Αποστολικό Ανάγνωσμα: Πράξ. Θ΄32-42
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ιωάν. Ε΄1-15
«Κύριε, άνθρωπον
ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις τηνκολυμβήθραν» (Ιωάν.
Ε΄,7)
Στο
υπαίθριο νοσοκομείο της Βηθεσδά, μας μεταφέρει το σημερινό Ευαγγέλιο, αγαπητοί
μου αδελφοί. Εδώ υπάρχουν τυφλοί, χωλοί, ξηροί και κάθε λογής άρρωστοι που
γεμίζουν το υπαίθριο αυτό νοσοκομείο περιμένοντας τη θεραπεία τους. Περιμένουν
να ταραχθεί κάποια στιγμή το νερό της δεξαμενής, από ένα άγγελο που κατά
διαστήματα κατέβαινε και ανατάραζε το νερό της. Ο πρώτος άρρωστος που έπεφτε
στο ταραγμένο αυτό νερό γινόταν υγιής από οποιαδήποτε αρρώστια κι αν έπασχε.
Εκεί σ’ αυτό το χώρο του πόνου και της αγωνίας, ανάμεσα σ’ αυτά τα πλήθη των
αρρώστων, ο Κύριος διακρίνει ένα πολύ βασανισμένο άνθρωπο. Ένα παράλυτο
αφάνταστα ταλαιπωρημένο, αφού για τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια είναι
καθηλωμένος στο κρεβάτι παράλυτος. «Θέλεις να γίνεις καλά;» τον ρωτά ο Κύριος
και αυτός με παράπονο απαντά: «Κύριε, δεν έχω κάποιο άνθρωπο για να με ρίξει
στο νερό, όταν αυτό ταραχθεί. Και ενώ εγώ προσπαθώ να συρθώ μόνος μου, κάποιος
άλλος με προλαβαίνει και κατεβαίνει πρώτος».
Γεμάτος στοργή τότε ο Κύριος του
λέει: «Σήκω πάνω πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Και αμέσως ο παράλυτος
γίνεται καλά. Παίρνει το κρεβάτι του και περπατά. Με αφορμή το παράπονο αυτό
του παραλύτου, «ότι άνθρωπον ουκ έχω», ας μιλήσουμε σήμερα για τη βοήθεια και
τη συμπαράστασή μας προς τους ανθρώπους αυτούς και για τον ατομισμό που
μαστίζει δυστυχώς μεγάλη μερίδα του λαού μας.
Αλήθεια
πόσο δραματική ήταν η ζωή αυτού του ανθρώπου; Σκεφτήκαμε ποτέ τις δύσκολες
συνθήκες που ζούσε τόσα χρόνια; Ποιος του ετοίμαζε φαγητό; Ποιος τον
περιποιείτο και ποιος τον διακονούσε στις καθημερινές του ανάγκες; Μπορούμε να
φανταστούμε το δράμα του στα τριάντα οχτώ χρόνια της δοκιμασίας του; Μπορούμε
να κατανοήσουμε την αγωνία του εκεί στην κολυμβήθρα; Μόνος και
αβοήθητος ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Και από τον τρόπο που αποκρίνεται στον
Κύριο, φαίνεται ότι ο παράλυτος αυτός υποφέρει με καρτερία τη δοκιμασία του γι’
αυτό και δεν γογγύζει. Βλέπει την περιφρόνηση και δεν βλασφημεί, ούτε και κατηγορεί
κανένα. Αντίθετα περιμένει. Περιμένει την κάθοδο του Αγγέλου και την επίσκεψη
της Θείας Χάριτος.
Αν
ρίξουμε και σήμερα μια ματιά γύρω μας, θα αντικρύσουμε καταστάσεις παρόμοιες με
την κατάσταση του παραλύτου, παρ’ όλον ότι ζούμε στον εικοστό πρώτο αιώνα. Πόσοι
και σήμερα, σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες, υποφέρουν όπως ο παράλυτος του
Ευαγγελίου. Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ’ ένα απόμακρο χωριό, σ’ ένα
γηροκομείο ξεχασμένων ψυχών, σ’ ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ’ ένα σπίτι χωρίς
αγάπη. Όλοι αυτοί, ακούγοντας σήμερα το ιερό αυτό Ευαγγέλιο, θα πρέπει να
διδαχθούν από δυο μεγάλες αλήθειες. Πρώτον ότι μέσα στην μοναξιά τους,
αντί να κλαίνε για την κατάστασή τους έχουν χρέος να καλλιεργούν μέσα
τους την αρετή, να συνειδητοποιούν τη μηδαμινότητα μας, και να εξαγιάζουν
τους εαυτούς τους. Και δεύτερον να κατανοήσουν ότι στον αγώνα τους αυτό δεν
είναι μόνοι. Δίπλα τους είναι ο Κύριος μας ο Ιησούς Χριστός. Μπορεί βέβαια να
μην επεμβαίνει στο δράμα τους, αλλά ξέρει τον πόνο τους και τη μοναξιά τους.
Αλλά
το ίδιο δεν συμβαίνει και σε όλους εμας; Πόσες φορές κι εμείς δοκιμάσαμε
και δοκιμάζουμε μοναξιά και πόνο; Πόσες φορές αντιμετωπίσαμε και
αντιμετωπίζουμε σοβαρά προβλήματα υγείας, προβλήματα οικογενειακά, εργασιακά,
οικονομικά, κοινωνικά. Και σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις και εμείς
στηρίζουμε τις ελπίδες μας σε κάποιους ανθρώπους. Περιμένουμε από αυτούς να μας
βοηθήσουν. Δυστυχώς όμως και οι άνθρωποι συχνά μας απογοητεύουν. Δεν μπορούν
πάντοτε να μας καταλάβουν ή δεν θέλουν να μας βοηθήσουν. Αλλά και δεν
μπορούν πάντοτε να μας συνδράμουν. Γιατί οι δυνατότητες τους είναι
περιορισμένες. Κι εμείς κλεισμένοι στη μοναξιά μας σαν τον παράλυτο του
Ευαγγελίου κραυγάζουμε το «άνθρωπον ουκ έχω». Και τα χάνουμε και
πελαγοδρομούμε μόνοι μας, επειδή ξεχνούμε πως έχουμε κοντά μας, όχι ένα
άνθρωπο, αλλά τον Θεάνθρωπο Κύριο. Ξεχνούμε ότι έχουμε δίπλα μας τον Χριστό,
τον μόνο που μας γνωρίζει στην εντέλεια και θέλει και μπορεί να μας βοηθήσει.
Και λησμονούμε ότι δεν περιμένει να τον βρούμε εμείς. Έρχεται πρώτος
Αυτός να μας βοηθήσει και να μας ευεργετήσει. Πέρα από αυτό όμως στέλλει και
δικούς του ανθρώπους δίπλα μας για να μας συντροφεύουν στη μοναξιά μας και να
μας ενισχύουν στον αγώνα μας. Δεν είμαστε λοιπόν μόνοι. Έχουμε βοηθό τον
Παντοδύναμο και Πανάγαθο Κύριο και Θεό μας που αντιστρέφει τις αντίξοες
περιστάσεις και κάνει το θαύμα. Όπως τότε με τον παράλυτο του Ευαγγελίου.
Δυστυχώς,
πολλοί είναι σήμερα οι άνθρωποι, που πάσχουν από την ψυχική παράλυση του
ατομισμού. Πολλοί είναι οι φίλαυτοι και οι άστοργοι (Β΄ Τιμ. Γ, 2-3), οι άνθρωποι
που λόγω της κακίας τους εψυχράνθη η αγάπη. Εκείνοι που αδιαφορούν για
τους άλλους και δεν συγκινούνται ούτε από τα δάκρυα των ορφανών, ούτε από το
πένθος των χηρών, ούτε από τα πονεμένα βλέμματα των εγκαταλελειμμένων
γερόντων. Έχουν υψώσει πελώρια τείχη γύρω τους και δεν δίνουν καμιά
προσοχή ούτε και στο γείτονα τους που τον βλέπουν να υποφέρει. Στόχος και
επιδίωξή τους είναι να μη στερηθούν, να μην χαλάσουν την ησυχία τους οι ίδιοι
κι ας γίνουν ότι θέλουν όλοι οι άλλοι.
Και
ο ατομισμός, με μεγάλη μας λύπη μεταδίδεται σαν άλλο μεταδοτικό νόσημα πολύ
εύκολα από τον ένα στον άλλο. Οι συνθήκες της ζωής των μεγαλουπόλεων ευνοούν
ιδιαίτερα την εξάπλωσή του. Διπλοκλειδώνεται κανείς στο διαμέρισμα του και ζει
άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Σε τούτο συμβάλλουν πολύ ο φόβος εξαιτίας των
κακοποιών και η διαφοροποίηση της ζωής μας λόγω του τουρισμού και της
επικοινωνίας μας με ξένους ανθρώπους, που δεν έχουν τα ίδια ήθη και την ίδια
πίστη μ’ εμάς. Υπάρχει φόβος λοιπόν να γίνουμε ατομιστές γιατί δεν έχουμε μόνο
την ευπάθεια και εσωτερική τάση του εγωισμού, που μας κάμνει να φροντίζουμε
μόνο για τον εαυτό μας, αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μας ωθούν
να περιορισθούμε στο άτομο μας. Μια αποτελεσματική και δυναμική αντίδραση, κατά
του ατομισμού είναι η φροντίδα να κάμνουμε κάθε μέρα τουλάχιστον μια πράξη
αγάπης. Αν ένας σοφός της αρχαιότητας θεωρούσε χαμένη την μέρα του, όταν δεν
έκαμνε κατά τη διάρκειά της κάποια καλοσύνη, πολύ περισσότερο πρέπει να
στεναχωρούμαστε εμείς οι χριστιανοί όταν κλείσει η μέρα μας χωρίς έργο αγάπης.
Εμείς σαν χριστιανοί έχουμε ακούσει από το στόμα του ίδιου του Ιησού Χριστού,
ότι τα έργα αγάπης έχουν πρωταρχική σημασία για την ευτυχία μας στην
αιωνιότητα. (Ματθ. ΚΕ΄, 34-40). Έχουμε επίσης διδαχθεί από το θεοφώτιστο
Απόστολο Παύλο ότι δεν πρέπει να φροντίζουμε ο καθένας μας μόνο για
ό,τι ενδιαφέρει τον εαυτό του, αλλά και για ο,τι ωφελεί τους άλλους.
(Φιλιπ.Β΄,4).
Αδελφοί
μου! Ένα άνθρωπο ήθελε να έχει κοντά του ο παράλυτος, για να τον ρίξει στο νερό
της κολυμβήθρας. Άνθρωπο περίμενε και βρήκε τον Θεάνθρωπο. Τον Θεάνθρωπο στον
οποίο όλα είναι δυνατά. Βρήκε τον Θεάνθρωπο Κύριο Ιησού Χριστό, τον Σωτήρα, τον
Ιατρό, τον Ευεργέτη και Προστάτη των πονεμένων ανθρώπων. Στον Θεάνθρωπο Κύριο,
ας προσκολληθούμε και όλοι εμείς και με ενθουσιασμό ας αναλάβουμε τον καλό
αγώνα και τότε να είμαστε βέβαιοι, ότι ο φιλάνθρωπος Κύριος, που θεράπευσε τον
άταφο εκείνο νεκρό, τον παράλυτο, θα παρέχει τη Θεία Χάρη Του και θα ευλογεί
και όλους εμάς. Αμήν.
†
Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης κ. Διονύσιος – Μητρόπολη Πάφου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου