ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ρωμ. ιγ' 11 - ιδ' 4
Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ
«Μη κρινέτω»
Ή προτροπή αύτη του αποστόλου Παύλου «μή κρινέτω» μας φέρνει στο νου την άλλη παραγγελία του θείου Διδασκάλου, πού έλεγε: «Μή κρίνετε». Καλό όμως είναι να κάνουμε εξ αρχής μια διευκρίνηση στην έννοια της λέξεως, για να μη θεωρηθεί αυτός ό λόγος προσβλητικός για τον λογικό άνθρωπο. Άς θυμηθούμε λοιπόν τα λόγια παλαιού έρμηνευτού της αγίας Γραφής πού γράφει:«Κρίσιν ένταύθα την κατάκρισιν νόησον» (Ζιγαβηνός). Ώστε ό Απόστολος τού Θεού μας προτρέπει να αποφεύγουμε την κρίση εκείνη πού είναι και άδικη και άσπλαχνη και προέρχεται από εγωισμό. Γι’ αυτή την κακολογία λοιπόν κι εμείς σήμερα θα μιλήσουμε, αφού αποτελεί παράβαση τού θείου νόμου και είναι μεγάλο κακό.
ΠΩΣ ΧΥΝΕΤΑΙ ΤΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ
Όπως όλα τα αμαρτήματα, έτσι και το αμάρτημα της κακολογίας αρχίζει από την ώρα πού βάζει ό άνθρωπος το κακό στο νου του. Ακόμη και αν είναι αληθινό το σφάλμα τού αδελφού μας και αν τα ίδια μας τα μάτια το βεβαίωσαν, αφού δεν λυπηθήκαμε για το αμάρτημα του, δείχνει πόσο κακή είναι ή ποιότητα τού χαρακτήρα μας. Ή αγάπη «πάντα στέγει», λέει ό Παύλος. Όταν όμως λείπει από μέσα μας ό Θεός πού είναι αγάπη, τότε αρχίζει το σπερμολόγημα. Μόλις άνοιξη το στόμα ό κακολόγος άνθρωπος, αρχίζει να πέφτει το δηλητήριο σταγόνα, σταγόνα. «Λένε!... άκουσα!... Τί κρίμα!... Τα μάθατε; κλπ». Έπειτα ό τόνος της φωνής, οι χειρονομίες, το ύψωμα των ώμων ή το ατάραχο μειδίαμα, πού συνοδεύουν αυτή την κακολογία, συμπληρώνουν τα υπονοούμενα και χρωματίζουν την λάσπη πού εκτοξεύτηκε. Μετά σας ορκίζουν κιόλας να μην πείτε τίποτα. Και όπως σημειώνει ό ιερός Χρυσόστομος: «Με τον τρόπο αυτό φανερώνουν ότι έκαμαν κάτι άξιο κατηγορίας. Γιατί αφού παρακαλείς εκείνον να μην το πει σε άλλον κανένα, πολύ περισσότερο έπρεπε συ πρωτύτερα να μην του το είχες πει». Έδώ παρατηρούμε ότι το δηλητήριο είναι συνδυασμένο με την κακολογία και ή κακολογία είναι συνδυασμένη με την ανανδρία. Ό σπερμολόγος ροκανίζει τις ρίζες τού ψηλού δέντρου δειλά-δειλά, αφού αλλιώς δεν μπορεί να το ρίξει κάτω. Βλέπετε κάνει το κακούργημα του με πονηρία και θρασύτητα, με πανουργία και ευτέλεια. Έτσι το αμάρτημα αυτό της κακολογίας, τις περισσότερες φορές δεν το πιάνει ό ποινικός νόμος, δεν μπορεί όμως να ξεφύγει τον ηθικό καταλογισμό.
Ο ΚΡΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΚΡΙΤΗΣ
Το πρώτο πού θα πει ό Θεός στον άνθρωπο πού κατακρίνει είναι: «Σύ τις εί ό κρίνων άλλότριον οικέτην;» Ποιος είσαι σύ άνθρωπε, πού γίνεσαι επιτιμητής αυστηρός και βλοσυρός δικαστής τού ξένου δούλου; Υφαρπάζεις δικαιώματα πού ανήκουν στον μόνο Κριτή τού κόσμου; Είσαι όμως αρμόδιος για να κάνεις ένα τέτοιο έργο;
Πράγματι, μόνον ό Θεός είναι εκείνος πού έρευνα τα βάθη τού άνθρωπου και επομένως μπορεί να βγάλει την δίκαιη κρίση. Εμείς οι άνθρωποι κρίνουμε «κατ΄ όψιν», εξωτερικά, ό,τι είδαμε και ό,τι ακούσαμε. Πόσες φορές όμως δεν πέσαμε έξω; Κανείς λοιπόν δεν μας έβαλε κριτές των συνανθρώπων μας. Πολύ περισσότερο επικριτές τους και τιμητές τους. Έργο δικό μας είναι να βοηθήσουμε αυτόν, πού δεν βαδίζει τον ίδιο δρόμο, να άνοιξη τα μάτια της ψυχής του και να αντιληφθεί την αλήθεια και το Φως τοαληθινό. Δεν έχουμε όμως το δικαίωμα να διαλαλήσουμε την άμαρτωλότητά του. Ή κακολογία μας τον κάνει χειρότερο. Το κουτσομπολιό γκρεμίζει τον κακό, τον παρεκτρεπόμενο, τον κάνει χειρότερο. «Έμενα με πήρε πια το ποτάμι» λέει απελπισμένος ό άνθρωπος εκείνος, πού διασύρεται. Έτσι σκληρύνεται περισσότερο, επιταχύνεται ό ψυχικός θάνατος τού αδελφού «υπέρ ού Χρίστος απέθανε». Αυτό όμως μας δημιουργεί ευθύνη. Επισύρει την οργή τού Θεού. Το αμάρτημα της κατακρίσεως είναι σοβαρότατο. Με τον τρόπο αυτό δείχνουμε ότι στερούμεθα και στοιχειώδους αγάπης απέναντι των αδελφών μας. Ή κατάκριση μας αποξενώνει από τον Θεό. Ό άνθρωπος πού κακολογεί τούς άλλους, πού κατακρίνει και είναι δικαστής των πάντων, δημιουργεί σοβαρά ζητήματα στους συνανθρώπους του. Προκαλεί οικογενειακά δράματα. Κηλιδώνει υπολήψεις, τραυματίζει, πληγώνει ψυχές. Αναστάτωση και εξέγερση δημιουργεί όπου κι αν βρεθεί. Φαρμακώνει την ζωή των αδελφών του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου