Ο
ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΧΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΦΩΣΤΙΝΗΣ
Βασίλειος Γ. Βοξάκης, Θεολόγος καθηγητής
Η πρώτη συνάντησή τους
Όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο μακαριστός Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης, τον Άγιο Νεκτάριο τον γνώρισε για πρώτη φορά το 1908. Ο Παντελεήμων Φωστίνης υπήρξε αριστούχος απόφοιτος του Γυμνασίου Πειραιώς και το 1907 γράφθηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών σε ηλικία 19 ετών. Δεν ευτύχησε να μαθητεύσει στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών και να έχει ως Σχολάρχη και καθηγητή τον Άγιο Νεκτάριο. Συνεπώς μέχρι το 1908 δεν γνώριζε προσωπικά τον Άγιο.
Ήταν όμως τόσο
επαινετικά και γεμάτα θαυμασμό για το πρόσωπό του παλιού τους Σχολάρχη τα λόγια
των συμφοιτητών του – που υπήρξαν απόφοιτοι της Ριζαρείου – που του προξένησαν
βαθιά εντύπωση. Όπως γράφει ο ίδιος ο Φωστίνης, οι συμφοιτητές του αυτοί
«μιλούσαν με πολύ σεβασμό και αγάπη πολλή για το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη
Πενταπόλεως Νεκτάριο Κεφαλά … και τον ησθάνοντο σαν πατέρα τους»1. Μεταξύ των συμφοιτητών
του Παντελεήμονα, που ήταν απόφοιτοι της Ριζαρείου2, ήταν και ο φίλος του ο Χρίστος Χατζής, ο μετέπειτα
Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως Χριστόφορος, ο οποίος σεβόταν και εκτιμούσε τον
παλιό καθηγητή του Νεκτάριο Κεφαλά. Αλλά και ο Άγιος τον αγαπούσε, όπως
μπορούμε να διαπιστώσουμε από αφιέρωση ενός βιβλίου του, που του είχε χαρίσει.
«Τω αγαπητώ μου μαθητή και Αρχιμανδρίτη κυρίω Χριστοφόρω Χατζή εις ένδειξιν
αγάπης και τιμής. Εν Αιγίνη τη 14 Ιουλίου 1919»3.
Σιγά σιγά λοιπόν
φούντωσε μέσα του η επιθυμία να γνωρίσει από κοντά το πρόσωπο, που με τόσο
δέος, αλλά και ανυπόκριτο θαυμασμό ανέφεραν συχνά στις συζητήσεις τους τόσοι
συνομήλικοί του. Μία ημέρα4
έλαβαν το θάρρος, εκείνος και ο φίλος του και συμφοιτητής του Χρίστος Χατζής,
να επισκεφθούν στο γραφείο του στη Ριζάρειο5
τον Άγιο Νεκτάριο. Προσηνής και καταδεκτικός, όπως ήταν πάντοτε ο Άγιος, παρά
τον φόρτο των εργασιών του, τους καλοδέχθηκε με αγάπη. «Καλό στα παιδιά», είπε
και «ένα γλυκό, στοργικό χαμόγελο άνθισε στα χείλη του»6. Αν και ο ίδιος τότε ήταν Μητροπολίτης και Διευθυντής
μίας ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής και συγγραφέας τόσων θεολογικών
συγγραμμάτων, δεν είχε κανένα ίχνος εγωισμού και επάρσεως. Όχι μόνο υποδέχθηκε
με ανεπιτήδευτη απλότητα και πατρική αγάπη τούς δύο άσημους πρωτοετείς
φοιτητές, αλλά και, όπως θυμάται σχεδόν μισό αιώνα μετά ο Παντελεήμων : «μας
έδωσε θέσι κοντά του».
Ο Άγιος Νεκτάριος
σαν ολόλαμπρος ήλιος θέρμαινε και φώτιζε όσους καλοπροαίρετους βρίσκονταν στο
πέρασμα του με την αγιότητα, με την οποία τον είχε χαριτώσει ο Κύριός μας. Ο
μακαριστός Παντελεήμων, αν και έβλεπε για πρώτη φορά το πρόσωπο του Αγίου αυτού
ανθρώπου και ο ίδιος δεν τον είχε συναναστραφεί ποτέ, ούτε τον είχε ακούσει να
διδάσκει, εντυπωσιάσθηκε και πραγματικά σαγηνεύθηκε από την αγιότητα του
οικοδεσπότη τους. Έφθασε μία μόλις ώρα, όσο δηλαδή κράτησε η επίσκεψη στο
γραφείο του Διευθυντού της Ριζαρείου, ώστε να ομολογήσει ο Παντελεήμων: «Μού
φάνηκε ότι τον γνώριζα πολλά χρόνια και τον αισθάνθηκα σαν πραγματικό μου
πατέρα»7.
Η περίοδος από το 1908 έως το 1917
Ο Άγιος Νεκτάριος
στη ζωή του υπήρξε η πλήρης εφαρμογή και επαλήθευση των λόγων του Κυρίου:
«Υμείς εστε το φως του κόσμου. Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη»8. Παρά την ταπείνωσή του
και την αποφυγή της αυτοπροβολής του, ο ίδιος ο Κύριος τον τοποθέτησε ως
αναμμένο λύχνο στον λυχνοστάτη9,
προκειμένου να φωτίζει τα βήματα των συνανθρώπων του προς την Εκκλησία και τη
σωτηρία. Η πολύπλευρη και αγιασμένη προσφορά του Αγίου Νεκταρίου προς την
Εκκλησία και το Ελληνικό Έθνος υπήρξε από τις πλέον εκλεκτές κατά τον 20ο
αιώνα. Ο Άγιος Νεκτάριος υπήρξε άοκνος εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου. Οι
αρετές, η ποιμαντική δράση, οι ασκητικοί αγώνες, η ευφράδεια, η πολυμάθειά, το
συγγραφικό έργο του, μας φέρνουν στη μνήμη μορφές παλαιοτέρων Πατέρων της
Εκκλησίας.
Η προαναφερθείσα
συνάντηση, Αγίου Νεκταρίου και Παντελεήμονος Φωστίνη, η οποία πρέπει να συνέβη
το πρώτο τρίμηνο του 1908, ήταν η πρώτη, αλλά δεν ήταν η τελευταία. Η προσωπικότητα
του Αγίου Νεκταρίου,
με την αγιότητα με την οποία τον είχε χαριτώσει ο Χριστός,
προκάλεσε όχι μόνο τον θαυμασμό του νεαρού φοιτητή, αλλά κέρδισε μονομιάς την
αγάπη του και τον σεβασμό του. Ο φοιτητής Θεολογίας Παντελεήμων Φωστίνης στις
18 Οκτωβρίου 1908 έλαβε το μοναχικό σχήμα στη Μονή των Άγιων Αναργύρων Ύδρας
και στις 24 Οκτωβρίου του ίδιου έτους χειροτονήθηκε στον πρώτο βαθμό της
ιεροσύνης. Τοποθετήθηκε ως Διάκονος στον Ι. Ναό Άγιου Σπυρίδωνος Πειραιώς10.
Από το 1908 έως
το 1912, όπως μαρτυρεί ο Φωστίνης «καμμία ευκαιρία δεν παρέλειπα, να τον
ακολουθώ»11. Εδώ να
επισημάνουμε ότι ο Άγιος Νεκτάριος από τα Χριστούγεννα του 1908 παρέμενε μόνιμα
στην Αίγινα και από τότε και μέχρι το 1913 λίγες φορές βρέθηκε στον Πειραιά και
στην Αθήνα. Συνεπώς ο Παντελεήμων εννοεί ότι, όποτε ο Άγιος ερχόταν από την
Αίγινα ή εκείνος μπορούσε και ταξίδευε στο νησί αυτό, γινόταν ακόλουθός του.
Προφανώς τότε τον βοηθούσε ως διάκονος στη Θεία Λατρεία και γινόταν ακροατής
των κηρυγμάτων του. Επιζητούσε όσο συχνότερα γινόταν να απολαμβάνει τον ιερό
αυτό πνευματικό θησαυρό, που ξεχείλιζε από το στόμα του Αγίου Νεκταρίου με
λόγια, αλλά και να παρατηρεί τον άοκνο πνευματικό του αγώνα, που θύμιζε
αρχαίους ασκητές και παλαιούς Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Νεκτάριος
ανεβαίνοντας ολοένα και ψηλότερα στην κλίμακα των αρετών και της αγιότητος
σκόρπιζε γύρω του φως Χριστού. Έτσι μαγνήτιζε τις ψυχές των πιστών.
Ο μακαριστός
Παντελεήμων με γλαφυρότητα καταγράφει τις εντυπώσεις του από τον Άγιο Νεκτάριο
ως πνευματικό διδάσκαλο : «Από το άγιο του στόμα έβγαιναν πάντοτε λόγια άγια.
Πάντα μου μιλούσε για τον Χριστό, για την Αγία του Εκκλησία και για τη γλυκιά
ηδονή, που αισθάνεται κάθε λειτουργός της, όταν υποβάλλεται σε θυσίες γι’
αυτήν. Τα λόγια του έπεφταν στην ψυχή μου σαν τις ευεργετικές ψεκάδες της
βροχής, που πέφτουν στη διψασμένη γη»12.
Από τον Οκτώβριο του 1912 έως
το 1913 ο νεαρός
Διάκονος Παντελεήμων, κατατάσσεται εθελοντικά στις
τάξεις του απελευθερωτή Ελληνικού Στρατού ως ιεροκήρυκας του 8ου
Συντάγματος του Ναυπλίου. Αφήνει λοιπόν την ασφάλεια των Αθηνών και διακόπτει
προσωρινά τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή, γιατί αυτή τη στιγμή τίποτε άλλο
δεν προέχει τόσο, όσο το καθήκον προς την Πατρίδα.
Η πνευματική
προσφορά του προς τους στρατευμένους, η γενναιότητα και η αυταπάρνησή του
προκαλούν τον θαυμασμό όλων, ακόμη και του Αρχιστρατήγου, Διαδόχου και
κατοπινού βασιλέα Κωνσταντίνου. Η χειροτονία του Παντελεήμονος στον
βαθμό του Πρεσβυτέρου έγινε στη Βέροια στις 17 Οκτωβρίου του 1912, από
τον Μητροπολίτη Βεροίας Καλλίνικο, και την ίδια ήμερα έλαβε και το οφίκιο του
Αρχιμανδρίτη. Σε επίσημη στρατιωτική έκθεση του Γενικού Επιτελείου Στρατού
απέσπασε ιδιαιτέρως ευμενή σχόλια για τη δράση του. Ο ενθουσιασμός του είναι
τέτοιος, που κατά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης στις 26 Οκτωβρίου 1912
είναι από τους πρώτους που θα εισέλθει στην πόλη του Αγίου Δημητρίου. Μετά το
τέλος των Βαλκανικών συμμετέχει ως ιεροκήρυκας στην προσπάθεια για αυτόνομη
Βόρεια Ήπειρο13.
Ο
Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων – έχοντας πλέον
επιστρέψει στην Αθήνα – τοποθετήθηκε τον Δεκέμβριο του 1913 Ιεροκήρυκας
Αττικής. Τότε ολόκληρη η Αττική αποτελούσε τη Μητρόπολη Αθηνών, στην οποία
εκκλησιαστικά υπαγόταν και το νησί της Αίγινας. Με τον Άγιο Νεκτάριο, που ήδη
είχε αποσυρθεί από το 1908 στη Μονή της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα, δεν βρέθηκε
ευκαιρία να συναντηθούν για πολλούς μήνες. Το καλοκαίρι του 1914 τον
επισκέφθηκε στο μοναστήρι του στην Αίγινα. Ακόμα και έπειτα από σαράντα
ολόκληρα χρόνια το 1954, όταν ο Παντελεήμων σημείωνε τις σχετικές αναμνήσεις
του από την επίσκεψη αυτή, θυμόταν ακόμη ότι η συγκίνησή του, καθώς
ξανασυναντούσε ύστερα από σχεδόν δύο έτη την αγιασμένη αυτή μορφή, «ήταν
ανεκδιήγητος»14.
Η
επίδραση των λόγων και των έργων του Αγίου Νεκταρίου ήταν τόσο ευεργετικά
ψυχωφελής, που εντυπωνόταν και στο μυαλό και στην καρδιά όσων τον
συναναστρεφόταν με διάθεση μαθητείας. Μαρτυρεί περί αυτών ο Φωστίνης τα
ακόλουθα: «Ακόμη και τώρα, που χαράσσω τις πτωχές αυτές γραμμές μου, αισθάνομαι
τη βαθειά συγκίνησι. Μ’ επήρε στην αγκαλιά του, μούδωσε την ευχή του, μου πήρε
την καρδιά μου … Πάντοτε έβρισκε τα πιο δυνατά λόγια για να φωτίζη σαν
ακτινοβόλος προβολεύς το δρόμο της αποστολής μου. Άγιες μοναχές ελάτρευαν το
Θεό υπό την εμπνευσμένην και αγία καθοδήγησί του. Και πλήθος λαού ευσεβούς
εύρισκε φως και δρόσο και παρηγοριά στις άγιες συμβουλές του»15.
Όπως προείπαμε, ο
Άγιος παρέμενε μόνιμα πλέον στην Αίγινα, και ιδίως μετά το 1913 δεν
μετακινήθηκε από αυτήν. Συνεπώς ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων δεν είχε την
ευκαιρία να συναντάται όσο συχνά θα ήθελε με τον τόσο προσφιλή σε αυτόν
Μητροπολίτη Πενταπόλεως. Όμως η πνευματική ωφέλεια, χαρά και ενίσχυση, που
αποκόμιζε από τη συναναστροφή του με τον μεγάλο αυτό Πατέρα της Εκκλησίας, τον
παρακινούσαν όποτε του δινόταν η ευκαιρία να μην την χάνει, προκειμένου να
βρεθεί κοντά του. Χάρις στο διακόνημα του Ιεροκήρυκα ο τότε Αρχιμανδρίτης
Παντελεήμων επισκεπτόταν την Αίγινα συχνά, προκειμένου να κηρύξει τον λόγο του
Θεού στις διάφορες ενορίες της. Έτσι σε κάθε ταξίδι του στο νησί απαραιτήτως θα
συμπεριλάμβανε στο πρόγραμμά του και τη Μονή του Αγίου Νεκταρίου. Κάθε επίσκεψή
του στη Μονή της Αγίας Τριάδος τον ενίσχυε στον αγώνα της αρετής, καθοδηγούσε
τα βήματά του στον μοναχικό βίο και τον τροφοδοτούσε με θεολογικές γνώσεις.
Αυτές οι
ευλογημένες συναντήσεις κράτησαν μέχρι το 1915. Ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων και πάλι εθελοντικά εντάσσεται στο 7ο
Σύνταγμα Πεζικού ως στρατιωτικός ιερέας και ιεροκήρυκας του Ελληνικού Στρατού
και συνοδεύει τους Έλληνες στρατιώτες στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Θα επιστρέψει
στην Αθήνα το 1916. Λεπτομερέστερες πληροφορίες δεν διαθέτουμε, αλλά προφανώς
οι συναντήσεις του με τον Άγιο Νεκτάριο επανήλθαν στο ίδιο πλαίσιο που ίσχυε
και προ του 1915.
Ο Άγιος Νεκτάριος
ως διδάσκαλος πνευματικός ανάλωνε τον εαυτό του ως λαμπάδα καιόμενος, για να
σκορπίσει φως Χριστού στον κόσμο. Επειδή βίωνε το μυστήριο της εν Χριστώ σωτηρίας, η ζωή
του ήταν μίμησις Χριστού. Δεν έπαυε να δίνει πνευματικές
συμβουλές, πάντοτε με διάκριση, οι οποίες αντλούνταν από την διδασκαλία της
Εκκλησίας, άλλα ήταν και πνευματικά του βιώματα. Ένα τέτοιο παράδειγμα μας
διασώζει ο Μητροπολίτης Παντελεήμων: πολλές φορές είχε ακούσει τον Άγιο την ώρα
που προσευχόταν και παράλληλα έκανε κομποσχοίνι να λέει σιγανά ένα λόγο του
Κυρίου προς τον Απόστολο Πέτρο «Σίμων, Σίμων, ιδού ο Σατανάς εξητήσατο υμάς του
συνιάσαι ως τον σίτον.
εγώ δε εδεήθην περί σου ίνα μη εκλίπη η πίστις σου. και σύ ποτε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου»16. Τότε ερχόταν η ώρα της
πνευματικής διδασκαλίας. Σήκωνε το αγαθό βλέμμα του προς τον Παντελεήμονα, ο
οποίος τον κοίταζε απορημένα. Του εξηγούσε λοιπόν πώς πρέπει ο Χριστιανός να
αντιμετωπίζει τους πειρασμούς. Δεν πρέπει να μας τρομάζουν, ούτε να γίνονται
αφορμή να χάνουμε την πίστη μας. Θα λάβουμε θάρρος, αν συλλογισθούμε ότι «ο
Κύριός μας ο ίδιος προσεύχεται δι’ ημάς …Ο Κύριος μάς σώζει από τους
πειρασμούς»17. Ποιο είναι
λοιπόν το καθήκον μας; Να μη λησμονούμε την εντολή του Κυρίου, δηλαδή «να
βοηθήσωμεν τους αδελφούς μας, να μη κλονίζωνται εις τους πειρασμούς»18. Όπως παρατηρεί ο
Παντελεήμων τα εμπόδια που ο εχθρός κύλησε στον δρόμο του Αγίου υπήρξαν
ανεκδιήγητα. Σε ώρες πειρασμών ο Άγιος «απέδειξεν ότι αυτά δεν ήταν λόγια της
στιγμής, αλλά ζωή του»19.
Η
υπόσχεση χρηματικής χορηγίας του Παντελεήμονα Φωστίνη για την εκτύπωση της
Χριστιανικής Ηθικής του Αγίου Νεκταρίου
Ήταν τέτοιος ο
ζήλος του Αγίου Νεκταρίου να διδαχθεί και να κατηχηθεί το πλήρωμα της Ορθοδόξου
Εκκλησίας στην Ελλάδα, που έγραφε συνεχώς έργα πολυσέλιδα. Παρά τον φόρτο της
εργασίας του στη Ριζάρειο, τις ποικίλες ποιμαντικές μέριμνές του, αλλά και τον
κατατρεγμό του από τον φθόνο των συνανθρώπων του, πάντοτε έβρισκε χρόνο για να
συγγράφει. Τα βιβλία του τα εκτύπωνε «τη βοηθεία του Θεού», τις περισσότερες
φορές δαπανώντας ο ίδιος απ’ ό,τι απέμενε από τον μισθό του μετά τις ατελείωτες
φιλανθρωπίες του. Επίσης η αγάπη του προς τους συνανθρώπους του και η διαρκής
μέριμνά του να διδάξει με τα γραπτά κείμενά του όσους περισσότερους Χριστιανούς
μπορούσε, τον παρακινούσαν να διανέμει δωρεάν τα περισσότερα από τα αντίτυπα
των βιβλίων του.
Συνεπώς ο ελεήμων και αφιλοχρήματος Ιεράρχης
πάντοτε δυσκολευόταν να εξεύρει το χρηματικό ποσό που απαιτούνταν για την
εκτύπωση του επόμενου συγγράμματός του. Μετά την παραίτησή του από τη Διεύθυνση
της Ριζαρείου τα οικονομικά του είχαν γίνει ακόμη στενότερα. Από τις 300
δραχμές, που αρχικώς του είχε υποσχεθεί το Συμβούλιο της Ριζαρείου ως τιμητική
μηνιαία σύνταξη, τελικά του αποδόθηκαν 250 δραχμές20. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των χρημάτων δαπανούνταν
στην οικοδόμηση και τις τρέχουσες ανάγκες της νεοϊδρυθείσας Μονής του.
Ένας συνηθισμένος τρόπος εκείνη την εποχή,
αλλά και τους αμέσως προηγούμενους αιώνες, με τον οποίο μπορούσε να
εξοικονομηθεί το απαιτούμενο ποσό, για να γίνει η εκτύπωση ενός βιβλίου, ήταν η
εγγραφή συνδρομητών μέσω αγγελιών στις εφημερίδες. Αυτοί προκατέβαλαν το τίμημα
όσων αντιτύπων επιθυμούσαν να προμηθευθούν, τα οποία εξυπακούεται ότι θα ελάμβαναν
μετά την έκδοση του συγγράμματος. Αρκετές φορές ο Άγιος Νεκτάριος με αυτό τον
τρόπο εξοικονόμησε τμήμα από τα αναγκαία χρηματικά ποσά, προκειμένου να
καλυφθεί το κόστος της εκδόσεως των έργων του. Επίσης επικουρούσε στην έκδοση
και η εθελουσία χρηματική χορηγία από γνωστούς και φίλους του συγγραφέως, που
μπορεί να έφθανε έως και την πλήρη κάλυψη του απαιτούμενου ποσού. Εδώ ας
φέρουμε ως παράδειγμα την έκδοσή του «Μελέτη Ιστορική περί των αιτίων του
Σχίσματος», την οποία επέτυχε ο Άγιος Νεκτάριος το 1911, καθώς ένα πνευματικό
του τέκνο, ο Αγιορείτης μοναχός Πανάρετος ανέλαβε την χρηματική δαπάνη της21.
Ο Άγιος Νεκτάριος
δεν διετέλεσε μόνο Σχολάρχης στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή. Είχε αναλάβει
και την διδασκαλία αρκετών Θεολογικών μαθημάτων, ένα από τα οποία ήταν και η
Χριστιανική Ηθική. Συνέταξε λοιπόν για τους μαθητές του σχετικό διδακτικό
εγχειρίδιο, το οποίο έφερε τον τίτλο «Μάθημα Χριστιανικής Ηθικής, προς χρήσιν
των μαθητών της Ριζαρείου Σχολής». Σ’ αυτό αγωνίσθηκε να του προσδώσει γνήσια
Ορθόδοξο περιεχόμενο βασιζόμενος στην Αγία Γραφή, στην Ιερά Παράδοση και στους
Πατέρες της Εκκλησίας, χωρίς να αποφύγει κάποιες επιδράσεις του Σχολαστικισμού
που όμως δεν έβλαψαν ουσιαστικά τη γενική εικόνα του έργου22.
Το περιεχόμενο
της πρώτης εκδόσεως σταδιακά το επεξεργάσθηκε και το συμπλήρωσε, ώστε να έχει
το νέο κείμενο που πρόεκυψε διπλάσιο αριθμό σελίδων από αυτό του αρχικού
υλικού. Στη νέα μορφή του το έργο θα είχε τον τίτλο «Χριστιανική Ηθική της
Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας». Κατά τη μαρτυρία του παλαιού μαθητή του στη
Ριζάρειο πατρός Άγγελου Νησιώτη: «το έργον τούτο είναι εκτενές και συστηματικόν
εγχειρίδιον, το οποίον γεγραμμένον ιδιοχείρως υπό του αγίου ανδρός με πολλήν
προσοχήν και με σπανίαν καλλιγραφίαν»23.
Το κείμενό της «Χριστιανικής Ηθικής» ήταν έτοιμο από το 1914 σύμφωνα με τον π.
Άγγελο Νησιώτη24. Όμως ο
Άγιος, καθώς ήταν φίλεργος και ακαταπόνητος για πνευματικά έργα, συνέχισε να
επιφέρει βελτιώσεις στο κείμενο μέχρι το 1918.
Στις 7 Αυγούστου
του 1917 ο Άγιος Νεκτάριος δημοσιεύει την πρώτη αγγελία, προς ενημέρωση των
πιστών που αγαπούσαν τη μελέτη Θεολογικών βιβλίων, για την έκδοση του
συγγράμματός του της «Χριστιανικής Ηθικής». Τρέχοντος του έτους 1918 ακολουθεί
δεύτερη δημοσίευση της παραπάνω αγγελίας με περισσότερες όμως πληροφορίες όσον
αφορά το περιεχόμενο του έργου. Για την αγγελία αυτή δεν είναι γνωστή η ημέρα
και ο μήνας που αυτή έφερε στο κείμενό της25.
Ως χορηγοί της εκδόσεως αναφέρονταν «ο Σεβασμιώτατος άγιος Αργολίδος κύριος
Αθανάσιος και οι Πανοσιολογιώτατοι Αρχιμ. κ.κ .Παντελεήμων Φωστίνης και
Χριστόφορος Χατζής»26. Τα
τρία αυτά πρόσωπα δεν ήταν τυχαία και άγνωστα μεταξύ τους. Το αντίθετο μάλιστα.
Συνδετικός κρίκος μεταξύ τους ήταν ο τότε Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων.
Ο
Επίσκοπος Αργολίδος Αθανάσιος (1869- 1925) είχε διακριθεί για την
εθνικοθρησκευτική του δράση στη Μακεδονία κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Ο
Αθανάσιος την εποχή εκείνη ήταν τιτουλάριος επίσκοπος Μυρέων και αρχιερατικός
επίτροπος Καβάλας. Εκεί συνελήφθη και βασανίσθηκε από τους Βουλγάρους το 1913
και αναδείχθηκε σε πραγματικό «ιερομάρτυρα»27.
Μετά την απελευθέρωσή του πρέπει να γνωρίσθηκε με τον τότε Αρχιμανδρίτη
Παντελεήμονα. Ο Αθανάσιος στις 16 Ιουλίου 1914 εξελέγη από τη Σύνοδο Επίσκοπος
Αργολίδος. Κατά γενική ομολογία υπήρξε Ιεράρχης αγαθός και αγαπητός από όλο το
ποίμνιό του. Ο ιεροδιάκονος Παντελεήμων Φωστίνης το 1911 – 1912 είχε διατελέσει
ιεροκήρυκας στην Επισκοπή Αργολίδος αποκτώντας φήμη αξίου κληρικού και
απαράμιλλου ιεροκήρυκα28.
Η αγαθή φήμη, που είχε αποκτήσει ο Παντελεήμων στην Αργολίδα από τον καιρό της
δράσεώς του ως ιεροκήρυκα, πρέπει να συντέλεσε και αυτή, ώστε ο Επίσκοπος
Αθανάσιος να εκτιμήσει τον νεαρό Αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα29. Σε σημείο μάλιστα που να αποδεχθεί να συνεισφέρει ως
χορηγός στην εκτύπωση της Χριστιανικής Ηθικής. Διότι, κατά τη γνώμη μας, ο
Φωστίνης πρέπει να έπεισε τον Αργολίδος Αθανάσιο να συνδράμει οικονομικά στην
εκτύπωση του συγγράμματος αυτού του Αγίου Νεκταρίου30.
Ο Αρχιμανδρίτης
Χριστόφορος Χατζής είναι ο προαναφερθείς κατά κόσμον Χρίστος Χατζής, παλιός κι
αγαπητός μαθητής του Αγίου Νεκταρίου και συμφοιτητής του Παντελεήμονα στη
Θεολογική Σχολή. Την εποχή εκείνη (1917 – 1922) ήταν ιεροκήρυκας του Ελληνικού
Στρατού31. Προφανώς η
αγάπη και η ευγνωμοσύνη του προς τον παλιό διδάσκαλό του και ακολουθώντας το
παράδειγμα του φίλου του Παντελεήμονα τον παρακίνησαν να συγκαταλεχθεί μεταξύ
των χορηγών. Κατά τη μεταγενέστερη μαρτυρία του Αρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη για τον
Μητροπολίτη Χριστόφορο Χατζή, αυτός: «με συγκίνησιν ενεθυμείτο τον Άγιον
διδάσκαλόν του εις την Ριζάρειον Σχολήν τον Επίσκοπον Πενταπόλεως Νεκτάριον,
τον κατόπιν αναγορευθέντα Άγιον της Εκκλησίας μας»32.
Στις 15 Ιουλίου
1919 ο Άγιος Νεκτάριος συνέταξε και δημοσίευσε νέα αγγελία, που αφορούσε τη
σχεδιαζόμενη εκτύπωση και κυκλοφορία της Χριστιανικής Ηθικής. Στο κείμενο αυτό
επαναλαμβάνονται τα προαναφερθέντα ονόματα των χορηγών, οι οποίοι είχαν
παλαιότερα υποσχεθεί να συνδράμουν χρηματικά στην εκτύπωση του βιβλίου.
Σε νέα αγγελία –
ανακοίνωση με ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1920, που αφορούσε την πρόθεση εκδόσεως
του έργου, δεν επαναλαμβάνονται τα ονόματα των τριών προσώπων που είχαν
υποσχεθεί – τουλάχιστον ως το 1919 – να καταβάλουν τη χρηματική δαπάνη. Όπως
παρατηρεί ο καθηγητής Κωνσταντίνος Κορναράκης «εάν οι χορηγοί τηρούσαν τα
υπεσχημένα, να είχε ήδη εκδοθεί (η Χριστιανική Ηθική) αποτελώντας και το
τελευταίο εν ζωή εκδοθέν έργο του»33.
Ο Άγιος Νεκτάριος, αν και είχε ήδη λάβει αρκετές υποσχέσεις από ενδιαφερομένους
εκδότες, τελικώς η υπόθεση της εκτυπώσεως της «Χριστιανικής Ηθικής» δεν
προχώρησε. Μεγάλη υπήρξε η πικρία του, καθώς αδυνατούσε να εκδώσει ένα
σύγγραμμα, για το οποίο τόσο είχε μοχθήσει, αλλά κυρίως γιατί χανόταν η
ευκαιρία να ωφεληθεί πνευματικά το Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας.
Εξωτερικεύοντας τον πόνο και τη θλίψη που του προκαλούσαν οι συνεχείς αναβολές
εκτυπώσεως του βιβλίου αυτού, ο Άγιος Νεκτάριος είχε κάνει σχετική ιδιόχειρη
σημείωση επάνω στα χειρόγραφα του προς έκδοση βιβλίου. Αυτό μας το πληροφορεί ο
Μητροπολίτης Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης στα Προλεγόμενά του34, όταν το 1965 κατόρθωσε
τελικώς να εκδώσει το τόσο ωφέλιμο αυτό Θεολογικό έργο του Αγίου.
Εδώ οφείλουμε να
επεξηγήσουμε γιατί ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων δεν μπόρεσε να κρατήσει την
υπόσχεσή του να συνδράμει οικονομικά στην έκδοση του σημαντικού και ψυχωφελούς
αυτού έργου του Αγίου Νεκταρίου. Ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων, μετά τη συμμετοχή
του ως ιεροκήρυκας στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο,
είχε επιστρέψει στην Αθήνα και είχε ορισθεί το 1918 Πρωτοσύγκελος της Ιεράς
Μητροπόλεως Αθηνών σε ηλικία μόλις 30 ετών. Ήταν η εποχή που είχε δώσει την
υπόσχεση στον Άγιο Νεκτάριο να συνδράμει οικονομικά στην εκτύπωση της
Χριστιανικής Ηθικής. Όμως ο Φωστίνης σύντομα εγκατέλειψε την σημαντικού κύρους
θέση του Πρωτοσυγκέλου και εθελοντικά κατετάγη για μια ακόμα φορά στις Ένοπλες
Δυνάμεις ως ιεροκήρυκας του 34ου Συντάγματος στη Μακεδονία. Η Ελλάς,
όπως και οι άλλοι σύμμαχοι της Αντάντ έστειλαν στη Ρωσία στρατιωτικές δυνάμεις,
για να βοηθήσουν τους Λευκούς στην κατανίκηση των Μπολσεβίκων. Έτσι τον
Ιανουάριο του 1919 ως ιεροκήρυκας του 34ου Συντάγματος Πεζικού της 2ης
Μεραρχίας αναχώρησε για την Οδησσό της Ρωσίας, για να διακονήσει τις
πνευματικές ανάγκες των Ελλήνων στρατιωτών, που θα πολεμούσαν τόσο μακριά από
την Πατρίδα. Από τις 3 Ιανουαρίου 1919 έως και τα μέσα του 1919 συμμετείχε στην
εκστρατεία αυτή, όπου μάλιστα επέδειξε αξιομνημόνευτο ηρωισμό και
παρασημοφορήθηκε με μετάλλια και από την Ελληνική και από τη Γαλλική Κυβέρνηση35.
Ο μακαριστός
Παντελεήμων γενικά σε όλη του τη ζωή υπήρξε αφιλοχρήματος. Όταν υποσχέθηκε το
1918 ή λίγο πριν από αυτό στον Άγιο Νεκτάριο τη χορηγία, πιθανώς τότε να είχε
κάποιες μικρές οικονομίες. Αυτές ήταν πρόθυμος να τις προσφέρει, για να
εκτυπωθεί αυτό το βιβλίο προς ωφέλεια των Χριστιανών, αλλά και ως ένδειξη τιμής
προς το πρόσωπο του Μητροπολίτου Πενταπόλεως. Όμως οι δύσκολες οικονομικές
συγκυρίες εξανέμισαν το ποσό αυτό. Τα δε περισσεύματα από τα τρέχοντα μικρά
έσοδά του τα διέθετε όπου υπήρχε ανάγκη χωρίς να ενδιαφέρεται να εξασφαλίσει
τον εαυτό του αποταμιεύοντας. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά στη διαθήκη του:
«Ευγνωμονώ τον Κύριό μου ότι με ηξίωσε να μη αποκτήσω ιδίαν υλικήν περιουσίαν»36.
Ο πράος και
ανιδιοτελής Άγιος Νεκτάριος συνέχισε να αγαπά ανυπόκριτα και να εκτιμά τους
τρεις υποψήφιους χορηγούς Αθανάσιο, Παντελεήμονα και Χριστόφορο. Κατανοούσε ότι
λόγοι πέραν της θελήσεώς τους δεν τους επέτρεψαν να κάνουν πράξη την υπόσχεσή
τους. Η καρδιά του Αγίου
είχε ζεσταθεί
τόσο από την αγάπη του Χριστού, που σκόρπιζε
απλόχερα αγάπη παντού. Σε άλλες περιπτώσεις βρήκε τη δύναμη να συγχωρέσει
ανθρώπους που συνειδητά και ηθελημένα τον αδίκησαν, τον συκοφάντησαν, τον ταλαιπώρησαν37. Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν να ψυχρανθεί η αγάπη
του για ανθρώπους που καμία πονηρή διάθεση δεν είχαν εναντίον του, αντιθέτως
μόνο καλές προθέσεις, αλλά οι συγκυρίες δεν τους επέτρεψαν να φανούν συνεπείς;
Μικρή απόδειξη αυτής της μεγαλοψυχίας και κατανοήσεως, που επεδείκνυε ο Άγιος,
είναι και η ακόλουθη: Σε επίσκεψη του Αρχιμανδρίτη
Χριστοφόρου Χατζή στο Μοναστήρι του στις 14 Ιουλίου 1919 τού δώρισε ένα ήδη εκτυπωμένο
σύγγραμμά του και δεν παρέλειψε ιδιοχείρως να σημειώσει στην πρώτη σελίδα του,
την εξής αφιέρωση : «Τω αγαπητώ μου μαθητή και
Αρχιμανδρίτη κυρίω Χριστοφόρω Χατζή εις ένδειξιν αγάπης και τιμής»38.
Η
συμμετοχή του Παντελεήμονα Φωστίνη στην μετακομιδή του ιερού σκηνώματος του
Αγίου Νεκταρίου και στην εξόδιο ακολουθία του
Στις
20 Σεπτεμβρίου 1920 ο Άγιος Νεκτάριος εισάγεται στο Αρεταίειο Νοσοκομείο
Αθηνών. Κατά τη σχεδόν δίμηνη παραμονή του στο νοσηλευτικό αυτό ίδρυμα τού
συμπαραστάθηκαν στην οδυνηρή αυτή δοκιμασία η μοναχή Ευφημία και ο αγαπητός και
πολύτιμος βοηθός του Κωστής Σακκόπουλος. Μεταξύ των συχνών επισκεπτών του
υπήρξαν ο πατήρ Άγγελος Νησιώτης, ο Όσιος μοναχός Ιερώνυμος ο Σιμωνοπετρίτης39 και κάποιοι κατά σάρκα
συγγενείς του. Ο μακαριστός Παντελεήμων, όπως ομολογεί ο ίδιος, δεν τον
επισκέφθηκε, γιατί δεν γνώριζε ότι νοσηλευόταν στην Αθήνα. Το πληροφορήθηκε
«ξαφνικά»40, δηλαδή ως
αναπάντεχη είδηση. Και, ενώ ετοιμαζόταν να τον επισκεφθεί, τον ενημέρωσαν για
την κοίμησή του. Δυστυχώς ο Φωστίνης είναι πολύ λακωνικός και δεν αιτιολογεί
γιατί δεν πληροφορήθηκε ότι ο τόσο προσφιλής του Μητροπολίτης νοσηλεύεται.
Αποκλείεται να του καταλογίσουμε ψυχρότητα ή αδιαφορία και οκνηρία προς
επίσκεψη του ασθενούς. Η πριν, αλλά και η μετά στάση του αποδεικνύουν τον
βαθύτατο σεβασμό και την αγάπη που έτρεφε ο Αρχιμανδρίτης Φωστίνης για τον Άγιο
Νεκτάριο. Νομίζουμε ότι η απάντηση βρίσκεται στη μεγάλη ταπείνωση του Αγίου,
που αγόγγυστα ήθελε να αντιμετωπίσει την ασθένειά του, χωρίς να κουράσει
κανέναν. Ύστερα από πιέσεις των μοναζουσών, προκειμένου να μην τις λυπήσει,
δέχεται να εγκαταλείψει τη Μονή του και να μεταβεί στην Αθήνα για νοσηλεία. Με
ταπείνωση, χωρίς να αναφέρει ότι ήταν Μητροπολίτης και πρώην Διευθυντής της
Ριζαρείου, εισάγεται στο Αρεταίειο. Πιθανότατα λοιπόν, προκειμένου να μην
ταλαιπωρηθεί κανείς εξαιτίας του, ζήτησε να μην ενημερωθούν τα φιλικά του
πρόσωπα. Όμως μερικά εξ αυτών το έμαθαν, αντιθέτως άλλα, όπως ο Φωστίνης, το
πληροφορήθηκαν καθυστερημένα .
Η
οσιακή κοίμηση του Αγίου συνέβη ως γνωστόν στις 8 Νοεμβρίου 1920. Το αγιασμένο
λείψανό του μεταφέρθηκε από την Αθήνα στον Πειραιά, προκειμένου να μετακομισθεί
στην Αίγινα, όπου και θα γινόταν η εξόδιος ακολουθία και η ταφή του. Ο Σώτος Χονδρόπουλος, ο
γνωστός συντάκτης της αφηγηματικής βιογραφίας του Άγιου, αναφέρει σχετικά : «Αργά
το πρωί έφθασε ένας φίλος Αρχιμανδρίτης, ιεροκήρυκας, ο Παντελεήμων Φωστίνης
και λίγο πιο έπειτα ο Πρωτοπρεσβύτερος Άγγελος Νησιώτης, διαλεκτός μαθητής του
στη Ριζάρειο και δημιουργός αργότερα κατηχητικών σχολείων. Έφθασε σωστό
ανθρώπινο ράκος κι ο Κωστής Σακκόπουλος. Παράγγειλαν το φέρετρο, παράγγειλαν τη
νεκροφόρα και λίγo αργότερα ξεκίνησαν για τον Πειραιά»41.
Το άγιο λείψανο συνόδευσαν από το Αρεταίειο
προς τον Πειραιά η μοναχή Ευφημία και ο Κωστής Σακκόπουλος, τρεις ανιψιοί του
Αγίου, αλλά και ο πατήρ Άγγελος Νησιώτης πρωθιερέας του Ι. Ναού Ζωοδόχου Πηγής
Αθηνών42. Μαζί τους ήταν
και ο ίδιος ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων Φωστίνης, σύμφωνα και με την προσωπική
του μαρτυρία43. Το
γεγονός αυτό ο Φωστίνης το θεώρησε ιδιαίτερη τιμή του και σημειώνει στο κείμενό
του «ηυτύχησα».
Φθάνοντας στον λιμένα του Πειραιώς και, επειδή
ακόμα δεν είχε φθάσει το πλοίο, που εκτελούσε το σχετικό δρομολόγιο, εναπέθεσαν
το φέρετρο στον κοντινότερο ναό, δηλαδή αυτόν της Αγίας Τριάδος. Ο ναός, λόγω
της ώρας – ήταν περίπου 12 το μεσημέρι – είχε κλείσει για λίγο κι έτσι το
φέρετρο τοποθετήθηκε στον νάρθηκα. Στο εν τω μεταξύ ο πατήρ Άγγελος και ο πατήρ
Παντελεήμων αποχώρησαν προσωρινά, πιθανώς για τη διεκπεραίωση κάποιων εργασιών
με επείγοντα χαρακτήρα. Όταν έφθασε ο εφημέριος του ναού, πατήρ Αλέξανδρος
Ψυχογιός, άνοιξε το ναό και παρακάλεσε να μεταφερθεί το φέρετρο στο εσωτερικό
του ναού. Όμως οι συνοδεύοντες αρνήθηκαν, εξαιτίας του φόβου μήπως κάποιοι
θελήσουν να κρατήσουν το άγιο σκήνωμα εκεί και εμποδίσουν τη μεταφορά του στην
Αίγινα.
Σύντομα επέστρεψε ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων
Φωστίνης, τον οποίο ο πατήρ Τιμόθεος Ηλιάκης σε σχετικό άρθρο του τον ονομάζει
«πνευματικό παιδί του Αγίου»44.
Ο πατήρ Παντελεήμων και ο πατήρ Αλέξανδρος ανέλαβαν την πρωτοβουλία να ανοίξουν
το φέρετρο του Αγίου. Αυτό αφενός έγινε, για να προσκυνήσει ο κόσμος που άρχισε
να συρρέει όταν μαθεύτηκε η θλιβερή είδηση, και αφετέρου για να τελέσουν
Τρισάγιο. Μόλις αφαιρέθηκε το κάλυμμα, όλοι συγκλονίσθηκαν. Ο Άγιος είχε μία
γαλήνια και μακάρια έκφραση και από το πρόσωπό του έρρεε μύρο ευώδες και τόσο
άφθονο, που είχε ποτίσει ακόμη και τα μαλλιά του. Κατά τη μαρτυρία του πατρός
Αλεξάνδρου Ψυχογιού: «Όταν μετεφέρθη εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν της Αγίας
Τριάδος, ο Ναός εγέμισε πράγματι αρώματος θείου και απροσδιορίστου»45. Το μύρο αυτό «όστις ήγγιζεν
εις αυτό έμενεν η ευωδία εις τας χείρας του ανεξάλιπτος επί ημέρας»46. Αφού τοποθέτησαν στα
χέρια του Αγίου το Ευαγγέλιο του ναού, οι δύο ιερείς πατήρ Παντελεήμων και
πατήρ Αλέξανδρος ετέλεσαν Τρισάγιο. Κατόπιν ο Φωστίνης είχε την ιδέα να
φωτογραφηθεί το λείψανο του Αγίου, για να υπάρχει ως ευλογία και ενθύμηση για
τις επόμενες γενιές η σχετική φωτογραφία. Φοβήθηκε όμως ότι ο φωτισμός του
χώρου στον νάρθηκα δεν θα ήταν αρκετός, προκειμένου να βγει μια καλή και
ευκρινής φωτογραφία. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1920 οι τότε φωτογραφικές μηχανές
δεν είχαν τις σημερινές δυνατότητες. Έδωσε λοιπόν τις οδηγίες, ώστε να
μετακινηθεί το φέρετρο του Αγίου και να τοποθετηθεί μπροστά από τις ξύλινες
εξωτερικές θύρες του ναού, όπου ο φωτισμός ήταν φυσικός και έντονος47. Έτσι, χάρη στην
πρωτοβουλία του Αρχιμ. Παντελεήμονα Φωστίνη έχουμε τη γνωστή, αλλά και μοναδική
αυτή φωτογραφία, καθώς δεν υπάρχουν άλλες σχετικές, όπως από την εξόδιο
ακολουθία του Αγίου.
Αμέσως
μετά το αγιασμένο σκήνωμα μεταφέρθηκε στο ατμόπλοιο «Πτερωτή», προκειμένου να
το οδηγήσουν στην Αίγινα. Μαζί του επιβιβάσθηκαν ως συνοδεύοντες αυτό: ο Αρχιμ.
Παντελεήμων, ο πατήρ Άγγελος Νησιώτης, ο πατήρ Αλέξανδρος Ψυχογιός, συγγενείς
του Αγίου, μερικά πνευματικά παιδιά του Αγίου και αντιπροσωπία μαθητών της Ριζαρείου48. Την παρουσία του Αρχιμ.
Παντελεήμονα στην μετακομιδή του ιερού σκηνώματος του Αγίου Νεκταρίου στην
Αίγινα μνημονεύει σε κείμενό του και ο
πατήρ Άγγελος Νησιώτης49.
Με πάνδημη
συμμετοχή των Αιγινητών μεταφέρθηκε το ιερό σκήνωμα του Αγίου από το λιμάνι στη
Μονή του. Ως αυτόπτης μάρτυρας ο Φωστίνης βεβαιώνει ότι η θλίψη και η συγκίνηση
του κόσμου, που είχε προσέλθει στη Μονή συνοδεύοντας τη νεκρική πομπή ήταν
τέτοια που τα δάκρυά τους έτρεχαν ποτάμι. Την Τρίτη στις 10 Νοεμβρίου ψάλθηκε η
νεκρώσιμη ακολουθία στις 4:00 μ.μ. Στην εξόδιο ακολουθία προεξήρχε ο
Παντελεήμων Φωστίνης ως Αρχιμανδρίτης που ήταν και ο Όσιος Σάββας ο εν Καλύμνω,
ο οποίος ήταν ο εφημέριος της Μονής. Παρίσταντο κι ο πατήρ Άγγελος Νησιώτης, ο
πατήρ Αλέξανδρος Ψυχογιός και ιερείς της Αίγινας. Ο επικήδειος λόγος ανατέθηκε
στον Αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα50,
καθώς η ρητορική του ικανότητα ήταν απαράμιλλη, αλλά και γιατί ως πνευματικό
παιδί του Αγίου είχε προσωπική γνώση και εμπειρία της Οσιακής βιωτής του
κεκοιμημένου Μητροπολίτη Πενταπόλεως.
Όπως
μαρτυρεί ο ίδιος ο μακαριστός Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης: «Και στο
λείψανόν του είχε ξεχυθή η αγιωσύνη. Ενόμιζε κανείς ότι εκοιμάτο. Δεν είχε
χάσει το σώμα του την ευκαμψίαν». Αξίζει πιστεύω να παραθέσουμε τη σχετική
διήγηση του αυτόπτη μάρτυρα Μήτσου Παυλινέρη: «Να σου πω κάτι για την ώρα της
κηδείας που δεν θα το ξεχάσω όσο ζω. Κάποια στιγμή που μιλούσε ο αρχιμανδρίτης
Παντελεήμων Φωστίνης, έπιασε το δεξί χέρι του Αγίου και το σήκωσε, σταυρώνοντας
μ’ αυτό τον κόσμο … ‘‘Ευλόγησε, άγιε
πάτερ Νεκτάριε, τον κόσμο σου που ήρθε να σ’ αποχαιρετήσει’’ έλεγε ο Φωστίνης
και σταύρωνε με το χέρι του Αγίου, όλους μας. Το χέρι έκανε όλες τις κινήσεις,
λες κι ήταν ζωντανό! Κι ας είχαν περάσει μέρες από την Κοίμησή του…»51. Η μυροβλησία, η έλλειψη
φθοράς στο λείψανό του και η ευλυγισία των μελών του, παρότι είχαν περάσει δύο
εικοσιτετράωρα από την κοίμησή του, ήταν σημεία (θαύματα) με τα οποία
διατρανώθηκε από τον Τριαδικό Θεό η αγιότητά του.
Για να τιμήσουν
τον Αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα οι μοναχές τού παραχώρησαν προς φιλοξενία το
δωμάτιο του Αγίου. Μετά την ταφή του Αγίου, δηλαδή στις 11 Νοεμβρίου η οσιακής
βιωτής ηγουμένη Ξένη ήλθε κρατώντας στα χέρια της ένα ράσο. Το πρόσφερε στον
Φωστίνη και του είπε συγκινημένη: «Πάτερ Παντελεήμων δεν έχω άλλο μέσον, να σας
εκφράσω την ευγνωμοσύνην μας δι’ ό,τι εκάματε δια τον Σεβασμιώτατον, παρά να
σας προσφέρω αυτό το ράσον του. Το εφορούσε τας καλάς ημέρας. Δεχθήτέ το, δια
να έχετε και την ευλογίαν του πάντοτε»52.
Ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων το παρέλαβε, το φίλησε θερμά, ενώ από τους
οφθαλμούς του έτρεχαν δάκρυα. Όταν ανέλαβε να ποιμάνει την Μητρόπολη Χίου, το
έφερε μαζί του και το διαφύλαξε στην Κειμηλιοθήκη στο κτιριακό συγκρότημα του
Ι. Τάγματος του Αγίου Παντελεήμονος, που έκτισε στο νησί. Το χρησιμοποιούσε
όταν τελούσε την ακολουθία της μοναχικής κουράς, για να το ενδύεται ο νέος
μοναχός, προκειμένου να έχει την ευλογία και τη βοήθεια του Αγίου. Αλλά και
μετά την κοίμηση του Αγίου είχε επανέλθει στη Μονή ο Μητροπολίτης Χίου
Παντελεήμων, προκειμένου να προσκυνήσει το ιερό λείψανο του Θαυματουργού Αγίου
Νεκταρίου53.
Ο Άγιος Νεκτάριος
ήταν πρόσωπο, που από τους «Φαρισαίους» της εποχής του αντιμετωπιζόταν με
συγκαλυμμένη περιφρόνηση και εχθρότητα. Παρόλα αυτά ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων
καθόλου δεν υπολόγιζε το ότι ο σεβασμός, η τιμή
και η σχέση πνευματικού τέκνου προς πνευματικό πατέρα, που επεδείκνυε
προς τον πρώην Διευθυντή της Ριζαρείου, ήταν δυνατόν να επιφέρουν τη
δυσαρέσκεια ή ακόμη και τη μήνη τους. Η αγάπη του προς το πρόσωπο του Αγίου
Νεκταρίου ήταν γνήσια και ανιδιοτελής. Ο μακαριστός Παντελεήμων δεν είχε τίποτε
να κερδίσει από αυτά που οι λογοκρατούμενοι άνθρωποι χαρακτηρίζουν τιμές και
αγαθά αυτού του κόσμου. Μόνο πνευματικά οφέλη έδρεψε από τη σχέση του με τον
Άγιο. Πρωτοστατώντας μάλιστα στην εκφορά και στην εξόδιο ακολουθία του και
εκφωνώντας εγκωμιαστικό επικήδειο λόγο για τον κεκοιμημένο Μητροπολίτη
Πενταπόλεως, μάλλον την περιφρόνηση και την χλεύη θα εισέπραξε από τα λίγα αυτά
άτομα με φαρισαϊκό φρόνημα, τα οποία όμως διέθεταν κοσμική δύναμη. Αυτοί όντας
άγευστοι της Ορθοδόξου πνευματικότητος δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν την αγιότητα
του Μητροπολίτη Πενταπόλεως όσο αυτός βάδιζε ανάμεσά τους επί της γης.
Η ίδρυση του Νοσοκομείου
Αιγίνης
Άλλη μια πτυχή
της ζωής του μακαριστού Παντελεήμονος Φωστίνη, που συνδέεται με τον Άγιο
Νεκτάριο, είναι και η ίδρυση του Νοσοκομείου Αιγίνης. Μια ημέρα του 1921 – δεν
είχε περάσει ούτε ένα έτος από την κοίμηση του Αγίου – που ο Φωστίνης βρισκόταν
στην Αίγινα, για να διακονήσει την τοπική Εκκλησία ως ιεροκήρυκας, βάδιζε στο
λιμάνι με τη συνοδεία ενός ιερέα. Την προσοχή τους τράβηξε ένας φυματικός
ξαπλωμένος μέσα σε μια βάρκα να βρίσκεται σε άθλια κατάσταση. Έσπευσαν να τον
βοηθήσουν, αλλά ο άνθρωπος όντας σε προχωρημένο στάδιο της ασθένειας εξέπνευσε
στα χέρια τους. Το τραγικό αυτό περιστατικό συγκλόνισε τον Παντελεήμονα. Έλαβε
την απόφαση να κινητοποιήσει τους πάντες, προκειμένου να ιδρυθεί στο νησί
Νοσοκομείο, έτσι ώστε να βρίσκουν σ’ αυτό περίθαλψη και οι πλέον φτωχοί και
εγκαταλελειμμένοι. Και πράγματι το επέτυχε. Με τη βοήθεια του «Ορθοδόξου
Συλλόγου Κυριών εν Αιγίνη», αλλά και των τότε Αρχιμανδριτών Χριστοφόρου Χατζή
και Διονυσίου Παπανικολοπούλου κατόρθωσε ν’ ανεγερθεί ένα μικρό Νοσοκομείο και
να ανεφοδιασθεί με το απαραίτητο για τη λειτουργία του υλικό. Χρειαζόταν όμως
ένα πρόσωπο ικανό για Διευθύντριά του και προκρίθηκε η ιδέα να αναλάβει τα
καθήκοντα αυτά μια μοναχή από τη Μονή της Αγίας Τριάδος, δηλαδή της Μονής του
Αγίου Νεκταρίου. Οι Αρχιμανδρίτες Παντελεήμων Φωστίνης και Διονύσιος
Παπανικολόπουλος ταξίδεψαν στην Αίγινα, προκειμένου να επισκεφθούν τη Μονή και
να γνωστοποιήσουν το αίτημά τους στην ηγουμένη Ξένη και να την παρακαλέσουν να
το αποδεχθεί. Η ηγουμένη Ξένη, αφού άκουσε τον λόγο της επισκέψεώς τους, προς
μεγάλη τους κατάπληξη τους αποκάλυψε συγκινημένη τα εξής: «Σήμερα ολίγον πριν
κτυπήση το εγερτήριον δια τον όρθρον, παρουσιάσθη εις το κελλί μου ο
Σεβασμιώτατος. Εγονάτισα εμπρός του δια να τον προσκυνήσω και αυτός μου είπε. ‘‘θα έλθουν σήμερα στο
μοναστήρι δυο φίλοι μου. Να τους φιλοξενήσετε και να κάμετε ό,τι σας είπουν’’.
…. Είναι θέλημα του Σεβασμιωτάτου, ό,τι μας εζητήσατε και θα γίνει»54. Και πράγματι πρώτη
Διευθύντρια του Νοσοκομείου ανέλαβε η μοναχή Καλλινίκη και ως νοσοκόμος η
δόκιμη μοναχή Φωτεινή. Αλλά και οικονομική στήριξη παρείχε η Μονή στο
Νοσοκομείο Αιγίνης.
Εμείς να
επισημάνουμε τα εξής: α) Ο κεκοιμημένος Άγιος Νεκτάριος και από τη Βασιλεία του
Θεού δεν παύει να μεριμνά για την αγαπητή του Αίγινα και τους κατοίκους της,
κοντά στους οποίους έζησε τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του και τους
ευεργέτησε ποικιλοτρόπως. β) Είναι ιδιαίτερα τιμητικό για τους Αρχιμανδρίτες
Παντελεήμονα Φωστίνη και Διονύσιο Παπανικολόπουλο ότι στο προαναφερθέν όραμα ο
Άγιος Νεκτάριος τούς χαρακτηρίζει ως δυο φίλους του.
Τα
άμφια του Αγίου Νεκταρίου στη Χίο
Ακόμη
μία απόδειξη του πνευματικού συνδέσμου, ενός συνδέσμου πνευματικού πατρός και
πνευματικού τέκνου, που ένωνε τον Άγιο Νεκτάριο με τον μακαριστό Παντελεήμονα,
είναι και η ακόλουθη. Στη χειρόγραφη Διαθήκη του, που συνέταξε ο δεύτερος στη
Χίο στις 23 Νοεμβρίου 1961 αναφέρει: «Εκ των αρχιερατικών μου στολών την του
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως αφήνω εις τον Καθεδρικόν Ι. Ναόν των Αγίων Μαρτύρων
Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου εν τη πόλει της Χίου πλήρη … Ο δε Σάκκος είναι
δώρον προς εμέ του Αγίου Νεκταρίου του Μητροπολίτου Πενταπόλεως»55. Δυστυχώς ο Μητροπολίτης
Χίου Παντελεήμων δεν αναφέρει ποιο έτος ο Άγιος Νεκτάριος του έκανε αυτό το
τιμητικό δώρο. Η πράξη όμως αυτή δεν αποκαλύπτει μόνο το πόσο γενναιόδωρος
υπήρξε πάντοτε στη ζωή του, αλλά κυρίως την αγάπη και την εκτίμηση που έτρεφε
προς το πρόσωπο του τότε Αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα. Το ουσιαστικότερο όμως
είναι ότι και αυτή η ενέργεια με έμμεσο τρόπο θεμελιώνει την αγιότητα του Αγίου
Νεκταρίου. Πώς ; Ας εξηγήσουμε. Όταν το 1920 κοιμήθηκε ο Άγιος, ο Παντελεήμων
Φωστίνης ήταν ακόμη στον δεύτερο βαθμό της ιεροσύνης. Κι όμως ο Άγιος τού είχε
ήδη χαρίσει άμφιο Αρχιερατικό, ένα σάκκο. Το αναμενόμενο θα ήταν να του
προσφέρει ένα άμφιο, που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει με βάση τον βαθμό του
και το οφίκιό του, π.χ. ένα επιτραχήλιο ή ένα επιγονάτιο. Όμως με
προορατικότητα τού δωρίζει κάτι, που όχι μόνο θα κρατούσε στην ντουλάπα του ως
ενθύμιο, αλλά και θα φορούσε ιερουργώντας μετά τη χειροτονία του σε Μητροπολίτη
Καρυστίας και Σκύρου στις 24 Δεκεμβρίου 1922.
Όπως γράφει ο
Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων: «Αποτελούν λοιπόν αληθή κειμήλια δια την Χίον
και πρέπει πάση δυνάμει να διατηρηθούν»56.
Να εξηγήσουμε εδώ ότι αναφέρεται στα αρχιερατικά άμφια του Αγίου Νεκταρίου,
αλλά και το επιτραχήλιο του Αγίου Γρηγορίου Ε΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως,
που επίσης δώρισε στον Μητροπολιτικό ναό Χίου. Με την επισήμανσή του αυτή ο
μακαριστός Παντελεήμων φανερώνει την ευλάβεια που είχε προς τον Άγιο Νεκτάριο,
τον οποίο πάντοτε τιμούσε ως Άγιο. Εδώ να επισημανθεί ότι, όταν συντάσσει το
κείμενο της διαθήκης του, έχουν περάσει μόλις επτά μήνες από την επίσημη
αγιοκατάταξη του Αγίου Νεκταρίου. Ο Φωστίνης θεωρούσε μεγάλη ευλογία για τη Χίο
να διαθέτει άμφια του Αγίου Νεκταρίου, για να μεταδίδεται η χάρις του Αγίου σε
αυτούς που με ευλάβεια θα τα προσκυνούσαν.
Τα
άμφια του Αγίου Νεκταρίου, τα οποία κληροδότησε στη Χιακή Εκκλησία ο μακαριστός
Μητροπολίτης Παντελεήμων, διατηρούνται έως σήμερα στον Μητροπολιτικό ναό των
Αγίων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου στην πόλη της Χίου. Φυλάσσονται με σεβασμό
σε προθήκη από ξύλο και γυαλί στο νότιο κλίτος. Ο Αρχιερατικός σάκκος του Αγίου
είναι χρυσοκέντητος και φέρει επάνω του κεντημένα ρόδα σε λευκό φόντο. Στον
αμέσως διπλανό πεσσό υπάρχει ξυλόγλυπτο προσκυνητάρι με την εικόνα του Αγίου. Στο ναό αυτό ο Άγιος στις 15
Ιανουαρίου 1877 είχε χειροτονηθεί Ιεροδιάκονος από τον Μητροπολίτη Χίου
Γρηγόριο, λαμβάνοντας το όνομα Νεκτάριος.
Ο Μητροπολίτης Παντελεήμων για την αγιότητα του Άγιου Νεκταρίου
Το 1954 ο
μακαριστός Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων σε κείμενό του έδινε την προσωπική του
μαρτυρία περί της αγιότητος του Οσίου Νεκταρίου, αλλά παράλληλα κατέγραφε και
τη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας περί αυτής. Να τονισθεί ότι τότε, που
συνέτασσε αυτό το κείμενο, δεν υπήρχε ακόμα επίσημη Εκκλησιαστική αναγνώριση
του Αγίου, γεγονός που συνέβη έξι έτη μετά. Ας παραθέσουμε δύο χαρακτηριστικά
αποσπάσματα: «Δια κάθε ένα χριστιανόν, που εγνώρισε τον Άγιον Μητροπολίτην
Πενταπόλεως Νεκτάριον, είναι αρκετά όσα παρετήρησε ο ίδιος από τη συναναστροφή
του με αυτόν, δια να πεισθή, ότι είναι άγιος. Η Θεία όμως Πρόνοια δίδει
καθημερινώς και ολοφάνερα και παραστατικά σημεία της αγιωσύνης του μετά την
κοίμησίν του. Τα λείψανά του αναδίδουν άρρητον ευωδίαν. Διάφοροι χριστιανοί
διηγούνται πολλά θαυμάσια, που γίνονται με την ευλογίαν του Αγίου»57. «Πιστεύω απολύτως, ότι ο
αείμνηστος Μητροπολίτης Πενταπόλεως Νεκτάριος Κεφαλάς κατηλλάγη με τον Θεόν,
επέρασε τα εν τη ι. μονή της Αγίας Τριάδος τελευταία έτη της ζωής του εν πλήρει
αφοσιώσει προς τον Θεόν, κατήντησε λοιπόν δυσκίνητος προς κάθε είδους κακίαν
και εξαϋλωμένος, ως Άγιος παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του προς τον Θεόν, τον
οποίον επίστευσε βαθειά, ηγάπησε θερμώς, ελάτρευσε δι’ όλης της ζωής του και
υπηρέτησε πιστώς. Πιστεύω ακραδάντως, ότι εις το πρόσωπον του Αγίου Νεκταρίου εντελώς
εφηρμόσθη το υπό του Αποστόλου Παύλου λεχθέν. ‘‘Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα,
την πίστιν τετήρηκα.
λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, ον αποδώσει μοι ο Κύριος εν
εκείνη τη ημέρα, ο Δίκαιος Κριτής’’ (Β΄ Τιμοθ. δ΄ 7 – 8). Ο Άγιος Νεκτάριος
ευρίσκεται μεταξύ των Αγίων, των ευαρεστησάντων τον Θεόν, πρεσβευτής καθενός,
που θα επικαλεσθή την πρεσβείαν του»58.
Θα ήταν παράλειψη
να μην αναφέρουμε δύο πολύ εύστοχες παρατηρήσεις του μακαριστού Μητροπολίτη
Τίτου Ματθαιάκη. Ο Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων «κατ’ αγαθήν δε συγκυρίαν»
διακόνησε την Εκκλησία σε τρεις περιοχές, στις οποίες έζησε και έδρασε ο Άγιος
Νεκτάριος: ως ιεροκήρυκας Αττικής, στην οποία υπαγόταν τότε εκκλησιαστικά και η
Αίγινα, κατόπιν αναδείχθηκε Μητροπολίτης Καρυστίας και Σκύρου και έπειτα
Μητροπολίτης Χίου. Έτσι λοιπόν ο Παντελεήμων αφενός διέθετε προσωπική αντίληψη
περί της αγιότητος του Οσίου Νεκταρίου. Αφετέρου εργάσθηκε ποιμαντικά σε μέρη,
όπου ήταν εξαπλωμένη «η αγαθωτάτη φήμη» του Αγίου Νεκταρίου και η γενική
πεποίθηση περί της αγιότητος του προσώπου αυτού. Συνεπώς όλα αυτά τα βιώματά του εκφράζονται στο προαναφερθέν
κείμενο59.
Εμείς από την
πλευρά μας να προσθέσουμε ότι ο μακαριστός Μητροπολίτης Παντελεήμων απερίφραστα
και με ευθύτητα ομολογούσε το 1954 την αγιότητα του Μητροπολίτου Πενταπόλεως
Νεκταρίου και κατέγραφε την προσωπική του μαρτυρία περί θαυμάτων του Αγίου.
Ευθαρσώς γράφει ότι «Ο Άγιος Νεκτάριος ευρίσκεται μεταξύ των Αγίων». Συνεπώς
έμμεσα υπεδείκνυε ότι η Εκκλησία όφειλε να προχωρήσει στην επίσημη αγιοκατάταξη
του Αγίου Νεκταρίου. Το ότι αυτή δεν υπήρχε τότε, αυτό φυσικά δεν μείωνε την
υπάρχουσα αγιότητά του, αλλά αποτελούσε μια παράλειψη από εμάς, τα μέλη της
στρατευομένης Εκκλησίας.
Το παραπάνω
κείμενο του Μητροπολίτη Χίου Παντελεήμονος είναι, θα λέγαμε, η άμεση συμβολή
του στην αγιοκατάταξη του Άγιου Νεκταρίου. Όμως είχε και έμμεση συμβολή. Τον
Οκτώβριο του 1960 ο μακαριστός Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Α΄, με μία
θεολογικά εμπεριστατωμένη εισήγησή του στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της
Ελλάδος υποστήριξε την αγιοκατάταξη του Άγιου Νεκταρίου του θαυματουργού60. Ο Μητροπολίτης Χίου
Παντελεήμων υπήρξε Γέροντας του Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος. Ο Μητροπολίτης
Παντελεήμων Φωστίνης είχε εμφυσήσει στα πνευματικά του τέκνα αγάπη και ευλάβεια
για τον Άγιο Νεκτάριο και την ανάγκη να αναγνωρισθεί και επισήμως η ήδη
υπάρχουσα αγιότητά του. Έναν Άγιο που είχε την Θεία ευλογία να ζήσει από κοντά.
Επίλογος
Η συνάντηση και η πνευματική μαθητεία του μακαριστού Παντελεήμονος
με τον Άγιο Νεκτάριο υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την περεταίρω πορεία του.
Τολμούμε να πούμε ότι ο μακαριστός Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης δεν
θα είχε τη μεγάλη αυτή προσφορά, που αξιώθηκε να έχει στο ποιμαντικό, κηρυκτικό
και συγγραφικό έργο του, αν δεν είχε προηγηθεί αυτή η μακαρία συνάντηση και ο
πνευματικός σύνδεσμός του με τον Άγιο Νεκτάριο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
2.
Συμφοιτητής και φίλος αγαπητός του Παντελεήμονα
Φωστίνη ήταν και ο Παναγιώτης Μπρατσιώτης, ο μετέπειτα καθηγητής της Θεολογικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (βλέπε Αξιωτάκη Ανδρέου, Αφιέρωμα στον
Μητροπολίτη Χίου Παντελεήμονα Φωστίνη, Χίος 1973, σελ.70). Ο Μπρατσιώτης
εκτιμούσε πολύ τον παλιό του καθηγητή Άγιο Νεκτάριο. Πιστεύουμε ότι θα ήταν
ένας από τους πολλούς Ριζαρείτες αποφοίτους που μιλούσαν στον Παντελεήμονα
Φωστίνη επαινετικά για τον Άγιο.
3.
Λιάπη Βαγγέλη, Χριστόφορος Χατζής, Ελευσίνα
2003, σελ.10.
4.
Δεν αναφέρεται ημερομηνία και μήνας της
επισκέψεως αυτής προς τον Άγιο Νεκτάριο. Ο Άγιος υπέβαλε την παραίτησή του στις
8 Φεβρουαρίου 1908, αλλά παρέμεινε στη Διεύθυνση της Σχολής μέχρι της εκδόσεως
Βασιλικού Διατάγματος, οπότε επισήμως έγινε δεκτή η παραίτησή του από το
Υπουργείο Παιδείας (19 και 23 Μαρτίου 1908). Συνεπώς η συνάντηση αυτή πρέπει να
πραγματοποιήθηκε το πρώτο τρίμηνο του 1908.
5.
Οι επισκέψεις φοιτητών της Θεολογικής Σχολής
στο γραφείο του Αγίου Νεκταρίου στη Ριζάρειο ήταν κάτι σύνηθες, όπως φαίνεται
και από τα γραφόμενα του Αμίλκα Αλιβιζάτου, μετέπειτα καθηγητή της Θεολογικής
Σχολής Αθηνών: «Ως νεαρός φοιτητής της Θεολογίας επεσκεπτόμην αυτόν, Διευθυντήν
όντα της Ριζαρείου Σχολής, τη παροτρύνσει του συχνότατα, και αφ’ ενός μεν
προσέβλεπον μετά θαυμασμού προς την της αγιότητος του ιερού του προσώπου
έκφρασιν, αφ’ ετέρου δε απελάμβανον της θρησκευτικής και θεολογικής του
καταρτίσεως …». Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης
Πενταπόλεως (1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 107.
6.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
7.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
8.
Μτ. 5,14.
9.
Μτ. 5,15.
10.
Σκαρβέλη Γεωργίου, 12 Μαρτίου 1962, Εις την ιεράν και αιωνίαν μνήμην του
μακαριστού Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη, άρθρο στην εφημερίδα «Η
Πρόοδος», Χίος 5 Μαρτίου 1996, σελ. 4 .
11. Ματθαιάκη Τίτου
Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως (1846 – 1920),
Αθήναι 1955, σελ. 93.
12.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
13.
Θέμελη Χρυσοστόμου Άρχιμ., Η Ιερά Μητρόπολις Καρύστου δια μέσου των αιώνων,
άρθρο στην Θεολογία, Αθήναι 1955,τευχ. 4,
σελ.570, και Χειροτονία του Παντελεήμονος Φωστίνη,
Χρονικά Ιστορίας και Πολιτισμού Νομού Ημαθίας, αρ. φ. 2 (2028), σελ. 14.
14.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
15.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 93.
16.
Λκ. 22, 31 – 32.
17.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 94.
18.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 94.
19.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 94.
20.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 42.
21.
Ο ιερομόναχος Πανάρετος Πολυκάρπου από
την Κρήτη, εκείνη την εποχή ασκήτευε στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους.
Διατηρούσε πνευματικές σχέσεις με τον Άγιο Νεκτάριο. Ο ιερομόναχος Πανάρετος
στον πρόλογο της εκδόσεως έγραφε μεταξύ άλλων τα εξής : «Ημείς χαίρομεν από
μέσης καρδίας αναλαβόντες δαπάναις ιδίαις την έκδοσιν του τοιούτου έργου και
μακαρίζομεν εαυτούς διά την συνεργασίαν ημών ταύτην, διότι φρονούμεν ότι παρέχομεν
υπηρεσίαν τω Έθνει καί τη Εκκλησία».
22.
Βουρλή Αθανασίου, Σχόλιον εις την «Ηθικήν» του αγίου Νεκταρίου, τόμος
Πρακτικών, Ο γυναικείος μοναχισμός και ο Άγιος Νεκτάριος, Αθήναι 1998, σελ. 391
– 392.
23.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 142.
24.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 142.
25.
Νεκταρίου Κεφαλά Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Άπαντα, Αθήναι 2010, τ. Δ΄, σελ. 10
(Προλεγόμενα Κωνσταντίνου Κορναράκη).
26.
Νεκταρίου Κεφαλά Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Άπαντα, Αθήναι 2010, τ. Δ΄, σελ. 16
(Προλεγόμενα Κωνσταντίνου Κορναράκη).
27.
Δεληγιαννοπούλου Χρυσοστόμου, Αθανάσιος ο Λάσκαρις, Θ.Η.Ε., Αθήναι 1962, τ. 1ος
, στ. 558 – 559.
28.
Σκαρβέλη Γεωργίου, 12 Μαρτίου 1962, Εις την ιεράν και αιωνίαν μνήμην του
μακαριστού Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη, άρθρο στην εφημερίδα «Η
Πρόοδος», Χίος 5 Μαρτίου 1996, σελ. 4 .
29.
Όταν για λόγους υγείας στις 2 Ιανουαρίου 1924 υπέβαλε ο Αθανάσιος την παραίτησή
του από της θέσεως του Μητροπολίτη Αργολίδος, αποσύρθηκε σε Μονή της
Μητροπόλεως Καρυστίας, όπου από το 1922 Ποιμενάρχης της ήταν ο Παντελεήμων
Φωστίνης.
30.
Στον επίσκοπο Αργολίδος Αθανάσιο
επιβλήθηκε από το Ανώτατο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο τον Οκτώβριο του 1917 η
ποινή της εξάμηνης αργίας από κάθε ιεροπραξία. Ο λόγος ήταν η συμμετοχή του στο
ανάθεμα κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου
που έγινε στο Άργος (12 Δεκεμβρίου1916) και το Ναύπλιο (28 Δεκεμβρίου1916) από
τους φιλοβασιλικούς. Όταν παρήλθε το χρονικό διάστημα της ποινής του,
προσπάθησε να επιστρέψει στην έδρα του, αλλά παρεμποδίσθηκε από τις Βενιζελικές
αρχές. Αντικανονικά και χωρίς καμία αιτιολογία τέθηκε υπό περιορισμό στη Μονή
Αγίου Δημητρίου Καρακαλά Αργολίδος. Λόγω όμως της κλονισμένης υγείας του,
τελικά δόθηκε η άδεια να νοσηλευθεί στην Αθήνα. Όμως μετά το πέρας της του
απαγορεύθηκε η επάνοδος στην Αργολίδα. Βλέπε σχετικά : Βήττου Χρήστου, Μητροπολίτες και επίσκοποι της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος που
διώχθηκαν από την κυβέρνηση Βενιζέλου, άρθρο αναρτημένο στο ιστολόγιο Τράπεζα
Ιδεών στις 18 Οκτωβρίου 2020.
Πιστεύουμε ότι στις αρχές του 1918 ο
Επίσκοπος Αργολίδος Αθανάσιος είχε δώσει την υπόσχεση στον Άγιο Νεκτάριο
να συνδράμει οικονομικά στην εκτύπωση της «Χριστιανικής Ηθικής». Παρά την ποινή
της εξάμηνης αργίας που του είχε επιβληθεί, ευελπιστούσε ότι με την επιστροφή
του στην επισκοπική του έδρα η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί. Όμως οι προαναφερθείσες
προσωπικές περιπέτειές του που ακολούθησαν, στις οποίες υπέπεσε στα πλαίσια του
Εθνικού Διχασμού, υπήρξαν οι λόγοι, που τελικά δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί και
να παρέχει την οικονομική χορηγία.
31.
Κωνσταντινίδου Ιω., Χριστόφορος Χατζής, Θ.Η.Ε., Αθήναι 1968, τ. 12 , στ. 369.
32.
Λιάπη Βαγγέλη, Χριστόφορος Χατζής, Ελευσίνα
2003, σελ. 13.
33.
Νεκταρίου Κεφαλά Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Άπαντα, Αθήναι 2010, τ. Δ΄, σελ. 16
(Προλεγόμενα Κωνσταντίνου Κορναράκη).
34. Βουρλή Αθανασίου, Σχόλιον εις την «Ηθικήν» του αγίου Νεκταρίου, σελ.
392.
35.
Σκαρβέλη Γεωργίου, 12 Μαρτίου 1962, Εις την ιεράν και αιωνίαν μνήμην του
μακαριστού Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη, άρθρο στην εφημερίδα «Η
Πρόοδος», Χίος 5 Μαρτίου 1996, σελ. 4.Ο Μητροπολίτης Παντελεήμων τα
Απομνημονεύματά του από την εκστρατεία αυτή τα δημοσίευσε στο βιβλίο του «Ο
Ελληνικός στρατός στη Ρωσία».
36.
Αξιωτάκη Ανδρέου, Αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Χίου Παντελεήμονα Φωστίνη, Χίος
1973, σελ. 155.
37.
Βοξάκη Βασιλείου, Ο Άγιος Νεκτάριος
και η δίωξή του από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας
Σωφρόνιο Δ΄, άρθρο αναρτημένο στο ιστολόγιο Ακτίνες στις 9 Νοεμβρίου
2017 και στις 9 Νοεμβρίου 2021.
38.
Λιάπη Βαγγέλη, Χριστόφορος Χατζής, Ελευσίνα
2003, σελ.10.
39. Ο Όσιος Ιερώνυμος ο Σιμωνοπετρίτης (1871
- 1957) είχε γνωρισθεί με τον Άγιο Νεκτάριο το 1898 κατά την επίσκεψή του Αγίου
στο Άγιον Όρος. Έκτοτε αναπτύχθηκε μεταξύ των δυο Οσίων πνευματικός σύνδεσμος.
40.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 96.
41.
Χονδρόπουλου
Σώτου, Ο Άγιος του αιώνα μας – ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς –Αφηγηματική
Βιογραφία, Αίγινα (Έκδοση 15η), σελ. 349.
42.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 64 και Δημητρακοπούλου Σοφοκλή, Η τελευτή του
θαυματοβρύτου Αγίου Νεκταρίου, 8 Νοεμβρίου 1920, άρθρο στην Πειραϊκή Εκκλησία,
τεύχος 330 (Νοέμβριος 2020), σελ. 51.
43.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 96.
44.
Ηλιάκη Τιμοθέου π., Τα πραγματικά γεγονότα της μεταφοράς του ιερού σκηνώματος
του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, άρθρο αναρτημένο στο διαδίκτυο.
45.
Δημητρακοπούλου Σοφοκλή, Η τελευτή του θαυματοβρύτου Αγίου Νεκταρίου, 8
Νοεμβρίου 1920, άρθρο στην Πειραϊκή Εκκλησία, τεύχος 330 (Νοέμβριος 2020), σελ.
51.
46.
Αβιμέλεχ μοναχού του Κρητός, Βίος Μητροπολίτου Πενταπόλεως Σεβασμιωτάτου
Νεκταρίου, Βόλος 1921, σελ. 10.
47.
Ηλιάκη Τιμοθέου π., Τα πραγματικά γεγονότα της μεταφοράς του ιερού σκηνώματος
του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, άρθρο αναρτημένο στο διαδίκτυο.
48.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 64 και 143, Ηλιάκη Τιμοθέου π., Τα πραγματικά
γεγονότα της μεταφοράς του ιερού σκηνώματος του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα,
άρθρο αναρτημένο στο διαδίκτυο και Δημητρακοπούλου Σοφοκλή, Η τελευτή του
θαυματοβρύτου Αγίου Νεκταρίου, 8 Νοεμβρίου 1920, άρθρο στην Πειραϊκή Εκκλησία,
τεύχος 330 (Νοέμβριος 2020), σελ. 51.
49.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 143 και Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως
ο Θαυματουργός, επιμέλεια Ιω. Τιμαγένους, Αθήναι χ. χ., σελ. 45 .
50.
Δημητρακοπούλου Σοφοκλή, Η τελευτή του θαυματοβρύτου Αγίου Νεκταρίου, 8
Νοεμβρίου 1920, άρθρο στην Πειραϊκή Εκκλησία, τεύχος 330 (Νοέμβριος 2020), σελ.
51.
51. Μελινού Μανώλη, Μίλησα με τον Άγιο Νεκτάριο,
Συνεντεύξεις με 30+1 ανθρώπους που τον γνώρισαν, τόμος Α΄.
52.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 96.
53.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 288.
54.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως (1846
– 1920), Αθήναι 1955, σελ. 97.
55.
Αξιωτάκη Ανδρέου, Αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Χίου Παντελεήμονα Φωστίνη, Χίος
1973, σελ. 156.
56.
Αξιωτάκη Ανδρέου, Αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Χίου Παντελεήμονα Φωστίνη, Χίος
1973, σελ. 156.
57.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 97.
58.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 98.
59.
Ματθαιάκη Τίτου Αρχιμ., Ο Όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς Μητροπολίτης Πενταπόλεως
(1846 – 1920), Αθήναι 1955, σελ. 98 υποσ. 1.
60.
Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως ο Θαυματουργός, επιμέλεια Ιω. Τιμαγένους,
Αθήναι χ. χ., σελ. 51-55
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου