα της Κορυτσάς δεν μαρτυρεί μόνο το παρελθόν της, αλλά τα ήθη, τα
έθιμα, οι παραδόσεις, τα συμπόσια, λείψανα του αρχαίου ελληνισμού και πολλά
άλλα. Η Κορυτσά απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό στις 7 Δεκεμβρίου 1912,
μετά από σκληρές και αιματηρές μάχες. Η θριαμβευτική είσοδος του ελληνικού
στρατού χαιρετίστηκε, όπως αναφέρεται παραπάνω, με άκρατο ενθουσιασμό. Οι μέχρι
χθες δούλοι ποδοπατούσαν το τουρκικό «φέσι» και σε ευχές, χορούς και τραγούδια
εξεδήλωναν τη χαρά τους. Η πόλη γέμισε από ελληνικές σημαίες.
Δυστυχώς, όμως, δεν πέρασε πολύς χρόνος από την απελευθέρωση της πόλης από την τουρκική δουλεία και οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να παραχωρήσουν την πόλη και ολόκληρη την Βόρειο Ήπειρο στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος. Οι Κορυτσαίοι και όλοι οι Βορειοηπειρώτες εξεγέρθηκαν με την εγκληματική αυτή απόφαση και με τον Αγώνα, που είναι γνωστός ως Βορειοηπειρωτικός Αγώνας, πέτυχαν την ελευθερία τους.
Δυστυχώς, όμως, δεν πέρασε πολύς χρόνος από την απελευθέρωση της πόλης από την τουρκική δουλεία και οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να παραχωρήσουν την πόλη και ολόκληρη την Βόρειο Ήπειρο στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος. Οι Κορυτσαίοι και όλοι οι Βορειοηπειρώτες εξεγέρθηκαν με την εγκληματική αυτή απόφαση και με τον Αγώνα, που είναι γνωστός ως Βορειοηπειρωτικός Αγώνας, πέτυχαν την ελευθερία τους.
Όμως,
τα γεγονότα που ακολούθησαν κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και η ύπουλη
ιταλική διπλωματία, πέτυχε η Βορ. Ήπειρος να παραδοθεί στους Αλβανούς. Ασφαλώς,
σκέπτονταν, με την παραχώρησή της στους Αλβανούς, να την χρησιμοποιήσουν ως
ορμητήριο κατά της Ελλάδος, όπως συνέβη με την επίθεσή τους κατά τον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όπως
είναι γνωστό στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι ιταλικές δυνάμεις εισέβαλαν στο ελληνικό
έδαφος. Ο ελληνικός στρατός, όμως, όχι μόνο ανέτρεψε τα στρατηγικά σχέδια του
ψευδοκαίσαρα της Ρώμης, αλλά χάρισε και την πρώτη νίκη στους συμμάχους με την
απελευθέρωση της Κορυτσάς στις 22 Νοεμβρίου 1940.
Η
Κορυτσά συνδέεται με τις ωραιότερες εθνικές αναμνήσεις, όχι μόνο του
παλαιότερου, αλλά και του πρόσφατου εθνικού παρελθόντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου