ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ
ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη
11η Ιουνίου 2015.
Ήδη έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερη
ανακοίνωσή μας στην διοργάνωση, στις 21 Απριλίου 2015, Διεθνούς Επιστημονικής
Ημερίδας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. με θέμα: «Φραγκίσκος Α΄ Επίσκοπος
Ρώμης-Βαρθολομαίος Α΄ Οικουμενικός Πατριάρχης. Πρότυπα θρησκευτικών ηγετών στον
21ο αιώνα». Στην ανακοίνωσή μας εκείνη σκιαγραφήσαμε με πολλή συντομία,
ποια είναι τα αληθινά πρότυπα των εκκλησιαστικών ηγετών και καταδείξαμε, ότι
πρόσωπα που κακοδοξούν σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν ως
εκκλησιαστικοί ηγέτες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ούτε επίσης σκοτεινά και
διαβεβλημένα πρόσωπα, που κατηγορήθηκαν στο παρελθόν για αξιόποινες
πράξεις μπορούν να θεωρηθούν ως θρησκευτικοί ηγέτες.
Στην παρούσα ανακοίνωσή μας
πήραμε αφορμή από περίληψη εισηγήσεως στηνως άνω Ημερίδα του καθηγητή της
Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Π. Βασιλειάδη με θέμα: «“Η χαρά του
Ευαγγελίου”: Μια Ορθόδοξη ιεραποστολική αποτίμηση», η οποία
δημοσιεύτηκε στην εν Αθήναις εφημερίδα των παπικών «Καθολική» (αρ.φυλ.151,
30-4-2015).
Στην
εισήγησή του αυτή ο εν λόγω καθηγητής προσπαθεί να σκιαγραφήσει και να
αποτιμήσει, (από Ορθοδόξου, υποτίθεται, πλευράς), το πρόσωπο του σημερινού Πάπα
με βάση την πρώτη προσωπική του Εγκύκλιο το Νοέμβριο του 2013 με τίτλο «η
χαρά του Ευαγγελίου», (Evangelii Gaudium). Η εγκύκλιος αυτή κατά την
εκτίμηση του καθηγητή σηματοδοτεί όχι μόνο «τη νέα απρόσμενη καμπή στη ιστορία του
Χριστιανισμού αλλά και κείμενο που οδηγεί στην άρση και του τελευταίου
ουσιαστικού εμποδίου για την ενότητα των Χριστιανών και την ένωση των
παραδοσιακών εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως» (!) Θεωρεί ακόμη ότι «ότι
ο σύγχρονος χριστιανικός κόσμος, και όχι μόνον η Καθολική Εκκλησία, διαιρείται
πλέον στην προ της παπικής εγκυκλίου “η χαρά του ευαγγελίου” της 24ης Νοεμβρίου
του 2013, και στην μετά απ’ αυτήν»(!).
Ωστόσο
οι παρά πάνω δηλώσεις αποτελούν υποκειμενικές κρίσεις και αυθαίρετα
συμπεράσματα, που δεν μπορούν να έχουν κανένα έρεισμα και καμιά δικαίωση στην
Ορθόδοξη παράδοσή μας, αλλά ούτε επίσης και στα εκκλησιαστικά γεγονότα των
τελευταίων ετών. Διότι κατά ποία έννοια η παπική εγκύκλιος αίρει «και το τελευταίο
ουσιαστικό εμπόδιο για την ενότητα των Χριστιανών και την ένωση των
παραδοσιακών εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως»; Μήπως στην εγκύκλιο αυτή ο Πάπας
ανεκάλεσε τις δεκάδες αιρετικές διδασκαλίες που επισώρευσε ο Παπισμός τα
τελευταία χίλια χρόνια, αφότου αποκόπηκε από τον κορμό της Μιας, Αγίας,
Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας; Δεν γνωρίζει και δεν παρακολουθεί το αδιέξοδο, στο οποίο έχει
φθάσει ο θεολογικός διάλογος με τους παπικούς; Δεν άκουσε από τα πλέον επίσημα
χείλη και αυτών των υπεραισιόδοξων οικουμενιστών, ότι ο θεολογικός διάλογος
«βάλτωσε» και «ναυάγησε»;
Κατά τον καθηγητή, η παπική εγκύκλιος είναι
ακόμη «το πιο ριζοσπαστικό ιεραποστολικό κείμενο της νεώτερης ιστορίας»,
που έχει «δύο κυρίαρχους άξονες: α) η εγκατάλειψη της κατανόησης της Εκκλησίας
ως φρουρίου (και παραδόσεως με διάφορα κεκτημένα, συμπεριλαμβανομένων και των
θεολογικών) που πρέπει να υπερασπιζόμαστε με αμυντική διάθεση απέναντι στον έξω
κόσμο και τα ιδεολογικά του ρεύματα, και η επιστροφή στην ιεραποστολική και
διακονική “έξοδο” της Εκκλησίας στον κόσμο, ιδιαίτερα των πτωχών και
κατατρεγμένων, και β) η εγκατάλειψη της έννοιας της αμαρτίας ως “ατομικού”
κακού και η υιοθέτηση της αμαρτίας με την παραδοσιακή βιβλική έννοια του
“δομικού” κακού».
Με
βάση τα παρά πάνω ο Πάπας προτρέπει στην εγκύκλιό του τους οπαδούς του να
παύσουν να κατανοούν την παπική «Εκκλησία» ως φρούριο και ως παράδοση με
διάφορα κεκτημένα, συμπεριλαμβανομένων και των θεολογικών, και με εφόδιο την
νέα αυτή «κατανόηση», να εξέλθουν ιεραποστολικά στον μη χριστιανικό κόσμο
προκειμένου να ευαγγελιστούντον Χριστό. Μόνο έτσι θα νοιώσουν την «χαρά του
Ευαγγελίου», την χαρά της μεταδόσεως του ευαγγελικού μηνύματος. Η «έξοδος» αυτή
όμως δεν θα πρέπει να είναι μόνο «ιεραποστολική», αλλά και «διακονική»
προς «τους πτωχούς και κατατρεγμένους», δηλαδή να έχει και
φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Επίσης τους προτρέπει να παύσουν να κατανοούν την
αμαρτία ως «“ατομικό” κακό»,αλλά να την θεωρούν «δομικό κακό».
Είναι
γεγονός ότι εδώ ο Πάπας εκφράζεται με ένα εντυπωσιακό και ριζοσπαστικό τρόπο,
χωρίς ωστόσο να αφίσταται από τις προδιαγραφές της Β΄ Βατικανής Συνόδου
(1962-1965). Η ιδέα της «εγκατάλειψης της κατανόησης της Εκκλησίας ως φρουρίου….»,
εκφράζει ουσιαστικά την νέα περί Εκκλησίας θεολογική αντίληψη που κυριάρχησε
στην Β΄ Βατικανή. Εκφράζει το άνοιγμα του Παπισμού προς τις μη
ρωμαιοκαθολικές κοινότητες, (Ορθοδοξία, Προτεσταντισμός), στα πλαίσια του
Παπικού Οικουμενισμού και την αναγνώριση σ’ αυτές βαθμών εκκλησιαστικότητος. Σε
αντίθεση βέβαια με την προ της Β΄ Βατικανής επικρατούσα κατάσταση, η οποία ήταν
τέτοια που το επίσημο Βατικανό δεν άφηνεπεριθώριο να γίνει λόγος περί άλλης
εκκλησιαστικής πραγματικότητος εκτός αυτής του Παπισμού.
Μια
περαιτέρω ανάλυση του βαθυτέρου νοήματος της παπικής εγκυκλίου μας δίδει ο
Πρόεδρος της Συνόδου για τον Ευαγγελισμό των Λαών, καρδινάλιος Φερνάντο Filoni,
ο οποίος παρατηρεί ότι «η χαρά του Ευαγγελίου είναι η βάση για τον
ευαγγελισμό. Γεννιέται και ξαναγεννιέται στην προσωπική συνάντηση με τον Ιησού,
από τον οποίο προέρχεται η αλλαγή στη ζωή και το ιεραποστολικό πνεύμα. Στην
πραγματικότητα, η χαρά, από τη φύση της, πάντα επιδιώκει να επικοινωνεί: “Αν
κάποιος εγκολπώθηκε αυτή την αγάπη που του ξαναδίνει το νόημα της ζωής, πώς
μπορεί να συγκρατήσει την επιθυμία να τη μεταδώσει στους άλλους;” Ο
ευαγγελισμός είναι η φυσική συνέπεια αυτής της χαράς, η οποία συνίσταται στη
συνάντηση με τον Κύριο και ανανεώθηκε από Αυτόν: “Η Εκκλησία δεν αυξάνεται διά
του προσηλυτισμού, αλλά δια της προσέλκυσης».
Όμως η χαρά, που πηγάζει
από την μετάδοση του ευαγγελικού μηνύματος, δεν είναι ένας νοσηρός συναισθηματισμός,
αλλά καρπός της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, είναι άκτιστη ενέργεια του Αγίου
Πνεύματος, η οποία είναι παρούσα μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και ποτέ μέσα
στην αίρεση. Ούτε επίσης είναι δυνατή μια «προσωπική συνάντηση με τον Ιησού»
μέσα στην αίρεση. Είναι φανερό ότι η παπική εγκύκλιος ομιλεί για βιώματα και
καταστάσεις, που ούτε ο ίδιος ο Πάπας ποτέ τις εβίωσε, ούτε είναι δυνατόν να
τις βιώσουν οι ιεραπόστολοιτου Παπισμού. Πέραν αυτών ο Πάπας εδώ εκφράζεται και
με υποκρισία, διότι ενώ καταδικάζει τον προσηλυτισμό ως αδόκιμο τρόπο
ιεραποστολικής δράσεως, παράλληλα όμως δεν καταργεί την Ουνία, η οποία όπως
είναι γνωστό δεν παύει μέχρι σήμερα να ασκεί δόλιο προσηλυτισμό στις χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης.
Στην
Εγκύκλιό του ο εξ’ Αργεντινής Ποντίφικας παρουσιάζεται (και) ως προστάτης των
φτωχών και των κατατρεγμένων. Με πολλή οργή επιτίθεται εναντίον του
παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και της σύγχρονης «ειδωλολατρίας του χρήματος».
Γράφει: «Καθώς η εντολή ου φονεύσεις θέτει ένα καθαρό όριο για την αξία της
ανθρώπινης ζωής, οφείλουμε να πούμε όχι στην οικονομία του αποκλεισμού και της
ανισότητας». Και αφού κατακεραυνώνει την εκμετάλλευση και την αδικία,
κάνει λόγο για μια νέα, «αόρατη τυραννία» των χρηματοπιστωτικών
αγορών, δείχνοντας μάλιστα συμπαθητική κατανόηση στις λαϊκές εξεγέρσεις
εναντίον αυτής της τυραννίας. «Η κοινωνική ειρήνη», σημειώνει ο
Ποντίφικας, «δεν μπορεί να γίνεται νοητή ως απλή έλλειψη βίας, συνεπεία της
ολοκληρωτικής επιβολής της μιας πλευράς πάνω στην άλλη... ως εφήμερη ειρήνη
προς όφελος μιας ευτυχισμένης μειονότητας. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το κοινό
αγαθό τοποθετούνται υπεράνω της γαλήνης εκείνων που δεν θέλουν να παραιτηθούν
των προνομίων τους».
Αν
δεν ήξερε κανείς ότι συντάκτης αυτών των δηλώσεων είναι ο Πάπας, ο οποίος, ως
αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες, υπήρξε συνένοχος για διώξεις και βασανισμούς
λαϊκών και κληρικών στην εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας, θα μπορούσε να
πιστέψει, ότι έχει να κάνει με κάποιο Ορθόδοξο ιεροκήρυκα, που δαπάνησε όλη την
περιουσία του στην ανακούφιση των πτωχών, ή με κάποιον εκπρόσωπο της «Θεολογίας
της Απελευθέρωσης», που έδρασε στη Λατινική Αμερική, προσπαθώντας να
συγκεράσει τον Χριστιανισμό με τον Σοσιαλισμό. Το να παριστάνει όμως τον φίλο
των πτωχών και των αδικημένων ο επί κεφαλής μιας από τις πιο μεγάλες διεθνείς
οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη, (με τράπεζες «αγίου Πνεύματος», που
ευθύνονται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος), και να έχει την αξίωση να πάρει το
φραγγέλιο, για να τιμωρήσει τον διεθνή καπιταλισμό, ε αυτό πια ξεπερνά κάθε όριο
ιησουϊτικής υποκρισίας! Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες «μόνο στις ΗΠΑ, ο Παπισμός έχει
ετήσιο προϋπολογισμό 170 δισ. δολαρίων, μεγαλύτερο από εκείνον της General
Electric, και είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στο Μανχάταν».
Μίλησε
επίσης και για την «εγκατάλειψη της εννοίαςτης αμαρτίας ως ατομικού κακού και την υιοθέτηση της αμαρτίας με την παραδοσιακή
βιβλική έννοια του “δομικού” κακού». Αλλά η αμαρτία ούτε ως ατομικό
μόνον κακό μπορεί να θεωρηθεί, ούτε ως δομικό κακό. Και τούτο διότι εκείνος που
την διαπράττει φέρει μεν ακεραία την ευθύνη από την διάπραξή της και υφίσταται
την ανάλογη πνευματική ζημία στην ψυχή του, λόγω του ότι τον εγκαταλείπει η
Χάρις του Θεού, ωστόσο όμως η προσωπική αμαρτία του ανθρώπου, ως άλλη
πνευματική νόσος, έχει συνέπειες και προεκτάσεις και στο κοινωνικό σύνολο.
Παράλληλα σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας η αμαρτία δεν επέφερε
οντολογική μεταβολή, δηλαδή μεταβολή στη δομή της ανθρώπινης φύσεως. Η απώλεια
της Χάριτος εξ’ αιτίας της πτώσεως τραυμάτισε μεν και αμαύρωσε το κατ’ εικόνα,
χωρίς ωστόσο να το καταστρέψει. Εάν η αμαρτία κατέστρεφε το κατ’ εικόνα δεν θα
ήταν δυνατή η σωτηρία του ανθρώπου, δια της ενσάρκου Θείας Οικονομίας.
Κατόπιν
των ανωτέρω τι θα πρέπει να καταλογίσουμε στον κατά τα άλλα συμπαθέστατο καθηγητή:
άγνοια, αφέλεια, ή απόκρυψη της αλήθειας; Τι να πούμε δε και για το ακροατήριο
που καταχειροκρότησε την εισήγησή του; «Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις
βόθυνον πεσούνται» (Ματθ.15,14).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου