Πειραιεύς 7 Φεβρουαρίου 2014
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
1. Δέν ἐπιχαίρομε καί δέν αἰσθανόμεθα ὅτι δικαιωνόμεθα ἀπό τήν ἐξόχως
πολυσήμαντο καί ἀποκαλυπτική Ἔκθεσι τοῦ ΟΗΕ καί τῆς ἁρμοδίας ἐπιτροπῆς του γιά
τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ πού καταγιγνώσκει στή Ρωμαιοκαθολική Θρησκευτική
κοινωνία καί τήν διοίκησή της τό «περιλάλητο» Βατικανό τήν τραγική συγκάλυψη
χιλιάδων εἰδεχθῶν καί αἰσχίστων κακουργημάτων παιδεραστίας πού μεθοδικῶς
διέπραξαν οἱ θρησκευτικοί της λειτουργοί ἀνά τόν κόσμο. Ἡ Ἔκθεσι αὐτή τοῦ ἀμερολήπτου
ἀνθρωπίνως ΟΗΕ καταδεικνύει τήν ἀποτυχία τοῦ εὐφυοῦς(;) marketing μέ τήν ἐκλογή
καί πολιτεία τοῦ φερομένου ὡς ἀντικομφορμιστή καί ἀντικανονικῶς κατέχοντος τήν
θέσι τοῦ Προκαθημένου τοῦ πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου τῆς παλαιᾶς Ρώμης καί τῆς
Δύσεως καθώς καί τήν φοβερά ἐμμονή τοῦ Παπισμοῦ (ὅρου πού καί ὁ ἴδιος ὁ
φερόμενος ὡς Πάπας χρησιμοποιεῖ) στήν καταστρατήγηση καί οὐσιαστική καθύβριση τῶν
ἁγιογραφικῶν ἐντολῶν καί τῆς ἱεροκανονικῆς ἀποφάνσεως καί πράξεως πού ἀπαγορεύουν
ρητῶς τήν γενική ἀγαμία τοῦ Κλήρου.
Ἡ διαπραττομένη μετά θράσους ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική κοινότητα διαρκής
βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἀπαγορεύει διά τοῦ ιγ΄ κανόνος τῆς Ἁγίας
ς΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τήν γενική ἀγαμία τοῦ Κλήρου μάλιστα δέ τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ρώμης ἔχει ὡς ἐπίχειρα καί ὡς νομοτέλεια τήν περιγραφομένη μέ φρικώδη τρόπο ἀπό
τήν Ἔκθεση τοῦ ΟΗΕ τραγική πρακτική τοῦ Βατικανοῦ. Εἶναι δέ ἐπιπροσθέτως ἐξαιρέτως
ἀπαράδεκτον τό γεγονός ὅτι ὁ ὑπό τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ
ποινικοῦ δικαίου θεσμός τῆς καθαιρέσεως ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ τῆς Ἱερωσύνης ὑπουργήματος
καί τῆς ἐπαναφορᾶς στήν τάξι τῶν λαϊκῶν αὐτογνωμόνως ἐγκατελείφθη ἀπό τήν
Ρωμαιοκαθολική θρησκευτική κοινωνία καί ἀντ’ αὐτοῦ ἐφευρέθη ἡ πονηρά διαδικασία
τῆς μεταθέσεως τοῦ ἐγκληματοῦντος θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ γιά νά συνεχίση ἀπροσκόπτως
τήν ἐπαίσχυντο κακουργία του στή νέα του θέση μετακυλίοντες τό πρόβλημα.
Ὅλα αὐτά τά τρομακτικά καί ἀπαράδεκτα ὀφείλονται στόν ἑωσφορικό ἐγωϊσμό
καί στό ἐπάρατο πρωτεῖο ἐξουσίας πού θεσμοθετήθηκε σάν δόγμα ἀπό τήν
Ρωμαιοκαθολική Κοινωνία μέ τήν Α΄ Βατικανή Σύνοδο καί ἐπικυρώθηκε καί ἀπό τήν
Β΄ Βατικανή Σύνοδο δυνάμει τῶν ὁποίων ἕνας ἄνθρωπος ἔχει τό imperium σάν δῆθεν
βικάριος τοῦ Χριστοῦ νά ποδοπατᾶ ἀναισχύντως τήν ἁγιοπνευματική καί ἀποστολικοπαράδοτη
διδαχή καί πρᾶξι τῆς Ἐκκλησίας πού ἐκφράζεται διά τῶν Ἁγίων ἑπτά Οἰκουμενικῶν
Συνόδων κατά τήν πρώτη χιλιετία.
Παραθέτομε τόν περιφρονούμενο καί ἐν τῇ πράξει λοιδωρούμενο ιγ΄ ἱ.
Κανόνα τῆς Ἁγίας ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πρός πλήρη ἀπόδειξη τῶν ἀνωτέρω:
«Οὐ διαζευκτέον τὰς γαμετὰς τῶν πρεσβυτέρων, διακόνων καὶ ὑποδιακόνων.
Ἐπειδὴ τῇ Ῥωμαίων ἐκκλησίᾳ ἐν τάξει κανόνος παραδεδόσθαι διέγνωμεν, τοὺς
μέλλοντας διακόνου ἤ πρεσβυτέρου χειροτονίας ἀξιοῦσθαι, καθομολογεῖν, ὡς οὐκέτι
ταῖς αὐτῶν συνάπτονται γαμεταῖς· ἡμεῖς τῷ ἀρχαίῳ ἐξακολουθοῦντες κανόνι τῆς ἀποστολικῆς
ἀκριβείας καὶ τάξεως, τὰ τῶν ἱερῶν ἀνδρῶν κατὰ νόμους συνοικέσια, καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν
ἐρρῶσθαι βουλόμεθα, μηδαμῶς αὐτῶν τὴν πρὸς γαμετὰς συνάφειαν διαλύοντες, ἤ ἀποστεροῦντες
αὐτοὺς τὴν πρὸς ἀλλήλους κατὰ καιρὸν τὸν προσήκοντα ὁμιλίας. Ὥστε, εἴ τις ἄξιος
εὑρεθείη πρὸς χειροτονίαν ὑποδιακόνου, ἤ διακόνου, ἤ πρεσβυτέρου, οὗτος μηδαμῶς
κωλυέσθω, ἐπὶ τοιοῦτον βαθμὸν ἐμβιβάζεσθαι, γαμετῇ συνοικῶν νομίμῳ· μήτε μὴν ἐν
τῷ τῆς χειροτονίας καιρῷ ἀπαιτείσθω ὁμολογεῖν, ὡς ἀποστήσεται τῆς νομίμου πρὸς
τὴν οἰκείαν γαμετὴν ὁμιλίας, ἵνα μὴ ἐντεῦθεν τὸν ἐκ Θεοῦ νομοθετηθέντα, καὶ εὐλογηθέντα
τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ γάμον καθυβρίζειν ἐκβιασθῶμεν· τῆς τοῦ Εὐαγγελίου φωνῆς
βοώσης∙ Ἅ ὁ Θεὸς ἔζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω· καὶ τοῦ Ἀποστόλου διδάσκοντος·
Τίμιον τὸν γάμον, καὶ τὴν κοίτην ἀμίαντον· καί, Δέδεσαι γυναικὶ; μὴ ζήτει
λύσιν. Ἴσμεν δέ, ὥσπερ καὶ οἱ ἐν Καρθαγένῃ συνελθόντες, τῆς ἐν βίῳ σεμνότητος τῶν
λειτουργῶν τιθέμενοι πρόνοιαν, ἔφασαν, ὥστε τοὺς ὑποδιακόνους, τοὺς τὰ ἱερὰ
μυστήρια ψηλαφῶντας, καὶ τοὺς διακόνους, καὶ πρεσβυτέρους, κατὰ τοὺς ἰδίους ὅρους
καὶ ἐκ τῶν συμβίων ἐγκρατεύεσθαι· ἵνα καὶ τὸ διὰ τῶν Ἀποστόλων παραδοθέν, καὶ ἐξ
αὐτῆς τῆς ἀρχαιότητος κρατηθέν, καὶ ἡμεῖς ὁμοίως φυλάξωμεν, καιρὸν ἐπὶ παντὸς ἐπιστάμενοι
πράγματος, καὶ μάλιστα νηστείας καὶ προσευχῆς. Χρή γὰρ τούς τῷ θυσιαστηρίῳ
προσεδρεύοντας, ἐν τῷ καιρῷ τῆς τῶν ἁγίων μεταχειρίσεως, ἐγκρατεῖς εἶναι ἐν πᾶσιν,
ὅπως δυνηθῶσιν, ὅ παρὰ τοῦ Θεοῦ ἁπλῶς αἰτοῦσιν ἐπιτυχεῖν. Εἴ τις οὖν τολμήσοι
παρὰ τοὺς ἀποστολικοὺς κανόνας κινούμενος, τινὰ τῶν ἱερωμένων, πρεσβυτέρων,
φαμέν, ἤ διακόνων, ἤ ὑποδιακόνων, ἀποστερεῖν τῆς πρὸς τὴν νόμιμον γυναῖκα
συναφείας τε καὶ κοινωνίας, καθαιρείσθω· ὡσαύτως καὶ εἴ τις πρεσβύτερος, ἤ
διάκονος, τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα προφάσει εὐλαβείας ἐκβάλλει, ἀφοριζέσθω· ἐπιμένων
δέ, καθαιρείσθω».
(ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΝΟΝΩΝ: Ἀποστολικοὶ ε’ - ΣΤ’ λ’ - Γάγγρας δ’ - Καρθαγένης
γ’, δ’, λγ‘ - Διονυσίου γ’ - Τιμοθέου ε’).
2. Εὐτελίσθημεν καί ἐλοιδωρήθημεν ἀπό μερίδα τοῦ Τύπου διά τήν ἀπάντησί
μας στόν τ. ἐκπρόσωπο Τύπου τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινωνίας τῆς Ἑλλάδος κ. Νικ. Γασπαράκη ἐπειδή πρός ἀπόκρουση
τῶν ἰσχυρισμῶν του ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἀποτελεῖ τήν Μία, Ἁγία, Καθολική
καί Ἀποστολική προβάλαμε τό αὐταπόδεικτο γεγονός τῆς ἀπωλείας τῆς Ἁγιαζούσης
Θείας Χάριτος ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική Κοινότητα συνεπείᾳ τῶν πολυειδῶν αἱρέσεων
καί κακοδοξιῶν της καί τῆς σχασεώς της ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀποδεικνύεται
ἀπό τήν σήψη τοῦ «ἁγιασμοῦ» πού τελεῖ. Καί πάλιν δικαιωνόμεθα ἀπό τήν
καταχώρηση στό ἐπίσημο ὄργανο τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς κοινότητος τῆς Ἑλλάδος
ΚΑΘΟΛΙΚΗ (17/1/2014, περ. Β΄, ἀριθμ. φύλου 120, σελ. 7) ὅπου καταχωρεῖται ἀνταπόκριση
ἀπό τήν τήν Νάξο μέ τίτλο «Θεοφάνεια στήν Νάξο» στήν ὁποία ἐμφανίζεται ὁ
Ρωμαιοκαθολικός «Ἀρχιεπίσκοπος» κ. Νικόλαος καί περιγράφεται ἡ τελετή μέ τά ἀκόλουθα:
«Τήν Δευτέρα 6 Ἰανουαρίου, ἑορτή τῶν Θεοφανείων τέλεσε τόν Μέγα Ἁγιασμό τῶν ὑδάτων
στόν Μητροπολιτικό μας Ναό καί στήν συνέχεια τήν Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία
στήν ὁποία καί συλλειτούργησε ὁ Ἐφημέριος π. Μανώλης Ρεμοῦνδος. Ἡ τέλεση τοῦ Μ.
Ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων εἶναι μιά πάρα πολύ ὄμορφη ἱεροτελεστία καί γίνεται ἀκόμη
πιό ὄμορφη ὅταν ἐξηγοῦνται τά σύμβολα πού χρησιμοποιοῦνται τό νερό, τό ἁλάτι, ἡ
κατάδυση τοῦ σταυροῦ στό νερό κλπ». Ὁ ἁγιασμός ὅμως τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔχει ἀνάγκη
ἁλατιοῦ γιά νά συντηρηθῆ ὅπως γνωρίζουν ἐξ ἰδίας ἐμπειρίας οἱ Ὀρθόδοξοι
Χριστιανοί, οὔτε εἶναι ἁλατόνερο γιά τήν διατήρηση τυροῦ ἤ ἐλαιῶν (!!!) καί
καμμία ἑρμηνεία τοῦ ἁλατιοῦ ὡς δῆθεν συστατικοῦ τοῦ ἁγιασμοῦ μπορεῖ νά συσκοτίση
τήν παραπάνω πραγματικότητα.
3. Ἡ χωρίς τόν ἀληθινό Θεό θρησκευτική προσπάθεια ἐκβάλλει ἀναπόδραστα
στήν ἀπάτη, στό ψέμμα καί στό ἔγκλημα. Ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς πραγματικότητος ἀποτελεῖ
καί πάλι ἡ Ρωμαιοκαθολική κοινότητα μέ τόν θεσμό τῆς Οὐνίας πού ἐφεῦρε
δαιμονιωδῶς κινουμένη γιά νά ἐπιβάλη τό ψευδοκοσμοείδωλο τῆς δῆθεν παγκόσμιας Ἐκκλησίας
τοῦ Παπισμοῦ. Καί πάλι ἡ ἐκλεκτή Ἐφημερίς «ΚΑΘΟΛΙΚΗ» φρόντισε νά μᾶς δικαιώση.
Στή σελ. 6 τοῦ παραπάνω μνημονευομένου φύλλου της ἀναφέρεται στήν Οὐνιτική
ψευδοεκκλησία τῶν Ἀθηνῶν καί στήν ἐκδημία τῆς Φραγκίσκης Βουτσίνου «μοναχῆς» τοῦ
Τάγματος τῆς Παμμακαρίστου Θεοτόκου ὑπό τό ὄνομα Φεβρωνία. Τί ἀποκαλύπτεται
τώρα ἀπό τό δημοσίευμα, ὅτι ἡ ἀνωτέρω γεννήθηκε στό χωριό Βάρη τῆς Σύρου, ὅπου ὡς
γνωστόν δέν ὑπάρχει Οὐνιτική κοινότητα ἀλλά ἡ Ρωμαιοκαθολική (Λατινόρυθμος)
κοινότητα. Συνεπῶς ἡ μακαρίτισσα γεννήθηκε μέσα στόν Λατινικό Ρωμαιοκαθολικισμό
καί στίς 21/12/1943 «μετεφέρθη» στήν «Ἑλληνική Καθολική Ἐξαρχία» (Οὐνία) γιά νά
«ἐμπλουτίση» τό ἀνύπαρκτο ποίμνιό της καί νά συμβάλη στήν πλασματική εἰκόνα τῆς
δῆθεν ὑπάρξεως Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πού ἀποδέχονται τήν κοινωνία τους
μέ τήν αἱρετική παρασυναγωγή τοῦ Παπισμοῦ καί τίς αἱρέσεις καί κακοδοξίες του,
διατηροῦντες τό τυπικό καί τήν ἐξωτερική εἰκόνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἰδού
λοιπόν πῶς διαστρέφεται μέ κοσμικές μεθοδεῖες ἡ ἀλήθεια καί ἡ εὐθύτης πού
κήρυξε ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός Λόγος.
Ο
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου