Μετεωρίτικοι
Στοχασμοί
"Τὸ Δῶρο τοῦ
Νοέμβρη"
Ὁ γέρο-Νῖκος περπατοῦσε σκυφτὸς στὸ μονοπάτι, μὲ τὴ βροχὴ νὰ τὸν μαστιγώνει ἀνελέητα. Ὁ Νοέμβριος, ἄγριος καὶ ἀπότομος, τοῦ εἶχε κλέψει κάθε χαμόγελο.
Τὰ γόνατά του πονοῦσαν, τὰ
χέρια του ἔτρεμαν ἀπὸ τὸ κρύο. Κοίταζε τὰ παπούτσια του βυθισμένα στὴ λάσπη καὶ
ἀναλογιζόταν: "Ἴσως νά 'ναι ὁ τελευταῖος μου χειμῶνας..."
Ξαφνικά, ἕνα θαῦμα. Τὰ σύννεφα
σχίστηκαν σὰν πέπλο ἐκκλησίας. Ὁ ἥλιος, χρυσὸς καὶ λαμπρός, χύθηκε ἐπάνω του σὰν
εὐλογία ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Οἱ ἀχτῖδες ἄγγιξαν τὸ
γερασμένο του πρόσωπο, ζέστασαν τὸ ρακένδυτο κορμί του. Σταμάτησε. Ἔκλεισε τὰ
μάτια. Κάθε κύτταρό του ξαναζωντάνεψε.
"Κύριε," ψιθύρισε,
"ἀκόμα θυμᾶσαι τὸν γέρο-Νῖκο."
Τὸ φῶς κράτησε μόνο λίγα
λεπτά. Ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ λεπτά του θύμισαν: ἡ ζωή, ἀκόμα καὶ στὸ σκοτάδι της,
κρύβει πάντα μιὰ ἀκτίδα φωτός.
Στὶς πιὸ σκοτεινὲς στιγμὲς τῆς
ζωῆς, ἡ ἐλπίδα ἐμφανίζεται ἀπροσδόκητα, σὰν τὸν ἥλιο μέσα στὴ θύελλα,
θυμίζοντάς μας ὅτι ἡ χάρη δὲν μᾶς ξεχνᾶ ποτέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου