Παραβίασαν και τις πέντε κόκκινες γραμμές
Παύλος
Παπαδόπουλος
Η
καρδιά της Μακεδονίας είναι ελληνική, όσο κι αν σε διάφορες εποχές κατοικήθηκε
και από άλλους λαούς. Βόρεια της ελληνικής Μακεδονίας, περιοχή όπου κατοικείται
από Σλάβους και Αλβανούς, δημιουργήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα το ιδεολόγημα
του μακεδονισμού, της Μεγάλης Μακεδονίας.
Αυτό ακριβώς το ιδεολόγημα φαίνεται
ότι προάγει η συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων για μια Βόρεια Μακεδονία με μακεδονική
εθνότητα και μακεδονική γλώσσα, υπογραμμίζουν κορυφαίοι πολιτικοί όπως ο
Αντώνης Σαμαράς, ο Κώστας Καραμανλής, ο Ευάγγελος Βενιζέλος και η Ντόρα
Μπακογιάννη, ο καθένας ασφαλώς με αποχρώσεις και διαφοροποιήσεις. Πρόκειται για
την πρώτη, για την κυριότερη κόκκινη γραμμή που καμία κυβέρνηση δεν έπρεπε ποτέ
να παραβεί.
Και
εξηγούμαστε: Παρά τις διαβεβαιώσεις και τις διαρροές του πρωθυπουργικού
περιβάλλοντος και του ΥΠΕΞ, η εθνότητα και η γλώσσα αναφέρεται στη συμφωνία ως
«Μακεδονική» (άρθρο 7) κι αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί πρακτικά
σημαίνει ότι το ιδεολόγημα του 19ου αιώνα που επιζεί στα Σκόπια έως σήμερα για
μια μεγάλη, πολυεθνική και ενιαία Μακεδονία θα αρχίσει να παίρνει σάρκα και
οστά αμέσως μετά την αναγνώριση από την Ελλάδα μιας Βόρειας Μακεδονίας. Η
ελληνική αναγνώριση έχει τεράστια σημασία, ακριβώς γιατί η ελληνική Μακεδονία
βρίσκεται στην Ελλάδα. Επομένως, η ελληνική αναγνώριση ή μη μακεδονικής
εθνότητας και γλώσσας έχει τη μέγιστη βαρύτητα για την εδραίωση ή τη ματαίωση
του μακεδονισμού. Με τη συμφωνία αυτή, δηλαδή με τη σφραγίδα της Ελλάδας, μια
«Βόρεια Μακεδονία» με εθνότητα και γλώσσα μακεδονική μπορεί να ισχυριστεί ότι
αποτελεί την καρδιά μιας σύγχρονης Μακεδονίας που περιλαμβάνει άλλες γλώσσες
και άλλους λαούς και φτάνει έως το Αιγαίο.
Οι
κρίσιμες αυτές όψεις ασφαλώς λαμβάνονται σοβαρά υπόψη τόσο από τον Κώστα
Σημίτη, όσο και από τον Γιώργο Παπανδρέου που επί της αρχής έχουν ταχθεί υπέρ
της επίλυσης. Ο κ. Σημίτης έχει αποφύγει να τοποθετηθεί δημόσια μέχρι στιγμής,
μη θέλοντας να δημιουργήσει προβλήματα στο Κίνημα Αλλαγής, ενώ ο κ. Παπανδρέου
χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «αφετηρία» και επεσήμανε την ανάγκη να αποδοθεί
μεγαλύτερη προσοχή στο ζήτημα της εθνότητας και της γλώσσας. Οσοι υποτιμούν τα
Σκόπια ισχυριζόμενοι ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε ένα αδύναμο κράτος,
παραγνωρίζουν την τάση των αδύναμων κρατών να μετατρέπονται σε όργανα στα χέρια
κρατών ισχυρότερων που θέλουν να προκαλέσουν ευρύτερες γεωπολιτικές
ανακατατάξεις. Αλλωστε, ο γεωπολιτικός χρόνος είναι πολύ μεγαλύτερος του
βιολογικού κι αυτό οι κυβερνήσεις πρέπει να το λαμβάνουν υπόψη.
Δήλωση στον ΟΗΕ
Το
πρωθυπουργικό επιχείρημα ότι δήθεν η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει τη μακεδονική
γλώσσα από το 1977 στον ΟΗΕ είναι λανθασμένο. Το 1977 η Γιουγκοσλαβία κατέθεσε
στον ΟΗΕ έγγραφο γλωσσικού αυτοπροσδιορισμού που δεν χρειαζόταν έγκριση από τα
άλλα κράτη-μέλη. Από τότε μέχρι σήμερα, κάθε δύο χρόνια όπως είθισται, η Ελλάδα
καταθέτει δήλωση στον ΟΗΕ ότι δεν αναγνωρίζει τη μακεδονική γλώσσα. Η τελευταία
δήλωση κατατέθηκε από το ΥΠΕΞ το 2017 επί υπουργίας Νίκου Κοτζιά! Κατά
συνέπεια, έχουμε μια πρωτοφανή υποχώρηση από τις εθνικές θέσεις, αλλά και μια
εθνική ομολογία ότι επί 40 χρόνια η Ελλάδα επέμενε σε κάτι που σήμερα
εγκαταλείπει. Τέλος, η ελληνική επικύρωση μακεδονικής γλώσσας και μακεδονικής
εθνότητας ανοίγει τον δρόμο για την ίδρυση Στέγης Μακεδονικού Πολιτισμού όχι
μόνο στη Φλώρινα, αλλά και στην Εδεσσα, στην Καστοριά και στη Θεσσαλονίκη.
Οι
διαιρέσεις στην ελληνική Μακεδονία έχουν υποχωρήσει μόλις τα τελευταία 50
χρόνια, μετά την εδραίωση του ελληνικού στοιχείου που μετακινήθηκε από τον
Εύξεινο Πόντο και τη Μικρά Ασία. Η συμφωνία αυτή επιστρέφει τη Μακεδονία σε
εποχή αμφισβητήσεων και κοινωνικών και εθνικών κραδασμών και αναταράξεων. Για
τους παραπάνω λόγους, όπως λέει συνομιλητής του προέδρου της Ν.Δ. που δεν
φημίζεται για τις υπερβολές του, «έχει ξεπεράσει τη φαντασία των πάντων ότι η
Ελλάδα δέχθηκε μακεδονική εθνότητα και γλώσσα».
Τέλος,
το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να εμφανίσει ως «επιτυχία» την αναγνώριση στη
συμφωνία της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς στη Μακεδονία. Ομως, όπως
διαβεβαιώνουν έμπειροι διπλωμάτες, τα Σκόπια πάντοτε αναγνώριζαν την αρχαία
ελληνική κληρονομιά στη Μακεδονία. Εκείνο που δεν αναγνώριζαν ήταν τον ελληνικό
χαρακτήρα της Μακεδονίας και αυτό κάνουν και σήμερα κατοχυρώνοντας για
λογαριασμό τους γλώσσα και εθνότητα μακεδονική.
Ελληνικός αλυτρωτισμός, εγκατάλειψη
του erga omnes
Η
δεύτερη εθνική κόκκινη γραμμή που παραβίασε η κυβέρνηση είναι η αποδοχή ύπαρξης
ελληνικού αλυτρωτισμού, εφόσον η συμφωνία επιβάλλει και στις δύο χώρες να μην
προβαίνουν σε ενέργειες αλυτρωτισμού (άρθρο 8). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν
η συμφωνία επικυρωθεί και εφαρμοστεί, τότε η δήλωση «η Μακεδονία είναι
ελληνική» θα πρέπει να απαγορευτεί, διότι μπορεί να θεωρείται πρωτοβουλία
αλυτρωτισμού και να καταδικάζεται. Δεχόμαστε, άρα, ότι η Μακεδονία δεν είναι
μόνο ελληνική, επικυρώνουμε δηλαδή το ιδεολόγημα του μακεδονισμού ατόφιο και
αυτούσιο, το οποίο φυσικά συνδέεται με την εξέγερση του Ιλιντεν το 1903 όταν
ετέθη πρώτη φορά το όραμα της Μεγάλης Μακεδονίας που φτάνει ώς το Αιγαίο. «Εκεί
που μας χρωστούσαν, μας πήραν και το βόδι», λέει βετεράνος πολιτικός, που δεν
μπορεί να κρύψει τον θυμό του για τα «εθνικά κατορθώματα» της κυβέρνησης.
Η
τρίτη κόκκινη γραμμή που παραβιάζεται από τη συμφωνία είναι η αποδυνάμωση και
κατ’ ουσίαν η εγκατάλειψη του erga omnes, αφού, παρά τις διαβεβαιώσεις, η
συμφωνία δεν το κατοχυρώνει. Στην εσωτερική έννομη τάξη, η ΠΓΔΜ θα εξακολουθεί
να ονομάζεται «Μακεδονία» μέχρι να τελεσφορήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις
με την Ε.Ε. (δηλαδή σε 10-15 χρόνια). Μέχρι τότε το όνομα «Μακεδονία» θα χρησιμοποιείται
χωρίς κανένα πρόβλημα και προφανώς θα έχει εγκαθιδρυθεί πλήρως. Κι αυτό δεν
είναι παρά ακόμα μία επιτυχία των Σκοπίων στη διαπραγμάτευση, που αχρηστεύει το
erga omnes. Το γεγονός ότι στους διεθνείς οργανισμούς και στις διμερείς σχέσεις
με άλλες χώρες τα Σκόπια θα ονομάζονται «Βόρεια Μακεδονία» δεν αποτελεί
«ελληνική επιτυχία». Γνώστες των διαπραγματεύσεων διαχρονικά διαβεβαιώνουν την
«Κ» ότι για την αλλαγή του ονόματος στους διεθνείς οργανισμούς συμφωνούσαν
εύκολα όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις των Σκοπίων (άλλωστε τώρα ονομάζονται
με την προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ).
Η
τέταρτη κόκκινη γραμμή είναι ότι τα πολύτιμα ανταλλάγματα της ένταξης στην Ε.Ε.
και στο ΝΑΤΟ τα προσφέραμε χωρίς ουσιαστικά κανένα αντάλλαγμα. Οι ενταξιακές
διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. και η πρόσκληση συμμετοχής στο ΝΑΤΟ θα προχωρήσουν
χωρίς να ερωτηθούν ούτε ο ελληνικός λαός ούτε το ελληνικό Κοινοβούλιο που θα
κληθεί απλώς να επικυρώσει κατόπιν εορτής όλα όσα θα έχουν δρομολογηθεί.
«Πρόκειται ουσιαστικά για μια παγίδα που η ίδια η Ελλάδα έστησε στον εαυτό
της», λένε οι ίδιες πηγές. Η πέμπτη κόκκινη γραμμή, αλλά όχι και αυτή με τη
μικρότερη σημασία, είναι η πλήρης αδιαφορία που αποτυπώνεται στη συμφωνία για
τα ελληνικά εμπορικά σήματα. Εκατοντάδες ελληνικά μακεδονικά προϊόντα θα βρεθούν
σε μια «γκρίζα ζώνη» και αντί να προσδιοριστούν τα δικαιώματα στο πλαίσιο της
Ε.Ε. (όπως είχε προνοήσει και απαιτήσει η κυρία Μπακογιάννη το 2008), θα πρέπει
τώρα να συζητηθούν και να αποφασιστούν από διμερή επιτροπή, κάτι που σημαίνει
στην πράξη ότι όλα θα ξεκινήσουν από μηδενική βάση. Πέντε μεγάλες εθνικές
κόκκινες γραμμές, κατά συνέπεια, παραβίασε με τη συμφωνία η κυβέρνηση Τσίπρα
και γι’ αυτό τον λόγο τόσο ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και σχεδόν όλοι οι
πολιτικοί με γνώση του θέματος σε όλα τα κόμματα δεν προτίθενται να την
αποδεχθούν, οδηγώντας την κυβέρνηση σε πλήρη κοινοβουλευτική και λαϊκή
απομόνωση.
Μακεδονία, 2050
Η
Ελλάδα του 2050 απέχει από σήμερα όσο περίπου απέχει και η Ελλάδα του 1990. Η
ελληνική θέση στα Βαλκάνια προφανώς δεν θα αλλάξει σε δύο-τρία χρόνια από μια
συμφωνία όπως αυτή που επαίρεται η κυβέρνηση ότι «επέτυχε». Ομως, η Ελλάδα και
τα Βαλκάνια του 2050 προφανώς επηρεάζονται από τη σημερινή αναγνώριση «Βόρειας
Μακεδονίας» με εθνότητα και γλώσσα μακεδονική.
Οσοι
οραματίζονται και απεργάζονται αλλαγή συνόρων στα Βαλκάνια, τώρα ή στο μέλλον,
θα μπορούν να εκμεταλλευθούν το ιδεολόγημα του μακεδονισμού για να φέρουν σε
σύγκρουση τις «δύο Μακεδονίες» ή, αντιθέτως, για να προωθήσουν την ιδέα μιας
ενιαίας Μακεδονίας, ενός ομόσπονδου κράτους, ενός κράτους όπως εκείνο που θα
μπορούσε να είναι η Κύπρος, ή όπως είναι το Βέλγιο. Δεν είναι αμελητέα η
πιθανότητα να εμπεδωθεί σταδιακά η ιδέα μιας εθνικής ταυτότητας μακεδονικής,
διακριτής και παράλληλης με την ελληνική, που δυνητικά θα μπορεί να αποτελέσει
την «πρώτη ύλη» για την ίδρυση πολυεθνικού έθνους-κράτους. Στόχος ενός τέτοιου
σχεδίου θα ήταν η αποδυνάμωση και διάσπαση της Ελλάδας στο πλαίσιο της
αναδιάταξης του μεταπολεμικού δυτικού κόσμου που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Γι’
αυτό, όπως λένε οι οξυδερκείς μελετητές των γεωπολιτικών εξελίξεων, η συμφωνία
που παρουσιάστηκε είναι επικίνδυνη και θα πρέπει να αποσυρθεί.
kathimerini.gr18.06.2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου