Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
Κήρυγμα 5ον: ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ.
ΟΙ ΔΥΟ ΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ
ΟΙ ΔΥΟ ΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ
1. Εἶμαι χαρούμενος, ἀδελφοί μου
χριστιανοί, γιά τήν σειρά τῶν κηρυγμάτων πού σᾶς κάνω. Σ᾽ αὐτή τήν σειρά θά
ἀναφέρουμε πολλά θέματα, σχεδόν ὅλα τά θέματα τῆς πίστης μας. Σέ σειρά
κηρυγμάτων θά σᾶς παρουσιάσω ὅλη τήν Ἐκκλησιαστική μας ἱστορία. Θά μορφωθεῖτε
θεολογικά ἀπό αὐτήν τήν σειρά, γι᾽ αὐτό καί παρακαλῶ, ὅσο καί ἄν φαίνονται
δύσκολα τά κηρύγματα, νά τά παρακολουθεῖτε μέ ἐνδιαφέρον.
Μέχρι τώρα εἴπαμε γιά τόν
εὐαγγελισμό τῶν Ἀποστόλων στούς Ἰουδαίους καί τά ἔθνη. Μέ τό σημερινό μου
κήρυγμα θά πᾶμε πιό κοντά στήν Ἐκκλησία μας, γιά νά δοῦμε τήν ζωή της καί τήν
ὀργάνωσή της. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἐνθουσιώδεις καί
ἐξεδήλωναν αὐτόν τόν ἐνθουσιασμό τους σ᾽ ὅλη τους τήν συμπεριφορά. Ὁ
ἐνθουσιασμός τους αὐτός προερχόταν ἀπό τήν ἰδέα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός θά ἔλθει
σύντομα μέ τήν Δευτέρα Του Παρουσία, γιά νά κρίνει τόν κόσμο. Αὐτή τους ἡ ἰδέα
προῆλθε ἀπό παρεξήγηση ἑνός λόγου τοῦ Χριστοῦ, πού εἶπε κάποτε ὅτι «εἶναι
μερικοί ἀπό σᾶς ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά πεθάνουν μέχρις ὅτου δοῦν τήν βασιλεία
τοῦ Θεοῦ νά ἔρχεται δυναμικά» (Μάρκ. 9,1). Νά τό πῶ ἀκριβῶς πῶς τό εἶπε: «Εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μή
γεύσωνται θανάτου ἕως ἄν ἴδωσι τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει».
Νόμισαν λοιπόν οἱ πρῶτοι χριστιανοί ὅτι αὐτός ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ μας
ἀναφέρεται στήν Δεύτερη Παρουσία Του. Καί ἀφοῦ εἶπε ὅτι «θά ζοῦν μερικοί μέχρι
τότε», ἄρα ἡ Δεύτερη Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι σύντομη. Αὐτόν ὅμως τόν λόγο
ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, τόν εἶπε γιά τήν Μεταμόρφωσή Του στό ὄρος Θαβώρ, γι᾽
αὐτό ἀμέσως παρακάτω τό ἱερό κείμενο μιλάει γιά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ
(βλ. Μάρκ. 9,2 ἑξ.). Τέλος πάντων, ἀπ᾽ αὐτόν τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ
Χριστοῦ καί ἀπό τούς ἄλλους λόγους Του, ὅτι ἡ ὥρα τῆς Δεύτερης Παρουσίας Του
εἶναι ἄγνωστη καί πρόκειται νά ἔλθει αἰφνίδια (βλ. Μάρκ. 13,32 ἑξ.) οἱ πρῶτοι
χριστιανοί περίμεναν σύντομη τήν Δεύτερη Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ἡ ἔννοια
τοῦ ἀγνώστου καί τοῦ αἰφνιδίου φέρνει τήν ἔννοια τοῦ συντόμου. Ἀλλά καί ὁ
ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή Του ἔγραψε: «Ὁ Κύριος ἐγγύς» (4,5). Ἡ ἰδέα αὐτή ὅτι
ὁ Κύριος θά ἔλθει σύντομα κρατοῦσε τούς χριστιανούς σέ ψυχική διέγερση καί αὐτό
ἦταν πού εἴπαμε ὅτι οἱ χριστιανοί εἶχαν ἐνθουσιαστικές τάσεις. Θά μέ ἔφερνε
μακρυά ὁ λόγος νά σᾶς πῶ ὅλη τήν ἔκταση τοῦ φαινομένου αὐτοῦ. Αὐτό μόνο σᾶς
λέγω ὅτι οἱ χριστιανοί τῆς Θεσσαλονίκης ἔφτασαν σέ τέτοιο σημεῖο ὥστε ἔπαυσαν
νά ἐργάζονται, γιατί περίμεναν ἐναγώνια τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Γι᾽
αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε τήν Α´ πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή, γιά νά
πεῖ στούς χριστιανούς ὅτι δέν πρόκειται νά ἔλθει ὁ Κύριος ἀκόμη μέ τήν Δεύτερή
Του Παρουσία, ἐάν δέν συμβοῦν πρῶτα ὁρισμένα σημεῖα, προγνωστικά σημεῖα τῆς
Παρουσίας Του. Καί ἀφοῦ τά σημεῖα αὐτά δέν συνέβησαν ἀκόμη, μήν περιμένουν
λοιπόν σύντομα τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Πάντως, παρά τό ὅτι κατέπεσαν κάπως οἱ
ἐνθουσιαστικές τάσεις τῶν χριστιανῶν, ὅμως, σέ ἠπιώτερη μορφή, αὐτός ὁ
ἐνθουσιασμός ἦταν χαρακτηριστικός τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας μέχρι τά μέσα τῆς
δευτέρας ἐκατονταετηρίδος καί ἐκδηλωνόταν σέ ὅλη τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς
ἔχουμε κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου χριστιανοί, τήν ἔννοια τῆς Δεύτερης Παρουσίας τοῦ
Χριστοῦ, ὅτι σύντομη εἶναι ἡ παρούσα ζωή μας καί ὅτι ὁ θάνατος πολλές φορές
ἔρχεται αἰφνίδια καί ἀπρόοπτα. Γι᾽ αὐτό στήν πρωινή μας προσευχή ἄς λέμε:
«Χριστέ μου, ἄν αὐτή ἡ μέρα εἶναι ἡ τελευταία τῆς ζωῆς μου, συγχώρησέ μου τά
ἁμαρτήματα πού ἔπραξα καί πάρε τήν ψυχή μου στήν Βασιλεία Σου τήν ἐπουράνιο».
Τό ἴδιο νά λέμε καί τό βράδυ, προτοῦ νά κοιμηθοῦμε.
2. Εἴπαμε ὅτι οἱ ἐνθουσιαστικές
τάσεις τῶν πρώτων χριστιανῶν ἐκδηλώνονταν σ᾽ ὅλη τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι,
ἐκδηλώνονταν καί στήν διοργάνωσή της.
Στήν διοργάνωση τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρχαν δύο τάξεις ἐκκλησιαστικῶν λειτουργῶν.
Πρῶτον, ἦταν ἐκείνη ἡ τάξη τῶν λειτουργῶν πού δέν ἀνῆκαν σέ καμμιά τοπική
χριστιανική κοινότητα, σέ καμμιά Ἐνορία ἤ Μητρόπολη, ὅπως θά λέγαμε σήμερα.
Καί, δεύτερον, ἦταν ἐκεῖνοι οἱ ἐκκλησιαστικοί λειτουργοί, πού ἦταν μόνιμοι σέ
κάποια ἐκκλησιαστική κοινότητα. Σάν νά ποῦμε οἱ Ἱερεῖς πού ἔχουν κάποια Ἐνορία
ἤ οἱ Ἐπίσκοποι πού ἔχουν κάποια Ἐπισκοπή. Τήν πρώτη τάξη τῶν ἐκκλησιαστικῶν
λειτουργῶν, αὐτῶν δηλαδή πού δέν ἀνῆκαν σέ ὁρισμένη χριστιανική κοινότητα, τήν
ἀποτελοῦσαν οἱ «ἀπόστολοι» καί οἱ «προφῆτες» (βλ. Λουκ. 11,49. Α´ Κορινθ.
12,28). Ὅταν λέμε «ἀπόστολοι» δέν ἐννοοῦμε τούς Δώδεκα Ἀποστόλους, ἀλλά ἐννοοῦμε
γενικά ἐκείνους πού ἔκαναν τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων, περιόδευαν δηλαδή διάφορα
μέρη καί κήρυτταν τό Εὐαγγέλιο. Γι᾽ αὐτό καί οἱ ἀπόστολοι αὐτοί εἶχαν καί ἄλλη
ὀνομασία· λέγονταν «εὐαγγελιστές» (Ἐφεσ. 4,11). Οἱ ἀπόστολοι καί οἱ
εὐαγγελιστές εἶχαν ὡς ἔργο τους νά ἱδρύουν χριστιανικές κοινότητες. Ὅπως τό
καταλαβαίνουμε, ὅταν ἱδρυθεῖ μία χριστιανική κοινότητα, χρειάζεται ἔπειτα πολλή
δουλειά γιά νά στερεωθεῖ ἡ κοινότητα αὐτή. Αὐτό τό ἔργο ὅμως δέν μποροῦσαν νά
τό κάνουν οἱ ἀπόστολοι, γιατί ἔπρεπε νά περιοδεύουν. Αὐτό τό ἔργο, τό νά
ἑδραιώνουν τήν ἱδρυθεῖσα ἀπό τούς ἀποστόλους κοινότητα, τό ἔκαναν οἱ «προφῆτες»
(βλ. Πράξ. 15,22.32 καί 13,1). Ἐννοεῖται ὅτι ἕνας «ἀπόστολος» μποροῦσε νά
παύσει νά περιοδεύει καί νά γίνει «προφήτης», νά ἀφιερωθεῖ δηλαδή στήν στερέωση
τῆς Ἐκκλησίας πού ἵδρυσε. Καί ὁμοίως πάλι ἕνας «προφήτης» μποροῦσε νά γίνει
«ἀπόστολος», νά ἀναλάβει δηλαδή τό ἔργο τοῦ περιοδεύοντος ἱεροκήρυκος (Πράξ.
13,1-3).
3. Στήν δεύτερη τάξη τῶν
ἐκκλησιαστικῶν λειτουργῶν, ὅπως εἴπαμε, τήν ἀποτελοῦσαν οἱ μόνιμοι λειτουργοί
σέ κάθε ἐκκλησιαστική κοινότητα. Αὐτοί ἔφεραν ἄλλα ὀνόματα. Λέγονταν
«προϊστάμενοι» (Α´ Θεσ. 5,12), λέγονταν «κυβερνήσεις» (Α´ Κορινθ. 12,28) καί
λέγονταν τέλος καί «ποιμένες» (Ἐφεσ. 4,11). Οἱ λειτουργοί καί τῶν δύο τάξεων,
καί τῆς πρώτης («ἀπόστολοι» καί «προφῆτες») καί τῆς δεύτερης («προϊστάμενοι»,
«κυβερνήσεις», «ποιμένες»), ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶχαν τά χαρίσματα
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κυρίως ὅμως ὀνομάζονταν «χαρισματοῦχοι» καί ἐμπνέονταν
κατ᾽ ἐξοχήν ἀπό ἐνθουσιαστικές τάσεις οἱ λειτουργοί πού ἀνῆκαν στήν πρώτη τάξη,
οἱ «ἀπόστολοι» καί «προφῆτες». Στήν Καινή Διαθήκη ἔχουμε καί τούς
«διδασκάλους», οἱ ὁποῖοι ἄλλοτε μέν ἀναφέρονται μέ τούς χαρισματούχους (Πράξ.
13,1, «προφῆται καί διδάσκαλοι»), μ᾽ αὐτούς δηλαδή πού δέν εἶχαν μόνιμη κοινότητα,
καί ἄλλοτε ἀναφέρονται μέ τούς μόνιμους λειτουργούς κάθε κοινότητος (Ἐφεσ.
4,11, «ποιμένες καί διδάσκαλοι»). Οἱ «διδάσκαλοι» διέφεραν ἀπό τούς προφῆτες
κατά τό ὅτι δέν παρουσίαζαν ἐκεῖνο τό ἐνθουσιαστικό τῶν πρώτων ἐτῶν καί
ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν μόνιμα σέ ὁρισμένες κοινότητες. Γιά νά γίνουν κάπως
κατανοητά τά παραπάνω σᾶς ἀναφέρω, χριστιανοί μου, αὐτό τό ἁπλό παράδειγμα:
Στήν ἐνορία σας ἔχετε τόν ἐφημέριο Ἱερέα. Αὐτός εἶναι ὁ μόνιμος λειτουργός στήν
ἐκκλησιαστική σας κοινότητα, ἐκεῖ ὅπου εἶστε. Αὐτός εἶναι «προϊστάμενος» καί ὁ
«ποιμήν» καί ὁ «κυβερνήτης» στήν Ἐνορία σας. Ὅμως στήν Ἐνορία παρουσιάζεται ἕνα
ἔκτακτο συμβάν: Ἐμφανίστηκαν αἱρετικοί, γιά παράδειγμα. Καί χρειάζεται ἕνας
μελετημένος θεολόγος καί μέ πολλή πνευματική πείρα, γιά νά τούς ἀποκρούσει.
Αὐτός εἶναι ὁ εἰδικός «χαρισματοῦχος», ὁ «ἀπόστολος» ἤ ὁ «προφήτης», πού ἀνήκει
στήν πρώτη τάξη τῶν ἐκκλησιαστικῶν λειτουργῶν, ὅπως εἴπαμε στό κήρυγμά μας.
(Συνεχίζεται)
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί
Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου