Πρώην μέλος των «Μαρτύρων του Ιεχωβά», η Deborah Frances-White
διακωμωδεί τις εμπειρίες της όταν κτυπούσε πόρτες και μοίραζε φυλλάδια της εταιρείας
«Σκοπιά» μαζί με τον Μάϊκλ Τζάκσον
Του Peter Stanford
Μετάφραση-Επιμέλεια: Ελένη Ζήνωνος
Η Ντέμπορα Φράνσις- Γουάϊτ είναι κωμικός στο επάγγελμα και
συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αυστραλία όπου μεγάλωσε σαν «Μάρτυρας του Ιεχωβά» σε
θετή οικογένεια. Αργότερα μετακόμισε στην Αγγλία όπου φοίτησε σε Πανεπιστήμιο
και ξεκίνησε την καριέρα της.
Στη σειρά εκπομπών της «Deborah Frances-White Rolls the Dice» που
μεταδιδόταν από το ραδιοφωνικό κανάλι του BBC, Radio 4, η νεαρή κωμικός απεκάλυψε τα πάντα για την εμπλοκή της
στην οργάνωση των «Μαρτύρων του Ιεχωβά», όταν κατά την εφηβική και νεανική της
ηλικία κτυπούσε πόρτες για να διαδώσει τα έντυπα της εταιρείας «Σκοπιά».
Οι
εκπομπές προκάλεσαν σάλο, που είχε σαν αποτέλεσμα τη βράβευσή της με το Βραβείο
του Συνδέσμου Συγγραφέων για την καλύτερη κωμική ραδιοφωνική εκπομπή (Writers’
Guild Award for Best Radio Comedy), αλλά και την λήψη πλήθους επιστολών από
πρώην «Μάρτυρες» που περιέγραφαν τα όσα και οι ίδιοι υπέφεραν στην παράδοξη
Οργάνωση, την οποία ανεπιφύλακτα τώρα αποκαλεί θρησκευτική σέκτα (a
religious cult).
Αίσθηση
της προκάλεσε η επιστολή μέλους της Οργάνωσης, του νεαρού Ράϊαν από το
Βανκούβερ του Καναδά. Ο Ράϊαν είχε ακούσει μια από τις εκπομπές της και αυτό
ήταν μεγάλο παράπτωμα. Όπως ανέφερε η Φράνσις, αυτό είναι ένα μέτρο που
λαμβάνουν οι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» στο πλαίσιο των τεχνικών πλύσης εγκεφάλου,
το οποίο υποχρεώνει τα μέλη να κλείνουν τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις,
εφόσον ακούσουν να μεταδίδεται οποιαδήποτε κριτική για την «εκκλησία»
τους…
Ο
Ράϊαν όμως ήταν αποφασισμένος να το ρισκάρει αφού, όπως ανέφερε στη Φράνσις
κατά τη διάρκεια τετράωρης υπερατλαντικής συνομιλίας που είχαν μέσω διαδικτύου,
ένοιωθε απογοητευμένος, πικραμένος, αγανακτισμένος και … παγιδευμένος. «Ανήκε
στην τέταρτη γενεά μέσα στην οργάνωση των ‘Μαρτύρων’. Δεν γνώριζε κανέναν έξω
απ’ αυτήν… Αν έφευγε, δεν θα επιτρεπόταν στην οικογένειά του να του μιλούν…
Έτσι, το να φύγει αποτελούσε ένα τρομακτικό άλμα στο κενό…».
Στη
νέα σειρά εκπομπών της στο ραδιόφωνο, με τίτλο «Η διάσωση του Αδελφού Ράϊαν» (Saving Brother Ryan),
η Φράνσις αφηγείται την καταπληκτική ιστορία, πως παράτησε τα πάντα στο Βόρειο
Λονδίνο όπου ζούσε, μπήκε σ’ένα αεροπλάνο και πέταξε μέχρι τον Καναδά για να
ελευθερώσει τον αποστολέα εκείνης της επιστολής. Αν και το θέμα παρουσιάζεται
σαν κωμωδία, εντούτοις οι λεπτομέρειες στο περιεχόμενό του αγγίζουν κάποιες
ευαίσθητες χορδές των ακροατών και κατά βάθος της ίδιας της Φράνσις…
Σε συνέντευξη της στην εφημερίδα «The Telegraph» αναφέρει ότι
η ίδια έφυγε από την Οργάνωση επειδή οι αρχές και ανθρώπινες αξίες της δεν
συμβιβάζοντο με μια ανδροκρατούμενη πατριαρχική θρησκεία, όπως τη χαρακτήρισε.
Αυθόρμητα μιλά για την εμπειρία της όταν πήγαινε από πόρτα σε
πόρτα με τον Μάϊκλ Τζάκσον: Στα 18 της το είχε σκάσει από την Αυστραλία και
πήγε στην Αγγλία για ένα χρόνο. Παρά τις αμφιβολίες που είχε για την οργάνωση
των «Μαρτύρων του Ιεχωβά», εντούτοις εξακολουθούσε να πηγαίνει στις συνάξεις
τους, στην «Αίθουσα της Βασιλείας» στο Τσέλσι. Ένα βράδυ, κατά τη διάρκεια
επίσκεψής του στο Λονδίνο, ο γνωστός τραγουδιστής πήγε στη σύναξή τους και στη
συνέχεια βγήκε μαζί τους στο «έργο» από πόρτα σε πόρτα.
«Τον
αποκαλούσαμε ‘Ο Δίπορτος’(δύο πόρτες)», θυμάται η Φράνσις, «επειδή, καθώς
περπατούσαμε, τον βλέπαμε που έμπαινε στη λιμουζίνα του, κατέβαινε για να
κτυπήσει μια πόρτα, επέστρεφε, ξανακτυπούσε ακόμα μια πόρτα και αποχωρούσε».
Αλήθεια,
πως θα σας φαινόταν αν παρουσιαζόταν ξαφνικά στην είσοδο του σπιτιού σας ο
Μάϊκλ Τζάκσον και σας ρωτούσε αν θα θέλατε να μάθετε περισσότερα για τον Θεό;
Η διάσωση του Ράϊαν
Μιλώντας
για τη γνωριμία της με τον «Αδελφό Ράϊαν» η Φράνσις λέει ότι διέκρινε κάτι το
παράξενο σ’αυτόν:
«Είσαι
23 χρόνων, αυτό πρέπει να σε συναρπάζει. Έχεις βρει ότι αυτά που λένε οι
‘Μάρτυρες του Ιεχωβά’ δεν είναι η αλήθεια. Αυτό είναι υπέροχο. Άρα γιατί είσαι
τόσο απαισιόδοξος;», τον ρώτησε κατά τη διάρκεια εκείνης της πρώτης και
πολύωρης συνομιλίας τους.
«Το
ξέρω ότι θα έπρεπε να είμαι αισιόδοξος, αλλά δεν είμαι», της απάντησε.
Η
Φράνσις κατάλαβε ότι υπέφερε από κατάθλιψη. Οι «πρεσβύτεροι» στην οργάνωση τον
παρακολουθούσαν στενά και τον καταπίεζαν επειδή υποψιάζονταν ότι σχεδίαζε την
απόδρασή του.
«Έψαχνε
απεγνωσμένα για βοήθεια. Ένοιωθα, τρόπον τινά, υποχρεωμένη να τον βοηθήσω»,
είπε η Φράνσις.
«Λοιπόν,
να έλθω μέχρι εκεί;», τον ρώτησε.
«Δεν
νομίζω ότι θα το κάνεις…», επαναλάμβανε ο Ράϊαν.
Πήγε.
Και ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν ο Ράϊαν: Μια ομαλή προσγείωση…
Αλλά,
εάν, όπως ισχυρίζεται η Φράνσις Γουάϊτ, η Οργάνωση είναι τόσο καταπιεστική και
επιβάλλει ένα σωρό παράξενους περιορισμούς (μεταξύ αυτών την απαγόρευση
μετάγγισης αίματος), γιατί κάποιος διστάζει να φύγει μια για πάντα από κοντά
τους και να μην τους ξαναδεί, αδιαφορώντας για το πως θα τον χαρακτηρίσουν;
«Μερικοί
το κάνουν. Τα αφήνουν όλα πίσω τους και φεύγουν. Αλλά, στην περίπτωση του
Ράϊαν, όπως και τη δική μου, εφόσον όλη η οικογένειά σου εξακολουθεί να
παραμένει στη σέκτα (cult), εάν αποκοπείς (disfellowshipped) τότε δίνεις το
δικαίωμα στους «πρεσβύτερους» να πουν ότι δεν επιτρέπεται να ξαναμιλήσεις στην
οικογένειά σου. Αυτό λέει ο κανονισμός: Αν κάποιο μέλος της οικογένειας φύγει
από την Οργάνωση, το ξεγράφεις (shun)…», λέει η Φράνσις.
Αποκαλύπτει
ακόμη ότι, όταν πήγε με τον Ράϊαν σε μια σύναξη, προσποιούμενη ότι ήταν θεία
του, με σκοπό να πείσει τους «πρεσβύτερους» να χαλαρώσουν λίγο τον κλοιό γύρω
από τον Ράϊαν για να μπορέσει τάχα να ηρεμήσει (ώστε να μπορέσει να διαφύγει
χωρίς να γίνει αντιληπτός), της έκαναν επίθεση, την κλείδωσαν σε κάποιο δωμάτιο
και την ανέκριναν.
«Ήταν
σαν να υποβαλλόμουν σε ανάκριση από το FBI», λέει αστειευόμενη.
Ο
τόνος της φωνής της είναι ανάλαφρος, αλλά το βλέμμα της προδίδει ότι δεν
βρίσκει καθόλου αστεία την εμπειρία αυτή.
«Κατά
κάποιο τρόπο αυτό που συνέβαινε ήταν γελοίο, αλλά η καρδιά μου κτυπούσε δυνατά
επειδή είχα χρόνια να βρεθώ σε τέτοια συνάντηση. Ένοιωσα ότι ξαναζούσα τα
παλιά, επειδή μέσα στην οργάνωση είχα υποστεί τρομερή πλύση εγκεφάλου…», λέει η
Φράνσις.
Όταν
η ανάκριση έγινε απειλητική, σηκώθηκε και απαίτησε να την αφήσουν να φύγει.
«Όταν
ξεκλείδωσα εκείνη την πόρτα, συνήλθα κάπως και βγήκα από το κτίριο, ένοιωσα
μεγάλη ανακούφιση. Έφυγε ένα μεγάλο βάρος από πάνω μου. Μέχρι τότε δεν είχα
αντιληφθεί πόσο μεγάλο μέρος από το παρελθόν μου κουβαλούσα μέσα μου…»,
ομολογεί.
Η
διάσωση του Ράϊαν, ο οποίος επίσης κατόρθωσε να διαφύγει και την περίμενε έξω
στο δρόμο, αποτέλεσε και τη δική της προσωπική απελευθέρωση:
«Νόμιζα
ότι είχα ξεκόψει… Αυτό που δεν είχα συνειδητοποιήσει ήταν ότι πολλές
συμπεριφορές μου είχαν τις ρίζες τους στην εποχή που είμουν ‘Μάρτυρας του
Ιεχωβά’. Μόνο όταν είπα: ‘Αφήστε με να φύγω, ξεκλειδώστε την πόρτα’, τότε
άλλαξαν όλα. Τώρα καταλαβαίνω ότι έδιωχνα από πάνω μου ένα τεράστιο βάρος», κατέληξε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου