Μου φαίνεται περίεργο που εσείς, άνθρωποι του φωτός, θα έπρεπε να ρωτήσετε αυτούς τους Γαλιλαίους γιατί στάθηκαν κοιτάζοντας προς τον ουρανό. Τί μπορούσαν άλλο να κάνουν από το να κοιτάζουν στον ουρανό, όπου ο Ιησούς είχε μόλις αναληφθεί, όπου είχε μεταφερθεί ο θησαυρός τους, όπου είχαν μετατεθεί η ελπίδα και η χαρά τους και που η ζωή τους είχε εξαφανιστεί; Εάν εκείνη την ώρα κοιτούσαν στη γη, θα μπορούσαν να τους ρωτήσουν, όπως και όλους τους οπαδούς του Ιησού Χριστού, που βλέπουν στη γη με μεροληπτικό μάτι: -Γιατί κοιτάτε στη γη; Τί μπορεί να ψάχνετε στη γη, από τότε που ο μόνος δικός της και δικός σας θησαυρός, βρέθηκε στη Βηθλεέμ, απλώθηκε σε ολόκληρη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια, πέρασε από τα χέρια διεστραμμένων ανθρώπων στη Γεσθημανή, την Ιερουσαλήμ και το Γολγοθά, κρύφτηκε κάτω από μια πέτρα στο κήπο του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας, και τώρα επιτέλους επάρθηκε και μετατέθηκε στο θησαυροφυλάκιο του ουρανού; Σας είπαν, και έτσι πρέπει να είναι, ότι «όπου είναι ό θησαυρός μας, εκεί θα είναι και η καρδία μας;».
Έτσι εάν ο θησαυρός σας είναι στον ουρανό, τότε και η καρδιά σας πρέπει να είναι εκεί. Και προς τα εκεί πρέπει να κατευθύνονται τα βλέμματά σας, οι σκέψεις και οι επιθυμίες σας.
Οι «δύο άνδρες με λευκά ρούχα», οι οποίοι αμέσως μετά την ανάληψη του Κυρίου εμφανίστηκαν στους Αποστόλους και τους ρώτησαν γιατί στέκονταν κοιτάζοντας στον ουρανό, ήταν οι ίδιοι αναμφίβολα κάτοικοι του ουρανού. Επομένως δεν θα πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτό τους δυσαρεστούσε ή ότι επιθυμούσαν να κατευθύνουν το βλέμμα εκείνων των ανθρώπων της Γαλιλαίας αλλού. Όχι. Όταν είπαν, «τί σταθήκατε βλέποντας στον ουρανό;» επιθυμούσαν μόνο να βάλουν ένα τέλος στην αδρανή κατάπληξη των Αποστόλων. Έχοντάς τους αφυπνίσει από την κατάπληξή τους, τους φέρνουν σε περισυλλογή και τους διδάσκουν, καθώς και σε μας, με τί λογής σκέψεις πρέπει να κοιτάζουμε προς τον ουρανό, ακολουθώντας το Κύριο μας Ιησού, ο οποίος ανήλθε εκεί. «Αυτός ο Ιησούς», πρόσθεσαν, «που αναλήφθηκε στον ουρανό, με τον ίδιο τρόπο θα ξανάρθει, όπως τον είδατε να πορεύεται στον ουρανό». Αν και ο Κύριός μας είχε φανερωθεί πολλές φορές μετά την Ανάστασή Του στους Αποστόλους, και γινόταν πάλι άφαντος, κι έτσι τους είχε συνηθίσει ως ένα βαθμό σε αυτές τις θαυμαστές φανερώσεις Του, ωστόσο, όταν χωρίστηκε από αυτούς στο όρος το καλούμενο Ελαιώνα, δεν αποσύρθηκε απλώς από αυτούς, ούτε έγινε άφαντος, αλλά ανελθών ορατά πάνω από τα σύννεφα έγινε αόρατος μόνο εξαιτίας της ανύψωσής Του σε άπειρο ύψος από αυτούς. Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι αυτός ο νέος τρόπος αποσύρσεως φάνηκε μοναδικός στους Αποστόλους, και εξαιρετικά σημαντικός, ακόμη και μετά την προηγούμενή τους εμπειρία των θαυμάτων.
Παρατήρησαν τότε την ακριβή εκπλήρωση των λόγων Του, που η Μαρία Μαγδαληνή τους είχε διηγηθεί: «ανεβαίνω προς τον Πάτερα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας». Δεν μπορούσαν παρά να συμπεράνουν ότι εκείνες οι χαρούμενες επισκέψεις Του, εκείνες οι διδακτικές συζητήσεις μαζί Του, εκείνη η απτή επικοινωνία ανάμεσα σε αυτούς και στη θεία Του ανθρωπινότητα στη διάρκεια των σαράντα ήμερων, τελείωσαν εκείνη τη στιγμή. Όταν ούτε χέρι ούτε φωνή μπορούσαν πλέον να Τον κρατήσουν. Καταλαβαίνουμε το μέγεθος της απώλειας που πρέπει να ένιωσαν οι Απόστολοι μετά την ανάληψη στον ουρανό του Ιησού, ο οποίος ήταν το πάν γι’ αυτούς επί της γης. Και είναι αυτή η ίδια η απώλεια για την οποία οι ουράνιες δυνάμεις σπεύδουν να τους παρηγορήσουν, όταν τους λένε ότι «αυτός ο Ιησούς, που αναλήφθηκε από εμάς στον ουρανό, έτσι και πάλι θα έρθει».
Χριστιανοί, εάν γνωρίσατε καθόλου τον Κύριο Ιησού, ασφαλώς πρέπει λίγο-πολύ να έχετε καταλάβει πόσο άδειος είναι ο κόσμος χωρίς Αυτόν, και να νιώθετε πόσο άδεια είναι η καρδιά σας όταν Εκείνος απουσιάζει. Κι έτσι πρέπει να είναι. Διότι όλα τα του κόσμου δεν είναι παρά «ματαιότης ματαιοτήτων», και η ματαιότητα δεν μπορεί να ικανοποιήσει την καρδιά, τη δημιουργημένη για την αλήθεια από την ιδία την Αλήθεια· «γιατί όλα τα πράγματα του κόσμου είναι σαρκική επιθυμία», ενός αντικειμένου, ή έλξη σαρκικής επιθυμίας, με διάφορες μορφές. Και καθώς «ο κόσμος χάνεται όπως και η επιθυμία του», ή με άλλα λόγια, τα πράγματα που συνεγείρουν την σαρκική επιθυμία εξαφανίζονται, έτσι όσο μεγάλος κι αν είναι ο κόσμος, όση ποικιλία κι αν έχουν τα ωραία του πράγματα, όσο άφθονες κι αν είναι οι πηγές των απολαύσεών του, δεν μπορούν να γεμίσουν το μικρό σκεύος της ανθρώπινης καρδιάς, η οποία όντας αθάνατη, μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο με αθάνατη ζωή. Εάν, έχοντας αίσθηση αυτού του κενού των κτισμάτων, σου φαίνεται πως ο Κύριος, ο οποίος είναι η αλήθειά σου, η ζωή, η επιθυμία σου και η εκπλήρωση όλων των επιθυμιών σου, αποσύρθηκε από σένα, έκρυψε το πρόσωπό Του και σε άφησε όχι μόνο χωρίς ανάπαυση, αλλά και σε δοκιμασία, όχι απλώς μονάχο, άλλα καταμεσής των εχθρών της σωτηρίας σου· αν το ανήσυχο βλέμμα σου δεν μπορεί να διαπεράσει τα σύννεφα που καλύπτουν τον ουρανό, και οι ανεξιχνίαστοι οδοί του Υψίστου δεν σου προσφέρουν παρά αβεβαιότητα, τότε λάβε από τις ουράνιες δυνάμεις το λόγο τον γεμάτο δύναμη, που μπορεί να γεμίσει το κενό της καρδιάς σου, να φωτίσει τη θλίψη σου, να βάλει τέλος στη μοναξιά, να φωτίσει το σκοτάδι, να πάρει κάθε αβεβαιότητα και να αφυπνίσει το πνεύμα σου με ελπίδα που δεν είναι απατηλή ή φθαρτή. Αυτός ο ίδιος Ιησούς, «ο οποίος απομακρύνθηκε από σένα στον ουρανό», θα έρθει.
Και γι’ αυτή τη ίδια παραμυθητική και λυτρωτική μαρτυρία της μέλλουσας ελεύσεως του Κυρίου, οι ουράνιοι αγγελιαφόροι προσθέτουν κάποιες πληροφορίες, για τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί αυτή η έλευση. Μας λένε, ότι ο ερχομός του Κυρίου θα γίνει με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αναχώρησε, ή μάλλον αναλήφθηκε. Ασφαλώς οι ουράνιοι αγγελιαφόροι δεν μιλούν άσκοπα, όπως κάνουμε εμείς τα γήινα όντα μερικές φορές, αλλά με άπλα λόγια παραδίδουν ένα μεγάλο δίδαγμα σε εκείνους που είναι προσεκτικοί. Ας προσέξουμε κι εμείς.
Θεωρώντας τα γεγονότα της αναλήψεως του Χριστού στον ουρανό, μπορούμε πρώτα να παρατηρήσουμε την ευλογία που έδωσε τότε στους Αποστόλους· «και έγινε», λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, «όταν τους ευλογούσε, απομακρύνθηκε απ’ αυτούς και αναχώρησε στον ουρανό». Το γεγονός αυτό της αναλήψεώς Του στον ουρανό, και του αποχωρισμού από τους εκλεκτούς Του, ο ίδιος ο Κύριος θα το ανακαλέσει στη μνήμη των Μαθητών Του όταν «θα έλθει με δόξα», και συναντώντας τους πάλι θα τους προσκαλέσει σε ενεργό συμμετοχή στη βασιλεία Του.
Πόσο ατέλειωτη η ροή της χάριτος του Χριστού που αποκαλύπτεται έτσι σ’ εμάς, χριστιανοί! Ο Κύριος αρχίζει με μια ευλογία, και πριν ολοκληρωθεί, ανέρχεται στον ουρανό. Έτσι, ακόμη και μετά την ανάληψή Του, συνεχίζει αοράτως να μεταδίδει την ευλογία Του. Ρέει και κατέρχεται ασταμάτητα στους Αποστόλους. Μέσω αυτών διαχέεται σε αυτούς που εκείνοι ευλογούν στο όνομα του Ιησού Χριστού. Εκείνοι που έλαβαν την ευλογία του Χριστού μέσω των Αποστόλων, τη δίδουν σε άλλους. Κι έτσι όλοι όσοι ανήκουν στην Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία γίνονται μέτοχοι της μιας ευλογίας του Χριστού και του Πατέρα Του, «που μας ευλόγησε με κάθε ευλογία πνευματική». «Ως δρόσος Αερμών η καταβαίνουσα επί τα όρη Σιών», έτσι και η ευλογία της ειρήνης κατέρχεται σε κάθε ψυχή που σηκώνεται πάνω από τα πάθη και τις ηδονές, πάνω από τη ματαιότητα και τις μέριμνες του κόσμου. Σαν μια ανεξίτηλη σφραγίδα, σφραγίζει αυτούς που ανήκουν στο Χριστό, με τέτοιο τρόπο που στο τέλος του κόσμου θα τους καλέσει με αυτό το ίδιο σημείο από το μέσον όλης της ανθρωπότητας, λέγοντας: «ελάτε, οι ευλογημένοι!»
Και τώρα, αδελφοί μου, ας εξετάσουμε, πόσο απαραίτητο είναι για μας να προσπαθήσουμε να κερδίσουμε και να διατηρήσουμε την ευλογία αυτή του Αναληφθέντος Κυρίου, που κατέρχεται σε μας μέσω των Αποστόλων και της Αποστολικής Εκκλησίας. Εάν την λάβαμε και την διατηρήσαμε, θα κληθούμε, στη Δεύτερη Παρουσία του Ιησού Χρίστου, μαζί με τους Αποστόλους και τους αγίους, να συμμετάσχουμε στη Βασιλεία Του: «Ελάτε, οι ευλογημένοι!» Αν όμως, όταν καλέσει τους «ευλογημένους του Πατέρα Του», δεν βρεθεί η ευλογία αυτή σε μάς, ή βρεθούμε να έχουμε μόνο τη ψεύτικη ευλογία των ανθρώπων που δεν έχουν οι ίδιοι κληρονομήσει την ευλογία του Ουρανίου Πατέρα διά της χάριτος των μυστηρίων, τότε τί θα απογίνουμε; Σας λέγω λοιπόν, ας εξετάσουμε και ας σκεφτούμε σοβαρά πάνω σε αυτό όσο καιρό ακόμα μπορούμε.
Ένα άλλο γεγονός που πρέπει να επισημανθεί στην Ανάληψη του Κυρίου, όταν φανταζόμαστε τον προσδοκώμενο ερχομό Του, είναι ότι ο Κύριος αναλήφθηκε παρουσία των Αποστόλων, ορατά και επισήμα. «Και ενώ τον έβλεπαν ανελήφθη και νεφέλη τον άρπαξε από τα μάτια τους». Τί είδους νεφέλη; Μια νεφέλη φωτός και δόξας, σαν εκείνη που κάποτε επισκίασε τη σκηνή του Μωυσή και το ναό του Σολομώντος. Εκεί είδαν τη δόξα, αλλά όχι τον Κύριο της δόξας. Κατόπιν Τον είδαν πάλι, όμως όχι στη δόξα Του. Κι έτσι δεν Τον αναγνώρισαν, μήτε Τον δόξασαν. Όμως εδώ, μήτε η δόξα έκρυψε τον δοξασμένο μήτε ο δοξασμένος έκρυψε τη δόξα Του. Οι Απόστολοι είδαν τη δόξα του αναληφθέντος Κυρίου. Την είδε και την άκουσε και ο Προφήτης, όταν αναφώνησε πανηγυρικά: «Ανέβη ο Θεός εν αλαλαγμώ. Κύριος εν φωνή σάλπιγγος». Έτσι όταν οι ουράνιοι κήρυκες ανάγγειλαν σε μας ότι Εκείνος θα έλθει με τον ίδιο τρόπο που τον είδαμε να ανέρχεται στον ουρανό, μας έδωσαν με τούτο το τρόπο να καταλάβουμε ότι θα έλθει ορατά και πανηγυρικά. Αυτό προείπε ο Κύριος και για τον εαυτό Του, «ότι ο Υιός του ανθρώπου θα έλθει με τη δόξα του και όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του». Έτσι επίσης και οι Απόστολοι εξηγούν ότι «αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού».
Όμως για ποιό λόγο, μπορεί να σκεφτούν μερικοί, χρειάζεται να επισημάνουμε αυτές τις λεπτομέρειες, που κατά τα φαινόμενα προορίζονται να διεγείρουν περισσότερο τη περιέργεια, παρά να προσφέρουν κάποια διδαχή; Διότι δόθηκε η προφητεία, ότι μπορούμε να γνωρίσουμε και να δεχτούμε με την πίστη, ένα γεγονός που ορίστηκε από το Θεό. Και ποιός δεν θα αναγνωρίσει την ένδοξη έλευση του Χριστού, ακόμη κι αν δεν γνώρισε προηγουμένως τις λεπτομέρειές της; Μην βιάζεστε, αγαπητοί μου, να συμπεράνετε ότι αυτές οι λεπτομέρειες δεν είναι απαραίτητες. Όχι! Οι Απόστολοι, οι Άγγελοι, ο ίδιος ο Κύριος, δεν μας λένε τίποτα για χάρη μόνο της περιέργειας, αλλά κάθε λέξη είναι προς διδαχή. Ότι η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου θα είναι ορατή και επίσημη, μας το έχουν πει, επειδή θα υπάρξουν κι εκείνοι που θα μας πουν το αντίθετο, όταν ένα πνεύμα άπατης θα αποσταλεί στους ανάξιους, άπιστους και διεφθαρμένους χριστιανούς. «Θα έλθει η ώρα», ή ο καιρός της δοκιμασίας (ίσως είναι τώρα). Να, είναι μαζί μας, λένε οι αιρετικοί, που έχοντας αφήσει την πόλη του Θεού, την πνευματική Ιερουσαλήμ, την Αποστολική Εκκλησία, δεν φεύγουν στην πραγματική μοναξιά και στη σιωπή, αλλά σε μια πνευματική και σωματική έρημο, όπου δεν υπάρχει ούτε υγιές δόγμα, ούτε η αγιότητα του μυστηρίου, ούτε καλές αρχές ιδιωτικής και κοινωνικής ζωής. Να , Εκείνος είναι μαζί μας, λένε αυτοί που τρέφουν μυστικά την αίρεση, δείχνοντας τις κρυφές δυνάμεις τους, σαν ο ήλιος να μην μπορούσε να δώσει τη λάμψη του παρά μόνο κάτω από γη, ή σαν να μην ήταν ο Κύριος εκείνος ο οποίος είπε και ανέτειλε. Όταν ακούσετε τέτοιες κραυγές και ψιθύρους, θυμηθείτε, χριστιανοί, την αγγελική φωνή και το κήρυγμά της αναφορικά με τον αναληφθέντα Κύριο. Ούτε βίαιες κραυγές ούτε ύπουλοι ψίθυροι μοιάζουν με τη φωνή του αρχαγγέλου ή τη σάλπιγγα του Θεού. «Μην προχωρήσετε» στα βήματα εκείνων που θα σας φωνάξουν έξω από την πόλη του Κυρίου. Μείνετε στις θέσεις σας, και προφυλάξτε την πίστη σας, μέχρι τον πραγματικό, δοξασμένο και πανηγυρικό ερχομό του Χριστού.
Το τρίτο αξιοσημείωτο περιστατικό σε σχέση με την Ανάληψη του Κυρίου είναι ότι ήταν απρόσμενη και απρόβλεπτη από τους μαθητές Του. Συνέβη, απ’ όσο μπορούμε να ξέρουμε από τις σύντομες διηγήσεις των Ευαγγελίων, κατά τον εξής τρόπο: Έχοντας εμφανιστεί στους μαθητές στην Ιερουσαλήμ, όπως είχε κάνει πολλές φορές πριν, και όταν περπατούσε μαζί τους, συζητούσε, ως συνήθως, για τη Βασιλεία του Θεού, και ιδιαίτερα για την επικείμενη κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Όχι μόνο δεν τους πληροφόρησε με τη θέλησή Του γι’ αυτό το μεγάλο γεγονός, μα και όταν Τον ρώτησαν για το χρόνο των μεγάλων γεγονότων της Βασιλείας Του, αρνήθηκε ρητά να τους δώσει την πληροφορία που επιθυμούσαν. Η άρνησή Του να γνωστοποιήσει τους χρόνους και τους καιρούς, προφανώς σχετίζεται επίσης με το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, και συνδέεται ειδικά με αυτή. Προηγουμένως είχε προειδοποιήσει τους μαθητές Του, πόσο απρόσμενο θα ήταν αυτό το γεγονός, συγκρίνοντάς το με αστραπή, που είναι στη φύση η πιο εντυπωσιακή στιγμή του αιφνίδιου. Και με τον ίδιο τρόπο το εξηγεί και ο Απόστολος: «Η ήμερα του Κυρίου έρχεται σαν κλέφτης μέσα στη νύχτα».
Από το ίδιο το απροσδόκητου της Δευτέρας Παρουσίας Του, ο ίδιος ο Κύριος διατυπώνει για μας, χριστιανοί, μια σωτήρια προειδοποίηση: «Γρηγορείτε ούν, ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται». Μην οδηγηθείτε μακριά, χριστιανοί, από την περιέργεια, ή την ευπιστία, όταν σκεφτόμενοι να γνωρίσετε περισσότερα από όσα ο Χριστός εδέησε να παραχωρήσει σε εκείνους να γνωρίσουν, μετράτε τις μέρες της Βασιλείας Του, καθορίζοντας το χρόνο της προσδοκώμενης ελεύσεως Του.
Προσπαθήστε μάλλον να γνωρίσετε τις αμαρτίες σας, να μετρήσετε τις παραβάσεις σας, και να ζητήσετε να τις περιορίσετε με την μετάνοια. Πάνω απ’ όλα, να προσέχετε, όταν ακούτε τους βλάσφημους, να λένε, όπως προείπε και ο Απόστολος. «Πού είναι η υπόσχεση της παρουσίας του;» Προσέξετε, μήπως τα σκοτεινά όνειρα αυτών των τέκνων του κόσμου, που κλείνουν τα μάτια τους στο φως του μέλλοντος κόσμου, σκοτεινιάσουν τις καρδιές σας, τυφλώσουν τους οφθαλμούς σας, ή βυθίσουν στον ύπνο το πνεύμα σας, μέχρι να έρθει η πολυπόθητη και φοβερή ώρα, «όταν η ημέρα του Κυρίου έλθει σαν κλέφτης τη νύκτα».
«Για τούτο, αγαπητοί, περιμένοντας αυτά, βιαστείτε άσπιλοι και αμώμητοι να τον συναντήσουμε με ειρήνη». Αμήν.
(Αγ. Φιλάρετου Μόσχας, «Η Θεολογία της καρδιάς», εκδ. Ίνδικτος από: Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου