2 Δεκ 2010

Μια φωτογραφία, 1000 λέξεις. Απάντηση στη Μοναχή Ιερουσαλὴμ περὶ «ιερής τρομοκρατίας», αλλά και περί εκκλησιαστικής ευταξίας.

ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, 1000 ΛΕΞΕΙΣ

Ἀπάντηση στὴ Μοναχὴ Ἰερουσαλὴμ
περὶ «ἱερῆς τρομοκρατίας», ἀλλὰ καὶ περὶ ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας.

Τὸ Γεροντικὸν γράφει περὶ τοῦ Ἀββᾶ Ἀγάθωνος, ὅτι ὅταν κάποιοι ἀδελφοὶ θέλησαν νὰ δοκιμάσουν τὴν ταπεινοφροσύνη του, τὸν κατηγόρησαν κατὰ πρόσωπον γιὰ διάφορες ἁμαρτίες: «ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων; Ἀκοῦμε γιὰ σένα ὅτι εἶσαι πόρνος καὶ ὑπερήφανος. Κι αὐτὸς εἶπε, ναί. Εἶσαι φλύαρος καὶ καταλάλος! Κι αὐτὸς εἶπε· ἐγὼ εἶμαι». Ὁ ἅγιος Γέρων δέχθηκε ὅλες τὶς ἀσύστατες κατηγορίες ἀδιστάκτως· ὅταν ὅμως τὸν κατηγόρησαν γιὰ αἵρεση, δὲν δέχθηκε τὴν κατηγορία καί, ἐρωτώμενος γιατί, εἶπε: «τὰ πρῶτα τὰ ἀποδίδω στὸν ἑαυτὸ μου, διότι [τοῦτο] εἶναι ὄφελος στὴν ψυχὴ μου· ὅμως [ἡ ἀποδοχὴ τῆς κατηγορίας] “ὁ αἱρετικὸς” εἶναι χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν θέλω νὰ χωρισθῶ ἀπὸ τὸν Θεό»· ἀλλὰ τώρα, κάποιοι νέοι Μοναχοὶ καὶ Μοναχές, πνευματικοὶ ἀδελφοὶ τῆς ὁσιολογιωτάτης Μοναχῆς Ἰερουσαλήμ, πνευματικῆς θυγατρὸς τοῦ γνωστοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Διονυσίου (Καλαμπόκα), δὲν ἀρκοῦνται ἁπλῶς στὴν ὁμολογία τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ καταδίκη τῆς αἱρέσεως ἔναντι πιστῶν τοὺς ὁποίους ἐσκανδάλισαν, ἀλλὰ τοὺς ὁδηγοῦν στὰ πολιτικὰ δικαστήρια, δῆθεν δικαίως. Κατὰ τὰ λόγια τῆς Μοναχῆς Ἰερουσαλὴμ οἱ κατήγοροι τῆς Ἀδελφότητός των «ἐπιλέγουν μόνοι τους τὸν δρόμο τῆς ἀποκατάστασης τῆς τάξεως, τῆς νομιμότητος καὶ τῆς Ἀληθείας, ποὺ εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ Δικαιοσύνη». Ὄχι, Ἀδελφή, εὐλόγησον· οὔτε μόνοι τους τὸ ἐπιλέγουν, οὔτε πρέπει νὰ εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ Δικαιοσύνη, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι κατὰ τοὺς ἱ. Κανόνας ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Δικαιοσύνη (λ.χ. βλ. θ΄ Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκ. Συν., ριε΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ), μὲ σχετικὴ ἀναφορὰ στὸν οἰκεῖο Μητροπολίτη, τοῦ χώρου ὅπου ἀνήκουν οἱ δῆθεν «πταίσαντες». Ἀλλὰ ἡ Ἀδελφότητά σας ὁδηγεῖ στὰ πολιτικὰ δικαστήρια λαϊκοὺς ἀδελφοὺς σας ποὺ δικαιολογημένα σκανδαλίσθηκαν, καὶ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση ποὺ τοὺς ὑποστήριξε, κατὰ περιφρόνηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου περὶ ἀποφυγῆς τῆς κοσμικῆς δικαιοσύνης (Α΄ Κορ. 6, 6). Καὶ λόγῳ τῆς θιγομένης ὑπολήψεώς σας, χωρὶς νὰ κρίνετε τὰ πράγματα θεολογικῶς καὶ ἁγιοπατερικῶς, κατ’ ἀντίθεση πρὸς τὴ δεσποτικὴ ἐντολὴ «εὐλογεῖν τοὺς καταρωμένους ἡμᾶς» (πολὺ περισσότερο τοὺς μὴ καταρωμένους, ἀλλ’ ἁπλῶς κατηγοροῦντας), τοὺς «στολίζετε», χωρὶς νὰ τοὺς γνωρίζετε προσωπικῶς, μὲ χαρακτηρισμοὺς ὅπως : «ξενοφοβικοί, ἀντιχρίστων ἀπόψεων, ψευδόμενοι, ὑποκριτές, ἀπροκάλυπτοι καὶ ἀπίστευτης ἀγριότητος φασίστες καὶ ρατσιστές, αὐτόκλητοι καὶ ἀπρόσκλητοι «σωτῆρες», (δῆθεν) «καθαροί», (δῆθεν) «γνήσιοι», (δῆθεν) «τηρητὲς τῆς παραδόσεως», ἐπηρμένοι, «ἱερο-εξεταστές», σκιαμάχοι, συκοφάντες, πνευματικοὶ τρομοκράτες» κ.ἄ. Πλοῦτος «εὐλογιῶν» ὑπὲρ τῶν κατηγορούντων ! Μήπως καὶ ἐσεῖς (ἀντιστρέφω τὰ λόγια σας) θὰ ἔπρεπε «βάσει στοιχειωδῶν κανόνων καλῆς συμπεριφορᾶς καὶ ἀνθρωπιᾶς νὰ ἀποκτήσετε ἰδίαν γνώμην» γιὰ τὸν π. Θεόδωρο, πρὶν ἀποδώσετε τοὺς παραπάνω χαρακτηρισμούς;

Πληροφορήθηκα τὴν πρὸ μηνὸς ἐπικριτικὴ ἔμμεση ἀναφορὰ τῆς ὁσιολ. Μοναχῆς Ἰερουσαλὴμ ἐναντίον τοῦ προσώπου τοῦ κατὰ σάρκα πατρός μου, αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, σὲ ἄρθρο της στὸ Διαδίκτυο, στὸ ὁποῖο ἐμπλέκεται καὶ ἡ ἀναξιότητά μου. Σχολιάζω τὰ λεχθέντα, ἐπειδὴ ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἡ μομφὴ εἶναι ἐπὶ θέματος Ὀρθοδόξου Πίστεως (ὑποδοχὴ τοῦ Πάπα), ἀφ’ ἑτέρου δὲ ὁ π. Θεόδωρος ἤδη ἔχει ὑποστεῖ τὰ τελευταῖα ἔτη ἀδίκως πολλὲς ἐπιθέσεις ἀπὸ διαφόρους κύκλους, λιβελλογράφους τοῦ πρώην Πατριάρχου κ. Εἰρηναίου, ἐξ αἰτίας κάποιας βοηθείας του πρὸς τὸ τότε δοκιμαζόμενο Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων, μετὰ τὴν ἔναρξιν τῆς νέας Πατριαρχίας τῆς Α. Θ. Μ. τοῦ σεπτοῦ Πατρὸς ἡμῶν καὶ Πατριάρχου κ.κ. Θεοφίλου τοῦ Γ΄.

1. Σκάνδαλο ἀπὸ τὰ ἐγκάρδια χαμόγελα μὲ τὸν αἱρεσιάρχη Πάπα

Ἀξίζει μιὰ ματιὰ στὴν οὐσία τῶν γραφομένων τῆς Μοναχῆς Ἰερουσαλήμ, προτοῦ περάσω στὰ ἀναφερόμενα περὶ «Ἰεροσολυμιτῶν, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους καὶ ὁ μοναχὸς κατὰ σάρκα υἱὸς» τοῦ π. Θεοδώρου· ἡ οὐσία τῶν γραφομένων ἔγκειται στὴν ἀξία τοῦ μεγάλου κοινωνικοῦ γεγονότος, τῆς γνωστῆς ἐκδηλώσεως, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐλήφθη ἡ φωτογραφία τοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Διονυσίου καὶ τῆς Ὁσιολ. Ἡγουμένης Διοδώρας μὲ τὸν Ποντίφηκα· ἐκδηλώσεως ἐναντίον τοῦ ναζισμοῦ καὶ πρὸς προβολὴν «τοῦ ἠθικοῦ ἀναστήματος μιᾶς γυναίκας, τῆς φιλοσόφου Μοναχῆς Edith Stein», ἡ ὁποία ἀνήκει «στὸ μαρτυρολόγιο καὶ ἡρωολόγιο τῆς πολιτισμένης ἐλεύθερης ἀνθρωπότητας». Οὐδεμία ἀντίρρησις! Ἀλλ’ ἐπειδὴ πρέπει νὰ εἴμαστε δίκαιοι πρὸς ὅλα τὰ ἔθνη, ὑπενθυμίζουμε στὴ Μοναχὴ Ἰερουσαλήμ, ὅτι ὑπάρχουν καὶ γενοκτονίες γιὰ τὶς ὁποῖες τὸ Βατικανὸ ἐσιώπησε, καὶ ἄλλες τῶν ὁποίων ἦταν κι ὁ αὐτουργός, ὅπως αὐτῆς τῶν Σέρβων κατὰ τὸν Β΄ Π.Π. καὶ ἐκ δευτέρου στὰ 1991-1994· τῆς σφαγῆς τῶν Σέρβων τῆς Σλοβενίας, Κροατίας, Βοσνίας καὶ Κράινα ἀπὸ τὰ ἀγαπημένα τοῦ Βατικανοῦ ναζιστικὰ τάγματα τῶν Κροατῶν Οὔστασι τοῦ ναζὶ Προέδρου Ἄντε Πάβελιτς. Τὰ Τάγματα Ustashi «ἐξεκάθηραν» μὲ ἐντολὴ τοῦ Πάπα Πίου 12ου, 800,000 (ὀκτακόσιες χιλιάδες) Σέρβων καὶ χιλιάδες Ἑβραίων καὶ Ἀθιγγάνων στὰ γνωστὰ στρατόπεδα συγκεντρώσεως Γιασένοβατς, κ.λπ. παρὰ τῷ ποταμῷ Σάββᾳ, τὸ 1940-1943. Οἱ ἀξιωματικοὶ τῶν Οὔστασι μάλιστα φυγαδεύθηκαν μετὰ τὸν πόλεμο ἀπὸ τὸ Βατικανὸ στὴ Λατινικὴ Ἀμερική, μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν Συμμάχων, χαριζομένων στὸν Παπισμό.

Ποιὸ εἶναι τὸ ἐπιστέγασμα; Ὁ προηγούμενος Πάπας, Ἰωάννης Παῦλος Β΄, ἀνεκήρυξε στὴν Κροατία, λίγο πρὸ τῆς ἐλεύσεώς του στὴν Ἑλλάδα τὸ Μάιο τοῦ 2001, ὡς «ἅγιο» τὸν ἰνστρούχτορα τῶν σφαγῶν αὐτῶν, παπικὸ Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Ζάγκρεμπ Ἀλόιζιγιε Στέπινατς, λόγῳ τοῦ κατ’ οἶκον περιορισμοῦ του ἀπὸ τὶς γιουγκοσλαβικὲς ἀρχὲς μετὰ τὸν πόλεμο («Ἀλόιζιγιε ὁ ... Ἔγκλειστος»). Ἡ ἐπίγνωση τῶν θεσμικῶν εὐθυνῶν καὶ τῆς ἀμετανοησίας τοῦ Βατικανοῦ γιὰ τὰ ἐγκλήματα αὐτά, θὰ ἀρκοῦσε γιὰ νὰ παγώσει τὸ χαμόγελο στὰ πρόσωπα τοῦ Γέροντος καὶ τῆς Γεροντίσσης σας, Ἀδελφὴ Ἰερουσαλήμ, ὅταν ἔσφιγγαν τὰ χέρια τοῦ θεσμοῦ τοῦ Πάπα (διότι ἕνα γεγονός δημόσιο, λαμβάνει θεσμικὸ καὶ ὄχι προσωπικὸ χαρακτῆρα, ἰδιαίτερα ἀπὸ πρόσωπα ἐνδεδυμένα τὸ ράσο). Ἤδη, ἐπισημάνατε τὸ ὅτι ὁ παπισμὸς «ἔχει πολλοὺς λόγους νὰ ντρέπεται γιὰ τὴν ἀπραξία καὶ τὴν ἀμηχανία του ἀπέναντι στὸ συντελούμενο τότε ἔγκλημα κατὰ τῶν Ἑβραίων καὶ τὴ σιωπὴ τοῦ Πάπα Πίου ΧΙΙ ἀπέναντι στὸν Χίτλερ». Κι ὅμως, τὰ χεράκια τοῦ Πάπα Βενεδίκτου 16ου, ποὺ οἱ Γέροντὲς σας ἔσφιξαν μὲ χαμόγελο ἐγκάρδιο (διότι μιὰ φωτογραφία λέγει 1000 λέξεις), ἂν δὲν ἦταν οἱ δίκαιες διαμαρτυρίες τῶν ἐδῶ δικῶν μας, Ἰσραηλινῶν, παραγόντων, θὰ εἶχαν ἤδη ὑπογράψει καὶ τὴν ἁγιοποίηση τοῦ ὡς ἄνω φρικτοῦ Πάπα Πίου τοῦ ΧΙΙ (καθώς λένε οἱ ἰσραηλινὲς ἐφημερίδες). Δέν τὸ γνωρίζετε; Ἐσεῖς ἀγνοεῖτε ἢ δὲν πονεῖτε, πλὴν τοῦ θλιβεροῦ Ἑβραϊκοῦ Ὁλοκαυτώματος καὶ γιὰ τὰ κρυφὰ καὶ ἀποσιωπώμενα δεινοπαθήματα τῶν ἀδελφῶν Σέρβων Ὀρθοδόξων; Ἢ μήπως δὲν εἴμαστε ὅλοι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, καθ΄ ὃ «εἴτε πάσχει ἓν μέλος συμπάσχουν πάντα τὰ μέλη;» (Α΄ Κορ. 12, 26). Αὐτὸ εἶναι τὸ σπουδαῖο κοινωνικὸ γεγονὸς καὶ ἡ χειραψία μὲ τοὺς τιμῶντας τοὺς γενοκτόνους Πῖον 12ον καὶ Στέπινατς !

Αὐτὴ εἶναι, Ἀδελφὴ Ἰερουσαλήμ, «μιὰ ἁπλῆ κοινωνικὴ καλλιτεχνικὴ ἐκδήλωση» μὲ ἕναν ἀρχηγὸ αἱρέσεως; Ἀγνοεῖτε ὅτι τὸ Βατικανὸ ἔχει κηρύξει ἀμεταμέλητο πόλεμο γιὰ τὴν ἐξαφάνιση ἢ ἀπορρόφηση τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἀγνοεῖτε, ὅτι ἡ Οὐνία καταπιέζει ἢ καταπίνει ὀρθοδόξους πληθυσμοὺς σὲ σλαβικὲς καὶ ἀραβικὲς χῶρες; Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος βέβαια δὲν μυήθηκε σὲ ἀκτιβιστικούς, καὶ κοινωνικο-πολιτικῶς δρῶντας μοναχικοὺς κύκλους, νὰ πῶς βλέπει τὴ σχέση μὲ τοὺς αἱρετικοὺς (καὶ ὄχι μόνο τὴ λειτουργική): «Ὅταν κάποιοι δοῦν ἐσᾶς τοὺς ἐν Χριστῷ πιστοὺς νὰ συναντιέστε καὶ νὰ ἐπικοινωνεῖτε μὲ ἐκείνους [τοὺς αἱρετικούς], ὁπωσδήποτε, ὑπονοώντας ὅτι κάτι τέτοιο εἶναι ἀδιάφορο, θὰ πέσουν στὸ βόρβορο τῆς ἀσέβειας. Γιὰ νὰ μὴν γίνει αὐτό, νὰ θελήσετε ἀγαπητοὶ αὐτοὺς ποὺ φανερὰ ἔχουν φρόνημα ἀσεβὲς νὰ τοὺς ἀποστρέφεστε ... καὶ περισσότερο πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε τὴν κοινωνία μὲ ἐκείνους ποὺ τὸ φρόνημά τους ἀποστρεφόμαστε ... Ἔτσι διατελώντας, θὰ διατηρήσετε καθαρὴ τὴν πίστη καὶ ἐκεῖνοι [σ.σ. ὅσοι συμπροσεύχονται ἢ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς] βλέποντάς σας θὰ ὠφεληθοῦν, φοβούμενοι μήπως νομιστοῦν σὰν ἀσεβεῖς καὶ ὁμόφρονες μὲ ἐκείνους» (PG 26, 1188).

Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ δική σας πρακτική, ὑπὸ τὸν Ἀρχιμανδρίτη κ. Διονύσιο, Ἀδελφὴ Ἰερουσαλήμ; Ποιὰ ἀπὸ τὶς δύο ἀντίθετες πρακτικὲς ἐσεῖς νομίζετε ὡς «πιστὴ τήρηση τῶν ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας», καθὼς λέγετεα; Διότι ὁ Γέροντάς σας, Ἀρχιμανδρίτης π. Διονύσιος ἀπεκόπη ἀπὸ τὴν Ἁγιοταφιτικὴ Ἀδελφότητα, μεταξὺ ἄλλων καὶ ἐπειδὴ στὴν Ἱ. Μονὴ Τιμίου Σταυροῦ «ἐν ἀγνοίᾳ τῆς προϊσταμένης Ἐκκλησιαστικῆς αὐτοῦ Ἀρχῆς ... συνεκάλει συνάξεις ἑτεροδόξων» σύμφωνα μὲ τὰ Πρακτικὰ τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, 22ας Μαρτίου 1996. Αὐτὸ ἐννοεῖ ἡ Μοναχὴ Ἰερουσαλὴμ ὅταν λέγει ὅτι: «ὁμολογοῦμε Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, μὲ ὅλα τὰ δόγματα καὶ τὶς θρησκευτικὲς καὶ μοναχικὲς παραδόσεις της»; Ποία εἶναι αὐτὴ ἡ ὀρθοδοξία ἡ ὁποία βλέπει τὴν πασιχαρῆ χειραψία μὲ τὸν Πάπα σὰν μιὰ ἀπὸ τὶς «ἱστορικὲς στιγμὲς τῆς πορείας καὶ ζωῆς τῆς ἀδελφότητος», κατὰ τὸ κείμενο τῆς ἴδιας τῆς Μονῆς Ἁγίου Γεωργίου «Καραϊσκάκη»; Προσέξτε: δὲν γράφει ἡ Ἱερὰ Μονὴ «στιγμὲς τῆς ἱστορικῆς πορείας», ἀλλὰ «ἱστορικὲς στιγμὲς τῆς πορείας». Λοιπόν, μὴ διαφημίζετε τὴ δῆθεν συνεχῆ Ὀρθοδοξία τῶν Συνοδιῶν σας.

Νὰ εἶστε βέβαιη, Ἀδελφή, ὅτι οἱ «φανατικοὶ» ποὺ κατηγόρησαν ἐπὶ φιλολατινισμῷ τὴν Συνοδία σας, δὲν θὰ ἀντιδροῦσαν - ἀπὸ φιλανθρωπία - σὲ μιὰ πλαστὴ βεβαίωση χριστιανικῆς βαπτίσεως Ἑβραίων, πρὸς διάσωςή τους ἀπὸ τοὺς ναζί, ὅπως γράφετε. Θὰ ἀντιδροῦσαν ὅμως, ὅπως καὶ κάνουν, σὲ ὁποιαδήποτε προσπάθεια συγκρητιστικῆς, ἐξισωτικῆς συν-παραθέσεως τῶν λεγομένων «μονοθεϊστικῶν» θρησκειῶν καὶ ἰσοπεδώσεως τῶν δογματικῶν διαφορῶν. Διότι τὸ θεῖον Πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ - διὰ τοῦ Σώματός Του, τῆς Ἐκκλησίας - εἶναι ἡ μόνη προσαγωγὴ πρὸς τὸν Πατέρα (Ἰω. 14,6), καὶ διότι τὰ ὀρθὰ δόγματα εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση σωτηρίας· οἱ Ἅγιοι «κατέλαβον τὸ ὕψος τῆς [οὐρανίου] Βασιλείας διὰ δογμάτων» (Τετάρτη ἑσπέρας τοῦ πλ.β’ ἤχου).

2. Μοναχισμὸς «πολυπτυχιοῦχος»

Ὁ μακαριστὸς ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ὁμιλοῦσε περὶ «πολυβιταμινούχων» συναξαριστικῶν Βίων τῶν Ἁγίων· τώρα, ὑπὸ τὴν ἐπίδραση μιᾶς ἔξωθεν εἰσηγμένης, εὐρύτερης λατινίζουσας ἀντιλήψεως περὶ Μοναχισμοῦ, οἱ «πολυβιταμινοῦχοι» Βίοι τῶν Ἁγίων ἀντικαταστάθηκαν ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ τῆς «πολυπτυχιούχου» ἐκπαιδεύσεως. Βάσει τούτου τοῦ ἰδανικοῦ διαμορφώθηκε πρωτύτερα, στὸ Μεσαίωνα, τὸ πρόγραμμα τοῦ θωμιστικοῦ καὶ σχολαστικοῦ Μοναχισμοῦ τῆς Δύσεως, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προῆλθαν καὶ τὰ σημερινὰ Πανεπιστήμια. Εἶναι μήπως καὶ ἕνα δεῖγμα νοησιαρχικῆς, λατινικῆς ἀντιλήψεως περὶ Μοναχισμοῦ ἡ συνεχὴς ἀναφορὰ τῆς Μοναχῆς Ἰερουσαλὴμ στὰ πτυχία καὶ τοὺς τίτλους τῆς Συνοδίας τους; Ἰδιαίτερα ἡ παράγραφος ἡ ἀναφερόμενη στὴν ὁσιολ. Ἡγουμένη Δωροθέα παραθέτει ἀπνευστί, σὲ 15 σειρὲς κειμένου, ὅλους τοὺς τίτλους, εὐγενεῖς δεσμοὺς αἵματος, προγονικὰ κατορθώματα, ἐπιστημονικὲς γνωριμίες κ.ἄ. τῆς Ἡγουμένης.

Ἡ Μοναχὴ Ἰερουσαλὴμ ἐπαινεῖ πολύ, μὲ κοσμικοὺς ἐπαίνους, τὶς Συνοδίες τοῦ π. Διονυσίου. Ἡ Ἁγία Γραφή, ὅμως, λέγει «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καὶ μὴ τὸ σὸν στόμα, ἀλλότριος καὶ μὴ τὰ σὰ χείλη» (Παρ. 27,2). Ὁ ἅγιος Ἀββᾶς Δωρόθεος, ἀκόμη, μᾶς τονίζει, ὅτι ὁ Μοναχὸς πρέπει νὰ ξεπεράσει πρῶτα πρῶτα μιὰ κοσμικὴ αἴσθηση ὑπερηφανείας γιὰ τὴ Μονή του, ὅταν δηλ. αὐτὴ ὀφείλεται ἰδίως σὲ κοσμικὰ καὶ ὄχι πνευματικὰ κριτήρια. Λέγει: «ὅταν οὖν βλέπομεν ἑαυτοὺς κενοδοξοῦντας ἐν τούτοις ἢ ὅτι τὸ μοναστήριον ἡμῶν μεῖζον ἢ εὐπορώτερον ἢ ὅτι ἔχομεν πολλοὺς ἀδελφούς, ὀφείλομεν εἰδέναι ὅτι ἀκμὴν ἐσμεν ἐν τῇ κοσμικῇ ὑπερηφανίᾳ» (Διδασκαλία Β (32), PG 88, 1645). Θὰ ἦταν περισσότερο πειστικὴ ἡ Ἀδελφὴ Ἰερουσαλήμ, ἐὰν προσκόμιζε κείμενα τῶν ἰδίων σεβαστῶν Γερόντων π. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου καὶ π. Πλακίδα Deseille ὑπὲρ τῆς τοῦ π. Διονυσίου Ὀρθοδοξίας καὶ μοναχικῆς ἀκριβείας, παρὰ τώρα ποὺ ἐπικαλεῖται μιὰ ἁπλὴ παρελθοντικὴ συμπαρουσία τοῦ Γέροντός της μὲ αὐτούς.

Ὅλο τὸ κείμενο τῆς ὁσιολ. Μοναχῆς Ἰερουσαλὴμ ἀποτελεῖ μιά, ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς πολεμικῆς κατὰ τοῦ π. Θεοδώρου, αὐτο-διαφήμιση τῶν Ἀδελφοτήτων τῶν ὑπὸ τὸν Ἀρχιμ. π. Διονύσιο καὶ τοῦ ἔργου ποὺ ἐπιτελοῦν. Ἁρμόζει ὅμως νὰ ὑπενθυμίσουμε μερικὰ περὶ τῶν μὴ διορθωθέντων σφαλμάτων τῆς Συνοδίας αὐτῆς, διότι ἐὰν «ἐλέγχωμεν τοὺς σοφούς, ἀγαπήσουσιν ἡμᾶς» (πρβλ. Παρ. 9, 8).

3. Ἡ ἐν Ἱεροσολύμοις ἀνάμειξη τῶν Μοναχῶν τοῦ π.Διονυσίου

Ἔναντι τῆς νέας εὐέλπιδος καὶ εὐκλεοῦς Πατριαρχίας τοῦ κ.κ. Θεοφίλου Γ΄ τὸ θέρος τοῦ 2005, ὀρθώθηκε ὁ (ἑτερόκλητης συστάσεως) μηχανισμός περὶ τὸν ἔκπτωτο Πατριάρχη κ. Εἰρηναῖο. Ἕνα χαρακτηριστικὸ τῆς δράσης του: ἡ στήριξη τοῦ κ. Εἰρηναίου ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἰσραὴλ ἐνηργεῖτο κυρίως ἀπὸ τὸν παλαιόθεν κοινωνικῶς ἑδραιωμένο ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γῆ οἰκουμενιστὴ ἤδη τότε (ὡς προείπαμε) π. Διονύσιο Καλαμπόκα (καὶ τοὺς περὶ αὐτόν), ὁ ὁποῖος προοριζόταν ἀπὸ τὸν κ. Εἰρηναῖο γιὰ ἐκκλησιαστικὴ ἀνύψωση καὶ ἐπισκοποποίηση· ὁ ἔκπτωτος Πατριάρχης ἀπεγνωσμένως ἀναζητοῦσε τὸ 2005 Κληρικοὺς καὶ δὴ Ἐπισκόπους γιὰ νὰ συγκροτήσει «ἀντι-Σύνοδο» (τοῦτο βάσει ἐσωτερικῶν πληροφοριῶν τῶν Ἁγιοταφιτῶν). Ἦταν ὅμως τόσο ἀρνητικὴ ἡ ἀπὸ τοῦ 1990 ἑ. εἰκόνα τῆς «ὁμάδος» Καλαμπόκα στοὺς Ἁγιοταφῖτες, ὡς «κράτους ἐν κράτει», ὥστε ἤρκεσε ἡ ἄφιξη στὴν Ἁγία Πόλη καὶ ἡ συμπαράταξη τοῦ Ἀρχιμανδρίτου κ. Διονυσίου μὲ τὸν κ. Εἰρηναῖο, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν τελευταῖο καὶ οἱ ἐναπομείναντες Ἁγιοταφῖτες ὑποστηρικτές του. Ταυτόχρονα μὲ τὴ δραστηριότητα τῶν κινουμένων σὲ ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους πρώην ἱερομονάχων τοῦ π. Διονυσίου, καθηρημένων γιὰ σχίσμα, ὁ κ. Εἰρηναῖος, ἐμφανιζόταν καὶ ἐμφανίζεται στοὺς παραδοσιακοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς παλαιοημερολογῖτες Ἑλλάδος καὶ Κύπρου ὡς θῦμα τῶν οἰκουμενιστῶν, διαδίδοντας ὅτι ἐκθρονίσθηκε ἐπειδὴ δὲν συμβάδιζε μὲ αὐτοὺς καὶ τοὺς λατινόφρονες (χαρακτηριστικὸ θῦμα αὐτῆς τῆς προπαγάνδας, πρώην Σαββαΐτης Κύπριος Μοναχός, νῦν ζηλωτής, καὶ οἱ περὶ αὐτόν).

Ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς σημασίας τῆς παρουσίας τῆς ρωμαίϊκης Ὀρθοδοξίας στοὺς Ἁγίους Τόπους, οἱ Ἁγιοταφῖτες ἀγωνίζονται σθεναρῶς κατὰ τῆς ἁρπακτικότητας τῶν ἑτεροδόξων στὰ Πανάγια Προσκυνήματα. Οἱ περὶ τὸν Ἀρχιμανδρίτη κ. Διονύσιο, ὅμως, μὲ γνώμονα τὸ προσωπικὸ καὶ στενὸ συμφέρον, ταλαιπώρησαν τὴν Ἐκκλησία Ἱεροσολύμων, ἱερουργοῦντες σχισματικῶς, ὑπὸ τὴν προστασία ὄχι τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τῆς Ἀστυνομίας. Χάρη στίς μεθοδεύσεις τῶν περὶ τὸν ἔκπτωτον κ. Εἰρηναῖον κληρικῶν τοῦ π. Διονυσίου, παρετάθη ἐπιζημίως ἕνα προσωρινὸ μικρὸ σχίσμα, τὸ Πατριαρχεῖο ταλαιπωρήθηκε σὲ μακροὺς δικαστικοὺς ἀγῶνες, προξενήθηκε σκανδαλισμός ἀπὸ τὶς ἀντεγκλήσεις κ.ἄ. πολλά. Οἱ ἀκόλουθοι τοῦ Ἀρχιμανδρίτου κ. Διονυσίου κληρικοί, ὑποστήριζαν τὸν ἔκπτωτο Πατριάρχη τὸν ἴδιο καιρὸ ποὺ ἐκεῖνος (μόνο γιὰ λόγους ἐκδικήσεως) ἀπεπειρᾶτο νὰ ἐκχωρήσει δικαιώματα τῶν Προσκυνημάτων σὲ Ἑταιρεία, τὶς παραμονὲς τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ κ. Θεοφίλου ἀπὸ τὸ Κράτος τοῦ Ἰσραήλ· ἀκόμη, συνόδευαν τὸν κ. Εἰρηναῖο σὲ προσπάθειες ἐκποιήσεως πατριαρχικῶν κτημάτων καὶ ἀκινήτων (μετὰ τὴν ἐκθρόνισή του) καὶ προσπάθησαν πλαγίως νὰ διαλύσουν τὴν Ἱερὰ Μονὴν Ἁγ. Ἀποστόλων Τιβεριάδος· καταγγελθέντες δὲ γι’ αὐτὸ ἀπὸ τὸν Μακαριώτατο κ. Θεόφιλο στὰ Μ.Μ.Ε., Τὸν ἐμήνυσαν στὰ Ἑλληνικὰ Δικαστήρια (εἶναι, φαίνεται, ἴδιον τοῦ «Τυπικοῦ» τῆς Μονῆς ... ). Φυσικά, ὁ Μακαριώτατος κ.κ. Θεόφιλος δικαιώθηκε.

Αὐτὴ εἶναι ἡ χριστιανικὴ ἱεραποστολὴ καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα τῶν Συνοδιῶν τοῦ π. Διονυσίου, οἱ ὁποῖες ἐρχόμενες ἀεροπορικῶς στὸ Πατριαρχεῖο μας προσπαθοῦσαν νὰ φτιάξουν «προγεφύρωμα» στὰ Ἱεροσόλυμα ; Αὐτὴ εἶναι ἡ - κατὰ τὴ Μοναχὴ Ἰερουσαλήμ - «πιστὴ τήρηση τῶν ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας» ἀπὸ «πολυπληθεῖς μοναστικὲς ἀδελφότητες μὲ μοναχοὺς καὶ μοναχὲς πολυπτυχιούχους» ; Αὐτὴ ἡ τακτικὴ ὡδήγησε στὸ νὰ «λειτουργοῦν» ἐντὸς Ναῶν οἱ σχισματικοὶ «ἱερεῖς» τοῦ κ. Εἰρηναίου (καὶ τοῦ π. Διονυσίου), ἀλλὰ ἀπ΄ ἔξω, στὴν αὐλή, νὰ ἐκκλησιάζονται ὑπὸ τὰ βλοσυρὰ βλέμματα τῶν πάνοπλων Μ.Α.Τ., ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καὶ ὁ Γενικὸς Πρόξενος τῆς Ἑλλάδος στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τοὺς Ἁγιοταφῖτες (Φεβρουάριος 2006 καὶ 2007).

Καὶ μετὰ ταῦτα ἡ Ἀδελφὴ Ἰερουσαλὴμ ἀπευθύνει καὶ τὸ «οὐαὶ ὑμῖν ὑποκριταὶ» στοὺς κατηγόρους τῆς Συνοδίας της ! Λίγη αὐτοκριτική, Ἀδελφὴ Ἰερουσαλήμ, δὲν βλάπτει! Οὔτε καὶ μιὰ αἴτηση εἰλικρινοῦς συγγνώμης πρὸς μιὰ Τοπικὴ Πρεσβυγενῆ Ἐκκλησία, ἕνα παλαίφατο Πατριαρχεῖο, ἔστω κι ἂν αὐτὰ τὰ γεγονότα εἶναι τοῦ παρελθόντος (καὶ βέβαια, ὄχι χάρη στοὺς Ἀδελφούς σας) ! Κι ὅμως, συνεπείᾳ τῆς παρεκκλησιαστικῆς σας θέσεως στὸ θέμα τῶν Ἱεροσολύμων, κάνετε λόγο στὸ ἄρθρο σας γενικῶς καὶ ἀορίστως περὶ «διπλόχειρων χαιρετισμῶν [τοῦ Πάπα] μὲ Ἁγιοταφῖτες [δηλ. μὲ τὸν Πατριάρχην, ἐξ οὗ καὶ ἡ σχετικὴ φωτογραφία]», εἰδικῶς γιὰ νὰ μὴν ἀποδώσετε φραστικῶς στὸν Μακαριώτατο κ.κ. Θεόφιλο Γ΄ τὴν ἐκκλησιαστικῶς καὶ συνοδικῶς δεδομένην Αὐτῷ ἰδιότητα τοῦ Πατριάρχου τῶν Ἱεροσολύμων.

4. Ἐπιλεκτικὴ ἡ κριτικὴ τοῦ π. Θεοδώρου;

Ἡ ὁσιολ. Μοναχὴ Ἰερουσαλήμ, προσπαθεῖ ἀκόμη ἐπιδεξίως νὰ δείξει ὅτι ὁ «ἀντι-λατινισμός» τοῦ «ὑποκριτοῦ» (κατὰ τὴν Ἀδ. Ἰερουσαλήμ) π. Θεοδώρου Ζήση εἶναι ἐπιλεκτικός, δηλ. ἐναντίον μόνον τοῦ Γέροντός της, Ἀρχιμ. κ. Διονυσίου, καὶ ὄχι ἐναντίον τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος καὶ κάποιων Προκαθημένων: « .... δὲν σχολίασε καθόλου ὁ συκοφάντης μας, οὔτε καὶ τοὺς χαμογελαστοὺς διπλόχειρους χαιρετισμοὺς τοῦ Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ´ μὲ Ἱεροσολυμῖτες, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους καὶ ὁ μοναχὸς κατὰ σάρκα υἱός του. Διευκρίνησις γιὰ ὅποιον δὲν προσέξει τὸ τελευταῖο κόμμα στὴν παραπάνω φράση: οὔτε ἤμουν, οὔτε καὶ θὰ ἤμουν ποτὲ παρὼν στὴν ἔλευση τοῦ Πάπα καὶ στὶς χειραψίες (ἔχω ἄλλωστε ἀποχωρήσει ἀπὸ τὴ Διοίκηση καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα λόγῳ ὑπερκόπωσης τὸ χειμῶνα τοῦ 2008, πολὺ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Πάπα). Ἀλλὰ ἡ ἀναφορὰ τῆς Μοναχῆς Ἰερουσαλὴμ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ δείξει εἴτε ὅτι οἱ Ἱεροσολυμῖτες (κι ὁ γιὸς τοῦ π. Θεοδώρου) εἶναι περισσότερο μετριοπαθεῖς ἀπὸ τὸν π. Θεόδωρο ἔναντι τοῦ παπισμοῦ, εἴτε ὅτι ὁ π. Θεόδωρος «ἐφείσθη», ἕνεκα φόβου, τῶν Προκαθημένων κάποιων Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος, μὴ σχολιάζοντας τὶς ἐπίσημες συναντήσεις μὲ τὸν Πάπα.

Φυσικά, καλὸ θὰ ἦταν ἡ Ἀδελφὴ Ἰερουσαλὴμ προτοῦ λάβει τὴν πέννα γιὰ νὰ γράψει, νὰ ἐνημερωθεῖ λίγο γιὰ τὰ πρόσωπα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἀσχοληθεῖ. Ὁ π. Θεόδωρος, ὡς γνωστόν, χάρη σὲ σχολιασμοὺς τέτοιων καὶ παρεμφερῶν γεγονότων ἔμεινεν ἐπὶ ἀρκετοὺς μῆνες (2005) ἀργὸς ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἀρχιεπίσκοπο Ἑλλάδος κυρὸ Χριστόδουλο, ἀπεπέμφθη δὲ καὶ πρὸ ὀλίγων ἐτῶν ἀπὸ τὸ κλῖμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Ἂς διαβάσει σχετικὰ δημοσιεύματα ἡ Ἀδελφὴ Ἰερουσαλὴμ καὶ θὰ δεῖ.

5. Σύγκριση ἀνομοίων πραγμάτων

Στὰ γραφόμενά της ἡ Μοναχὴ συγκρίνει δύο ἀνόμοια πράγματα: (1) τὴν τυπικὴ καὶ ἐπίσημη, ἀπὸ πολιτικοὺς λόγους ἐπιβεβλημένη ποντιφηκικὴ ἐν Ἱεροσολύμοις ἐπίσκεψη, καὶ τὴν εὐγενῆ μέν, ἀλλὰ καὶ μετρημένη ὑποδοχὴ τοῦ Πάπα ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλο, ὡς ἐπισκέπτου τῶν Ἁγίων Τόπων, μὲ τὴν (2) (ἀντιθέτως) αὐτόβουλη, ἐγκάρδια, δῆθεν κατὰ δικαίωμα γενόμενη, διαφημιζόμενη σὲ ἡμερολόγια καὶ ὑπερασπιζόμενη στὰ δικαστήρια ἀπὸ τὸν Ἀρχιμ. κ. Διονύσιο καὶ τὰ πνευματικά του τέκνα πασιχαρῆ συνάντησή του μὲ τὸν αἱρεσιάρχη.

Ἐπειδὴ οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἔχουν ἐπισημάνει, ὅτι οἱ πράξεις τῶν ἀνθρώπων, καλὲς ἢ κακές, κρίνονται κυρίως κατὰ τὴν πρόθεσή τους, εἶναι φανερό, ὅτι οὐδεμία σύγκριση χωρεῖ μεταξὺ τῶν δύο παραπάνω γεγονότων.

Κυρίως ἡ ἰδιοσυστασία τοῦ Θρόνου τοῦ Ἀδελφοθέου, ὄχι μόνον ὡς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὡς ρωμαίϊκης (Rum) Ἐθναρχίας, ἡ ὁποία ἔχει ἐπιπροσθέτως καὶ πολιτικὸ ρόλο στὴν Ἁγία Γῆ, ἀκόμη οἱ πολιτικὲς συνθῆκες, ἡ κατὰ τῆς Πατριαρχίας ἐπιβουλὴ καραδοκούντων συκοφαντῶν, τὸ μετριοπαθὲς οἰκουμενι(στι)κὸ πνεῦμα ποὺ ἔχει γενικῶς καλλιεργηθῆ στὰ Ἱεροσόλυμα (ὅπως καὶ πανταχοῦ) τὶς τελευταῖες δεκαετίες, ὅλα αὐτὰ κάνουν περισσότερο κατανοητὴ τὴν τυπικὴ καὶ εὐγενῆ ὑποδοχὴ κάποιου ἐπισήμου πολιτικοῦ ἑτεροδόξου προσώπου, ὅπως εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τοῦ Κράτους τοῦ Βατικανοῦ ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο μας. Καὶ παρὰ ταῦτα ἡ ὑποδοχὴ τοῦ Πάπα ἀπὸ τὸν Μακαριώτατο κ.κ. Θεόφιλο ἦταν πολὺ προσεκτική, ἐν συγκρίσει πρὸς ἐκεῖνες κάποιων ἄλλων Προκαθημένων.

Ἀπὸ τὴν σύγκριση αὐτὴ δὲν διαφαίνεται ἡ διαφορετικὴ γνώμη τοῦ π. Διονυσίου καὶ τῆς Συνοδίας του, ὁ ὁποῖος ὡς Γέρων Ἱερομόναχος ἐξ Ἁγιορειτῶν, Ἀρχηγὸς Μάνδρας, δρῶν σὲ ἕνα - ἀντιθέτως πρὸς τὴν κοσμοπολίτικη Ἁγία Πόλη - παραδοσιακὸ καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὀρθόδοξο περιβάλλον, αὐτὸ τῆς Ἑλλάδος, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι πολύ προσεκτικώτερος, καθώς μάλιστα δὲν ὑπόκειται σὲ περίπλοκες πολιτικο-εκλησιαστικὲς συνθῆκες τύπου Ἱεροσολύμων; Κατὰ τὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη «εἶναι ἔργο Μοναχοῦ τὸ νὰ μὴν ἀνέχεται νὰ καινοτομεῖται καθόλου τὸ Εὐαγγέλιον, ὥστε νὰ μὴ δώσει παράδειγμα αἱρέσεως καὶ αἱρετικῆς κοινωνίας στοὺς λαϊκοὺς καὶ ἔτσι δώσει λόγο γιὰ τὴν ἀπώλειά τους». Ποία ἡ σχέση τῆς Συνοδίας αὐτῆς μὲ τὴν ὀφειλόμενη λοιπὸν στοὺς Μοναχοὺς ὁμολογία τῆς Ὀρθοδοξίας, καθὼς ὁ μὲν Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος διαπιστώνει «ἀλλίμονο στοὺς αἱρετικοὺς καὶ σὲ ὅσους συγκαταβαίνουν σ’ αὐτούς», ἐνῷ ἡ Συνοδία τοῦ προειρημένου Ἀρχιμανδρίτη δημοσιεύει τὴ φωτογραφία τῆς συναντήσεως μὲ τὸν αἱρεσιάρχη, ὡς «ἱστορικῆς στιγμῆς» (= ἱστορικοῦ γεγονότος) γιὰ τὴν Ἀδελφότητά τους, παρὰ τὸν ἀναμενόμενο σκανδαλισμὸ τῶν πιστῶν;

Λοιπόν, ἀπέχει παρασάγκας τὸ ἕνα γεγονὸς ἀπὸ τὸ ἄλλο, κατὰ συνέπεια διαφορετικὴ ἁρμόζει νὰ εἶναι καὶ ἡ περὶ ἑκατέρου κρίση καὶ κριτική.

Δυστυχῶς, ὁ π. Διονύσιος καὶ ἡ Ἡγουμένη Δωροθέα δὲν ὑπολόγισαν τί σημαίνει τὸ «μὴ τιθέναι πρόσκομμα τῷ ἀδελφῷ ἢ σκάνδαλον» (Ρωμ. 14, 13). Θὰ μποροῦσαν ἐξ ἀρχῆς νὰ ἔχουν ἀπαλείψει τὴν ἐπίμαχη φωτογραφία ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο τῆς Μονῆς τους ἢ νὰ δώσουν ἐξηγήσεις καὶ ὄχι δικαστικὲς ἐγκλήσεις, ἀφοῦ μάλιστα (καθὼς διαφαίνεται) δὲν θεωροῦν τὸ γεγονὸς τῆς συναντήσεως αὐτῆς ἐκκλησιαστικό.

Ἐπίλογος

Ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεση, κατὰ τὴν ἀλάνθαστη ἀπόφανση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴ διαχρονικὴ συνείδησή Της, ἐκφρασμένη ἀπὸ πλῆθος Ἁγίων, Οἰκουμενικῶν (8ης καὶ 9ης) καὶ Τοπικῶν Συνόδων, ἀπὸ τὸ Συνοδικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας (9ος – 14ος αἰ.), τὸ ὁποῖο ἐν τῷ προσώπῳ Βαρλαὰμ καὶ Ἀκινδύνου κατακρίνει τὸν λατινικὸ θωμισμὸ καὶ σχολαστικισμό, ἀπὸ ἐγκυκλίους τῶν Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς στὸν 19ο αἰῶνα (1848 καὶ 1895), ἀπὸ τοὺς ἐσχάτως ἀναγνωρισθέντες Ἁγίους θεολόγους Νικόλαο Ἀχρῖδος (Βελιμίροβιτς) καὶ Ἰουστῖνο τῆς Μονῆς τοῦ Τσέλιε (Πόποβιτς) καὶ ἀπὸ πλῆθος ἱερῶν ὀρθοδόξων φωνῶν διαχρονικῶς. Ὁ λατινισμὸς ἀποδέχεται τὴ θέαση τῆς θείας οὐσίας σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία αἵρεση τοῦ εὐνομιανισμοῦ τοῦ 4ου αἰῶνος, τὸν ὁποῖον κατεδίκασε ἡ Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (βλ. σχετικῶς καὶ τὰ ἔργα τοῦ π. Ἰω. Ρωμανίδη), ἀκόμη δὲ ἐμπίπτει εἰς τὰ ἀναθέματα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, περὶ ὅσων ἀλλοιώνουν τὸ Σύμβολο Νικαίας-Κωσταντινουπόλεως (προσθήκη “Filioque” στὸ «Πιστεύω»). Τὸ ὅτι ὁ παπισμὸς εἶναι αἵρεση, ἀποτελεῖ αὐτὸ ποὺ στὴν Ἐκκλησία ἐπιστεύθη «πάντοτε, πανταχοῦ καὶ ὑπὸ πάντων», “quod semper, quod ubique, quod ab omnibus creditum est”, ἄνευ οὐδεμιᾶς ἐξαιρέσεως μεταξὺ τῶν Ἁγίων Πατέρων· συνεπῶς, στοὺς ἐκπροσώπους τοῦ αἱρετικοῦ Παπισμοῦ ἁρμόζει θεσμικὴ ἀντιμετώπιση τέτοια ποὺ προβλέπεται ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες.

Ἡ Μοναχὴ Ἰερουσαλήμ, τῆς ὁποίας τὸ κείμενο γέμει ἀπὸ τὸν ἐσφαλμένο περὶ λατινισμοῦ ὅρο «Καθολικὴ Ἐκκλησία», τί πιστεύει περὶ τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ;

Ἀδελφὴ «Ἰερουσαλήμ, Ἰερουσαλήμ, ἡ λιθοβολοῦσα καὶ ἀποκτείνουσα» (Λουκ. 13, 34) διὰ τῶν γραφομένων τοὺς ἀγωνιζομένους κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἐπιλέξατε τὴν ὁδὸ ὄχι τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τῶν δικαστηρίων, τὰ ὁποῖα παρ’ ὅλη τὴν καλή τους πρόθεση, δὲν μποροῦν νὰ κρίνουν ἐκκλησιαστικῶς τὰ ἐκκλησιαστικὰ γεγονότα· τὸ σκεπτικό σας («δὲν ἔπρεπε νὰ διανοοῦνται νὰ ἀμφισβητοῦν δημόσια μιὰ δικαστικὴ ἀπόφαση») δὲν εἶναι ἐκκλησιαστικό. Ὁ Κανὼν ΣΤ΄ τῆς Β΄ Οἰκ. Συνόδου ὅσους χριστιανοὺς καταφεύγουν σὲ δικαστήρια πολιτικὰ περιφρονώντας τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Δικαιοσύνη τοὺς χαρακτηρίζει ὡς ὑβριστὲς τῶν Κανόνων καὶ καταστροφεῖς τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας, καὶ γι΄ αὐτὸ κάνει ἀπρόσδεκτη τὴν προσφυγή τους: «Εἰ δὲ τις καταφρονήσας τῶν κατὰ τὰ προδηλωθέντα δεδογμένων, τολμήσειεν, ἢ βασιλικὰς ἐνοχλεῖν ἀκοάς, ἢ κοσμικῶν ἀρχόντων δικαστήρια, ἢ οἰκουμενικὴν Σύνοδον ταράσσειν, πάντας ἀτιμάσας τοὺς τῆς διοικήσεως Ἐπισκόπους, τὸν τοιοῦτον τὸ παράπαν εἰς κατηγορίαν μὴ εἶναι δεκτόν, ὡς καθυβρίσαντα τοὺς Κανόνας καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν λυμηνάμενον εὐταξίαν». Καὶ λοιπόν, ἐσεῖς ἐπιλέξατε τὸν κοσμικὸ δρόμο καὶ ὄχι τὸν πνευματικό· «Καίσαρα ἐπικέκλησαι, ἐπὶ Καίσαρα πορεύσῃ» (Πράξ. 25, 12)· ἦταν ὁ Καῖσαρ τὸν ὁποῖον χρησιμοποίησαν οἱ Ἀδελφοί σας ἐδῶ, στὸ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ ἐπιβληθοῦν, καὶ ἐκεῖνος ὅμως ἦταν ποὺ τελικῶς τοὺς ἀπέκλεισε εὐεργετικῶς καὶ δικαίως ἀπὸ τὸ Κεντρικό μας Μοναστήρι. Εἶναι προτιμότερο, Ἀδελφή, νὰ ὑπακούουμε στοὺς θεσμοὺς τῆς Ἐκκλησίας μας, «σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης». (Ἐφ. 4, 3).

ὁ ἐν Μοναχοῖς ἐλάχιστος Σεραφεὶμ Ἁγιοταφίτης

theodromia.gr/46FE66E7.el.aspx

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com