Ἡ προδοσία τότε
«Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;»(Λουκ.22,48)
(Ομιλία του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)
Η ζωή, ἀγαπητοί μου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἐπάνω ἐδῶ στὴ γῆ, ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε ἕως τὴ στιγμὴ ποὺ εἶπε τὸ«Τετέλεσται»(Ἰω.19,30), εἶνε ἕνας ἥλιος ἀκηλί-δωτος. Ἀλλ᾽ ἐκεῖ ποὺ λάμπει σὲ ὅλο τὸ μεγαλεῖο της εἶνε της ἡμέρες τῶν παθῶν του. Ὅπως ψάλλει ὡραῖα ἡ Ἐκκλησία μας,«θάμβος ἦν κατιδεῖν τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Ποιητὴν ἐπὶ σταυροῦ κρεμάμενον»(Θ΄ὥραΜ.Παρασκ.).
Τὰ πάθη τοῦ Κυρίου χαρακτηρίζονται καὶὡςθεῖο δρᾶμα. Κι ὅπως στὰ θεατρικὰ ἔργα ἕνας εἶνε ὁ πρωταγωνιστὴς καὶ γύρω ἀπὸ αὐτὸν κινοῦνται ἄλλα πρόσωπα μὲ δευτερεύοντες ῥόλους, ἔτσι καὶ στὸ θεῖο δρᾶμακεντρικὸ πρόσωπο εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ γύρω του δροῦν πολλὰ ἄλλα πρόσωπα, εἴτε φιλικὰ εἴτε ἐχθρικὰ πρὸς αὐτόν. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ εἶνε οἱ μαθηταί, οἱ μυροφόρες, οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας, οἱ ψευδομάρτυρες, ὁ Πιλᾶτος καὶ ἡ γυναίκα του, ὁ Ἡρῴδης, οἱ στρατιῶτες, ὁ ἑκατόνταρχος, ὁ Σίμων ὁ Κυρηναῖος, οἱ γυναῖκες τῆς Ἰερουσαλήμ, οἱ δύο λῃσταί, οἱ φρουροί.
Ἀπὸ ὅλα τὰ πρόσωπα ἂς στρέψουμε τώρα τὴν προσοχή μας στὸ πρόσωπο ποὺ προκαλεῖ μεγαλύτερη φρίκη καὶ βδελυγμία, τὸνἸούδα.Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ στηλιτεύεται κατ᾿ ἐξοχὴνστοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας.
Τί ἦταν ὁ Ἰούδας; Μεγάλο μυστήριο ἔκρυβε ἡ ψυχή του, ἀπύθμενο βάθος. Ποιά μάνα τὸν γέννησε, ποιός πατέρας τὸν ἀνέθρεψε;Προτιμότερο νὰ μὴν εἶχε γεννηθῆ. Γονεῖς, ποὺ στενοχωριέστε γιὰ ἀτεκνία, πολλὲς φορὲς ἡ ἀτεκνία εἶνε ἔλεος Θεοῦ. Τί νὰ τὸ κάνῃς, νὰ γεννήσῃς παιδὶ καὶ νὰ γίνῃ Ἰούδας; Ἕνας πατέρας, ποὺ τὸ παιδί του ἔγινε περιβόητος λῃστὴς καὶ σκότωσε τρακόσους ἀνθρώπους στὰ χρόνια τῆς κατοχῆς, μοῦ ἔλεγε· Ἄχ νὰ τό ᾽ξερα! θὰ τὸν ἔπνιγα, θὰ τὸν ἔρριχνα στὸ ποτάμι·
ἀγγελούδι φαινόταν στὴν κούνια, ἀλλὰ βγῆκε σατανᾶς!… Καὶ γιὰ τὸν Ἰούδα, παρόντος μάλιστα τοῦ ἰδίου, ὁ Κύριος εἶπε ὅτι ἦταν προ-τιμότερο νὰ μὴ ἐγεννᾶτο(βλ.Ματθ.26,24).
Δὲν θὰ βασισθοῦμε σὲ λαϊκὲς παραδόσεις γι᾽ αὐτόν· θὰ στηριχθοῦμε στὰ Εὐαγγέλια, ποὺ διασῴζουν τὴν αὐθεντικὴ ἱστορία. Λέει λοι-πὸν τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι γεννήθηκε στὴν ᾿Ιου-δαία, μεταξὺ ἀγροτῶν - ἁπλοϊκῶν ἀνθρώπων. Τὸν εἵλκυσε τὸ κήρυγμα τοῦ Κυρίου, πλησίασε κι αὐτὸς τὸ Χριστὸ καὶ ἔγινεἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητάς. Μεγάλη ἡ τιμὴ γι᾽ αὐτόν. Ὁ Χριστὸς τοῦ ἔδειξε ἀμέριστη ἀγάπη· δὲν τοῦ στέρησε τίποτε ὥστε νὰ ἔχῃ παράπονο, δὲν τὸν παρέβλεψε, δὲν τὸν παραγκώνισε,δὲν τὸν ἀδίκησε· τοῦ ἔδειξε στοργὴ σὰν πατέρας. Ἀλλ᾿ αὐτὸς στὰ βάθη τουἦταν φιλάργυρος. Καὶ ἡ φιλαργύρια εἶνε«ῥίζα πάντων τῶν κακῶν» (Α΄Τιμ.6,10). Ὁ Χριστός, γιὰ νὰ μαλάξῃ τὸ πάθος, τοῦ ἔδωσε νὰ διαχειρίζεται τὰ οἰκονομικὰ τῆς συνοδείας. Ἔκανε ὅπως κάνει κάποτε ἡ μάνα στὸ λαίμαργο παιδί, ποὺ τοῦ δίνει παραπάνω φαγητό, γιὰ νὰ τὸ κάνῃ ν᾿ ἀηδιάσῃ. Εἶνε κι αὐτὴ μιὰ μεθόδος. Ἔτσικαὶ ὁ Χριστὸς ἐμπιστεύθηκε σ᾿ αὐτὸν τὸ «γλωσσόκομον» (Ἰω.12,6·13,29), τὸ ταμεῖο τους.
Ὁ Ἰούδας δὲν μποροῦσε νὰ κρύψῃ τὸ πάθος του. Ἔδειξε τὴ φιλαργυρία του κάποια στιγμή, ὅταν ὁ Χριστὸς πῆγε στὸ σπίτι τοῦΛαζάρου καὶ ἡ Μαρία μὲ μύρο ἀξίας 300 δηναρίων (ἄνω τῶν 300.000 δραχμ.) ἄλειψε τὰ ἅγια πόδιατου καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της. Τὸ εἶδε αὐτὸ κι ὁ Ιούδαςκαὶ τί εἶπε· Κρίμα νὰ πεταχτοῦν τόσα λεφτά! δὲν ἦταν προτιμότερο νὰ δοθοῦν στοὺς φτωχούς;… Ἀγαποῦσε κ᾽ ἐνδιαφερόταν γιὰτοὺς φτωχούς; Κάθε ἄλλο. Ἀλλὰ ἔκρυβε τὴφιλαργυρία του κάτω ἀπὸ τὸ«προσωπεῖον»(τὴ μάσκα) τῆς«φιλοπτωχείας», τῆς ἀγάπης γιὰ τοὺςφτωχούς(ἀπόστ.αἴν.Μ.Πέμπ.). Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· Ἰούδα, τοὺς φτωχοὺς θὰ τοὺς ἔχετε πάντοτε κοντά σας, ἐμένα ὅμως ὄχι(Ἰω.12,8). Μεγάλος λόγος αὐτός, προφητεία τοῦ Χριστοῦ εἶνε· Τοὺς φτωχοὺς θὰ τοὺς ἔχετε κοντά σας πάντοτε! Ὁποιοδήποτε οἰκονομικὸ σύστημα καὶ ἂν ἰσχύσῃ (σοσιαλιστικό, κομμουνιστικό, καπιταλιστικό),ἡ φτώχεια μπορεῖ νὰ μειωθῇ ἀλλὰ δὲν θὰ ἐκλείψῃ. Πάντα θὰ ὑπάρχουν φτωχοί· μὲ τὴ διαφορά, ὅτι στὸ ἕνα καθεστὼς ἐπιτρέπεται νὰ φωνάξουν «πεινῶ», στὸ ἄλλο δὲν ἐπιτρέπεται. Ἀλλ᾽ ἂς γυρίσουμε στὸν Ἰούδα.
Ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· Μὴν ἐμποδίζεις τὴ Μαρία· ἐγὼ σὲ λίγο πειθαίνω, κι αὐτὸ ποὺ ἔκανε εἶνε μία προετοιμασία γιὰ τὸν ἐνταφιασμό μου(ἔ.ἀ.).
Δὲν τὸν ἐξέθεσε δηλαδὴ ὁ Κύριος. Καὶ μέχρι τέλουςτοῦ ἔδειξε ἀγάπη. Τὸ βράδυ τοῦ μυστικοῦ δείπνου ὄχι μόνο τοῦ ἔπλυνε τὰ πόδια ὅπως καὶ τῶν ἄλλων μαθητῶν, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἔδωσε τὴ θεία κοινωνία, τὸ ἅγιο σῶμα καὶ τὸ τίμιο αἷμα του. Καὶ ἐνῷ γνώριζε ὅλη τὴν προδοσία, δὲν τὸν ἀπεκάλυψε. Εἶπε μόνο· Κάποιος ἀπὸ σᾶς θὰμὲ προδώσῃ ἀπόψε. Ὅλοι ἀλληλοκοιτάχτηκαν φοβισμένοι, αὐτὸς ὅμως ἔμεινε ἀσυγκίνητος, ἕως ὅτου ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε «Ὅ,τι ἔχεις νὰ κάνῃς κάνε το γρήγορα»(ἔ.ἀ. 13,27), ἀφήνοντας πάλι τὴν ἐντύπωσι ὅτι ἐννοεῖ νὰ κάνῃψώνια γιὰ τὴν ἑορτὴ ἢ νὰ δώσῃ κάποια βοή-θεια σὲ φτωχούς. Ἔτσι ἔφυγε ὁ ᾿Ιούδας. Ὅταν βγῆκε ἔξω εἶχε πλέον νυχτώσει.Πῆ- γε στοὺς ἐχθροὺςτοῦ Διδασκάλου, μὲ τοὺς ὁποίους εἶχε ἤδη διαπραγματευθῆ τὴν προδοσία ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων. Οἱ ἀρχιερεῖς τὸν ἔβαλαν ἐπὶ κεφαλῆς πλήθους ὑπηρετῶν τουςκαὶ τῆς σπείρας τῶν στρατιωτῶν μὲ τὸν χιλίαρχο, καὶ ὅλοι μὲ ὅπλα, μαχαίρια καὶ ξύλα, μὲφανάρια καὶ δᾳδιὰ ἀναμμένα γιὰ νὰ βλέπουν,ξεκίνησαν γιὰ τὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ.
Ἀκούγεται ὁ θόρυβος ποὺ κάνουν καθὼς πλησιάζουν. Τότε ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἔκανε τὴν προσευχή του, λέει τοὺς μαθητάς του ποὺ εἶχαν ἀποκοιμηθῆ·«Ξυπνᾶτε!… ἔφτασεὁ παραδιδούς με», νάτον(Ματθ.26,46.Μᾶρκ.14,42). Ἐνῷ δηλαδὴ ὁ Ἰούδας ἀγρυπνεῖ, οἱ μαθηταὶ κοιμῶνται.Ἔτσι εἶνε· ἐνῷ τὰ παιδιὰ τοῦ διαβόλου δουλεύουνμέρα - νύχτα γιὰ τὸ κακό, τὰ παιδιὰτοῦ Χριστοῦ κοιμῶνται μακαρίως.
Ὁ Χριστὸς ἤρεμος βγαίνει νὰ τοὺς προϋπαντήσῃ. ―Ποιόν ζητᾶτε; λέει. ―Τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο. ―«Ἐγώ εἰμι», τοὺς λέει. Μὰ αὐτοί, ἐνῷ εἶνε ἕτοιμοι νὰ ὁρμήσουν, ἐπρὸς στὸ μεγαλεῖοτου ποὺ λάμπει ἐμποδίζονται νὰ τὸν ἀγγίξουν. Μόλις ἄκουσαν τὸ«Ἐγώ εἰμι»,«ἀπῆλθον εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἔπεσον χαμαί»(Ἰω.18,4-6).
Σὰν νὰ τοὺς λέῃ· Θέλω καὶ παραδίδομαι στὰχέρια σας, εἰ δ᾽ ἄλλως δὲν θὰ μ᾽ ἀγγίζατε. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ θεία Λειτουργία λέει·«…Τῇ νυκτὶ ᾗ παρεδίδοτο, μᾶλλον δὲ ἑαυτὸν παρεδίδου ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς…»(ἀναφ.). Δὲν παρεδόθη δηλαδὴ ὁ Κύριος ἀκουσίως· ἑκουσίως παρέδωσε τὸνἑαυτό του. Καὶ τίθεται τὸ ἐρώτημα· τί χρειαζόταν λοιπὸν ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα;
Αὐτὸς ὅμως, φοβούμενος μήπως γίνῃ λάθος, τοὺς εἶχε πεῖ· Θὰ σᾶς τὸν δείξω ὡς ἑξῆς· θὰ εἶνε ἐκεῖνος ποὺ θὰ φιλήσω. Πλησίασε λοιπὸν τότε καὶ τὸν ἀσπάσθηκε. Ὤ βεβήλωσις! Τὸ φίλημα, ποὺ εἶνε δεῖγμα ἀγάπης, ἐδῶ ἔγινε σύμβολο προδοσίας. Ποτέ ἄλλοτε τὰ ἱερὰαἰσθήματα τοῦ ἀνθρώπου δὲν ὑπέστησαν τέτοια κακοποίησι ὅπως στὴν περίπτωσι αὐτή.
Καὶ ὁ Κύριος; Ἐνῷ μποροῦσε τὴ στιγμὴ ἐκείνη νὰ κάνῃ τὴ γῆ ν᾿ ἀνοίξῃ καὶ νὰ τὸν καταπιῇ ζωντανό, δὲν ἐκδικεῖται· τοῦ λέει μόνο μὲ παράπονο· «Ἰούδα, μὲ φίλημα προδίδεις τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου;»(Λουκ.22,48).
Τὸ ἔγκλημα συντελέσθηκε πλέον, ἡ προδοσία ἔγινε. Οἱ στρατιῶτες συλλαμβάνουν τὸν Κύριο, τὸν δένουν καὶ τὸν σύρουν μέσ᾽στὴ νύχτα στὰ κρατητήρια καὶ τὰ δικαστήρια τοῦ Ἄννα καὶ τοῦ Καϊάφα, καὶ τὸ πρωὶ στὸ πραιτώριοτοῦ Πιλάτου καὶ τὸ βῆμα τοῦ Ἡρῴδου, γιὰ νὰ καταδικασθῇ τέλος εἰς θάνατον. Καὶὁ μεγαλύτερος συντελεστὴς τοῦ ἐγκλήματοςαὐτοῦ εἶνε ὁ Ἰούδας.
Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι ἦταν προτιμότερο ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς νὰ μὴ γεννιόταν καὶ γι᾽ αὐτὸτὸ τέλος του ἦταν οἰκτρό. Τὰ παραπονεμένα λόγια ποὺ τοῦ εἶπε ὁ Χριστός, «Ἰού-δα, μὲ φίλημα προδίδεις τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώ-που;», ἔμειναν μέσ᾿ στὴν καρδιά του κάρβουνο ἀναμμένο, φίδι ποὺ τὸν ἔτρωγε. Κι ὅταν πλέον εἶδε ὅτι ὁ Χριστὸς καταδικάστηκε νὰ κρεμαστῇ στὸ σταυρό, ξύπνησαν οἱ τύψεις καὶ τόσο βαθειὰ τὸν κεντοῦσαν ὥστε δὲν μποροῦσε νὰ τὶς ὑποφέρῃ. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει,ὅτι δὲν ὑπάρχει στὸν κόσμο χειρότερος βασανισμὸς ἀπὸ τὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως· προτιμότερο νὰ σὲ δαγκώσῃ φίδι καὶ σκορπιὸς παρὰ νὰ σὲ κεντήσῃ ἡ συνείδησί σου. Μὴ ὑποφέροντας λοιπὸν ἄλλο πῆγε στοὺς ἀρχιερεῖςκαὶ
ὡμολόγησε·«Ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον»(Ματθ.27,4). Κι ἀφοῦ ἔρριξε τὰ ἀργύρια τῆς προδοσίας στὸ ναό, πῆρε σχοινί, κρεμάστηκε καὶ αὐτοκτόνησε. Μὰ τὸ σῶμα του δὲν ἔμεινε στὴν ἀγχόνη· ἔπεσε κάτω μπρούμυτα, ἔσκασε ἡ κοιλιά του καὶ χύθηκαν ἔξω ὅλα τὰ σπλάχνα του(Πράξ.1,18). Τέτοιο τέλος εἶχε, ἀδελφοί μου, ὁ ᾿Ιούδας. Γι᾽ αὐτὸ ῥῦσαι ἡμᾶς, Κύριε, τοῦ πάθους τῆςφιλαργυρίαςκαὶ τοῦ πειρασμοῦ τῆς ἀπελπισίας.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Α΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ν. Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 17-4-1987 πρωί μὲ ἄλλο τίτλο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου