18 Ιουν 2025

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας

Ενισχύστε τον Ορθόδοξο Τύπο 

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας – 1ον

1ον

 Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

 Πολλοὶ ἄνθρωποι ἔχουν τὴ μεγάλη ἀδυναμία νὰ ἀποκτήσουν καλὴ φήμη, νὰ γίνουν πρόσωπα θαυμασμοῦ καὶ νὰ τοὺς ἐκτιμοῦν οἱ συνάνθρωποί τους. Ἐπιθυμοῦν τὴν ἀναγνώριση, τὶς τιμὲς καὶ τοὺς ἐπαίνους καὶ γιὰ τὰ ἔργα τους ἀκόμα, ποὺ εἶναι κατακριτέα!

  Μὲ τὴ φαντασία τους μεγαλώνουν τὰ ἀσήμαντα καὶ δὲν ἔχουν τὴ στοιχειώδη αὐτογνωσία. Ἐπιδιώκουν τὴ δόξα χωρὶς νὰ τοὺς πρέπει, λησμονώντας ὅτι ἡ δόξα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους διαρκεῖ λίγο καὶ παρομοιάζεται μὲ τὸ ἄνθος τοῦ χορταριοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέει ὅτι «ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι σὰν τὸ χορτάρι, καὶ ἡ δόξα τους σὰν τὸν ἀνθὸ τοῦ χορταριοῦ. Μόλις ξεραίνεται τὸ χορτάρι, μαζί του πέφτει καὶ ὁ ἀνθός του»1.

  Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει δόξα, δηλαδὴ καλὴ φήμη καὶ οἱ γνωστοί του τὸν ἐκτιμοῦν καὶ τὸν θαυμάζουν, ἀντιμετωπίζει κινδύνους, λύπες καὶ πολλὲς φροντίδες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάσει. Συχνὰ θλίβεται, γιατί ἐκεῖνοι ποὺ τὸν πλησιάζουν δὲν ἔχουν ἦθος καὶ οἱ σκοποί τους εἶναι ἰδιοτελεῖς. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει σχετικά: «Καὶ ἂν ἀκόμα ἔχει νὰ παρουσιάσει ἄπειρα κατορθώματα αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, δύσκολα εἰσέρχεται στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Γιατί συνήθως τίποτα δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ παρεκκλίνει ἀπὸ τὸ σωστὸ τόσο πολύ, ὅσο ἡ δόξα ποὺ προσφέρεται ἀπὸ τοὺς πολλούς, γιατί κάνει τοὺς ἀνθρώπους δειλούς, ἀγενεῖς, κόλακες, ὑποκριτές»2.

Ὁ κενόδοξος ἐπιθυμεῖ τὴν ἀπόδοση τιμῶν στὸ πρόσωπό του καὶ προσπαθεῖ νὰ ἐντυπωσιάζει τοὺς ἄλλους μὲ τὴν ἐξωτερικὴ λάμψη καὶ γοητεία.

  Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει ἀναλυτικὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος δοξάζεται γιὰ τὴ σωματική του δύναμη, τὴ νεότητά του, τὴ συμμετοχή του σὲ ἀθλητικοὺς ἀγῶνες, τὴν ἀνδρεία του στὸν πόλεμο, γιὰ μεγάλα δημόσια ἔργα ποὺ πραγματοποίησε, ὅπως τείχη στὴν πόλη του, ὑδραγωγεῖο, γυμναστήριο κ.λπ. Ἐπίσης ὁ ἴδιος φουσκώνει ἀπὸ τοὺς ἐπαίνους καὶ ὑπερηφανεύεται γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ σπαταλάει στοὺς θηριομάχους καὶ σκιρτάει ἀπὸ χαρὰ γιὰ τὶς μάταιες φωνὲς (ἐπευφημίες) τοῦ ὄχλου, ἔχοντας γιὰ δόξα τοῦ ἐκεῖνα ποὺ προκαλοῦν ντροπή. Ἄλλος δοξάζεται, γιατὶ εἶναι δεινὸς ρήτορας καὶ κατέχει τὴν κοσμικὴ σοφία3.

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος θεωρεῖ πλάνη νὰ συγκινεῖται κάποιος ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Τοῦ λέει χαρακτηριστικά:  «Δὲν γνωρίζεις ὅτι, ὅπως ἀκριβῶς ἡ σκιά, κι ἂν ὑπάρχει κάτι μηδαμινότερο καὶ εὐτελέστερο ἀπὸ αὐτή, ἔτσι καὶ ὁ ἔπαινος τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ διασκορπισθεῖ στὸν ἀέρα, ἐξαφανίζεται;  Ἄλλωστε ἡ φύση τῶν ἀνθρώπων καὶ εὔκολα ἀνατρέπεται καὶ εὔκολα μεταβάλλεται καὶ οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι τώρα μὲν ἐπαινοῦν, ἄλλοτε δὲ κακολογοῦν τὸ ἴδιο πρόσωπο καὶ τὸ ἐπικρίνουν»4. Καὶ τοῦ ὑπενθυμίζει: «Εἶναι μεγάλο κακὸ ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας. Κι ἂν ἀκόμα ἔχουμε νὰ παρουσιάσουμε ἄπειρα κατορθώματα, ἡ μάστιγα τῆς κενοδοξίας εἶναι ἱκανὴ νὰ τὰ διαλύσει. Ἂν λοιπὸν ἐπιθυμοῦμε ἐπαίνους, ἄς ἐπιδιώκουμε ἐκείνους ποὺ ἀπονέμει ὁ Θεός. Γιατί ὁ ἔπαινος, ποὺ ἀπονέμουν οἱ ἄνθρωποι, ὅσο μεγάλος καὶ ἂν εἶναι, ἐξαφανίζεται μὲ τὴν ἴδια εὐκολία ποὺ ἀπονέμεται. Ἀλλὰ καὶ ἂν δὲν ἐξαφανισθεῖ, δὲν μᾶς φέρνει κανένα κέρδος, ἀφήνω ὅτι ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀπονέμει πολλὲς φορὲς ἔχει λανθασμένη κρίση»5.

Σημειώσεις:

1. Α΄ Πέτρ. α΄ 24. 2. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 1994, σελ. 451.  3. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Α΄, Ἀθήνα 2002, σελ. 577-578. 4. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Γ΄, Ἀθήνα 1995, σελ. 376.  5. Ὅπ. παρ., σελ. 381.

orthodoxostypos

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας – 2ον

Ὁ κενόδοξος προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσει τὸν ἔπαινο τῶν κοσμικῶν καὶ ἀμόρφωτων ἀνθρώπων ἀκολουθεῖ τὴν νοοτροπία καὶ τὶς πράξεις τους, ἐγκαταλείποντας συχνὰ τὴν δικὴ του ὀρθὴ κρίση. «Ἔτσι ἡ κενοδοξία δὲν καταργεῖ μόνο τὶς καλὲς πράξεις, ἀλλὰ εἶναι καὶ ὁδηγὸς πρὸς τὶς πονηρὲς πράξεις»6.

  Γιὰ τὸν συνειδητὸ χριστιανὸ ἀληθινὴ δόξα δὲν εἶναι αὐτὴ ποὺ προσφέρουν οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι μὲ κριτήρια ἁμαρτωλῆς ἔμπνευσης καὶ σκοπιμότητας. «Πραγματικὴ δόξα γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ εὐλάβεια, ἡ ἐπιείκεια καὶ ἀνεκτικότητα, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ πραότητα, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ εἰρήνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀνυπόκριτη πρὸς ὅλους ἀγάπη. Ὅλα αὐτὰ συνιστοῦν τὴ δόξα τοῦ ἀνθρώπου»7, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Καὶ συνεχίζει: «Δόξα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὀρθὴ πίστη, ὁ κατὰ Θεὸν ζῆλος, ἡ ἀγάπη, ὁ ζῆλος στὴν προσευχή, ἡ σύνεση, ἡ κοσμιότητα καὶ ὅλα τὰ λοιπὰ εἴδη τῆς ἀρετῆς». «Ἡ δόξα ποὺ μᾶς ἀποδίδουν οἱ ἄνθρωποι, ἔχει τὴν ἴδια ἀξία, ποὺ ἔχουν καὶ οἱ ἀσήμαντοι ἄνθρωποι, ποὺ τὴν προσφέρουν, γι’ αὐτὸ καὶ ξεφτίζει εὔκολα. Ἡ δόξα ὅμως ποὺ χαρίζει ὁ Θεός, δὲν εἶναι τὸ ἴδιο, ἀλλὰ μένει γιὰ πάντα ἀμετάβλητη»8.

Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν καὶ οἱ ἀκόλουθες ἀποφθεγματικὲς φράσεις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου:

«Ἡ πόλη δὲν θαυμάζεται γιὰ τὰ οἰκοδομήματά της, ἀλλὰ γιὰ τοὺς κατοίκους της».

«Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ μὴ περιγελᾶ ἐκεῖνον ποὺ κάνει κάτι, γιὰ νὰ δοξασθεῖ. Γιατί ἐπιφανὴς καὶ ἔνδοξος μπορεῖ νὰ γίνει μόνον ἐκεῖνος, ποὺ δὲν ἀποβλέπει σ’ αὐτό».

«Ἂν ἀγαπᾶς τὴ δόξα καὶ γι’ αὐτὸ δολιεύεσαι τὸν πλησίον, τότε θὰ τὴν ἀπολαύσεις σὲ μεγαλύτερο βαθμό, ὅταν τὴν περιφρονήσεις καὶ ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τὴ δολιότητα. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἀφιλοχρηματία εἶναι ἀντίθετη πρὸς τὴ φιλαργυρία, ἔτσι γιὰ νὰ κερδίσει κανεὶς τὴ δόξα, δὲν πρέπει νὰ ἀγαπάει τὴ δόξα».

«Ἂν θέλεις νὰ δοξάζεσαι πραγματικά, περιφρόνησε τὴ δόξα καὶ θὰ δοξασθεῖς περισσότερο ἀπὸ ὅλους».

«Ἐκεῖνος ποὺ περιφρονεῖ τὴ δόξα εἶναι πάνσοφος, γιατί γνωρίζει καλὰ τὴ ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων»9.

Σημειώσεις:

6. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 2003, σελ. 485-486. 7. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 1994, σελ. 451-452. 8. Ὅπ. παρ., σελ. 453-455. 9. Ὅπ. παρ., σελ. 456.

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας – 3ον

     Ὁ ἄνθρωπος δὲν πρέπει νὰ ἐπιθυμεῖ καὶ νὰ ἐπιδιώκει τὴ δική του δόξα, ἀλλὰ τοῦ οὐράνιου Πατέρα, ὁ ὁποῖος εἶναι φιλάνθρωπος καὶ ὅταν «μᾶς τιμωρεῖ καὶ ὅταν μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία», λέει ὁ ἱ. Χρυσόστομος. Προσευχόμενος δὲ πρὸς τὸν Δημιουργὸ ἀναφέρει: «Δὲν θὰ σὲ εὐχαριστήσω μόνο γιὰ τὶς εὐεργεσίες, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν δόξα Σου, τὴν ἀνείπωτη καὶ τὴν μεγαλωσύνη Σου τὴν ἄπειρη καὶ γιὰ τὴν φύση σου τὴν ἀνέκφραστη. Γιατὶ δὲν ὑπάρχει κανένα μέρος τῆς κτίσης τῆς ἐπουράνιας καὶ τῆς ἐπίγειας, ποὺ δὲν ἀφήνει φωνὴ λαμπρότερη ἀπὸ σάλπιγγα, ποὺ νὰ μὴ διακηρύττει τὴ μεγαλωσύνη τοῦ Ὀνόματός σου. Εἴτε τοὺς ἀγγέλους ἀναφέρεις, εἴτε τοὺς ἀρχαγγέλους, εἴτε τά σπέρματα, εἴτε τὸν ἥλιο, εἴτε τὴ σελήνη, εἴτε τὴ γῆ, εἴτε τὶς θάλασσες, εἴτε τὰ ζῶα ποὺ κολυμποῦν, εἴτε τὰ πτηνά, εἴτε τὶς λίμνες, εἴτε τὰ ποτάμια, μὲ ὅλα αὐτὰ ἀποδεικνύεται τὸ Ὄνομά Σου μεγάλο καὶ θαυμαστό»10.

    Ἐπίσης ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ θυμᾶται πάντα ὅτι ὁ Θεὸς δοξάζεται καὶ μὲ τὰ δικά του καλὰ ἔργα. Ὁ Κύριος στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του λέει ὅτι οἱ χριστιανοὶ εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου καὶ μὲ τὰ καλά τους ἔργα δοξάζουν τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα τους, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους, ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν πίστη, τοὺς παρακινοῦν σὲ δοξολογία τοῦ Θεοῦ.

   Ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι εὐθὺς καὶ εἰλικρινὴς στὴ ζωή του καὶ τὴ συμπεριφορά του πρὸς τοὺς ἄλλους καὶ δὲν ἀρνεῖται τὰ πονηρά, ἄδικα καὶ διεστραμμένα ἔργα, δὲν μπορεῖ νὰ δοξολογήσει τὸν Θεό. Ἡ ἱκανότητα τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ «στηρίζεται στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο παίρνουμε δύναμη καὶ προσφέρουμε εὐχαριστία στὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του. Ὁ καθένας μας, ἀνάλογα μὲ τὸ μέτρο τῆς καθαρότητάς του ἀπὸ τὴν κακία, παίρνει περισσότερη ἤ λιγότερη βοήθεια ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γιὰ νὰ προσφέρει τὴ θυσία τῆς δοξολογίας στὸν Θεό»11, τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος.

  Καὶ συνεχίζει: «Κανένας ταραγμένος, οὔτε ἀνήσυχος, οὔτε σαρκολάτρης νὰ μὴ ἀναμιχθεῖ μαζί μου στὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐσεῖς οἱ πρᾶοι, ποὺ πετύχατε μὲ κόπο καὶ τὴν ἀταραξία καὶ τὴ σταθερότητα τῆς ψυχῆς, καὶ διώχνετε τὴ νωθρότητα καὶ τὴ νύστα στὴν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων σας, ἐσεῖς ὑμνεῖστε μαζί μου τὸ μεγαλεῖο τοῦ Κυρίου. Ὑμνεῖ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Κυρίου ἐκεῖνος, ποὺ ὑπομένει τοὺς πειρασμούς, ποὺ τὸν βρίσκουν ἐξαιτίας τῆς εὐσέβειάς του, μὲ ἀνώτερες σκέψεις καὶ ὑψηλὸ φρόνημα. Ἀκόμα κι ἐκεῖνος, ποὺ παρατηρεῖ τὰ μεγαλεῖα τῆς κτίσης μὲ ἀνώτερες σκέψεις καὶ βαθύτατους στοχασμούς, ὥστε ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ὡραιότητα τῶν κτισμάτων, νὰ ἀτενίσει καὶ νὰ γνωρίσει Ἐκεῖνον, ποὺ τὰ δημιούργησε. Γιατί ὅσο περισσότερο ἐμβαθύνει κανεὶς στοὺς νόμους, σύμφωνα μὲ τοὺς ὁποίους δημιουργήθηκαν τὰ κτίσματα καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς ὁποίους διοικοῦνται, τόσο περισσότερο βλέπει μὲ θαυμασμὸ τὴ μεγαλοπρέπεια τοῦ Κυρίου καὶ ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπ’ Αὐτόν, ὑμνεῖ τὸ μεγαλεῖο Του»12.

Σημειώσεις:

10. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 1994, σελ. 456-457. 11. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Α΄, Ἀθήνα 2002, σελ. 581. 12. Ὅπ. παρ., σελ. 581-582

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας – 4ον

 Ἀξιοπρόσεκτη εἶναι καὶ ἡ προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Βασιλείου: «Σπεῖρε δοξολογία, γιὰ νὰ θερίσεις στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν στεφάνια καὶ τιμὲς καὶ ἐπαίνους», ἔχοντας πάντα στὸ νοῦ του ὅτι «δὲν προσφέρει δόξα καὶ τιμὴ στὸν Κύριο ἐκεῖνος, ποὺ παρασύρεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη δόξα, οὔτε ἐκεῖνος ποὺ λατρεύει τὸ χρῆμα, οὔτε ἐκεῖνος ποὺ ἐπιδιώκει τὶς ἡδονὲς τοῦ σώματος, οὔτε ἐκεῖνος ποὺ θαυμάζει καὶ ἀκολουθεῖ δόγματα (ἀλήθειες πίστης) ξένα πρὸς τὴν θεοσέβεια»13.

  Ἡ κενοδοξία εἶναι φοβερὸ πάθος κι ἂς ὑποστηρίζουν πολλοὶ ὅτι ἔχει καὶ θετικὰ ἀποτελέσματα, γιατί ἀναδεικνύει ἱκανοὺς καὶ χαρισματικοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νὰ βοηθήσουν μὲ πολλοὺς τρόπους τὴν ὑποβαθμισμένη κοινωνία μας.

  Ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει ὅτι ἡ κενοδοξία εἶναι «ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας, πρόδρομος τῆς ὑπερηφάνειας, ναυάγιο μέσα στὸ λιμάνι, μυρμήγκι στὸ ἁλώνι, ποὺ εἶναι μὲν μικρό, ἀλλὰ ἀπειλεῖ νὰ κλέψει ἀθόρυβα ὅλον τὸν καρπὸ καὶ τὸν κόπο τοῦ γεωργοῦ»14.

  Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος θεωρεῖ διαβολικὸ ἔργο καθετὶ ποὺ γίνεται γιὰ ἐπίδειξη καὶ χαρακτηρίζει τὴν κενοδοξία μισητὸ πάθος καὶ πολυκέφαλο, ἔχει δηλαδὴ πολλὲς πλεκτάνες, γι’ αὐτὸ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι μισοῦν τοὺς κενόδοξους καὶ διατυπώνουν ἀμέτρητες κατηγορίες ἐναντίον τους. Ἡ μανία τῆς κενοδοξίας γεννιέται σ’ αὐτούς, ποὺ ἔχουν κάποιες ἐπιτυχίες καὶ μερικὰ κατορθώματα. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ πτώση, γιατί τὰ ἔργα τους ἀπέβλεπαν στὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων καὶ ὄχι στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γνωστὴ ἡ περίπτωση τοῦ Φαρισαίου, ὁ ὁποῖος κατέστρεψε τὰ πνευματικά του κατορθώματα μὲ τὸ φοβερὸ πάθος τῆς κενοδοξίας. «Ἔγινε μικρότερος ἀπὸ τὸν τελώνη, ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ κρατήσει τὴ γλώσσα του, ἀλλὰ μὲ αὐτὴ σὰν κάποια θυρίδα ἐξεστόμισε καὶ ἄδειασε ὅλο τὸν πλοῦτο του. Τόσο μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ κενοδοξία»15, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Ἅγιός μας.

Σημειώσεις:

13. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Α΄, Ἀθήνα 2002, σελ. 585. 14. Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Ὠρωπὸς 1978, σελ. 238. 15. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Γ΄, Ἀθήνα 1995, σελ. 380.

Κενοδοξία: Ἀπόγονος τῆς ἀπιστίας – 5ον

Ἡ κενοδοξία ἐμφανίζεται σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τοῦ ἀπρόσεκτου ἀνθρώπου. Μοιάζει μὲ τὴν ἀράχνη, ποὺ  ἁπλώνει παντοῦ τὸν ἱστό της, λέει ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Μερικοὶ ἄνθρωποι κάνουν κάποιον πνευματικὸ ἀγώνα καὶ ἀποκτοῦν μερικὲς ἀρετές, τὶς ὁποῖες θέτουν ἀπερίσκεπτα στὴν ὑπηρεσία τοῦ πάθους τῆς κενοδοξίας καὶ χάνουν τὴν ἀξία τους. Εἶναι ἐνδιαφέρουσα καὶ ἡ ἀκόλουθη διαπίστωση τοῦ ὁσίου Ἰωάννου: «Ἔχω δεῖ πολλὰ καὶ διάφορα φυτὰ ἀρετῶν, φυτευμένα μέσα στὸν κόσμο, ποὺ ποτίζονται ἀπὸ τὸ βόρβορο τοῦ ὑπονόμου τῆς κενοδοξίας καὶ σκαλίζονταν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἐπίδειξης καὶ λιπαίνονταν μὲ τὸ λίπασμα τῶν ἐπαίνων. Τὰ ἴδια ὅμως αὐτὰ φυτά, ὅταν μεταφυτεύθηκαν σὲ γῆ ἔρημο καὶ ἄβατο ἀπὸ κοσμικούς, καὶ ἄνυδρο, χωρὶς τὸ βρωμερό νερὸ τῆς κενοδοξίας, ἀμέσεως ξεράθηκαν. Διότι δὲν ἦταν δυνατό, αὐτὰ τὰ ὑδροχαρῆ φυτὰ νὰ καρποφορήσουν σὲ σκληρὰ καὶ ἄνυδρα γυμναστήρια»16.

  Ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι δέσμιος τοῦ πάθους τῆς κενοδοξίας διακρίνεται γιὰ τὴν ἀκατάσχετη πολυλογία του προκειμένου νὰ διαφημίζει τὸν ἑαυτό του. Δὲν σέβεται τὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων καὶ δὲν διστάζει νὰ ἐμφανίζει τὰ ἀσήμαντα ὡς σπουδαῖα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἁμαρτήματα ὡς κατορθώματα πνευματικοῦ ἀγώνα, διαστρέφοντας τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου.

  «Ὁ κενόδοξος δείχνει ὅτι εἶναι πιστός, ἐνῶ εἶναι εἰδωλολάτρης. Φαινομενικὰ σέβεται τὸν Θεό, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἐπιζητεῖ νὰ ἀρέσει στοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι στὸν Θεό»17, τονίζει ὁ Ὅσιος Ἰωάννης.

  Μιλώντας γιὰ τὴν κενοδοξία ἔρχεται στὸ νοῦ μας καὶ ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ποὺ ἐπίσης εἶναι ἁμαρτωλὸ πάθος. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρεται στὴ διαφορὰ ποὺ ὑπάρχει στὰ δύο αὐτὰ πάθη: «Νομίζω ὅτι κενόδοξος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἢ λέει κάτι, γιὰ νὰ κερδίσει τὴ φθηνὴ κοσμικὴ δόξα ἐκείνων, ποὺ τὸν βλέπουν ἢ τὸν ἀκοῦν. Ἀνθρωπάρεσκος δὲ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἐνεργεῖ κάτι, ἀκολουθώντας τὸ θέλημα κάποιου ἀνθρώπου, γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει, ἀκόμα κι ὅταν ἡ ἐνέργεια αὐτὴ εἶναι ἀνήθικη»18.

  Κλείνοντας τοῦτο τὸ κείμενο μεταφέρουμε ἕνα ἀκόμα λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «Ἂς περιφρονήσουμε τὴν κενοδοξία. Γι’ αὐτὸ βέβαια λέγεται καὶ κενή, ἐπειδὴ εἶναι στερημένη ἐντελῶς περιεχομένου καὶ δὲν ἔχει τίποτα σταθερὸ καὶ βέβαιο, οὔτε μόνιμο, ἀλλὰ εἶναι μόνο ἀπάτη τῶν ματιῶν καὶ ἐξαφανίζεται πρὶν ἀκόμα ἐμφανιστεῖ»19.

Σημειώσεις:

16. Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Ὠρωπὸς 1978, σελ. 52. 17. Ὅπ. παρ., σελ. 238. 18. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 2003, σελ. 489-490. 19. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Γ΄, Ἀθήνα 1995, σελ. 386.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com