«ἰδοῦ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ’ ὄναρ τῷ Ἰωσήφ λέγων∙ ἐγερθείς
παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἴγυπτον» (Μτθ. β΄ 13)
Ζήσαμε
γιά μία ἀκόμη φορά μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τήν συγκλονιστική ἐπιφάνεια τοῦ ἐνανθρωπήσαντος
Θεοῦ στόν κόσμο. «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί», «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν..».
Τρέμουμε μπροστά στήν μεγαλειώδη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων,
ἐπάνω στήν ρυπαρή και πολύκλαυστη γῆ μας. Συγκινητικό και συγκλονιστικό τό ὅλο
σκηνικό τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας. Σ’ ἕνα σπήλαιο ἀκάθαρτο, μία
φάτνη τό βασιλικό Του ἀνάκλιντρο, μία ἁπλοϊκή γυναίκα – στά μάτια τῶν πολλῶν ἀνθρώπων
– ἡ μητέρα Του, ἀνάμεσα σέ ἁπλά ζῶα – ἐπαλήθευση προφητειῶν καί ἡ δική τους
παρουσία – πού Τον θερμαίνουν μέ τίς ἀνάσες τους. Ἀλλά καί πλάϊ Του, νά
Τόν ἀτενίζει στοργικά καί μέ ζωηρό ἐνδιαφέρον, ἕνας πτωχός καί ἄσημος ἄνθρωπος,
ἕνας ταπεινός ξυλουργός ὁ δίκαιος Ἰωσήφ, πού ἔμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο
στήν πορεία τοῦ παιδίου Ἰησοῦς.
Μετά
τήν ἀναχώρηση τῶν μάγων ἀπό τήν Βηθλεέμ «δι’ ἄλλης ὁδοῦ» κατ’ ἐντολήν τοῦ οὐρανοῦ,
σειρά τώρα ἔχει ὁ δίκαιος Ἰωσήφ ὁ μνήστωρ ν’ ἀκούσει τήν προσταγή τοῦ Θεοῦ δι’ ἀγγέλου
Του, ὅπου τοῦ λέγει «ἐγερθείς παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε
εἰς Αἴγυπτον», διότι τό θεῖον βρέφος κινδυνεύει ἀπό τά φονικά χέρια τοῦ αἱμοσταγοῦς
Ἡρώδου. Καί ὁ γνήσιος δοῦλος τοῦ Κυρίου Ἰωσήφ ὑπακούει κατά γράμμα στις θεῖες
προσταγές, ἀναχωροῦν γιά τήν Αἴγυπτο, ὅπου καί διαμένουν μέχρι νά ἐκλείψει κάθε
κίνδυνος. Βέβαια ἡ φονική μανία διοχετεύεται στά νήπια τῆς Βηθλεέμ και τῶν
περιχωρῶν της. 14.000 νήπια, κατά τήν παράδοση, φονεύονται ἀπό τους στρατιῶτες
τοῦ διώκτου Ἡρῴδου. Πόνος, κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς ἁπλώνεται. Αὐτές οἱ ἀθῶες
ὑπάρξεις γίνονται οἱ πρῶτοι μάρτυρες γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού στολίζουν
τήν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία. Ὁ Ἡρῴδης ἡττᾶται, τελευτᾷ με φοβερή θανή καί το
σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ βροτείου φυράματος, τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀδάμ
συνεχίζει νά ὑλοποιεῖται θριαμβευτικά. «Ἄγγελος κατ’ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσήφ»
καί τόν προστάζει νά φύγει μέ τούς προστατευόμενους του, τό νήπιον Ἰησοῦς καί
τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί νά πορευθοῦν εἰς γῆν Ἰσραήλ. Τελικῶς κατόπιν προσοχῆς
καί ἐφαρμογῆς θαυμαστῆς διακρίσεως ἀπό μέρους τοῦ Ἰωσήφ ἐγκαθίστανται στή
Ναζαρέτ, ὥστε νά ἐπιβεβαιωθεῖ τελικῶς ὁ προφητικός λόγος «Ναζωραῖος
κληθήσεται». Ἔτσι ἁπλά, ἀλλά γλαφυρά μᾶς παρουσιάζει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα
τῆς δευτέρας ἡμέρας τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως τήν φυγή στήν Αἴγυπτο, τήν
προσφυγιά τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων», ἀλλά παράλληλα
θριαμβεύει το θεῖο σχέδιο καί ἀναδεικνύεται ἡ σιωπηλή καί καθοριστική μορφή τοῦ
δικαίου Ἰωσήφ.
Ἄς
σταθοῦμε γιά λίγο νά ἐμβαθύνουμε στό μεγαλεῖο αὐτῆς τῆς ὑπέροχης
προσωπικότητας, τοῦ προστάτου καί δικαίου Ἰωσήφ καί νά συσχετίσουμε τήν δική
μας πορεία – ὁ καθένας ἀπό μᾶς – μέ τήν ξεχωριστή, μέσα στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία,
αὐτή ὕπαρξη.
Τί
ἦταν ἀλήθεια ὁ Ἰωσήφ; Ἕνας ἁπλός Ἰουδαῖος, χωρίς σπουδαῖα καί ἐντυπωσιακά κατά
κόσμον προσόντα, χωρίς κοινωνική προβολή. Θα ἔμενε ὁ ξυλουργός, ὁ γνωστός στήν
μικρή κοινωνία τῆς Ναζαρέτ, πού μέ τήν τέχνη του ἐξυπηρετοῦσε τούς συμπατριῶτες
του. Εἶχε βέβαια καταγωγή ἀπό τό βασιλικό γένος τοῦ Δαβίδ, μποροῦσε νά καυχᾶται
γιά τόν ἔνδοξο πρόγονό του. Ὁ ἴδιος ὅμως ἄσημος καί πτωχός. Ἕνας τίμιος οἰκογενειάρχης,
μέ φροντίδα καί ἐπιμέλεια γιά τήν πολυμελή οἰκογένειά του. Αὐτόν ξεχώρισε ἡ
Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, μόνον ἀνάμεσα στούς ἄνδρες ὅλων τῶν ἐποχῶν γιά νά ὑπηρετήσει
τό σχέδιον τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καί νά προσφέρει μέγιστες ὑπηρεσίες
στά πρῶτα βήματα ἐπί γῆς τοῦ «νηπιάσαντος δι’ ἡμᾶς Θεοῦ». Προστάτευσε τήν
Παρθένον Μαριάμ, τήν παρέλαβε ἀπό τά χέρια τῶν ἱερεών τοῦ Ναοῦ τοῦ Θεοῦ, ἔγινε ὁ
ἀγαθός φύλακας ἄγγελος της καί κατόπιν τοῦ Υἱοῦ της. Ἀναφωνεῖ ὁ ἱερός
Χρυσόστομος ὅτι τόν Ἰωσήφ «..διάλεξε, δηλαδή ἕνα ἄνθρωπο, ἕνα δοῦλο Του, καί
τόν τίμησε μέ τό νά θεωρηθεῖ πατέρας Του..». Ἔτσι ἄλλωστε δέν μιλοῦσαν ὑποτιμητικά
γιά τόν Κύριο Ἰησοῦ ἀργότερα οἱ σκληροτράχηλοι Ἰουδαῖοι λέγοντας «οὐχ οὗτος ἐστίν
ὁ υἱός τοῦ τέκτονος Ἰωσήφ»; Ὡς «πατέρας»Του νομιζόταν μπροστά στά μάτια τῶν Ἑβραίων.
Ἀσφάλιζε ἄλλωστε αὐτή ἡ ἐντύπωση καί τήν Ἀειπάρθενο Μαριάμ ἀπό κακόβουλες
παρεξηγήσεις. «Ἀλλά καί ἡ Παναγία μας μετά τήν ἀγωνιώδη ἀναζήτηση τοῦ δωδεκαετοῦς
Ἰησοῦ μετά τό προσκύνημά τους στήν Ἱερουσαλήμ ἔτσι δέν τόν ἀποκάλεσε τόν Ἰωσήφ ὅταν
εἶπε «ἰδού ὁ πατήρ σου καγώ ὀδυνώμενοι ἐζητοῦμέν σε».
Στάθηκε
δίπλα στήν Πανάχραντο Μαριάμ καί στόν Υἱό της σέ κάθε στιγμή, πού χρειαζόταν…
στήν κυοφορία, στήν γέννηση, στίς πρῶτες στιγμές στήν Βηθλεέμ, στήν Ὑπαπαντή,
στό κοπιῶδες ταξίδι στήν Αἴγυπτο, στά πρῶτα χρόνια τῆς ἀνατροφῆς τοῦ Χριστοῦ
μας, φύλαξ καί προστάτης. Γιατί ὅμως; Γιά ποιό λόγο αὐτός; Δέν ὑπῆρχαν ἄλλοι
δίκαιοι, ἄλλοι ἄξιοι; Ὄχι μόνον αυτός! Πόσο καθαρός πρέπει νά ἦταν αὐτός ὁ ἄνθρωπος,
γιά νά τοῦ ἐμπιστευθεῖ ὁ Θεός τήν «καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν»!
Πρῶτα
ἀπ’ ὅλα προφανῶς τόν ἐπέλεξε λόγῳ τῆς ἀρετῆς, τῆς δικαιοσύνης του, τῆς ἁγιωσύνης
του. Τό ὑπογραφεῖ ὁ θεῖος λόγος μέ τόν χαρακτηρισμό «δίκαιος ὤν», ὅταν ἔμαθε
γιά τήν ἐγκυμοσύνη τῆς μνηστῆς του. Δέν ἐπιθυμοῦσε νά τήν διαπομπεύσει, νά τήν
«παραδειγματίσει», νά τήν ἐκθέσει δημοσίως καί νά την τιμωρήσουν, νομίζοντας ὅτι
ὁ καρπός της Παναγίας μας ἦταν παράνομος. «Ἔνδοθεν ἔχων λογισμῶν ἀμφιβόλων ὁ
σώφρων Ἰωσήφ ἐταράχθη», μᾶς λέγει ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἀκολουθίας τῶν
Χαιρετισμῶν. Πόση σεμνότητα εἶχε, πόση αὐτοσυγκράτηση, ἀλλά καί φιλανθρωπία
μέσα του, πού πραγματικά στόλιζε τό ἐσωτερικό του. Ἄνθρωπος φιλεύσπλαγχνος,
συμπονετικός. Σάν ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς του, ἀνατεθραμμένος μέσα στό πνεῦμα τοῦ
Μωσαϊκοῦ Νόμου, ταράχθηκε, εἶχε πάλη λογισμῶν. Συγκλονίσθηκε τό εἶναι του. Παρά
ταῦτα ὅμως ἐπικράτησε ἡ ἐλεήμων διάθεση τῆς ψυχῆς του. Κι ἐκεῖ φάνηκε ὁ
θησαυρός του. Ἀγωνίσθηκε καί προτίμησε τήν ἀγάπη, τήν φιλανθρωπία. Καί
τότε ἔλαβε τήν πιστοποίηση τοῦ οὐρανοῦ «ὅτι τό ἐν αὐτῇ (τῇ Παρθένῳ)
γεννηθέν ἐκ πνεύματος ἐστίν ἁγίου». Μέσα στήν πάλη καί τόν ἀγώνα του, κι ἐπειδή
ἔμελλε νά διαδραματίσει ἐξαίσιο ρόλο στό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, ὁ Κύριος
τοῦ διέλυσε κάθε δισταγμό, εἰρήνευσε τήν πρός στιγμήν ταραγμένη ψυχή του. Πόσο
παραστατικά εἰκονἰζεται ἡ πάλη του στήν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως, ὅπου ἐμφανίζεται
σκεπτικός καί σκυθρωπός, μέ τόν κακόμορφο καί μαυροφορεμένο ἐκεῖνο γέροντα, τόν
διάβολο, τόν ταραχοποιό, κατά τήν θεολογική ἀνάλυση τῆς εἰκόνος, νά τοῦ ἐνσπείρει
λογισμούς.
Καί
ὅταν παύει ἡ ζάλη τῶν πονηρῶν διαβουλιῶν, ὑποτάσσεται πλήρως τῷ θείῳ βουλήματι.
Ὑπηρετεῖ το θεῖο βρέφος, ἀργότερα ὑπακούει σέ κάθε οὐράνιο κέλευσμα δι’ ἀγγέλων
δίχως δεύτερη σκέψη, ἀπορία, ἀμφιβολία ἤ ἔκφραση ἐλάχιστης γνώμης ἤ ἐπιθυμίας.
Γνήσιος δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ. Λάμπει ἡ ἀδίστακτη πίστη του, ἡ αὐταπάρνηση
καί ἡ ὑπακοή του. Σιωπηλά καί μένοντας στήν ἀφάνεια διακονεῖ.
Μεγαλειώδης
ἀδιαμφισβήτητα ἡ μορφή του, καθοριστική ἡ παρουσία καί ἡ ὅλη του ὑπηρεσία. Πῶς
συσχετίζεται ἡ δική μας ζωή μ’ ἐκεῖνον;
Μποροῦμε
πολλά νά διδαχθοῦμε ἀπό τήν βαθιά καλλιεργημένη προσωπικότητά του. Συνήθως κατά
τις ἅγιες αὐτές ἡμέρες τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιφανείας ἀσχολούμαστε μέ τήν θαυμαστή ἀποκάλυψη
τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ἐμβαθύνουμε στά διάφορα νοήματα, ἐπικεντρωνόμαστε στά ὑπόλοιπα
πρόσωπα πού σχετίζονται μέ τά Χριστούγεννα, τούς ποιμένες, τούς μάγους ἐξ ἀνατολῶν,
τούς ἀγγέλους πού μυριόστομα καί εὐφρόσυνα ψάλλουν τό «Δόξα ἐν ὑψίστοις».
Παραμελοῦμε ὅμως, ἄθελά μας τόν σιωπηλό Ἰωσήφ. Πόσα ἔχει νά μᾶς πεῖ… «Ἰωσήφ εἰπέ
ἡμῖν» ἄς τόν παρακαλέσουμε μαζί μέ τόν ἱερό ὑμνογράφο γιά νά μᾶς ἐκθέσει τήν ὅλη
του διακονία στό ὑπερφυές μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως καί νά ἐνισχυθοῦμε
στήν δική μας πορεία.
Πες
μας Ἰωσήφ πώς ξεπέρασες τούς δικούς σου λογισμούς, τούς φαινομενικά ὀρθούς,
σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ Νόμου. Πώς πίστεψες ἀκράδαντα στήν θεία βουλή, πώς ἀποδέχθηκε
ἀσυζητητί τό ὑπερφυές μυστήριο, πώς οἰκειοποιήθηκες τό «ὅπου βούλεται Θεός νικᾶται
φύσεως τάξις ὡς γέγραπται». Πώς δέν ἔφερες καμμία ἀντίρρηση, ἀπό αὐτές πού
συνήθως προβάλλουμε ἐμεῖς οἱ πτωχοί καί πεπερασμένοι ἄνθρωποι. Δίδαξέ μας πώς
κι ἐμεῖς νά ξεπερνοῦμε τά ἐμπόδια τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς μας, πώς να
μεταφερόμαστε ἀπό τό λογικό καί τό καθ’ ἡμᾶς ὀρθό στήν σφαίρα τοῦ ὑπέρλογου,
στήν ἀπόδοχή τῶν θείων μυστηρίων. Ὅταν λυγίζει ἡ θέλησή μας καί καμπτόμαστε ἀπό
τό βάρος τῶν πολλῶν μας πλημμελημάτων καί τῶν ὑποθέσεων τῆς ζωῆς μας νά
στεκόμαστε ὄρθιοι. Καθοδήγησέ μας νά μή χάνουμε τό ἔδαφος κάτω ἀπό τά πόδια μας
ὅταν ἀτενίζουμε ἕνα κόσμο νά παραπαίει.
Πόσες
φορές κι ἐμεῖς ἀπογοητεύομαστε, τά χάνουμε ὅταν ποικίλα προβλήματα ἀπαντῶνται
στό διάβα μας μέσα ἀπό τήν ἐπίγεια πορεία μας. Οἰκονομικά προβλήματα, ἀβεβαιότητα
γιά τό μέλλον τό προσωπικό καί τῆς πατρίδος μας. Πόσες οἰκογένειες σήμερα
κινδυνεύουν, βομβαρδίζονται ἀπό ἀνέχεια, ἀπό ἀντιχριστιανικά νομοσχέδια, ἀπό ἀσυμφωνίες
καί ἐγωισμούς. Πολλοί ἄνθρωποι δίπλα μας αἰσθάνονται μόνοι, εἶναι ποικιλοτρόπως
πονεμένοι, δέν ἔχους πόρους ἤ ἐλπίδα. Οἱ μεγάλοι καί ἰσχυροί μᾶς παραπλανοῦν, μᾶς
προτείνουν ἀθεΐα, ἐπίγειους παραδείσους καί μιά ψευδεπίγραφη ἐλευθερία. Ἡ
παγκοσμιοποίηση ἐργάζεται διαβρωτικά μέσα στήν ἀνθρωπότητα, ἡ εἰρήνη
φυγαδεύεται ἀπό τόν κόσμο, πὀλεμοι, ταραχές καί κακία ἐπικρατοῦν. Πῶς θά
κρατήσουμε τό μετερίζι μας ὁ καθένας; Πῶς θά διατηρήσουμε τήν πίστη μας; Πῶς θά
ἀγωνισθοῦμε;
Ἄς
κοιτάξουμε μέ ἐξονυχιστική ματιά πρός τό παράδειγμα τοῦ δικαίου Ἰωσήφ. Μᾶς
διδάσκει νά βαδίσουμε τήν τρίβον τήν βατήν, τήν εὐαγγελική ὁδό τῶν θείων ἐντολῶν
στόν ἀγώνα μας γιά τήν αἰώνια ζωή. Μᾶς ἐμπνέει ἡ ὑποταγή τοῦ μνήστορος Ἰωσήφ,
πιστός ἀκόλουθος τοῦ θείου θελήματος, μέ ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ του. Μᾶς ἐνισχύει
στό ὅτι μποροῦμε νά μήν καταποντιζόμαστε μέσα στήν φουρτουνιασμένη θάλασσα τῆς
ζωῆς μέ τά πελώρια κύματα τῶν θλίψεων, τῶν ἀσθενειῶν, τῶν δοκιμασιῶν, τῶν παθῶν
πού μᾶς κατατρύχουν ἤ τῶν πολλῶν μεριμνῶν τοῦ βίου πού συχνά μᾶς καταπνίγουν.
Ἡ
Ἁγία μας Ἐκκλησία τόν γιορτάζει κάθε χρόνο τήν Κυριακή μετά τήν Χριστοῦ
Γέννησιν. Ἀφοῦ θαυμάσουμε λοιπόν τόν ἅγιο Ἰωσήφ γιά τήν ἐκλογή του ἀπ’ τόν Θεό ὡς
προστάτης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἄς σκεφθοῦμε πόσο στοργικά ἔβλεπε πρός τό
Πρόσωπο τοῦ θείου βρέφους, μέ πόση ἀγάπη. Ἀφοσιωμένος πλήρως σ’ Ἐκείνον,
ταπεινός ὑπηρέτης, εὐγνώμων δοῦλος, πιστός ἀκόλουθος. Ἄς μείνουμε κι ἐμεῖς μέ
τό βλέμμα στραμμένο στοῦ Χριστοῦ τήν μορφή. Νά θέτουμε πρεσβευτή μας πρόν τόν
Σωτήρα καί Λυτρωτή μας τόν δίκαιο Ἰωσήφ, ὅπως πολύ χαρακτηριστικά προτρέπει ὁ Ὅσιος
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «..νά προστρέχεις σ’αὐτόν τόν ἴδιο τόν Ἰωσήφ
μέ δεήσεις καί θάρρος.. διότι ἄν τούς ἄλλους ἁγίους τούς ἀγαπᾶ τόσο πολύ ὁ
Θεός… πόσο μᾶλλον πρέπει νά πιστέψουμε ὅτι ἀγαπᾶται ἀπό τόν Κύριο ὁ
ταπεινότατος καί δίκαιος αὐτός ἅγιος, ὁ Ἰωσήφ ὁ μνήστωρ. Πόση ἰσχύ ἔχουν
μπροστά στό Θεό οἱ πρεσβεῖες του…» (Ἀόρατος Πόλεμος). Ἄς παλεύουμε να δυναμώνει
ἡ πίστη μας, νά παρακαλοῦμε τόν Παντοδύναμο Θεό νά μᾶς κρατᾶ γερά ἀπό τό χέρι
γιά νά σκαρφαλώσουμε στό δύσβατο ὄρος τῶν θείων άρετῶν, νά διαπεράσουμε τήν
θάλασσα τοῦ παρόντος βίου καί νά ἐλιμενισθοῦμε στό ἀκύμαντο λιμάνι τῆς θείας
βασιλείας, ἀνυμνώντας τόν διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο, ὅπου
θ’ ἀξιωθοῦμε νά δοῦμε καί τόν δίκαιο Ἰωσήφ. Ἀμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου