Υπάρχει
ένας ανάπηρος άνθρωπος γεμάτος αισιοδοξία, τον όποιο έχω δει με τα ίδια μου τα
μάτια. Είναι ένας στρατιώτης πού πληγώθηκε στον πόλεμο. Μια εχθρική σφαίρα
διαπέρασε το σώμα του, τον πλήγωσε δίπλα στη μέση του. Με κάλεσε να τον
επισκεφθώ. Μπήκαμε μέσα στο μισοσκότεινο δωμάτιο. Σε μία μεγάλη καρέκλα, με
πλάτη δίπλα στο παράθυρο, καθόταν ό γνωστός μου. Με κοίταξε και μου είπε:
«Κάθομαι
εδώ από το πρωί μέχρι το βράδυ και παρατηρώ τη ζωή από το παράθυρο. Από το πρωί
μέχρι το βράδυ και καμιά φορά από το ένα πρωί ως το άλλο πρωί. Ξέρετε πώς εάν
ένας άνθρωπος βρεθεί μέσα σ' ένα άδειο πηγάδι και από κει παρατηρήσει μέρα
μεσημέρι τον ουρανό, θα δει τα αστέρια του ουρανού; Και εγώ παρατηρώ μέσα από
το μισοσκόταδο μου τούς ανθρώπους και μου φαίνονται σαν αστέρια λαμπερά πού
φέγγουν, κινούνται κυκλικά και αδιάκοπα. Όσο συμμετείχα στον στρόβιλο της ζωής
δεν ήξερα ότι ή ζωή είναι τόσο ωραία και τόσο γλυκεία. Από τότε πού έχασα τα
πόδια μου, κέρδισα τα μάτια μου. Ναι βλέπω αυτή τη ζωή από τότε πού κάθισα σ'
αυτήν την καρέκλα. Ή ζωή είναι ωραία και γεμάτη αρμονία.
Ή
αρρώστια δεν είναι μεγάλο κακό και ό θάνατος επίσης δεν είναι ούτε μεγάλο ούτε
μικρό κακό. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου καθόλου. Δεν στηρίζουν αυτά έμενα αλλά
εγώ αυτά. Αλλά υπάρχει κάτι πού στηρίζει έμενα όπως εγώ κρατώ τα παράλυτα πόδια
μου. Αν δεν υπήρχε αυτό, θα ήμουν όλος παράλυτος. Αυτό πού με κρατά είναι
ή εσωτερική ψυχική μου αισιοδοξία. Η ψυχή μου για καιρό ήταν παράλυτη. Ή οπτική
της ψυχής μου κυρίως ήταν παράλυτη, επειδή δεν μπορούσε να βλέπει την ομορφιά
και το νόημα αυτής της ζωής.
Ή
ψυχή μου περιφερόταν στο σκοτάδι και της φαινόταν όλος ό κόσμος σκοτεινός. Ή
μοναδική της δραστηριότητα ήταν ή υποταγή στο σώμα, ή σκλαβιά στο σώμα. Το σώμα
μου έσερνε την ψυχή πίσω του, όπως τραβά ό κυνηγός τον σκύλο του από το λουρί.
Ή ψυχή μου χοροπηδούσε, χόρευε στη σκόνη και στη λάσπη, ακολουθώντας το σώμα,
υπακούοντας πάντα στην θέληση του σώματος.
Ήμουν
υγιής αλλά δεν το αισθανόμουν. Είχα μάτια αλλά δεν έβλεπα. Οι ακτίνες του
ηλίου, ενώ με άγγιζαν χαρούμενα, εγώ κατσούφιαζα και δεν τις έβλεπα. Τα αστέρια
με έβλεπαν, αλλά εγώ τα απεχθανόμουν και τα φοβόμουν. Ήμουν σαν τυφλοπόντικας,
πού κάποιος με έβγαλε έξω στο φώς και στον αέρα και μπερδεμένος τριγύριζα από
δώ και από κει. Τρέμοντας έσκαβα τη γη για να ξεφύγω από τον ήλιο και να χωθώ
πάλι στο σκοτεινό χώμα της γής.
Δόξα
τω Θεώ έγινε αυτός ό πόλεμος! Και δόξα τω Θεώ ό εχθρός με αυτόν τον τρόπο με
έκανε παράλυτο! Αυτός ό εχθρός είναι για μένα ό μεγαλύτερος ευεργέτης. Έχασα τα
πόδια αλλά κέρδισα την ψυχή. Πόσο μεγάλη είναι ή σοφία του Θεού! Χρησιμοποιεί
και τα πιο αυστηρά μέσα για το καλό μας. Εγώ έδωσα μόνο τα πόδια μου για την ψυχή.
Που να ξέρετε πόσα περισσότερο αξίζει η ψυχή από τα πόδια!-
Από
τότε πού κάθομαι σ' αυτήν την καρέκλα και παρατηρώ τον κόσμο από το παράθυρο,
τακτοποίησα τις σκέψεις μου και τα αισθήματα μου. Για πολύ καιρό μέσα στο
κεφάλι μου και στην καρδιά μου επικρατούσε χάος. Ό άνθρωπος βρίσκει την αρμονία
στην ζωή και στον κόσμο, μόνον όταν την βρει μέσα του. Αυτήν την εσωτερική
αρμονία μόλις τώρα την βρήκα. Απομάκρυνα το χάος και τον φόβο από μέσα μου.
Παλιά αισθανόμουν φόβο ακόμη και για ένα απλό συνάχι. Σήμερα υπάρχουν δίπλα μου
δύο παράλυτα πόδια, πού κάποτε ήταν βασικά μέλη του σώματος μου, και δεν
φοβάμαι καθόλου. Μια ανατροπή συνέβη μέσα στην ψυχή. Τώρα πού έγινα πιο
άσχημος, ό κόσμος μου φαίνεται πιο όμορφος. Όταν με συμπονά όλος ό κόσμος, τότε
αρχίζω να λυπάμαι όλο τον κόσμο».
Έτσι
μου μίλησε ό παράλυτος άνθρωπος. Πόσοι από σάς δεν θα έλεγαν: Εγώ στη θέση του
θα αυτοκτονούσα. Ό αριθμός των αυτοκτονιών στην εποχή μας αυξάνει ανησυχητικά
και για λόγους λιγότερο σοβαρούς από ότι είναι δύο παράλυτα πόδια. Ή αγωγή και
ή διαπαιδαγώγηση παίζει σημαντικό ρόλο στο θέμα αυτό. Ό άνθρωπος
διαπαιδαγωγείται ή για να γίνει αισιόδοξος ή για να γίνει αυτόχειρας. Ή γενιά
μας έχει διαπαιδαγωγηθεί για το δεύτερο. Οι γονείς είναι οι πρώτοι πού
προετοιμάζουν τούς αυτόχειρες.
Ή
μάνα για παράδειγμα ψιθυρίζει κάθε πρωί στον γιό της: «ό κόσμος αυτός είναι
κακός». «Οι άνθρωποι, συνεχίζει ή μάνα, είναι εγωιστές, φθονεροί και ψεύτες».
«Απόφευγε τούς ανθρώπους, γιέ μου». «Να κοιτάς μόνο τον εαυτό σου». Μετά τη
μάνα ό πατέρας επαναλαμβάνει στο γιό: «Τι κακός καιρός για το χωράφι». «Πόσο
άσχημη είναι ή φύση». «Πόσο αηδιαστικά είναι τα ανθρώπινα έργα». «Πόσο βαρετός
είναι ό ήλιος». «Πόσο θλιβερή είναι ή ζωή». Ό πατέρας και ή μάνα επαναλαμβάνουν
στο γιό τους συχνά τα τρελά λόγια ενός απαισιόδοξου ποιητή: «Αδελφέ μου, στον
κόσμο δεν υπάρχει αγάπη».
Δεν
υπάρχει μεγαλύτερη καταδίκη αυτού του κόσμου από αυτήν. Ό κόσμος επιβιώνει λόγω
της αγάπης. "Αν πει κανείς πώς στον κόσμο δεν υπάρχει αγάπη, αυτό είναι ή
πιο φρικτή και ψευδής καταδίκη του κόσμου. Με την παραπάνω φράση του
αποτυχημένου και απαισιόδοξου ποιητή διαπαιδαγωγείται ολόκληρη ή γενιά μας. Θα
βρείτε εκατοντάδες νέους και ηλικιωμένους πού δεν ξέρουν το «Πάτερ ημών» και
δεν διαβάζουν το Ευαγγέλιο, αλλά δεν θα βρείτε ούτε μερικές δεκάδες ανθρώπων,
πού δεν επαναλαμβάνουν καθημερινά: Αδελφέ μου, σ' αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχει
αγάπη. Όποιος όμως επαναλαμβάνει αυτά τα λόγια, δεν σκέφτεται πώς υπάρχει σ'
αυτόν τον κόσμο το χαμόγελο και ή χαρά. Ακόμη και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές
συνεχίζουν να υποτιμούν τούς μαθητές κρατώντας τους επίτηδες σε μια μεγάλη
απόσταση απ' αυτούς. Με μία λέξη σερνόμαστε και δεν προχωράμε. Μελαγχολικοί,
χλωμοί, συντετριμμένοι άνθρωποι περπατούν.
Ή
χαρά μας είναι μισή λύπη. Το χαμόγελο μας δεν μοιάζει με το χρυσαφένιο φώς του
ηλίου, αλλά με το χλωμό, μελαγχολικό φώς του φεγγαριού. Οι πολλοί είναι
συνηθισμένοι στην κλειστή ζωή του δωματίου. Ή διασκέδαση μας φθάνει στα όρια
της αμαρτίας. Εξαιτίας της αγωγής και της διαπαιδαγώγησης μας, ολόκληρη ή χώρα
μας είναι «παράλυτη». Σ' αυτό οφείλεται ή απαισιοδοξία μας, ή μελαγχολία και ή θλίψη
μας, ή έλλειψη χαράς. Το μεγαλύτερο μέρος της μελαγχολίας μας προέρχεται από
τις εσωτερικές συνθήκες πού επικρατούν στα σχολεία, στην εκκλησία, στην
οικογενειακή και στη δημόσια ζωή. Σπάνιο να βρει κανείς ένα παράλυτο πού να
είναι αισιόδοξος.
Πολλοί
νομίζουν ότι έτσι απλά κάποιος είναι αισιόδοξος και κάποιος απαισιόδοξος. Δεν
είναι όμως έτσι. Αισιοδοξία σημαίνει ευτυχία, ενώ απαισιοδοξία σημαίνει
δυστυχία. Μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο δεν είναι ή υγεία, ό πλούτος, οι
φίλοι και ή δόξα. Ή μεγαλύτερη ευτυχία για έναν άνθρωπο είναι να έχει
αισιοδοξία. Ούτε μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι ή αρρώστια, ή
φτώχεια, ή μοναξιά, ή εγκατάλειψη, ή αδικία, ή οποιαδήποτε δυσκολία και
απώλεια. Ή μεγαλύτερη δυστυχία για έναν άνθρωπο είναι να είναι απαισιόδοξος,
γιατί ενώ ή αισιοδοξία αποτελεί ύμνο της ζωής, ή απαισιοδοξία αποτελεί ύμνο
στον θάνατο.
Οι
άνθρωποι δεν μπορούν με τίποτε να συνηθίσουν να παρατηρούν τα πάντα από την
οπτική της αιωνιότητας. Όλα όσα παράγει αυτός ό κόσμος, τα παράγει για την αιωνιότητα.
Ή αγάπη μας και ή φιλία μας είναι αξεπέραστες στον χρόνο, όπως και ό κόσμος. Τα
μάτια μας κάνουν λάθος όταν μας λένε πώς όλα περνάνε, όπως μας εξαπατούν για
την κίνηση του ηλίου. Υπάρχει ένα περιβάλλον πνευματικό όπου όλα ζουν και
κινούνται. Αυτό το περιβάλλον είναι σταθερό και ακίνητο. Όλα όσα έζησαν στη γη,
ζουν και σήμερα σ' αυτό το πνευματικό περιβάλλον. Όλα όσα ζουν σήμερα, θα ζουν
αιώνια σ' αυτόν τον πνευματικό τόπο. Ή αγάπη και ή φιλία δεν χάνονται με τον
θάνατο, αλλά συνεχίζουν να υπάρχουν σε μια πολύ πιο καθαρή και έξοχη μορφή στον
άλλο κόσμο.
Ανάμεσα
στον άλλο κόσμο και σ' αυτόν πού ζούμε υπάρχουν σύνορα εξαιτίας της μυωπίας
μας, και δεν βλέπουμε την συνέχεια, την προέκταση αυτής της ζωής μετά τον
θάνατο. Και δεν μπορούμε να δούμε με πνευματικά μάτια το «τώρα».
Όλοι
εμείς υφαίνουμε το υφαντό της ιστορίας, αδέλφια μου. Είμαστε υφαντές της
ιστορίας αλλά υπάρχει και ένας μεγαλύτερος από μάς Υφαντής. Όλες οι ήμερες πού
συναποτελούν το παρελθόν, από μόνες τους δεν θα σήμαιναν τίποτε, αν δεν αποτελούσαν
και αυτές μέρος ενός υφαντού πού είναι ή ζωή μας.
Ό
χρόνος όλων των ανθρώπων στον κόσμο από μόνος του δεν θα ήταν τίποτε, αν δεν
είχε σαν στόχο του και περιεχόμενο του την δημιουργία μιας παγκόσμιας σύνθεσης,
ενός παγκοσμίου εργόχειρου υφαντού. Κάθε έργο μας μέχρι αυτήν την στιγμή, κάθε
λέξη και κάθε συναίσθημα διατηρείται και δεν χάνεται ως μέρος της προσωπικής
μας σύνθεσης. Όλος ό ηρωισμός μας και όλη ή φαυλότητα μας στέκονται ακίνητα
στην ύφανση του παρελθόντος μας.
Εμείς
οι άνθρωποι δεν αποτελούμε θεματοφύλακες της ιστορίας μας, είμαστε μόνο οι
υφαντές της. Το παρελθόν διαφυλάσσεται από Εκείνον πού δεν λησμονεί τίποτε. Τα
κλειδιά του παρελθόντος κρατά ό Ύψιστος Υφαντής, πού προσεκτικά άγρυπνα πάνω
από κάθε νήμα πού πλέκεται στο εργόχειρο Του. Αναλογιστείτε φίλοι μου, ποιά
είναι ή συμβολή σας στο τεράστιο αυτό υφαντό του Θεού; Ό λόγος του Θεού είναι
λόγος της αισιοδοξίας.
Ή
αισιοδοξία αποτελεί το φωτοστέφανο της χριστιανικής φιλοσοφίας και της
χριστιανικής ιστορίας. Αισιόδοξος ήταν ό Θεμελιωτής του Χριστιανισμού, ό πιο
Αισιόδοξος από όλους τούς αισιόδοξους στον κόσμο. Παρέμενε αισιόδοξος και όταν
εγκαταλελειμμένος από όλους προσευχόταν μόνος στον Θεό, εκείνη την μοιραία
νύχτα πριν αρχίσει ή τραγωδία. Και τότε πού τον σύρανε από τον Ηρώδη στον Πιλάτο
χλευάζοντας τον. Και τότε πού Του έβαλαν αγκάθινο στεφάνι, πού Του έσχιζε το
θεϊκό Του κεφάλι, και τότε όταν υπό το βάρος του Σταυρού έβγαινε έξω από τα
Ιεροσόλυμα, πού Τον αποχαιρετούσαν με γέλια, με κατάρες και με τον ήχο των
αδύναμων δακρύων των γυναικών. Και τέλος όταν το ποτήρι της πίκρας ξεχείλισε
και εισήλθε στην ιστορία ή λέξη Γολγοθάς, πάλι παρέμεινε αισιόδοξος.
Αισιόδοξοι
ήταν και οι Χριστιανοί μάρτυρες. Αφού οι μάρτυρες και οι μεγαλομάρτυρες ήταν
αισιόδοξοι, πώς εμείς να είμαστε απαισιόδοξοι; Αισιόδοξοι ήσαν όσοι στις
ρωμαϊκές αγορές πάλεψαν με άγρια θηρία, για να διασκεδάσει ό Καίσαρας.
Αισιόδοξοι ήσαν όσοι καίγονταν στην πίσσα στις πλατείες για την ψυχαγωγία του
Καίσαρα και των γυναικών του. Αισιόδοξοι ήσαν όσοι γύριζαν δεμένοι στον τροχό και
όσοι θάφτηκαν ζωντανοί στην γη. Αισιόδοξοι ήσαν εκείνοι πού δεν γνώρισαν την
ισότητα ούτε την ελευθερία του τύπου.
Πώς
λοιπόν εμείς να γινόμαστε απαισιόδοξοι; Γιατί να γινόμαστε απαισιόδοξοι; Οι
μάρτυρες του Χριστιανισμού όταν καίγονταν στη φωτιά φώναζαν: Εμείς και πάλι
πιστεύουμε. Αυτοί και όταν τούς έσχιζαν τα θηρία ψιθύριζαν: Εμείς πάλι
ελπίζουμε. Πάνω στον σταυρό, κλαίγοντας με λυγμούς έλεγαν: Εμείς και τώρα σάς
αγαπάμε. Εμείς αγαπούμε την μαρτυρική ζωή μας και προσδοκούμε μια καλύτερη ζωή.
Πιστεύουμε στον Ένα και Παντοδύναμο Θεό πού κυβερνά τον ήλιο και μετρά όλους
τούς πόνους μας και όλες τις αδικίες των βασανιστών μας.
Αυτούς
τούς ανθρώπους πού τούς κλώτσησαν σαν άχρηστες πέτρες, τούς πήρε ό Θεός, ό
Κτίστης των πάντων, να αποτελέσουν το θεμέλιο της εκκλησίας Του. Ή εκκλησία Του
αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα αισιοδοξίας πού κτίστηκε στη γη. Ή αισιοδοξία
του Χριστιανισμού δεν αποτελεί μία απλή πνευματική θεωρία, γιατί είναι
δοκιμασμένη και τεκμηριωμένη.
«Δεν
θα μπορούσα να αποκαλέσω τον εαυτό μου Χριστιανό, εάν δεν ήμουν αισιόδοξος. Και
αν αποκαλούσα τον εαυτό μου Χριστιανό και δεν ήμουν αισιόδοξος, δεν θα ήμουν
ειλικρινής Χριστιανός. Και όλοι εσείς ματαίως αποκαλείσθε Χριστιανοί, εάν δεν
είσθε αισιόδοξοι. Ό Χριστιανισμός αποτελεί το μέγιστο κάστρο αισιοδοξίας. Ό
Χριστιανισμός θεμελιώνεται στην πίστη, την ελπίδα και την αγάπη. Γιατί αυτά τα
τρία μόνο σώζουν: ή πίστη, ή ελπίδα και ή αγάπη.
Ή
πίστη, ή ελπίδα και ή αγάπη συναποτελούν την αισιοδοξία. Μόνον ή αισιοδοξία μάς
σώζει. "Αν δεν έ-χουμε αισιοδοξία, δεν έχουμε πίστη. Χωρίς πίστη είμαστε
σαν τα ζώα πού σήμερα το πρωί σφαγιάστηκαν στο σφαγείο. Χωρίς την αισιοδοξία,
όλοι μας είμαστε ανάπηροι. Μεγαλύτερη αναπηρία έχει ό άνθρωπος χωρίς αισιοδοξία
παρά ό άνθρωπος χωρίς πόδια. Ό Θεός εν σοφία τα πάντα έκτισε. Στο πρόσωπο του
αισιόδοξου καθημερινά πέφτουν οι ακτίνες του ηλίου, του ζεσταίνουν και του
φωτίζουν την ψυχή, ενώ το πρόσωπο του απαισιόδοξου μένει χωρίς τον ήλιο, με
αποτέλεσμα ή ψυχή του να είναι κρύα και σκοτεινή. Ό πρώτος καθημερινά βλέπει τα
λουλούδια, ενώ ό δεύτερος τον σκουπιδότοπο. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά
δημιουργία χωρίς αισιοδοξία.
Αδελφοί
μου, ας είμαστε αισιόδοξοι. "Ας ατενίσουμε τον κόσμο μας την ημέρα, ας
δούμε ψηλά στον ουρανό την νύχτα και ας έχουμε πίστη στον Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου