ΕΥΧΗ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού αρχιμανδρίτου
Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
[εκφωνήθηκε
κατά τους Β΄Χαιρετισμούς, στις 28-3-1986]
Μια δευτέρα αρετή, αγαπητοί μου, μετά από τη σωφροσύνη, που γίνεται αίτημα εις την γνωστήν μικράν ευχή του αγίου Εφραίμ του Σύρου, είναι η ταπεινοφροσύνη. Λέγει ο άγιος πατήρ: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῷς. Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ. Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητὸς εἶ, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Έτσι, αγαπητοί μου, στη σειρά έχομε να αναλύσομε με τη
βοήθεια του Θεού, την πολυπόθητον αρετήν της ταπεινοφροσύνης. Τι να πούμε γι’
αυτήν την αρετή; Τι άλλο; Από τα λόγια εκείνα του αγίου Ισαάκ του Σύρου που λέγει:
«Θέλω, να ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί,
και να λαλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης. Αλλά γεμίζω από φόβο,
όπως γεμίζει εκείνος που γνωρίζει ότι πρόκειται να μιλήσει για τον Θεό με τη
δική του σκέψη. Κι αυτό γιατί η
ταπείνωσις είναι στολή του Θεού. Γιατί ο Λόγος που ενηνθρώπησε, αυτήν
ενεδύθη και μ’ αυτήν μας μίλησε. Κι
όποιος την ντύνεται αυτή την στολή, αληθινά εξομοιώνεται με Εκείνον που κατέβη
από το ύψος Του και κάλυψε την αρετήν της μεγαλοσύνης Του και σκέπασε την δόξα
Του με την ταπεινοφροσύνη».
Έτσι, αγαπητοί, η ταπείνωσις είναι ένας θησαυρός, όπως
λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Ένας θησαυρός κλειδωμένος. Με εντελώς άγνωστη γεύση. Μόνο μια επιγραφή υπάρχει
απέξω, λέγει ο άγιος Πατήρ, που γράφει: «Η
αγία ταπείνωσις». Αλλά κι αυτή, όμως, μένει ακατανόητος και δεν μπορούμε να
συλλάβουμε το περιεχόμενο αυτού του κλειδωμένου θησαυρού. Γι΄αυτό λέγει ο άγιος
Πατήρ: «Ταπείνωσις ἐστὶν ἀνώνυμος χάρις ψυχῆς, μόνης ἐνώνυμος τοῖς πεῖραν εἰληφόσιν,
ἄφραστος πλοῦτος, Θεοῦ ὀνομασία καὶ χορηγία». Τι είναι ταπείνωσις; «Είναι», λέει, «μία χάρις της
ψυχής που δεν έχει όνομα, παρά μόνο σε εκείνους που έχουν πάρει πείρα, γεύση,
αυτής της αρετής, αυτής είναι επώνυμος, έχει όνομα. Είναι ένας ανείπωτος πλούτος. Είναι μια ονομασία του Θεού. Είναι μία χορηγία, μία δωρεά του Θεού».
Και τούτο, όπως συνεχίζει ο άγιος πατήρ και λέγει, «γιατί ο Ίδιος ο Χριστός μάς λέγει: ’’Μάθετε, όχι από άγγελο, όχι από
άνθρωπο, όχι από βιβλία, αλλά από μένα, δηλαδή από την ενοίκησή μου και την
έλλαμψή μου και την ενέργειά μου μέσα σας- ότι πρᾶος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τῇ καρδία καὶ τῷ λογισμῷ καὶ τῷ φρονήματι.
Και θα βρείτε ανάπαυση από πολέμους και αγώνες και ανακούφιση από λογισμούς στις ψυχές σας».
Έτσι, αγαπητοί μου, όταν ο Κύριος μάς λέγει να μάθομε από Εκείνον την
ταπείνωση, μας κάνει, για δεύτερη φορά, το ίδιο μάθημα. Ναι. Την πρώτη φορά το
μάθημα μάς το ‘δωσε μέσα εις τον Παράδεισον, εις τους Πρωτοπλάστους. Την
δεύτερη φορά, δείχνοντας σε μας την Ενανθρώπησή Του. Την πρώτη φορά εδόθη στους
Πρωτοπλάστους η εντολή της πίστεως και
της υπακοής. Να μην δοκιμάσουν τον καρπόν. Αλλά για να πραγματωθεί η πίστις και η υπακοή στο θέλημα του Θεού,
έπρεπε πίσω από αυτές τις δυο αρετές να υπάρχει η ταπείνωσις. Και επειδή
ακριβώς εις τους πρωτοπλάστους δεν υπήρχε η ταπείνωσις, γι’ αυτό ακριβώς και
ξέπεσαν οι πρωτόπλαστοι. Και όλο το ανθρώπινο γένος στο δικό τους το
πρόσωπο. Δηλαδή, τι έπρεπε να υπάρχει εις τον Αδάμ; Μια βαθιά επίγνωσις του τι ήτο ο Αδάμ και τι ο Θεός. Τι είναι ο
Θεός και τι είμαι εγώ ο άνθρωπος. Τι ζητάει ο Θεός από μένα και τι οφείλω εγώ, σαν άνθρωπος, εις τον Θεόν.
Αυτό όφειλε να γνωρίζει ο Αδάμ.
Γι'αυτό γράφει ο αββάς Δωρόθεος: «Ἐξ ἀρχῆς
εἰ ἐταπεινώθη -δηλαδή ο Αδάμ-, οὐκ εἶχεν ἐκπεσεῖν». «Εάν από την αρχή ο Αδάμ είχε ταπεινωθεί,
δεν υπήρχε λόγος να πέσει, δεν υπήρχε ο κίνδυνος να πέσει». Και συνεπώς,
για τον καθένα μας θα λέγαμε, και όπως λέγει πάλι ο ίδιος πατήρ: «Δίχα
ταπεινώσεως οὐ δύναται ὑποταγῆναι ταῖς ἐντολαῖς, οὐδὲ ἐλθεῖν εἰς τι ποτὲ ἀγαθόν».
«Χωρίς την ταπείνωση, δεν μπορεί κανείς
να πραγματοποιήσει τις εντολές του Θεού. Δεν
μπορεί να έλθει ποτέ εις την πραγμάτωσιν του αγαθού, εάν δεν υποταγεί δια
της ταπεινώσεως στις εντολές του Θεού».
Αλλά και δεύτερη φορά μας έδωσε, ο Θεός, ο Χριστός, αγαπητοί μου, το
μάθημα της ταπεινώσεως. Και μας το ‘δωσε με την αγία Του Σάρκωση. Μας έδειξε ότι
«ἐκένωσεν
ἑαυτὸν μορφὴν δούλου λαβών». Ότι «εκένωσε
τον εαυτόν Του, άδειασε -δηλαδή κάλυψε-
τον εαυτόν Του από την θεία δόξα και ενεφανίσθη με την δική μας, την δουλικήν
μορφήν». Ποιος; Αυτός ο άπειρος
Λόγος του Θεού. Και συνεπώς, πόσο περισσότερο εμείς, οι δούλοι,
φύσει-θέσει, ως κτίσματα, οφείλομε εις τον Θεόν να ταπεινούμεθα απέναντί Του.
Γι΄αυτό, λοιπόν, αγαπητοί μου, η ταπείνωσις είναι ένα μάθημα. Ένα μάθημα που
μας το διδάσκει Αυτός ο Ίδιος ο Λόγος, έργα των χειρών του Οποίου είμεθα.
Εκείνος μας κατεσκεύασε, Εκείνος αναλαμβάνει και να μας διδάξει. Και μας λέγει:
«Μάθετε απ’ εμού. Εγώ είμαι το υπόδειγμά
σας. Από μένα θα μάθετε. Όχι από το
στόμα μου, αλλά από την παρουσία μου. Όχι ό,τι θα σας πω, αλλά αυτό που
είμαι Εγώ». Δηλαδή, πέρα από τους λόγους, αυτή η ίδια η Ενανθρώπησις, που
είναι η ταπείνωσις του Θεού Λόγου που ήρθε ανάμεσά μας.
Η ουσία, αγαπητοί μου, της
ταπεινώσεως, δεν είναι τι άλλο παρά η συναποδοχή του θείου «Εγώ» μετά του
ανθρωπίνου «εγώ». Να δεχθώ, εγώ, τον Θεόν. Το δικό μου «εγώ» να αποδεχθεί το
θείο «Εγώ». Και μάλιστα το δικό μου «εγώ» να το υποτάξω κάτω από το θείο «εγώ».
Είναι η αναγνώρισις της θείας αυθεντίας,
η οποία εξαφανίζει την ανθρωπίνη αυτονομία. Όταν εγώ αναγνωρίσω τον Θεόν ως
αυθεντία, παύω πλέον να μένω αυτόνομος. Όταν δεν αναγνωρίσω την θείαν
αυθεντίαν, τότε αμέσως μέσα μου γεννιέται η αυτονομία. Το αίτημα της
αυτονομίας. Είμαι ελεύθερος, να κάνω ό,τι θέλω. Δηλαδή όχι ακριβώς ελεύθερος,
έκανα κατάχρηση της λέξεως και την προσέβαλα: είμαι ασύδοτος, είμαι ασύδοτος!
Στην εποχή μας, με την απόρριψη δήθεν του κάθε
κατεστημένου, στην πραγματικότητα απορρίπτεται η αυθεντία Αυτού του Θεού. Στο
βάθος ζητάμε να απορρίψομε την αυθεντία του Θεού! Διότι ο σεβασμός στους
γονείς μας, τι άλλο είναι παρά ένας τύπος υποταγής μας στο θέλημα του ουρανίου
Πατρός. Ο σεβασμός στους διδασκάλους μας, τι άλλο είναι παρά ένας τύπος
υποταγής μας εις τον ουράνιον Διδάσκαλον. Εάν τους γονιούς μου δεν σέβομαι, θα
σεβαστώ τον Θεόν Πατέρα; Εάν τους διδασκάλους μου απορρίπτω, θα δεχτώ τον
Χριστόν ως Διδάσκαλον; Πίσω, λοιπόν, από
την απόρριψη του λεγομένου δήθεν «κατεστημένου», ζητάει ο σύγχρονος άνθρωπος να
απορρίψει την αυθεντία του Θεού. Και συνεπώς να έχομε επανάληψη του
προπατορικού αμαρτήματος, που σημαίνει ολοφάνερα την απουσία της
ταπεινοφροσύνης.
Αγαπητοί μου, πρέπει το «εγώ» το ανθρώπινο να
πεθάνει, καλύτερα: να πεθαίνει, να πεθαίνει διαρκώς. Αυτό ο άνθρωπος το
φοβείται. Γιατί πιστεύει ότι θα εξαφανιστεί η προσωπικότητά του. Όμως, στην πραγματικότητα, όταν ο άνθρωπος
νεκρώνει το ίδιον «εγώ», και το υποτάσσει κάτω από το θείον «Εγώ», την θείαν
αυθεντία, τότε δεν έχομε εξαφάνιση, έχομε ανάδειξη και αυτό φαίνεται ανάγλυφα
σε όλους τους αγίους. Οι άγιοι ενέκρωσαν τον εγωισμό τους, ενέκρωσαν το «εγώ»
τους και ανεδείχθη το πρόσωπό τους, η προσωπικότητά τους. Θα λέγαμε, καταδύεται
το ανθρώπινον «εγώ», εις αυτό το μηδέν της νεκρώσεως και αναδύεται εις την
πραγματικότητα της ζωής. Όταν ο άνθρωπος
βυθίζεται εις την ταπείνωση, τότε αποκτά όραση του αληθινού εαυτού του. Τότε
μόνο μπορεί να βλέπει αληθινά και πραγματικά ποιος είναι.
Γι'αυτό λέγει ο αββάς Ησαΐας: «Ὁ τὴν ταπείνωσιν κτησάμενος ἀποκαλύπτει αὐτῷ
ὁ Θεὸς τὰς ἁμαρτίας αὐτοῦ». «Εκείνος
ο οποίος απέκτησε την ταπείνωσιν, τότε του αποκαλύπτει ο Θεός τον πραγματικό
του εαυτόν, ποιος είναι». Ενώ αντιθέτως, όπως λέγει ο ίδιος άγιος πατήρ: «Ὁ μὴ
γινώσκων τήν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν, ἐλλείπει ἐκ τῆς ταπεινώσεως». «Αυτός που δεν γνωρίζει την ασθένειά του,
δηλαδή τις αμαρτίες του, αυτός είναι έξω από τον χώρο της ταπεινώσεως».
Πρέπει ακόμη να προσέξομε κάτι.
Ότι η αρετή της ταπεινώσεως δεν πρέπει
να είναι εκλεκτική στην ανθρώπινη συμπεριφορά και εις την ανθρωπίνη βίωση, αλλά
συνεκτική. Να συνδέεται, δηλαδή, με κάθε αρετή και με όλες τις πτυχές του
ανθρωπίνου βίου. Έτσι, η αγάπη, επί παραδείγματι, πρέπει να κινείται μέσα εις
τον χώρον της ταπεινώσεως. Γιατί εάν δεν κινείται μέσα εις τον χώρον της
ταπεινώσεως, τότε δεν θα είναι αγάπη γνησία. Είναι κι ένας άλλος συνυπάρχων
χώρος, που δεν είναι της ώρας να αναλύσομε, είναι ο χώρος της διακρίσεως. Μέσα εις τον χώρον της ταπεινώσεως και της
διακρίσεως κινείται η αρετή της αγάπης. Μέσα εις τον χώρον της ταπεινώσεως και της διακρίσεως, αλλά δεν
επαναλαμβάνω την διάκριση γιατί δεν είναι θέμα μας, κινείται και η ελεημοσύνη. Εάν δεν έχω ταπείνωση, τότε και η
ελεημοσύνη μου δεν είναι παρά μία επίδειξις. Η εγκράτεια, πρέπει να ευρίσκεται
μέσα εις τον χώρον της ταπεινώσεως, διότι αλλιώτικα είναι μία ιδιοτροπία μου να
θέλω να μένω εγκρατής και μία κενοδοξία μου. Το ίδιο και η προσευχή. Εάν η
προσευχή δεν είναι μέσα εις τον χώρον της ταπεινώσεως, τότε αντιλαμβάνεσθε δεν
είναι παρά μόνο ένας κομπασμός, ένας φαρισαϊσμός. Και η υπομονή· και η ανοχή·
και η χρηστότης, δηλαδή το να είμαι χρήσιμος άνθρωπος, άνθρωπος ωφέλιμος,
πρέπει να είναι και αυτή εις τον χώρον της ταπεινώσεως· η εργατικότης· κ.ο.κ. Όλες οι αρετές πρέπει να συνδέονται με την
ταπείνωσιν.
Ακόμα η ταπείνωσις πρέπει να καλύπτει όλα τα μέρη της ψυχής. Πρώτα πρώτα την διάνοιαν.
Να έχω την λεγομένην ταπείνωσιν της διανοίας. Και η ταπείνωση της διανοίας εκφράζεται και εκδηλούται πρώτον, ως απουσία
του ορθολογισμού· ο ταπεινός δεν
ορθολογίζει. Δεν προβάλλει την αντίσταση
του νου στο θαύμα του Θεού, στην παρουσία του Θεού, στην αγάπη του Θεού. Ο ορθολογισμός είναι μία αρρώστια· είναι
μια αρρώστια του νου που τον κατατρώει. Γι'αυτό χρειάζεται να ταπεινωθεί η
διάνοια, ο νους.
Ακόμα, ταπείνωση της διανοίας
είναι και η απλότης. Η απλότης, που δεν ζητάει περιπλόκους συλλογισμούς ή
να προσφέρει, ή να κατανοήσει. Αυτή η
αγία απλότης είναι μόνο γνωστή ως γεύσις και πηγή πολλής χαράς μόνο σε εκείνον
που την έχει. Και εκείνοι που βλέπουν αυτήν την απλότητα του νου, μπορούν
να αισθάνονται ότι κάτι θαυμάσιο υπάρχει εδώ. Αλλά σε όλη της την γεύση, αυτήν
την απλότητα, δεν μπορούν να έχουν γνώση. Διότι
μόνο όταν κανείς μπαίνει μέσα εις την περιοχή της κάθε αρετής, του κάθε καρπού
του Αγίου Πνεύματος, τότε μόνο έχει μία καλυτέρα και καλυτέρα γνώση.
Ακόμα, χρειάζεται η ταπείνωση της
καρδιάς. Εννοούμε την έδρα του συναισθήματος. Κι αυτό δεν είναι τι άλλο
παρά όταν ο άνθρωπος αγαπά να έχει
κοινωνία. Με ολόκληρην την κτίσιν. Δεν περιφρονεί τίποτα. Πολύ παραπάνω,
δεν περιφρονεί κανέναν άνθρωπο. Δεν κάνει διακρίσεις χρώματος – οι διαβόητες φυλετικές, φερειπείν, διακρίσεις…
Ξέρετε τι είναι η παρουσία φυλετικών
διακρίσεων; Παρουσία υπερηφανείας. Τι θα πει «Σε ξεχωρίζω γιατί είσαι μαύρος. Γιατί είσαι κίτρινος…». Τι θα πει
αυτό; Τι θα πει αυτό; Είναι υπερηφάνεια.
Ακόμα, είναι το να αγαπώ όλους τους ανθρώπους. Να τους καταδέχομαι όλους, σε οποιαδήποτε- αν υποτεθεί ότι υπάρχουν
κοινωνικές τάξεις-, να τους αποδέχομαι. Φτωχός είναι ο άλλος ή πλούσιος.
Μορφωμένος ή όχι μορφωμένος. Μικρός ή μεγάλος. Εύσημος ή περιφρονημένος. Ό,τι
και να είναι, η ταπείνωση της καρδιάς αποδέχεται κάθε άνθρωπον. Ταπείνωση της καρδιάς είναι η κοινωνία με
όλον τον κτιστόν κόσμον, προπαντός όπως σας είπα με τους ανθρώπους.
Ακόμα είναι η ταπείνωση της βουλήσεως, της θελήσεως. Έχει ανάγκη και αυτή
να εξαγιαστεί. Και εκφράζεται η
ταπείνωση της βουλήσεως με την διακονία. Να μάθομε να υπηρετούμε. Αυτό που
είπε ο Κύριος: «Δεν ήλθα ανάμεσά σας σαν
αφεντικό, αλλ΄ήλθα ως ο διακονών. Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι».
«Δεν ήλθα να διακονηθώ, αλλά να
διακονήσω, να υπηρετήσω». Όταν υπηρετώ, να πω μια ωραία έκφραση της αρχαίας
Εκκλησίας, αγιογραφική, που τότε γιατί δεν είχαν παπούτσια, και τα παπούτσια
ήταν ατελή και οι δρόμοι σκονισμένοι, «εάν νίπτει κανείς πόδας αγίων». Ήταν
συνήθεια, όταν εισέρχεται κανείς μέσα σε ένα σπίτι, να του πλένουν τα πόδια, τα
σκονισμένα, βεβαίως, από τον δρόμον. Βέβαια τα έπλεναν οι δούλοι- εάν το σπίτι
ήταν πλούσιο και διέθετε δούλους- αλλά θα έπλενε τα πόδια ο νοικοκύρης ή η
νοικοκυρά του σπιτιού, αν ήσαν φτωχοί άνθρωποι. Ήταν το πρώτο δείγμα φιλοφρονήσεως
και φιλοξενίας. Αυτό μεταφορικά σημαίνει –νίπτω πόδας αγίων- που λέγει ο
Απόστολος Παύλος, υπηρετώ· υπηρετώ τους
άλλους ανθρώπους, έστω και στις πιο χαμηλές τους ανάγκες.
Ακόμη, η ταπείνωσις αυτή
επεκτείνεται και εις αυτό το σώμα. Και στο
σώμα επεκτείνεται όταν εξορίζεται η αλαζονεία του βίου: το πώς θα ντυθώ, το πώς
θα κατοικήσω, πού θα κατοικήσω και το πώς θα μετακινούμαι. Τι μέσα
μεταφορικά έχω. Όταν αυτά είναι απλά, ή όταν δεν είναι απλά· κι εκεί φαίνεται η
ταπείνωσις. Όπως και η νηστεία. Η
νηστεία είναι μια μορφή ταπεινώσεως του σώματος.
Αγαπητοί μου. Εκείνο που ανήκει τον δρόμο προς την αρετή της ταπεινώσεως είναι οι
πειρασμοί. Μην φοβούμεθα τους
πειρασμούς. Η οδός που ανοίγεται πάντα προς την ταπείνωσιν είναι οι πειρασμοί·
τον οποίον δρόμον ανοίγει Αυτός ο Θεός, πολλές φορές, είτε κατ’ ευδοκίαν είτε
κατά παραχώρησιν. Ουδέποτε ένας πειρασμός έρχεται εάν δεν θέλει ο Θεός ή δεν
παραχωρήσει ο Θεός. Αλλά οι πειρασμοί αυτοί οδηγούν στο να χαλκευτεί η
αρετή της ταπεινοφροσύνης. Λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Οὐ διορθοῦται τις τὸ ἔργον αὐτοῦ
ἄνευ ταπεινώσεως καὶ οὐ παιδεύεται (:Δεν
παιδαγωγείται) ἢ μὴ διὰ πειρασμῶν καὶ ἄνευ
παιδείας τὴν ταπείνωσιν οὐ καταλαμβάνει (:χωρίς παιδαγωγία που έρχεται από τους πειρασμούς δεν μπορεί να
κατακτήσει και να αποκτήσει την ταπείνωσιν)».
Η ταπείνωσις, η αγία ταπείνωσις, έχει μια ποικίλη γεύση, όπως λέει
ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ενώ είναι πάντα η ίδια. Προσέξτε, έχει μια
ποικίλη γεύση, ενώ είναι πάντα η ίδια. Αλλιώς την νιώθει εκείνος ο οποίος είναι
μέσα στον χειμώνα των παθών· ή καλύτερα να σας διαβάσω σε μία απόδοση: «Διαφορετική είναι η όψις που παρουσιάζει η
οσία, αυτή, άμπελος- η ταπεινοφροσύνη- όταν ακόμα επικρατεί ο χειμώνας των
παθών. Και διαφορετική όταν πλέον έρθει η άνοιξις των καρπών. Και διαφορετική
όταν φτάσει το θέρος των αρετών. Όταν
αρχίσει να ανθίζει, αισθανόμαστε πάραυτα κόπωση και μίσος προς κάθε ανθρώπινη
δόξα και έπαινο, ενώ συγχρόνως εξορίζομε από μέσα μας τον θυμό και την οργή.
Προχωρώντας στο θέρος των αρετών, κάθε καλό που εκτελούμε το θεωρούμε σαν
τίποτα ή σαν βδέλυγμα. Λέμε: ‘’Τιποτένιο πράγμα αυτό που έκανα’’. Κάθε ημέρα που περνά, αισθανόμεθα να
αυξάνει το φορτίο των αμαρτιών μας, όχι τι άλλο, γιατί βλέπομε καλύτερα την
ψυχή μας και στις πιο λεπτές πτυχές της. Το πλήθος των χαρισμάτων που μας δίδει
ο Θεός το αισθανόμεθα σαν αιτία μεγαλυτέρας τιμωρίας, γιατί δεν μας αξίζει:
‘’Κύριε,
μου δίνεις αυτό, μου δίνεις εκείνο. Ω, βασανίζομαι. Γιατί με τιμωρείς. Σε μένα
μου δίνεις; Δεν αξίζω…’’. Είναι το θέρος των αρετών».
Ακόμα ο ταπεινός άνθρωπος, κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, στερείται από το δηλητήριο της υποκρισίας.
Και της καταλαλιάς· του μίσους, της αντιλογίας και της απειθαρχίας. Αντιθέτως
είναι ήπιος, είναι προσηνής, είναι ευκατάνυκτος, είναι ευσπλαχνικός, είναι
γαλήνιος, είναι χαρωπός, είναι ευκολοκυβέρνητος, είναι άλυπος, είναι άγρυπνος,
είναι άοκνος. Και ερωτώ, αγαπητοί μου: Με τόσα στολίδια που κοσμείται η
αγία ταπείνωσις ίσως αρχίσομε να την αγαπούμε. Και να ζηλεύομε να την αποκτήσομε.
Αλλά πώς όμως; Πρώτα πρώτα με τη μετάνοια· που είναι καρπός μιας
βαθιάς αυτογνωσίας· που δέχεται κάθε ατιμία και ύβρη και πειρασμό. Δεύτερον·
με το κατά Θεόν πένθος· που εξορίζει
τον θυμό. «Τὸ
μὴ πλῆξαι τὴν συνείδησιν τοῦ πλησίον τίκτει τὴν ταπείνωσιν»,
λέγει ο αββάς Ησαΐας. Τρίτον· με το
πνεύμα της μαθητείας· που έχει πρότυπο και υπόδειγμα Αυτόν τον Κύριον.
Έτσι η μετάνοια πραγματικά
σηκώνει τον άνθρωπο πνευματικά όρθιο, το πένθος κρούει τον ουρανό και η μίμησις
του Χριστού, που είναι η ταπείνωσις, ανοίγει και εισάγει εις αυτόν τον ουρανόν.
Αγαπητοί. Βασανιζόμαστε στη ζωή με τους άλλους ανθρώπους και με τον ίδιο τον εαυτό
μας, ξέρετε γιατί; Γιατί δεν έχουμε ταπείνωση. Κάτι μας κρατά. Να την
αγκαλιάσουμε· γιατί φοβόμαστε ότι θα βυθιστούμε στην ανυποληψία και στην
ανυπαρξία... Η ανθρωπίνη ύπαρξις είναι
χρυσάφι. Γιατί είναι εικόνα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου. Και όπου και αν
πέσει αυτό το χρυσάφι, και στον Άδη ακόμη να πέσει, έχει την αξία του. Εξάλλου,
στον Άδη βυθίστηκε ο Χριστός και ανέσυρε από ‘κει τους δικαίους και τους
ταπεινούς.
Και πολύ ωραία τελειώνει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ό,τι έγραψε για
την αγία ταπείνωση, με τούτα τα λόγια: «Είδε
κάποτε κάποιος στην καρδιά του την ομορφιά της ταπεινώσεως και θαμπώθηκε. Και
την ρώτησε ποιο είναι το όνομα εκείνου που την γέννησε. Κι αυτή, με χαρούμενο
και γαλήνιο χαμόγελο τού είπε: ‘’Πώς θες να μάθεις το όνομα του γεννήτορά μου;
Είναι ανώνυμος. Δεν θα σου το πω, έως ότου τον Θεόν αποκτήσεις’’».
ΠΡΟΣ
ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας
καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο
Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση και επιμέλεια της ομιλίας:
Ελένη
Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/xairetismoi/xairetismoi_024.mp3
Δείτε σχετικά και:
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί αργολογίας
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί περιεργείας
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί αργίας
- π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί αυτογνωσίας
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί φιλαρχίας
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί σωφροσύνης
-π. Αθανάσιος
Μυτιληναίος, Ευχή Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Περί ταπεινοφροσύνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου