Η Αλήθεια μας καλεί να την «εκδικηθούμε»!
Παρόλο τον λήθαργο που ενέσκυψε επί των
ημερών μας στα αντανακλαστικά του λαού επί όλων των θεμάτων της ζωής, με
αποτέλεσμα τη γενική απραξία, εντούτοις,
στις ημέρες μας, δεν άντεξαν οι ψυχές που κρατούν ακόμη μέσα τους το θησαυρό
του Γένους.
Έδειξαν πως διαθέτουν αντανακλαστικά και ήγειραν, ομοθυμαδόν, φωνή
διαμαρτυρίας και αγανακτήσεως, πρωτοστατούντων των Μητροπόλεων, κατά των κυβερνώντων,
αλλά και των λοιπών, φανερών και αφανών εχθρών, οι οποίοι έβαλαν σκοπό να
καταλύσουν τα πάντα, «από γενεάς εις γενεάν». Τι θα γίνει όμως από δω και πέρα;
Ο εχθρός, «ὡς λέων ὠρυόμενος», εργάζεται μεθοδικά και οργανώνει και προγραμματίζει τις επόμενες
κινήσεις του, ενώ ο λαός αντιδρά, καταθέτοντας την ψυχική αγωνία του, αλλά
δίχως πρόγραμμα και σχέδια σε βάθος χρόνου. Και αυτό, διότι δεν υπάρχει ηγεσία,
η οποία θα οργανώσει αυτήν την αποστολή, ώστε να υπάρχει συνέχεια στον αγώνα. Πού
είναι η ηγεσία και πού μπορεί να βρεθεί;
Πρέπει να καταλάβουμε και να αποδεχτούμε πως το πρώτο και βασικότατο
αίτιο αυτής της κρίσης είναι η συνοδοιπορία με τον κόσμο και η διαρκής αποστροφή
μας στην αγία Παράδοση. Όχι απλώς στην λαϊκή, αλλά στην ευσεβή
Παράδοση, που σκοπός της είναι ο αγιασμός και η σωτηρία της ψυχής. Κατά
συνέπεια, ποιοι πρέπει είναι οι «αρχηγοί», που θα ηγηθούν αυτού του κινήματος; Είναι
αυτοί οι ίδιοι, που ενήργησαν και σ` αυτές τις κινητοποιήσεις. Φυσικά οι
ποιμένες, οι διάδοχοι της αποστολικής Παραδόσεως και των αγίων και διδάχοι του
λαού.
Όμως,
στις ημέρες μας, που το κίνημα του οικουμενισμού βρίσκεται στο απόγειό του,
είναι αδύνατον να γίνει κάτι τέτοιο. Και όχι μόνο δεν θα γίνει, αλλά θα
συνεχιστεί και ο ίδιος κατήφορος. Οι πλείστοι ποιμένες σιώπησαν στο Κολυμπάρι,
όπου ο οικουμενισμός έριξε μια ακόμη μεγάλη ταφόπλακα στην ελπίδα της
επιστροφής. Νόθευσαν, άνευ όρων, τον ορισμό της έννοιας Εκκλησία και κατέλυσαν
τα όριά της. Ενέδωσαν και ενδίδουν στις απαιτήσεις των δυνατών του κόσμου, για
την αποδοχή των θεωριών περί μη κατοχής της αποκλειστικότητας της Αλήθειας από
την Ορθοδοξία. Εξισώνουν ανερυθριάστως τις αιρέσεις με την μόνη αληθινή
Εκκλησία και γενικώς πορεύονται φυγομαχούντες, ως γνήσιοι διάκονοι της
παγκοσμιοποίησης. Πώς είναι δυνατόν να
μάχονται τα «ελάσσονα» κακά, ενώ γνωρίζουν πως είναι γεννήματα ενός «μείζονος»,
το οποίο αφήνουν στο απυρόβλητο; Είναι παράλογο, διότι αυτό το ένα κακό θα
γεννά συνεχώς άλλα παρόμοια κακά. Διότι
ο οικουμενισμός είναι η πρώτη και βασική αιτία και ο γεννήτορας όλων των κακών
που συμβαίνουν στον τόπο μας.
Ο άγιος
Χρυσόστομος στη θεία Λειτουργία αναφωνεί δι` αυτών: «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ
τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, καὶ πᾶσαν
τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», αιτούμενος την ενότητα στην πίστη και την
κοινωνία στα δώρα του Αγίου Πνεύματος. Θέτει ως προϋπόθεση την κοινή πίστη, για
να έχει η Εκκλησία ως σώμα, αλλά και ο
κάθε πιστός ξεχωριστά, την παρρησία, ώστε να παραδώσουν, να «εγκαταλείψουν» τον
εαυτό τους και όλη τους τη ζωή, στα χέρια του Θεού.
Η
ενότητα είναι η κυρίαρχη δύναμη, που βασιλεύει ανάμεσα στα βαπτισμένα μέλη της
Ορθόδοξης Εκκλησίας, τα οποία αγιάζονται διαρκώς και γίνονται κοινωνοί του
Αγίου Πνεύματος, διά της συμμετοχής στα άγια Μυστήρια και στην ευσεβή πολιτεία,
δηλαδή στην ιερή Παράδοση, η οποία διδάσκεται από τους αγίους της. Έτσι δημιουργείται
το κοινό φρόνημα, με την μυστικώς απορρέουσα εσωτερική βεβαιότητα, ότι είναι
μέλη του ενιαίου και αδιάσπαστου σώματος της Μίας Εκκλησίας του Χριστού και κρατούν
τη ζέση στην καρδιά, για να αγωνίζονται υπέρ αυτής.
Λέγοντας ενότητα, εννοούμε το συμπαγές, το αδιάσπαστο, το ενιαίο.
Υπάρχει οπωσδήποτε μια ισχυρή, μυστική συνεκτική δύναμη, η οποία συνδέει τις
ψυχές, συντηρεί, ζωογονεί και ανανεώνει διαρκώς την πίστη στην ενότητα αυτή. Είναι η προσήλωση στο ένα Πρόσωπο, στη μία
Αλήθεια, δηλαδή στον αποκαλυφθέντα, βεβιωμένο και μεμαρτυρημένο διά των αγίων,
Χριστό. Η κοινή αυτή έμπρακτη πίστη, που είναι και ο ιεροκρύφιος θεμελιωτής της
κοινοτικής ζωής, της ανυπόκριτης και υγιούς συμβίωσης των ανθρώπων.
(Α΄Κορινθ.ιβ΄,1-11).
Η ενότητα είναι απαιτητική. Είναι, όπως
όλες οι αρετές, σκληρή και αδυσώπητη. Απαιτεί πίστη στη δύναμή της και αγώνα
και επιμονή, για την διατήρησή της. Προϋποθέτει τη θυσιαστική αντιμετάδοση των
χαρισμάτων μεταξύ των πιστών, που την αποζητούν. Η φυγομαχία, σύνηθες «άθλημα» της
εποχής, με σύμμαχο την εκλογίκευση, η οποία κατάντησε πανάκεια για την δικαιολόγηση
όλων των «αδιεξόδων» του σημερινού ανθρώπου, η φυγομαχία, επαναλαμβάνουμε,
αποτελεί την ευκολότερη λύση, για την προδοσία και την κατάργηση της ενότητας, αφού
προβάλλεται σήμερα ευτελώς ως άθλος, με πλήθος «λογικών επιχειρημάτων», από το εκκοσμικευμένο
εκκλησιαστικό καθεστώς, για την
καταστολή του ελέγχοντος συνειδότος.
Η ενότητα, για να καρποφορήσει, πρέπει να
ποτιστεί με δάκρυα, ιδρώτα και αίμα. Έτσι μας την άφησαν παρακαταθήκη οι άγιοι
και μας έδωσαν εντολή, να την παραδώσουμε αγκαλιασμένη με την Αλήθεια. «Καί τήν ἀγάπην φυλάττεσθαι καί τήν ἀλήθειαν ἐκδικεῖσθαι», λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Και
η μεν αγάπη, κατά τον άγιο ζητάει μόνο διαφύλαξη, κράτηση (φυλάττεσθαι),
κάτι που δεν χρειάζεται μάχες και θυσίες, αφού είναι δώρο του Θεού, ενώ η Αλήθεια, η πίστη, ζητάει προφύλαξη,προστασία(ἐκδικεῖσθαι).
Τι σημαίνει όμως η λέξη «εκδίκηση» στην παραπάνω αυτή φράση;
Ό,τι σημαίνει και στην παραβολή του άδικου κριτή και της χήρας, που του ζητούσε
επίμονα να την δικαιώσει απέναντι στον αντίδικό της: «χήρα δὲ ἦν ἐν
τῇ πόλει ἐκείνῃ, καὶ ἤρχετο πρὸς αὐτὸν λέγουσα· ἐκδίκησόν με ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου
μου». (Λουκά, 18,3). «ἐκδίκησόν με», είναι το ρήμα και ερμηνεύεται, σύμφωνα με το Υπόμνημα του καθηγητή
Τρεμπέλα: «Βγάλε μια απόφαση, που να με προστατεύει από τον αντίδικό μου,
διεκδίκησε εσύ το δίκαιό μου και έτσι θα με προστατεύσεις από τον αντίδικό μου.
Δεν εκφράζει την έννοια της τιμωρίας κατά του αντιδίκου, αλλά την προστασία από
αυτόν. Δεν σημαίνει, λοιπόν, τιμώρησε τον αντίδικό μου». Επίσης ο μακαριστός
δάσκαλός μας, καθηγητής Σ. Σάκκος, στην ερμηνεία της παραβολής γράφει:
«εκδίκησόν με από του αντιδίκου μου, υπερασπίσου με από τον άνθρωπο που με
αδικεί. Δεν ζητούσε εκδίκηση, τιμωρία, αλλά προστασία. Αγωνιζόταν για ό,τι
δικαιούνταν, αλλά της το κρατούσε ο αντίδικός της».
Η
Αλήθεια ζητάει αγώνα και μαχητικότητα. Ενότητα χωρίς Αλήθεια, δηλαδή χωρίς
καθαρή και ανόθευτη πίστη, είναι ψευδαίσθηση. Είναι κατασκεύασμα στην άμμο. Είναι
σπίτι αθεμελίωτο και καράβι ανερμάτιστο, τουτέστιν ευανάτρεπτο. Είναι επινόηση
δαιμονικής υποβολής. Είναι δώρο από τον δαίμονα στους ανθρώπους και αντίδωρο των
ανθρώπων σ` αυτόν, για το καταστροφικό
του έργο.
Καημός μεγάλος των οικουμενιστών, είναι η
«πολυπόθητη ένωση», με τους έξωθεν της Εκκλησίας αιρετικούς, χριστιανούς
αποκαλουμένους και λοιπούς, δίχως την ανάγκη επιστροφής τους στην κοινή πίστη.
Η προδοτική ένωση στο όνομα της «αγάπης». Μιας αγάπης, η οποία δεν χρειάζεται
να ακουμπάει στην Αληθινή πίστη. Μιας αγάπης-απάτης. Βέβαια, δεν μιλούν ακόμη καθαρά για ενότητα,
διότι δεν πέρασε πλήρως στη συνείδηση του λαού, το «είμαστε ίδιοι». Μιλούν για
ενότητα, μόνο, όταν πρόκειται να κάνουν
τους γνωστούς και οικείους σ` αυτούς πονηρούς ελιγμούς τακτικής, λεκτικούς και
πρακτικούς, για να «ελλιμενίσουν», πάση θυσία, την πλάνη τους στις καρδιές των
εν αγνοία όντων πιστών και να προωθήσουν, βήμα βήμα και με αξιοθαύμαστη
υπομονή, όχι απλώς τα σκοτεινά τους σχέδια, αλλά τα σχέδιά τους, που οδηγούν ασφαλώς
στο σκοτάδι.
Δεν είναι δυνατόν να αφήσει ο Θεός, ώστε
να ολοκληρώσουν τα προγράμματά τους. Διότι σ` αυτήν τη ζωή, η αγάπη του Θεού
καραδοκεί πριν από τη δικαιοσύνη του. Και μας «χρωστάει» ακόμη προθεσμίες για
μετάνοια και επιστροφή. Εξαρτάται από τον καθένα μας, αν και πόσο, εν προσοχή
και εν προσευχή, θα αξιοποιήσουμε αυτές τις προθεσμίες.
2 σχόλια:
Ξεπερασε τον εαυτο του ο κ. Ηλιαδης. Ενα τεραστιο ευχαριστω και την αγαπη μας.
Πώς όμως θα "εκδικηθούμε" την Αλήθεια αν δεν μετανοήσουμε;
Δημοσίευση σχολίου