Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Είναι γνωστή η Παλαιοδιαθηκική ιστορία με τον πύργο της Βαβέλ, καθώς και η σύγχυση και η ασυνεννοησία που επικράτησαν ένεκα της αλαζονείας και της υπεροψίας. Το αντίθετο του περιστατικού αυτού συνέβη στην Καινή Διαθήκη και συγκεκριμένα την ημέρα της Πεντηκοστής. Εκεί με τον διαμερισμό τον πυρίνων γλωσσών σε κάθε ένα από τους μαθητάς εξαφανίστηκε η σύγχυση, ο φόβος και η όποια διαφωνία και υπήρξε υποδειγματική ενότητα και συμφωνία. Ο ιερός υμνογράφος αντιπαραθέτοντας τα δύο περιστατικά θα μας πή: “Ότε καταβάς τας γλώσσας συνέχεε διεμέριζεν έθνη ο Ύψιστος, ότε του πυρός τας γλώσσας διένειμε εις ενότητα πάντας εκάλεσεν και συμφώνως δοξάζομεν το πανάγιον Πνεύμα”. Δηλαδή, τότε που κτιζόταν ο πύργος της Βαβέλ ο Θεός επέφερε σύγχυση στις γλώσσες και εχώρισε τους ανθρώπους σε έθνη, τώρα με την επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος εκάλεσε όλους σε ενότητα. Η αλαζονεία διχάζει και χωρίζει τους ανθρώπους, ενώ η ταπείνωση ελκύει το άγιο Πνεύμα που ενώνει και αδελφοποιεί τα έθνη και τους λαούς. Η ενότητα χωρίς την θεία Χάρη θα παραμένη πάντοτε όνειρο ανεκπλήρωτο.
Ο Πατροκοσμάς εβίωσε, όπως όλοι οι Άγιοι, την προσωπική του Πεντηκοστή και γι’ αυτό ήταν άνθρωπος ενοποιημένος και ολοκληρωμένος και επομένως σε θέση να διακονήση και να θεραπεύση τους ανθρώπους και να τους οδηγήση στην ενότητα. Στην αληθινή “ενότητα της πίστεως και την κοινωνία του αγίου Πνεύματος”. Όταν έρχεται η άκτιστη θεία Χάρη στην καρδιά, ο άνθρωπος καίγεται από την αγάπη για τους άλλους. Τον τρώει το σκουλίκι, το σαράκι, όπως έτρωγε τον Ιερομόναχο Κοσμά. Έμαθε την μία και μοναδική γλώσσα, αυτήν της αγάπης, και ήθελε να την γνωρίση και στους άλλους, για να μπορούν να συνεννοούνται μεταξύ τους και να μην αλληλοσπαράσσονται και να σκοτώνη ο ένας τον άλλο με την συκοφαντία, την αδικία και το ψέμα. Η αληθινή αγάπη, ως καρπός θεοκοινωνίας, προσφέρει στον άνθρωπο εσωτερική πληρότητα και έτσι γίνεται πόλος έλξης και πηγή ενότητας. Αντίθετα τα πάθη, όπως ο φθόνος, η αλαζονεία κ.λ.π. δημιουργούν προβλήματα και όποιος διακατέχεται από αυτά γίνεται στον χώρο του πηγή ανωμαλίας. Διαταράσσει την ενότητα, σχίζει τον άρραφο χιτώνα του Χριστού δημιουργώντας φατρίες και κλίμα πόλωσης. Όσες γλώσσες και να ομιλή κανείς, αν δεν γνωρίζη αυτήν της αγάπης, είναι, κατά τον Απόστολο Παύλο, “κύμβαλον αλαλάζον”, δηλαδή ένας άδειος ντενεκές που απλώς δημιουργεί θόρυβο. Η φωτεινή και αγιασμένη μορφή του αγίου Κοσμά του Αιτωλού σκορπούσε ειρήνη και δημιουργούσε κλίμα ενότητας. Στην συνέχεια θα τονισθούν τρία σημεία που χαρακτηρίζουν την σεμνή, αλλά και εκρηκτική και μεγαλειώδη προσωπικότητά του και αποδεικνύουν την αλήθεια των όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω: Πρώτον, είχε φρόνημα εκκλησιαστικό. Δεν περιφρονούσε τους ανωτέρους του, αντίθετα τους σεβόταν και ζητούσε την γνώμη και την ευλογία τους. Ξεκίνησε την ιεραποστολική του πορεία μετά από ευλογία μεγάλων Γερόντων του Αγίου Όρους, αλλά και με την ευλογία και έγκριση του Πατριάρχη, όπως και των κατά τόπους Επισκόπων από όπου περνούσε. Δεν έκανε ατομικό έργο, δεν δίχαζε, αντίθετα δημιουργούσε προϋποθέσεις σωστής επικοινωνίας. Δεύτερον, γνώριζε πάρα πολύ καλά, ως αληθινός θεολόγος, δηλαδή ως θεόπτης, ότι η πολυμορφία των γλωσσών είναι φαινόμενο μεταπτωτικό και εδράζεται στα πάθη. Τα πάθη είναι εκείνα που εμποδίζουν την συνεννόηση. Πολλές φορές μπορούν και συνεννοούνται άνθρωποι αλλοεθνείς με διαφορετική γλώσσα και κουλτούρα και δεν μπορούν να το κάνουν κάποιοι άλλοι που φαινομενικά τουλάχιστον ομιλούν την ίδια γλώσσα. Είναι φανερό ότι αυτό που εμποδίζει την συνεννόηση είναι τα πάθη που δημιουργούν ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης. Πώς μπορούν π. χ. να συνεννοηθούν δύο άνθρωποι, όταν ο ένας ομιλή την γλώσσα της λογικής και ο άλλος καταλαβαίνει μόνο την γλώσσα του συμφέροντος; Όταν ο Άγιος παρακαλή τους Έλληνες να πάψουν να ομιλούν αρβανίτικα και να μάθουν ελληνικά και αν το κάνουν, παίρνει πάνω του όλες τις αμαρτίες τους, ασφαλώς δεν το κάνει από ρατσισμό ή εθνικισμό, αλλά για να τους δώση την δυνατότητα να μελετούν την Αγία Γραφή και να διδαχθούν την γλώσσα της αγάπης. Τρίτο, από όπου περνάει, στήνει Σταυρό και ένα μικρό βάθρο. Ανεβαίνει σε αυτό και κηρύττει κάτω από την σκιά του Σταυρού. Και αυτό δεν είναι απλώς μια συνήθεια χωρίς βαθύτερο νόημα. Ο Σταυρός είναι το σύμβολο της νίκης της ζωής εναντίον του θανάτου, αλλά και το μυστήριο της αγάπης. Χωρίς την αγάπη ο Σταυρός θα ήταν ουτοπία. Ο μεγάλος Ιεραπόστολος ήταν σταυρωμένος και αναστημένος και γι’ αυτό δεν δίστασε να τα βάλη με την αδικία, την εκμετάλλευση, την αμάθεια και το ψέμα, παρ’ όλο που γνώριζε ότι ο δρόμος αυτός οδηγεί στο Μαρτύριο. Ο Σταυρός που έστηνε ήταν σύμβολο του άλλου, του προσωπικού του Σταυρού, που βίωνε και γι’ αυτό δεν φοβόταν να πεθάνη. Ο θάνατος δεν τον τρόμαζε, αφού τον είχε νικήση στα όρια της προσωπικής του ζωής. Μόνον ένας πεθαμένος και αναστημένος μπορεί να βιώνη και να κηρύττη την αληθινή αγάπη, που οδηγεί στην θεοκοινωνία, στην ενότητα και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των ανθρώπων.
Η κοινωνία μας, αυτή η σύγχρονη Βαβέλ, χρειάζεται μεγάλες αγιοπατερικές Μορφές σαν του Πατροκοσμά, που βιώνουν και εκφράζουν καθημερινά στην ζωή τους το μυστήριο της Πεντηκοστής και “λαλούν” την μοναδική γλώσσα της αγάπης.
«Εκκλησιαστική Παρέμβαση» Αύγουστος 1998
1 σχόλιο:
Το κείμενο είναι πολύ σημαντικό επειδή, συν τοις άλλοις, αποδεικνύει ότι ο Αγος Κοσμάς ο Αιτωλός πολεμούσε και τον Οικουμενισμό και το Νεοβαρλααμισμό και τους άλλους νεωτερισμούς. Μέσα στα πλαίσια που εκδηλώνονταν αυτές οι τάσεις την εποχή που έζησε.
Δημοσίευση σχολίου