Ἐν Ἱερᾷ Πόλει Μεσολογγίου τῇ 16ῃ Δεκεμβρίου 2019
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2019
Ἀριθ.
Πρωτ.: 977
Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ
(ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 120)
«… Οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι …» (Λουκ. β΄, 7)
Σήμερα Χριστούγεννα, ἀγαπητοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοί, ἄς θελήσουμε, μὲ
ταπείνωσι, εἰλικρίνεια καὶ θερμὴ πίστι, νὰ θυμηθοῦμε τὶς συνθῆκες κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες γεννήθηκε στὴ Βηθλεέμ, ὡς ἄνθρωπος, ὁ
Κύριος καὶ Θεός μας Ἰησοῦς Χριστός.
Μιὰ φτωχή καί νεαρὴ κόρη, ἡ ὁποία ἔμελε νὰ γίνῃ ἡ πιὸ γνωστή, ἡ πιὸ
προσφιλής, τὸ καύχημα καὶ τὸ ἐγκαλώπισμα τῶν γυναικὼν ὅλων τῶν αἰώνων, ἡ Μαρία ἀπὸ
τὴ Ναζαρὲτ, συνοδευομένη ἀπὸ τὸν γέροντα
προστάτη Ἰωσήφ, ἄνδρα δίκαιο, θεοσεβῆ καί ἄμεμπτο, πορευόταν ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ στὴ
Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας. Πήγαιναν νὰ ἀπογραφοῦν
σύμφωνα μὲ τὴν διαταγὴ τοῦ Ρωμαίου Αὐτοκράτορα. «Ἀνέβη καὶ Ἰωσὴφ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐκ πόλεως Ναζαρὲτ εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς
πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται Βηθλεέμ, …
ἀπογράψασθαι σὺν Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένῃ αὐτῶ γυναικί, οὔση ἐγκύῳ» (Λουκ.
β΄, 4), σημειώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.
Ὅταν ἔφθασαν στὴν Βηθλεέμ, ζήτησαν κατάλυμα γιὰ νὰ μείνουν. «Οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι…» (Λουκ.
β΄, 7), σημειώνει καὶ πάλι ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής. Οὔτε στὰ
σπίτια, οὔτε στὸ πανδοχεῖο ὑπῆρξε τόπος. Ἐκείνη τὴ νύχτα, μᾶς γνωρίζει πάλι τὸ ἱερὸ
κείμενο, «ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν
αὐτήν». Συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες γιὰ νὰ γεννήση ἡ Παρθένος. Καὶ ἐγένησε τὸν
μονογενῆ υἱόν της, τὸν περιτύλιξε μὲ σπάργανα καὶ τὸν ἔβαλε μέσα στὴ φάτνη τῶν ἀλόγων
ζώων.
Ἡ Παναγιά μας καὶ ὁ γέροντας Ἰωσὴφ, ἀναγκάσθηκαν νὰ καταφύγουν σὲ ἕνα
φυσικὸ σπήλαιο, σκοτεινό, ὑγρὸ καὶ κρύο. Σὲ ἕνα σπήλαιο ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἄφθονα ὑπῆρχαν ἔξω
ἀπὸ τὴ Βηθλεὲμ καὶ τὰ χρησιμοποιοῦσαν γιὰ τήν φύλαξι τῶν ζώων. Σ’ ἕνα σπήλαιο γεννήθηκε ὁ Σωτὴρ τοῦ
κόσμου, ὁ Ἄναρχος, ὁ Αἰώνιος, ὁ Παντοκράτωρ
Θεός.
Μέσα στὴν Ἰουδαία ὑπῆρχαν τὰ ἀρχοντικὰ σπίτια, τὰ μέγαρα τῶν ἰσχυρῶν
καὶ τῶν πλουσίων Ἰουδαίων. Ὅλοι αὐτοὶ φάνηκαν ἀδιάφοροι ἐμπρὸς στὴν ἐπίτοκο
Παρθένο Μαρία. Τὰ τετράποδα ζῷα φάνηκαν σπλαχνικότερα
τῶν ἀνθρώπων. Ἔδωσαν τόπο καὶ, μὲ τὴν θερμὴ ἀναπνοὴ τους, θέρμαναν τὸ θεῖο Βρέφος.
Τὸ σπήλαιο ἦταν γιὰ τὰ ζῷα, ὄχι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅμως, ὅταν οἱ βασιλεῖς δὲν ἄνοιξαν
τὰ παλάτια τους, ὅταν οἱ ἀρχιερεῖς δὲν παρεχώρησαν τὰ μέγαρά τους, ὅταν καὶ οἱ ἁπλοὶ
ἄνθρωποι δὲν ἄφησαν οὔτε πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα τους νὰ γεννηθῆ ὁ Κύριος, ἡ ἀγάπη
Του καὶ ἡ ἄκρα συγκατάβασίς Του, ἔφθασαν μέχρι τὸ σπήλαιο. «Ἐκένωσεν ἑαυτὸν πλούσιος ὢν ἐπτώχευσεν, ἵνα καὶ ἡμεῖς τῇ ἐκείνου
πτωχείᾳ πλουτήσωμεν» (Β’ Κορ. η΄, 9).
Ναὶ, ἀδελφοί μου! Ὁ Λυτρωτὴς καὶ Θεός μας, «ὁ ἔχων θρόνον οὐρανὸν καὶ ὑποπόδιον τὴν γῆν», γεννήθηκε στὴν
φάτνη, στὴν ἀποπνικτικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ στάβλου. Σ’ ὅλη τὴν ἐπὶ γῆς παρουσία Του
ἔμεινε φτωχὸς καὶ διωκόμενος∙ ἔφθασε στὴ σταυρικὴ Θυσία γιὰ νὰ σώση ἐμᾶς.
Σήμερα
Χριστούγεννα, νὰ ἀπαντήσουμε ὅλοι μας ἀγαπητοί, κληρικοὶ
καὶ λαϊκοί, στό ἐρώτημα: Ὑπάρχει σήμερα
κατάλυμα γιὰ τὸν Κύριο; Ἐμεῖς τοῦ
προσφέρουμε κατάλυμα; Ὑπάρχει τόπος γιὰ τὸν Χριστὸ στὴν πατρίδα μας, στὴν ἑλληνικὴ
οἰκογένεια, στὴν ψυχὴ τοῦ καθενός μας;
Ὑπάρχει κατάλυμα στὰ ἐπίσημα γραφεῖα, στὶς πολυτελεῖς αἴθουσες, ὅπου
κατευθύνουν τὰ κοινὰ τῆς πατρίδος μας;
Ὑπάρχει κατάλυμα στὰ σχολεῖα μας γιὰ τὸν γενηθέντα Χριστό μας;
Πάντοτε, ὅπως καὶ φέτος, ὁ Χριστός μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν κένωσί Του, τὴν συγκατάβασί Του∙ καὶ ἡ Ἐκκλησία μας
ψάλλει, μὲ τὸ στόμα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε∙ Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε»! Κάθε Χριστούγεννα καὶ πάντοτε ἔρχεται ὁ
Χριστός, καὶ ὅπως τότε ἡ Παναγία μας ἔκρουε τὶς πόρτες τῆς Βηθλεέμ, κρούει Ἐκεῖνος
σήμερα τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς μας. «Ἰδοὺ ἔστηκα
ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω. Ἐάν τὶς ἀκούση τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξη τὴν θύραν (τῆς
καρδιᾶς του), εἰσελεύσομεν πρὸς αὐτόν»
(Ἀποκ. γ΄, 20).
Ὁ Θεός, πού εἶναι τὸ φῶς, ἡ ζωή, ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια, ἡ εἰρήνη, ἡ χαρά,
ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία, θέλει νὰ ἔλθη στὴν καρδιά μας γιὰ νὰ μᾶς προσφέρει τὰ θεῖα Του
δῶρα, τὰ ὁποῖα μᾶς προσφέρουν τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία στὴ ζωὴ αὐτή, ἀλλὰ καὶ τὴν αἰώνια
χαρὰ καὶ δόξα στὴν αἰωνιότητα.
Δὲν θέλουμε, σήμερα Χριστούγεννα, νὰ λυπήσουμε κανέναν, ἀλλὰ ὁ πόνος γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων μας, μᾶς ἀναγκάζει
νὰ ὁμολογήσουμε τὴν ἀλήθεια. Ὅσο προχωροῦμε ἐμπρὸς ἡμερολογιακά, τόσο κάνουμε βήματα πρὸς τὰ πίσω, πρὸς τὴν,
πρὸ Χριστοῦ, βάναυση ἐποχή, τόσο ἀπομακρυνόμαστε
ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Μιὰ ἀόρατη, σατανικὴ δύναμι μᾶς μέθυσε, μᾶς ζάλισε καὶ ἐνῷ
βλέπουμε ποὺ ὁδηγούμαστε χωρὶς Χριστό, ἐμεῖς ἐπιμένουμε νὰ μὴν Τοῦ προσφέρουμε κατάλυμα στὴν καρδιά μας.
Ἡ ἀνθρωπότης αἱματοκυλίεται, μίση καὶ προδοσίες μεταξὺ τῶν λαῶν ἀπομακρύνουν
τὴν εἰρήνη ποὺ φέρνει ὁ Χριστός. Ἡ οἰκογένεια διαλύεται, ἡ νεότης μας
κατακερματίζεται καὶ ἀργοπεθαίνει, κυλισμένη μέσα στὴν σαρκολατρεία καὶ τὴν
διαστροφὴ ποὺ ἄκριτα τῆς προσφέραμε. Τόσα δεινά μᾶς ἐκύκλωσαν, κι ἐμεῖς
πεισματικὰ ἀρνιόμαστε τὸν Χριστό.
Καὶ ἂν δὲν Τὸν διώχνουμε φανερὰ μὲ τὴν ἄρνησί μας, συνήθως δὲν Τὸν
δεχώμαστε, δὲν Τοῦ δίνουμε τὴν καρδιά μας. Γιατί ὁ γνήσιος «Ἡρῴδης», ὁ ἐγωισμός μας, καλλιεργεῖ σὲ μᾶς μιὰ ἐξωτερικὴ
θρησκευτικότητα, μιὰ ἐπιφανειακὴ καὶ τυπικὴ λατρεία, μιὰ, κατ΄ἔθος, ὑποκριτική
παρουσία στὶς τελετὲς καὶ στὶς πανηγύρεις, μιὰ προβολὴ τῆς θρησκευτικῆς ἐτικέτας
μας, καί ὄχι μιὰ συνειδητή, μιὰ εἰλικρινῆ,
μιὰ πηγαία, ὁλόψυχη πίστι, ἀγάπη, ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ μας καὶ μία ζωντανή,
βιωματική, μυστηριακὴ ζωή.
Ἀγαπητοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοί,
Χριστούγεννα σήμερα!
Ἄς σταθοῦμε μὲ εὐθύνη σωτηρίας ἐμπρὸς στὴ
Φάτνη τοῦ Χριστοῦ μας. «Δεῦτε ἴδωμεν
πιστοί, ποὺ ἐγεννήθη ὁ Χριστός»!
Θέλει ἕνα «δῶρο» ὁ Κύριος ἀπό ἐμᾶς, σήμερα. Ἀπὸ κληρικοὺς καὶ
λαϊκούς. Θέλει τὴν καρδιὰ μας. «Υἱὲ δὸς μοὶ σὴν καρδίαν» (Παροιμ. κγ',26) μᾶς παρακαλεῖ.
Μέσα στὴ σύγχρονη κοινωνία ποὺ ξέχασε τὸν Γενηθέντα Χριστὸ, ἐμεῖς ἂς
ἀνοίξουμε διάπλατα τὴν καρδιά μας. Ἄς τὴν καθαρίσουμε ἀπὸ κάθε ἀδυναμία καὶ
πάθος καὶ ἂς τὴν προσφέρουμε μὲ ταπείνωσι, ὑπακοή, ἀγάπη καὶ ἀφοσίωσι στὸν
Χριστό. Ὁ Σαρκωθείς Θεός μας θὰ τὴν πληρώση μὲ εἰρήνη καὶ χαρά, μὲ θεία χάρι καὶ
ἁγιασμὸ, γιὰ νὰ ἔχουμε αἰωνίως Χριστούγεννα.
Μέ τήν ἀγάπη τοῦ ταπεινοῦ
μας Χριστοῦ,
Ο
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
†
Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
ΚΟΣΜΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου