Ο δανεισμός αποτελεί
πράξη υπέρτατης αφροσύνης και μαλθακότητας (Πλούταρχος «Ηθικά» «Περί του μη
δειν δανείζεσθαι»)
·
Οι δύσμοιροι οφειλέτες, τονίζει ο
Πλούταρχος, είναι δούλοι όλων των δανειστών τους, των αναιδών και βαναύσων
που μετατρέπουν την αγορά σε κολαστήριό τους, αφού σαν όρνεα τους
κατακρεουργούν και τους κατασπαράζουν βυθίζοντας το ράμφος στα σωθικά τους. Και
φέρνει παραδείγματα από την ιστορία της εποχής του, αφού τότε, τα τέλη του
πρώτου αιώνος η Αθήνα και οι άλλες Ελληνικές πόλεις μαστίζονταν από την
υπερχρέωση. Σε ποιούς ήταν χρεωμένοι τότε οι Έλληνες; Σε δικούς μας, αλλά
κυρίως σε ξένους πιστωτές, ως επί το πλείστον Ρωμαίους, που κουβαλούσαν μαζί τους
σάκους και συμφωνητικά και συμβόλαια σαν δεσμά εναντίον της Ελλάδος.
·
Πρότεινε τότε ο Χαιρωνίτης ρήτορας στον
κάθε Έλληνα: «Φύγε, να γλυτώσεις από τον εχθρό και τύραννό σου, το δανειστή
σου, που θίγει την ελευθερία σου, βάζει πωλητήριο στην αξιοπρέπειά σου και αν
δεν του δίνεις συνεχώς και περισσότερα, σε ενοχλεί. Αν πουλήσεις, ρίχνει την
τιμή. Αν δεν πουλήσεις σε αναγκάζει να το πράξεις. Αν τον πας στο δικαστήριο
προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση της δίκης. Αν κρατάς την πόρτα σου κλειστή
στήνεται στο κατώφλι και σου βροντά αδιάκοπα.
Εκόντες άκοντες
συρθήκαμε από την τρυφηλότητα και την υπερεπάρκεια αγαθών στην ανέχεια, τη
μιζέρια, το δανεισμό, την υπερχέωση, την εκποίηση περιουσιακών μας στοιχείων
αντί πινακίου φακής, την εξαθλίωση, τη δουλεία. Σε κάθε γειτονιά ξεπροβάλλουν
καταστήματα με σκούρα αδιαφανή τζάμια και την επιγραφή «Αγοράζεται χρυσός»! Η
απομάκρυνσή μας από την Ορθόδοξη παράδοση, από την κοινωνική αλληλεγγύη, από
την έλλειψη αυτογνωσίας και η επιθυμία του γρήγορου και άκοπου πλουτισμού μας
οδήγησε στην απότομη και κάθετη πτώση μας με τραγικές συνέπειες τόσο στη ζωή τη
δική μας όσο και στη ζωή των παιδιών μας. Μπορεί να λέμε ότι η ευθύνη βαραίνει,
και όντως βαραίνει, τους πολιτικούς, τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης και
τους καιροφυλακτούντες κερδοσκόπους, τοκογλύφους και πονηρούς διεθνείς
ανθρωποφάγους, αλλά το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στους εαυτούς μας, που αφήσαμε
να παραπλανηθούμε. Εδώ φάνηκε καθαρά η έλλειψη παιδείας μας, ιστορικής γνώσεως
και πίστεώς μας. Και σ’ αυτή την έλλειψη ευθύνη φέρνει και η πνευματική ηγεσία
του τόπου μας, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, οι πνευματικοί ταγοί και οι
εκκλησιαστικοί παράγοντες. Στα σχολεία πηγαίναμε όχι για να αποκτήσουμε βασικές
και απαραίτητες γνώσεις, αλλά για να βαθμολογηθούμε πρόσκαιρα άσχετα αν αυτές
τις γνώσεις που μας μετέδιδαν τις εμπαιδώναμε και τις εφαρμόζαμε έμπρακτα. Όταν
οι ίδιοι οι δάσκαλοι δεν τηρούμε αυτά που διδάσκουμε πως θέλουμε οι
διδασκόμενοι να τα εφαρμόζουν; Στην Εκκλησία μας λέμε ότι δεν φθάνει να
ορθοδοξούμε, αλλά οφείλουμε να ορθοπρακτούμε. Και σ’ αυτή πηγαίναμε και
συνεχίζουμε να πηγαίνουμε φαρισαϊκά για την προσωπική μας προβολή και τις
δημόσιες σχέσεις μας και όχι για προσευχή με ταπεινό φρονημα και εκζήτηση του
Θείου Ελέους.
Η
καταστροφή ποτέ δεν έρχεται στιγμιαία. Θέλει χρόνο και αυτό το χρόνο εμείς τον
αφήνουμε να περάσει άπρακτοι, ενώ βλέπουμε τη λαίλαπα να έρχεται. Έτσι
ξαφνιαζόμαστε στην καταστροφή, ενώ είχαμε χρόνο να δράσουμε και να σωθούμε. Δεν
μας ομίλησε κανείς η δεν διαβάσαμε ποτέ για τις καταστροφικές συνέπειες του
δανεισμού στη ζωή μας; Ο δικός μας Πλούταρχος δεν μας προβλημάτισε με τα
γραφόμενά του, λόγια πρακτικής μεγάλης και διαχρονικής εμπειρίας;
Αυτός
στο έργο του, από τα Ηθικά του, «Περί του μη δειν δανείζεσθαι» εμφατικά γράφει,
ότι ο δανεισμός αποτελεί πράξη υπέρτατης αφροσύνης και μαλθακότητας. Όταν έχεις
χρήματα μην δανείζεσαι, γιατί δεν σου λείπουν. Όταν δεν έχεις πάλι μην
δανείζεσαι, γιατί δεν θα μπορέσεις να ξεπληρώσεις το χρέος σου. Τα ίδια λόγια
επαναλαμβάνει και ο Μέγας Βασίλειος. Γιατί δεν διδασκόμασε από τη σοφία
τους; Έπρεπε να φθάσουμε στη σημερινή δυσάρεστη για την πατρίδα μας και
για εμάς τους ίδιους θέση, για να κατανοήσουμε ότι οι συμφορές που
συσσωρεύονται στον άνθρωπο, ο οποίος άκριτα καταφεύγει στο δανεισμό είναι
θανατηφόρες.
Οι
δύσμοιροι οφειλέτες, συνεχίζει ο Πλούταρχος, είναι δούλοι όλων των
δανειστών τους, των αναιδών και βαναύσων που μετατρέπουν την αγορά σε
κολαστήριό τους, αφού σαν όρνεα τους κατακρεουργούν και τους κατασπαράζουν
βυθίζοντας το ράμφος στα σωθικά τους. Και φέρνει παραδείγματα από την ιστορία
της εποχής του, αφού τότε, τα τέλη του πρώτου αιώνος η Αθήνα και οι άλλες
Ελληνικές πόλεις μαστίζονταν από την υπερχρέωση. Σε ποιούς ήταν χρεωμένοι τότε
οι Έλληνες; Σε δικούς μας, αλλά κυρίως σε ξένους πιστωτές, ως επί το πλείστον
Ρωμαίους, που κουβαλούσαν μαζί τους σάκους και συμφωνητικά και συμβόλαια σαν
δεσμά εναντίον της Ελλάδος. Αυτοί την όργωναν σπέρνοντας σε κάθε πόλη χρέη με
αβάστακτους τόκους που δύσκολα μπορούσαν να εξοφληθούν, έτσι ώστε αυτές να
εξασθενούν και τελικά να υποδουλώνονται. Πρότεινε τότε ο Χαιρωνίτης ρήτορας
στον κάθε Έλληνα: «Φύγε, να γλυτώσεις από τον εχθρό και τύραννό σου, το
δανειστή σου, που θίγει την ελευθερία σου, βάζει πωλητήριο στην αξιοπρέπειά σου
και αν δεν του δίνεις συνεχώς και περισσότερα, σε ενοχλεί. Αν πουλήσεις, ρίχνει
την τιμή. Αν δεν πουλήσεις σε αναγκάζει να το πράξεις. Αν τον πας στο
δικαστήριο προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση της δίκης. Αν κρατάς την πόρτα σου
κλειστή στήνεται στο κατώφλι και σου βροντά αδιάκοπα.
Οι δανειστές είναι, όμως, η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη είναι οι
δανειολήπτες. Αυτοί ευθύνονται πρωτίστως, γιατί με την άφρονα συμπεριφορά
τους και την επιθυμία τους για πολυτελή και τριφυλή ζωή χρεώνονται. Δεν
χρεώνονται, γράφει, κατά κύριο λόγο για τον άρτο τους τον επιούσιο, αλλά
για εξοχικές κατοικίες, για αγορά δούλων, ζώων, ανακλίντρων και παραθέσεως
πολυτελών δείπνων. Με αυτά τα γραφόμενά του ο Πλούταρχος
κατακεραυνώνει και εμάς που μετά από τόσους αιώνες επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη
με τα εορτοδάνεια, τις πιστωτικές κάρτες, τα πολυέξοδα ταξίδια με την κραιπάλη
και την ασωτία. Και μετά λέμε γιατί μας εγκατέλειψε ο Θεός μας! Δεν μας
εγκατέλειψε Εκείνος· εμείς τον εγκαταλείψαμε με τη συμπεριφορά μας και τις
υπέρλογες απαιτήσεις μας και μάλιστα, πολλές φορές, τα βάζουμε και μαζί Του,
γιατί δεν εκπληρώνει τις παράλογες επιθυμίες μας λησμονώντας τα λόγια Του
«Αιτείτε και ου λαμβάνετε, διότι κακώς αιτείσθε, ίνα εν ταις ηδοναίς υμών
δαπανήσητε. (Ιακ. δ 3). Εκείνος, ως Πατέρας ελέους και οικτιρμών θέλει τη
σωτηρία μας και φυσικά την ελευθερία μας, αυτή που εμείς απεμπολούμε
απομακρυνόμενοι από Εκείνον με τη συμπεριφορά μας και δεν ακούμε τον Απόστολο
Παύλο, που μας λέει: «Τη ελευθερία, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε και
μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε» ( Γαλ. ε 1).
Μας
ελευθέρωσε ο Χριστός μας διδάσκοντάς μας την εκούσια πτωχεία, την ακτησία, την
κοινοκτημοσύνη. Αυτά εμείς οι σύγχρονοι τα παραθεωρούμε και νομίζουμε ότι η
ελευθερία αποκτάται με την απόκτηση αγαθών και περιουσιακών στοιχείων. Και
δυστυχώς, από τα χρόνια του Πλούταρχου μέχρι σήμερα, για να διατηρήσουμε την
ελευθερία μας, αφρόνως πράττοντες, συνάπτουμε δάνεια, κολακεύουμε ανθρώπους που
καταστρέφουν σπιτικά, γινόμαστε σωματοφύλακες τους, τους καλούμε σε γεύματα,
τους προσφέρουμε δώρα και τους πληρώνουμε φόρους. Έτσι, η αδυναμία των ανθρώπων
να ξεφύγουν από τα δεινά του δανεισμού γίνεται διαχρονική. Ο άνθρωπος που
χρεώνεται μια φορά, μένει χρεώστης για πάντα και σαν το άλογο που όταν του
φορέσουν χαλινάρι, δέχεται στη ράχη του τον έναν αναβάτη μετά τον άλλον.
Στις
ημέρες μας η τρυφή, η μαλθακότητα και η πολυτέλεια έχουν κάνει τους ανθρώπους
να μην χρησιμοποιούν αυτά που έχουν, αν και είναι αρκετά, αλλά να δανείζονται
και άλλα έναντι υψηλών τόκων, ενώ κανείς δεν τους αναγκάζει να το πράξουν.
Περίτρανη απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι κανείς δεν δανείζει σε ανθρώπους η σε
λαούς που δεν έχουν οικονομικούς πόρους. Δανείζουν σε εκείνους που επιθυμούν να
αποκτήσουν μεγαλύτερες ανέσεις. Και φέρνουν μάρτυρες και παρέχουν εγγυήσεις για
το ότι είναι άξιοι δανεισμού, επειδή έχουν περιουσία, ενώ ακριβώς γι’ αυτό το λόγο
θα έπρεπε να μη δανείζονται καθόλου.
Η απομάκρυνσή μας από τη λήψη δανείων δείχνει την εμπιστοσύνη μας στο πρόσωπο
του Θεού μας, που μεριμνά για την κάλυψη όλων των αναγκών μας και την εφαρμογή
στη ζωή μας της προτροπής του Ψαλμωδού, «Επίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν σου
και αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. νδ 23). Ο Κύριός μας είναι ο «χρεωλύτης
πάντων ανθρώπων», ο οποίος λύει το χρέος μας όχι με τόκο, αλλά με ανιδιοτελή
αγάπη. Το Διεθνές νομισματικό Ταμείο, η Διεθνής Τράπεζα και οι δανειστές μας προσδοκούν
όχι μόνο να πάρουν υψηλό και άνομο τόκο, αλλά επιδιώκουν την υποδούλωσή μας σε
αυτούς. Είναι άνομοι και κινούνται από ιδιοτελή και απάνθρωπα συμφέροντα. Ο
Κύριός μας «επεδήμησε προς τους αποδήμους της Αυτού χάριτος» και έσχισε το
χειρόγραφο των χρεών μας και των αμαρτιών μας με την άφατη αγαθότητά Του και το
υπέρτιμο αίμά Του. Αυτός κυβερνά μυστικά όλους μας και μέσα από την παιδαγωγική
του κρίση μας προετοιμάζει για την ατελεύτητη χαρά της ουράνιας Βασιλείας Του.
Την περίοδο των παχέων αγελάδων, που πέρασε, τη διαδέχθηκε, αλλοίμονο, η
παρούσα περίοδος των ισχνών αγελάδων, που και αυτή, όμως, θα παρέλθει, αρκεί
εμείς να αποκρυβούμε, ως ο Προφήτης Ηλίας, στα ταμεία των καρδιών μας και ως
Νινευϊτες να μετανοήσουμε έμπρακτα και να ζητήσουμε το άπειρο έλεος του Κυρίου
μας. Αυτό που τρέχει οπίσω μας και μας καταδιώκει, όπως μας λέγει και ο
προφητάναξ Δαβίδ, με μοναδικό σκοπό τη σωτηρία μας. Ο παιδαγωγός Ιησούς
μεταχειρίζεται όλους τους τρόπους, ακόμη και την κρίση, για να μας φέρει και να
μας έχει κοντά Του και εδώ στη γη και στη Βασιλεία Του.
Δρ
Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Συντάκτης:
Μπούσιας Χαράλαμπος, Μέγας Υμνογράφος
Στύλος Ορθοδοξίας Νοέμβριος
2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου