Συνήλθε
σήμερα Τετάρτη, 7 Φεβρουαρίου 2018,
στην πρώτη Συνεδρία της εκτάκτου Συγκλήσεώς της, η Ιερά Συνοδος της Ιεραρχίας
της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου
Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, στην Αίθουσα Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου
της Ιεραρχίας.
Πρό
της Συνεδρίας ετελέσθη Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στο Καθολικό της Ιεράς Μονής
Ασωμάτων Πετράκη, ιερουργήσαντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φιλίππων,
Νεαπόλεως και Θάσου κ. Στεφάνου.
Περί
την 9η πρωινή, στη μεγάλη Αίθουσα των Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου, ετελέσθη η
Ακολουθία για την έναρξη των εργασιών της Ιεράς Συνόδου. Αναγνωσθέντος του
Καταλόγου των συμμετεχόντων Ιεραρχών, διεπιστώθη απαρτία.
Ακολούθως
υλοποιήθηκε η από 9.1.2018 Συνοδική Απόφαση περί Απονομής Τιμητικής Διακρίσεως
στον Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Μακαριώτατο
Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο επί τη συμπληρώσει δεκαετίας
από της εκλογής Αυτού στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο των Αθηνών, σύμφωνα με το
προβλεπόμενο τυπικό.
Στην
προσφώνησή του προς τον Μακαριώτατο, ο Σεβασμιώτατος Αντιπρόεδρος της Ιεράς
Συνόδου, Μητροπολίτης Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ, χαρακτήρισε την Απόφαση
της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου περί της απονομής των Διασήμων της Τιμιτικής
Διακρίσεως, ως πράξη απόλυτα επαινετή και άξια πάσης αποδοχής.
Κατόπιν,
αφού αναφέρθηκε εκτενώς στη μέχρι τούδε πορεία του Μακαριωτάτου, στη βιοτή, τις
σπουδές, την ιερατική, Αρχιερατική και Αρχιεπισκοπική του διακονία, έκλεισε την
προσφώνησή του επαναλαμβάνοντας τον επίλογο του Ενθρονιστηρίου Λόγου του
Μακαριωτάτου: «Τέκνα και αδελφοί μου, προσεύχομαι και παρακαλώ τον Θεό, όταν
περάσει ο καιρός και πλησιάζω στο τέλος του κύκλου της επιγείου διακονίας μου,
να είμαι έτοιμος να απολογηθώ με παρρησία ενώπιον Θεού και ανθρώπων γι’ αυτόν
τον θρόνο που μου εμπιστεύθηκε ο Κύριος. Θα ήθελα μέχρι τότε να έχω κατακτήσει
το δικαίωμα να μιλήσω γι’ αυτόν τον Θρόνο κοιτώντας σας στα μάτια και
εκφραζόμενος με τον ίδιο τρόπο που μιλούσε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, λέγοντας
ότι αυτός ο θρόνος είναι ο τάφος μου και εγώ μέσα ο νεκρός, όμως ο τάφος έχει
την εξουσία να διδάσκει».
Μετά
την απονομή της τιμητικής διακρίσεως από τον Σεβασμιώτατο Αντιπρόεδρο της Ιεράς
Συνόδου, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος στην ομιλία του επί τη Δεκαετή Επετείω από
της αναρρήσεώς του στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο της Εκκλησίας της Ελλάδος εξέφρασε
τις ολοθερμές ευχαριστίες του προς το Σεπτό Σώμα των Αγιωτάτων Επισκόπων της
Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την ξεχωριστή και ιδιαιτέρα τιμή να του
επιδοθεί το Μετάλλιο του Αποστόλου των εθνών και θεμελιωτού της Αγιωτάτης
Εκκλησίας της Ελλάδος Παύλου.
Μεταξύ
άλλων ο Μακαριώτατος ανέφερε, ότι η δεκαετής διακονία του αναμφίβολα συνέπεσε
σε μία περίοδο κρίσιμης δοκιμασίας για την συντριπτική πλειονότητα του
χριστεπώνυμου πληρώματος της χώρας μας. Κατά την περίοδο αυτή η Εκκλησία
αρκετές φορές βρέθηκε για μία ακόμη φορά στο στόχαστρο της αμφισβήτησης, ακόμη
και αβάσιμης κριτικής, αντιμετωπίζοντας εχθρικό κλίμα. Εκείνη όμως ουδέποτε
ηττήθηκε, αλλά, παρά τις δυσχερείς συνθήκες, ποτέ δεν εγκατέλειψε το βασικό της
λειτούργημα και τον πρωταρχικό της σκοπό, που δεν είναι άλλος από την σωτηρία
του λαού του Θεού μέσω της ποιμαντικής μέριμνας και πνευματικής διακονίας. Γι’
αυτό και κύριος στόχος του ήταν η θωράκιση της συχνά απειλούμενης κοινωνικής
συνοχής εγκύπτωντας στον τραυματισμένο πνευματικά, ψυχικά και κοινωνικά άνθρωπο
και δίδοντάς του ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Ακολούθως
επισήμανε ιδιαίτερα ότι βασική επιδίωξή του υπήρξε η κανονική και απρόσκοπτη
λειτουργία του Συνοδικού συστήματος με γνώμονα τις αρχές της συλλογικότητας,
του κοινού οφέλους και του μείζονος αγαθού της πνευματικής ενότητος της Αγίας
μας Εκκλησίας.
Περαίνοντας
την ομιλία του, ο τιμηθείς Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος ζήτησε την αγάπη και τις
προσευχές των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών για τη συνέχεια του δύσκολου και
κοπιαστικού έργου του, εκφράζοντας ταυτόχρονα την έντονη αγωνία του για το
μέλλον της Εκκλησίας και της πατρίδας μας. «Ο τόπος μας», τόνισε, «χρειάζεται
σύνεση και ενότητα, χαρακτηριστικά που καλούμαστε πρωτίστως εμείς, ως Σύνοδος
της Ιεραρχίας, να προβάλουμε, δείχνοντας αλληλοσεβασμό και διάθεση αρμονικής
συνεργασίας. Αυτό απαιτεί από εμάς τώρα η πατρίδα μας, αυτό απαιτούν οι
παρούσες εθνικές, πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις».
Σύμφωνα
με την Ημερησία Διάταξη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος
κ. Ιερώνυμος, ως Πρόεδρος του Σώματος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας,
προσεφώνησε τα Μέλη Αυτής ευχαριστώντας αρχικά τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς
για την προσέλευσή τους στην Συνεδρίαση. Μεταξύ των άλλων ανέφερε: «Η Εκκλησία
δεν περιορίζεται στην εγκοσμιότητα, που περιορίζει την ελευθερία της και
απομονώνει τον σκοπό της, αλλά επεκτείνεται στην αιωνιότητα. Δεν ορθώνει λόγο,
δεν διατυπώνει πρόταση, προκειμένου να ασκήσει μία ανούσια, άσκοπη ή και ανώφελη
αντιπολίτευση. Σκοπός της ήταν και είναι να είναι δίπλα στον κόσμο, δίπλα στον
κάθε άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί ζώσα εικόνα του ζώντος Θεού, προσκαλώντας τον
σε ενότητα, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ι. Χρυσόστομος η Εκκλησία είναι
«ενώσεως και συμφωνίας όνομα». Όσο η Εκκλησία διατηρεί την ταυτότητά της, δεν
μερίζεται, ούτε μερίζει, αλλά ενοποιεί και μεταμορφώνει.
Με
την χάρη και την ευλογία του Τριαδικού Θεού συμπλήρωσα δέκα έτη στην θέση
ευθύνης και διακονίας του Αρχιεπισκοπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, του πρώτου
μεταξύ ίσων στην Αυτοκέφαλη και ζωντανή Εκκλησία μας. Σας ευχαρίστησα πριν,
αισθάνομαι την ανάγκη να το πράξω και τώρα, διότι είμαστε ένα σώμα και μία
φωνή.
Πράγματι,
καθ’ όλη την δεκαετή αυτή και ιδιαίτερα κοπιαστική περίοδο πάσχισα να
διακονήσω: τον άνθρωπο, την συνοδικότητα, τις ορθές σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους,
τις διορθόδοξες και διαχριστιανικές συγκυρίες, την παρατεινόμενη κρίση αρχών,
θεσμών και αξιών, την φτώχεια, την δημιουργία κοινωνικού προσώπου της Εκκλησίας
μας, τιμώντας τους προκατόχους μου, την εκκλησιαστική περιουσία, την
εκκλησιαστική εκπαίδευση, προσπάθησα να δημιουργήσω πρόσθετο κύρος στην
Εκκλησία με την ανάδειξη άξιων επισκόπων-ποιμένων, να προασπίσω τα δίκαια της
Εκκλησίας μας, να προβάλλω την ενότητα και όχι τις αντιπαραθέσεις, να υπερβώ
τις όποιες μικρότητες και διαφορές μας, γεφυρώνοντας το όποιο χάσμα των μεταξύ
μας αδελφικών σχέσεων».
Σε
άλλο σημείο της ομιλίας του ο Μακαριώτατος ανέφερε: «Βεβαίως, δεν σταματούμε
εδώ. Η Εκκλησία δεν σταματά ποτέ να εργάζεται, να διακονεί και να υπηρετεί τον
άνθρωπο. Αποτελεί πρώτιστη ανάγκη να εντατικοποιήσουμε το έργο της Εκκλησίας,
να συνεχίσουμε άοκνα να αναδεικνύουμε τον κοινωνικό της χαρακτήρα και πρόσωπο,
να πλησιάσουμε τον άνθρωπο που υποφέρει, πονάει, αισθάνεται ξεχασμένος η είναι
απογοητευμένος, να συνεχίσουμε να προσφέρουμε την πολύτιμη βοήθειά μας και
στήριξη στον ιδιαίτερα καταπονημένο λαό μας, διατηρώντας ακέραια την κοινωνική
συνοχή και εφαρμόζοντας την θεϊκή εντολή της αγάπης».
Ολόκληρη η προσφώνηση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου
Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου Β’ προς τους Σεβασμιωτάτους Συνοδικούς
Συνέδρους
7/2/2018
Σεβασμιώτατοι Αγιοι Αρχιερείς
Σεβασμιώτατοι Αγιοι Αρχιερείς
«Ο Χριστός εν τω μέσω ημών»
Συνερχόμασθε σήμερα χάριτι του Παναγάθου Τριαδικού Θεού σε μία
ακόμη έκτακτη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, του ανωτάτου Συνοδικού
θεσμού της Αγίας Εκκλησίας μας που αποτελεί την πρώτη για το νέο έτος. Δόξα και
αίνον αναπέμπωμεν στον Κύριο και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστό, την Κεφαλή της
Εκκλησίας μας και διά πρεσβειών του Αγίου ενδόξου Λουκά του εν Στειρίω, του
οποίου σήμερα τιμάται η σεπτή μνήμη, Τον παρακαλούμε όπως μας βοηθήση και μας
φωτίση τις δύο αυτές ημέρες.
Προσευχόμασθε για την ανάπαυση της ψυχής του Μακαριστού
Μητροπολίτου Μάνης κυρού Χρυσοστόμου, ο οποίος εκοιμήθη αιφνιδίως κατά την
διάρκεια της Θείας Λειτουργίας επί τη εορτή της Συνάξεως των Αρχιστρατήγων
Μιχαήλ και Γαβριήλ στον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αρεόπολης Λακωνίας και
παρακαλούμε τον έχοντα την εξουσία ζώντων και τεθνεώτων Κύριο του παντός να
αναπαύση στους κόλπους Αυτού τον αείμνηστο κεκοιμημένο αδελφό ημών.
Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Μάνης κυρός Χρυσόστομος υπήρξε ένας
ταπεινός, ευσεβής και διακριτικός Ιεράρχης, με γνήσιο και απαράμιλλο
εκκλησιαστικό φρόνιμα και ήθος. Ήταν Ιεράρχης της αγάπης, της προσευχής και της
υπακοής, ένθερμος υπερασπιστής των ιδανικών της πατρίδος μας καθώς και
ιδιαίτερα προσφιλής στον πιστό λαό του Θεού, αφού εκτελούσε τα ποιμαντικά
καθήκοντά του με πραότητα και σύνεση, αγωνιζόμενος πάντοτε για το μείζον αγαθό
και την πνευματική ενότητα της Αγίας Εκκλησίας μας. Ευχόμασθε ολοψύχως στην
κεφαλή της θεοσώστου Μητροπόλεως Μάνης και στην θέση του αοιδίμου Μητροπολίτου
να εκλεγή ένας άξιος διάδοχος με πνεύμα υπακοής, ταπεινώσεως και διακονίας στην
Εκκλησία δίχως επιρροές και επενέργειες από εξωγενείς κοσμικές φωνές και
απαιτήσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με την θεματολογία της Ημερησίας Διατάξεως θα
προβούμε στην εκλογή της εξ Αρχιερέων Επιτροπής διά τας προς τον Τύπον
ανακοινώσεις και εν συνεχεία θα επακολουθήσει η πλήρωσις της Ιεράς Μητροπόλεως
Μάνης καθώς και η πλήρωσις δύο (2) κενών θέσεων βοηθών Επισκόπων παρά τη Ιερά
Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Ακολούθως, θα πραγματοποιηθεί Ανάγνωσις και Επικύρωσις των
Πρακτικών της προηγούμενης Συνεδρίας και κατόπιν θα επακολουθήσει συζήτηση και
ψήφιση δύο νέων Κανονισμών υπό των τίτλων: «Τροποποίησις Κανονισμού περί
Εφημερίων και Διακόνων», τον οποίο και θα εισηγηθεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Χαλκίδος κ. Χρυσόστομος και «Σχέδιον Κανονισμού περί Διοικητικής Διαδικασίας»,
την εισήγηση του οποίου θα εκφωνήσει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.
Σεραφείμ.
Λόγω του ότι η συνεδρίαση αυτή πραγματοποείται στον απόηχο
των μεγάλων εκδηλώσεων που αφορά στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων θα ήθελα
και από το βήμα αυτό να εκφράσω τις θερμότατες ευχαριστίες μου προς τα σεπτά
μέλη της παρούσης Διαρκούς Ιεράς Συνόδου τόσο για την άψογη μεταξύ όλων
συνεργασία και συνεννόηση, όσο για την άρτια και σωστή διαχείριση στο ευαίσθητο
αυτό μείζονος εθνικής σημασίας θέματος.
Βεβαίως, η Εκκλησία σε όλη αυτή την τρικυμία των ραγδαίων
εξελίξεων και ιστορικών γεγονότων δεν μπορεί να μένει σιωπηλή και απαθής, πολλώ
δε βεβαίως όταν απειλούνται ή και διακυβεύονται τα εθνικά συμφέροντα της
πατρίδος μας. Άλλωστε, η Εκκλησία ποτέ δεν αδιαφόρησε για τα εθνικά ή και
κοινωνικά ζητήματα της κάθε ιστορικής περιόδου, αλλά βοήθησε άμεσα η έμμεσα
στην συνειδητοποίηση και εν τέλει στην επίλυσή τους. Η Εκκλησία ως Σώμα του
σαρκωθέντος Θεού Λόγου έχει λόγο και γνώμη για την σημερινή κρίσιμη κατάσταση
της χώρας μας, διότι δεν επαψε να αποτελεί ενεργό και αναπόσπαστο μέρος της
ιστορίας μας. Αναμφισβήτητα, ο ρόλος της δεν είναι να οργανώνη συλλαλητήρια. Η
Εκκλησία αγρυπνεί και προσεύχεται, έχει ρόλο ενωτικό, δέεται υπέρ της ειρήνης
του σύμπαντος κόσμου και επιθυμεί με οδηγό το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού
να συμβάλη στην αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, ώστε να επικρατήση στον
κόσμο η ειρήνη του Θεού «η πάντα νουν υπερέχουσα», η καταλλαγή και η
αγάπη.
Σε αυτή την ιδιαίτερα ευαίσθητη ιστορική στιγμή και για την
μεγάλη αυτή εθνική υπόθεση χρειάζεται από όλους μας οπωσδήποτε σύνεση,
νηφαλιότητα και ομοψυχία, προκειμένου να αντιμετωπισθή το κρίσιμο αυτό θέμα
εποικοδομητικά και ειρηνικά. Άλλωστε, βασική επιδίωξή μας πάντοτε, απέναντι σε
ανάλογες δύσκολες καταστάσεις που βίωνε η πατρίδα μας ήταν η διατήρηση και η
φροντίδα της κοινωνικής συνοχής. Μολονότι η ενεργή παρουσία της Εκκλησίας στην
κοινωνική ζωή απομακρύνει τους κινδύνους του ολοκληρωτισμού και της αναρχίας,
εντούτοις, χρέος της Εκκλησίας είναι να αγωνίζεται για την επικράτηση της
ειρήνης και της δικαιοσύνης του Θεού. Μέλημά μας είναι πρωτίστως ο άνθρωπος,
αφού «ουδέν γαρ όσον άνθρωπος ιερόν, ω και φύσεως εκοινώνησεν ο Θεός».
Πράγματι, το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας μας δεν μπορεί
να δεχθή ή και να αντέξη άλλη επιπλέον εξαθλίωση και ταλαιπωρία, ειδικά σε
επίπεδο εθνικό. Ο περήφανος Ελληνικός λαός καθ’όλη την διάρκεια της οικονομικής
κρίσεως υπέδειξε και συνεχίζει να υποδυκνείη θαυμαστή δύναμη, ιώβια υπομονή,
αλλά και μία ταπεινωτική πειθαρχία απέναντι στις προκλητικές, πολλές φορές,
διεθνείς «συστάσεις» και πιέσεις για σκληρά οικονομικά μέτρα. Ωστόσο, αυτό που
απαιτεί και ζητά είναι ο εύλογος σεβασμός στα θεμελιώδη δικαιώματά του και η
πιστή διατήρηση της ταυτότητος του κράτους και των εθνικών του δικαίων, το
οποίο και αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά του.
Ασφαλώς, ο ρόλος της Εκκλησίας δεν έχει ουδεμία σχέση με τον
ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Η Εκκλησία δεν δύναται να ταυτίζεται με την
πολιτική εξουσία δίχως να έρχεται σε αντίθεση με την φύση και την ιερή αποστολή
της και βεβαίως δεν μπορεί να κομματικοποιείται. Άλλωστε, η Εκκλησία δεν
περιορίζεται στην εγκοσμιότητα, που περιορίζει την ελευθερία της και απομονώνει
τον σκοπό της, αλλά επεκτείνεται στην αιωνιότητα. Δεν ορθώνει λόγο, δεν
διατυπώνει πρόταση, προκειμένου να ασκήσει μία ανούσια, άσκοπη ή και ανώφελη
αντιπολίτευση. Σκοπός της ήταν και είναι να είναι δίπλα στον κόσμο, δίπλα στον
κάθε άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί ζώσα εικόνα του ζώντος Θεού, προσκαλώντας τον
σε ενότητα, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ι. Χρυσόστομος η Εκκλησία είναι
«ενώσεως και συμφωνίας όνομα». Όσο η Εκκλησία διατηρεί την ταυτότητά της, δεν
μερίζεται, ούτε μερίζει, αλλά ενοποιεί και μεταμορφώνει.
Με την χάρη και την ευλογία του Τριαδικού Θεού συμπλήρωσα δέκα
έτη στην θέση ευθύνης και διακονίας του Αρχιεπισκοπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
του πρώτου μεταξύ ίσων στην Αυτοκέφαλη και ζωντανή Εκκλησία μας. Σας
ευχαρίστησα πριν, αισθάνομαι την ανάγκη να το πράξω και τώρα, διότι είμαστε ένα
σώμα και μία φωνή.
Πράγματι, καθ’ όλη την δεκαετή αυτή και ιδιαίτερα κοπιαστική
περίοδο πάσχισα να διακονήσω: τον άνθρωπο, την συνοδικότητα, τις ορθές σχέσεις
Εκκλησίας-Κράτους, τις διορθόδοξες και διαχριστιανικές συγκυρίες, την
παρατεινόμενη κρίση αρχών, θεσμών και αξιών, την φτώχεια, την δημιουργία
κοινωνικού προσώπου της Εκκλησίας μας, τιμώντας τους προκατόχους μου, την
εκκλησιαστική περιουσία, την εκκλησιαστική εκπαίδευση, προσπάθησα να
δημιουργήσω πρόσθετο κύρος στην Εκκλησία με την ανάδειξη άξιων
επισκόπων-ποιμένων, να προασπίσω τα δίκαια της Εκκλησίας μας, να προβάλλω την
ενότητα και όχι τις αντιπαραθέσεις, να υπερβώ τις όποιες μικρότητες και
διαφορές μας, γεφυρώνοντας το όποιο χάσμα των μεταξύ μας αδελφικών σχέσεων.
Βεβαίως, με τη χάρη και την βοήθεια του Θεού καταφέραμε να
δημιουργήσουμε πολλές κοινωνικές και ποιμαντικές δομές με πολλές προνοιακές
δραστηριότητες, στοχεύοντας πρωτίστως στην παροχή βοήθειας, στήριξης και
φροντίδας, οικονομική και ηθική, προς τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες,
ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, εθνικότητος και θρησκεύματος. Εκ βάθους καρδίας
εκφράζω τις ευγνώμονες ευχαριστίες μου προς όλους τους συνεργάτες μου, οι
οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα προς την επίτευξη και ολοκλήρωση του θεάρεστου και
πολυδάπανου αυτού έργου.
Βεβαίως, δεν σταματούμε εδώ. Η Εκκλησία δεν σταματά ποτέ να
εργάζεται, να διακονεί και να υπηρετεί τον άνθρωπο. Αποτελεί πρώτιστη ανάγκη να
εντατικοποιήσουμε το έργο της Εκκλησίας, να συνεχίσουμε άοκνα να αναδεικνύουμε
τον κοινωνικό της χαρακτήρα και πρόσωπο, να πλησιάσουμε τον άνθρωπο που
υποφέρει, πονάει, αισθάνεται ξεχασμένος ή είναι απογοητευμένος, να συνεχίσουμε
να προσφέρουμε την πολύτιμη βοήθειά μας και στήριξη στον ιδιαίτερα καταπονημένο
λαό μας, διατηρώντας ακέραια την κοινωνική συνοχή και εφαρμόζοντας την θεϊκή
εντολή της αγάπης.
Συνεπώς, σε αυτο το τρίπτυχο εργάσθηκα και αυτό επιθυμώ να
συνεχίσω να υπηρετώ, το οποίο βασίζεται στην «ενότητα», στην «αγάπη» και στην
«προσφορά». Σε αυτό το τρίπτυχο, που αποτελεί στέρεα βάση, καλώ όλους Εσάς,
ανιδοτελώς και με πνεύμα αυτοθυσίας, εντατικά να εργασθούμε, υπηρετώντας τον
άνθρωπο και τις άξίες του.
Σας λέγω ειλικρινά ότι κανείς μας δεν περισσεύει. Όλοι μαζί,
εμείς που αποκαλούμασθε «άγιοι αδελφοί», ενωμένοι, σε μία κοινή πορεία να
αναδείξουμε την δύναμη και την ενότητα της Εκκλησίας μας, που χαρακτηρίζεται
από την θυσιαστική αγαπη και τη χάρη. Σας χρειάζομαι όλους μαζί και τον καθένα
ξεχωριστά, ο λαός μας χρειάζεται ολους, η πατρίδα μας χρειάζεται ενωμένους για
να προσφέρουμε ευαγγελική αγάπη, στήριξη και ελπίδα στο λαό μας, γινόμενοι
εμείς άξια πρότυπα και φωτεινά παραδείγματα.
……………………………………………………….
Ἀκολούθως,
συνεκροτήθη η Επιτροπή Τύπου από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Ναυπάκτου και
Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο, Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου κ. Δωρόθεο και
Πατρών κ. Χρυσόστομο.
Ἐν
συνεχεία, σύμφωνα με την Ημερησία Διάταξη, άρχισε η ψηφοφορία περί του τρόπου
πληρώσεως της κενής Μητροπολιτικής Έδρας Μάνης. Επί συνόλου 81 ψηφισάντων, η
πρόταση δι’ εκλογῆς έλαβε 72 ψήφους και η πρόταση δια καταστάσεως 8 ψήφους.
Επίσης ευρέθη 1 λευκή ψήφος. Έτσι η Ιεραρχία απεφάνθη υπέρ της πληρώσεως της
Ιεράς Μητροπόλεως δι’ εκλογῆς.
Ακολούθησε
η διαδικασία της πληρώσεως της Ιεράς Μητροπόλεως Μάνης δι’ εκλογῆς. Για την
κατάρτιση του τριπροσώπου επί συνόλου 81 ψηφισάντων έλαβαν:
1) Αρχιμανδρίτης κ. Χρυσόστομος Παπαθανασίου, ψήφους
64
2) Αρχιμανδρίτης κ. Συμεών Λαμπρινάκος, ψήφους 50
3) Αρχιμανδρίτης κ. Αλέξιος Ψωίνος, ψήφους 40
2) Αρχιμανδρίτης κ. Συμεών Λαμπρινάκος, ψήφους 50
3) Αρχιμανδρίτης κ. Αλέξιος Ψωίνος, ψήφους 40
Επί
της δευτέρας ψηφοφορίας και γενομένης της διαλογής των ψήφων, ανεδείχθη
Μητροπολίτης Μάνης ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Χρυσόστομος
Παπαθανασίου με 61 ψήφους, επί συνόλου 80 ψηφισάντων, ο Πανοσιολογιώτατος
Αρχιμανδρίτης κ. Συμεών Λαμπρινάκος έλαβε 18 ψήφους και ο Πανοσιολογιώτατος
Αρχιμανδρίτης κ. Αλέξιος Ψωίνος, έλαβε 1 ψήφο. Επίσης ευρέθη 1 άκυρη ψήφος.
Ακολούθησε
η ψηφοφορία για την εκλογή των Βοηθών Επισκόπων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Για
την πλήρωση της θέσεως Βοηθού Επισκόπου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, με τον
τίτλο της πάλαι ποτε διαλαμψάσης Επισκοπής Θεσπιών, σύμφωνα με τους Ιερούς
Κανόνες και τις διατάξεις του άρθρου 13 του Νομου 1951/1991, εξελέγη ο
Αρχιμανδρίτης κ. Συμεών Βολιώτης λαμβάνοντας ψήφους 65.
Για
την πλήρωση της θέσεως Βοηθού Επισκόπου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, με τον
τίτλο της πάλαι ποτε διαλαμψάσης Επισκοπής Ανδρούσης, εξελέγη ο Αρχιμανδρίτης
κ. Κωνστάντιος Παναγιωτακόπουλος λαμβάνοντας ψήφους 71.
Κατά
την κρατούσα Εκκλησιαστική Τάξη ο εψηφισμένος Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσόστομος
και οι Θεοφιλέστατοι εψηφισμένοι Επίσκοποι Θεσπιών κ. Συμεών και Ανδρούσης κ.
Κωνστάντιος, έδωσαν το Μέγα Μήνυμα εντός του Καθολικού της Ιεράς Μονής Ασωμάτων
Πετράκη, χοροστατούντος του Μακαριωτάτου Προέδρου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών και
πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, επί παρουσία πολλών Ιεραρχών, Κληρικών και Λαϊκών
Χριστιανών.
Οι
χειροτονίες θα τελεσθούν ως εξής:
–
Τό Σάββατο 10 Φεβρουαρίου ε.έ., στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, η χειροτονία του
Εψηφισμένου Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου.
–
Τήν Κυριακή 11 Φεβρουαρίου ε.έ., στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, η χειροτονία
του Εψηφισμένου Επισκόπου Θεσπιών κ. Συμεών.
–
Τήν Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου ε.έ., στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, η χειροτονία
του Εψηφισμένου Επισκόπου Ανδρούσης κ. Κωνσταντίου.
Η
Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας θα συνεχίσει και θα ολοκληρώσει τις εργασίες Της
αύριο, Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου ε.έ.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΑΝΗΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Ο
Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Κ. Παπαθανασίου (κατά κόσμον Χρήστος), εγεννήθη εν
Αθήναις το 1950.
Εφοίτησεν
εις την Νομικήν και εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μετεξεπαιδεύθη εις τα Πανεπιστήμια των Παρισίων (Σορβόννη) και της Γενεύης.
Τυγχάνει Διδάκτωρ του
Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής και του Εκκλησιαστικού Δικαίου της
Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Εις
τας 20-2-2000 εχειροτονήθη Διάκονος και εις τας 28-5-2000 Πρεσβύτερος υπό του
αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου και εχειροθετήθη Αρχιμανδρίτης.
Υπηρέτησεν ως Ιεροκήρυξ
της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και ειδικώτερα εις τον Καθεδρικόν Ναόν των
Αθηνών επί δεκαπενταετίαν.
Υπήρξε
Διευθυντής του Ιδιαιτέρου Γραφείου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και
πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β’ καὶ παραλλήλως διετέλεσε ιερεύς εις τα Αρσάκεια Σχολεία
(Π. Ψυχικού). Συνέγραψε βιβλία και μελέτας και έλαβε μέρος εις πλείστα συνέδρια
εις την Ελλάδα και εις το εξωτερικόν.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΘΕΣΠΙΩΝ
κ. ΣΥΜΕΩΝ ΠΡΩΤΟΣΥΓΚΕΛΛΟΥ ΙΕΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Ο
Εψηφισμένος Επίσκοπος Θεσπιών κ. Συμεών (κατά κόσμο Ιωάννης Βολιώτης) γεννήθηκε
στην Κοζάνη στις 9 Μαϊου 1977. Κατάγεται εκ πατρός από τα Ασπρόγεια Ν.
Φλώρινας, απόγονος αγωνιστών του ένδοξου Μακεδονικού Αγώνα, και εκ μητρός από
την Καστοριά, όπου και περάτωσε τις βασικές σπουδές πρωτοβάθμιας και
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το 1995 εισήχθη με πανελλήνιες εξετάσεις στο Τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το οποίο έλαβε το πτυχίο το 1999 με γενικό βαθμό «λίαν καλώς».
Το 1995 εισήχθη με πανελλήνιες εξετάσεις στο Τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το οποίο έλαβε το πτυχίο το 1999 με γενικό βαθμό «λίαν καλώς».
Κατόπιν
εισήχθη με κατατακτήριες εξετάσεις στο Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το οποίο έλαβε το πτυχίο το 2002 με γενικό βαθμό
«άριστα».
Επίσης,
επί διετία φοίτησε επιτυχώς στο Τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών της Νομικής Σχολής
του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στον Τομέα Ιστορίας, Φιλοσοφίας
και Κοινωνιολογίας του Δικαίου.
Το
2002 υποστήριξε επιτυχώς την διπλωματική του εργασία στο εκκλησιαστικό δίκαιο
στην Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης και έλαβε μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης με
γενικό βαθμό «άριστα». Υπήρξε μαθητής του μακαριστού Καθηγητού του
Εκκλησιαστικού Δικαίου Χαράλαμπου Παπαστάθη.
Το
2002 έγινε δεκτός από τη Γενική Συνέλευση του Τμήματος Θεολογίας ως υποψήφιος
Διδάκτωρ στο Τομέα Δογματικής Θεολογίας στο γνωστικό αντικείμενο Ιστορία της
Φιλοσοφίας.
Κατέχει
πτυχία γλωσσομάθειας για την αγγλική και για την γερμανική γλώσσα.
Επίσης,
κατέχει πτυχίο Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής και τιμητικό δίπλωμα
Μουσικοδιδασκάλου Βυζαντινής Μουσικής από το «Αριάνειον Ωδείον» και τιμητικό
δίπλωμα Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής από το Εκκλησιαστικό Ίδρυμα
Βυζαντινής και Παραδοσιακής Μουσικής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Κατέχει
τέλος Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Κατάρτισης στους Υπολογιστές - ECDL.
Υπηρέτησε
πλήρη στρατιωτική θητεία ως έφεδρος υπαξιωματικός στο Σώμα Υλικού Πολέμου.
Ανετράφη
πνευματικά υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Καστορίας κυρού Γρηγορίου του Γ΄. Το
2001 χειροθετήθηκε Αναγνώστης και τον Αύγουστο του 2002 εκάρη Μοναχός από τον
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ. Κατά την μοναχική του κουρά
έλαβε το όνομα Συμεών εις τιμήν και μνήμην του Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
(εορτή: 12 Οκτωβρίου).
Μέχρι
το 2011 εγκαταβίωσε ως μοναχός στην Ιερά Μονή Αγίων Αναργύρων Μελισσοτόπου της
Ι.Μ. Καστορίας.
Το
2011 εντάχθηκε στον Ιερό Κλήρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Χειροτονήθηκε
Διάκονος στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη από τον Σεβασμιώτατο
Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ και Πρεσβύτερος στο Καθολικό της Ιεράς Μονής
Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Μαζαράκι Βαγίων Βοιωτίας από τον Μακαριώτατο
Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο.
Το
2012 έλαβε το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη και χειροθετήθηκε Πνευματικός με εντολή
του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου από τον
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ.
Μετά
την ένταξή του στον Ιερό Κλήρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών είναι αδελφός της
Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη.
Το
2011 διορίζεται από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.
Ιερώνυμο στην Α΄ Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Μερίμνης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής
Αθηνών και υπηρετεί ως Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος και Υπεύθυνος του
Ιδιαιτέρου Γραφείου της Ιεράς Πρωτοσυγκελλίας.
Επίσης,
διορίζεται ως εφημέριος και Πρόεδρος της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ιερού
Παρεκκλησίου του Αγίου Φανουρίου Ιλίου του Εκκλησιαστικού Ορφανοτροφείου
Βουλιαγμένης.
Στις
25 Ιουνίου του 2014, μετά την εκλογή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιωαννίνων
κ. Μαξίμου, διορίσθηκε από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης
Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος
Πρωτοσύγκελλος και Γενικός Διευθυντής των Διοικητικών Υπηρεσιών της Ιεράς
Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Ως
νόμιμος αναπληρωτής του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου προεδρεύει σε πλήθος
εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων με σημαντικότερο το Μητροπολιτικό Συμβούλιο της
Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ενώ τυγχάνει Αντιπρόεδρος του Γενικού Φιλοπτώχου
Ταμείου, του Ιδρύματος Νεότητος, του Ιδρύματος «ΚΟΚΚΟΡΗ», του νεοσύστατου
Κέντρου Παιδείας, Πολιτισμού και Εθελοντισμού της Ι. Αρχιεπισκοπής και άλλων
Ιδρυμάτων.
Επίσης,
αναπληρώνει τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο και προεδρεύει και σε άλλα κοινωφελή
Ιδρύματα όπως το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα «Προστασία Μητρικών Έργων Σταμάτη και
Ελένης Βαφειαδάκη». Επίσης, διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του
Φιλανθρωπικού Οργανισμού «ΑΠΟΣΤΟΛΗ», ενώ είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου
του Ιδρύματος Ποιμαντικής Επιμόρφωσης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Παράλληλα
με το Ιερό Παρεκκλήσιο του Αγίου Φανουρίου Ιλίου διορίσθηκε και Πρόεδρος του
Ιερού Αρχιεπισκοπικού Παρεκκλησίου της Αγίας Τριάδος οδού Φιλελλήνων.
Με
άδεια και ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θηβών και Λεβαδείας κ.
Γεωργίου υπηρετεί από το 2011 και ως πνευματικός υπεύθυνος στο Κέντρο
Εκκλησιαστικής Διακονίας Οινοφύτων, όπου ασχολείται εκεί ιδιαιτέρως με το έργο
της κατηχήσεως παιδιών και εφήβων.
Επίσης,
με αποφάσεις του Μακαριωτάτου έχει ορισθεί υπεύθυνος και επόπτης των Ιερών
Μονών και των Ησυχαστηρίων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, καθώς και των Ιερών
της Παρεκκλησίων. Από το 2011 έχει θέσει σε λειτουργία το πρόγραμμα «Μυσταγωγικοί
Περίπατοι στην Βυζαντινή Αθήνα».
Συμμετέχει
ως εισηγητής - ομιλητής σε εκπαιδευτικά προγράμματα του Ιδρύματος Ποιμαντικής
Επιμόρφωσης με έμφαση το μυστήριο της εξομολόγησης και την προετοιμασία των
υποψηφίων κληρικών.
Έχει
εκφωνήσει πλήθος ομιλιών σε Ναούς της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και άλλων
Ιερών Μητροπόλεων κατόπιν προσκλήσεων των οικείων Ιεραρχών, συμμετέχει σε
διάφορες επιτροπές, ενώ έχει συνοδεύσει τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και
πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο σε διάφορες αποστολές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Στις
29 Ιουνίου 2016 εξεφώνησε από τον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως, τον αρχαίο Άρειο
Πάγο στην Πνύκα, ομιλία με θέμα: «Άγιος Απόστολος Παύλος: Απόστολος των εθνών
και όχι των εθνικισμών».
Έχει
λάβει ποικίλες τιμητικές διακρίσεις από κρατικούς, αυτοδιοικητικούς και
ιδιωτικούς φορείς της κανονικής δικαιοδοσίας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΥ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΔΡΟΥΣΗΣ κ.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΥ
Ο
εψηφισμένος Επίσκοπος Ανδρούσης Kωνστάντιoς Παναγιωτακόπουλος γεννήθηκε στις 29
Ιανουαρίου 1960 στο Αλεποχώριον Ηλείας όπου και τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές
του. Φοίτησε στην εκκλησιαστική σχολή της Ξάνθης και στη συνέχεια ενεγράφη στη
Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης απ' όπου και
αποφοίτησε το 1988.
Εκπλήρωσε
τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις υπηρετήσας ως υπαξιωματικός σε τεθωρακισμένη
μονάδα του νομού Ξάνθης.
Στις 31 Μαρτίου 1985 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως και νυν Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο, αναλαμβάνοντας και καθήκοντα επιμελητού στο Σταυρίδειο Μαθητικό Οικοτροφείο αρρένων της Ιεράς Μητροπόλεως.
Στις 31 Μαρτίου 1985 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως και νυν Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο, αναλαμβάνοντας και καθήκοντα επιμελητού στο Σταυρίδειο Μαθητικό Οικοτροφείο αρρένων της Ιεράς Μητροπόλεως.
Τη
15η Σεπτεμβρίου 1991 χειροτοvείται Πρεσβύτερος λαμβάνοντας και το οφίκιο του
Αρχιμανδρίτου. Κατόπιν τοποθετήθηκε εφημέριος Ιεροκήρυκας του Ιερού Ναού Αγίου
Νεκταρίου Αλεξανδρουπόλεως και ανέλαβε καθήκοντα Διευθυντού του Σταυριδείου
Μαθητικού Οικοτροφείου. Το 1992 διορίστηκε τακτικός Ιεροκήρυκας και Πνευματικός
της Ιεράς Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως. Το 2000 εξελέγη μέλος του
Ηγουμενοσυμβουλίου της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Αετοχωρίου
Έβρου.
Πραγματοποίησε
πλήθος ραδιοφωνικών εκπομπών σε τοπικούς περιφερειακούς σταθμούς του Έβρου,
όπου αναλύθηκαν πνευματικά θέματα και προβληματισμοί των πιστών. Ακόμα
συμμετείχε σε διάφορες τοπικές επιτροπές.
Τον
Απρίλιο του 1993 μετέβη στην Ιερά Μητρόπολη Κεντρώας Αφρικής, κατόπιν
προσκλήσεως του Μακαριστού Μητροπολίτου Κεντρώας Αφρικής κυρoύ Τιμοθέου, όπου
προσέφερε τις υπηρεσίες του στο έργο της εξωτερικής ιεραποστολής.
Το
1997 διορίστηκε υπεύθυνος της επιτροπής-ομάδος Αντιαιρετικού αγώνα και στα
πλαίσια της δράσης της διοργάνωσε αντιαιρετικές εκδηλώσεις με ομιλίες και
εκδόσεις εντύπων με σχετικό περιεχόμενο τόσο στη πόλη της Αλεξανδρούπολης όσο
και στα χωριά εντός των ορίων της Μητροπόλεως.
Την 1η Μαρτίου του 2006 απεσπάσθη στην Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Kομoτηνής κατόπιν προσκλήσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κυρού Δαμασκηνού και εγκρίσεως της Ιεράς Συνόδου.
Την 1η Μαρτίου του 2006 απεσπάσθη στην Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Kομoτηνής κατόπιν προσκλήσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κυρού Δαμασκηνού και εγκρίσεως της Ιεράς Συνόδου.
Διορίστηκε
Πρωτοσύγκελλος της εν λόγω Μητροπόλεως και προϊστάμενος του Καθεδρικού Ιερού
Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Κομοτηνής, όπου και κατά την επταετή υπηρεσία
του στην Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής ανέλαβε διευθυντής του
Ραδιοφωνικού Σταθμού της Ιεράς Μητροπόλεως, πραγματοποίησε ραδιοφωνικές
εκπομπές, συνέγραψε άρθρα σε τοπικές εφημερίδες και περιοδικά, διετέλεσε
υπεύθυνος νεότητος, των κατηχητικών σχολείων και ανέπτυξε φιλανθρωπικό,
κοινωνικό και ιεραποστολικό έργο στην περιοχή της Ροδόπης της τοπικής Ιεράς
Μητροπόλεως.
Το
έτος 2014 μετετέθη εις Αθήνας διορισθείς Ιεροκήρυξ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής
Αθηνών και ιερατικώς προϊστάμενος του Ιερού Ναού Μεταμορφώσεως Σωτήρος
Μοσχάτου.
Τον
Σεπτέμβριο του 2017, κατόπιν αποφάσεως του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών
και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου διορίστηκε Διευθυντής και Αντιπρόεδρος του
Διοικητικού Συμβουλίου του Εκκλησιαστικού Οικοτροφείου Βουλιαγμένης της Ιεράς
Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Η
Επιτροπή Τύπου της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου