1821 - Σπυρίδων Τρικούπης:
Η πολυσχιδής
φυσιογνωμία της Επανάστασης
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873), πατέρας του
επτά φορές πρωθυπουργού και αναμορφωτού της Ελλάδας Χαρίλαου Τρικούπη
(1832-1896) ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα της Επανάστασης του 1821 και των
πρώτων δεκαετιών του Ελληνικού Κράτους. Υπήρξε πολιτικός, λογοτέχνης, ρήτορας, ιστοριογράφος και
διπλωμάτης. Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι και ήταν γόνος εύπορης οικογένειας
προεστών. Μετά την Ελλάδα συνέχισε τις σπουδές του πρώτα στη Ρώμη και μετά στο
Παρίσι, τις οποίες διέκοψε όταν εξερράγη η Επανάσταση. Με το θάνατο του πατέρα
του, το 1824, ανέλαβε πληρεξούσιος του Μεσολογγίου. Συνεργάστηκε με τον
Μαυροκορδάτο και παντρεύτηκε την αδελφή του Αικατερίνη. Ως εκ του δεσμού του με
τον Φαναριώτη πολιτικό ο Σπ. Τρικούπης προσκολλήθηκε στο Αγγλικό Κόμμα.
Ως ρήτορας ανέλαβε να εκφωνήσει τον επικήδειο λόγο στον Λόρδο Βύρωνα, ο οποίος έκαμε μεγάλη εντύπωση και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Οι πρώτοι «Λόγοι» του εκδόθηκαν το 1829. Η κύρια βεβαίως ενασχόλησή του ήταν η πολιτική και στη συνέχεια η διπλωματία. Όμως στους Έλληνες έμεινε κυρίως η «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», που έγραψε στο Λονδίνο μεταξύ των ετών 1853 και 1857, όταν ήταν εκεί πρέσβης της Ελλάδος. Σημειώνεται ότι ο Σπ. Τρικούπης διετέλεσε πρέσβης της Ελλάδος στο Λονδίνο δεκαοκτώ συνολικά χρόνια: Από το 1834 έως το 1837, από το 1841 έως το 1843 και από το 1849 έως το 1862.
Ο Σπ. Τρικούπης
στην αρχή συνεργάστηκε με τον Καποδίστρια. Όταν αυτός ανέλαβε Κυβερνήτης της
Ελλάδος τον διόρισε πρωθυπουργό του και υπουργό των Εξωτερικών, όπως επίσης τον
διόρισε προεδρεύοντα στην Επιτροπή για την επίλυση του εκκλησιαστικού θέματος.
Όμως ο Σπ. Τρικούπης σύντομα παραιτήθηκε από όλες τις θέσεις, εντάχθηκε στην υπό
τους Μαυροκορδάτο και Κωλέττη αντιπολίτευση στον Κυβερνήτη και μαζί τους τον
πολέμησε. Η δικαιολογία ήταν ότι θα έπρεπε αμέσως και πριν ορθοποδήσει το
Ελληνικό κράτος και αποκτήσει θεσμούς και ομαλότητα, να εφαρμόσει ο
Καποδίστριας πλήρεις δημοκρατικές διαδικασίες και παράλληλα να δεχθεί τα
προνόμια και τα συμφέροντα των προεστών... Όμως στη συνέχεια λησμόνησαν τις
δημοκρατικές διαδικασίες και υπηρέτησαν την απόλυτη μοναρχία της Αντιβασιλείας
και της βασιλείας του Όθωνα... Ο Σπ. Τρικούπης συγκεκριμένα κατά την οθωνική
περίοδο ορίστηκε πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Παιδείας
και Θρησκευμάτων. Επίσης από το 1844 έως το 1849 ήταν αντιπρόεδρος της
Γερουσίας.
Η ένταξη
του Τρικούπη στο Αγγλικό Κόμμα είχε ασφαλώς επίπτωση στην κρίση του ως
προς τα πρόσωπα που περιέγραψε στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως». Όμως
αυτή είναι καλογραμμένη και ο ίδιος στα «προλεγόμενά» του εξηγεί την άποψή του
και γιατί κατέληξε να γράψει ιστορία των συγχρόνων του. Στην αρχή φέρει το
παράδειγμα του Θουκυδίδη. Γράφει σχετικά: « Ο Θουκυδίδης συνέγραψε όχι μόνον
την ιστορίαν του καιρού του, αλλά και των ανθρώπων μετά των οποίων επολιτεύθη
και επολέμησε και υπό των οποίων έπαθε και ηττήθη. Και όμως όλοι ομοφώνως
απέδωκαν εις αυτόν την επωνυμίαν του φιλοδικαίου ιστορικού, ως προτιμώντι την
αλήθειαν των συμπαθειών και αντιπαθειών του» (Σπ. Τρικούπη «Ιστορία της
Ελληνικής Επαναστάσεως» ΔΟΛ, Τόμος 1, Βιβλ. Πρώτο, Α΄ Μέρος, σελ. 7).
Έχει δίκαιο
πάντως ο Σπ. Τρικούπης στο ότι η συγγραφή της ιστορίας από σύγχρονο δεν μειονεκτεί
έναντι αυτής από μεταγενέστερο καθώς
έχει μείζονα σημασία η αναγραφή της αλήθειας. Και προσθέτει ότι ο σύγχρονος
έχει προσωπικές γνώσεις και εμπειρίες επί των συμβάντων, ενώ ο μεταγενέστερος
στηρίζεται στα όσα βρήκε έγγραφα που σώθηκαν, ή από αυτά που άκουσε. Σημειώνει
σχετικά ο Τρικούπης: «Ποιος αγνοεί ότι τα έγγραφα αυτά, εξ αιτίας των
περιστάσεων, διηγούνται ως επί το πλείστον άλλ’ αντ’ άλλων, κάποτε εν γνώσει
και κάποτε εν αγνοία της αληθείας; Ποίας λοιπόν πίστεως αξία ημπορεί να θεωρηθή
ιστορία γραφείσα τοιουτοτρόπως, ό εστίν ανεξέλεγκτος, αναπόδεικτος και
ύποπτος;» (Αυτ. σελ. 8).
Ο Τρικούπης
θεωρείται εκ των οπαδών του Διαφωτισμού. Αυτός λοιπόν δίδει σαφή, αδιάψευστη
και αδιάσειστη περιγραφή της επιλογής της 25ης Μαρτίου ως ημέρας
ενάρξεως της Επανάστασης. Γράφει ο Σπ. Τρικούπης ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης
αποφάσισε κατ’ αρχήν να κατέβει στην Ελλάδα και έστειλε με ειδικούς ταχυδρόμους
μυστικά γράμματα στην Πελοπόννησο, στα νησιά και στην Στερεά Ελλάδα. Αυτοί
είχαν εντολή να προκηρύξουν ότι σύντομα θα έρθει στην Ελλάδα και να
προετοιμαστεί η κάθοδός του. Η σκέψη του ήταν να περάσει άγνωστος στην Τεργέστη
και εκεί να επιβιβαστεί σε ελληνικό πλοίο περί την 20ή Νοεμβρίου 1820 και
άγνωστος να καταπλεύσει στα παράλια της Μάνης, από όπου «εμελέτα ν’ αρχίση τα
ένοπλα κινήματά του την 25ην Μαρτίου, ημέραν του Ευαγγελισμού, ως
ευαγγελιζομένην την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους». (Αυτ. σελ. 39).
Στη συνέχεια ο
Τρικούπης εξηγεί γιατί ο Υψηλάντης ξεκίνησε την Επανάσταση νωρίτερα και όχι από
την Πελοπόννησο στις 25 Μαρτίου 1821, όπως είχε προγραμματίσει. Επείσθη να
μεταβεί στη Μολδοβλαχία και από εκεί να ξεκινήσει την Επανάσταση γιατί και οι
δύο αυτές ηγεμονίες «εθεωρούντο ως άλλη Ελλάς, οι ηγεμόνες και αυλικοί ήσαν
Έλληνες και ο λαός ως ομόδοξος ήτο πρόθυμος να συναγωνισθή τον υπέρ πίστεως
αγώνα» (Αυτ. σελ. 39). Τον βεβαίωσαν επίσης ότι θα ταχθούν στο πλευρό του οι
Βούλγαροι και οι Σέρβοι ως ομόδοξοι και υπηρετούντες στη φρουρά των Ελλήνων
ηγεμόνων. Ο Υψηλάντης εκ των πραγμάτων απεδείχθη ότι πείσθηκε λανθασμένα να
ξεκινήσει την Επανάσταση από τις παραδουνάβιες χώρες. Πάντως δεν είχε αποστεί
του σχεδίου του να κατέβει στη συνέχεια στην Πελοπόννησο.
Στο να αλλάξουν
τα σχέδιά του συνέβαλε επίσης το γεγονός ότι οι ταχυδρόμοι που έστειλε στην
Πελοπόννησο συνελήφθησαν, εφονεύθησαν και τα γράμματα του έπεσαν στα χέρια των
οθωμανών. Έμαθε επίσης ότι ο Πελοποννήσιος Ασημάκης Θεοδώρου πρόδωσε την ύπαρξη
και δράση της Φιλικής Εταιρείας στον Σουλτάνο και ένας Διόδος από την Επτάνησο
πρόδωσε την Εταιρεία στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Εκείνος που πέτυχε να φτάσει
στον προορισμό του, στην Πελοπόννησο, ως απεσταλμένος του ηγέτη της
Επανάστασης, ήταν ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος, ο Παπαφλέσσας,
Ενέργειες επιπόλαιες ανδρών του Υψηλάντη σε
βάρος Τούρκων της Μολδοβλαχίας επιτάχυναν επίσης την έναρξη της Επανάστασης.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1821 εξέδωσε τη γνωστή Προκήρυξη και στις 28 εν όψει της
εκστρατείας του στη Βλαχία διέταξε και εψάλη δοξολογία, στην οποία παρέστη ο
στρατός, ο ίδιος ως αρχιστράτηγος και ο Μητροπολίτης, που τον έζωσε τη σπάθη
και ευλόγησε τη σημαία του. Αυτή έφερε το σημείο του Σταυρού, τα ομοιώματα των
αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και το «εν τούτω νίκα», στο πλάϊ δε τον φοίνικα
και το «εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι». Ακολουθούν τα γνωστά συμβάντα εις
Κωνσταντινούπολη, Μολδοβλαχία και Ελληνικό χώρο, που περιγράφει ο
Τρικούπης.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου