Ο
χρυσοχόος που αρνήθηκε το Κοράνι και ρίχτηκε στη φωτιά! Άγιος Νεομάρτυς
Γεώργιος ο Σέρβος [11.2.1515 ]
από τον Κωνσταντίνο
Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα
“Γεώργιος δὲ
μὴ τὸ πῦρ δειλιάσας,ἀπυρπόλητος ἐν πυρὶ διαμένει”.
ΚΑΤΑΓΩΓΗ: Ο Άγιος ήταν Σέρβος από την πόλη Κράτοβα. Οι γονείς
του, Δημήτριος και Σάρρα, ήσαν ευσεβείς Χριστιανοί και φρόντισαν ο γιος τους
από μικρός να μορφωθεί και να μάθει να εξασκεί την τέχνη του χρυσοχόου.
ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΡΒΙΑ
ΣΤΗ ΣΟΦΙΑ: Όταν έμεινε
ορφανός από πατέρα οι συγγενείς του φοβήθηκαν μήπως τον αρπάξουν οι Τούρκοι για
το παλάτι του σουλτάνου, μιας και ο Γεώργιος ήταν εξαιρετικής ομορφιάς, και τον
έστειλαν στη Σόφια. Εκεί έμεινε στο σπίτι ενός καλού ιερέα, του παπα-Πέτρου,
και εργαζόταν την τέχνη του χρυσοχόου. Ο ιερέας βλέποντας ότι ο Γεώργιος ήταν
έξυπνος, φιλομαθής και προπάντων ευλαβής, του δίδασκε την Αγία Γραφή και του
μαθαινε τα μυστήρια της ορθοδόξου πίστης. Και ό,τι μάθαινε ο Γεώργιος
προσπαθούσε πάντοτε να το κάνει πράξη.
Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΟ ΤΩΝ ΜΩΑΜΕΘΑΝΩΝ: Δεν ήταν δυνατόν η παρουσία του Γεώργιου να μη γίνει αντιληπτή από τους Τούρκους της Σόφιας, οι οποίοι, θαυμάζοντας την ενάρετη ζωή του, θέλησαν να τον οδηγήσουν στην πίστη τους. Διάλεξαν, λοιπόν, ένα ομόθρησκό τους βαθύ γνώστη του Ισλάμ να πάει υποκρινόμενος πως θέλει να του κατασκευάσει κάποιο χρυσό αντικείμενο και να τον καταφέρει να γίνει μουσουλμάνος. Ο Άγιος όμως, ως μυημένος στην ορθόδοξη πίστη και ενάρετος Χριστιανός που ήταν, αντέκρουσε με επιτυχία τα επιχειρήματα του Τούρκου. Αυτός, επέστρεψε στους ομοθρήσκους του αλλά και στον κριτή και διηγήθηκε τα πάντα, πιέζοντας να συλληφθεί ο νέος, διότι από την παρουσία του, δήθεν, κινδύνευε η πίστη των Τούρκων! Ο δικαστής έστειλε τον ίδιο Τούρκο να του φέρει τον Άγιο με τρόπο, ώστε να μην υποψιαστεί ούτε ο ίδιος ούτε οι άλλοι Χριστιανοί. Με το πονηρό επιχείρημα ότι τον θέλουν να φτιάξει κάποια χρυσά στολίδια, απονήρευτος ο Άγιος ήρθε στον δικαστή.
ΣΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗ: Μόλις τον είδε ο δικαστής εξεπλάγη από την ομορφιά
του νέου και με ήρεμο τρόπο. Τον κάλεσε κοντά του και επεχείρησε να τον φέρει
στην πίστη του Ισλάμ. Ο Άγιος κατάλαβε τότε ότι εκεί είχε έρθει να αγωνιστεί
για την πίστη του και όχι για την τέχνη του. Ζητώντας μυστικά την σοφία του
Θεού, άρχισε με παρρησία να αποδεικνύει με επιχειρήματα την πλάνη των
Μωαμεθανών και την αλήθεια του Χριστού. Προσπάθησε να κλονίσει την πίστη τους
στη θεοπνευστία του Κορανίου και το προφητικό αξίωμα του Μωάμεθ, αφού άλλωστε
κανένας δεν είχε δει να του μιλάει ο Θεός ούτε να του παραδίδει το Κοράνιο.
Ενώ, τόνισε ο Γεώργιος, την παρουσία του Θεού στο Σινά και την παράδοση του
νόμου στον Μωυσή βίωσε ολόκληρος ο Ισραηλιτικός λαός. Ακόμη, είπε, τα θαύματα
του Χριστού από την γέννησή Του ως την Ανάληψή Του τα έζησαν πολλοί άνθρωποι
και μαρτυρούν γι’ αυτά. Τόνισε επίσης ότι το Ισλάμ είναι μια εύκολη θρησκεία
για σαρκικούς ανθρώπους. Όταν τ’ άκουσαν αυτά οι παριστάμενοι Τούρκοι φώναζαν
να θανατωθεί. Ο δικαστής διέταξε να φυλακιστεί. Δέρνοντας, κλωτσώντας και
φτύνοντας τον δεμένο μάρτυρα, τον έκλεισαν στη φυλακή. Εκεί τον επισκέφτηκε ο
ιερέας Πέτρος, δήθεν για να τον συμβουλέψει κι αυτός για το καλό του. Επειδή
γνώριζε τον δεσμοφύλακα η συνάντηση έγινε στο σπίτι του δεσμοφύλακα. Ο ιερέας
τον στήριξε στην πίστη και τον ενθάρρυνε να υπομείνει τους πρόσκαιρους πόνους
από τα βασανιστήρια ώστε να χαίρεται και να απολαμβάνει την αιώνια ζωή, όπου
και ο Κύριος θα τον ομολογήσει ενώπιον του Πατρός του. Στους φόβους του νεαρού
μάρτυρα, μήπως δεν αντέξει τη φωτιά, του απάντησε πως ο Χριστός είναι Εκείνος
που θα τον ενισχύσει με την χάρη Του, όπως και τους παλαιούς μάρτυρες και τον
ομώνυμό του Άγιο Γεώργιο. Την άλλη μέρα οδήγησαν τον Άγιο μπροστά στον δικαστή,
ο οποίος με κολακείες και υποσχέσεις αγωνίστηκε και πάλι να τον τουρκέψει αλλά
μάταια. Ο ιερέας Πέτρος προσπάθησε με παρακλήσεις και δώρα στον δικαστή να τον
ελευθερώσει αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
“ΔΙΚΗ” ΚΑΙ
ΚΑΤΑΔΙΚΗ: Μετά από οκτώ
ημέρες φυλάκισης παρουσιάστηκε πάλι μπροστά στον δικαστή. Πάλι ταξίματα και
υποσχέσεις, μάλιστα ο δικαστής υποσχέθηκε να τον κάνει συγκληρονόμο του με τον
γιό του και να του δώσει τέτοιο αξίωμα ώστε να τον προσκυνούν όλοι. Με πολύ
θάρρος και γενναιότητα ο Άγιος απάντησε: “Αν με αγαπάς, όπως λες, άφησέ με να
ζω ως Χριστιανός, ειδεμή μάθε ότι από την πίστη μου και την αγάπη του Χριστού
δεν είναι δυνατόν να με χωρίσει τίποτα, ούτε πλούτος, ούτε δόξα πρόσκαιρη, ούτε
φωτιά, ούτε άλλη βάσανος, όσα κακά κι αν μου κάνεις. Ελπίζω στον Χριστό μου ότι
αντί γι` αυτά θα απολαύσω εκατονταπλάσια στην ουράνια Βασιλεία. Γιατί λοιπόν
αργοπορείς; Κάμε ένα από τα τρία. Ή απόλυσέ με να ζω ως Χριστιανός ή στείλε με
στον Χριστό μου μια ώρα αρχύτερα ή γίνετε κι εσείς Χριστιανοί για να γλυτώσετε
από την αιώνια κόλαση”. Ο δικαστής τότε έκανε μια πονηρή ενέργεια. Έκανε μια
ομολογία πίστεως για τον Χριστό, σύμφωνα όμως με το Ισλάμ [το Ισλάμ αποδέχεται
τον Κύριο ως απλό προφήτη]. Ο Άγιος, με τη χάρη του Θεού, δεν έπεσε στην παγίδα
αλλά ομολόγησε τον Χριστό ως τον προφητευόμενο Μεσσία αλλά και Θεό αληθινό.
Τότε το πλήθος εξαγριώθηκε και θα τον σκότωνε λιντζάροντάς τον την ώρα εκείνη
αν δε το εμπόδιζε ο δικαστής με τους στρατιώτες του. Τελικά ο δικαστής
γυρνώντας στο πλήθος τους είπε: “Η αμαρτία του ας είναι στις ψυχές σας και όπως
θέλετε κάντε με αυτόν”.
Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΥΡΑ: Με τα
χέρια δεμένα πίσω και με βαρειά αλυσίδα στο λαιμό, τον οδήγησαν, φτύνοντάς τον
και ραπίζοντάς τον, μέσα από την αγορά, για να τον κάψουν, με την κατηγορία ότι
βλασφήμησε τον νόμο του Ισλάμ και δεν δέχθηκε να αρνηθεί τον Χριστό. Κοντά στον
ναό της Αγίας Σοφίας συγκέντρωναν ξύλα για την πυρά. Ο ιερέας Πέτρος κατόρθωσε
να τον πλησιάσει και να τον ενισχύσει με λόγια πνευματικά. Ο Άγιος του ζήτησε
να προσεύχεται στον Χριστό να τον στερεώσει. Ο ιερέας μαζί με άλλους ιερείς και
πιστούς Χριστιανούς μαζεύτηκαν και προσεύχονταν με δάκρυα στον Κύριο να
στηρίξει τον μάρτυρα. Δίπλα στη στοίβα των ξύλων προσπαθούσαν ακόμη, για μια
τελευταία φορά, οι αγαρηνοί να μεταστρέψουν τον Άγιο με νέα ταξίματα. Εκείνος
όμως τους είπε: “Εγώ την πίστη μου δεν την αρνούμαι, ακόμα και χίλια βασανιστήρια
να μου κάνετε”. Έτρεξαν τότε να φέρουν από τα γύρω σπίτια κάρβουνα και δαδί για
να ανάψει γρηγορότερα η φωτιά, θεωρώντας ότι κάνουν έργο θεάρεστο! Έγδυσαν τον
Άγιο και τον άφησαν μόνο με το πουκάμισο. Τον έριξαν στη φωτιά και τον τράβηξαν
αμέσως πίσω μήπως και αλλάξει γνώμη. Ο Άγιος αντίθετα με περισσότερη πίστη
ομολογούσε τον Χριστό. Το έκαναν και δεύτερη φορά, χωρίς αποτέλεσμα, οπότε τον
έριξαν μέσα στη φωτιά οριστικά. Εκεί, πεσμένος ανάσκελα, κοιτούσε προς την
ανατολή. Όταν κάηκαν τα δεσμά των χεριών του, σήκωσε το δεξί του χέρι, έκανε το
σημείο του σταυρού και είπε: “Κύριε Ιησού Χριστέ, εις χείρας Σου παραδίδω το
πνεύμα μου”. Τότε ένας Τούρκος πήρε ένα μεγάλο ξύλο, τον χτύπησε στο κεφάλι και
τον θανάτωσε. Συγχρόνως, ένα σύννεφο εμφανίστηκε θαυμαστά στον ουρανό και
έβρεξε, πάνω στην πυρά! Οι Χριστιανοί δόξασαν τον Θεό ενώ οι Τούρκοι
ντροπιάστηκαν, ωστόσο κάποιοι κι από αυτούς τους τελευταίους ακόμη, δάκρυσαν.
ΤΟ ΑΓΙΟ
ΛΕΙΨΑΝΟ: Έπειτα οι
Χριστιανοί με τόλμη πήγαν στον δικαστή και ζήτησαν το λείψανο του Αγίου. Οι
Τούρκοι όμως φώναζαν και απειλούσαν πως θα έκαιγαν το λείψανο και τη στάχτη του
θα τη σκόρπιζαν. “Πηγαίνετε”, τους είπε ο δικαστής, “να τον θάψετε αλλά
προσπαθήστε με δώρα να πείσετε εκείνους που τον φυλάνε για να μη σας εμποδίσουν”.
Όμως, παρά τις παρακλήσεις και τα δώρα, αντί να μαλακώσουν εκείνοι γίνονταν
σκληρότεροι. Και αγρίευαν περισσότερο. Άναψαν τη φωτιά πάλι και έριχναν μέσα
πτώματα ζώων, ώστε να μην αναγνωρίζονται τα λείψανα του Αγίου μάρτυρος. Κι ενώ
όλα τα κουφάρια των ζώων καίγονταν, το Άγιο λείψανο έμενε σώο και ακέραιο.
Πεισματωμένος ο οθωμανικός όχλος απειλούσε πως την επόμενη μέρα θα προσπαθούσαν
πάλι, διότι στο μεταξύ νύχτωνε. Προσέθεταν δε πως αν ούτε τότε το λείψανο καεί
θα το έριχναν σ’ ένα λάκκο γεμάτο λάσπη. Τη νύχτα ωστόσο, κάποιος Χριστιανός,
με τη βοήθεια του Θεού, χωρίς να τον δουν, πήρε το Άγιο λείψανο και το πήγε
στην κεντρική εκκλησία. Έτσι την άλλη μέρα. με την άδεια του δικαστή, έθαψαν
τον πολύαθλο και θαυμαστό ομολογητή του Χριστού, με μεγάλη συμμετοχή κλήρου και
λαού, με τιμές, με ύμνους μαρτυρικούς και δοξολογίες στον Ι. Ναό της Αγίας
Μαρίνης της Σόφιας.
Ἀπολυτίκιο
[Ἦχος γ’.]: “Θείω Πνεύματι, ἀνακηρύξας,
τὴν τοῦ Κτίσαντος, οἰκονομίαν, ἀθλητικῶς ἠγωνίσω Γεώργιε καὶ τοῦ πυρὸς ἐνεγκῶν
τὴν κατάφλεξιν, καταδροσίζεις ἠμᾶς θείαις χάρισι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν
ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου