ΑΠΟ
ΤΟ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Ο Όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης και ο Όσιος Ιωάσαφ (20 Απριλίου)
[Κτήτορες
της Ι. Μ. Μεγάλου Μετεώρου]
Ο
Όσιος Αθανάσιος (το βαπτιστικό του όνομα ήταν Ανδρόνικος) γεννήθηκε στην Υπάτη
το 1310 από πλούσιους και επιφανείς γονείς. Μικρός έμεινε ορφανός, ενώ αργότερα
διέφυγε από την αιχμαλωσία των Φράγκων στην Υπάτη. Υπεύθυνος για την ανατροφή
του ήταν ο μεγαλύτερός του αδελφός, αρχικά, και αργότερα ο θείος του που ήταν
αξιωματούχος στη Θεσσαλονίκη.
Είχε μορφωθεί από μικρός στα εκκλησιαστικά
γράμματα, ενώ αργότερα πήρε και κοσμική – εγκύκλια μόρφωση σε ονομαστές σχολές
της Θεσσαλονίκης. Δυο έτη αργότερα έκανε την πρώτη του, ανεπιτυχή όμως,
προσπάθεια να γίνει μοναχός στο Αγιο Όρος. Οι πατέρες όμως δεν τον δέχτηκαν
επειδή ήταν ακόμη ανήλικος. Τα επόμενα έτη γνωρίστηκε με σπουδαίους Αγιους
Πατέρες της εποχής, όπως τον Γρηγόριο Σιναΐτη, τον Δανιήλ τον Ησυχαστή, τον
μετέπειτα πατριάρχη Κων/λεως Ισίδωρο, τον Ακίνδυνο, που δεν είχε ακόμα πλανηθεί
σε αιρέσεις και άλλους. Το κρίσιμο στάδιο επιλογής του μοναχικού δρόμου
διαδραματίστηκε για τον Αγιο στην Κρήτη. Μετά την οριστική επιλογή της
ασκητικής πορείας στη ζωή του, επέστρεψε στον Αθω όπου έγινε ακόλουθος και
διακονητής των ονομαστών ασκητών Γρηγορίου και Μωυσή στη Μηλιά του Αγίου Όρους.
Τριακονταετής ο όσιος δέχτηκε την κουρά από τον Γρηγόριο με το νέο του όνομα
Αντώνιος. Λίγους μήνες αργότερα ο ίδιος πνευματικός πατέρας τον έντυσε με το
μοναχικό σχήμα και τον επονόμασε Αθανάσιο. Εκεί έζησε για αρκετά μεγάλο χρονικό
διάστημα με άσκηση, αγρυπνίες, νηστεία, υπακοή, διακονώντας πάντα ταπεινά τους
δύο γέροντες πατέρες. Εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών, που ενοχλούσαν εκείνη
την εποχή το Αγιο Όρος, αποφάσισαν να χωριστούν. Ο Μωυσής πήγε στην Ι. Μ.
Ιβήρων, ενώ ο Γρηγόριος με τον Αθανάσιο πήγαν στη Βέροια, όπου ο επίσκοπος
Σερβίων Ιάκωβος τους πληροφόρησε ότι στους Σταγούς (Καλαμπάκα) βρίσκονταν
κάποιοι πανύψηλοι λίθοι (Μετέωρα), κατάλληλοι για αναχωρητές. Ο γέροντας
Γρηγόριος πρότεινε στον Αθανάσιο να μονάσουν εκεί. Ανέβηκαν λοιπόν σε κάποιον
απ’ αυτούς τους βράχους. Όμως, σύντομα, ο Γρηγόριος, βλέποντας την αγριότητα
της περιοχής, θέλησε να επιστρέψουν, αλλά ο Αθανάσιος τον καθησύχασε
υποσχόμενος ότι δεν θα στερηθούν ποτέ τις αναγκαίες τροφές (άρτο, λάδι, κρασί).
Έτσι ο γέροντας δέχτηκε να παραμείνουν. Λίγο αργότερα, κι ενώ η φήμη των δύο ασκητών
απλώθηκε παντού, άρχισε καθημερινά να συρρέει πλήθος πιστών έχοντας επιθυμία να
συνομιλήσουν με τους ασκητές για πνευματικά θέματα και να πάρουν ευλογία
φέρνοντας μαζί τους όλα τα αναγκαία για την τροφή των πατέρων. Κι ενώ η
αδελφότητα μεγάλωνε με την είσοδο σ’ αυτή και άλλων μοναχών, από τις συχνές
επιδρομές των ληστών και από δαιμονικές επήρειες, ο Αθανάσιος κατάλαβε ότι ήρθε
η ώρα να ανεβεί σε κάποιο ψηλότερο και πιο απρόσιτο βράχο. Ζήτησε λοιπόν την
άδεια του γέροντά του για να μετοικήσει. Εκείνος του έδωσε την ευλογία του αλλά
του ζήτησε να πάρει και δυο αδελφούς μαζί του. Έτσι και έγινε, ο ένας μάλιστα
από τους δυο, ο Ιάκωβος, χειροτονήθηκε προηγουμένως ιερέας. Στο νέο τόπο
άσκησης, στο Μεγάλο Μετέωρο, ο Αθανάσιος οικοδόμησε Ναό στο όνομα της Θεοτόκου,
εντός του οποίου τελούσαν τις ιερές ακολουθίες. Στο Μεγάλο Μετέωρο κατέφθαναν
καθημερινά πολλοί πιστοί που τον παρακαλούσαν να μείνουν κοντά του. Εκείνος
όμως δέχτηκε λίγους και όρισε (θέσπισε) τους κανόνες για να πολιτεύονται οι
νέοι αλλά και οι παλαιότεροι συνασκητές του στη μοναχική τους ζωή. Ανήγειρε
έπειτα και Ναό αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού. Ο Αγιος
Τριαδικός Θεός αξίωσε το Σκεύος εκλογής Του, τον Όσιο Αθανάσιο, που άσκησε
παραδειγματικά την αρετή της ησυχίας, με το προορατικό χάρισμα και το χάρισμα
της θαυματουργίας. Την 20ή Απριλίου του 1382 ή του 1383, σε ηλικία εβδομήντα
ετών, μετά από σύντομη ασθένεια, εκοιμήθη εν ειρήνη.
«Στύλος
άσειστος, και στερρόν τείχος, και προπύργιον,
γενού
και σκέπη του σου ποιμνίου Σοφέ Αθανάσιε,
των
πρεσβειών σου σκεπάζων ταις πτέρυξι,
τους
εν αυτώ ασκουμένους εκάστοτε, Πάτερ Όσιε,
Χριστόν
τον Θεόν δοξάζοντας, και ανυμνούντας εκ πόθου την μνήμην σου».
Ο
Όσιος Ιωάσαφ, ήταν ο Σερβοέλληνας κυρίαρχος της Θεσσαλίας από το 1372, με το
κατά κόσμον όνομα Ιωάννης Ουρός Παλαιολόγος, γιος του Συμεών. Μετά το 1383 ήταν
επικεφαλής της μοναστικής αδελφότητας των Μετεώρων. Το 1390 ίδρυσε την Ι. Μ.
της Υψηλοτέρας που είναι σήμερα ερειπωμένη. Όταν παρέδωσε την εξουσία της
Θεσσαλίας στο συγγενή του Αλέξιο Αγγελο Φιλανθρωπηνό, αποσύρθηκε στα Μετέωρα
όπου γνωρίστηκε με τον Αγιο Αθανάσιο και έγινε αφοσιωμένος μαθητής του. Το
μοναχικό του όνομα ήταν Ιωάσαφ. Λίγο πριν το θάνατο του ο Όσιος Αθανάσιος
συμβούλεψε τα μέλη της αδελφότητάς του να αναγνωρίσουν τον Ιωάσαφ ως επόμενο
αρχηγό τους (προ – ηγούμενο). Στην Ι. Μ. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος σώζονται
μέχρι σήμερα αγιογραφίες που παριστούν τον Ιωάσαφ ντυμένο με το μοναχικό σχήμα.
Μετά την πρώτη εισβολή των Οθωμανών χειροτονήθηκε από το Διονύσιο, το
Μητροπολίτη Λάρισας, Επίσκοπος Φαναρίου. Κοιμήθηκε εν ειρήνη το 1422.
«Αθανασίω
εν πόλω Ιωάσαφ Νυν συγχορεύεις συμμεριστής ως πόνων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου