«Συνεγείρομαι σήμερον…»
Όλα
βέβαια τά τροπάρια τής 'Εκκλησίας μας είναι έξαίρετα, διότι έχουν συνταχθεί
άπό αγιασμένους και χαρισματούχους ύμνογράφους, οί όποιοι μέ τή χάρη καί πνοή
του Παναγίου Πνεύματος ύμνησαν τά διάφορα ιερά γεγονότα καί άγια πρόσωπα τής
Πίστεως μας.
Ξεχωριστή
όμως θέση κατέχουν τά τροπάρια πού παρουσιάζουν καί έξυμνούν τή βασίλισσα όλων
τών έορτών μας, τήν Ανάσταση τού Κυρίου, ή όποία έχει ονομαστεί «έορτή έορτών
καί πανήγυρις πανηγύρεων». Ό έμπνευσμένος ιερός ύμνογράφος άγιος 'Ιωάννης ό Δαμασκηνός
βάζει όλη τήν τέχνη του, όλο τό θεόσδοτο χάρισμά του, γιά νά έξυμνήσει, καθώς
πρέπει, τή νίκη καί τόν θρίαμβο του Κυρίου 'Ιησού Χριστού έπί τού θανάτου.
Ακούγοντας
τούς ιερούς ύμνους του, ζούμε νοερά τό μοναδικό έκείνο γεγονός καί πλημμυρίζει
άπό χαρά ή καρδιά μας γιά την Ανάσταση. Ζούμε τήν Ανάσταση, τό Πάσχα στο παρόν,
κι άς έγινε περίπου πριν άπό δυο χιλιάδες χρόνια. Αύτή είναι ή χάρη καί ή
δύναμη πού έχουν οί ίεροί ύμνοι τής άγίας Εκκλησίας μας. Ξαναζωντανεύουν τά
ιερά γεγονότα, τονίζοντας συγχρόνως καί σπουδαίες άλήθειες πού σχετίζονται μέ
τήν Πίστη και ζωή μας.
Έναν
από αύτούς τούς ύμνους παραθέτουμε στή συνέχεια καί τόν σχολιάζουμε ερμηνεύοντας
τον «Χθές συνεθαπτόμην σοι, Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον άναστάντι σοι- συνεσταυρούμην
σοι χθές- αύτός με συνδόξα- σον, Σωτήρ, έν τή βασιλεία σου».
Χθές,
δηλαδή τό βράδυ τής Μεγάλης Παρασκευής, έμπαινα κι έγώ στόν τάφο μαζί Σου,
Χριστέ μου. Σήμερα όμως, κατά τή λαμπρή ήμέρα τής Άναστάσεώς Σου, άνασταίνομαι
κι έγώ μαζί Σου. Εσύ λοιπόν, Σωτήρα μου, δόξασέ με μαζί Σου καί στήν αιώνια
ούράνια Βασιλεία Σου.
Στόν
ιερό αύτό ύμνο, πού είναι έπα- νάληψη φράσεων τοϋ άγιου Γρηγορίου τοϋ θεολόγου
άπό τόν λόγο του στό Πάσχα, περικλείεται τό ύψηλό καί βαθύ νόημα τής
νεκρανοστάσεως όλης τής οικουμένης χάρη στή Σταύρωση καί Ανάσταση του 'Ιησού
Χριστού. Μέχρι τή σταυρική Θυσία τοϋ Θεανθρώπου στό Γολγοθά καί τή συντριβή τοϋ
κράτους τοϋ Διαβόλου βασίλευε καί κυριαρχούσε σέ όλη τήν άνθρωπότητα ό
θάνατος.
"Οπως
ό άσωτος υιός ήταν «νεκρός» μακριά άπό τό σπίτι του Πατέρα του καί «άνέζησεν»,
όταν έπέστρεψε μετανοημένος κοντά Του, έτσι καί όλη ή άνθρωπότητα βρισκόταν
σέ κατάσταση ψυχικής νεκρώσεως - κι άς φαινόταν ότι ζούσε - έφόσον δέν είχε
σχέση καί έπαφή μέ τήν Πηγή τής ζωής,
τόν Κύριο τοϋ ούρανοϋ καί τής γής.
Αφότου
όμως σπλαχνίσθηκε ό Θεός τό πλάσμα Του, τό τελειότερο τών δημιουργημάτων του,
τό εύρισκόμενο στήν αξιοθρήνητη κατάπτωση στήν όποία τό οδήγησε ή άμαρτία,
καί άνέλαβε νά τό σώσει ό "Ιδιος μέ τήν ένανθρώπηση τοϋ Υίοϋ Του, ή
κατάσταση άλλαξε έντελώς. Ανέλαβε 'Εκείνος, ό ένανθρωπήσας Θεός, τις άμαρτίες
μας και σταυρώθηκε γιά χάρη μας, γιά νά έξιλεωθοϋμε έμεΐς ένώπιον τοϋ Θεοϋ και
νά συνδοξασθοϋμε μαζί Του αιωνίως.
Καθώς
δέ έρμηνεύει καί σχολιάζει ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης, έπειδή ό Θεάνθρωπος
άνέλαβε όλη τήν άνθρωπίνη φύση μας, μέ τήν όποία «έσταυρώ- θη καί έτάφη και
άνέστη καί έδοξάσθη, καί ήμείς είμεθα όμοφυείς αύτώ άνθρωποι (έχουμε τήν ίδια
φύση πού είχε ώς άνθρωπος ό Κύριος), άλλά καί πιστεύομεν άδιστάκτως εις αύτόν,
διά τούτο όλοι λεγόμεθα ότι συνεσταυρώθημεν διά τής πίστεως τω σταυρωθέντι
ήμετέρω Δεσπότη, καί συνετάφημεν αύτω ταφέντι, άκολούθως δέ ότι συνανέστημεν
διά τής αύτής πίστεως τω έκ νεκρών άναστάντι, καί συνεδοξάσθημεν τώ μετά τήν
άνάστασιν δοξασθέντι- έπειδή τά ιδικά του είναι ιδικά μας καί τά τής κεφαλής ίδια
είναι καί τών μελών, ήμών» («Εορτοδρόμιον», σελ. 426).
Αύτό
όμως πού ισχύει γιά όλη τήν οικουμένη, γιά όλους τούς πιστούς, γιά όλη τήν έπί
γης 'Εκκλησία του Χριστού, ίσχύει καί πρέπει νά ισχύει καί γιά τόν καθένα μας
ξεχωριστά.
Ή
άμαρτία ώς κατάσταση νεκρώσεως δέν πρέπει νά είναι γιά μένα καί γιά σένα, άδελφέ
μου, παρόν, «σήμερον», άλλά παρελθόν, οριστικό «χθές». 'Εφόσον μετανοήσαμε καί
πιστεύσαμε σ' 'Εκείνον πού νίκησε τόν θάνατο, έφόσον ένωνόμαστε μαζί Του μέ τά
ιερά καί ζωοπάροχα Μυστήρια τής'Εκκλησίας Του, έφόσον άγωνιζόμαστε νά
πορευόμαστε στή ζωή μας σύμφωνα μέ τήν άλάθητη πυξίδα του ίερού Εύαγγελίου Του,
είμαστε ήδη άναστημένοι. Ζούμε τήν «άλλην βιοτήν», τήν άπαρχή καί πρόγευση τής
ζωής τού Παραδείσου.
Μή
λησμονούμε δέ ότι ό Χριστός πού άναστήθηκε, δέν πεθαίνει ποτέ πλέον, όπως
γράφει ό άπόστολος Παύλος, «θάνατος αύτού ούκέτι κυριεύει», δηλαδή δέν έχει
καμιά έξουσία έπάνω Του ό θάνατος. Έτσι καί μείς πρέπει νά θεωρούμε τούς έαυτούς
μας νεκρούς μέν ώς πρός τήν άμαρτία, «ζώντας δέ τώ Θεώ έν Χριστώ Ίησού τώ Κυρίω
ήμών» (Ρωμ. ς' 8-11). Χωρίς τά πάθη τά παλιά. 'Ελεύθεροι άπό τά δεσμά τής
άμαρτίας. Αναστημένοι μαζί μέ τόν Νικητή τοϋ θανάτου, προσμένοντας καί τήν
αιώνια δόξα μαζί Του.
Περιοδικό
“Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου