Ὁράματα Παύλου
Θὰ σᾶς παρουσιάσω ὁράματα τοῦ Παύλου. Ἄλλωστε στὸν Παῦλο καὶ τούς λοιποὺς ἀποστόλους ἀνήκει ὁ Ἰούνιος. Ὅραμα! Ὀπτασία! Δὲν ἔχουν καμμία σχέσι οὔτε μὲ ὄνειρα οὔτε μὲ φευτοοράματα. Τὰ ὄνειρα, ἐκτός τοῦ ὅτι πλανοῦν, δὲν ἔχουν σέσι μὲ τὴν πραγματικότητα. Τὰ ὁράματα, ὅταν εἶναι θεϊκά, ἔχουν σχέσι μὲ φανερώσεις τοῦ Θεοῦ, ὅπως στοὺς προφῆτες. Ἡ ὀπτασία δὲν εἶναι οὔτε ψαντα-σίωσις, οὔτε φαντασία, οὔτε ἐξωγήινες καταστάσεις, οὔτε ὀνειροπολήσεις. Πρόκειται γιὰ ἀληθινὴ ζωή, πού τὴν γεύεται κάποιος, χωρὶς οἱ γύρω του ν' ἀντιλαμβάνονται. Ὅταν ἡ ὀπτασία ἔχη ὡς ἀντικείμενο οὐράνιες πραγματικότητες, τότε λέγεται θεοψία. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη θεόπτης ὀνομάζεται ὁ Μωϋσῆς. Στὴν Καινὴ Διαθήκη θεόπτης εἶναι κατ' ἐξοχὴν ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Δύο
ὁράματα
Μὲ
δύο δράματα ἔχει σχέσι ἡ μεγάλη μεταστροφὴ τοῦ Παύλου. Πῶς τὰ περιγράφει τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων: «Ἦν μαθητής ἐν Δαμασκῷ ὀνόματι Ἀνανίας. Εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος ἐν ὁράματι: Ἀνανία. Ὁ δὲ εἶπεν: Ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε. Ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν: Ἀναστάς πορεύθητι ἐπὶ τὴν ρύμην τὴν καλουμένην εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ Ἰούδα Σαῦλον ὀνόματι Ταρσέα· ἰδοὺ γάρ προσεύχεται. Καὶ εἶδεν ἐν ὁράματι ἄνδρα ὀνόματι Ἀνανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ χεῖρα....» (Πράξ. θ' 10-12).
Δύο
ὁράματα στὴ Δαμασκό. Τοῦ σφραγίστηκαν τοῦ Σαύλου γιὰ λίγο τά μάτια. Μὰ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του εἶδε ὅραμα θεϊκό. Πρὶν ἀπὸ τὸ δικό του, ἢ μᾶλλον ταυτόχρονα μὲ τὸ δικό του, μὲ ἄλλο ὅραμα μίλησε ὁ Θεὸς γιὰ τὸν Παῦλο.
Τὸ
ἕνα:
Ὁ Κύριος
ἐμφανίζεται σ' ἕνα ταπεινό του δοῦλο, στὸν Ἀνανία. Τοῦ μιλάει γιὰ τὸν Σαῦλο, γιὰ τὸ καινούργιο Του ὅπλο πρὸς ἐξάπλωσι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποστέλνει ὁ Κύριος τὸν Ἀνανία μόνο ἐκεῖ πού φιλοξενεῖται ὁ Παῦλος, στὴν «ὀδό εὐθεῖα», δὲν τοῦ αἴρει τοὺς φόβους πού προβάλλει ὁ Ἀνανίας ἀκούγοντας τὸ ὄνομα Σαῦλος, ποῦ γιὰ τοὺς χριστιανοὺς ἦταν ὄνομα σπαρακτικοῦ θηρίου, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἀποκαλύπτει τὸ παγκόσμιο εὐαγγελικὸ ἔργο πού θὰ συντέλεση ὁ ἐκλεκτὸς πλέον τοῦ Θεοῦ Σαῦλος: «Σκεῦος ἐκλογῆς μοὶ ἐστιν οὗτος τοῦ βαστᾶσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε Ἰσραὴλ» (Πράξ. θ' 14).
Τὸ
ἄλλο
ὅραμα,
συγχρόνως,
ὅπως σημειώσαμε, πρὸς τὸ πρῶτο: Τὴν ἴδια ὥρα, πού ἐμφανίζεται στὸν Ἀνανία ὁ Κύριος, τὴν ἴδια ὥρα ἐμφανίζεται καὶ στὸν Σαῦλο, τὸν μετέπειτα μεγάλο τῆς Ἐκκλησίας Παῦλο. Τοῦ ἐμφάνισε τὸν Ἀνανία, τὸν ὁδηγό του γιὰ τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τὸ ἔργο τοῦ κηρύγματος: «Εἶδεν ὁ Σαῦλος ἐν ὁράματι ἄνδρα ὀνόματι Ἀνανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ χεῖρα, ὅπως ἀναβλέψῃ». Ἄρα ὁ Σαῦλος τὸν εἶχε δεῖ τὸν Ἀνανία, προτοῦ ὁ Ἀνανίας χτυπήση τὴν πόρτα τῆς ὁσοῦ Εὐθεία.
—Αὐτός θὰ ἐἶναι πού χτυπάει την πόρτα! Σάν νά ψιθυρίζη ὁ Σαῦλος. Σταματάει γιὰ λίγο τὴν προσευχὴ ὁ Σαΰλος, λέγοντας στὸν Κύριο: Σ' εὐχαριστῶ, Κύριε, ἦρθε ὁ ἄνθρωπός σου...
•
Κανεὶς
ἴσως
ἀπὸ
ὅσους μιλᾶνε γιὰ τὸν Παῦλο, δὲν ἔχει σκεφθῆ ὅτι ὁ ἀνάδοχός του στὴ νέα πίστι
ὑπῆρξε ἕνας ἁπλοϊκὸς χριστιανός, ὁ Ἀνανίας. Αὐτὸς εὐλόγησε τὸν πρώην διώκτη γιὰ νὰ γίνη ἡ θερμότερη καρδιὰ τοῆ Χριστιανισμοῆ. Αὐτὸς ἔθεσε τὰ χέρια του στὸ κεφάλι τοῦ Σαύλου. Αὐτὸς τὸν προσφώνησε μὲ τὴν πιὸ θερμὴ λέξι: «Σαοὺλ ἀδελφέ»!
—Ἐγώ ἀδελφός; θὰ εἶπε συγκλονισμένος ὁ Σαῦλος... Καὶ δέχτηκε τὴ χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...
•
Δύο ὁράματα τοῦ Κυρίου στὴ Δαμασκό. Εἶχε προηγηθῆ καὶ κάποιο ἄλλο. Τοῦ τὸ θύμισε ὁ Ἀνανίας: «Μὲ ἔστειλε, ἀδελφέ, ὁ Ἰησοῦς, ὁ ὀφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ...» (Πράξ. θ' 17). Τρεῖς θεοψίες, μία ἀναβλέψις. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἄνοιξε τὰ μάτια τοῦ τυφλωμένου Σαύλου. Τυφλωμένος ψυχικὰ ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ ἰουδαϊκοῦ φανατισμοῦ μέχρι λίγο πρίν, φωτίζεται τώρα μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Καὶ τοῦ ἀποκαλύπτεται ὅλη ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Τυφλωμένος γιὰ τρεῖς μέρες σωματικά, φωτίζεται. Ἀνοίγουν τὰ σωματκὰ του μάτια καὶ τὰ δύο πρῶτα πρόσωπα πού βλέπει εἶναι ὁ Ἀνανίας, ὁ σταλμένος τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Ἰούδας, ὁ νοικοκύρης πού τὸν φιλοξένησε τὶς τρεῖς πρῶτες μέρες τῆς μεγάλης ἀλλαγῆς τοῦ. Τὸ ὅραμα (τρίτο ἀνάμεσα στὰ δύο προηγούμενα), πού ὑπονοεῖται μὲ τὸ «ὁφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ», πρέπει νὰ ἀναφέρεται στὴν ὅλη ἀποκάλυψι, πού ὁ Κύριος τοῦ φανέρωσε ἔξω ἀπὸ τὴ Δαμασκό. Τό σημειώνει ὁ Παῦλος στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή: «Τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ' ἐμοῦ, οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον. Οὐδὲ γὰρ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλά δι᾽ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. α' 11-12). Ἕνα ὅραμα, πού περικλείει τὴν ταχύρρυθμη ἀποκάλυψι στὸν Σαοὺλ λοὺ τοῦ εὐαγγελίου, ὅλης τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ... Πόσο θὰ κράτησε; Ἴσως κλάσματα δευτερολέπτου!
Συμπληρωματικὰ
Τὰ
ὁράματα τῆς Δαμασκοῦ, τόσο τὸ πρωταρχικό, πού ὁ Κύριος σταμάτησε τὸ φανατικό του κυνήγι καὶ τὸν κάλεσε γιὰ τὸ μεγάλο ἄνοιγμα πρὸς ἐκχριστιανισμό τῶν ἐθνῶν, ὅσο καὶ τὰ τρία ὁράματα στὸν ἴδιον τὸν Σαῦλο καὶ τὸν Ἀνανία, συμπληρώνονται στὶς δύο ἄλλες διηγήσεις, πού ἔκανε ὁ Παῦλος στὰ Ἱεροσόλυμα πορευόμενος γιὰ τὸ μαρτυρικό του τέλος.
Ἡ
μία διήγησις ἔγινε ἐνώπιον τοῦ Χιλιάρχου (τοῦ ρωμαίου στρατοπεδάρχη) καὶ τῶν στρατιωτῶν του, πού ἔσπευσαν νὰ σώσουν τὸν Παῦλο ἀπὸ τὸν ξυλοδαρμὸ τῶν φανατισμένων Ἰουδαίων. Ἤθελαν νὰ σκοτώσουν τὸν Παῦλο. Ὁ Χιλίαρχος ἔδωσε τὴ δυνατότητα στὸν Παῦλο νὰ ἀπολογηθῆ.
Στὴν ἀπολογία του ὁ Παῦλος διηγεῖται τὰ τῆς Δαμασκοῦ μὲ κάποιες ἐπὶ πλέον λεπτομέρειες. Ὅταν ὁ Σαῦλος ἄκουσε τὴ φωνή: «Σαούλ, Σαούλ...», τότε στὸ ὅραμα πού εἶδε, ρωτάει τὸν Κύριο: «Τί ποιήσω, Κύριε;». Καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: «Ἀναστάς πορεύου εἰς Δαμασκόν, κἀκεῖ σοι λαληθήσεται περὶ πάντων ὧν τέτακταί σοι ποιῆσαι» (Πράξ. κβ' 10). Ἐκεῖ φαίνεται καὶ ἡ θεϊκὴ λάμψις τοῦ ὁράματος. Ὅπως τὴ Μέγ. Παρασκευὴ ἡ ἀπερίγραπτη λάμψις τοῦ Στααροῦ, σκοτείνιασε τὸν ἥλιο, ἔτσι ἡ θεϊκὴ λάμψις τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου στὴ Δαμασκό, σκοτείνιασε τὰ μάτια τοῦ Σαύλου: «Ὡς δὲ οὐκ ἐνέβλεπον ἀπὸ τῆς δόξης τοῦ φωτὸς ἐκείνου, χειραγωγούμενος ὑπὸ τῶν συνόντων μοὶ ἦλθον εἰς Δαμασκόν...» (Πράξ. κβ´ 11).
•
Τὸ γεγονὸς τῆς Δαμασκοῦ διηγεῖται καὶ πάλι, λίγες μέρες ἀργότερα ὁ Παῦλος καὶ μπροστὰ στὸ βασιλιὰ Ἀγρίππα. Ἐκεῖ ἀναφέρεται πάλι τὸ ὅραμα τοῦ Κυρίου στὸν Σαῦλο. Ἀλλὰ καὶ μία ὑπόσχεσις, γιὰ μελλοντικὲς ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου στὸν Παΰλο. Στὸ ὅραμα τοῦ μιλάει ὁ Κύριος: «Ἐγὼ εἰμἰ Ἰσους ὅν σὺ διώκεις. Ἀλλά ἀνάστηθι καὶ στῆθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου. Εἰς τοῦτο γὰρ ὤφθην σοι, προχειρίσασθαί σε ὑπηρέτην καὶ μάρτυρα ὧν τὲ εἶδες ὤν τε ὀφθήσομαί σοι» (Πράξ. κστ' 16).
Τέταρτο
ὅραμα
•
Ἄλλο ραμα, πού πιθανὸν οὔτε καν τὸ ἔχουμε ἀκούσει, εἶναι ἐκεῖνο, ποῦ εἶδε ὁ Παῦλος λίγο μετὰ τὴ μεταστροφή του στὴ Δαμασκό. Ποῦ τὸ εἶδε καὶ πότε; Ὅταν μετὰ τὸ θαῦμα τῆς Δαμασκοῦ ἐπέστρεψε γιὰ λίγο στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ πῆγε στὸ Ναό. Ἐκεῖ πού προσευχόταν, εἶδε «ἐν ἐκστάσει» τὸν Κύριο νὰ τοῦ μιλᾶ καὶ νὰ τοῦ ἀποκαλύπτη τὸν ἀποστολικὸ δρόμο πού θὰ βαδίση: «Ἐγένετο δὲ μοι ὑποστρέψαντι
εἰς Ιερουσαλὴμ καὶ προσευχόμενου μου ἐν τῷ ἱερῷ γενέσθαι με ἐν ἐκστάσει καὶ ἰδεῖν τὸν Κύριον λέγοντά μοι: Σπεῦσον καὶ ἔξελθε ἐν τάχει ἐξ Ἱερουσαλήμ, διότι οὐ παραδέξονταί σου τὴν μαρτυρίαν περὶ ἐμοῦ... Πορεύου, ὅτι ἐγὼ εἰς ἔθνη μακρὰν ἐξαποστελῶ σε» (Πράξ. κβ' 17-21).
Πέμπτο
ὅραμα
Ἄλλο ὅραμα, πού εἶδε ὁ Παῦλος: Εἶναι τὸ ὅραμα μιᾶς νέας κλήσεως γιὰ τὴν εὐαγγελικὴ ἐξάπλωσι. Βρίσκεται ὁ Παῦλος κατὰ τὴ δευτέρα του περιοδεία στὴν Τρωάδα. Μαζί του ὁ Σίλας καὶ ὁ Τιμόθεος. Προστέθηκε καὶ ὁ Λουκᾶς ὁ ἰατρός, ὁ ἀθλητικογράφος του. Αὐτὸς στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων θὰ μᾶς διασώση τὰ περισσότερα ὁράματα τοῦ Παύλου. Τὴ νύχτα, ὅταν κανεὶς κοιμᾶται, βλέπει συνήθως ὄνειρα. Ὁ χριστιανὸς δὲν δίνει σημασία στὰ ὄνειρα. Ὁ Παῦλος δὲν εἶδε ὄνειρο. Εἶδε ὅραμα.
Καὶ
ὅραμα εἶναι μία πραγματικότητα, πού ἑνώνει τὴν ἁγία ψυχὴ μὲ τὸν οὐράνιο Θεό. Στὸ ὅραμα τῆς Τρωάδας δὲν εἶδε ὁ Παῦλος τὸν Κύριο. Εἶδε ἕνα Μακεδόνα, ἀπὸ τὴν ἀπέναντι ἀκτή, ἐκεῖ πού ξεκινάει ἡ Μακεδονία, ἡ Ἑλλάδα, ἡ Εὐρώπη: «Καί ὅραμα διὰ τῆς νυκτὸς ὤφθη τῷ Παύλω: Ἀνήρ τις ἦν Μακεδὼν ἑστώς παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων: Διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πράξ. ιστ' 9-10).
Μία
νέα πρόσκλησις τοῦ Θεοῦ.
Ἕνα νέο ἄνοιγμα γιὰ εὐαγγελικὴ ὑποδοχή. Θὰ σημειώση ὁ Λουκᾶς: «Ὡς δὲ τὸ ὅραμα εἶδε ὁ Παῦλος, εὐθέως ἐζητήσαμεν ἐξελθεῖν εἰς τὴν Μακεδονίαν, συμβιβάζοντες ὅτι προσκέκληται ἡμᾶς ὁ Κύριος εὐαγγελίσασθαι αὐτοὺς» (Πράξ. ιστ' 10). · Προσκλητήριο δι' ὁράματος.
Ποιὸς
ἦταν
ὁ Μακεδόνας;
Ἦταν κάτοικος τῆς Μακεδονίας; ῏Η ἦταν ὁ ἄγγελος τῆς Μακεδονίας, ἐμφανιζόμενος ὡς Μακεδόνας; Ὁ λόγος του «Βοήθησον ἡμῖν» φανερώνει, ὅτι μᾶλλον πρόκειται γιὰ ἄνθρωπο Μακεδόνα. Ἡ ἔκκλησίς του πρὸς τὸν Παῦλο νὰ περάση στὴ Μακεδονία καὶ νὰ βοηθήση τους Μακεδόνες, φωτίζοντάς τους μὲ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι συγκινητική. Ἰδιαίτερα γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες, καὶ μάλιστα τοὺς Μακεδόνες. Ὁ Ἀλέξανδρος ἄλλοτε πέρασε ἀπὸ τὴ Δύσι στὴν Ἀνατολή, γιὰ νὰ μεταδώση τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό. Ὁ Παῦλος τώρα παρακαλεῖται νὰ περάση ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ στὴ Δύσι, γιὰ νὰ μεταλαμπαδεύση τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου στοὺς Ἕλληνες καὶ γενικώτερα στοὺς Εὐρωπαίους.
Τὸ
ἕκτο ραμα
Ἐμφαίνεται ὁ Κύριος στὸν Παῦλο, πού βρίσκεται στὴν Κόρινθο καὶ ἔχει συναντήσει τὴν τρομοκρατικὴ μανία τῶν Ἰουδαίων ἐναντίον του. Τόση ἦταν ἡ πολεμική τους καὶ ἡ βλασφημία τους, ὥστε σὰν νὰ φάνηκε νὰ λυγίζη κάπως ὁ βράχος, πού λέγεται Παῦλος.
—Θά
φύγω! Πῆγε στὸ σπίτι τοῦ Ἰούστου, πού τὸν φιλοξενοῦσε, καὶ ἐἶπε μὲ ἀποφασιστικότητα: «Φεύγω! Ἀπὸ τοῦ νῦν εἰς τὰ ἔθνη πορεύσομαι» (Πράξ. ιη' 9-10). Καὶ σὲ ἔνδειξι ἀποδοκιμασίας τῶν σκληροτράχηλων Ἰουδαίων, τίναξε τὴ σκόνη ἀπὸ τὰ ροῦχα του...
Ἔφυγε; Ὄχι! Ποιὸς τὸν σταμάτησε; Τὸ θεϊκὸ ὅραμα. Ἐἶπε δὲ ὁ Κύριος δι᾽ ὁράματος ἐν νυκτί τῷ Παύλῳ: «Μὴ φοβοῦ, Παῦλε, ἀλλά λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς, διότι ἐγὼ εἰμι μετὰ σοῦ, καὶ οὐδεὶς ἐπιθήσεταί σοι τοῦ κακῶσαί σε, διότι λαὸς ἐστὶ μοι πολὺς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ» (Πράξ. ιη' 9-10).
Καί
ἐκεῖ,
πού
ἦταν
ἕτοιμος νὰ φύγη, πῆρε σῆμα ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ νὰ μείνη. Καὶ ἔμεινε ἕνα καὶ μισὸ χρόνο ἀκόμα στὴν Κόρινθο. Ἄλλος, βλέπετε κουμαντάρει...
Τὸ
ἕβδομο
ὅραμα
Τὸ
εἶδε μέσα στὴ φουρτούνα. Εἶδε τὸν οὐράνιο καπετάνιο, τὸν Κύριο, πού κυβερνᾶ τὰ σύμπαντα. Ὅλοι ἀπελπισμένοι στὸ πλοῖο, μὲ τὸ φοβερὸ ναυάγιο. Περιμένουν ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ νὰ τοὺς καταπιῆ ἡ θάλασσα στὰ σκοτεινά της βάθη. Ὁ Παῦλος εἶναι δέσμιος. Οἱ ρωμαῖοι στρατιῶτες τὸν φυλᾶνε γιὰ νὰ τὸν παραδώσουν στὴ Ρώμη. Ἀλλὰ τώρα βλέπουν, πώς καί αὐτοὶ θὰ πνίγουν, καὶ τὸ πλήρωμα τοῦ σκάφους καὶ φυσικὰ καὶ οἱ κρατούμενοι. Βαθειὰ σιωπὴ καὶ μαύρη ἀπελπισία. Φῶς γιὰ σωτηρία δὲν βλέπουν πουθενά.
•
Καὶ τότε
ἀκοῦνε μία δυνατὴ φωνή:
—«Εὐθυμεῖτε, ἄνδρες»! Θάρρος, παιδιά. Χαρὰ νὰ ἔχετε!. Πετάξτε τὴ θλῖψι....
—Ποιός
εἶσαι σύ, δεμένε κατάδικε, πού μᾶς προτρέπεις νὰ χαιρώμαστε; Δὲν
βλέπεις τὰ κύματα, πού ὁρμοῦν νὰ μᾶς καταπιοῦν; Δὲν βλέπεις τὰ μπουρίνια καὶ τ' ἀστροπελέκια; Ποῦ βρίσκεις ἐσὺ τὸ κουράγιο νά εἶσαι χαρούμενος καὶ καὶ νὰ μᾶς προτρέπης καὶ μᾶς νὰ εὐθυμοϋμε;
•
Τότε ὁ Παῦλος τοὺς ἀποκάλυψε τὸ ὅραμα: «Παρέστη μοι τῇ νυκτὶ ταύτῃ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ, οὐ εἰμί, ᾧ καὶ λατρεύω, λέγων μοι: Μὴ φοβοῦ, Παῦλε. Καίσαρί σε δεῖ παραστῆναι. Καὶ ἰδοὺ κεχάρισταί σοι ὁ Θεός πάντας τούς πλέοντας μετὰ σοῦ. Διὸ εὐθυμεῖτε, ἀνδρες! Πιστεύω γὰρ τῷ Θεῷ, ὅτι οὕτως ἐσται καθ᾽ ὅν τρόπον λελάληται μοι» (Πράξ. κζ' 23-25). Τὸν βεβαιώνει ὁ Κύριος: "Ὄχι μόνο σύ, ἀλλὰ γιὰ χάρι σου ὅλοι στὸ πλοῖο θὰ σωθοῦν. Ὁ Θεὸς χαρίζει τὴ ζωὴ πολλῶν γιὰ ἕναν ἅγιο!!!
Τὸ
ὄγδοο
ὅραμα
Θέλησαν
μερικοὶ ν᾽
ἀμφισβητήσουν τὴν γνησιότητα τοῦ μεγάλου Παύλου. Ὅλα τά ἀνεχόταν ὁ Παῦλος. Ἕνα δὲν ἀνεχόταν, νὰ τοῦ ἀμφισβητήσουν τὴν ἀποστολικότητά του. Καὶ σὲ κάποια στροφὴ τοῦ λόγου του στὴ Β' πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή, ἀπευθύνει τρία καυτὰ γιὰ τὴν ἀποστολή του καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία ἐρωτήματα: «Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; Οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριοv ἠμῶν ἑώρακα;» (Α' Κορ. θ' 1). Μεγάλο ἐπιχείρημα γνησιότητας οἱ φανερώσεις τοῦ Χριστοῦ στὸν Παῦλο.
Τὰ
ὁράματα τοῦ Παύλου
Καμμιὰ
σχέσι δὲν ἔχει
ὁ Παῦλος μὲ τοὺς ὁραματιστὲς καὶ τὶς ὁραματίστριες, πού ἐκμεταλλεύονται τὴν ἀφέλεια τῶν πιστῶν καὶ μιλᾶνε γιὰ ὄνειρα, γιὰ ὁράματα, γιὰ ἀποκαλύψεις.
Ὁ
Παᾶλος, θὰ λέγαμε, εἶχε εἰδικὸ ἀσύρματο, πού ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὸν Οὐρανό. Λέγεται ἀποκάλυψις, φανέρωσις, φωτισμός, χάρις. Ὁράματα σὰν τοῦ Παύλου μόνο θεωμένοι ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ ἔχουν δεῖ. Καὶ ἂν πράγματι ἔχουν φτάσει σὲ κάθαρσι καὶ ἔλλαμψι, ἐπ' οὐδενί λόγῳ κάθονται νὰ διηγηθοῦν τί εἶδαν.
Ὁ
Παῦλος δὲν εἶχε οὔτε μία οὔτε δύο. Εἶχε πολλὲς ἀποκαλύψεις (Β' Κορ. ιβ' 1). Τίς φανέρωνε; Ὄχι. Ἂν τήν μία, τὴν φοβερότερη ἀποκάλυψι καὶ ὀπτασίαν ὅτι ἀνέβηκε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ, ἀναγκάστηκε νὰ τὴν ἀναφέρη, αὐτὸ τὸ ἔκανε γιατί τοῦ ἀμφισβητοῦσαν οἱ ψευδάδελφοι τὴ γνησιότητα τῆς ἀποστολικότητάς του. Καὶ γι᾽ αὐτήν τή μοναδική ἀποκάλυψι, σημειῶστε τρία πράματα: α) Τὴν ἔζησε τὴν ὀπτασία. Ἀνέβηκε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ. Ἂν σήμερα κάποιος δῆ τάχα ὅραμα, ἢ δῆ τάχα κάποιο θαῦμα, ἀμέσως, αὐθημερόν, θὰ ἀνεβάση τὴν εἴδησι στὸ... διαδίκτυο... Ὁ Παῦλος πόσο καιρὸ κράτησε μυστικὸ τὴν οὐράνια ὀπτασία; Δέκα τέσσερα ὁλόκληρα χρόνια. β) Δὲν θὰ τὴν ἔλεγε οὔτε μετὰ τὰ 14 χρόνια, ἀλλὰ τὸν ἀνάγκασαν. «Ἡμεῖς μὲ ἠναγκάσατε», λέει (Β´ Κορ. ιβ´ 11). γ) Τὴν παρουσιάζει σὲ τρίτο πρόσωπο. «Εἶδα ἄνθρωπον...... Ἐΐδα κάποιον....»!
Τί
διαφέρουν τὰ ὁράματα τοῦ Παύλου ἀπὸ τὰ ψευτοοράματα μερικῶν πού λένε ὅτι εἶδαν καὶ εἶδαν καὶ συνεχῶς βλέπουν;... Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι ἢ πλανεμένες καὶ δαιμονικὲς καταστάσεις, ἢ ἀγυρτεῖες, ἢ ἀνισορροπίες. Μάθετε λοιπὸν γιὰ τὰ ὁράματα τοΰ Παύλου:
Ποιὸ
τὸ
βασικὸ
χαρακτηριστικό
τους:
Κανένα
ἀπὸ
τὰ
ὁράματά του, καμμία ἀπὸ τὶς ἐκστάσεις του, ἀπὸ τὶς ὀπτασίες του, ἀπὸ τὶς ἀποκαλύψεις του, δὲν ἀναφέρονται σὲ ἀποκαλλύψεις μελλόντων γεγονότων, σὲ καταστροφὲς καὶ πλημμύρες, σὲ ἱκανοποίησι περιέργειας!... Ὅλα τα ὁράματα καὶ ὅλες οἱ ὀπτασίες τοῦ Παύλου ἀφοροῦν στὴν κλῆσι τὴν ἀποστολική, στὴν πορεία τοῦ εὐαγγελίου, στὸν καθορισμὸ τοῦ κηρύγματος.
Τὸν ἀγαπᾶμε ἰδιαίτερα τὸν Παῦλο. Καὶ γιὰ τὴ σοβαρότητα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ κηρύγματός του.
Τὸν θαυμάζουμε γιὰ τὰ σημεῖα καὶ τὴν ὑγιαίνουσα διδασκαλία.
Τὸν παρακολουθοῦ σέ ὅσα μᾶς λέει καί μετά τήν ἀπ᾽ εὐθείας σύνδεσί του μὲ τὸν Οὐράνιο Κύριο γιὰ δύο λόγους:
Πρώτον:
Διότι ὅσα
ἔβλεπε
ἦσαν καθαρῶς θεοψίες. Ἦταν ἐλλαμπἐμενος.
Δεύτερον:
Διότι μᾶς χαρίζει τὴ μεγάλη χαρὰ καὶ ἐλπίδα ὅτι καὶ μεῖς κάποια μέρα θὰ δοῦμε. Ὄχι τώρα. Τὸ λέει καθαρά. Τώρα βλέπουμε τὶς οὐράνιες πραγματικότητες θαμπά, «σὰν σὲ καθρέφτη θαμπό», «ὡς δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι. Ὕστερα, μετά, στὸ τέλος τούτης τῆς ζωῆς, στὴν ἀρχὴ τῆς αἰωνίου, τότε θὰ δοῦμε τὰ πάντα «πρόσωπον πρὸς πρόσωπον». «Βλέπουμε ἄρτι δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον. Ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ γνωσθήσομαι, καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην» (Α' Κορ. ιγ' 12). Τώρα τὰ βλέπουμε ἀμυδρῶς.
Βλέπουμε,
ἀλλὰ θαμπά. Βλέπουμε, ἀλλὰ μὲ μικρὴ ὁρατότητα. Βλέπουμε ἀνάλογα μὲ τὴν κάθαρσι τῆς ψυχῆς. Βλέπουμε, ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός, ὄχι πῶς εἶναι ὁ Θεός. Βλέπουμε ὅσα Ἐκεῖνος θέλησε νὰ μᾶς ἀποκαλύψη. Βλέπουμε σὰν νά ἤμαστε στὴν πρωταυγὴ ἢ στὸ τέλος τοῦ ἡλιοβασιλέματος.
Θὰ
βλέπουμε ἃ ὁ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε. Θὰ δοῦμε καὶ τὸν Παΰλο. Θὰ δοῦμε καὶ θὰ ζοῦμε τὸ ὑπερθέαμα τοῦ Οὐρανοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου