Ἀπόστολος: Α´ Κορ. στ΄ 12 – 20
Εὐαγγέλιον: Λουκ. ιε´ 11 – 32
Ἦχος β´– Ἑωθινόν: Β´
Τὸ
ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρος, αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται καθημερινῶς ἀπ᾽
ἀρχῆς ἕως καὶ σήμερα καὶ τοῦτο θὰ ἐπαναλαμβάνεται διά παντός. Δύο βασικὰ εἶναι
τὰ θέματα ποὺ στοὺς λίγους αὐτοὺς στίχους ἀναπτύσσει στοὺς Κορινθίους καὶ δι᾽ αὐτῶν
σὲ ὅλους τοὺς πιστοὺς μέσῳ τῆς ἀποκαλυπτικῆς διαχρονικότητος.
Πρῶτον
τὸ θέμα τοῦ φαγητοῦ καὶ δεύτερον τὸ θέμα τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων. Τοῦ φοβεροῦ
καὶ θανάσιμου ἁμαρτήματος τῆς πορνείας. Καὶ γιὰ μὲν τὸ πρῶτο θέμα, αὐτὸ δηλαδὴ
ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὰ “βρώματα” καὶ κατὰ πόσο ὁ πιστὸς ἔχει ἐξουσία καὶ μπορεῖ ἐλευθέρως
νὰ γεύεται ὅ,τι ἐπιθυμεῖ, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διά τοῦ Ἀποστόλου θὰ μᾶς
διαφωτίσει ὅτι “πάντα μοι ἔξεστιν ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει”. Ὅλα ὅσα δὲν ἀπαγορεύει
ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μπορῶ νὰ τὰ ἔχω. Ὅλα εἶναι στὴν ἐξουσία μου, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν θὰ
γίνω δοῦλος σὲ τίποτε.
Ἡ
“τετραγωνικὴ” θεολογικὴ λογικὴ τοῦ Ἀποστόλου εἶναι καταπληκτική. Γι᾽ αὐτὸ καὶ
συνεχίζει: “Τὰ φαγητὰ ἔχουν γίνει γιὰ τὴν κοιλία καὶ ἡ κοιλία διά τὰ φαγητά. Ὅμως
ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς θὰ τὰ καταργήσει στὴν μέλλουσα ζωή ποὺ ἀναμένουμε”. Ἑπομένως
μπορεῖ ὁ πιστὸς νὰ γεύεται τῆς τροφῆς (ὅταν ἐπιτρέπεται), ἀρκεῖ νὰ μὴ
σκανδαλίζει καὶ φυσικὰ νὰ μὴ ξεχνᾷ ποτὲ πὼς “τρώει γιὰ νὰ ζήσει καὶ δὲν ζεῖ γιὰ
νὰ τρώει”. Ὑφίσταται ὅμως καὶ ἕνα ἄλλο, ἄκρως ἐπικίνδυνο ζήτημα τὸ ὁποῖο εἶχε
διαταράξει τὴν πνευματικὴ εἰρήνη στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου καὶ
φαίνεται πὼς στὶς ἡμέρες μας ἔχει ἐπανέλθει στὴν χειροτέρα του μορφή, ἀφοῦ
φαίνεται πὼς ὑπάρ- χουν κάποιοι, ἀκόμα καὶ ποιμένες, ποὺ τὸ θέμα τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων
– πορνείας κ.λπ. - τὸ ἀντιμετωπίζουν ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ.
Ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ στὴν καλυτέρα τῶν περιπτώσεων, γιὰ νὰ μὴ ἰσχυριστοῦμε ὅτι οἱ “φιλελεύθεροι” καὶ “νεορθόδοξοι” μὲ μία μονοκονδυλιὰ τοῦ διαβόλου προσπαθοῦν νὰ διαγράψουν τὶς θεόπνευ- στες ἐντολὲς ἐπ᾽ αὐτῶν τῶν ζητημάτων, ποὺ περιέχονται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀνέκαθεν βιώνουν οἱ ἅγιοι καὶ φυσικὰ οἱ ἁπλοὶ πιστοὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ἔ, λοιπὸν “τὸ σῶμα μας δὲν ἔχει δημιουργηθεῖ γιὰ τὴν πορνεία, ἀλλὰ γιὰ τὸν Κύριο. Γιὰ ν' ἀνήκει σὲ Αὐτὸν καὶ νὰ κατοικεῖ
ἐντός του ὁ Ἴδιος. Δὲν ἔχει σημασία τὸ ὅτι τὸ σῶμα μετὰ τὸν θάνατο θὰ διαλυθεῖ,
ἀφοῦ κάποια στιγμὴ θὰ τὸ ἀναστήσει ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ δύναμή του ἀνέστησε τὸν
Κύριο Ἰησοῦ Χριστό”. Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὸ ἀποκορύφωμα μέσῳ ἑνὸς ἐρωτήματος: “Οὐκ
οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν;”.
Καὶ
μόνο αὐτὸ τὸ καίριο ἐρώτημα ποὺ θέτει ὁ Ἀποστολικὸς κάλαμος, κονιορτοποιεῖ ὅλα
τὰ φληναφήματα τῶν ψευδοθεολόγων, τῶν ξεπεσμένων “νεορθοδόξων” καὶ “μεταπατερικῶν”
καὶ ὅσων “ποιμένων περὶ τὴν πίστιν ἠστόχησαν” (Α´ Τιμ. στ´ 21). Οὐδέποτε ὁ ἄνθρωπος
ποὺ ἐδέχθη διά τοῦ βαπτίσματος καὶ τῶν ἄλλων μυστηρίων τὴν υἱοθεσίαν ἐπιτρέπεται
νὰ ἁμαρτάνει μὲ ὁποι- αδήποτε βεβαίως ἁμαρτία, πολὺ δὲ περισσότερο μὲ αὐτοῦ τοῦ
εἴδους τὰ ἀηδιαστικὰ καὶ βδελυρὰ ἁμαρτήματα, διά τὰ ὁποῖα “αἰσχρόν ἐστι καὶ
λέγειν”. Καὶ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ οὐδεμία ἀμφισβήτηση ἐπιδέχονται τίθεται ἀμείλικτο
τὸ ἐρώτημα: “Διατὶ ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία ἀρνεῖται νὰ ἀγγίξει καὶ νὰ ἀποκαθάρει τὴν
κατάρα τῆς λεγομένης “νεορθοδοξίας” τουτέστιν κακοδοξίας καὶ δαιμονολογίας, ποὺ
τὰ τελευταῖα ἔτη ὡς καρκίνωμα πνευματικὸ κατατρώγει ὅ,τι πολυτιμότερο καὶ ἁγιώτερο
ὑπάρχει στὸν χῶρο τῆς νεότητος καὶ ὄχι μόνον;”. Ἐννοοῦμε τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἁγνότητα
ἕως τοῦ γάμου, τὴν πιστότητα ἕως θανάτου καὶ τὴν εὐλογημένη συζυγία. Τὴν
συζυγία ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεὸς καὶ ὅπως τὴν κηρύσσουν οἱ θεοφόροι πατέρες. Τί εἶναι
ἐκεῖνο, ἀλήθεια, ποὺ ἐμποδίζει τὸ ὀρθοτομεῖν στὰ ζητήματα αὐτὰ μὲ ἀποτέλεσμα, σὺν
τοῖς ἄλλοις, νὰ ἔχουν λιγοστεύσει ἕως σημείου κρίσεως οἱ νέοι ἄνευ κολλημάτων ἱερωσύνης;
Τί εἶναι αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἐμποδίζει τοὺς ἰθύνοντας νὰ κηρύξουν ἐπιτέλους εὐθαρσῶς στὸ ποίμνιο, ποὺ ἔχουν χρεωθεῖ στὸ πετραχή- λι καὶ στὸ ὠμοφόριό τους, αὐτὰ ποὺ τόσο ξεκάθαρα τονίζει ὁ Ἀπ. Παῦλος; Μήπως ὑπάρχουν ψυχολογικὰ
πλέγματα καὶ φόβος ἐναντίον τοῦ μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμου; Ἢ μήπως ἐνοχὲς
περίεργες φράσσουν τὰ στόματα καὶ ρίχνουν σὲ μία δαιμονικὴ “χειμερία νάρκη” τὶς
καρδιὲς τῶν “διαδόχων τῶν Ἀποστόλων”, ὅπως ἀρέσκονται νὰ τονίζουν ἑαυτοὺς οἱ
ποιμένες; Πολλὰ “μπορεῖ” δύναται κανεὶς νὰ ἐξιχνιάσει καὶ στὸν τομέα αὐτὸ τῆς
συγχρόνου ποιμαντικῆς, γιὰ τὴν ὁποία νεώτερος ὅσιος μὲ θλίψη πολλὴ ἐτόνιζε τό:
“τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται” (Ματθ. ιε΄14). Ὅπως
καὶ νὰ 'χει, τὸ πρᾶγμα εἶναι σὲ πολὺ χειρότερο κατάντημα ἀπ' ὅσο μπορεῖ κανεὶς
νὰ φανταστεῖ, δοθέντος ὅτι καὶ αὐτὲς πλέον οἱ θεολογικὲς (γράφε σκοτολογικὲς)
σχολὲς κατήντησαν περίγελως ἀκόμα καὶ τῶν μουσουλμάνων. Οἱ
δὲ σοφὲς κεφαλὲς τῶν καθηγητῶν τῶν ψηφισάντων τὶς μουσουλμανικὲς σπουδές, τώρα
πλέον εἰς ἔνδειξιν “συναδελφικῆς ἀλληλεγγύης” πρὸς τοὺς μουσουλμάνους
καθηγητές, θὰ ἔχουν ἕνα ἀκόμα πρόσθετο ἐπιχείρημα ὑπὲρ τῶν “νεορθοδόξων”, τὴν ἀπόλαυση
δηλ. τοῦ ἰδιοτύπου μουσουλμανικοῦ παραδείσου μὲ ὅλα τὰ παρελκόμενα...
Ἀδελφοί μου, ὅσοι πιστοί, ὅσοι ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ τῆς “νέας ἐποχῆς”, “Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου”! Ἂς ἀγωνιστοῦμε ὁ καθένας μὲ τὶς
δυνάμεις του καὶ τὰ χαρίσμα- τά του καὶ ἂς καταρτίζουμε τὶς ὑπάρξεις μας σὲ
“ναοὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος”, “ἐπιτελοῦντες ἁγιοσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ” καὶ ταυτοχρόνως
ὀρθοτομοῦντες ἀποστολικῶς καὶ πατροπαραδότως πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, πολεμώντας
σθεναρῶς καὶ ἀκαταπαύστως τὶς πλάνες ποὺ παρεισφρέουν στὴν θεολογία μας καὶ στὴν
ὀρθοπραξία μας. Ἀμήν.
Ορθόδοξος
Τύπος, 06/02/2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου