(Ματθ.
18,23-35)
Δύο ἀριθμοὶ
Συγχώρησις,
ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ θέμα τοῦ κηρύγματός μας. —Ὤχ, ἀδερφέ, θέμα ποὺ διάλεξες! θὰ
πῇ κάποιος. Σήμερα, ποὺ τὰ πάντα φωνάζουν ἐκδίκησι, ἐσὺ ἔρχεσαι καὶ μὲ καλεῖς νὰ
συγχωρήσω; Ποιόν, τὸν ἐχθρό μου;
Ἀλλ᾽
αὐτὸς δὲν εἶνε ἄνθρωπος. Μὲ ἔκλεψε, μοῦ ξερρίζωσε τὰ δέντρα, μοῦ ἔκαψε τὸ
σπίτι, μοῦ σκότωσε ἄνθρωπο, μὲ πέταξε στὸ δρόμο… Κ᾽ ἐσὺ μοῦ λὲς «συγχώρησι»; Πάψε
νὰ τὸ λές.
Καὶ
ὅμως, ἀδελφέ, παρὰ τὸν πόνο σου, κάνε ὑπομονὴ καὶ ἄκουσέ με. Ἡ συγχώρησις δὲν εἶνε
δική μου ἐφεύρεσι· εἶνε δίδαγμα τοῦ Θεανθρώπου, ποὺ καὶ δίδαξε καὶ ἐφήρμοσε ὅσο
κανείς ἄλλος τὴ συγχώρησι, καὶ πάνω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ παρακάλεσε γιὰ τοὺς ἐχθρούς
του· «Πάτερ,ἄ φες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) .Στὸ ἐρώτημα
τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω
αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;» ὁ Κύριος ἀπήντησε· «Οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις, ἀλλ᾿ ἕως ἑβδομηκοντάκις
ἑπτά» (Ματθ. 18,21-22), ποτέ δηλαδὴ μὴν παύσῃς νὰ συγχωρῇς. Λόγος ἰλιγγιώδης.
Καὶὁ Κύριος, γιὰ νὰ δώσῃ μία ἑρμηνεία του, διηγεῖ ται τὴν παραβολὴ τοῦ
ἀσπλάχνου δούλου .Δὲν θὰ κάνουμε ἀνάλυσι τῆς παραβολῆς. Ἂς προσέξουμε μόνο τοὺς δύο ἀριθμούς της.
Ὁ πρῶτος ἀριθμὸς εἶνε «μύρια» (Ματθ. 18,24), δηλαδὴ 10.000. Τί; 10.000 τάλαντα , 2.310.000
λίρες στερλῖνες δηλαδή. Ὑπολογίστε τώρα μὲ σημερινὴ ἀξία τῆς λίρας· ἕνα
πόσο ἀστρονομικό. 10.000 τάλαντα! Γιὰ νὰ καταλάβετε τὸ μέγεθος, σᾶς ὑπενθυμίζω,
ὅτι ὁ Δαρεῖος προσέφερε 10.000 τάλαντα στὸν Μέγα Ἀλέξανδρο ,γιὰ ν᾽ ἀποσύρῃ τὰ
στρατεύματά του ἀπὸ τὴ χώρα του, ἐκεῖνος ὅμως δὲν δέχθηκε τὴν προσφορά· δὲν ἔκανε
τὸν πόλεμο γιὰ χρυσὸ καὶ ἄργυρο, ἀλλὰ γιὰ κάτι βαθύτερο, γιὰ ν᾽ ἀπαλλάξῃ τὴν Ἀσία
ἀπὸ ἕνα τυραννικὸ καθεστώς, ποὺ δύο φορὲς ἀπείλησε τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος.
10.000 τάλαντα! Αὐτὸ τὸ μεγάλο ποσὸ ἐξέλεξε ὁ
Χριστὸς γιὰ νὰ παραστήσῃ συμβολικὰ τὸ χρέος μας ἀπέναντι στὸ Θεό . Ναί, τὸ δικό
μας χρέος. Διότι στὸ πρόσωπο τοῦ ὀφειλέτου τῶν μυρίων ταλάντων εἰκονίζεται κάθε
ἄνθρωπος, ποὺ καθὼς ἔρχεται στὴ ζωὴ εἶνε βεβαρημένος μὲ ἕνα χρέος, τὸ ὁποῖο
συνεχῶς αὐξάνει.
Ἀλλὰ ποιό εἶνε τὸ χρέος μας; Ὦ Κύριε, πρὶν τὸ
πῶ, δός μας συναίσθησι, κέντησε τὴν ἀναίσθητη καρδιά μας, δός μας δάκρυα,
κίνησε τὴ γλῶσσα μας νὰ ποῦμε τὴν προσευχὴ τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας· «Ἐλέησόν
με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆ θος τῶν οἰ κτιρμῶν
σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου…» (Ψαλμ. 50,3).
Τ᾿ ἀνομήματά μας, τ᾿ ἁμαρτήματά μας ·νά τὸ
χρέος μας, νά τὰ 10.000 τάλαντα!Καὶ εἶνε τόσο πολλά; Ὑποθέτουν μερικοί,ὅτι
ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων θά ᾽νε κάποιος μεγάλος ἐγκληματίας, κανένας Νέρων…Ἀλλ᾿
ὄχι. Κατὰ τὴν ἑρμηνεία τῶν πατέρων εἶνε κάθε ἁμαρτωλός . Κάθε ἁμαρτωλός! Καὶ ἄν,ἀγαπητέ,
βλέποντας τὴ φωτογραφία του δὲν πῇς «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ὀφειλέτης τῶν μυρίων
ταλάντων», τότε ὁ Κύριος ματαίως εἶπε γιὰ σένα τὴν παραβολὴ αὐτή. Δὲν κατάλαβες
ἀκόμη πόσο μεγάλη συμφορὰ εἶνε ἡ ἁμαρτία.Μετρᾷς τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου καὶ τὰ φύλλα
τῶν δέντρων; ἄλλο τόσο μπορεῖς νὰ μετρήσῃς καὶ τ᾽ ἁμαρτήματά σου. Ἁμαρτάνειςμὲ
τὴ γλῶσσα, μὲ τὰ μάτια, μὲ τ᾿ αὐτιά, μὲ τὰχέρια, μὲ ὅλα τὰ μέλη· ἁμαρτάνεις
μὲ τὴ σκέψι, μὲ τὴν κακὴ ἐπιθυμία· ἁμαρτάνεις ἡμέρα καὶ νύχτα· ἁμαρτάνεις στὴν
πόλι, στὸ ὕπαιθρο, ἀκόμη καὶ μέσα στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ.
Τὰ πάντα μολύνει ἡ ἁμαρτία . Ὅπως ἡ λεπτὴ ἄμμος
στὴν ἔρημο βρίσκει τρόπο νὰ εἰσχωρῇ ἀπὸ τὰτζάμια τοῦ τραίνου, ἔτσι καὶ ἡ ἁμαρτία
εἰσχωρεῖ στὶς καρδιές. Κατὰ τὸν Ἰὼβ κανείς δὲν εἶνε καθαρὸς ἀπὸ τὸ ῥύπο της, ἔστω
κι ἂν ζήσῃ μία ἡμέρα (Ἰὼβ 14,4) . Ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος σχολιάζοντας τὸν ἀριθμὸ μύρια τάλαντα τονίζει,ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐπάγγελμα,
τάξις, ἡλικία, φῦλο, ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ τ᾽ ἁμαρτήματά του. Ἀπαριθμεῖ ὅσα
διέπρατταν οἱ σύγχρονοί του, στρατιωτικοί, τεχνῖτες, κτηματίες, ἔμποροι, τραπεζῖτες,
ἐργάτες,γυναῖκες, ἄντρες, γέροι, νέοι, νέες, παιδιά, καὶ μένει ἔκπληκτος. Καὶ ἑνώνοντας
τὴ φωνή του μὲ τοῦ προφήτου Ἰερεμίου (βλ. Ἰερ. 2,12) λέει· «Ἔκστηθι,οὐρανέ,
καὶ φρῖξον, γῆ· εἰς ὅσην θηριωδίαν τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος ἐξεβακχεύθη»
(Migne58,592) .
Ὅλοι εἴμαστε ὀφειλέτες. Πῶς, τώρα, θὰ ἐξοφληθῇ
τὸ ὑπέρογκο χρέος μας; Ἡ ἐξάλειψις τῆς ἐνοχῆς, ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν, ξεπερνᾷ
τὶς ἀνθρώπινες δυνατότητες. Ὅλα τὰ διαμάντια τῆς γῆς δὲν μποροῦν νὰ ἐξοφλήσουν,
ὄχι ἕνα φρικτὸ κακούργημα, ἀλλ᾽ οὔτε ἕνα ψέμα.
Καὶ ποιά διαμάντια; ἐδῶ καὶ οἱ ἀρετὲς τοῦ ἀνθρώπου,
ἐν συγκρίσει μὲ τὴν ἄπειρη ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, φαίνονται σὰν ἀκάθαρτα ῥάκη. Κι ὁ
μεγαλύτερος ἅγιος, ζώντας ἑκατὸ χρόνια σὲ μιὰ σπηλιὰ καὶ τρώγοντας ῥίζες, δὲν θὰ
μποροῦσε νὰ ἐπιτύχῃ τὴ συγχώρησι οὔτε μιᾶς ἐλαχίστης ἁμαρτίας, ἂν δὲν μεσολαβοῦσε
ὑπὲρ αὐτοῦ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔλεος ποὺ ἐξεχύθη ὡς ἀστείρευτος ποταμὸς ἀπὸ τὸ
Γολγοθᾶ.
Ἐκεῖ, στὸν «κρανίου τόπον» (Ματθ. 27,33 κ.ἀ.) , σχίστηκε τὸ χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν,
ἐκεῖ ἐξωφλήθηκαν τὰ μύρια τάλαντα, ἐκεῖ ὁ ἁμαρτωλὸςλούστηκε καὶ ἔγινε πιὸ λευκὸς
κι ἀπὸ τὸ χιόνι τοῦ Ὀλύμπου. Εἶνε δόγμα καὶ ἀξίωμα κάθεπιστῆς ψυχῆς· « τὸ
αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰω. 1,7).
Ἀλλὰ στὴν παραβολὴ ὑπάρχει καὶ ἄλλος συμβολικὸς
ἀριθμός, ὁ ἀριθμὸς «ἑκατόν» (Ματθ. 18,28) . 100δηνάρια ,
δηλαδὴ 75 χρυσὲς δραχμές. Ποσὸ σχετικὰ μικρό, ἀριθμὸς
τὸν ὁποῖο ἐξέλεξε ὁΚύριος γιὰ νὰ παραστήσῃ τὴν ὀφειλὴ τοῦ πλησίον σ᾽ ἐμᾶς .
Ναί, ἀδελφέ, μὴ παραξενεύεσαι, τόσο εἶνε τὸ χρέος ἐκείνου ποὺ σὲ ἀδίκησε. Θὰ προβάλῃς
βέβαια ἀντιρρήσεις. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅμως, ποὺ ζυγίζει ὅλα μὲ ἀκρίβεια,
αὐτὸ τὸν ἀριθμὸ δίνει. Καὶ σὲ καλεῖ νὰ συγχωρήσῃς ἀπ᾽τὴν καρδιά σου, ὅταν
μάλιστα ὁ ἄλλος ἀναγνωρίζει τὸ ἀδίκημα καὶ σοῦ λέει «Ἀδελφέ, συγχώρεσέ με». Κ᾽ ἐσύ;
«Ὄχι», ἀπαντᾷς! Ἀλλ᾿ἐὰν αὐτὸ τὸ ὄχι τὸ ἐπαναλάβῃ καὶ σ᾽ἐσένα ὁ Θεὸς ὅταν τοῦ λὲς
«Πάτερ ἡμῶν…,ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν» (Ματθ. 6,9-12), τότετί θὰ γίνῃς; Χωρὶς τὴν ἀγάπη του δὲν μπορεῖςνὰ
ζήσῃς οὔτε ἕνα δευτερόλεπτο πάνω στὴγῆ. Ταλαίπωρε! ποὺ δὲν ἐννοεῖς νὰ γίνῃς μιμητὴς
τοῦ οὐρανίου Πατρὸς καὶ νὰ δώσῃς μιὰ σταγόνα ἐλέους στὸ διπλανό σου. Αὐτὴ τὴ σταγόνα
τῆς ἀγάπης σου διψᾷ ἡ κατάξερη γῆ.
Ἂς τὸ καταλάβουμε ἐπὶ τέλους· ἡ φωτιὰ δὲ σβήνει
μὲ φωτιά , τὸ μῖσος δὲν τελειώνει μὲ μῖ σος, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη, μὲ τὴν ἀγάπη
τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐπεκτείνεται καὶ μέχρι τῶν ἐχθρῶν.
Ναί, νὰ συγχωρήσω, θὰ μοῦ πῇς, ἀλλ᾿ ἔχωἀκόμη
μία ἀντίρρησι. Μὲ τὰ χριστιανικὰ αὐτὰδιδάγματα ὑπάρχει φόβος τὸ κακὸ νὰ ἐνισχυθῇ
· οἱ ἐγκληματίες, γνωρίζοντας ὅτι θὰ συγχωροῦνται, θ᾽ ἀποθρασυνθοῦν καὶ ἡ ζωὴ τῶν
ἀκάκων ἀνθρώπων θὰ γίνῃ μαρτυρική…
Ἀπαντοῦμε. Ἀδελφέ, παρεξηγεῖς. Ὁ Χριστιανισμὸς
δὲν εἶπε ὅτι τὸ ἔγκλημα πρέπει νὰ μένῃ ἀτιμώρητο. Διάβασε ἀπὸ τὴν πρὸς ῾Ρωμαίους
Ἐπιστολὴ τὴν περικοπὴ κεφ. 13, στίχ. 1-7.Ἐκεῖ θὰ δῇς ὅτι ἡ πολιτεία ἔχει ὑποχρέωσι νὰ κρατῇ
ξίφος καὶ νὰ τιμωρῇ τοὺς κακοποιούς. Ἀλλὰ τὸ ξίφος τῆς ἐξουσίας δὲν ἔχει
δικαίωμα νὰ τὸ ἁρπάζῃ ὁ κάθε πολίτης ποὺ ἀδικεῖται καὶ νὰ ἐκδικῆται ὁ ἴδιος.
Ἡ τιμωρία εἶνε ἔργο τοῦ κράτους . Ἀδικεῖσαι
λοιπόν; ἰδοὺ οἱ νόμοικαὶ τὰ δικαστήρια. Ἀλλὰ καὶ ἂν βρεθῇς στὴνἀνάγκη νὰ πᾷς σὲ
δικαστήριο, μὴ μισεῖς, μὴ τρέφεις ἐκδίκησι· ἀγωνιζόμενος νὰ λάμψῃ τὸ δίκαιο, νὰ
εἶσαι πάντοτε φιλειρηνικός , ἕτοιμοςνὰ δώσῃς τὸ χέρι καὶ στὸ μεγαλύτερο ἐχθρόσου,
γιὰ τὸν ὁποῖο κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου πρέπει διαρκῶς νὰ προσεύχεσαι νὰ καταπραϋνθῇ
ἡ καρδιά του καὶ νὰ παύσῃ νὰ ἀδικῇ.
Νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἐχθρούς , ἀγαπητοί μου, σαλπίζει
τὸ εὐαγγέλιο. Ὡς ἔθνος ἔχουμε ὑποστῆ πολλά, ἡ χώρα μας εἶνε σταυρωμένη.Ἀλλὰ παρ᾿
ὅλο τὸν πόνο της ἡ Ἑλλάς, στὰ βάθη της κρατεῖ τὴ συγγνώμη, τὴν ἀνεξικακία, τὸ ἔλεος.
Δὲν εἶνε ἐκδικητική. Εἶνε γενναία καὶ εὐγενής. Ἡ ἑλληνικὴ ψυχὴ μισεῖ τὴ βαρβαρότητα
καὶ τὴν ἐκδίκησι· πλάστηκε νὰ ἀγαπᾷ καὶνὰ ἐλεῇ. Ὅταν κάποτε ἐπὶ τῆς ῾Ρωμαϊκῆς ἐ-ποχῆς
ἐπρόκειτο νὰ εἰσαχθοῦν στὴν Ἀθήνα βάρβαρα θεάματα, Ἕλληνας φιλόσοφος εἶπε,ὅτι
προηγουμένως θὰ ἔπρεπε οἱ Ἕλληνες νὰ γκρεμίσουν τὸ βωμὸ τῆς εὐσπλαγχνίας.Δόξα
τῷ Θεῷ ἡ ἀρετὴ τῆς εὐσπλαγχνίας ,τὴν ὁποία ἐξύψωσε σὲ ἄφθαστα ὕψη ἡ διδασκαλία
τοῦ Εὐαγγελίου, ἐξακολουθεῖ νὰ ζῇστὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων. Οἱ Ἕλληνες μι-σοῦν τὸ
κακὸ καὶ τὸ ἔγκλημα, καὶ συγχρόνως εἶνε εὔσπλαχνοι καὶ φιλειρηνικοί. Ὡς πρὸςτοὺς
ἐχθρούς τους,, πιστεύουν στὸν θεῖο λόγο «Ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω,
λέγει Κύριος» (῾Ρωμ. 12,19) . Ὁ Τζὼν Μίλτων
ἔλεγε· «Ἐκδικήσου, Κύριε, τοὺς ἁγίους σου ποὺ ἐσφάγησαν καὶ τὰ ὀστᾶ τους εἶνε
σπαρμένα στὰ βουνὰ καὶ τὶς κοιλάδες τῆς μαρτυρικῆς μας γῆς»
Ραδιοφωνικὴ
ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε ἀπὸ τὸν Σταθμὸ Λαρίσσης τὸ 1949.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου