Ἄχ,
αὐτός ὁ σύγχρονος τρόπος ζωῆς!
Ὅλοι μας ἐκφράζουμε παράπονα γι’
αὐτόν, ἀλλά πόσοι ἀπό ἐμᾶς ἔχουν τή δύναμη νά ἀπαρνηθοῦν
τίς φαινομενικές ἀνέσεις τους, γιά νά
ξαναβροῦν τόν ἑαυτό τους;
Ἀγόμαστε καί φερόμαστε ἀπό ἕναν σωρό ἔγνοιες,
καθήκοντα, ὑποχρεώσεις, κατά τό μᾶλλον πλασματικές καί κατά τό ἧττον
πραγματικές, ἀναφορικά μέ τό σπίτι, τήν οἰκογένεια, τήν ἐργασία, τούς γνωστούς,
τούς φίλους. Τίς μεγαλοποιοῦμε μέσα στό μυαλό μας καί τρέχουμε πίσω τους
ἀσμένως, γιατί… ἔτσι εἶναι τό σωστό, ἔτσι κάνουν ὅλοι, τί θά πεῖ κόσμος ἄν…
Στήν προσπάθεια νά τακτοποιήσουμε τόν κυκεώνα τῆς παραζάλης, διαιρέσαμε τή ζωή
μας σέ κουτάκια, μικρά, αὐτόνομα, εὔκολα διαχειρίσιμα κουτάκια, στά ὁποῖα ὁ
ρόλος καί ἡ συμπεριφορά μας ἀλλάζουν, ὅπως μᾶς συμφέρει ἀνάλογα μέ τήν
περίσταση. Στό σπίτι μπορεῖ νά εἶμαι ἡ στοργική μητέρα καί ἡ τρυφερή σύζυγος,
στήν παρέα ἡ εὔθυμη φίλη, στήν Ἐκκλησία ἡ φιλάνθρωπη, στήν ἐργασία ἡ ἀδίστακτη
καριερίστα, στήν κοινωνία ἡ ἀδιάφορη καί ταυτόχρονα ἡ σχολιάζουσα καί
κατακρίνουσα πᾶν ἐπιστητόν. Καί κάπου βαθιά στήν ἀποθήκη τῆς ψυχῆς μας ἀφήσαμε
καί…
ἕνα μικρό κουτάκι γιά τόν Θεό! Ὅποτε «βροῦμε
χρόνο», λέμε καί δυό κουβέντες βιαστικά καί μηχανικά καί ἔχουμε τή συνείδησή
μας ἥσυχη· τό κάναμε τό καθῆκον μας! Καί ἐάν τολμήσει ὁ νοῦς νά ἐκφέρει
ἀντίλογο, ἀλίμονό του: «Σῶπα ἐσύ, ἄλλοι δέν προσεύχονται καθόλου, μακάρι νά
ἔκαναν ὅλοι, ὅπως ἐγώ! Τί πράγμα; Σήμερα ἀδίκησα πέντε συναδέλφους μου,
ὑποκίνησα τσακωμούς, διαπληκτίστηκα μέ ἄλλους ἑπτά καί «στόλισα» ἀπό μέσα μου
ἄλλους εἴκοσι στόν δρόμο; Σιγά τώρα, ὅλοι ἔτσι κάνουν, στό κάτω – κάτω δέν
σκότωσα καί κανέναν· μιά χαρά εἶμαι!»
Καί ὁ νοῦς παύει νά
διαμαρτύρεται γιά τά πεπραγμένα, οὔτε παλεύει κατά
τήν προσβολή τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἀλλά μᾶλλον τοῦ ἀρέσει νά
συνδιαλέγεται μαζί τους καί χωρίς νά τό καταλάβει αἰχμαλωτίζεται,
συγκατατίθεται καί διαπράττει τήν ἁμαρτία.
Νομίζατε ὅτι τελειώσαμε; Δυστυχῶς
μόλις τώρα ἀρχίσαμε. Ἀρεσκόμαστε νά ἁμαρτάνουμε καί ἐπαναλαμβάνουμε τήν ἁμαρτία
μέχρις ὅτου νά μᾶς γίνει συνήθεια. Ὁ νοῦς σιωπᾶ, ἡ συνήθεια γίνεται ἕξη καί τό
πάθος ριζώνει καί γεννᾶ καί ἄλλα πάθη πού μᾶς πνίγουν, μᾶς πνίγουν καί νιώθουμε
ἀδύναμοι νά ἀντιδράσουμε· νομίζουμε ὅτι εἶναι πιά ἀργά.
Καί τότε, ὅταν ἀναγνωρίζουμε
συνειδητά τό σκοτάδι τῆς ψυχῆς μας, ἀναζητοῦμε τό Φῶς, τό
μοναδικό Φῶς, πού ἅμα τῇ παρουσίᾳ Του «ἔξω βάλλει» τό σκότος. Μά γιατί ἔπρεπε
νά φθάσουμε στό βάθος τοῦ πηγαδιοῦ τῶν παθῶν, γιά νά ἀναζητήσουμε τό Φῶς; Γιατί
δέν Τό ἀναζητούσαμε νωρίτερα; Γιατί μέχρι τότε νομίζαμε ὅτι βλέπαμε μέ τά
τεχνητά φῶτα πού κατασκευάσαμε, δέν καταλάβαμε ὅτι προορίζονταν μόνο γιά τούς
φυσικούς καί ὄχι γιά τούς νοητούς ὀφθαλμούς, ὅτι μέ ἀντανακλάσεις τους μᾶς
θάμπωναν καί οὐσιαστικά μείωναν τήν ὁρατότητά μας πρός τό Ἀληθινό…
Ὤ, ἀγαπητέ μου ἀναγνώστη, βρές τή
δύναμη νά παραδεχθεῖς ὅτι καί ἐσύ ζεῖς κάτι τέτοιο. Ἴσως σέ διαφορετικό βαθμό
ἐμπλοκῆς, μέ διαφορετικό πάθος ἀπό τόν διπλανό σου, τί σημασία ἔχει; Ἀντιστάσου
στό ποτάμι πού κυλάει, πήγαινε ἀντίθετα στό ρεῦμα, δεῖξε ὅτι εἶσαι ζωντανός!
Ἔπειτα ἀπό λίγο καιρό, κατά Θεία
Πρόνοια, κάποιος φίλος σου μιλάει γιά τήν Ἐκκλησία, ἀκοῦς πῶς ἔπρεπε νά
πολιτευθεῖς, ἐνῷ γνωρίζεις πῶς πολιτεύθηκες. Μά ξαφνικά δέν σέ ἐνδιαφέρει νά
ἀκούσεις τά ὑπόλοιπα. Συνηθισμένος ἀπό τή φούρια τῆς σύγχρονης κοινωνίας πού
ἀποφασίζει γρήγορα, χωρίς καλά – καλά νά ἐξετάσει καί σταθμίσει τήν κατάσταση,
ἀποφάσισες. Ἀποφάσισες ὅτι εἶναι πλέον ἀδύνατον γιά σένα νά βγεῖς ἀπό τό
πηγάδι. Εἶναι ἡ γνωστή ἱστορία τοῦ «μυρμηκολέοντος»..
Ὅπως
συνήθιζες νά κατακρίνεις τούς πάντες,
βιάζεσαι τώρα νά καταδικάσεις καί τόν ἑαυτό σου. Μά ὁ ἱερέας
τώρα φωνάζει γιά νά σέ συνεφέρει: «Ἄσε τόν Θεό νά κρίνει, δέν εἶσαι ἐσύ ὁ
Κριτής, μήν ἀντικαθιστᾶς τόν Θεό!» Βουβαίνεσαι, χαμηλώνεις τό κεφάλι, δέν σοῦ
εἶχε περάσει ποτέ ἀπό τό μυαλό ὅτι… Ψελλίζεις μέσα ἀπό τά δόντιά σου «συγγνώμη»
καί ἀφήνεσαι, ἀφήνεσαι στόν λόγο τῆς σιωπῆς, μιᾶς ἁγίας σιωπῆς, πού χάρη στήν
προσευχή τοῦ Πνευματικοῦ ἐνεργεῖ μέσα σου τήν ταπείνωση, τή συναίσθηση, τήν
ἐμπιστοσύνη – ναί, τήν ἐμπιστοσύνη ἑνός μικροῦ παιδιοῦ πρός τόν πατέρα του –
καί τήν ὑπακοή, πού γεννοῦν τήν ἐλπίδα. Μία ἐλπίδα πού τήν αἰσθάνεσαι ζωντανή,
πού κάνει τήν καρδιά σου νά πάλλεται, πού νιώθει τήν ἐλεημοσύνη ὡς ἀνταπόδοση
τῆς ὕβρης, πού γεμίζει τήν ψυχή σου εὐγνωμοσύνη, τήν λεπταίνει, σέ κάνει νά
δακρύζεις γιά κάτι πού πρίν θεωροῦσες ἀδυναμία..
Ὤ, φίλε μου, καλῶς
ἦλθες στό σπίτι σου, στήν Πατρική Οἰκία!
Κράτησε τή συναίσθηση αὐτή σέ ὅλη σου τή ζωή.
Μήν ἐπιτρέψεις ποτέ πιά στόν ἑαυτό σου νά πορευθεῖ χωρίς τόν Καλό Συνοδοιπόρο.
Ἀναρωτιέσαι πῶς μπορεῖ νά τά
εἶχες ἀποφύγει ὅλα αὐτά, νά μήν χρειάζονταν νά φύγεις γιά νά
ἐπιστρέψεις. Μά τήν ἀπάντηση τήν ξέρεις ἤδη καλά.
Πέντε λεπτά καθημερινῆς, ἀληθινῆς
προσευχῆς σου δίνουν τή δύναμη νά πορεύεσαι ἄτρωτος σέ
αὐτή τή ζούγκλα πού φτιαξαμε, σέ γεμίζουν μέ χαρά, εἰρήνη
καί ἀγάπη γιά τόν Θεό, ἀλλά καί τούς συνανθρώπους σου καί
τόν κόσμο, ἀφοῦ τά ἀναγνωρίζεις ὅλα ὡς δημιουργήματά Του, σέ κάνει νά ζεῖς
εὐχαριστιακά κάθε στιγμή τῆς ζωῆς σου, ζώντας μέσα στήν Παρουσία Του. Καί μή
γελιέσαι· ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς ἀντανακλᾶ καί στό σῶμα…
Πόσο ἀποστομωτική μπορεῖ νά εἶναι,
ἀλήθεια! Θά σέ εἶχαν γλυτώσει μόνο πέντε λεπτά!
Σκέψου το, μόνο πέντε λεπτά….
-ΡΩΜ-ΝΙΟΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου