«Αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξεν,
αλιείς θεολόγους ανέδειξεν....»
Του Χάρη Ανδρεόπουλου*,
“Πεντηκοστήν εορτάζομεν και Πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδος συμπλήρωσιν. Και το μυστήριον όσον, ως μέγα τε και σεβάσμιον...». Δηλαδή, μας λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος[1], γιορτάζουμε την Πεντηκοστή και την έλευση του Πνεύματος και το χρόνο εκπλήρωσεως της υποσχέσεως και την εκπλήρωση εκείνου στο οποίο είχαμε ελπίσει. Και πόσο μεγάλο είναι αυτό το μυστήριο! Πόσο μεγάλο και πόσο αξιοσέβαστο!
Συμπληρώθηκαν πενήντα μέρες από την Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και δέκα από την άνοδό Του στους ουρανούς και ο αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος μας προτρέπει: «Περί της εορτής βραχέα φιλοσοφήσωμεν, ίνα πνευματικώς εορτάσωμεν... Και ουδέν ούτως ευφραίνει καλόν των φιλοκάλων ουδένα, ως το πανηγυρίζειν πνευματικώς τον φιλέορτον»[2]. Δηλαδή: Aς εξετάσουμε για λίγο φιλοσοφικά τα σχετικά με την εορτή, για να γιορτάσουμε πνευματικά... Και κανένα καλό δεν ευχαριστεί εκείνους οι οποίοι αγαπούν το καλό, όσο το να γιορτάζει πνευματικά ο πανηγυριστής. Ας ακολουθήσουμε τη συμβουλή του αγίου Γρηγορίου, κι’ ας προσπαθήσουμε να δώσουμε το νόημα αυτής της μεγάλης γιορτής, το νόημα το πνευματικό.
Το θαυμαστό γεγονός της καθόδου του Αγίου Πνεύματος στην κοινότητα των μαθητών – η Πεντηκοστή – προσδιορίζεται από τους ιστορικούς επιστήμονες[3] και χρονικά και συγκεκριμένα ότι έγινε ένα Σάββατο ή μια Κυριακή κατά τα τέλη Μαϊου του ’30. Ο Λουκάς αρχίζει τη διήγησή του για τη κάθοδο του Αγίου Πνεύματος με χρονικό προσδιορισμό επισημαίνοντας ότι το γεγονός της επιφοίτησης έγινε όταν έφθασε η ημέρα της ιουδαϊκής Πεντηκοστής[4] (Πραξ. 2,1).
Μετά την Ανάσταση και την Ανάληψη του Χριστού, η ευρύτερη ομάδα των μαθητών του («όχλος ονομάτων ως εκατόν είκοσι», Πραξ. 1,15) ήσαν «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και δεήσει» (Πραξ. 1, 14) στο υπερώον της Ιερουσαλήμ. Ομως αυτή η σύναξη δεν αποτελούσε ακόμα την Εκκλησία. Ηταν μια συνάθροιση ανθρώπων που τους ένωναν κοινές μνήμες και κοινές ελπίδες. Ανθρώπων πτοημένων, δίχως σαφή επίγνωση για το τι προσκαρτερούν και για ποιό έργο έχουν κληθεί.
Πρίν από λίγες ακόμη μέρες ρωτούσαν τον Διδάσκαλό τους, αν μέσα στην ίδια αυτή χρονιά θα ελευθέρωνε τον ιουδαϊκό λαό από το ζυγό των Ρωμαίων και θα αποκαθιστούσε το Βασίλειο του Ισραήλ (Πραξ. 1, 6). Oι άνθρωποι αυτοί και η συνάθροισή τους μεταμορφώνονται ριζικά με το γεγονός της Πεντηκοστής.
Το γεγονός της καθόδου του Αγίου Πνεύματος βρίσκει τους μαθητές απροετοίμαστους, γιατί στο διάστημα των λίγων ημερών που είχαν μεσολαβήσει δεν μπόρεσαν να συλλάβουν τι εσήμαινε γι’ αυτούς η επαγγελία του Ιησού να μην απομακρυνθούν απ’ τα Ιεροσόλυμα και να περιμένουν την εκπλήρωση της υπόσχεσης από το Θεό (Πραξ. 1,4). Γι’ αυτό και ο Λουκάς ξαφνιάζει με τη διήγησή του: «και εγένετο άφνω εκ του ουρανού ήχος, ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας και επλήρωσεν όλον τον οίκον ου ήσαν καθήμενοι» (Πραξ. 2, 1 - 2). Αμέσως ακολουθεί και το οπτικό φαινόμενο, αφού παρουσιάσθηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, οι οποίες μοιράσθηκαν και κάθισαν από μία στον καθένα από τους μαθητές (Πραξ. 2,3). Εδώ το Πνεύμα του Θεού, ο λόγος, η σοφία και σε προέκταση το διδασκαλικό έργο παρουσιάζεται ως γλώσσα και η καθαρτική δύναμη του πνεύματος μεταμορφώνεται σε πύρ, σε φωτιά, για να δειχθεί έτσι ότι το Πνεύμα του Θεού καθαρίζει και εξαγνίζει.
Οι πύρινες γλώσσες καθαίρουν, όπως συγχωρούν και τιμωρούν οι φορείς του ιερατικού έργου.
Η κάθοδος του Πνεύματος με τη μορφή των πυρίνων γλωσσών έχει συνεπώς και πρακτικότερο λόγο κι’ όχι μόνο τον εντυπωσιασμό του κόσμου. Οι μαθητές του Ιησού, στην ευρύτερη εκδοχή, είχαν λάβει την εντολή να κηρύξουν το Ευαγγέλιο σ’ όλα τα έθνη (Ματθ. 28, 19), τώρα, όμως, έρχεται το Αγιο Πνεύμα με τη μορφή των γλωσσών και με την πύρινη γλώσσα που τους δίνει, δίνει συγχρόνως και τη κατευθυντήρια οδό της διδασκαλικής τους δράσης μα και της αδιάκοπης επαγρύπνησης ώστε να διατηρηθεί καθαρό το περιεχόμενο της πίστης τους. Η σύντομη διήγηση του Λουκά κατακλείεται με το αποτέλεσμα της καθόδου του Αγίου Πνεύματος: όλοι οι μαθητές πλημμύρισαν από Αγιο Πνεύμα και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Αγιο Πνεύμα. Αυτοί οι κατατρομαγμένοι ως τότε μαθητές, άνθρωποι απλοί, όχι διανοούμενοι – «αγράμματοι και ιδιώται» (Πραξ, 4,13), καθώς σημειώνει και ο Λουκάς – αρχίζουν να κηρύττουν στους όχλους «τα μεγαλεία του Θεού» (Πραξ. 2, 11) , με την άνεση και τη σοφία πολύπειρων ρητόρων.
Τώρα πιά ξέρουν τι είναι και τι επαγγέλονται, γνωρίζουν το νόημα των γεγονότων που προηγήθηκαν και σε ποιά προοπτική ζωής καλούν με το κήρυγμα τους τους ανθρώπους.Τους καλούν να βαφτιστούν για να λάβουν κι’ αυτοί «την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος» - να μετάσχουν στην πάντοτε ανοικτή πιά δυνατότητα της Πεντηκοστής. Για τον Λουκά σημασία έχει ότι το Αγιο Πνεύμα κατέρχεται στους μαθητές και τους εμπνέει να μιλούν, ότι δεν μιλούν αυτοσχεδιάζοντες αλλά όπως το Αγιο Πνεύμα τους οδηγεί και οικονομεί η χάρη του Θεού. Η φανέρωση του αγιαστικού και λυτρωτικού έργου της Εκκλησίας στον κόσμο γίνεται με μια πανηγυρική επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος σ’ όλους τους μαθητές και στον μεγαλύτερο βαθμό.
* Η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος δεν αποτελεί, όμως, μια μαγική προσθήκη ικανοτήτων και χαρισμάτων στον άνθρωπο. Είναι μια απελευθέρωση των δυνατοτήτων της ζωής που δεν έχει τίποτα το άλογο και «υπερφυσικό». Το Πνεύμα επιφοιτά στη φύση μας μεταβάλλοντας όχι το λόγο της φύσης (αυτό που είναι η φύση μας), αλλά τον τρόπο υπάρξεώς μας, τον τρόπο συστάσεως της υπόστασής μας[5].
Η Πεντηκοστή – η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος – είναι το ιδρυτικό και συστατικό της Εκκλησίας γεγονός. Δεν έχουμε, όμως, απλώς την ίδρυση ενός θεσμού. Γεννιέται με την Πεντηκοστή η «καινή κτίσις της χάριτος», η δυνατότητα της αθάνατης ζωής η χαρισμένη απ’ τον Θεό στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και η Πεντηκοστή δεν είναι ένα γεγονός που συντελέσθηκε «εφ’ άπαξ», αλλά το γεγονός που πάντοτε και συνεχώς συνιστά και συγκροτεί την Εκκλησία. Σε κάθε ευχαριστιακή σύναξη η Εκκλησία επικαλείται το Άγιο Πνεύμα του Θεού, για να τελέσει την υπαρκτική μεταβολή που προαναφέραμε: «Κατάπεμψον το Πνεύμα σου το Αγιον εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα δώρα ταύτα. Και ποίησον τον μέν άρτον τούτον τίμιον Σώμα του Χριστού σου, το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον Αίμα του Χριστού σου, μεταβαλών τω Πνεύματί σου τω Αγίω». Επικαλούμαστε το Πνεύμα το Αγιο «εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα δώρα» ζητώντας ακριβώς τη μεταμόρφωση της ζωής, την αφθαρτοποίηση της ζωής: να μεταβληθούν τα δώρα και οι μετέχοντες στα δώρα σε κτίση καινή, σε σώμα Χριστού. Την ανακαινιστική δύναμη του Πνεύματος της Πεντηκοστής εκφράζει θαυμάσια και το κεκραγάριο του Μεγάλου Εσπερινού της εορτής:
«Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το άγιον,
βρύει προφητείας,
ιερέας τελειοί,
αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξεν,
αλιείς θεολόγους ανέδειξεν,
όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας.
Ομοούσιε και ομόθρονε,
τω πατρί και τω Υιώ,
Παράκλητε, δόξα σοι»
(* O Xάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ, Γ.Γ. της Ενωσης Θεολόγων ν. Λάρισας. Το άρθρο του αυτό δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Τάλαντο" της Ιεράς Μητρόπολης Λάρισας, τ. 55/2006)
[1] ΜΑ’ Λόγος «Εις την Πεντηκοστήν», Ε.Π.Ε. τ.5, εκδ. «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη, 1977, σελ. 122
[2] Ο.π. σελ. 114
[3] Γ λ α β ί ν α, Αποστόλου, Ιστορία της Εκκλησίας, τ. Α’, εκδ. υπηρεσία δημοσιευμάτων ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 1995, σελ. 20
[4] Ηταν η δεύτερη (με πρώτη και μεγαλύτερη την του Πάσχα) μεγάλη γιορτή των Ιουδαίων, αρχικά γιορτή της συγκομιδής των δημητριακών και μετά ανάμνηση της νομοδοσία στο Σινά. Γιορταζόταν την πεντηκοστή μέρα μετά το (ιουδαϊκό) Πάσχα.
[5] Γ ι α ν ν α ρ ά, Χρήστου, «Αλφαβητάρι της πίστης», εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1983, σελ. 192
Πηγή: http://religiousnet.blogspot.com/2009/06/blog-post_07.html
Ποιμαντορική εγκύκλιος Χριστουγέννων Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ
-
Πνευματική χαρά καί ἀγαλλίασις, χαροποιά σκιρτήματα καί εὐφροσύνη καρδίας
ἀναδύονται ἀπό τά τρίσβαθα τοῦ ψυχικοῦ μας κόσμου διά τό κοσμοσωτήριο καί
κοσμο...
Πριν από 1 ημέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου