7 Οκτ 2017

Δήλωσις της Ορθοδόξου Αντιπροσωπείας εις το Συνέδριον της Lund (1952)

ΔΗΛΩΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ Γ' ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ «ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΤΑΞΕΩΣ»
LUND ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1952
...Ἡ ἑνότης τῆς Χριστιανοσύνης εἶναι ἰδανικὸν τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἥτις καὶ εἰς ὅλας τὰς καθημερινὰς αὐτῆς ἱερὰς ἀκολουθίας δέεται «ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκ­κλησιῶν καὶ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». 

Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἔχει πλήρη γνῶσιν τῶν μεγάλων ἐμποδίων καὶ δυσκολιῶν, τὰς ὁποίας ἀντιμετωπίζει ἡ οἰκουμενικὴ κίνησις ἐν τῇ ἐπιδιώξει τῆς πραγματοποιήσεως τοῦ ἰδανικοῦ της, ἰδιαιτέρως δὲ εἰς τὸ τμῆμα της «πίστις καὶ διοίκησις». Παρακολουθεῖ καὶ μελετᾷ ὅλας τὰς σχετικὰς ἀνακοινώσεις, αἱ ὁποῖαι ἐκδίδονται ἀπὸ τὰς διαφόρους Ἐπιτρο­πάς. Ἐκτιμᾷ τὴν ἀξίαν πολλῶν θεολογικῶν συμπερασμάτων, τὰ ὁποῖα κατόπιν βαθείας καὶ πολυχρονίου ἐρεύνης αἱ ἀνακοινώσεις φέρουν εἰς φῶς. Κρίνει μέ τινα στοργὴν καὶ ἐπιείκειαν τὰς ἀποφάσεις, τὰς ὁποίας αἱ Ἐπιτροπαὶ λαμβάνουν, ἀσχέ­τως πρὸς τὸ γεγονὸς ὅτι τινὲς ἐξ αὐτῶν δὲν συμφωνοῦν πρὸς τὸ περιεχόμενον καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἀποδίδομεν τὴν ἔλλειψίν των πρὸς ὀρθὴν κατανόησιν εἰς τὴν βραχύτητα τοῦ χρονικοῦ διαστήματος, τὸ ὁποῖον παρῆλθεν ἀφ’ ὅτου ἡ οἰκουμενικὴ κίνησις ἤρχισε τὸ κολοσσιαῖον αὐτῆς ἔργον. Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν καὶ μὲ τὴν ἰδίαν διάθεσιν τὸ Πατριαρχεῖον, παρ’ ὅλας τὰς ἀντιξοότητας, τὰς ὁποίας ἀντιμετωπίζει, ἔστειλεν ἀντιπροσωπείαν εἰς τὸ συνέδριον τοῦτο, ὡς ἔπραξε καὶ εἰς τὰ ἄλλα προηγούμενα συνέδρια τοῦ Edinbourgh, τῆς Lausanne καὶ τῆς Stockholm...
Ἡ ἀπόφασις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νὰ λάβῃ μέρος διὰ τῆς ἀντι­προσωπείας αὐτῆς εἰς τὸ συνέδριον τοῦτο, καὶ ἡ ἰδία ἀπόφασις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῶν Πατριαρχείων Ἀλεξανδρείας καὶ Ἀντιόχειας καὶ τῆς Ἐκκλη­σίας τῆς Κύπρου, καὶ ὁ εἰλικρινὴς αὐτῶν πόθος νὰ ἴδουν πραγματοποιούμενον τὸν σκοπὸν τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, τιμᾷ τὴν Ἱεραρχίαν ὅλων τῶν ἀνωτέρω Ἐκκλησιῶν. Οὐχ ἧττον ὅμως ἐδόθησαν ὁδηγίαι εἰς τὴν ἀν­τιπροσωπείαν νὰ μὴ ἀναμιχθῇ εἰς δογματικὰς συζητήσεις. Αἱ ὁδηγίαι αὐταὶ δὲν ἔχουν ποσῶς χαρακτῆρα ἐχθρικόν, οὐδὲ εἶναι δεῖγμα διαθέσεως ἀδιαφορίας ἐκ μέρους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸ ἔργον τοῦ συνεδρίου τούτου. Του­ναντίον αὕτη διάκειται εἴπερ ποτὲ εἰλικρινῶς φιλική...
Ὁ λόγος διὰ τὰς ἀνωτέρω ὁδηγίας εἶναι φυσικὸν προϊὸν τῆς δογματικῆς καὶ ποιμαντικῆς τακτικῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καθ’ ὅλην τὴν ἐπὶ δέκα ἐννέα αἰῶνας ζωὴν αὐτῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἑξῆς. Ἐν τῇ Ἑλληνικῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ αἱ ἀτομικαὶ θεολογικαὶ γνῶμαι δὲν ἔχουν ἀφ’ ἑαυτῶν καμμίαν ἀπο­λύτως ἀξίαν. Μόνον ἡ ὅλη Ἐκκλησία, Κλῆρος καὶ λαός, καὶ πρὸ παντὸς ἡ Ἱεραρ­χία αὐτῆς, τὸ σύνολον τῶν ἐπισκόπων αὐτῆς, ἐκφραζομένων οὐχὶ ἀτομικῶς ἀλλ’ ἐν ἱεραῖς Συνόδοις ὑπὸ τὴν ἐπιστασίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐκφράζει καὶ διατυποῖ τὴν διδασκαλίαν τῆς πίστεως αὐτῆς.
Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει ἡ Ἱεραρχία τῆς ὅλης Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπιφυλάσσει δι’ ἑαυτὴν καὶ μόνην τὸ δικαίωμα νὰ ὁρίζῃ τὶ εἶναι σφαλε­ρὸν εἰς θρησκευτικὰ ζητήματα καὶ τὶ εἶναι σύμφωνον ἢ ἀσύμφωνον πρὸς τὴν πίστιν αὐτῆς. Διὰ τοῦτο αὕτη ἐπιτρέπει εἰς τοὺς θεολόγους αὐτῆς ἢ τοὺς καθηγητὰς τῆς Θεολογίας τῶν Ὀρθοδόξων Θεολογικῶν Σχολῶν, καὶ πρὸ παντὸς εἰς τοὺς ἀντιπροσώπους αὐτῆς ἐν συνεδρίοις, νὰ κάμνουν μόνον θετικὰς καὶ ὁριστι­κὰς ἀνακοινώσεις ἀξιωματικῶς περὶ τῆς πίστεώς μας, χωρὶς νὰ ἐμπλέκωνται εἰς ἀγόνους συζητήσεις, ἢ νὰ ψηφίζουν δι’ ἀποφάσεις ἐπὶ ζητημάτων πίστεως, λα­τρείας καὶ διοικήσεως, τὰ ὁποῖα ἄλλωστε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καθορισθοῦν κατὰ τοιοῦτον τρόπον.
Τοῦτο δεν εἶναί τι νέον· οὕτω συνέβαινε πάντοτε, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία γνωρίζει καὶ διακηρύττει, ὅτι τὸ περιεχόμενον τῆς πίστεώς της δὲν εἶναι ἀνθρώπινος διδασκαλία καὶ ἀνθρώπινα ἐντάλματα, ἀλλὰ θεῖα τοιαῦτα, καὶ οὐδεὶς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ συγχέῃ αὐτὰ μὲ ἀτομικὰς γνώμας περὶ αὐτῶν. Αὕτη εἶναι ἡ ὅλη καὶ μόνη Ἐκκλησία, τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἐντολοδόχος τῶν Ἀποστόλων. Οὕτως αὕτη μόνη δύναται νὰ καθορίζῃ τὴν πίστιν. Καὶ εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι τοῦτο εἶναι ἀπόδειξις τῆς μοναδικότητός της.
Οὕτως οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τὸ συνέδριον θὰ εἶναι παρόντες εἰς ὅλα τὰ τμήματα αὐτοῦ. Θὰ παρακολουθοῦν μὲ ἀδιάπτωτον ἐνδιαφέρον τὰς συζητήσεις, καὶ θὰ εἶναι ἕτοιμοι νὰ δώσουν πληροφορίας ἐπὶ ζητημάτων σχετικῶν μὲ τὴν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, ἀλλ’ ὄχι νὰ ἐκφράζουν τὰς γνώμας των ἢ καὶ ἀκόμη τὴν γνώμην τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν ὡς πρὸς τὴν διδασκαλίαν τῶν ποικίλων χριστιανικῶν ὁμάδων ἐν τῷ συνεδρίῳ τούτῳ. Ἤλθομεν ἐδῶ ὄχι διὰ νὰ ἐπικρίνωμεν ἄλλας Ἐκκλησίας, ἀλλὰ διὰ νὰ τὰς βοηθήσωμεν νὰ ἴδουν τὴν ἀλήθειαν, νὰ διαφωτίσωμεν τὴν σκέψιν των μὲ ἀδελφικὸν τρόπον, πληροφοροῦντες αὐτὰς περὶ τῆς διδασκαλίας τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἥτις εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀναλλοίωτος ἀπὸ τῆς ἀποστολικῆς ἐποχῆς.
Πρὶν ἢ κατέλθω τοῦ βήματος τούτου, λαμβάνω τὸ θάρρος νὰ συστήσω εἰς ὅλους σας νὰ ἔχετε τὴν καλωσύνην νὰ κρατῆτε τὴν ἰδίαν φιλικὴν στάσιν πρὸς ἡμᾶς καὶ ἐδῶ καὶ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ. Νὰ σέβεσθε τὴν Ἐκκλησίαν μας, καὶ πρὸ παντὸς νὰ καταδικάζετε ἐν τῇ συνειδήσει σας τὴν τάσιν οἱασδήποτε Προτεσταντικῆς ὁμάδος νὰ ἐξασκῇ προσηλυτισμὸν εἰς τοὺς κόλπους τῶν χωρῶν τῆς ἑλληνι­κῆς ὀρθοδόξου πίστεως μεταξὺ χριστιανῶν, καὶ νὰ ἀντιτίθεσθε εἰς τοῦτο προφορικῶς καὶ γραπτῶς ὡς πρὸς ἀντιχριστιανικὴν πρᾶξιν. Τοιοῦτος προσηλυτισμός, ἐὰν δὲν σταματήσῃ, δύναται νὰ προκαλέσῃ ἐχθρότητα ἐναντίον ὅλων τῶν Προτεσταντῶν. Τοῦτο δὲ θὰ ἦτο καταστρεπτικὸν διὰ πᾶσαν οἰκουμενικὴν κίνησιν.
Ἂς εἴμεθα ὅλοι ἀληθεῖς ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ, ἂς συνεργαζώμεθα καὶ συμπροσευχώμεθα διὰ τὴν ἑνότητα καὶ ἂς δεικνύωμεν εἰς τοὺς ἀπίστους οἱουδήποτε εἴδους, ὁπουδήποτε καὶ ἂν εὑρίσκωνται, ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἀγάπης, ἡ θρησκεία πάσης εὐγενοῦς συμπεριφορᾶς ἀνθρώπων πρὸς ἀνθρώ­πους, ἡ οὐράνιος θρησκεία τοῦ Υἱοῦ του Θεοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ, ὥστε καὶ αὐτοὶ νὰ τὴν δεχθοῦν πρὸς σωτηρίαν των καὶ δόξαν Θεοῦ. Μόνον διὰ τοιαύτης ἀδελφικῆς συμπεριφορᾶς δυνάμεθα νὰ ἐπιδιώκωμεν ἕνωσιν, ὄχι δὲ μόνον τῶν ὑπαρχουσῶν χριστιανικῶν ὁμάδων, ἀλλὰ τῆς ὅλης ἀνθρωπότητος, εἰς μίαν ποίμνην ὑπὸ ἕνα ποιμένα, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, πρὸς δόξαν Θεοῦ, τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν.
ΠΗΓΗ: Ἰω. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. ΙΙ, ἔκδ. β΄, Graz Austria 1968, σ. 969-971. Από π. Σωτήριος Αθανασούλιας
Δείτε και:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com