Aπό την ραδιοφωνική εκπομπή «Εν τω Φωτί σου οψόμεθα Φως».
Αποσπάσματα του εξαιρετικού βιβλίου με τίτλο ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ «ΩΦΕΛΙΜΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ». Έκδοση της Ιεράς Μονής Αγίου Ιλαρίωνος Προμάχων Αριδαίας τη
επιμελεία του Ιερομονάχου Παϊσίου. Επιμέλεια παρουσίαση : Νώντας Σκοπετέας.
Ο Λαϊκός Ασκητής.
Κάποτε στο Άγιον Όρος εργάζονταν ένας λαϊκός με το
παιδί του για αρκετά χρόνια. Αργότερα βρέθηκε μια καλή δουλειά στην πατρίδα
τους και ο πατέρας θέλησε να πάρει και το παιδί του να είναι όλη η οικογένεια
κοντά του. Ο γιος του όμως δεν θέλησε να ακολουθήσει τον πατέρα του στον κόσμο,
γιατί είχε συγκινηθεί από την ασκητική ζωή των πατέρων. Είχε υπόψιν του και την
κοσμική ζωή με το άγχος. Δεν τον ακολούθησε. Μάλιστα του είπε και το εξής: αφού
έχεις και άλλα παιδιά πατέρα, άφησε και ένα στο Περιβόλι της Παναγίας. Και
τελικά τον άφησε.
Το παλληκάρι αυτό όμως
ήτο πολύ ευαίσθητο, φιλότιμο, με πολλή απλότητα αλλά και αγράμματο. Αισθάνονταν
τον εαυτόν του πολύ ανάξιο για να γίνει μοναχός αλλά και νόμιζε ότι δεν θα
μπορέσει να ανταποκριθεί στα μοναχικά του καθήκοντα, ενώ στην ουσία έκανε μεγάλη
άσκηση όπως θα ιδούμε και πιο κάτω.
Είχε βρει λοιπόν μια μικρή καλύβα που έμεναν παλαιά
ζώα, χωρίς πόρτα και παράθυρα τα οποία έκλεισε με πέτρες και φτέρες, δηλαδή την
πόρτα και το παράθυρο, και άφησε μία μικρή στρογγυλή τρύπα για να μπαίνει
στριμωχτά και να την κλείνει την τρύπα με ένα κουρελιασμένο παλτό που είχε βρει
εκεί πεταγμένο από χρόνια. Οι φωλιές των πουλιών φυσικά ήταν ανώτερες από την
φωλιά του αλλά και τα γιατάχια των ζώων πάλι ήταν καλύτερα από το δικό του.
Αλλά την χαρά όμως που είχε αυτή η ψυχή δεν την έχουν αυτοί που ζούνε σε
πλούσια παλάτια, γιατί αυτός αγωνίζονταν για τον Χριστό και ο Χριστός ήτο κοντά
του, όχι μόνο στην καλύβα του αλλά και μέσα στο πνευματικό του σπίτι, στο σώμα
του, στην καρδιά του. Και ζούσε μέσα στον Παράδεισο.
Φυσικά, για την πνευματική του ζωή μόνον ο Θεός
γνωρίζει γιατί ζούσε απλά και αθόρυβα, στην αφάνεια. Μόνο από ένα περιστατικό
που έγινε γνωστό, από αυτό πολλά θα καταλάβει κανείς.
Από τη φωλιά του λοιπόν έβγαινε κατά καιρούς, περνούσε
από κανένα κελλί που είχαν εργασίες εξωτερικές στους κήπους, βοηθούσε λίγο και
έπαιρνε λίγο παξιμάδι και λίγες ελιές. Εάν δεν τον άφηναν να εργαστεί δεν
δέχονταν ευλογίες. Έπρεπε να τις πληρώσει με την εργασία του διπλά.
Επειδή ήτο αγράμματος, όπως ανέφερα, πέρασε από ένα
Μοναστήρι μια φορά να ρωτήσει πότε αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή, αν και για αυτόν
όλος ο χρόνος σχεδόν ήταν Μεγάλη Σαρακοστή. Αφού του είπαν ποια μέρα, πήγε και
κλείστηκε στην φωλιά του. Ενώ είχαν περάσει μήνες δεν κατάλαβε πότε πέρασαν.
Βγαίνει λοιπόν και πηγαίνει σε ένα Μοναστήρι να δει τι γίνεται. Παρακολούθησε
την Ακολουθία, κοινώνησε μετά την Θεία Λειτουργία και εν συνεχεία πήγαν στην
τράπεζα. Είδε στην τράπεζα κόκκινα αυγά γιατί ήταν απόδοσις του Πάσχα.
Παραξενεύτηκε και ρώτησε έναν αδελφό. Καλά, ήρθε το Πάσχα; Του απαντά ο
αδελφός. Τι Πάσχα ρωτάς; Αύριο είναι της Αναλήψεως.
Με τέτοιο τρόπο αγωνίζονταν μέχρι την ώρα του θανάτου
του. Τον βρήκε νεκρό ένας κυνηγός μετά από δυο μήνες και ειδοποίησαν την
αστυνομία και τον γιατρό, ο οποίος μου είπε όχι μόνο δεν μύριζε το πτώμα του,
αλλά αντιθέτως είχε μία ευχάριστη μυρωδιά.
Ο Πιστός Χριστιανός και Καλός Οικογενειάρχης.
Κάποτε που είχα φιλοξενηθεί στην Αθήνα σε έναν φίλο
μου, με παρεκάλεσε να δεχθώ έναν οικογενειάρχη πριν φωτίσει γιατί άλλη ώρα δεν
ευκαιρούσε. Ήρθε λοιπόν χαρούμενος και συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό. Είχε δε
πολλή ταπείνωση και απλότητα και με παρακαλούσε να εύχομαι για την οικογένειά
του.
Ο αδελφός αυτός ήταν γύρω στα 38 και είχε 7 παιδιά.
Δύο το ανδρόγυνο και άλλοι δυο οι γονείς του, εν όλω 11 ψυχές. Έμεναν όλοι σε
ένα δωμάτιο. Μου έλεγε δε με την απλότητά του: Όρθιους μας χωράει το δωμάτιο
αλλά όταν ξαπλώνουμε δεν μας παίρνει. Λίγο στενόχωρα. Δόξα τω Θεώ. Τώρα κάναμε
ένα υπόστεγο για κουζίνα και βολευτήκαμε. Εμείς έχουμε και στέγη πάτερ μου ενώ
άλλοι.. Ενώ άλλοι μένουν στην ύπαιθρο.
Η εργασία του ήταν σιδερωτής και ενώ έμενε στην Αθήνα
έφευγε πριν φωτίσει για να βρεθεί στον Πειραιά. Εκεί εργαζόταν. Από την
ορθοστασία και τις πολλές υπερωρίες τα πόδια του είχαν κιρσούς και τον
ενοχλούσαν, αλλά η πολλή αγάπη του προς την οικογένειά του τον έκανε να ξεχνάει
τους πόνους και τις ενοχλήσεις. Ελεεινολογούσε μάλιστα τον εαυτό του συνέχεια
και έλεγε ότι δεν έχει ούτε αγάπη, γιατί δεν κάνει καλοσύνες σαν Χριστιανός και
επαινούσε την γυναίκα του ότι εκείνη κάνει καλοσύνες, διότι εκτός από τα παιδιά
και τους γέρους που φροντίζει, πηγαίνει και παίρνει τα ρούχα από τους γέρους
της γειτονιάς, τους πλένει και τους συγυρίζει και τα σπίτια, τους φτιάχνει και
καμιά σούπα.
Έβλεπε κανείς στο πρόσωπο του καλού αυτού
οικογενειάρχη ζωγραφισμένη την Θεία Χάρη. Ήτο γεμάτος χαρά και το δωμάτιό του
γεμάτο από παραδεισένια χαρά. Ενώ αυτοί που δεν έχουν μέσα τους τον Χριστό
είναι γεμάτοι από άγχος. Και δύο άνθρωποι να είναι δεν χωράνε μέσα σε 11
δωμάτια. Ενώ αυτοί οι 11 άνθρωποι με τον Χριστό, χωρούσαν μέσα σε 1 δωμάτιο.
Ο Δια Χριστόν Κλέφτης.
Κάποτε με επισκέφτηκε ένας νεαρός πρωί-πρωί και
χτυπούσε το σιδεράκι. Έριξα μια ματιά να δω ποιος είναι γιατί δεν ήταν η ώρα να
ανοίξω. Όταν είδα έναν νέο με φωτεινό πρόσωπο κατάλαβα ότι έχει πνευματικά
ενδιαφέροντα και διέκοψα διότι ήμουν απασχολημένος. Του πρόσφερα ένα νερό και
με τρόπο τον ρωτούσα να μάθω γύρω από την ζωή του γιατί είχε πνευματικό
περιεχόμενο και μου άνοιξε απλά την καρδιά του.
Εγώ πάτερ μου τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα
πέρασα στις φυλακές. Τώρα είμαι 26 χρονών.
Τον ρωτάω. Καλά, τί έκανες παλληκάρι;
Και άρχισε να μου διηγείται. Από μικρός που ήμουν
πονούσα όταν έβλεπα δυστυχισμένους και τους ήξερα όλους, όχι μόνο της ενορίας
μας αλλά και από άλλες ενορίες. Ο παπάς της ενορίας μας επειδή συνέχεια μάζευε
χρήματα και έφτιαχνε κτήρια, αίθουσες, οι φτωχές οικογένειες είχαν ξεχαστεί.
Εγώ δεν κρίνω αν ήταν απαραίτητα αυτά που φτιάχνει ή όχι, αλλά έβλεπα να είναι
πολύ δυστυχισμένοι οι άνθρωποι. Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα χρήματα της
Εκκλησίας, αγόραζα τρόφιμα και τα άφηνα κρυφά έξω από τα φτωχά σπίτια και
αμέσως πήγαινα στην αστυνομία και τους έλεγα ότι εγώ έκλεψα τα χρήματα της
Εκκλησίας για να μην πιάσουν άλλον άδικα, χωρίς να τους πω τίποτε άλλο. Μετά,
με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι. «Αλήτη», «κλέφτη». Εγώ σιωπούσα και με
έκλειναν στην φυλακή. Αυτή η δουλειά γινόταν για χρόνια. Όλη η πόλη και άλλες
πόλεις με είχαν μάθει και αλήτη με ανέβαζαν, κλέφτη με κατέβαζαν. Εγώ σιωπούσα
και αισθανόμουνα καλά. Κάποτε μάλιστα με είχαν κλείσει τρία ολόκληρα χρόνια
στην φυλακή. Άλλες φορές με έκλειναν και όταν έπιαναν τον ένοχο με άφηναν. Έτσι
πέρασα όλα αυτά τα χρόνια. Γι’ αυτό σου είπα πάτερ μου ότι τα περισσότερα
χρόνια της ζωής μου τα έκανα σε φυλακές.
Αφού τον άκουσα με προσοχή του είπα να μην το
επαναλάβει αυτό που κάνει όσο καλό κι αν φαίνεται. Να πάει σε άλλη πόλη άγνωστη
να βρει μια εργασία., γνώριζε και από υδραυλικά, για να βοηθάει όσο μπορεί και
από το υστέρημά του. Αυτό έχει και μεγαλύτερη αξία. Και όταν δεν έχει καθόλου
να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κανείς κάνει ανώτερη
ελεημοσύνη διότι κάνει ελεημοσύνη με αίμα της καρδιάς. Διότι αν είχε κάτι και
έδινε θα αισθανόταν και χαρά, ενώ όταν δεν έχει να δώσει αισθάνεται πόνο στην
καρδιά.
Έφυγε μετά χαρούμενος και μου υποσχέθηκε ότι θα
ακούσει την συμβουλή μου. Πέρασαν λοιπόν από τότε που έφυγε 7 μήνες και μου
γράφει από τις φυλακές του Κορυδαλλού και παραξενεύτηκα. Ανοίγω και διαβάζω το
γράμμα του και μου έλεγε τα εξής:
Ασφαλώς πάτερ μου θα απορήσεις μετά από τόσες
συμβουλές σου και μετά από τις υποσχέσεις που σου έδωσα, να σου γράφω πάλι από
την φυλακή. Μάθε ότι αυτήν την φορά υπηρετώ μία φυλάκιση την οποία είχα
υπηρετήσει. Κάτι λάθος έγινε. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη και
έτσι δεν χάνουν οι πνευματικοί άνθρωποι τον ουράνιο μισθό.
Όταν διάβασα αυτά θαύμασα τον νεαρό. Πόσο στα ζεστά
πήρε την πνευματική ζωή και πως συνέλαβε τόσο βαθειά το βαθύτερο νόημα της
ζωής. Είπα μετά με τον λογισμό μου, τους μεν μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν
τους κλείνουν ούτε μια φορά στην φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο και από δύο φορές
για την ίδια ποινή.
Απομαγνητοφώνηση Φαίη για το ΑΒΕΡΩΦ.
Πηγή
Βίντεο ΣτεφαΝία ΣτέΦη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου