Νοῦς:
τό πηδάλιον τῆς ὑπάρξεώς μας
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἂν δὲν προσέξουν, γίνονται μαθητὲς τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος παραδίδει μαθήματα «νὰ μὴ σκέπτονται τίποτα τὸ οὐράνιο καὶ πνευματικό, νὰ περιφρονοῦν κάθε ἀρετὴ καὶ νὰ βυθίζονται σὲ κάθε ἁμαρτία», λέει ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Ἡ μέθοδος ποὺ χρησιμοποιεῖ εἶναι νὰ φέρνει στὸ νοῦ τοῦ ἄνθρωπου ἁμαρτωλὲς σκέψεις, τὶς ὁποῖες ἐμφανίζει ὡς ἀθῶες καὶ σπουδαῖες, καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ τὶς ἀκολουθήσει στὴ ζωή του. Ἔτσι ἀρχίζει νὰ γεννιέται ἡ ἐπιθυμία ποὺ καταλήγει στὴν ἁμαρτωλὴ πράξη. Ἀρκετὲς φορὲς οἱ σκέψεις γίνονται ἀμέσως ἐπιθυμίες καὶ πράξεις.
Οἱ πονηρὲς σκέψεις εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἁμαρτιῶν. «Ὅποιος
θελήσει νὰ ἐκμηδενίσει τὶς πονηρὲς πράξεις, πρέπει πρῶτα νὰ ξεριζώσει τὶς πονηρὲς
σκέψεις. Ὅποιος ἐπιθυμεῖ νὰ συγκρατήσει τὴ ροὴ τοῦ νεροῦ, πρέπει πρῶτα νὰ
ξεράνει τὴν πηγή», τονίζει ὁ ἅγιος Νικόλαος.
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἐλέγχει τὸ νοῦ του, ὁ ὁποῖος εἶναι
τὸ πηδάλιο τῆς ὕπαρξής του. Νὰ μὴ ἀσχολεῖται μὲ μικρὰ θέματα καὶ ἀσήμαντες ὑποθέσεις,
γιὰ νὰ μὴ ἀπομακρύνεται ὁ νοῦς του ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς ἀπόκτησης τῶν ἀρετῶν. Ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι «ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὸ νοῦ, γιὰ νὰ διαλύσουμε τὴν ἄγνοιά
μας καὶ νὰ σχηματίσουμε ὀρθὴ κρίση γιὰ τὰ πράγματα, καὶ γιὰ νὰ εἴμαστε ἀσφαλισμένοι,
χρησιμοποιώντας αὐτὸν σὰν κάποιο ὅπλο καὶ φῶς πρὸς ἀντιμετώπιση ὅλων ἐκείνων ποὺ
μᾶς λυποῦν καὶ μᾶς βλάπτουν».
Ὁ Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει τὸ νοῦ πολύτιμο ἀγαθὸ
καὶ γιὰ τὶς ἐνέργειές του ἐπισημαίνει τὰ ἑξῆς: «Στὸ νοῦ κατέχουμε τὸ «κατ’ εἰκόνα»
τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς δημιούργησε· καλὴ εἶναι βέβαια καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ. Ἐπειδὴ
ὅμως εἶναι ἀεικίνητος, πολλὲς φορὲς κυριεύεται ἀπὸ φαντασιώσεις, βλέποντας ὡς ὑπαρκτὰ
πράγματα καὶ ἀντικείμενα ἀνύπαρκτα· πολλὲς φορὲς ὅμως στρέφεται κατ’ εὐθείαν πρὸς
τὴν ἀλήθεια. Ἐπειδὴ ὅμως, σύμφωνα μὲ τὴν ἀντίληψή μας ποὺ πιστεύουμε στὸ Θεό,
στὸ νοῦ ἐνυπάρχουν ἐκ φύσεως, δύο δυνάμεις, ἡ μὲν μία εἶναι πονηρὴ καὶ δαιμονικὴ
καὶ μᾶς συμπαρασύρει πρὸς τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα, ἡ δὲ ἄλλη δύναμη εἶναι
θεία καὶ ἀγαθὴ καὶ μᾶς ὑψώνει, ὥστε νὰ μοιάσουν μὲ τὸ Θεό. Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι
συγκεντρωμένος στὸν ἑαυτό του, ἀντιλαμβάνεται τὰ πράγματα, ποὺ εἶναι μικρὰ καὶ ἀνάλογα
πρὸς τὸν ἑαυτό του, ὅταν ὅμως παραδοθεῖ στοὺς ἀπατεῶνες δαίμονες, χάνει τὴν ὀρθὴ
κρίση του καὶ κυριεύεται ἀπὸ ἀλλόκοτες φαντασιώσεις».
Ἰδιαίτερο ἐπίσης ἐνδιαφέρον παρουσιάζει καὶ ἕνα ἀπόσπασμα
ἀπὸ μία ὡραία ἐπιστολὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου πρὸς τὸ φίλο του Γρηγόριο τὸ
Θεολόγο, ποὺ ἀναφέρεται στὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἔχει ὁ νοῦς, ὅταν εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ
τὶς γήινες φροντίδες. Γράφει ὁ ἅγιος: «ὁ νοῦς ποὺ δὲν διασκορπίζεται πρὸς τὰ ἔξω,
οὔτε διαχέεται πρὸς τὸν κόσμο διὰ μέσου τῶν αἰσθήσεων, συγκεντρώνεται στὸν ἑαυτὸ
του καί μόνος του ἀνεβαίνει στὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀφοῦ φωτιστεῖ ὁλόκληρος ἀπὸ
τὸ θεῖο ἐκεῖνο κάλλος, πλήρης θείας ἐλλάμψεως, λησμονεῖ ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια του
τὴ φύση καὶ δὲν πιέζεται ἡ ψυχή του ἀπὸ τὴ φροντίδα γιὰ τὴν τροφὴ οὔτε ἀπὸ τὴ
μέριμνα γιὰ τὴν ἐνδυμασία. Ἀντίθετα, ἐλεύθερος ἀπὸ τὶς γήινες φροντίδες,
στρέφει ὅλο τὸ ζῆλο του στὴν ἀπόκτηση τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν, πῶς δηλαδὴ θὰ
κατορθώσει νὰ ἀποκτήσει τὴ σωφροσύνη καὶ τὴν ἀνδρεία, τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴ
σύνεση, καθὼς καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἀρετές, ποὺ ἀποτελοῦν ὑποδιαιρέσεις τῶν γενικῶν
αὐτῶν ἀρετῶν καὶ πού ὑποδεικνύουν στὸν ἀγαθὸ ἄνδρα νὰ ἐπιτελεῖ ὅλα τὰ καθήκοντά
του».
Ἡ περιπλάνηση τοῦ νοῦ σὲ μάταια πράγματα ἐμποδίζει τὴν
ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον. Δὲν ὑπάρχει πνευματικὸ ἐνδιαφέρον,
ἀφοῦ σκέπτεται μόνο αὐτά, ποὺ καθημερινὰ ἀλλάζουν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ αἰχμαλωτίζεται
σ’ αὐτὰ καὶ νὰ λησμονεῖ ὅτι ὁ κύριος προορισμὸς του εἶναι ἡ μόνιμη στροφὴ πρὸς
τὸ Θεὸ καὶ ὄχι οἱ ἀδιάκοπες βιοτικὲς μέριμνες. Ἡ φύλαξη τοῦ νοῦ ἀπὸ τοὺς
ποικίλους περισπασμοὺς εἶναι προϋπόθεση γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Πρέπει ὁ νοῦς
νά στέκεται πάνω ἀπὸ τὰ πάθη καὶ νὰ κυβερνάει τὸ πλοῖο τῆς σάρκας,
περιστρέφοντας μὲ πεῖρα τοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ μένει ἀπλησίαστος ἀπὸ τὰ πάθη, ἀποφεύγοντας
τὴν πικρία τους. Συγχρόνως ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ προσεύχεται μὲ θερμότητα καὶ νὰ
διατηρεῖ τὴν ἀναγκαία ἐγρήγορση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου