Γράφει η Δέσποινα Κωνσταντίνου.
Για μια ακόμα φορά η Κύπρος γίνεται τόπος συναντήσεων μεταξύ ορθοδόξων και ετερόδοξων, με σκοπό το θεολογικό διάλογο. Ο διάλογος, κάτι που ανάγεται στην εποχή των αγίων πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων με την ονομασία, τότε, «Θεολογικαί διαμάχαι», είναι καταρχήν κάτι θετικό.
Αν όμως επιχειρήσουμε μια ανατομία τέτοιου είδους διαλόγων και συναντήσεων, θα έρθουμε αντιμέτωποι με ευρήματα, τα οποία προκαλούν ανησυχία και προβληματισμό.
Α)Δυστυχώς οι διάλογοι συνοδεύονται από συμπροσευχές μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων (κακοδόξων) κάτι που ρητά εμποδίζετα από τους Ιερούς Κανόνες (ας μην μας πουν πως οι Ιεροί Κανόνες είναι γράμμα νεκρό, πεπαλαιωμένο, παράλυτο κλπ). Ο 45ος Αποστολικός Κανόνας λέει πως «επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος, αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενηργήσαι τι, καθαιρείσθω».
Β) Τέτοιου είδους διάλογοι προκύπτουν ως ανάγκη του ποιμνίου ή μήπως πρέπει να ειδωθούν ως έξωθεν και άνωθεν προωθούμενες, για να μην πούμε επιβαλλόμενες ταχτικές, μέσα στα πλαίσια της νέας εποχής, νέας τάξης και της οικουμενικής κίνησης; Ολων των πιο πάνω απώτερος σκοπός είναι η καλλιέργεια νέου διαθρησκειακού ήθους, κατά το οποίο περνούν σε δεύτερη, τρίτη κ.λπ. μοίρα οι όποιες δογματικές και θρησκευτικές διαφορές και αμνηστεύονται τα πάντα στο όνομα μιας κακώς νοούμενης αγάπης. Ας θυμηθούμε πως οι πατέρες της πίστης μας είχαν αγάπη και με πόνο ψυχής απευθύνονται στους εχτός εκκλησίας της εποχής τους, για να κηρύξουν την αλήθεια. Επομένως ο όποιος σκεπτικισμός και η διαμαρτυρία, δεν σημαίνει έλλειψη αγάπης, αλλά παραπέμπει στον υπέροχο λόγο του ιερού Χρυσόστομου «ου τον άνθρωπον αποστρέφομαι (τον κακόδοξο) αλλά την αίρεσιν μισώ».
Γ) Τέτοιου είδους διάλογοι δεν είχαν στο παρελθόν κερδοφόρα για την Ορδοδοξία αποτελέσματα. Αναφέρουμε τη συμφωνία που έγινε τον Ιούνιο 1993 στο Μπελμόντ του Λιβάνου μεταξύ ορθοδόξων και παπικών, όπου στο 13ο σημείο των εκκλησιολογικών αρχών που συμφωνήθηκαν διαβάζουμε τα εξής: «Εκατέρωθεν αναγνωρίζεται ότι όσα ενεπιστεύθη ο Χριστός εις την Εκκλησία του (αποστολή, διαδοχή, ομολογία αποστολικής πίστης, μετοχή εις τα αυτά μυστήρια) δεν δύνανται να θεωρηθούν αποκλειστική ιδιοκτησία μιας των ημετέρων Εκκλησιών (εννοεί Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής). Είναι σαφές ότι εντός του πλαισίου τούτου αποκλείεται πας αναβαπτισμός!
Είναι πιστεύουμε σαφές πως οι διάλογοι, με τη μορφή που γίνονται σήμερα, τουλάχιστον δεν οφελουν την Ορθοδοξία.
«Ο Φιλελεύθερος» - Τετάρτη, 28 Οκτωβρίου 2009
28 Οκτ 2009
Αναγκαιότητα ή κίνδυνος ο θεολογικός διάλογος;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Η αγάπη "...συγχαίρει δε τη αληθεία' " (Α Προς Κορινθίους ΙΓ 6)
Όμως η Αλήθεια δεν είναι φιλοσοφία ή ιδεολογία ή ανθρώπινο επίτευγμα αλλά είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός! Και αφού
"όποιος παραβαίνει και μη μένει εν τη διδαχή του Χριστού Θεό ουκ έχει ενώ ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού ούτος και τον Πατέρα και τον Υιό έχει" (Β 9 Καθολική Επιστολή Ιωάννου)
ας αφήσουν οι Οικουμενιστές τις ανόητες αγαπολογίες γιατί αν είχαν αγάπη τότε θα ομολογούσαν την Αλήθεια, δηλαδή τον Ιησού Χριστό και όχι την ενοποίηση των θρησκειών της μασονίας.
Δημοσίευση σχολίου