Ὁ περὶ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν συναξαριστικὸς λόγος
Ὑπὸ τοῦ π. Ἠλία Εὐστ. Παπαδοπούλου, καθηγητοῦ θεολόγου*
Ἀναμφιβόλως μέσα σὲ μία ἐκκοσμικευμένη κοινωνία οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων μας -ποὺ εἶναι κατεγραμμένοι κυρίως στοὺς Συναξαριστὲς¹ τῆς παράδοσής μας- μαρτυροῦν τὴν ἀνυπέρβλητη πνευματική, ἀλλὰ καὶ τὴ σωτηριολογικὴ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας. Διὰ τῆς μελέτης καὶ ἐμβάθυνσης στὴ βιωτὴ τῶν φίλων τοῦ Θεοῦ ἡρεμοῦν οἱ ψυχές μας, πλημμυρίζουν μὲ φαιδρὴ φωταύγεια, ὠφελοῦνται τὰ μέγιστα στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς², συγκινοῦνται καί, ἐν τέλει, σπεύδουν μὲ ἐνθουσιασμὸ εἰς μίμησιν αὐτῶν.
Ἄξιο μνείας καὶ μιμήσεως ἀποτελεῖ καὶ τὸ παράδειγμα τῶν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἡμῶν, Μεγάλων Ἱεραρχῶν καὶ Οἰκουμενικῶν διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀνθρώπων πού, ὡς πρότυπα πίστεως ἀκραιφνοῦς, ὀρθοτάτης διακρίσεως καὶ σοφίας ἀληθοῦς, διακρίθηκαν γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου των, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πληρότητα καὶ ἀρτιότητα τῆς παιδείας των.
Τὸ σχετικὸ Συναξάρι ἀναφέρει πώς, ἡ ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν³, τῶν ὁποίων ἡ μνήμη τιμᾶται τὴν 30ὴ τοῦ μηνὸς Ἰανουαρίου, θεσπίστηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 11ου αἰῶνος κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081-1118), ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε στὴ βασιλικὴ ἐξουσία τὸν Νικηφόρο τὸν Γ' τὸ Βοτανειάτη (1078-1081).4 Τότε ξέσπασε μία φιλονικία μεταξὺ λογίων καὶ ἐναρέτων ἀνδρῶν, ποὺ διήρεσε τὸ χριστιανικὸ πλήρωμα σὲ τρεῖς ὁμάδες. Κάθε ὁμάδα προέβαλε καὶ ἕναν ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἄνδρες ὡς τὸ σημαντικότερο διδάσκαλο τῆς καθόλου οἰκουμένης. Αὐτὴ ἡ ἀντιπαράθεσις ἒφθασε μάλιστα σὲ τέτοιο σημεῖο ποὺ ἀναλόγως τῆς προτιμήσεως ἄλλοι χαρακτηρίζονταν ὡς Βασιλεῖτες, ἄλλοι ὡς Γρηγορεῖτες καὶ ἄλλοι ὡς Ἰωαννεῖτες.
Αὐτὸ τὸ ζήτημα ἀνέλαβε νὰ ἐπιλύσει ὁ ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους, θεῖος ἄνδρας ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὸ ἀπαράμμιλο ἦθος καὶ τὸ εὖρος τῆς παιδείας του.5 Σὲ ὀπτασία ποὺ εἶχε, εἶδε τοὺς μεγίστους αὐτοὺς Ἱεράρχες, πρώτα τὸν καθένα χωριστὰ καὶ στὴ συνέχεια ὅλους μαζί. Ἐκεῖνοι τοῦ ἐπεσήμαναν πὼς εἶναι ἕνα κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ πὼς δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ τοὺς χωρίζει ἢ νὰ τοὺς κάνει νὰ ἀντιδικοῦνε. Ἐπίσης τοῦ εἶπαν πώς, ὁ καθένας τους βρέθηκε κάτω ἀπὸ κάποιες ἰδιαίτερες χρονικὲς συγκυρίες καὶ καθοδηγούμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα προσπάθησε νὰ βοηθήσει μὲ τὸν ἰδικό του τρόπο τοὺς ἀνθρώπους νὰ βροῦν τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἀκόμη πὼς κανένας δὲν εἶναι σημαντικότερος ἀπὸ τὸν ἄλλον καὶ ἂν πεῖς τὸν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καὶ οἱ ἄλλοι δύο. Μάλιστα τοῦ ἔδωσαν ἐντολὴ νὰ πάψουν οἱ ἔριδες γύρω ἀπὸ τὰ πρόσωπά των, ἀφοῦ καὶ στὴν ἐπίγεια ζωή τους, ἀλλὰ καὶ στὴν οὐράνια, ὅπου ἔχουν μεταβεῖ, φρόντιζαν καὶ φροντίζουν ἀντιστοίχως νὰ εἰρηνεύουν καὶ νὰ ὁδηγοῦν σὲ ὁμόνοια τὸν κόσμο. Ἐπίσης τοῦ ζήτησαν, νὰ ὁρίσει μία κοινὴ ἡμέρα ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης των, νὰ συγγράψει τὴν ἱερὴ ἀκολουθία αὐτῆς καὶ, τέλος, νὰ ἐνεργήσει ὥστε νὰ εἰσαχθεῖ αὐτὴ στὴν Ἐκκλησία.
Ἔτσι ὁ ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων ἀνέλαβε τὴ συμφιλίωση τῶν διαφόρων ὁμάδων καὶ συνέστησε τὴν κοινὴ ἑορτὴ μνήμης τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ποὺ ὁρίστηκε γιὰ τὶς 30 Ἰανουαρίου, ἀφοῦ κατὰ τὸν ἴδιο μήνα προηγοῦνται οἱ ἑορτὲς ἑκάστου. Τὴν 1η τοῦ μηνὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τὴν 25η τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τὴν 27η τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου6. Ἐν τέλει συνέγραψε καὶ τὴν κοινὴ ἀκολουθία ἀντάξια τῶν Ἁγίων αὐτῶν Πατέρων. Μάλιστα περὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 14ου αἰώνα ἀνηγέρθη περικαλλὴς ναὸς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὴν Πόλη, δίπλα σχεδὸν στὴ μονὴ τῆς Παναχράντου.
Ἀναμφιβόλως ἡ κοινὴ αὐτὴ ἑορτὴ τῆς συνάξεως τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀποτελεῖ ὁρατὸ σύμβολο τῆς ἑνότητος καὶ τῆς ἰσότητος τῶν μεγάλων αὐτῶν Διδασκάλων, ποὺ μὲ τὸν ἅγιο βίο τους δίδαξαν ἐμπράκτως τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἱδρυτὴς τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ, ἐκπροσωπεῖ τὴν ἂσκηση θὰ λέγαμε, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὴ θεωρία καὶ, τέλος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μὲ τὸ ἔντονο κοινωνικό του ἔργο, τὴ διακονία στὸ συνάνθρωπο. Καὶ οἱ τρεῖς ἐξαιτίας τῆς ταπεινώσεώς των ἔμπροσθεν τῆς ἀληθείας, ἔχουν λάβει τὸ χάρισμα νὰ ἐκφράζουν τὴν καθολικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅ,τι διδάσκουν δὲν ἀντανακλᾶ μόνον τὴν προσωπική των ἐμπειρία, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἴδια ἡ μαρτυρία αὐτῆς, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐξαιτίας τῶν ὡς ἄνω οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀπὸ τὸ 1843 τιμῶνται καὶ ὡς προστάτες τῆς Παιδείας καὶ τῶν Γραμμάτων, ὥστε ταυτοχρόνως ἡ Ἐκκλησία νὰ ὑπεκκαίει καὶ νὰ ὑποκινεῖ τὸν ἀγωνιστικὸ ζῆλο καὶ ὅσων διατρέχουν τὸ στάδιο τῆς μαθήσεως, μὲ σκοπὸ ἡ παιδεία μας, καὶ ἰδίως αὐτὴ τῶν νέων, νὰ εἶναι ἡ πληρεστέρα δυνατή, καὶ λιπαινομένη μὲ τὴν εὐσεβὴ διδαχὴ καὶ τὸ προσωπικὸ παράδειγμα τῶν μεγίστων αὐτῶν Φωστήρων νὰ περιλαμβάνει καὶ τὴν οὐσιωδεστάτην γιὰ τὴν εὐδαιμονία των κατὰ Θεὸν κατάρτισιν καὶ μόρφωσιν, μέχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ἡμῖν καὶ ἐν αὐτοῖς. Διότι μόνον ἐν αὐτῷ καὶ δι’ Αὐτοῦ ἡ σωτηρία. Ἀμήν.7
* Ὁ π. Ἠλίας Παπαδόπουλος εἶναι καθηγητὴς θεολόγος στὴ Μέση Ἐκπαίδευση.
¹ Τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου ἑνὸς ἁγίου, οἱ χριστιανοὶ συγκενρώνονταν στὸν τάφο του ἢ στὸ ναό του. Ἀπὸ τὴ σύναξη αὐτή, τὸ ἀνάγνωσμα ποὺ διάβαζαν λέγεται Συναξάρι, δηλαδὴ ἡ διήγηση τῆς ζωῆς, τοῦ μαρτυρίου καὶ τῶν τυχὸν θαυμάτων του. Τὰ κείμενα αὐτὰ μὲ τὶς ἀφηγήσεις τους γιὰ μορφὲς ζωῆς, ὅπου νικήθηκε ἡ φιλαυτία καὶ φανερώθηκε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, κατέχουν ἰδιαίτερη θέση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Βλ. σχετικῶς Γεωργίου Ἰ. Μαντζαρίδη, Ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, 2η ἔκδοσις, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 116 κ.ἑ. Γιὰ μιὰ σύγχρονη προσέγγιση τοῦ Συναξαριστῆ βλ. Νικολάου Γ. Πεντζίκη, Ἀρχεῖον. Βιβλίον ἔρωτος, ἤτοι Ἀγάπης ποὺ χαρίζει ὡς Φῶς οἰκουμενικὸ ὁ Κύριος, Ἀθήνα 1974.
² Τοῦτο σημειώνει ἰδιαιτέρως ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Βλ. σχετικῶς Χρυσοστόμου Π. Ἀβαγιανοῦ (μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως), Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: Αὐτοβιογραφικὲς σελίδες καὶ ἀπάνθισμα κειμένων του, 1η ἔκδοσις, Ἀθήνα 1998, σελ. 46. (ὑπὸ τῆς σειρᾶς τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας: Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΜΑΣ 6)
3 Βλ. μεταξὺ ἄλλων καὶ Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Συναξαριστὴς τῆς Ὂρθοδόξου Ἐκκλησίας: τόμος Α', Ἰανουάριος, 1η ἔκδοσις, Ἀθήνα 2004, σελ. 346 κ.ἑ. Ἡ καθόλου ἒκδοσις φέρει τὴν πνευματικὴ γραφίδα τοῦ θεοφ. ἐπισκόπου Φαναρίου, κ. Ἀγαθαγγέλου.
4 Ἡ περίοδος τῶν Κομνηνῶν καταγράφεται ὡς ἐποχὴ ἀναγέννησης τῶν γραμμάτων καὶ τῶν τεχνῶν. Ἡ παράδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος ἐμβαπτίζεται στὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ δικαιώνεται. Πρβλ. καὶ πρωτοπρεσβ. Λάμπρου Ἀνδρεάκη, Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες ὡς σύμβολο ἑνότητος καὶ συνεργασίας, στό: Ἐφημέριος 1 (2004), σελ. 16.
5 Πρβλ. καὶ Ἐκκλησιαστικὴ Βιβλιοθήκη «Φῶς», Μηναῖον τοῦ Ἰανουαρίου περιέχον ἅπασαν τὴν ἀνήκουσαν αὐτῷ ἀκολουθίαν μετὰ τῆς προσθήκης τοῦ Τυπικοῦ, Ἀθήνα (χωρὶς ἡμερ. ἐκδόσεως), σελ. 450.
6 Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορτάζεται ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ ἱεροῦ πατρός.
7 Πρβλ. καὶ Μελίτωνος (μητροπολίτου Φιλαδελφείας), Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, ἡ Παιδεία τοῦ Γένους καὶ ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, στό: Ἐπίσκεψις 632 (29.2.2004), σελ. 23.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου