Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία γιά τά σύμβολα καί η συζήτηση επικεντρώνεται στό κατά πόσον πρέπει νά παραμείνουν οι εικόνες στά Σχολεία καί σέ δημόσιους χώρους ή νά απομακρυνθούν.
Τό θέμα αυτό συνδέεται αναπόσπαστα μέ τήν έννοια τού συμβόλου καί τήν παρουσίαση τής ορθοδόξου εικόνας ως συμβόλου πού έχει σχέση μέ τήν ζωή τού ανθρώπου πού αποτελείται από ψυχή καί σώμα. Μερικές πτυχές αυτού τού θέματος θά τονισθούν πιό κάτω.
1. Η θεολογία τής εικόνας ως συμβόλου
Η λέξη σύμβολο προέρχεται από τό ρήμα συμβάλλω πού δηλώνει συνάγω, συλλέγω, ενώνω, κάνω συμβόλαιο κλπ. Οπότε, η λέξη σύμβολο σημαίνει τό σημείο πού ενώνει, πού συνάγει δύο διαφορετικά μέρη καί τελικά είναι τό σημείο αναγνωρίσεως καί ενότητος δύο προσώπων καί πραγμάτων.
Αυτό φαίνεται, κυρίως, από τήν αρχική έννοια τής λέξεως σύμβολο, αφού παλαιά σήμαινε τόν κρίκο, τό δακτυλίδι πού σπαζόταν σέ δύο κομμάτια, καί δύο συγγενείς ή δύο φίλοι έπαιρναν ένα από αυτά καί όταν συναντιόνταν αργότερα, αυτό τό κομμάτι πού κατείχαν ήταν σημείο αναγνωρίσεως τής αδελφότητος καί τής φιλίας μεταξύ τών δύο (Olivier Clement, Η αλήθεια ελευθερώσει υμάς, Εκδ. Ακρίτα, σελ. 122).
Ήταν επόμενο η λέξη σύμβολο μέ αυτήν τήν έννοια νά χρησιμοποιηθή σέ όλα τά επίπεδα ζωής τού ανθρώπου, στίς διαπροσωπικές σχέσεις, στήν κοινωνική αναστροφή, στήν εθνική ζωή, καί βεβαίως στήν θρησκεία. Γιά παράδειγμα, η σημαία ή ο εθνικός ύμνος ενώνει δύο ανθρώπους τού ιδίου Κράτους καί η πίστη, η λατρεία καί τά ιδιαίτερα σύμβολα επιβεβαιώνουν τήν ενότητα δύο ανθρώπων τής ίδιας θρησκείας. Τό σημαντικό είναι ότι τό σύμβολο δέν είναι απλώς μιά υπενθύμιση, μιά ανάμνηση, κάτι τό εξωτερικό, αλλά δείχνει μιά ενότητα τών δύο προσώπων ή δύο πραγμάτων, αφού ενώνονται καί συναπαρτίζουν τόν κρίκο, τό δακτυλίδι. Επί πλέον τό σύμβολο είναι τό σημείο ενότητας κτιστού καί ακτίστου, είναι τό σημείο αναγνωρίσεως τής ενότητας αυτής.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μιλώντας γιά τήν έννοια τού συμβόλου παρουσιάζει τά δύο είδη του. Πρώτο είδος είναι τό σύμβολο πού προέρχεται από τήν φύση τού συμβολιζομένου, όπως είναι ο όρθρος, η αυγή, πού είναι τό φυσικό σύμβολο τού φωτός τού ηλίου, ο οποίος πρόκειται νά ανατείλη μετά από λίγο, καθώς επίσης είναι η θερμότητα πού είναι φυσικό σύμβολο τής καυστικής δυνάμεως τού πυρός. Δεύτερο είδος συμβόλου είναι εκείνο πού χρησιμοποιείται συμβατικά γιά νά συμβολίση κάτι, όπως είναι ο πυρσός, πού άναβαν τήν εποχή εκείνη γιά νά δείξουν ότι έρχονται οι εχθροί ή νά δηλώσουν τήν κατάληψη τής πόλεως. Αυτό δέν είναι φυσικό σύμβολο, πού προέρχεται από τήν φύση τού συμβολιζομένου, αλλά συμβατικό πού θέλει νά δείξη κάτι (Γρηγ. Παλαμά, ΕΠΕ, 2 σελ. 592-594).
Τά ιερά σύμβολα τής Εκκλησίας ανήκουν στήν πρώτη κατηγορία, δηλαδή δέν είναι ξένα πρός τήν φύση τών συμβολιζομένων, αλλά είναι φυσικά σύμβολα διά τών οποίων μεταδίδεται η Χάρη τού Θεού.
Αυτή η πραγματικότητα στήν ορθόδοξη θεολογία εκφράζεται μέ τό Σύμβολο τής Πίστεως, πού δείχνει τήν ομολογία καί τήν ενότητα, αλλά καί τίς ιερές εικόνες, πού είναι σύμβολα-φανερώσεις τής δόξης τού Θεού.
Τό Σύμβολο τής Πίστεως είναι η καταγραφή μέ κτιστά ρήματα τής ακτίστου πραγματικότητας πού βιώνει ο Προφήτης, ο Απόστολος καί ο Άγιος. Ο θεόπτης βλέπει τόν Θεό, έρχεται σέ κοινωνία μαζί Του καί στήν συνέχεια αυτήν τήν δόξα τήν μεταφέρει μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα. Έτσι, έχοντας κανείς ως οδηγό τό Σύμβολο τής Πίστεως, μπορεί νά φθάση στήν δόξα τής ακτίστου πραγματικότητας, τόν Θεό. Τό όνομα τού Χριστού δέν είναι απλό σύμβολο, αλλά είναι ενέργεια καί, όταν ο άνθρωπος προφέρη τό όνομα τού Θεού, τότε γεμίζει από τήν παρουσία Του. Γι’ αυτό μάς συνιστά ο Θεός νά μή λαμβάνουμε τό όνομά Του στό στόμα μας γιά μάταια πράγματα.
Επίσης, η ιερή εικόνα είναι εικόνισμα τής ανεικονίστου δόξης τής ουράνιας πραγματικότητας. Όμως, η ιερή εικόνα δέν εικονίζει απλώς τόν Θεό, αλλά μεταφέρει τήν Χάρη καί ενέργεια τής δόξης τού Θεού. Η εικόνα μεταγγίζει στόν άνθρωπο τήν άκτιστη Χάρη, τής οποίας είναι σύμβολο, όπως η αυγή φωτίζει καί αναγγέλλει τήν ανατολή τού ηλίου, καί ανάγει τόν άνθρωπο στό πρώτο κάλλος, αφού άλλωστε η τιμή τής εικόνας ανάγεται στό πρωτότυπο. Έτσι, η γνώση τού Θεού διά τών συμβόλων αποκαλύπτει τήν δόξα τού Θεού, γι' αυτό καί κάνουμε λόγο γιά τήν συμβολική θεολογία, όπως τήν ερμηνεύει ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης καί τήν βλέπουμε στά βιβλία τών Προφητών καί στήν Αποκάλυψη τού αγίου Ιωάννου τού Ευαγγελιστή. Γι’ αυτό «η βιβλική αισθητική (τών ιερών εικόνων) δέν είναι αισθητική τών χρωμάτων, αλλά τού φωτός: τά χρώματα είναι σύμβολα τού φωτός! Τό σύμβολο είναι αχώριστο από τό κάλλος» (Olivier Clement, ένθ. ανωτ. σελ. 123).
Γι’ αυτό, κατά τό Συνοδικό τής Ορθοδοξίας πού είναι απόφαση τής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, λέγεται ότι «αγιάζεται διά τών θείων εικόνων τά όμματα τών ορώντων, ανάγεται δέ δι’ αυτών ο νούς πρός θεογνωσίαν, ώσπερ καί διά τών θείων ναών, καί τών ιερών σκευών καί τών άλλων κειμηλίων».
Έτσι, η ιερά εικόνα δείχνει τήν ενότητα μεταξύ φύσεως καί θείας Χάριτος στό σώμα τού Αγίου πού εικονίζει, γι’ αυτό γύρω από τίς κεφαλές τών εικονιζομένων υπάρχει τό φωτοστέφανο, πού δείχνει ότι ο Άγιος είδε τό Φώς τού Θεού καί έφθασε στήν θέωση. Αλλά συγχρόνως έχει καί η ίδια η εικόνα Χάρη καί ενέργεια καί αγιάζει αυτόν πού τήν ασπάζεται, κατά τόν βαθμό τής πνευματικής του καταστάσεως. Γι’ αυτό τήν ασπαζόμαστε μέ ευλάβεια, γνωρίζοντας ότι η τιμή μας ανάγεται στό πρωτότυπο, αφού όμως προηγουμένως ανάψουμε τό κερί μας μπροστά σέ αυτήν καί κάνουμε τό σημείο τού σταυρού.
Καί αυτός ο Τίμιος Σταυρός δέν εικονίζει απλώς τήν θυσία τού Χριστού, αλλά κατά τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά καί αυτό τό Τίμιο ξύλο είναι προσκυνητό, ακόμη δέ τό σημείο τού Σταυρού μεταδίδει Χάρη καί ευλογία, συνιστά τό μυστήριο τού Σταυρού τού Χριστού, πού σώζει τόν άνθρωπο. Γι’ αυτό καί λέγει: «Σταυρός γάρ εστίν αυτός τε ο προσκυνητός τύπος καί ο τού τύπου τούτου λόγος» (Γρηγορίου Παλαμά, ΕΠΕ, τόμ. 9, σελ. 310).
Τελικά, η Ορθόδοξη Εκκλησία δέν είναι μιά ιδέα γιά νά αρνήται τά σύμβολα καί τόν αισθητό κόσμο, αλλά ούτε καί ειδωλολατρεία γιά νά τά απολυτοποιή. Τά σύμβολα είναι η φανέρωση τής δόξης τού Θεού καί δι’ αυτών ο άνθρωπος ανάγεται στήν θεογνωσία. Όλος ο κόσμος είναι, κατά τήν φράση τού αββά Ισαάκ τού Σύρου, «ωκεανός συμβόλων», διά τών οποίων αποκαλύπτεται ο Θεός (Olivier Clement, ένθ. ανωτ. σελ. 122), αλλά φανερώνεται καί αποκαλύπτεται καί ο άνθρωπος στόν συνάνθρωπό του.
2. Η κατάρριψη τών συμβόλων
Τά σύμβολα υπάρχουν πάντα σέ οργανωμένες κοινωνίες, μέσα στίς οποίες ζούν οι άνθρωποι καί συνδέονται μεταξύ τους μέ ισχυρούς δεσμούς, οικογενειακούς, κοινωνικούς, θρησκευτικούς, πολιτισμικούς. Έτσι, υπάρχουν ποικίλα σύμβολα, κοινωνικά, θρησκευτικά καί εθνικά. Ο άνθρωπος δέν είναι ιδεατός καί ανυπόστατος, αλλά αποτελείται από ψυχή καί σώμα καί θέλει νά επικοινωνή μέ τούς άλλους, αφού τό κοινωνείν είναι ανθρώπινο, ενώ τό ατομικώς συμπεριφέρεσθαι καί ζήν είναι ακοινώνητο καί αφύσικο.
Τό έθνος εκφράζεται μέ τά ιδιαίτερα σύμβολα πού συνιστούν τούς ανθρώπους μέ Πατρίδα, Θρησκεία, Παιδεία. Η σημαία ενός λαού είναι συνδεδεμένη μέ αγώνες, θυσίες, αίματα, συγκινήσεις καί νοσταλγίες. Οι ιδιαίτεροι πολιτισμοί έχουν τίς παραδόσεις τους καί τίς εκφράσεις τους, πράγμα πού καταλαβαίνουν καλύτερα οι απόδημοι, πού τά στερούνται καί τά χρησιμοποιούν γιά νά ενθυμούνται τήν κοινή καί πολύτιμη παράδοση καί νά ζούν μέσα σέ αυτήν.
Όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, ζούμε σέ μιά εποχή εικονοκλαστική, στήν οποία γκρεμίζονται οι εικόνες, αποβάλλονται τά θρησκευτικά, εθνικά καί παραδοσιακά σύμβολα καί έτσι αποσαρκώνονται οι σχέσεις μεταξύ τών ανθρώπων. Αυτό μερικοί τό χαρακτηρίζουν ως μοντέρνο, αλλά στήν πραγματικότητα είναι απάνθρωπο, αφού ωθεί τόν άνθρωπο σέ μιά υπαρξιακή μοναξιά, επειδή δέν υπάρχουν τά ιδιαίτερα σύμβολα τής αναγνώρισης καί τής επικοινωνίας.
Η αποβολή τών συμβόλων καί η απόσυρση τών εικόνων εκφράζει τήν εικονοκλαστική νοοτροπία τών συγχρόνων ανθρώπων. Είναι γνωστόν ότι τό πρόσωπο συνδέεται μέ τήν κοινωνία, αφού δέν νοείται πρόσωπο χωρίς σχέση, όπως καί δέν νοείται καί κοινωνία χωρίς πρόσωπο. Αντίθετα, τό άτομο δηλώνει κάτι τό ανεξάρτητο, πού στηρίζεται όχι στούς άλλους, αλλά στόν ίδιο τόν εαυτό του, στήν ατομική σκέψη καί τά ατομικά συναισθήματα. Ο άνθρωπος ως άτομο, μόνος του, θέλει νά καθορίζη τήν ζωή, τό επάγγελμά του, ακόμη καί τόν τρόπο μέ τόν οποίο θά αναζητήση τόν Θεό.
Αυτός δέ ο ατομικός τρόπος σκέψεως καί ζωής είναι απόρροια τής μεταρρυθμιστικής προτεσταντικής επανάστασης καί τής προσπάθειας τών Ευρωπαίων Χριστιανών νά αποκτήσουν θρησκευτική ελευθερία. Μέσα σέ αυτήν τήν κατάσταση αναπτύχθηκαν τά ατομικά δικαιώματα, ως ατομική επιλογή, καθώς επίσης καί η ανεξιθρησκεία, ως δυνατότητα τού καθενός νά στραφή στόν Θεό πού επιθυμεί, καί νά ανεξαρτητοποιήται από σύμβολα, εικόνες, κοινή πίστη, κοινό πολιτισμό.
Έτσι, τά ατομικά δικαιώματα, πού είναι οπωσδήποτε σεβαστά, καί η ανεξιθρησκεία συνδέονται στενά μεταξύ τους, ως νοοτροπία καί ιδεολογία, καί αυτό οδηγεί στόν άκρατο φιλελευθερισμό καί κατ’ επέκταση στήν καπιταλιστική νοοτροπία, πού καί τά δύο είναι γεννήματα τής δυτικής μεταφυσικής. Πρόκειται γιά μιά αποστασία από κοινά πολιτισμικά πρότυπα καί κοινούς πολιτισμικούς τρόπους ζωής.
Στήν πραγματικότητα, όμως, η ελευθερία τού ανθρώπου δέν ταυτίζεται απόλυτα μέ τά ατομικά δικαιώματα, τήν ανεξιθρησκεία καί τόν κοινωνικό καί οικονομικό φιλελευθερισμό, ούτε μέ τήν αποβολή τών συμβόλων καί τών εικόνων, αλλά συνδέεται μέ τήν αγάπη. Μιά ελευθερία χωρίς τήν αγάπη είναι αναρχία. Ακόμη, η ελευθερία είναι κάτι βαθύτερο, είναι νά σέβεται κανείς καί τά σύμβολα τών συμπολιτών του, έστω κι άν είναι αντίθετα από τά δικά του. Ελευθερία δέν είναι τό γκρέμισμα τών συμβόλων, αλλά η αποδοχή μέ αγάπη τών ποικιλωνύμων συμβόλων, πού επικρατούν στήν κοινωνία.
Μέ άλλα λόγια δέν καίμε τίς σημαίες ενός έθνους, πού είναι βαμμένες μέ κλάμα, δάκρυ, θυσίες καί αίμα, αλλά τίς σεβόμαστε, έστω κι άν είναι ξένες σέ μάς, γιατί αυτές οι σημαίες μεταφέρουν τήν ιστορία ενός λαού. Γιά παράδειγμα, ένας μετανάστης πού ζή στήν χώρα μας αισθάνεται ή πρέπει νά αισθάνεται ευγνωμοσύνη γιά τήν φιλοξενία πού τού παρέχεται καί σέβεται τήν σημαία μέ τόν σταυρό καί τά άλλα σύμβολα, όπως καί εμείς πρέπει νά κάνουμε τό ίδιο, όταν ζούμε σέ άλλες Χώρες, δυτικές ή ανατολικές, βόρειες ή νότιες.
Επομένως, δέν είμαστε εικονοκλάστες, δηλαδή δέν αφαιρούμε τά θρησκευτικά σύμβολα, ακόμη καί αυτά πού είναι ξένα σέ μάς, ούτε απλώς τά ανεχόμαστε, αλλά τά σεβόμαστε, αφού αυτό απαιτεί η αγάπη πρός τόν άλλο, πού εκφράζεται διά τού τρόπου αυτού. Ελευθερία είναι νά μή σέ ενοχλή ο άλλος μέ τά σύμβολά του, τίς παραδόσεις του καί τήν νοοτροπία του, γιατί, άν η ελευθερία δέν εκφρασθή ως αγάπη καί κοινωνία, τότε θα εκφρασθή ως μηδέν καί αναρχία.
Άλλωστε, όπως γράφεται από πολλούς, η σύγχρονη κοινωνία ξεπέρασε τήν κατάσταση τού «δέν υπάρχει Θεός» ή «ο Θεός πέθανε καί εμείς είμαστε οι φονείς του», γι' αυτό συνεχώς ο Θεός επανέρχεται στίς κοινωνίες, τό θρησκευτικό συναίσθημα είναι έμφυτο στόν άνθρωπο, έστω καί εάν ερμηνεύεται μέσα από νευρολογικές διαδικασίες, καί δέν μπορεί κανείς νά τό εξαλείψη, ακόμη καί μέ πολυχρόνιο διωγμό, όπως έδειξε η σύγχρονη ιστορία στίς Βόρειες Χώρες. Αντίθετα, μάλιστα, η κάθε Πολιτεία, μέ τήν παιδεία πού προσφέρει, είναι υποχρεωμένη νά περιφρουρή τήν ανάγκη τού λεγομένου θρησκευτικού συναισθήματος, στήν πραγματικότητα νά παιδεύη τόν άνθρωπο μέ τά σύμβολα τού πολιτισμού του, γιατί διαφορετικά, ή τόν αφήνει έρμαιο στήν βουλιμία κάθε θρησκευτικού τυραννίσκου, μέ τίς καταστροφικές σέχτες, ή τόν αφήνει αβοήθητο σέ μιά υπαρξιακή μοναξιά, μέ υπαρξιακές αυτοκτονικές τάσεις.
Ζούμε σέ μιά εποχή η οποία γκρεμίζει συνεχώς σύμβολα καί εικόνες εν ονόματι μιάς κακώς εννοουμένης ελευθερίας. Επειδή δέ ο άνθρωπος δέν μπορεί νά μείνη χωρίς σύμβολα, γι’ αυτό παρατηρούμε ότι παράλληλα μέ τό γκρέμισμα τών παραδεδομένων συμβόλων κατασκευάζει άλλα καινούρια σύμβολα, πού δέν έχουν τά εχέγγυα καί τήν δύναμη τής παράδοσης, γι’ αυτό καί είναι βίαια καί καταστροφικά. Είναι σύμβολα πού καταστρέφουν τόν κοινωνικό ιστό καί συνδέονται μέ τήν βιαιοπραγία. Εκεί καταλήγει η νοοτροπία τού ατομικισμού, η κατάχρηση τών ατομικών δικαιωμάτων, η παράχρηση τής ιδέας τής ανεξιθρησκείας καί τού άκρατου φιλελευθερισμού.
Καί οπωσδήποτε δύο τέτοια νέα σύμβολα πού κυριαρχούν στήν σύγχρονη κοινωνία μας είναι η μάσκα-κουκούλα τής βιαιοπραγίας καί η μάσκα-προσωπίδα τής υποκρισίας. Μέ αυτά τά νέα σύμβολα οι άνθρωποι κρύπτουν τά πρόσωπά τους καί περιφέρουν τό απεχθές προσωπείο τών παθών καί τής αλλοτρίωσης.
Μέσα σέ αυτήν τήν προοπτική πρέπει νά εντάξουμε καί τήν αξία τής ορθόδοξης εικόνας, πού παρουσιάζει τόν Θεό τής αγάπης καί τής τρυφερότητας, τόν Θεό τής απλότητας καί τής στοργής. Η ορθόδοξη εικόνα δέν προκαλεί, δέν φοβίζει, δέν τρομάζει, αλλά σκορπά αγάπη καί θερμότητα, μεταδίδει μιά ανείπωτη ζεστασιά. Αντίθετα, τά σύγχρονα σύμβολα πού επιβάλλονται από ατομικές επιλογές δημιουργούν φόβο, ταραχή, βία καί αγωνία.
Η ορθόδοξη εικόνα είναι ένα σύμβολο θυσίας, κένωσης, προσφοράς, εσωτερικότητας, ελευθερίας καί αγάπης καί είναι αυτή πού θά βοηθήση τά παιδιά μας σήμερα νά ζούν αγαπητικά σέ έναν κόσμο μίσους καί αβεβαιότητας. Τήν χρειαζόμαστε πολύ, θά είναι δέ μεγάλη φθορά, άν μάθουμε τά παιδιά νά ζούν χωρίς σύμβολα. Τότε ή θά σπάσουν τά ιερά σύμβολα ή θά περιέλθουν σέ μιά υπαρξιακή αυτοκτονία.
Ακόμη η ορθόδοξη εικόνα δείχνει ότι ο κάθε άνθρωπος, δικός μας ή ξένος, ομόδοξος ή αλλόδοξος δημιουργήθηκε από τόν Θεό, κατ' εικόνα καί καθ' ομοίωσή Του. Έτσι, ενώ η Πολιτεία ενδιαφέρεται γιά τό πώς θά πολιτογραφήση τούς μετανάστες καί σέ ποιούς θά χορηγήση τήν ιθαγένεια, η Εκκλησία βλέπει τόν άνθρωπο πέρα από τό αίμα καί τό έθνος καί ενδιαφέται πώς θά τόν εκκλησιοποιήση, αντιμετωπίζει τόν κάθε ξένο σάν νά είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Άλλωστε καί ο Χριστός είπε ότι δέν ήλθε νά καλέση σέ μετάνοια ανθρώπους πού θεωρούσαν τόν εαυτό τους δίκαιο, όπως οι Φαρισαίοι καί οι υποκριτές, αλλά αμαρτωλούς, καί γι' αυτό έδειξε αγάπη στούς τελώνες, τίς πόρνες, τούς αλλοεθνείς. Ακόμη, σύμφωνα μέ τόν αποκαλυπτικό λόγο πού δόθηκε στόν αββά Μακάριο τόν Αιγύπτιο, η κόλαση είναι τό νά μήν βλέπη κανείς τόν άλλον πρόσωπο πρός πρόσωπο, αλλά τό πρόσωπο καθενός νά είναι κολλημένο στήν πλάτη τού άλλου. Έτσι, όταν ο καθένας μας δέν βλέπη τόν άλλον κατάματα, αλλά μέσα από διάφορες άλλες κοσμικές προϋποθέσεις, δείχνει ότι βιώνει τήν δική του προσωπική κόλαση.
Ως άνθρωποι καί ως μέλη τής κοινωνίας ζούμε συνέχεια μέ τά σύμβολα καί δέν μπορούμε νά απαλλαγούμε από αυτά, γιατί τότε θά ζούμε μιά ιδεαλιστική ζωή, πού είναι στήν πραγματικότητα φανταστική καί ψεύτικη. Κάθε άνθρωπος θά κατασκευάζη τά δικά του σύμβολα, μέ τά οποία θά εκφράζεται καί θά επικοινωνή μέ τούς ομοίους του. Μιά κοινωνία χωρίς σύμβολα είναι αποσαρκωμένη καί στήν πραγματικότητα ουτοπική.–
«Εκκλησιαστική Παρέμβαση» Οκτώβριος 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου