Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Τσακτσίρα
Μαρίας Νηπιαγωγοῦ
«Περὶ
παίδων ἀνατροφῆς» Λόγος, MPG 63, 763- 772
Πρόκειται γιὰ ἕναν αὐτοτελῆ προφορικὸ λόγο, ὁ ὁποῖος περιέχει ἀνθολογημένες
παιδαγωγικὲς θέσεις ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους λόγους καὶ ὁμιλίες τοῦ Χρυσοστόμου. Ὁ Κ.
Λουκάκης γράφει εἰσάγοντας τὸν ἀναγνώστη στὸ κείμενο: «Δὲν ἔχει τὴν πλούσια
σύνθεση τῆς πραγματείας, οὔτε τὴ λεπτομερῆ ἀνάλυσή της, ἀλλὰ ἔχει τόνο ὑψηλὸ στὴ
γενικότητά του καὶ αὐστηρότητα ἀνάλογη πρὸς τὴ σημασία τοῦ σκοποῦ τῆς ἀνατροφῆς».
Τὸ σῶμα τοῦ λόγου αὐτοῦ διανθίζεται ἀπὸ μία πληθώρα παραδειγμάτων ποὺ ἀφοροῦν
στὰ πρόσωπα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ λειτουργοῦν ἐνισχυτικὰ σὲ ὅσα ὁ ὁμιλητὴς
συμβουλεύει τόσο τοὺς γονεῖς, ὅσο, ἀπὸ κάποιο σημεῖο καὶ ἔπειτα, καὶ τὰ παιδιά.
Ἀρχικά, παρουσιάζονται σύντομα τρία παραδείγματα, τοῦ Ἰώβ, τοῦ Ἀβραὰμ καὶ
τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, τὰ ὁποῖα καλοῦνται ὅσοι εἶναι γονεῖς νὰ μιμηθοῦν ἀνεπιφύλακτα,
θέτοντας ὡς πρώτιστη προτεραιότητα τῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν τους τὴ φροντίδα γιὰ
τὴν ψυχικὴ καλλιέργεια καὶ τὴν πνευματικὴ πρόοδό τους. Ἡ μετάδοση τῆς εὐσέβειας
καὶ τῆς ἀρετῆς σ’ αὐτὰ θεωρεῖται μέλημα σπουδαιότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο καὶ ἀποτελεῖ
τὸ ἐναρκτήριο μήνυμα τοῦ λόγου αὐτοῦ. Παραπέμπει δὲ τὸν ἀναγνώστη τοῦ κειμένου
στὸ ρητό τοῦ Αὐγουστίνου γιὰ τὰ παιδιὰ καὶ ὅσους προσπαθοῦν νὰ τὰ καθοδηγήσουν
σύμφωνα μὲ ὅσα συμβουλεύει ὁ Χρυσόστομος: «Ἀγάπα τὸν Θεὸ καὶ κάνε ὅ,τι θέλεις».
«Δεῖ τοίνυν σκοπεῖν τοὺς γονεῖς, οὐχ ὅπως τοὺς παῖδας ἐν ἀργυρίῳ καὶ χρυσίῳ
πλουσίους ποιήσωσιν, ἀλλ’ ὅπως ἐν εὐλαβείᾳ καὶ φιλοσοφίᾳ (σύνεση) καὶ τῇ κτήσει
τῆς ἀρετῆς πάντων γένοιντ’ ἂν εὐπορώτεροι». Ἡ παιδαγωγικὴ αὐτὴ θέση τοῦ
Χρυσορρήμονος ἐπανέρχεται κάθε φορά ποὺ μιλᾶ γιὰ τὰ παιδιά, τοὺς γονεῖς καὶ τὴ
σχέση τους μὲ τὰ χρήματα. Σὲ μία ὁμιλία του ἐπάνω στὸ κείμενο τῆς Γενέσεως ἀναφέρει
ὅτι οἱ γονεῖς θὰ πρέπει «νὰ διδάσκουν τὰ παιδιά τους νὰ προτιμοῦν πάνω ἀπὸ ὅλα
τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ μὴν θεωροῦν ὅτι εἶναι σπουδαῖο πράγμα ἡ χρηματικὴ περιουσία.
Διότι αὐτὴ πολλὲς φορὲς γίνεται ἐμπόδιο στὴν ἀρετή, ὅταν δὲν γνωρίζει ὁ νέος πῶς
πρέπει νὰ χρησιμοποιεῖ τὰ χρήματα».
Πράγματι, ἡ ἀναστάτωση καὶ οἱ συγκρούσεις ποὺ ταράσσουν τὴν οἰκογενειακὴ
γαλήνη στὰ χρόνια τῆς ἐφηβείας ἀναδεικνύουν τὴ σημασία τοῦ νὰ ἔχει «περάσει» ὅσο
νωρίτερα γίνεται στὰ παιδιὰ τὸ μήνυμα τῆς οἰκονομίας, τῆς ὀλιγάρκειας καὶ τοῦ
σεβασμοῦ ἀπέναντι στὰ χρήματα ποὺ οἱ γονεῖς μὲ μεγάλο κόπο κερδίζουν. Ἀλλὰ
καὶ στὴν ὄγδοη ὁμιλία του ἐπάνω στὴν πρὸς Ρωμαίους ὁ Χρυσόστομος λέει
χρησιμοποιώντας μάλιστα μὲ συγκινητικὸ τρόπο τὸ α΄ πληθυντικὸ πρόσωπο: «Ὅσο ζοῦμε
θὰ μπορέσουμε νὰ ζητᾶμε καὶ εὐθύνες καὶ νὰ σωφρονίζουμε καὶ νὰ συγκρατοῦμε τὰ
παιδιά, ὅταν κάνουν κακὴ διαχείριση τῶν ὑπαρχόντων. Ὅταν ὅμως πεθάνουμε, ἂν μαζὶ
μὲ τὴ δική μας ἀπουσία καὶ τὴ νεότητα δώσουμε καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ προέρχεται ἀπὸ
τὸν πλοῦτο, θὰ ὠθήσουμε τὰ δυστυχισμένα καὶ ταλαίπωρα αὐτὰ παιδιὰ σὲ ἄπειρους
γκρεμούς». Σὲ ὅσα σοφὰ συνοψίζει ὁ Κορνιτσέσκου ἀναγνωρίζει κανεὶς ἀμέσως, παρ’
ὅλα αὐτά, τὸ ἰδεῶδες πολλῶν σύγχρονων γονέων: «Συνήθως οἱ γονεῖς περιορίζουν τὸ
καθῆκον πρὸς τὰ παιδιά τους συγκεντρώνοντας πλούτη ἢ ἐκπαιδεύοντὰς τα γιὰ ἄνετη
ζωὴ καὶ ἀπόκτηση περιφανοῦς ὀνόματος. Δὲν λυποῦνται γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ τίποτε,
οὔτε χρόνο, οὔτε χρήματα, οὔτε προσπάθειες, οὔτε αὐτὴν τὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν, τὴν
ὁποία παραδίδουν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στὴ διαφθορά». Σχετικὰ ἀποσπάσματα ἐντοπίζονται
λίγο παρακάτω καὶ εἶναι τὰ ἑξῆς: «[…]Ὅπως δὲ ψυχὴ καλὴ καὶ προαίρεσις εὐσεβὴς
οὐδένα ἔχεις λόγον». «Ἂν δὲ ἡ ψυχὴ γενναία γένηται καὶ φιλόσοφος (φρόνιμη), κἂν
μηδὲν ἔνδον ἀποκείμενον ἢ (περιουσία), τὰ πάντων δυνήσεται μετὰ ἀδείας (εὐκολία)
σχεῖν». Ὁ τόνος τοῦ ὁμιλητῆ ἀλλάζει ἐμφανῶς καὶ σχεδὸν κατηγορεῖ τοὺς γονεῖς
γι’ αὐτὴν τὴν ἀμέλεια σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ψυχοπνευματικὴ ὑπόσταση τῶν παιδιῶν καὶ
τὶς ἀνάγκες καθοδήγησής τους.
«Καὶ τὰς εἰσόδους αὐτῶν καὶ τὰς ἐξόδους μετὰ ἀκριβείας (προσεκτικὰ)
περιεργάζεσθαι χρή, τὰς διατριβὰς (ποὺ περνοῦν τὸν καιρό τους), τὰς συνουσίας
(παρέες)». Ἡ εὐθύνη τῶν γονέων γιὰ τὴν ἐπίβλεψη τῶν συναναστροφῶν καὶ τῶν ἀσχολιῶν
τῶν παιδιῶν τους εἶναι τεράστια. Δυστυχῶς, ἡ ἔκθεση αὐτῶν τῶν τρυφερῶν καὶ ἀδιαμόρφωτων
ὑπάρξεων στὶς ἐπιδράσεις τῆς ἄλογης χρήσης τῆς τηλεόρασης καὶ ἡ ἐπαφή
τους μὲ κάθε ἄλλο παρὰ ἄξιους ἐμπιστοσύνης ἀνθρώπους εἶναι δύο μόνο ἀπὸ τὶς
μορφές, ποὺ λαμβάνει σήμερα ἡ ἐγκληματικὴ παραμέληση ἐκ μέρους τῶν
γονέων. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, οἱ γονεῖς βρίσκονται συνήθως πολὺ νωρὶς πρὸ
δυσάρεστων τετελεσμένων γεγονότων: ἀπώλεια τῆς παιδικῆς ἀθωότητας, βλάβες
στὴν ψυχοσωματικὴ ἀκεραιότητα τῶν παιδιῶν, ἀναστολὴ τῆς ἀνάπτυξής τους,
παθητικότητα ἀπέναντι σὲ κάθε εἴδους δραστηριότητα κ.ἄ.
Τὰ παιδιὰ δὲν διαθέτουν τὴν ἐνήλικη ὡριμότητα, γνώση καὶ πείρα, ὥστε νὰ μποροῦν
νὰ προστατέψουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ἀντιμετωπίζουν ἀνθρώπους καὶ πράγματα μὲ ἕναν
ἐνθουσιώδη αὐθορμητισμό, μὲ ἀποτέλεσμα συχνότατα νὰ πέφτουν σὲ ἐπικίνδυνες
παγίδες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες «βρίθει» ὁ κόσμος ποὺ μεγαλώνουν. Ἔτσι, προβάλλει ἀπόλυτα
ἀπαραίτητη ἡ παρέμβαση -πάντοτε μὲ ἀγάπη ἀλλὰ καὶ σταθερότητα-τῶν γονέων,
ποὺ θὰ διακρίνουν ποιά παρέα εἶναι ἡ καταλληλότερη γιὰ τὰ παιδιά τους, ποιοί ἄνθρωποι
δὲν θὰ τὰ βλάψουν καὶ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ τὰ ὠφελήσει πραγματικά, ὥστε νὰ ἐπιδιώξουν
πρὸς αὐτὸ νὰ τὰ στρέψουν: Νὰ συγκεντρώνουν ὁμαδικὰ χρήματα γιὰ ἀγαθοεργίες, νὰ
κάνουν ἐπισκέψεις σὲ μοναχικοὺς ἢ ἀσθενεῖς συνανθρώπους, νὰ κατασκευάζουν δῶρα
κ.ἄ.
Ὁ Χρυσόστομος ἐνθαρρύνει τοὺς γονεῖς νὰ βροῦν καλὴ παρέα γιὰ τὰ παιδιά τους γιὰ
νὰ ἐπιθυμοῦν αὐτὰ νὰ μιμοῦνται τοὺς καλοὺς φίλους (ἡ καλὴ ζήλεια). Στόχος εἶναι
ἡ ἑπόμενη καλύτερη, μετὰ τοὺς γονεῖς, παρέα νὰ μπορεῖ νὰ ἐνισχύει τὸ ἔργο τῆς ἀνατροφῆς,
γιὰ τὸ ὁποῖο αὐτοὶ πασχίζουν, καὶ ὄχι νὰ τὸ ἀλλοτριώνει. Φυσικά, δὲν εἶναι
ρεαλιστικὸ νὰ θεωρήσει κανείς ὅτι τὰ παιδιὰ πρέπει νὰ ἀνατραφοῦν μέσα σὲ ἕνα
«ἀποστειρωμένο» περιβάλλον. Κάτι τέτοιο, ὅταν ἐφαρμόζεται, ἀποβαίνει τὶς
περισσότερες φορὲς ἐπιζήμιο. Τὰ παιδιὰ δὲν καταφέρνουν νὰ δημιουργήσουν ἀντιστάσεις
καὶ νὰ ἀνεξαρτητοποιηθοῦν ὁμαλὰ ἀπὸ τὴ γονικὴ προστασία, ἐφόσον δὲν εἶχαν ποτὲ
τὴ δυνατότητα νὰ ἀντιμετωπίσουν δύσκολες περιστάσεις ἢ δύσκολους ἀνθρώπους. Μία
ἄποψη-πρόταση ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὶς παιδαγωγικὲς θέσεις τοῦ Χρυσοστόμου πάνω στὸ
λεπτὸ αὐτὸ ζήτημα εἶναι ἡ ἑξῆς: «Θὰ προσπαθήσουμε (οἱ γονεῖς) νὰ κατευθύνουμε τὴν
ἐνεργητικότητά τους σὲ ὑγιεῖς διασκεδάσεις καὶ σὲ καλὴ συντροφιά, ἀλλὰ δὲν θὰ
μπορέσουμε νὰ ἀποφύγουμε ὅλες τὶς ἀρνητικὲς ἐμπειρίες. Πρέπει νὰ δεχθοῦμε αὐτὲς
τὶς ἐμπειρίες ὡς ἕνα εἶδος ἐμβολίου. Μποροῦμε νὰ συζητᾶμε αὐτὲς τὶς ἀρνητικὲς ἐμπειρίες
μαζί τους καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς ἐμφυτεύσουμε ἕνα σωστὸ αἰσθητήριο, ὥστε νὰ
εἶναι σὲ θέση νὰ διακρίνουν τί προκαλεῖ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ βλάβη καὶ νὰ
μάθουν νὰ περιορίζουν τοὺς κινδύνους». Εἶναι εὐεργετικὸ γιὰ τὰ παιδιὰ νὰ εἶναι ὑποψιασμένα,
νὰ ἔχουν ἀγωνιστικὸ φρόνημα καὶ νὰ μὴν πιστεύουν ὅτι ὁ κόσμος ποὺ τὰ περιβάλλει
εἶναι «ἀγγελικὰ πλασμένος».
«Ὅταν γὰρ σὺ μὴ παιδεύσῃς, ὅταν σὺ μὴ σωφρονίσῃς (φρονηματίσεις), μιαροῖς ἀνθρώποις
καὶ διεφθαρμένοις ἑαυτὸν ἀναμίξας, καὶ κοινωνήσας τῆς πονηρίας αὐτοῖς, ὑπὸ τοὺς
κοινοὺς ἄγεται νόμους […]καὶ μετὰ τῆς συμφορᾶς μείζων ἡ αἰσχύνη γίνεται, δακτυλοδεικτούντων
ἁπάντων τὸν πατέρα». «Τολμᾷς ὅλως πατὴρ ἔτι καλεῖσθαι, οὕτω προδοὺς τὸν υἱόν,
καὶ τὴν ἀναγκαίαν αὐτῷ φορὰν (δρόμο, πορεία) οὐκ εἰσενεγκὼν, ἀλλὰ περιιδὼν ὑπὸ
πάσης διαφθαρῆναι κακίας;» Στὸ σημεῖο αὐτό, συνδέοντας ὁ ὁμιλητὴς τὰ λεγόμενα μὲ
τὸ ἀμέσως προηγούμενο θέμα, θίγει τὸ ζήτημα τῆς ὑπερβολικῆς ἐπιείκειας πρὸς τὰ
παιδιὰ καὶ τῆς ἀπουσίας ἀκόμη καὶ τῆς παραμικρῆς αὐστηρότητας, χάριν μίας νοσηρῆς
λατρείας καὶ γιὰ τὶς παρεκτροπὲς καὶ ἰδιοτροπίες τους. Ὁ ἐσφαλμένος τρόπος
χειρισμοῦ κακῶν συμπεριφορῶν τῶν παιδιῶν -«παιδὶ εἶναι, ἄφησέ το!» ἢ αὐτὸ ποὺ ὁ
Χρυσόστομος ἀλλοῦ καυτηριάζει: «Οὐκ ἀνέχομαι κλαῖον τὸ παιδίον ἰδεῖν»(!) (Ὁμιλία
30ή στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ΜPG 60, 226)- ἔχει, ἀργότερα συνήθως, ὡς ἀποτέλεσμα,
τόσο τὸ στενότερο, ὅσο καὶ τὸ εὐρύτερο κοινωνικὸ περιβάλλον νὰ ὑφίσταται τὶς
θλιβερὲς συνέπειες καὶ νὰ ἐνοχοποιεῖ τοὺς γονεῖς, ποὺ δὲν ἔθεσαν ὅρια καὶ
φραγμοὺς ὅταν ἦταν ἀκόμη καιρός, παρὰ ἐθελοτυφλοῦσαν. Ό,τι οἱ γονεῖς δὲν τιμωροῦσαν
ὅταν ἔπρεπε, θὰ τὸ τιμωρήσουν ἀργότερα οἱ νόμοι τῆς πολιτείας καὶ οἱ ἐκπρόσωποι
τῆς δικαιοσύνης.
Ὁ Χρυσόστομος γράφει ἀναλύοντας κάποιο ρητὸ τὸ ἑξῆς συγκλονιστικό: «Πολλοὶ γοῦν
καὶ νῦν πατέρες τοὺς ἑαυτῶν υἱούς, οὐχ ὡς υἱοὺς ἐνάγουσιν (παιδαγωγοῦν), ἀλλὰ
μετὰ τοῦ πρέποντος οἰκέταις φόβου» (Ἐπάνω στὸ ρητὸ «Ἔχοντες τὸ αὐτὸ πνεῦμα…»
Β΄, ΜPG 51, 286). Οἱ γονεῖς ἀντιμετωπίζουν τὰ παιδιά τους σὰν νὰ τὰ φοβοῦνται!
Τὸ «νῦν» τοῦ τέταρτου αἰώνα μ. Χ. πόσο θυμίζει τὸν εἰκοστὸ πρῶτο! Μὲ ἔμφαση
σημειώνει ὁ Β. Σκιαδάς: «Ἡ κακῶς νοούμενη ἐλευθερία διασπᾶ τὸ ἐγὼ τοῦ ἀνθρώπου
καὶ ἐπιφέρει σχίσμα στὴ σκέψη καὶ στὴ θέληση. Ἡ τάση ὁρισμένων γονέων νὰ
καλοπιάνουν διαρκῶς τὰ παιδιά, ὑποχωρώντας συνεχῶς, δὲν τοὺς ἐξυψώνει, ἀλλὰ τοὺς
ὑποβιβάζει στὰ μάτια τῶν παιδιῶν, ποὺ ἀπὸ μόνα τους θέλουν τοὺς περιορισμούς, ἀρκεῖ
νὰ κατανοοῦν τὴ λογικότητά τους».
Ἂν οἱ γονεῖς -καὶ μόνο αὐτοὶ- μὲ ἀπόλυτη συνεννόηση καὶ σύμπνοια δὲν ἀφιερώσουν
χρόνο στὰ παιδιά τους, διδάσκοντάς τα μὲ λογικὴ αὐστηρότητα ὅτι κάθε
πράξη ἐπισύρει συνέπειες, εἴτε θετικὲς εἴτε ἀρνητικές, τότε κανεὶς δὲν θὰ κατορθώσει
νὰ τοὺς τὸ διδάξει. Βεβαίως, εἶναι ἀπαράδεκτες οἱ συνεχεῖς ἀπαγορεύσεις καὶ ἡ
τυραννικὴ δέσμευση τῶν παιδιῶν, ποὺ τὰ μεταβάλλουν σὲ ἄβουλα ὄντα.
Τὸ χρυσοστομικὸ ἰδεῶδες εἶναι ὁ σύντομος καὶ μὲ μέτρο καὶ διάκριση ἔλεγχος τῶν
πράξεων τῶν παιδιῶν, ἐὰν θέλουν οἱ γονεῖς νὰ δοῦν κάποια βελτίωση. Τὸ
ζητούμενο, δηλαδή, εἶναι ἡ βαθμιαία καὶ σταδιακὴ καλλιέργεια μίας σταθερὰ αὐξανόμενης
ὑπευθυνότητας καὶ ἐλευθερίας. «Ὅτε εὐήνιος (ὑπάκουος) ἦν καὶ κομιδῇ νέος,
χαλινοῦν, μετὰ ἀκριβείας ἐθίζειν (ἔδει σε), πρὸς τὰ δέοντα ρυθμίζειν, κολάζειν
αὐτοῦ τὰ κινήματα (ἐκρήξεις) τῆς ψυχῆς, ὃτε εὐκολωτέρα ἡ ἐργασία». Ἐπισημαίνει ὁ
Κορνιτσέσκου: «Ἂν ἀπὸ τὴν πρώτη ἡλικία περιορίσουμε σωστὰ τοὺς νέους, λέει ὁ ἱερὸς
πατήρ (Χρυσόστομος), δὲν θὰ χρειασθοῦν κατόπιν πολλοὶ κόποι, γιατί ἡ συνήθεια θὰ
γίνει σ’ αὐτοὺς νόμος».[1]
Λίγο πιὸ κάτω θὰ παρουσιάσει ὁ ὁμιλητὴς τὴν παρομοίωση τοῦ ἀλόγου. Ἂν κάποιος τὸ
δεῖ νὰ τρέχει πρὸς τὸν γκρεμό, μὲ βία τοῦ περνᾶ χαλινάρι γιὰ νὰ τὸ σώσει. Αὐτὴ
τὴ συμπεριφορὰ ὀφείλουν οἱ γονεῖς νὰ μιμηθοῦν, ἂν θέλουν νὰ λέγονται πραγματικὰ
γονεῖς. Ὅλοι, καὶ οἱ ἐνήλικοι, χρειάζονται τὸν ἔλεγχο, ὡς μέσο
συγκράτησης στὴν ὀρθὴ πορεία, τονίζει ἀλλοῦ ὁ Χρυσόστομος.
«Καὶ οὐκ ἂν ἀμελούμενα τὰ πάθη καὶ αὐξανόμενα δυσκατέργαστα γέγονε». Ἂν μία ἀδυναμία
στὸν χαρακτήρα, ἕνα ἐλάττωμα, ἢ μία βλαβερὴ συνήθεια δὲν τιμωρηθοῦν ἀπὸ τοὺς
γονεῖς ἔγκαιρα μέν, ἀλλὰ μὲ μετριοπάθεια, ἐπιμονή, ἠρεμία καὶ συμπόνια, θὰ ἔρθει
καιρὸς ποὺ δὲν θὰ πολεμοῦνται μὲ κανένα τρόπο, ἀφοῦ τὰ παιδιὰ δὲν θὰ ἔχουν ποτὲ
ὁδηγηθεῖ στὴν αὐτοσυναίσθηση καὶ στὴν πολύτιμη αὐτοκριτική. «Τοῖς παισὶ
προσβάλωμεν, μετὰ συγκαταβάσεως, μετὰ ἀγάπης» (Ὁμιλία 33η στὴν Α΄ Πρὸς
Κορινθίους Ἐπιστολή, MPG 61, 284) προτείνει τὸ χρυσὸ στόμα τοῦ λόγου. Ἡ
τιμωρία καὶ ἡ παρατήρηση ἂς συνοδεύονται ἀπὸ χειρονομίες καὶ ἐκδηλώσεις ἀγάπης,
ἔπαινο καὶ παρήγορη διάθεση.
Ἡ σημασία τοῦ ἔγκαιρου τῆς ἀγωγῆς ἐπισημαίνεται συχνότατα στὸ χρυσοστομικὸ ἔργο.
«Στὴν ἐποχὴ αὐτὴ (τῆς πρώιμης παιδικῆς ἡλικίας) ἡ ψυχὴ εἶναι μαλακή, εὔκαμπτη,
διάπλαστη, κατάλληλη νὰ λάβει τὴ σφραγίδα τῆς εὐγένειας ἢ τῆς εἰδέχθειας.
Μετέπειτα, ἀφοῦ ἐντυπωθοῦν κακὲς συνήθειες καὶ οἱ ψυχικὲς δυνάμεις ἀμβλυνθοῦν, ἡ
ἀγωγὴ καθίσταται ἀρκετὰ δύσκολη, ἂν μὴ καὶ ἀδύνατη».
«Τί δὲ καὶ ἀπολογήσῃ λοιπόν;». Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος πιστεύει, ὅτι οἱ γονεῖς, ἐκτὸς
ἀπὸ τὸ καθῆκον ἀπολογίας, τὸ ὁποῖο ἀναπόφευκτα ἔχουν ἀπέναντι στὴν ἀνθρώπινη
κοινωνία γιὰ τὰ λάθη καὶ τὶς παραλείψεις στὴν ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν τους- αὐριανῶν
πολιτῶν-, ἔχουν καὶ ἕνα ἀντίστοιχο καθῆκον ἀπολογίας πρὸς τὸν Θεό. Μέσῳ τῆς
τεκνογονίας δύο σύζυγοι γίνονται συνδημιουργοὶ καὶ συνεργοὶ τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐθύνη
λοιπὸν γιὰ τὶς ψυχὲς ποὺ ὁ Θεὸς ἀναθέτει στὰ χέρια τους εἶναι τεράστια. Στὸν
λόγο ποὺ σχολιάζουμε, ὁ ὁμιλητὴς παρουσιάζει ἀναλυτικὰ τὸ παράδειγμα τοῦ
ἱερέα Ἠλὶ ἀπὸ τὸ κείμενο τῆς Γένεσης, προκειμένου νὰ μιλήσει γιὰ τὸ τί νὰ
περιμένουν οἱ γονεῖς ποὺ δὲν μεριμνοῦν γιὰ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ
πρόοδο τῶν παιδιῶν τους. Ὁ Ἠλὶ, παρ’ ὅλο ποὺ ὁ ἴδιος ἦταν δίκαιος καὶ ἐνάρετος,
τιμωρήθηκε ἀπὸ τὸ Θεό, διότι δὲν φρόντισε ὅσο θὰ ἔπρεπε νὰ σωφρονίσει καὶ νὰ
συγκρατήσει τὰ παιδιά του ἀπὸ κακὲς πράξεις, ὅσο ὑπῆρχε ἀκόμη τὸ περιθώριο γιὰ
κάτι τέτοιο. Περιοριζόταν στὸ νὰ ἀποδοκιμάζει λεκτικὰ ὅσα ἔκαναν τὰ παιδιά του.
Σὲ μία ἀπὸ τὶς ὁμιλίες του πάνω στὸ κείμενο τῆς Γένεσης ὁ Χρυσορρήμων ἀναφέρει:
«Καὶ ἐκεῖνος ὁ γέροντας (ὁ Ἠλί), ἂν καὶ ὄφειλε νὰ τιμωρήσει τὰ παιδιά του,
σύμφωνα μὲ τὰ σφάλματά τους, ἐπειδὴ μεταχειρίσθηκε πολλὴ ἐπιείκεια τιμωρήθηκε
καὶ ἐκεῖνος μαζί τους. Καὶ ἐμεῖς λοιπόν, ἀφοῦ φοβηθοῦμε τὸ παράδειγμα, ὅσοι ἔχουμε
παιδιά, ἂς φροντίζουμε γιὰ τὴν ἀνατροφή τους». Μὲ τὴν αὐστηρὴ αὐτὴ στάση του –
γνώριμη πιά, ὅταν ὁ λόγος εἶναι γιὰ τὰ παιδιὰ- ὁ χρυσὸς Ἱεράρχης ἐπιδιώκει νὰ ὁδηγήσει
τοὺς γονεῖς ποὺ τὸν ἀκοῦν νὰ συνειδητοποιήσουν τὸ μέγεθος τῆς εὐθύνης τους καὶ
νὰ δείξει ὅτι ἡ ἀμέλεια στὰ θέματα τῆς ἀγωγῆς εἶναι ἀσυγχώρητη. Τὸ πνεῦμα μὲ τὸ
ὁποῖο ὡστόσο προσφωνεῖ τοὺς γονεῖς εἶναι ἐμφανῶς πνεῦμα συμπάθειας καὶ
κατανόησης.
«Ἐκ
προαιρέσεως (μὲ τὴ θέλησή μας) καὶ φαῦλοι γινόμεθα καὶ σπουδαῖοι». Ὁ
Χρυσόστομος θεωρεῖ, γενικότερα, ὅτι εἴμαστε φύσει ἀγαθοὶ καὶ ὁποιοδήποτε ἐλάττωμα
ἢ ἀρνητικὴ κλίση εἶναι ἐπίκτητα. Ἐντελῶς πρόχειρα μπορεῖ κανεὶς νὰ συνδυάσει ὅτι
τὴν ἄποψη αὐτὴ συναντοῦμε ξανὰ στὸν Αἰμίλιο τοῦ Ρουσσώ. Γιὰ τὴν ἀποφυγὴ τῶν
ἐλαττωμάτων καὶ γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἀρετῆς ὑπεύθυνος εἶναι ὁ καθένας
ξεχωριστὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὰ μικρὰ παιδιὰ πρωτίστως οἱ γονεῖς τους. Τὰ
βρέφη καὶ τὰ νήπια εἶναι γεμάτα ἀθωότητα καὶ δὲν κατέχονται ἀπὸ πάθη. Ὅταν ὅμως
τὰ παιδιὰ περάσουν τὴν πρώτη παιδικὴ ἡλικία καὶ οἱ βάσεις ἔχουν τεθεῖ, εἶναι
καλὸ νὰ ἔχουν κατανοήσει ὅτι χρειάζεται ὁ καθαρὰ προσωπικὸς ἀγώνας καὶ ἡ ἄσκηση
τῆς θέλησης, ἐὰν ἐπιθυμοῦν νὰ κατακτήσουν τὴν ἀρετή. Δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ τοὺς ἐπιβάλλεται
τίποτε, ὅπως ἐνδεχομένως γινόταν ὅταν ἦταν μικρότερα. Πάνω σ’ αὐτὸ σημειώνεται
εὔστοχα: «Τὸ κακὸ παρουσιάζεται κάτω ἀπὸ πολλὲς μορφές. Δὲν διστάζουμε νὰ τὸ δοῦμε:
ἀσκούμαστε στὸ νὰ τὸ ἀναγνωρίζουμε. Ζητοῦμε τὴν ἐγρήγορση τοῦ παιδιοῦ.
Πρόκειται γιὰ μία στρατηγική: ὁ κόσμος περιέχει ἀναπόφευκτα τὸ κακό. Τὸ κακὸ ὅμως
ὑπάρχει γιὰ νὰ χρησιμοποιηθεῖ μὲ στόχο νὰ γίνει ἀντικείμενο ἐνσυνείδητης ἄρνησης.
Μόνο ποὺ τὸ παιδὶ δὲν ἀφήνεται στὸ τυχαῖο.» Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐντοπίζει τὸ
κακὸ στὴν παρουσία ἢ μὴ τῆς βούλησης. Δηλαδή, ὁ ἄξονας τῆς συζήτησης γιὰ τὶς
ρίζες τοῦ κακοῦ εἶναι ἡ προαίρεση: «Ψυχὴ γὰρ ψυχῆς οὐδὲν διαφέρει καθὸ ψυχή, ἀλλ’
ἡ προαίρεσις δείκνυσι τὴν διαφοράν» (Ὁμιλία 13η στὴν Α΄ Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή,
ΜPG 61, 110).
Ἡ καλὴ ἀνατροφὴ εἶναι δέντρο μὲ ρίζες. Τοὺς καρποὺς θὰ τοὺς ἀπολαμβάνουν πολλὲς
γενιὲς μὲ ἀπώτερο ἀποτέλεσμα τὴ σωστὴ διάπλαση πολλῶν ἀνθρώπων καὶ τὴ βελτίωση ὁλόκληρης
τῆς κοινωνίας. Ἀπευθυνόμενος ὁ Χρυσόστομος πρὸς τὰ παιδιὰ -ἀρκετὰ πιὸ κάτω στὸ
κείμενο- γιὰ τὶς προσπάθειες καὶ τὸν ἀγώνα ποὺ πρέπει νὰ καταβάλλουν καὶ τὰ ἴδια
γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ προκόψουν, λέει : «Μέγα ἀγαθὸν ἐν τοῖς κατορθώμασι τοῖς οἰκείοις
τὰς ἐλπίδας τῆς σωτηρίας ἔχειν».
«Ψυχῆς διόρθωσιν (ζητῶ)». Γιὰ πολλοστὴ φορὰ διατυπώνει ὁ Χρυσόστομος τὴ
βαρύτητα ἑνὸς σκοποῦ, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου οἱ γονεῖς πρέπει νὰ θυσιάσουν πολλά,
νὰ προσπαθήσουν ἄοκνα καὶ μὲ ζῆλο, ἀλλὰ καὶ νὰ δοκιμάσουν ποικίλες μεθόδους καὶ
μέσα σὲ διαφορετικὰ χρονικὰ διαστήματα, ὥστε νὰ κατορθώσουν νὰ μορφώσουν στὴν
ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τὸ καλό. Καὶ ἀμέσως δικαιολογεῖ μὲ τὸ παρακάτω ἀπόφθεγμα, τὸ ὁποῖο
παραλλαγμένο ἐλαφρῶς ἔχουμε ἤδη σχολιάσει (σελ. 38): «Καὶ γὰρ πατέρα οὐ τὸ
γεννῆσαι μόνον ποιεῖ, ἀλλὰ καὶ τὸ φιλεῖν μετὰ τὸ γεννῆσαι. Εἰ δὲ ἔνθα φύσις, ἀγάπης
χρεία πολλῷ μᾶλλον ἔνθα ἡ χάρις (πνευματικὴ σχέση)». Ἡ ἀγάπη ὑπάρχει οὕτως ἢ ἄλλως
ἰσχυρὴ στὴ σχέση γονέα- παιδιοῦ, τοποθετημένη ἀπὸ τοὺς ἀλάθητους νόμους τῆς
Φύσης. Ἡ ἀγάπη ὅμως αὐτὴ τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιὰ ἀποδεικνύεται ἔμπρακτα καὶ νὰ
ἐπενδύεται ὀρθά, καθὼς αὐτοὶ ἐνδιαφέρονται πρῶτα ἀπ’ ὅλα νὰ εἶναι πρότυπα καὶ
καθοδηγητές τους στὴν πνευματικὴ πρόοδο. Κατὰ τὸν Κ. Γρηγοριάδη: «Ἡ δημιουργικὴ
αὐτὴ ἀγάπη συνεπάγεται τὸν θάνατο τοῦ ἐγωισμοῦ, τὴν προσφορὰ διακονίας καὶ
θυσίας. […] Ἡ προσφορὰ μιᾶς τέτοιας ὀντολογικῆς ἀγάπης (φανέρωση ὑπάρξεως καὶ ὄχι
μεμονωμένων συναισθηματικῶν ἐξάρσεων) ἀπομακρύνει κάθε εἶδος ἐξουσίας καὶ
κυριαρχίας πάνω στὰ παιδιά. Ἡ πνευματικὴ δύναμη ποὺ ἕλκει τὸν παιδαγωγούμενο στὴ
σωστὴ πορεία του, προσφέρεται μὲ τὴ διακονία, τὸ σεβασμό, τὴ θυσία».
Προχωρώντας, ὁ ὁμιλητὴς ἐκφράζει τὴν ἄποψη ὅτι τὰ ἀδέλφια (ἰδίως τὰ
μεγαλύτερα) εἶναι καλὸ μὲ τὴ στάση καὶ τὸ παράδειγμά τους νὰ βοηθοῦν τοὺς γονεῖς
στὸ ἔργο τῆς ἀγωγῆς τῶν μικρότερων. Βλέποντας τὸ παιδὶ τὴ σταθερότητα καὶ πλήρη
συμφωνία ὅλων τῶν προσώπων τῆς οἰκογένειας σὲ ὅ,τι τὸ συμβουλεύουν ἢ τὸ
παρατηροῦν οἱ γονεῖς, παραδειγματίζεται εὐκολότερα, μαθαίνει νὰ εἶναι πειθήνιο
καὶ νὰ ἀναγνωρίζει ὅτι ὅσα συμβουλεύει ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα εἶναι
γενικότερα ἀποδεκτά, ἐφαρμόζονται ἀπὸ ὅλους καὶ δὲν ἰσχύουν μόνο γιὰ ἐκεῖνο. Ἀρκεῖ
βεβαίως νὰ μὴν δημιουργεῖται κλίμα πιεστικὸ καὶ ἀφόρητο γιὰ τὰ μικρότερα μέλη τῆς
οἰκογένειας, ὥστε νὰ μὴν ὠθοῦνται σὲ ἀρνητικὰ συναισθήματα καὶ σὲ ἀπομόνωση.
Στὴ συνέχεια ὁ λόγος περνᾶ στὸν ἑπόμενο φορέα ἀγωγῆς μετὰ τοὺς γονεῖς
καὶ τὰ ἀδέλφια, ποὺ εἶναι οἱ παιδαγωγοὶ καὶ τὸ σχολεῖο καὶ σὲ ἐλάχιστες γραμμὲς
δικαιολογεῖται γιατί εἶναι χρήσιμος ἕνας καλὸς παιδαγωγός. «Διὰ τοῦτο
διδασκάλους μᾶλλον τῶν πατέρων ἐπιζητεῖν δεῖ καὶ ποθεῖν. Δι’ ἐκείνων τὸ καλῶς ζῆν
γίνεται». Στὴν ἀρχή, τὰ παιδιὰ ἴσως πειθαρχοῦν καὶ ὑπακούουν ἐπειδὴ βιάζονται νὰ
τὸ κάνουν. Σκοπὸς εἶναι νὰ ἐπιδεικνύουν ἐνάρετους τρόπους καὶ ὅταν θὰ ἔχουν
ξεφύγει ἀπὸ τὴν ἐξουσία τῶν παιδαγωγῶν. Τότε ἔχει πετύχει ἡ ἀγωγὴ ποὺ ἐκεῖνοι ἀσκοῦσαν
τόσα χρόνια, δηλαδὴ θὰ εἶναι οἱ παιδαγωγούμενοι ἀληθινὰ εὐτυχισμένες, ἐπιτυχημένες
μὰ καὶ πάντα ἀγωνιζόμενες γιὰ τὴ βελτίωσή τους ψυχές.
Ὁ λόγος κλείνει μὲ τὴν ἀφήγηση τοῦ παραδείγματος πρὸς ἀποφυγὴ τοῦ Ἀβεσσαλώμ,
γιοῦ τοῦ Δαυίδ, τὸ ὁποῖο λαμβάνει ἰδιαίτερη ἔκταση. Ὁ Ἀβεσσαλὼμ στράφηκε ἐναντίον
τοῦ βασιλιᾶ πατέρα του καὶ φέρθηκε πρὸς αὐτὸν μὲ δόλιο τρόπο. Ὡστόσο δὲν πέτυχε
τίποτε, ἀντίθετα μάλιστα, καταστράφηκε καὶ τιμωρήθηκε.
*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
‘Ἐρῶ’ , ΙΑ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΟΥΛ.-ΣΕΠΤ. 2012 & enromiosini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου