Θέμα: Ὑπόμνημα γιά τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν
Πρός ἀξιότιμη κα Ἄννα Διαμαντοπούλου Ὑπουργό Παιδείας Διά Βίου Μάθησης καί Θρησκευμάτων
Ἀνδρέα Παπανδρέου 37
15180 Μαρούσι
Ἀξιότιμη κα Ὑπουργέ,
ἐπειδή πληροφορούμαστε, ὅτι κατά καιρούς ἀπευθύνονται πρός τό Ὑπουργεῖο Παιδείας διάφοροι, κυρίως ἐξωσχολικοί, παράγοντες καί ἀπαιτοῦν τήν ἀλλοίωση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν καί ἐπειδή ἐπιθυμοῦμε νά προφυλάξουμε τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἀπό τυχόν ἐπηρεασμό καί υἱοθεσία ἀστόχων προτάσεων, οἱ ὁποῖες θά ὁδηγοῦσαν σέ παραβίαση τοῦ Συντάγματος καί τῶν διεθνῶν συμβάσεων τίς ὁποῖες ἔχει ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία ἐπικυρώσει, παραβιάσεις οἱ ὁποῖες θά εἶχαν ὡς τραγικό ἀποτέλεσμα τήν καταπάτηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν, θέτουμε ὑπ΄ ὄψη σας τά ἑξῆς στοιχεῖα:
1. Ἡ διεθνής Σύμβαση τῆς Ρώμης τῆς 4ης Νοεμβρίου 1950 «περί προασπίσεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν», τήν ὁποία ἔχει ἐπικυρώσει ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία διά τοῦ νόμου 2329/1953 καί διά τοῦ Ν.Δ. 53/1974 κατοχυρώνει διά τοῦ 9ου ἄρθρου της τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Στό δέ ἄρθρο 2 τοῦ Α προσθέτου πρωτοκόλλου της ὁρίζει ὅτι: «οὐδεῖς δύναται νά στερηθεῖ τοῦ δικαιώματος ὅπως ἐκπαιδευθῇ. Πᾶν Κράτος ἐν τῇ ἀσκήσει τῶν ἀναλαμβανομένων ὑπ΄ αὐτοῦ καθηκόντων ἐπί τοῦ πεδίου τῆς μορφώσεως καί τῆς ἐκπαιδεύσεως θά σέβεται τό δικαίωμα τῶν γονέων ὅπως ἐξασφαλίζωσιν τήν μόρφωσιν καί ἐκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως πρός τάς ἰδίας αὐτῶν θρησκευτικάς καί φιλοσοφικάς πεποιθήσεις». Πιστεύουμε ὅτι θά εἶναι ἀπαράδεκτο νά ἀπολέσουν οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί μαθητές τό δικαίωμα νά ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική μόρφωση καί ἐκπαίδευση, διότι ἐπιμένουν μερικοί νά τούς ἐπιβάλουν τήν θρησκειολογία ἤ ὁποιονδήποτε ἄλλο τύπο μαθήματος ὁ ὁποῖος θά καταργεῖ, θά νοθεύει ἤ θά στρεβλώνει τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία.
2. Ἡ «Σύμβαση γιά τά Δικαιώματα τοῦ Παιδιού» ἡ ὁποία υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Γενική Συνέλευση τοῦ Ὀργανισμού Ἡνωμένων Ἐθνών στίς 20-11-1989 καί ἐπικυρώθηκε ἀπό τήν Ἑλληνική Δημοκρατία στίς 2-12-1992 ἀναφέρει στό 14ο ἄρθρο της, παράγραφοι 1, 2: «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται τό δικαίωμα του παιδιού γιά ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται το δικαίωμα και το καθήκον των γονέων ή, κατά περίπτωση, των νομίμων εκπροσώπων του παιδιού, νά τό καθοδηγήσουν στην άσκηση του παραπάνω δικαιώματος κατά τρόπο που νά ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του.» Ἡ ἀπό μέρους τοῦ κράτους πιθανή ἐπιβολή θρησκειολογικοῦ ἤ ὁποιουδήποτε ἄλλου μή ὀρθοδόξου χριστιανικού μαθήματος στούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι φοιτοῦν στά ἑλληνικά σχολεῖα, θά συνιστοῦσε παραβίαση καί τῆς ὡς ἄνω συνθήκης. Διότι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί γονεῖς θά καταντήσουν οἱ μόνοι γονεῖς οἱ ὁποῖοι δέν θά ἔχουν στή χώρα μας τά ἀπό τήν συνθήκη προβλεπόμενα εὐεργετήματα, θά καταπατηθεῖ δηλαδή τό δικαίωμά τους νά καθοδηγοῦν τό παιδί τους νά λαμβάνει ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία σύμφωνη μέ τήν οἰκογενειακή του παράδοση. Ὁπωσδήποτε, σέ τέτοια περίπτωση, θά καταπατηθεῖ καί τό δικαίωμα τοῦ ἴδιου τοῦ παιδιοῦ γιά «ἐλευθερία σκέψης, συνείδησης, θρησκείας», διότι ἀντί γιά τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία ἡ ὁποία ἀντιστοιχεῖ στήν θρησκευτική του συνείδηση, θά ὑποχρεώνεται νά ὑφίσταται ὁτιδήποτε ἄλλο ξένο πρός αὐτήν.
3. Σύμφωνα μέ τό ἰσχύον Σύνταγμα (1975/2001), ἄρθρο 3, παράγραφος 1 «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού». Βάσει αὐτῆς τῆς πραγματικότητας θεσμοθετήθηκε τό μάθημα θρησκευτικῶν ὡς ὀρθόδοξο χριστιανικό. Γιά τόν ἴδιο λόγο ἄλλωστε ὁλόκληρο τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδας ἔχει συνταχθεῖ «εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος». Ἡ ἐπιγραφή αὐτή δέν εἶναι τυχαία, ὅπως δέν εἶναι τίποτε τυχαῖο σέ ἕνα κείμενο νόμου. Οἱ νόμοι δέν περιέχουν πλεονασμούς καί λογοτεχνικές περιγραφές. Ἀπεικονίζει δηλαδή ἡ ἐπιγραφή αὐτή τήν ἀπό αἰώνων διαμορφωμένη πίστη τοῦ λαοῦ μας στήν Ἁγία Ὁμοούσιο καί Ἀδιαίρετο Τριάδα καί βάσει αὐτῆς τῆς πίστεως ἔχει συνταχθεῖ ὁλόκληρο τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδας.
4. Τό ἄρθρο 16, παράγραφος 2 τοῦ Συντάγματος ὁρίζει: «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.» Τό Σύνταγμα εἶναι σαφέστατο, ἀναφέρει «ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης», δέν ἀναφέρει «δημιουργία», πολύ δέ περισσότερο δέν ἀναφέρει καί δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναφέρει «παραποίηση», «στρέβλωση» ἤ «βιασμό» τῆς συνειδήσεως. Τόσο ἡ ἐθνική, ὅσο καί ἡ θρησκευτική συνείδηση ὑπάρχουν ἤδη στό παιδί, εἶναι ἤδη Ἕλληνας καί τό γνωρίζει, εἶναι ἤδη χριστιανός ὀρθόδοξος καί τό γνωρίζει καί ἡ βάσει τοῦ Συντάγματος κρατική παιδεία, ἀποσκοπεῖ νά ἀναπτύξει τήν συνείδησή του αὐτή, δέν τήν δημιουργεῖ. Ἑπομένως, δέν εἶναι δυνατόν ὁ Ἕλληνας νά διαπαιδαγωγεῖται ἀπό τό κράτος ὥστε νά ἀναπτύξει π.χ. βραζιλιανή ἤ ἰαπωνική ἐθνική συνείδηση, τήν ὁποία δέν ἔχει. Δέν εἶναι δυνατόν ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος νά διαπαιδαγωγεῖται ἔτσι ὥστε νά ἀναπτύξει βουδδιστική ἤ ἰνδουιστική θρησκευτική συνείδηση, τήν ὁποίαν ἐπίσης δέν ἔχει, οὔτε νά ἐπιχειρεῖται νάρκωση τῆς θρησκευτικῆς του συνειδήσεως μέσῳ ἀπαγορεύσεως τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικού μαθήματος καί ἀντικαταστάσεώς του ἀπό θρησκειολογικό ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο ἄσχετο μέ τήν θρησκευτική του συνείδηση.
5. Κατά τό 13ο ἄρθρο τοῦ Συντάγματος (1η παράγραφος): «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κανενός.» Τό ἄρθρο αὐτό ἐνισχύει τό δικαίωμα τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν νά ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία. Διότι πιθανή ἀπαγόρευση ἤ νόθευση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν περιορίζει αὐτομάτως τήν ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἀφοῦ αὐτοί δέν θά ἔχουν πλέον τό δικαίωμα νά διαπαιδαγωγοῦνται ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοί στά σχολεῖα γιά τά ὁποῖα πληρώνουν φόρους.
6. Ἡ συνταγματικότητα τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἔχει κατοχυρωθεῖ καί ἀπό τίς ἀποφάσεις 3356/1995 καί 2176/1998 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη ἀπό αὐτές τίς ἀποφάσεις, τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικό γιά τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς μαθητές καί δέν παραβιάζεται ἡ θρησκευτική τους ἐλευθερία, διότι δέν τούς μεταβάλλει κατά τίποτε τό θρησκευτικό τους πιστεύω. Ἡ δεύτερη ἀπό τίς ἀποφάσεις αὐτές ἀκυρώνει πράξη τοῦ τότε ὑπουργοῦ παιδείας, ἡ ὁποία μείωνε τίς ὧρες διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, καί ὁρίζει ὅτι τό μάθημα αὐτό πρέπει νά διδάσκεται σέ ἰκανό ἀριθμό ὡρῶν ἑβδομαδιαίως.
7. Ἀτυχῶς ὑποστηρίχθηκε πρόσφατα, ὅτι ἡ ἐγκύκλιος τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ἡ ὁποία προβλέπει ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά ἀπολυτήρια τοῦ σχολείου ἀντίκειται στίς ἀποφάσεις 2280, 2281, 2282, 2283, 2284, 2285/2001 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας. Οἱ ὡς ἄνω ἀποφάσεις εἶναι ταυτόσημες καί ἀφοροῦν σέ συγκεκριμένο ζήτημα τῶν τότε ὑπουργείων Δημόσιας Τάξης καί Οἰκονομικῶν. Τό συγκεκριμένο αὐτό ζήτημα ἦταν ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά δελτία ἀστυνομικῆς ταυτότητας. Οἱ ἀποφάσεις αὐτές δέν εἶναι δυνατόν νά ἐφαρμοσθοῦν στήν προκειμένη περίπτωση, διότι δέν ἐκδόθηκαν γιά ζητήματα τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καί κατά κανένα τρόπο δέν ἀναφέρονται σέ θέματα ἁρμοδιότητάς του. Ἐάν τό Ὑπουργεῖο Παιδείας δέν γνωρίζει τό θρήσκευμα στό ὁποῖο μετέχει ὁ ἄνθρωπος, τότε εἶναι ἀδύνατο νά παράσχει θρησκευτική παιδεία. Σέ τέτοια περίπτωση παραβιάζεται τό ἄρθρο 16 τοῦ Συντάγματος, τό ὁποῖο προβλέπει ὅτι ἡ ἀπό τό κράτος παρεχόμενη παιδεία ὀφείλει νά ἀναπτύσσει τήν θρησκευτική συνείδηση. Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός ἔχει συνείδηση ὅτι εἶναι ὀρθόδοξος χριστιανός. Ἐάν τοῦ ἀπαγορευθεῖ νά τό δηλώνει, τότε καταπατῶνται βάναυσα τά ἀνθρώπινα δικαιώματά του, διότι τοῦ ἀπαγορεύεται νά διαπαιδαγωγεῖται σύμφωνα μέ τήν πίστη του.
8. Γιά νά μήν ὑπάρχει ἡ ὁποιαδήποτε ἀμφιβολία περί τό τί είναι τό λεγόμενο θρησκειολογικό μάθημα, διευκρινίζουμε: Πρόκειται γιά παράθεση μέ οὐδέτερο, στατιστικό, μή ἀξιολογικό-κριτικό τρόπο πλήθους δοξασιῶν καί τελετουργικῶν ἀπό ὅλες τίς ἱστορικές περιόδους ὁλόκληρης τῆς ὑφηλίου. Τό μάθημα αὐτό θά παραθέτει μέ ἀπολύτως οὐδέτερο τρόπο ἐλάχιστα στοιχεῖα ἀπό τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη καί ζωή. Τέτοιου εἴδους μάθημα δέν θά ἀναπτύσσει τήν ὀρθόδοξη χριστιανική συνείδηση τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν, θά εἶναι δηλαδή ἀντισυνταγματικό διότι θά καταργεῖ τό ἀνθρώπινο δικαίωμα τῶν ἐν λόγῳ μαθητῶν νά ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία. Θά ἐνέχει ἐξ ἄλλου τόν σοβαρό κίνδυνο δυσμενοῦς ἐπηρεασμοῦ καί στρεβλώσεως τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν.
9. Ὅπως ἔχει ἄλλωστε ἡ διδακτική πείρα ἀποδείξει, οἱ μαθητές μας ἐλάχιστα ἐνδιαφέρονται γιά τά θρησκειολογικά μαθήματα, τά ὁποῖα ἐδῶ καί δεκαετίες διδάσκονται στήν δευτέρα λυκείου. Ἀνεξάρτητα δέ ἀπό ἐκσυγχρονιστικές ἤ παραδοσιακές διδακτικές μεθόδους δυσφοροῦν ὅταν ἔχουν νά ἀντιμετωπίσουν ἔννοιες ξένες πρός τή ζωή καί τήν ἐμπειρία τους. Δέν ἐνδιαφέρονται γιά ἕναν «ἀρχάτ» ἤ γιά ἕναν «μποντισάτβα», ἀλλά ἐνδιαφέρονται γιά τή ζωή, τό ἔργο καί τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Δημητρίου καί τοῦ ἁγίου Γεωργίου, διότι ἁπλούστατα πολλά ἀπό τά παιδιά μας ἔχουν τά ὀνόματα τῶν δύο αὐτῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
10. Ὑποστηρίζεται ἀπό κάποιους, ὅτι τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν τό ὁποῖο διδάσκεται στά σχολεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας θά πρέπει νά εἶναι ἐχθρικό ἤ ἀδιάφορο πρός τήν κατήχηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἐπισημάνουμε, ὅτι σέ τέτοια περίπτωση τό μάθημα θά παύσει νά εἶναι ὀρθόδοξο καί θά ἔχουν δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί μαθητές. Ὁ θεολογικός ὅρος «κατηχεῖν» προέρχεται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ καί τυχόν ἀπόρριψή του ὁδηγεῖ σέ ἀπόρριψη σύνολης τῆς πίστεως, τῆς θεολογίας καί τῆς παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
11. Τελευταῖα προβάλλεται ὡς πρόφαση γιά τήν ἀπαγόρευση τῆς διδασκαλίας τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς παιδείας καί τό γεγονός ὅτι στά ἑλληνικά σχολεῖα φοιτοῦν καί τέκνα ἀλλοδαπῶν ἀλλοθρήσκων ἐγκατεστημένων καί ἐργαζομένων στή χώρα μας. Ὡς πρός αὐτό τό σημεῖο διατυπώνουμε τίς ἑξῆς πέντε διαπιστώσεις: 1) Τά ἀλλοδαπά παιδιά δέν εἶναι ὅλα ἀλλόθρησκα. 2) Ὁρισμένα ἀπό τά ἀλλόθρησκα παιδιά παρακολουθοῦν κανονικά τό μάθημα καί βαθμολογοῦνται ἐπειδή καί τά ἴδια καί οἱ γονεῖς τους ἐπιθυμοῦν νά ἐνημερωθοῦν γιά τήν ἐπικρατοῦσα θρησκεία τῆς χώρας ὅπου ζοῦν καί ἐργάζονται. Κάποια μάλιστα ἀπό αὐτά παρακολουθοῦν οἰκειοθελῶς τό μάθημα, μολονότι ἔχουν ἀπαλλαγεῖ καί δέν βαθμολογοῦνται. 3) Κανένας ἀλλόθρησκος δέν ἀρθρογράφησε ποτέ εἰς βάρος τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν, αὐτό τό πράττει πάντοτε μία ἀσήμαντη μειοψηφία ἡμεδαπῶν, μολονότι τό μάθημα αὐτό ἔχει ὠφελήσει καί ποτέ δέν ἔχει βλάψει μαθητή. 4) Καμμία χώρα τῆς ὑφηλίου δέν ἄλλαξε ποτέ τό σύστημα παιδείας τῶν δικῶν της παιδιῶν, δέν ἀποτόλμησε νά τούς στερήσει τήν πατροπαράδοτη παιδεία, ἐπειδή δέχθηκε στήν ἐπικράτειά της τόν ὁποιοδήποτε ἀριθμό ἀλλοδαπῶν ἐργαζομένων, κάτι τέτοιο οὔτε στήν Ἑλλάδα εἶναι λογικό καί σωστό νά συμβεῖ. 5) Σέ κανένα κράτος τῆς ὑφηλίου, σέ καμμία ἱστορική περίοδο δέν ἀκούσθηκε ποτέ ἰσχυρισμός, ὅτι ἐφ΄ ὅσον κάποιος ἀσκεῖ τά ἐκ τοῦ νόμου ἀπορρέοντα ἀνθρώπινα δικαιώματά του, βλάπτει κάποιον ἄλλον καί γι΄ αὐτό πρέπει νά παραιτηθεῖ ἀπό αὐτά. Κανένας δέν βλάπτει κανέναν ἐάν ἀπολαμβάνει ἐννόμως τό δικαίωμα νά ἔχει ζωή, ἐργασία, περιουσία, οἰκογένεια, μόρφωση καί μάλιστα μόρφωση σύμφωνη μέ τήν ἤδη ὑπάρχουσα ταυτότητά του, τήν ὁποία κανένας μέ κανένα τέχνασμα δέν ἐπιτρέπεται νά τοῦ παραποιεῖ ἤ στερεῖ. Συνεπῶς τά τέκνα τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν δέν βλάπτουν κανέναν, ὅταν ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία στά ἑλληνικά σχολεῖα. Ἄρα δέν πρέπει νά ἀποστερηθοῦν τό δικαίωμα αὐτό.
12. Ἐπειδή πληροφορηθήκαμε, ὅτι προτείνεται ἀπό συμβούλους τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ἡ θεσμοθέτηση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν ὡς ἐπιλεγομένου μαθήματος, ἐπισημαίνουμε ὅτι τέτοιου εἴδους θεσμοθέτηση συνιστᾶ πράξη ἀντισυνταγματική. Τυχόν χορήγηση στούς ὀρθοδόξους χριστιανούς τῆς δυνατότητας ἐπιλογῆς τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν μεταξύ ἄλλων μαθημάτων ἀσχέτων πρός τήν ὀρθόδοξη χριστιανική ταυτότητα τῶν μαθητῶν θά συνιστοῦσε κρατική ἀπόπειρα κατευθύνσεως τῆς συνειδήσεως τῶν ἀνηλίκων μαθητῶν. Θά κατηγορηθεῖ τό ἑλληνικό κράτος ὅτι ἀποπειρᾶται νά κατευθύνει ἀνηλίκους μαθητές νά πράξουν παρά συνείδηση, ἐνῷ ἔχουν τή συνείδηση ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Τέτοιου εἴδους δυνατότητα ἐπιλογῆς εἶναι πράξη ἀγωγῆς, στρεβλή καί ἐσφαλμένη μέν, ἀλλά εἶναι. Κατ΄ οὐσίαν τό κράτος θά προτρέπει τόν ἀνήλικο μαθητή: «ναί μέν ἔχεις τή συνείδηση ὅτι εἶσαι χριστιανός ὀρθόδοξος, ἀλλά ἐγώ σέ προτρέπω νά πράξεις παρά συνείδηση.» Θά παραβίαζε δηλαδή ὁ τυχόν νέος αὐτός θεσμός τό ὡς ἄνω ἀναφερθέν 16ο ἄρθρο τοῦ Συντάγματος. Ἐάν ὁ μαθητής καί ἡ οἰκογένειά του ἀποφασίσουν π.χ. νά ἀλλάξουν θρησκευτική συνείδηση, δηλαδή νά ἀλλαξοπιστήσουν, τότε πλέον τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν δέν θά τούς ἀφορᾶ. Ὅμως ἡ ἀπόφαση αὐτή θά εἶναι δική τους, καί κατά κανένα τρόπο δέν ἐμπίπτει στή δικαιοδοσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας νά προτρέπει ὀρθοδόξους χριστιανούς νά ἀποποιηθοῦν τήν θρησκευτική τους συνείδηση καί ταυτότητα.
13. Κατά καιρούς ἔχουν ὁρισμένοι καταφερθεῖ εἰς βάρος τοῦ ἐκκλησιασμοῦ τῶν μαθητῶν καί εἰς βάρος τῆς πρωινῆς σχολικῆς προσευχῆς, ὅπως καί εἰς βάρος τοῦ ἁγιασμοῦ κατά τήν ἔναρξη τῶν μαθημάτων ἀπαιτώντας τήν ἀπαγόρευσή τους. Τονίζουμε ὅτι τέτοιου εἴδους πιθανές ἀπαγορεύσεις θά συνιστοῦσαν ὁμοίως βάναυση καταπάτηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν.
14. Ἐπειδή ἔχει διατυπωθεῖ καί ἡ πρόταση νά διδάσκεται τό μάθημα θρησκευτικῶν ὡς μάθημα χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ ἤ ὡς μάθημα χριστιανικῆς κληρονομιᾶς, διευκρινίζουμε ὅτι τά πολιτιστικά στοιχεῖα τοῦ μαθήματος, μολονότι ὑπάρχουν καί ἤδη χρησιμοποιοῦνται ἀπό τούς θεολόγους καθηγητές, δέν θά ἦταν δυνατόν νά ὑποσκελίσουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη ὡς ἐμπειρία. Διότι ἐάν διδάσκονται μόνον τά πολιτιστικά στοιχεῖα τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανισμοῦ, τότε θά ἀντιμετωπίζεται αὐτός ὡς κάτι τό ὁποῖο ἀναφέρεται στό παρελθόν καί στό περιβάλλον καί ὄχι ὡς συνδεόμενος ἄμεσα μέ τήν ψυχοπνευματική τελείωση τοῦ ἀνθρώπου. Θά καταντήσει δηλαδή νά διδάσκεται ὅπως διδάσκεται ἡ ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία. Ἡ θρησκεία αὐτή εἶναι πολιτιστικό μας παρελθόν καί τά καλλιτεχνήματά της, ἀρχιτεκτονικά, γλυπτικά κ.ἄ., ἀποτελοῦν ἐπίσης τμήματα τῆς ἱστορίας τοῦ πολιτισμοῦ μας, ὅμως δέν ἀποτελεῖ ζῶσα πίστη τοῦ λαοῦ μας, καί δέν ἔχει νά τοῦ προσφέρει τίποτε στήν ψυχοπνευματική του τελείωση.
15. Γιά νά μή βρίσκει πλέον κανένας ἀφορμές νά ἀπαιτεῖ παράνομες μεταβολές τοῦ περιεχομένου τοῦ μαθήματος, οἱ ὁποῖες θά ὁδηγήσουν σέ βάναυση καταπάτηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, τῆς συνειδήσεως καί τῆς ἐν γένει προσωπικότητας τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν, προτείνουμε τήν μετονομασία τοῦ μαθήματος τῶν «θρησκευτικῶν» σέ «ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία» ἤ «ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή». Ἔτσι, ἀφοῦ δέν θά ὑπάρχει πλέον ὁ γενικόλογος τίτλος «θρησκευτικά» δέν θά λαμβάνει πλέον κανένας ἀφορμές νά ἀπαιτεῖ νοθεύσεις οἱ ὁποῖες θά ζημιώσουν τά παιδιά μας.
16. Τό ἀναλυτικό πρόγραμμα καί τά σχολικά βιβλία καλό θά ἦταν νά ἐμπλουτισθοῦν ἀπό τούς πνευματικούς θησαυρούς τῆς ὀρθόδοξης παραδόσεως, ὥστε νά ἀποτελοῦν πολύτιμο βοήθημα γιά τήν πορεία τῶν νέων μας πρός τήν ψυχοπνευματική τελείωση συνδέοντάς τους μέ τήν ἐν Χριστῷ ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.
17. Ἐπειδή ἀπαιτοῦν ὁρισμένοι νά θεσμοθετηθεῖ δυνατότητα ἀπαλλαγῆς τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν, διευκρινίζουμε, ὅτι δέν ὑφίσταται κανένας ἀπολύτως λόγος ἀπαλλαγῆς τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μαθητῆ, βαπτισμένου μέ τό βάπτισμα τῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν. Καί τοῦτο διότι πίστη καί μάθημα ταυτίζονται (βλ. καί ἀπόφαση 3356/1995 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας). Τό μάθημα ἀναπτύσσει τήν ἤδη ὑπάρχουσα πίστη καί τήν χριστιανική παιδεία τήν ὁποία ἔχει λάβει τό παιδί ἀπό τήν οἰκογένειά του. Ἐάν κάποιοι ἐπιμείνουν νά διαδίδουν τέτοιου εἴδους ἰδέες, ὅτι δηλαδή καί οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί πρέπει νά ἀπαλλάσσονται ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα, ἡ ἐμμονή αὐτή θά σημαίνει πλέον προπαγάνδα καί ψυχολογική πίεση εἰς βάρος ἀνηλίκων. Ἡ ἀπαράδεκτη αὐτή σειρά ψυχολογικῶν πιέσεων εἰς βάρος τῶν παιδιῶν μας θά ἔχει καί συνέχεια. Τό ἄρθρο 16 τοῦ Συντάγματος συνδέει μέ τήν συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου τά μαθήματα τά ὁποῖα ἀφοροῦν στή θρησκεία, ἀλλά καί στήν ἐθνικότητα. Ἐφ΄ ὅσον ὑποστηρίζεται ἀπό μερικούς, ὅτι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί πρέπει νά ἔχουν δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν, ὁπωσδήποτε θά ὑποστηριχθεῖ καί ὅτι πρέπει νά ἔχουν καί οἱ Ἕλληνες τό γένος δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό ὅσα μαθήματα ἀναπτύσσουν τήν ἑλληνική ἐθνική τους συνείδηση. Κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο θά συνεχισθεῖ ἡ σειρά τῶν ψυχολογικῶν πιέσεων τίς ὁποῖες ὑφίστανται τά παιδιά μας.
Θά παρακαλούσαμε νά λάβετε σοβαρά ὑπ΄ ὄψη τίς ἀνωτέρω ἐπισημάνσεις, ὥστε νά ἀποφευχθοῦν τυχόν βεβιασμένες ἐνέργειες οἱ ὁποῖες θά εἶχαν ὡς συνέπεια ζημία εἰς βάρος τῶν παιδιῶν μας, ζημία ἡ ὁποία θά ἀπεκαθίστατο μέ δικαστικούς ἀγῶνες στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας καί στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου.
Βύρωνας 22-2-2011
Μετά τιμής
Εὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.Καθηγητής Θεολόγος τοῦ 2ου Πειραματικοῦ Γυμνασίου Ἀθηνῶν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου