Οι Διάλογοι με τους ετεροδόξους ιστορική αναφορά - αποτίμηση
του Αρχιμανδρίτη Σαράντη Σαράντου
από το βιβλίο «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΗ - ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΗΜΕΡΙΔΑΣ»,
έκδοση του Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικόδημου του Αγιορείτου
Πεντάλοφος Γουμενίσσης, 2009
«Φρίξωμεν, ούν, αδελφοί, την ενοχον σιωπήν, όταν η πίστις προδίδεται και μη προφασιζώμεθα προφάσεις εν αμαρτίαις», βροντοφωνεί ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης.
Ως ελάχιστος πάντων υμών, σεβαστοί πατέρες, ως ισχνόφωνος και βραδύγλωσσος, ως αδαής και μη, ως ώφειλε, διακριτικός, ίσταμαι ενώπιον Σας, για να αρθρώσω λόγον αληθείας, όσο βέβαια τον εννοώ, χωρίς φόβο και πάθος, καθ' υπακοήν ευρισκόμενος μέσα σ' αυτό το άγιο ησυχαστήριο του Όσίου Πατρός ημών Νικόδημου του Αγιορείτου, με τις ευχές του οποίου και τις δικές σας σεπτές ευχές, ας μου επιτραπεί από την αγάπη σας να αρχίσω την εισήγηση μου.
Ήταν πάντοτε από τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους, αλλά και μετέπειτα γνωστή στο Σώμα της Εκκλησίας η μοναδικότητα του Θεανδρικού Προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου. Τα εκατομμύρια των Μαρτύρων των πρώτων χριστιανικών χρόνων τεκμηριώνουν τα πλούσια αισθήματα, τη βαθύτατη αγάπη, εκπεφρασμένη με τη θαρραλέα ομολογία προς το Πρόσωπο του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χρίστου.
Ήταν και είναι λοιπόν ευνόητο, ότι στο μεν ανθρώπινο και κοινωνικό επίπεδο οι σχέσεις των Ορθοδόξων με τους ετεροδόξους, αλλά και τους απίστους, ήταν και είναι πολύ αγαθές, στο πνευματικό όμως πεδίο και στο Εκκλησιολογικό δεν επιτρέπονταν από την κοινή συνείδηση των πιστών οι συμπροσευχές. Το ίδιο είναι και θεσμοθετημένο στους ιερούς Κανόνες ΜΕ' (45) και ΞΔ' (64) Αποστολικούς, ζ' (6) της Β' Οικουμενικής και ΛΒ' (32) της Λαοδικείας, καθώς και στον Λ'(30) Αποστολικό.
Έτσι οι φωτισθέντες με το φως του Χρίστου εγκατέλειπαν οριστικά το σκοτάδι και την πλάνη της ειδωλολατρίας. Το Ελληνικό Δωδεκάθεο δεν ικανοποιούσε τις αρχετυπικές πνευματικές ανάγκες των προ Χρίστου ανθρώπων, αποτελούσε όμως το πιο ανθρώπινο υποκατάστατο.
Όλα τα άφηναν όμως οι φωτισθέντες με το φως του Χριστού. Τρωθέντες από το μεγαλείο της ακτίστου Αγάπης Του ακολουθούσαν τον Κύριο, ομολογώντας και θυσιάζοντας ευνοήτως και τη ζωή τους, όποτε χρειαζόταν.
Ο Δυτικός Χριστιανισμός όμως δυστυχώς αλλοτριώθηκε από τις επίμονες πιέσεις του Παπικού ορθολογικού ουμανισμού και από την ψεύτικη και απατηλή κουλτούρα του «εκσυγχρονιστικού» Διαφωτισμού.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η αλλοτριωμένη Δυτική χριστιανική συνείδηση επιζητούσε τρόπους δικαιώσεως ενώπιον της Αγίας Ορθοδοξίας μας, της οποίας την θεανδρική πνευματικότητα a priori παραδεχόταν.
Μέχρι σήμερα, σ' όλα τα μέρη του κόσμου, ετερόδοξοι ή αλλόδοξοι, παραδέχονται την πνευματικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, δεν τολμούν όμως το σωτήριο βήμα, πού θα τους φέρει στην κολυμβήθρα, στα χαρίσματα του Αγίου Χρίσματος και στη μία και μοναδική και πανευδαίμονα τρυφή των Άχραντων Μυστηρίων της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Γι' αυτό και η αφώτιστη και μη αναγεννημένη συνείδηση και νοοτροπία των ετεροδόξων, και τελευταία και των αλλόπιστων, εφηύραν το ψυχολογικό, θρησκευτικό υποκατάστατο των ονομαζόμενων «θεολογικών διαλόγων», για να ικανοποιούν κάπως την αρχετυπική δίψα τους για την εύρεση του θεανδρικού Προσώπου του Κυρίου μας και της αληθούς θεανθρωπίνης ζωής Του.
Σ' αυτούς τους διάλογους καλοπροαίρετα και ιεραποστολικά συγκατατεθήκαμε και εμείς οι Ορθόδοξοι για να διαφωτίσουμε τους εν τη πλάνη ευρισκομένους αδελφούς μας.
Σήμερα όμως οι Διάλογοι έχουν απωλέσει την ομολογιακή τους χαρισματικότητα και μεταβάλλονται ασταμάτητα σε συγκρητιστικά εργώδη εργαστήρια του πανθρησκειακού Οικουμενισμού πού κατεργάζεται η Νέα Εποχή.
Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται με χρονολογική σειρά η ιστορία των θεολογικών διαλόγων και συνεδρίων, πού διοργάνωσε κατά κανόνα το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), το οποίο και κατευθύνει μεθοδικά όλον τον κόσμο προς την πανθρησκεία της Νέας Εποχής, δηλαδή προς την αναβίωση της ειδωλολατρίας και, κατά τον πιο βλάσφημο τρόπο, στην άρνηση του Χρίστου και της Αγίας Τριάδος.
Πίνακας Θεολογικών Συνεδρίων
1888 «Θεωρία των κλάδων» από τους Προτεστάντες με επίδραση του Διαφωτισμού - Ορθολογισμού.
1902 Πατριαρχική εγκύκλιος Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ Γ' προς όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Απαντήσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών: Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, Κύπρου, Ρωσίας, Ελλάδος, Ρουμανίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου. Αντιδράσεις Αγιορειτών Ιωσαφαίων στα Καυσοκαλύβια.
1904 Δευτέρα εγκύκλιος Ιωακείμ Γ' με προσπάθεια αποκαταστάσεως της πρώτης.
1910 Πρώτο παγκόσμιο Συνέδριο Ιεραποστολής στο Εδιμβούργο.
1914 Παγκόσμιο Συνέδριο προς προαγωγή Διεθνούς φιλίας δια των Εκκλησιών.
1917 Ο Μελέτιος Μεταξάκης διορίζεται Αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
1918 Στις 26 Φεβρουαρίου ενθρονίζεται ο ως άνω, αφού καθαιρέθηκε από «έκτακτο Ανώτατο δικαστήριο» ο Θεόκλητος Μηνόπουλος ως πρωτοστάτης του Βενιζελικού αναθέματος.
1918 Ο ανευθυνοϋπεύθυνος Οικουμενιστής Μητροπολίτης Προύσης Δωρόθεος γίνεται Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
1920 Παγκόσμια κίνηση «ζωής και εργασίας». Πρώτο Συνέδριό της. Σ' αυτό λαμβάνουν μέρος 90 αντιπρόσωποι 15 χωρών, όλων Προτεσταντικών.
1920 Παγκόσμια κίνηση «πίστεως και τάξεως». Πρώτο Συνέδριο στη Γενεύη. Λαμβάνουν μέρος 120 αντιπρόσωποι 70 Εκκλησιών από 40 χώρες. Ανάμεσα σ' αυτούς και 18 Ορθόδοξοι.
1923 Πανορθόδοξο Συνέδριο στην Κωνσταντινούπολη.
1927 Δήλωση Ορθοδόξου αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Λωζάννης.
1937 Δήλωση Ορθοδόξου αντιπροσωπείας στο Συνέδριο του Εδιμβούργου.
1948 Οι δύο παραπάνω παγκόσμιες κινήσεις συνεχωνεύθησαν σε ένα σώμα στο Άμστερνταμ ως Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών. Έδρα ή Γενεύη. Γενικές Συνελεύσεις ανά έξι η επτά χρόνια.
1949 Εγκύκλιος Οικουμενικού Πατριάρχου Άθηναγόρου για να συμμετάσχουν «απασαι αϊ Όρθόδοξαι Έκκλησίαι» στο Π.Σ.Ε.
1952 Δήλωση Όρθοδόξου αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Λούνδης.
1952 Εγκύκλιος επίσης προτρεπτική για το Π.Σ.Ε. από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα.
1954 Δηλώσεις Ορθοδόξου αντιπροσωπείας στο Συνέδριο του Έβανστον.
1961 Δηλώσεις Ορθοδόξου αντιπροσωπείας στο Νέο Δελχί.
1961 Στην πρώτη Πανορθόδοξη Διάσκεψη στη Ρόδο καταρτίσθηκε ο Κατάλογος Θεμάτων της μελλούσης Πανορθοδόξου Προσυνόδου. Διερύνθηκε ο προγενέστερος κατάλογος θεμάτων της μελλούσης Προσυνόδου του 1930.
1965 Άρση αναθεμάτων.
1976 Ανακοινωθέν της Πρώτης Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως.
1982 Συνέδριο Μονάχου: Αγία Τριάς - Εκκλησία - Ευχαριστία.
1987 Συνέδριο στο Bari με θέμα: «Πίστις, Μυστήρια - Ενότης της Εκκλησίας».
1988 Ιερά Μονή Νέου Βαλάμου Φινλανδίας. Θέμα: «Μυστήριο της Ιερωσύνης μέσα στη Μυστηριακή δομή της Εκκλησίας αφ' ενός και σε συνάφεια με την αρχή της Αποστολικής Διαδοχής αφ' έτερου, σαν μέσο καθαγιασμού και ενότητος του λάου του Θεού».
1995 Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών.
1997 Κωνσταντινούπολη. Προοπτικές συνεργασίας και συμμετοχής μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών. Τρεις Ακαδημαϊκές Συνδιασκέψεις της Ορθοδοξίας μετά του Ιουδαϊσμού. Οκτώ ανεπίσημες και επίσημες μετά του Ισλάμ. Εικοσιοκτώ διμερείς θεολογικοί διάλογοι με τις Ανατολικές Εκκλησίες, Ρωμαιοκαθολικές, Αγγλικανικές, Παλαιοκαθολικές, Προτεσταντικές.
Ύστερα από τα παραπάνω σύντομα ιστορικά δεδομένα γύρω από τους Διάλογους των Ορθοδόξων με τους ετεροδόξους, επιτρέψατε μας να διατυπώσουμε τις παρακάτω αποτιμήσεις:
1. Οι θεολογικοί διάλογοι διεξάγονται μέσα στις αίθουσες κοσμικών Συνεδρίων, στις όποιες παρωθούν τους Ορθοδόξους οι κοσμικοποιημένης νοοτροπίας ετερόδοξοι. Η διαδικασία πού ακολουθείται (με τις προκαθορισμένες εισηγήσεις, τις ως επί το πλείστον περιορισμένης δυνατότητας συζητήσεις, τα αναψυκτικά, τα φαγητά και τις συνεστιάσεις) αμβλύνει το ανδρώδες φρόνημα πού κυριαρχεί στις ορθόδοξες λατρευτικές ευκαιρίες και στις λοιπές ορθόδοξες λιτές συνάξεις.
Οι ορθόδοξοι σύνεδροι μέσα σ' αυτό το κλίμα των γνωστών κοσμικοποιημένων Συνεδρίων αναπτύσσουν τη συναισθηματική ανθρωπαρέσκεια, πού είναι απότοκος της πνευματικής χαλαρώσεως και της ενδοκοσμικής φιλοφρονήσεως των ανθρώπων αναμεταξύ τους. Έτσι ευνοείται έμμεσα ή άμεσα ή χειραγώγηση της ορθοδόξου ασκητικής συνειδήσεως προς την ενοχή σιωπή ή την ενοχή συμφωνία, με τη χειριστική παρέμβαση των εκάστοτε δυναμικών κοσμικών στοιχείων και κοσμικών προσώπων, πού κατευθύνουν την κοινή γνώμη συνήθως.
Ίσως στο παρελθόν οι σύνεδροι όλων των δοξασιών ήταν πιο ειλικρινείς στους στόχους τους και στις προθέσεις τους. Τώρα όμως έχουμε πεισθεί, ότι ο οργανωμένος οικουμενισμός κατευθύνει τα διαχριστιανικά συνέδρια προς την πανθρησκεία της Νέας Τάξεως Πραγμάτων της Νέας Εποχής.
2. Οι θεολογικοί διάλογοι των Ορθοδόξων με τους ετεροδόξους γίνονται έξω και πέρα από τα πραγματικά δεδομένα της ζωής. Οι οργανωτές των διαλόγων έχουν αυτονομηθεί τους διάλογους και πιστεύουν, ότι αυτοί καθ' εαυτοί οι ενδοχρονικοί και κατά τόπους διάλογοι θα προωθήσουν την ενότητα. Οι οργανωτές των διαλόγων από την πλευρά τη δική μας, των Ορθοδόξων, συνήθως είναι άγαμοι κοσμικοί κληρικοί, χωρίς οικογένειες, αλλά και ως επί το πλείστον χωρίς ποίμνια. Η ζωή τους είναι εκ των πραγμάτων έτσι προδιαγεγραμμένη για υποκατάστατα, και της οικογένειας πού δεν έχουν και της ποιμαντικής ευθύνης, της οποίας στερούνται. Είναι ο τύπος του ακτιβιστή, στην καλύτερη περίπτωση, πού επιζητεί κάποιο έργο σε αντικατάσταση των εκ Θεού ευλογημένων ευθυνών, τις οποίες δεν αναλαμβάνουν. Αν οι οργανωτές των διαλόγων αυτών είχαν θεόσδοτες οικογένειες ή καθοσιωμένες ενορίες ή αν υπηρετούσαν ως μάχιμοι θεολόγοι ή πρόσφεραν υπηρεσίες σε κάποια άλλα ευλογημένα διακονήματα, δεν θα είχαν ως αποκλειστικό αυτονομημένο έργο τον θεολογικό διάλογο.
Η ίδια, φυσικά, νοοτροπία -ή και πιο παγιωμένη κοσμικά- κυριαρχεί στους ετεροδόξους «διαλεγομένους», οι οποίοι δεν έχουν θεανθρώπινα βιώματα, αλλά διακατέχονται από ευσεβιστικά συναισθήματα. Μέσω των συνεδρίων οπού διεξάγονται οι θεολογικοί διάλογοι επιζητούν «το κάτι άλλο» πού τους λείπει. Επιζητούν την Αλήθεια, την οποία ακέραια και κρυστάλλινη θα έπρεπε να τους την προσφέραμε, σύμφωνα με την κατηγορηματική προσταγή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού για ομολογία του Ονόματος Του, μαθητεύοντες πάντα τα έθνη και βαπτίζοντες αυτούς -βαπτίζοντες και όχι ραντίζοντες- εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
3. Οι άγαμοι κληρικοί, πού δεν συνδυάζουν την μοναστική ορθόδοξη βιοτή, πολύ εύκολα ρέπουν προς τα κοσμικά υποκατάστατα διαφόρων ατομικών επιλογών. 'Εφ' όσον δεν έχουν ένα υπαρκτό θεανθρώπινο κέντρο αναφοράς, τον Γέροντα τους, με εμπειρία εν Χριστώ μοναστική, ασφαλώς αυτονομούμενοι παραπαίουν και μαζί τους συμπαρασύρουν τους αφελείς. Οι δικοί μας οργανωτές των θεολογικών διαλόγων διακρίνονται για αυτού του είδους την άμόναχη αφέλεια ή για ευνόητες σκοπιμότητες, γνωστές στους κοσμικούς αγάμους, στους οποίους προτεραιότητα έχει ο έμμονος λογισμός της επισκοποποιήσεώς τους. Η ενασχόληση τους με τα συνέδρια των θεολογικών διαλόγων τους φέρνει πιο κοντά στους επισκόπους, άρα κοντύτερα και στη δική τους έπισκοποποίηση.
4. Είναι αναμφισβήτητο ότι διαφέρει γενικά η ψυχολογία, η παιδεία και η εν Χριστώ ζωή των Ορθοδόξων από τους Δυτικούς όλων των ετεροδόξων ουμανιστικών αποχρώσεων. Οι ορθόδοξοι λαοί και δη οι Έλληνες έχουμε διαποτισθεί με την πλουραλιστική δομική νοοτροπία των αυτοκέφαλων τοπικών ορθοδόξων Εκκλησιών, των επί μέρους τοπικών Επισκοπών και των ζωντανών ενοριών και μοναστηριών μας, μέσα στα όποια εισπνέουμε τον ζείδωρο αέρα της εν Χριστώ ελευθερίας και την άκτιστη Χάρη των Μυστηρίων του Θεού. Αντίθετα οι Δυτικοί έχουν εντυπωμένη μέσα τους την αυθεντία, την επιβλητικότητα, τη θρησκευτική πιετιστική αυστηρότητα και κατ' εξοχήν το παπικό αλάθητο (οι Ρωμαιοκαθολικοί), ή το ατομικό αλάθητο (ό όμιλος των πολυεθνικών Προτεσταντών).
Με δεδομένη αύτη τη διαφορά δυσχεραίνεται σοβαρά ή και θανάσιμα κάθε θεολογικός διάλογος, γιατί πάντοτε προσκρούει στις δομικές εκκλησιολογικές διαφορές.
5. Γι' αυτό και οι δικοί μας διοργανωτές των θεολογικών διαλόγων φροντίζουν επιμελημένα να συγκροτούν ολιγομελείς μικτές επιτροπές, για να είναι συμβατότερες με τη μοναρχική παπική ή προτεσταντική νοοτροπία. Έτσι ευκολότερα μπορεί να διεξαχθεί ο θεολογικός διάλογος, αλλά και να αποκομισθούν έστω κάποια υπαρκτά συμπεράσματα, υλοποιημένα σε κάποια κείμενα κοινής αποδοχής των συμβαλλομένων μερών του διαλόγου.
Τα συμπεράσματα και τα θρυλούμενα εκάστοτε κείμενα αυτών των επιτροπών των θεολογικών διαλόγων παραμένουν κατ' ουσίαν άγνωστα στο χριστεπώνυμο πλήρωμα όλων των ορθοδόξων Εκκλησιών, αφού δεν έχουν ζυμωθεί με την εμπειρία, την εν Χριστώ ζωή και την τελική αποδοχή από το πλήρωμα της Εκκλησίας, κλήρο και λαό. Σ' εμάς τους Ορθοδόξους καμιά απόφαση ολιγάριθμων επιτροπών θεολογικών διαλόγων και συνεδρίων δεν μπορεί να επιβληθεί άνωθεν, αν δεν είναι σύμφωνη με τη μακρά και πλούσια θεανθρώπινη Παράδοση, που συνειδητά ή υποσυνείδητα κατέχει μέσα του με το ανεξίτηλο Βάπτισμα και το Άγιο Χρίσμα ο ορθόδοξος συνολικά λαός του Θεού.
Γι' αυτό και όλοι οι επίσκοποι απανταχού της Οικουμένης θεωρούσαν χρέος τους να υποβληθούν στους κόπους επίπονων ταξιδιών για να συνεδριάσουν επί το αυτό, μολονότι παλαιότερα οι συγκοινωνίες ήταν δύσκολες. Γιατί σήμερα να παροπλίζονται οι ζωντανοί Συνοδικοί θεσμοί και πολύ εύκολα, με διάφορες προφάσεις εν αμαρτίαις, να υποκαθίστανται με τις ολιγάριθμες επιτροπές;
6. Όλοι οι θεολογικοί διάλογοι έχουν ως δεδομένη την κατάτμηση της Χριστιανοσύνης. Από το 1902 με την Πατριαρχική εγκύκλιο του Ιωακείμ Γ΄ εισάγεται στην κειμενογραφία μας ή ορολογία των «αναδενδράδων», αντίστοιχη της Δυτικής «θεωρίας των κλάδων». Με όντως θεοφιλέστατη ευγένεια απαντούν στην εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ Γ' οι ορθόδοξες Εκκλησίες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, Κύπρου, Ρωσίας, Ελλάδος, Ρουμανίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου. Όλες οι ως άνω αναιρούν τη «θεωρία των αναδενδράδων» και τονίζουν την καθολικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μέσα στην οποία εμπεριέχεται ολόκληρη η Αλήθεια, ο Χριστός και όλη η ενότητα του Σώματος της Εκκλησίας. Γι' αυτό και στη δεύτερη του εγκύκλιο, το 1904, προσπαθεί να αποκαταστήσει τη συμφωνία του ο Ιωακείμ Γ' με τις ως άνω αναφερθείσες Εκκλησίες.
Όμως από το 1902 και πέρα, άλλοτε φανερότερα και άλλοτε όχι, εμπεριέχεται στα κείμενα των θεολογικών διαλόγων ασάφεια και διγλωσσία άγνωστη στην ορθόδοξη κειμενογραφία, που γνωρίζει μόνο το ναι, ναι και το ου, ου. Ένας λόγος παραπάνω, για να μην είναι αναγνώσιμα τα κείμενα αυτά από το πιστό και ζωντανό Σώμα της Εκκλησίας μας, που συνίσταται γύρω από τις ορθόδοξες ενορίες μας και τα ορθόδοξα μοναστήρια μας.
7. Τεράστια δυσκολία στους θεολογικούς διάλογους προξενεί η Ουνία, την οποία ο Παπισμός θεωρεί οντολογικό συστατικό τμήμα του Ρωμαιοκαθολικισμού. Εφ' όσον οι Ορθόδοξοι ανά την Οικουμένη γνωρίζουν την ύπουλη δράση της Ουνίας και εφ' όσον τελευταία αναβαθμίσθηκε με Καρδινάλιο η διοίκηση της Ουνίας, έτι περισσότερο υποβαθμίζεται ή σημασία των θεολογικών διαλόγων στις συνειδήσεις των Ορθοδόξων και ευτελίζεται φυσικά η θεολογική παραγωγή τους.
8. Ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία δημιουργούν στους θεολογικούς διάλογους οι συναντήσεις των μελών του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών. Οι Παλαιοημερολογίτες, ως αυτόπτες και αυτήκοοι παρατηρητές σ' αυτές τις συναντήσεις, έχουν βιντεοσκοπήσει όλες τις τελευταίες συναθροίσεις των ορθοδόξων εκπροσώπων μας με τις πανθρησκειακές αντιπροσωπείες πού έχουν ενταχθεί στο Π.Σ.Ε. και έχουν εποπτικά καταδείξει την επικρατούσα πλάνη αυτών των συναθροίσεων, όπου ούτε η Ορθόδοξη ομολογία είναι εφικτή ούτε η Ορθόδοξη μαρτυρία υπολογίσιμη μέσα στο μωσαϊκό της προωθούμενης νεοεποχίτικης Πανθρησκείας. Δίδονται τα άγια τοις κυσί κάθε φορά πού μέσα στην πανθρησκειακή δαιμονική «λατρεία» επιχειρείται συμμετοχή της Ορθοδόξου λατρείας μας μαζί της.
9. Ισχυρίζονται οι Δυτικοί ότι εμείς οι Ορθόδοξοι απουσιάζουμε συνολικά από τους θεολογικούς διάλογους. Και τούτο το θεωρούν ως την κυριότερη δυσκολία για την ευκταία προοπτική της ενώσεως. Η όποια απουσία μας τους προβληματίζει γόνιμα και τους υπονοεί και τους διδάσκει την αποφατικότητα της ορθοδόξου θεολογίας μας και την υπερβατικότητα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας μας, πού δεν συμπνίγονται μέσα σε ενδοχρονικές και ενδοτοπικές συνεδριάσεις και μικρούς ή μακρούς θεολογικούς διάλογους.
10. Η εξειδίκευση των συγχρόνων θεολόγων αποτελεί μια βασική δυσκολία στην εξέλιξη των θεολογικών διαλόγων. Οι σοβαρές αντιπροσωπείες όλων των ομολογιών διαθέτουν ονομαστούς θεολόγους, χωρίς όμως συνολικό θεολογικό καταρτισμό.
Οι Άγιοι Πατέρες μας των Οικουμενικών και των άλλων Συνόδων δεν διέθεταν πάντοτε θεολόγους με περγαμηνές. Είχαν όμως την αγιότητα του βίου, τη βαθιά Εκκλησιαστική λατρευτική παιδεία και εμπειρία, τον ανεκτίμητο σεβασμό στη χορεία των προ αυτών Αγίων Πατέρων (επόμενοι τοις Αγίοις Πατρασι) και την άκρως υπεύθυνη πολυάνθρωπη ποιμαντική διακονία. Τα ως άνω χαρίσματα μαζί με τον πλούσιο φωτισμό του Αγίου Πνεύματος τους καθιστούσαν εύηχα, κατάλληλα και παναρμόνια όργανα της Βουλής του εν Τριάδι Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.
11. Ρώμη - Κωνσταντινούπολη: Δύο ισχυροί πόλοι, δύο κέντρα, πέριξ των οποίων κινούνται αδιάκοπα τα νήματα των θεολογικών διαλόγων. Κάτω όμως από αυτή τη διπλή μοναρχία μαραίνεται ή διάθεση των όπισθεν αυτών ποιμνίων για πιο ενεργή συμμετοχή στους θεολογικούς διάλογους. Η Ρώμη όμως δεν μπορεί - αιώνες τώρα - να αρνηθεί τον εαυτό της, αφού μοναρχική ήταν και είναι η Βατικάνεια διοίκηση της και η παράγωγη νοοτροπία της. Η Κωνσταντινούπολη όμ(ΐ>ς δεν μπορεί να συντονισθεί στην ίδια Βατικάνεια μοναρχική νοοτροπία, γιατί όλα τα άλλα Πατριαρχεία και όλες οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, ως ισότιμα μέλη του Σώματος του Χρίστου και της Εκκλησίας, της προσφέρουν τα πρεσβεία τιμής ως προκαθημένη της Αγάπης. Διατηρούν όμως την εν Χριστώ ιδιοπροσωπία τους και τα ίδια χαρίσματα τους.
Αυτή η άγνωστη στην Εκκλησία μας μονοκρατορική διπολία μηδενίζει τα όποια επιτεύγματα των θεολογικών διαλόγων, γιατί αλλοτριώνουν οσημέραι το Συνοδικό δημοκρατικό πολίτευμα της Αγίας Εκκλησίας μας.
12. Έκπληξη προκάλεσε πριν από λίγα χρόνια η σύναψη κονκορδάτου του Βατικανού με το Ισραήλ. Βέβαια από πλευράς ρωμαιοκαθολικής η απάντηση είναι εύκολη και ίσως αποστομωτική. Αφού το Βατικανό είναι κράτος, λειτουργεί ως κράτος και έχει την πρεσβεία του και την εκπροσώπηση του, όπως σ' όλα τα άλλα κράτη, έτσι και σ' αυτό. Εμείς όμως ως Ορθόδοξοι, βασιζόμενοι και στη ζωή και στα λόγια του ιδίου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αδυνατούμε να εννοήσουμε τη Βατικάνεια κρατικιστική νοοτροπία και μέσα μας αυτομάτως ακυρώνεται κάθε καρπός -αν υπάρχουν καρποί- των θεολογικών διαλόγον.
13. Μετά από τα παραπάνω έρχονται στη μνήμη μας και όλες οι διαπλοκές του Βατικανού στα Βαλκάνια και δη στην πρώην Γιουγκοσλαβία, για τη διάλυση της οποίας ποσοστό ενοχής καταμέριζε ο Ανδρέας Παπανδρέου και στο Βατικανό. Αν αφήσουμε την ιστορική μνήμη μας να ολισθήσει προς το Βατικάνειο παρελθόν, τότε δεν θα μπορούμε να το συνδέσουμε με κανένα παλαιότερο ή τρέχοντα θεολογικό διάλογο.
14. Η θρονική εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 30 Νοεμβρίου προς τιμήν και μνήμην του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου, τα τελευταία χρόνια εντάσσεται μέσα στο κλίμα και τη νοοτροπία των θεολογικών διαλόγων. Κάθε χρόνο επίσημα παρίστανται και συμπροσεύχονται, ακόμη και στη θεία Λειτουργία, ετερόδοξοι όλων των αποχρώσεων. Οι κατ' έτος εκφωνούμενοι λόγοι εδραιώνουν στις συνειδήσεις μας έναν καινοφανή, για την Ορθόδοξη νοοτροπία, μονόλογο και όχι διάλογο. Καθ' εκάστη θρονική εορτή, μ' αυτά πού επίσημα ακούς, πιστεύεις, ότι δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα σ' εμάς τους Ορθοδόξους και τους ετεροδόξους. Εκεί ο διάλογος των μερών καταργείται και αντικαθίσταται με το μονόλογο της πλήρους συμφωνίας Ορθοδόξων και ετεροδόξων. Και αν τολμήσει κάποιος Ελλαδίτης κληρικός να κάνει καλοπροαίρετο σχολιασμό, το ολιγότερο θα θεωρηθεί επαρχιώτης ή φανατικός φονταμενταλιστής. Επομένως ο θεολογικός διάλογος έχει κατ' ουσίαν καταργηθεί, αφού δεν έχει πια χαρισματικό ομολογιακό χαρακτήρα, αλλά ενδοκοσμικό.
15. Από όλους τους φορείς των θεολογικών διαλόγων απουσιάζουν παντελώς κληρικοί με πραγματικές ποιμαντικές διακονίες. Κληρικοί πού λειτουργούν τακτικά στην εφημερία τους, πού κάνουν γάμους, βαπτίσεις, κηδείες, μνημόσυνα, τρισάγια, ευχέλαια, αγιασμούς, σαραντισμούς και όλα τα λοιπά εφημεριακά καθήκοντα, μαζί με το ιδιάζον και υψηλό διακόνημα της πνευματικής πατρότητας. Αυτοί πού ξέρουν από κοντά και τις πνευματικές ανάγκες του χριστιανικού πληρώματος, και τις αντοχές του και τις επιτυχίες του.
Αυτοί οι μάχιμοι κληρικοί πρεσβύτεροι ή πρώην πρεσβύτεροι και νυν Επίσκοποι μπορούν να αρθρώσουν πραγματικό θεολογικό λόγο μέσα σ' ένα θεολογικό διάλογο. Δυστυχώς οι μάχιμοι και μαχόμενοι αυτοί ποιμένες θεωρούνται «το παπαδαριό», πού δεν έχουν τις προϋποθέσεις μετοχής στους θεολογικούς διάλογους. Άλλα, και όταν προσκαλούνται σε συνέδρια θεολογικών διαλόγων, δεν τους δίδεται ο λόγος, γιατί κατά τις εκτιμήσεις των ανωτέρων τους δεν έχουν τα προσόντα μετοχής στο διάλογο. Κατ' άκρα οικονομία τους επιτρέπεται να υποβάλουν γραπτώς τις διευκρινιστικές ερωτήσεις τους και τίποτα άλλο.
Με τέτοια γενικευμένη αντικληρική νοοτροπία πώς μπορούν να ευδοκιμήσουν οι θεολογικοί διάλογοι; Χωρίς το ράσο, που κατά τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης εκφράζει τη μεγάλη καρδιά, τη μεγάλη και στοργική αγκαλιά κάθε πεσμένου, πονεμένου και περιθωριακού, χωρίς το ιερατικό σεβάσμιο, πολυσέβαστο στους πιστούς μας ιερατικό σχήμα, πώς μπορούν να προκόψουν οι θεολογικοί διάλογοι;
Από τους παραπάνω δεκαπέντε λόγους γίνεται φανερό και κατανοητό, ότι οι θεολογικοί διάλογοι, και από τις αρχές τους, και σήμερα, δεν μπορούν να γίνουν επί ίσοις όροις, αφού η Αγία Ορθοδοξία μας κατέχει όλην την Αλήθεια και το Φως, ενώ οι ετερόδοξοι βρίσκονται στο σκοτάδι και στην πλάνη.
Μέσα σ' αυτές τις ενδοκοσμικές επιδοτούμενες δομές των θεολογικών διαλόγων, ταπεινώς φρονούμε ότι βλαπτόμαστε και βλάπτουμε. Βλάπτουμε, γιατί διακατεχόμενοι από το νεοεποχίτικο σύνδρομο του συγκρητισμού, του οικουμενισμού και της δειλίας δεν ομολογούμε στους πλανημένους ετεροδόξους αδελφούς μας την Αλήθεια, τον Χριστό πού δεν Τον έχουν γνωρίσει. Βλαπτόμαστε σοβαρά, γιατί υπό το ποταπό πρόσχημα της αγάπης και της «οικονομίας» δήθεν προς τον σύγχρονο άνθρωπο, καταρτίζουμε καταλόγους θεμάτων πού θα καταργήσουν όλην την αγία κλίμακα ανόδου κάθε χριστιανού από της γης «εις τα άνω», προς την αιωνίως θριαμβεύουσα Βασιλεία του θεού.
Καθημερινά μέσα στη θεία Λειτουργία, πού ενώνει τη γη με τον ουρανό, καλούμαστε, κλήρος και λαός, να αυξήσουμε και να αναθερμαίνουμε όλο τον εαυτό μας με την άκτιστη, αλλά και κτιστή αγάπη του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, με τις πρεσβείες της Κυρίας Θεοτόκου, του οσίου Πατρός ημών Νικόδημου του Αγιορείτου και πάντων των Αγίων, για να απέχουμε των επιρροών των παραπάνω προκλήσεων, αλλά και για να προκόπτουμε στους βιοτικούς μας αγώνες και στην επιμελημένη επίδοση μας στην κατά Χάριν θέωση πάντων ημών.
πηγή: Ζωηφόρος
Ο Σύνδεσμος Κληρικών Χίου τίμησε τον προστάτη του Ιερό Χρυσόστομο στον Άγιο
Πολύκαρπο Τάλαρους.
-
Με την πρέπουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα εορτάστηκε η μνήμη του εν αγίοις
πατρός ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου,
προστάτο...
Πριν από 2 ημέρες
1 σχόλιο:
Μακάρι η Εκκλησία να διέθετε πολλούς κληρικούς με το ήθος, την ομολογιακή παρρησία, τη μόρφωση, το παραδοσιακό φρόνημα και την ακεραιότητα του π. Σαράντη.
Δημοσίευση σχολίου